Νicolas Berdiaeff
Στις μέρες μας όλοι μιλούν για την κρίση του πνευματικού πολιτισμού και εκφράζεται ανησυχία για το μέλλον του. Η κρίση αυτή κοινωνιολογικά οφείλεται στο γεγονός ότι μια αριστοκρατική αρχή, αρχή ποιοτική, είναι συναφής με κάθε ανώτατο πολιτισμό και ότι η αρχή αυτή απειλείται σοβαρά από την πορεία του εξισωτισμού και της ισοπεδώσεως από την κυριαρχία των μαζών. Ζούμε σε μια εποχή λαϊκής εξεγέρσεως ενάντια σε κάθε αριστοκρατικό στοιχείο του πνευματικού πολιτισμού. Τα νέα απολυταρχικά κράτη εκφράζουν απέναντι στον πολιτισμό έναν καθαρά λαϊκό χαρακτήρα και συμβολίζουν την κυριαρχία της ποσότητας πάνω στην ποιότητα. Ο αρχαίος ελληνορωμαϊκός πολιτισμός ήταν γενικά αριστοκρατικός. Ο πολιτισμός εκείνος βασιζόταν στη διατήρηση και προστασία της ποιότητας. Τον ίδιο χαρακτήρα είχε και η Αναγέννηση.
Ο πνευματικός πολιτισμός αναπτυσσόταν στα περιθώρια του ελεύθερου χρόνου μιας πνευματικής αριστοκρατίας χάρη στη δυνατότητα μιας υπερβολικής δραστηριότητας δημιουργικών δυνάμεων και είχε ως προϋπόθεση την ανισότητα. Θα έλεγε κανείς ότι ο πνευματικός πολιτισμός ποτέ δεν ήταν για ολόκληρη τη μάζα της ανθρωπότητας και ποτέ δεν υπηρέτησε την ικανοποίηση όλων των ανθρώπινων αναγκών. Το γεγονός ότι είχε ένα δημοκρατικό χαρακτήρα δε σήμαινε διόλου ότι αντιστοιχούσε στο επίπεδο του λαού και ήταν η πραγματοποίηση των προσταγών του.
Στις μέρες μας όλο και πιο πολύ διατυπώνεται το αίτημα να γίνει ο πολιτισμός λαϊκός με την έννοια ότι θα ανταποκρίνεται στις επιθυμίες των μαζών. Οι απαιτήσεις αυτές μετασχηματίζουν το χαρακτήρα του σε ένα φαινόμενο ολότελα διαφορετικό που του χρειάζεται ένα καινούριο όνομα. Μερικές φορές τον ονομάζουν πολιτισμό, άλλα αυτό είναι ένας όρος καθαρά συμβατικός.
Η κυριαρχία των μαζών, της ανώνυμης ποσότητας, που σ’ ένα τόπο παίρνει τη μορφή αστικής δημοκρατίας με τη δικτατορία των χρημάτων τη μεταμφιεσμένη και αόρατη, και σ’ έναν άλλον τη μορφή του απολυταρχικού κράτους με την απροκάλυπτη δικτατορία των ηγετών, δημιουργεί μια ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση για τις δημιουργικές πολιτισμικές δυνάμεις και για την πνευματική αριστοκρατία· πραγματικά οι διανοούμενοι υποφέρουν από μια αληθινή αγωνία. Η υλική και ηθική τους κατάσταση γίνεται όλο και περισσότερο αφόρητη· σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία η πνευματική αριστοκρατία εξαρτάται από το κεφάλαιο και τα ταπεινά γούστα του όχλου. Σε μια απολυταρχική ή κομμουνιστική δημοκρατία αυτή εξαρτάται από την ιδεολογική δικτατορία της εξουσίας που ισχυρίζεται ότι θα οργανώσει το πνεύμα.
Ζούμε σε μια εποχή «κοινωνικών επιταγών» που καθορίζουν αυτό που πρέπει να είναι ο πολιτισμός, η τέχνη, η φιλοσοφία, η φιλολογία, η επιστήμη ακόμα και η θρησκεία. Δεν υπάρχει όμως «κοινωνική επιταγή» που να απαιτεί έναν πολιτισμό ποιότητας, έναν πνευματικό πολιτισμό, μια αληθινή φιλοσοφία και μια πραγματική τέχνη. Η αναγκαστική διανοητική προσφορά υπάρχει γενικά στις σφαίρες της τεχνικής, των εφαρμοσμένων φυσικών επιστημών, της οικονομίας και δεν έχει απαιτήσεις για το πνευματικό και την πνευματικότητα. Οι ενέργειες του πνεύματος μετασχηματίζονται και απευθύνονται σε πράγματα που δεν ανήκουν διόλου στην πνευματική τάξη. Από κοινωνική άποψη οι διανοούμενοι είναι ανυπεράσπιστοι. Η υλική τους ύπαρξη είναι ανασφαλής και στερείται από κάθε υλική υποστήριξη. Πολύ συχνά αναγκάζονται να αισθάνονται την αχρηστία τους και προσαρμόζονται σε νέες καταστάσεις για να ξεφύγουν από την ολοκληρωτική καταστροφή.
Είναι αλήθεια πως ποτέ δεν ήταν εύκολη και φυσιολογική η κατάσταση των Ιδρυτών και δημιουργών του πνευματικού πολιτισμού. Αυτό ίσχυε ακόμα και για την εποχή της Αναγεννήσεως. Δημιουργούσαν συμπτωματικά και μόνο, χωρίς να γνωρίζουν για ποιόν προορίζονταν τα έργα τους. Όμως η δημιουργία τους ήταν συγκριτικά ελεύθερη· από υλική άποψη οι συγγραφείς, οι ζωγράφοι και οι σοφοί ήταν εξαρτημένοι από «προστάτες». Ζούσαν σε μια πολυσύνθετη και διαφοροποιημένη κοινωνία, αλλά σε κοινωνία που δεν είχε ακόμα ενοποιηθεί και όπου η δικτατορία δεν επιβαλλόταν στο πνεύμα. Γι’ αυτό κι αυτοί είχαν την ευχέρεια να διαλέγουν το δρόμο τους.
Ο καπιταλισμός του δέκατου ενάτου αιώνα, με τον οικονομισμό και τη μυστική τυραννία του χρήματος, παραμόρφωσε και κηλίδωσε την καθαρότητα του πνευματικού πολιτισμού προσαρμόζοντάς την στα συμφέροντα των αστικών τάξεων. Από άποψη μορφής η διανόηση διατηρούσε μια ολοκληρωτική ελευθερία δημιουργίας, αλλά από άποψη υλική υπέφερε από καταπίεση, μοναξιά, μιζέρια και έλλειψη κατανοήσεως. Ένας μεγάλος αριθμός δημιουργών επιδοκίμαζε τη νοσταλγία ενός «λαϊκού» και «οργανικού» πνευματικού πολιτισμού.
Αυτή η κοινωνική απομόνωση είναι ένα χαρακτηριστικό φαινόμενο της αστικής εποχής. Ορισμένοι διανοητές απολάμβαναν τη μοναξιά και αγωνίζονταν να παραμείνουν σ’ αυτή. Μερικές φορές παρατηρούσε κανείς το φαινόμενο της μοναξιάς μιας ολόκληρης ομάδας διανοουμένων. Στο Μεσαίωνα η Ελλάδα είχε θρησκευτικό πολιτισμό πραγματικά «οργανικό». Ο πολιτισμός εκείνος αγκάλιαζε έναν ολόκληρο λαό. Αυτό όμως ήταν κάτι το ολότελα διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει στη δημοκρατική μας εποχή. Γιατί τότε οι μάζες ζούσαν μέσα σ’ έναν ιεραρχημένο κόσμο, θρησκευτικά καθιερωμένο· ακόμα δεν είχε επισυμβεί το χάσμα ανάμεσα στους δημιουργούς και το λαό. Ήταν ένας πολιτισμός «κοινωνικής επιταγής», αλλά μιας επιταγής που δεχόταν και είχε ως προϋπόθεση την ποιοτική αριστοκρατική αρχή της δημιουργίας. Ο πολιτισμός εκείνος αγνοούσε τον ατομοκρατισμό της Αναγεννήσεως και της αστικής εποχής. Ήταν ένα συλλογικό έργο, ξένο στον ελληνικό τύπο της παιδείας.
Ο πολιτισμός της αρχαίας Ελλάδας είχε μέσα του αυτό το στοιχείο της «κοινωνικής επιταγής» σε υψηλότερο βαθμό από όσο γενικά πιστεύεται. Δεν είχαμε τότε μια «καθαρή» τέχνη, γιατί η τέχνη εκπλήρωνε ένα κοινωνικό ρόλο· υπηρετούσε τη συλλογικότητα . Ο πνευματικός πολιτισμός ήταν ταυτόχρονα έργο ενός ολόκληρου λαού και μαζί έργο αριστοκρατικό. Ο συνδυασμός αυτός της λαϊκότητας και της οργανικής ποιότητας στον πνευματικό πολιτισμό είναι χαρακτηριστικό των πρώιμων «οργανικών» εποχών.
Στην εποχή μας, που τείνει σ’ ένα μη οργανικό κολλεκτιβισμό, όλα έχουν αλλάξει. Οι μάζες επικοινωνούν με τον πολιτισμό κι η επικοινωνία αυτή είναι σωστή και αναγκαία. Γιατί ο λαός δεν πρέπει να παραμένει στο σκοταδισμό. Στο παρελθόν οι μάζες συμμετείχαν στον πνευματικό πολιτισμό με τη βοήθεια της θρησκείας, κι οι πνευματικοί τους θησαυροί ήταν σχεδόν αποκλειστικά θρησκευτικοί· ακριβώς χάρη σ’ αυτή την επικοινωνία γινόταν πραγματικότητα η επαφή των λαϊκών μαζών με την πνευματική αριστοκρατία.
Μόνο η θρησκεία είναι ικανή να πραγματοποιήσει μια παρόμοια συγχώνευση· ούτε η φιλοσοφία, ούτε η επιστήμη, ούτε η τέχνη ή η φιλολογία δε διαθέτουν αυτή την ικανότητα. Κάθε υψηλής ποιότητας πολιτισμός που δεν έχει θρησκευτική βάση χωρίζεται αναπόφευκτα από τη λαϊκή ζωή κι έτσι δημιουργείται μια απομονωμένη πνευματική αριστοκρατία που αναγνωρίζει φανερά την αχρηστία της.
Ο ανθρωπιστικός πολιτισμός δεν ήταν ποτέ δημοκρατικός. Ήταν η έκφραση των ανώτερων τάξεων που δεν είχαν πραγματικά κοινωνική θεμελίωση. Η δικαιωμένη πορεία του εκδημοκρατισμού, που εισάγει μεγάλες μάζες στον πνευματικό πολιτισμό, εκπροσωπεί μια αρνητική άποψη από το γεγονός ότι κατεβάζει το ποιοτικό επίπεδο. Πραγματικά μετά από αυτόν τον εκδημοκρατισμό οι μάζες έφτασαν σ’ ένα καλύτερο επίπεδο γνώσεως. Ανανέωσαν τις πνευματικές τους δυνάμεις και άρχισαν να ασκούν επίδραση στον πολιτισμό και να τον προσαρμόζουν στο επίπεδό τους με την ευρύτερη σημασία του όρου. Τα πολιτιστικά επιτεύγματα παραποιούνται μέσα στα κυκλώματα της κοινωνικής μετριότητας. Η πνευματική αριστοκρατία απομονώνεται όλο και περισσότερο, αδυνατεί με το πέρασμα του χρόνου και παρουσιάζει συμπτώματα αγωνίας. Οι εκπρόσωποι της διακατέχονται από την αίσθηση του θανάτου. Αυτή είναι η πνευματική παρακμή, η αποδυνάμωση των ζωτικών πηγών.
Μια μερίδα διανοουμένων αγωνίζεται να σωθεί με την προσαρμογή της στις μάζες, τα γούστα και τα αιτήματα τους και προσπαθεί να συμμορφωθεί με την «κοινωνική επιταγή»· Η ίδια όμως η ύπαρξη της πνευματικής αριστοκρατίας που είναι χωρισμένη από το λαό γίνεται όλο και πιο πολύ άχρηστη και ακατανόητη, δεν έχει πια μέλλον· η κρίση αυτή του ποιοτικού πνευματικού πολιτισμού και το τραγικό πεπρωμένο των εκπροσώπων του είναι μια κατάσταση φανερά αναπόφευκτη που θα βρει διέξοδο μόνο σε μια πνευματική επανάσταση και μια θρησκευτική αναγέννηση. Η πολιτιστική αναγέννηση είναι αδύνατη, γιατί γέρασε ο κόσμος. Χρειάζεται μια ανάσταση των θρησκευτικών δυνάμεων που θα είναι σε θέση να λύσει το πρόβλημα της σχέσεως ανάμεσα στις αριστοκρατικές και δημοκρατικές αρχές, τις κοινωνικές και προσωπικές στη σφαίρα του αληθινά πνευματικού πολιτισμού.
Ο ρωσικός κομμουνισμός και ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός περικλείουν κι οι δυό μια ιδεολογική δικτατορία πάνω στο πνεύμα. Γι’ αυτό κι ο πολιτισμός, που δημιούργησαν τα δυο αυτά πολιτεύματα, εκφράζει μια «κοινωνική επιταγή» που όπως στη Ρωσία το ίδιο και στη Γερμανία πήρε φοβερές μορφές και δημιούργησε μια ατμόσφαιρα που καταπνίγει τους διανοουμένους. Έτσι πραγματοποιείται η ιδέα ενός συλλογικού πολιτισμού, πολιτισμού ενός ολόκληρου λαού, τέτοιου που οραματίζονταν οι διανοούμενοι του δέκατου ενάτου αιώνα όπως ο R . Wagner στη Γερμανία, ο V . Ιvanov κι οι συμβολιστές στη Ρωσία. Είναι κάτι σχετικό με την κατάπτωση του ατομοκρατισμού στο τέλος της Αναγεννήσεως που επεσήμανα πολλές φορές σε προηγούμενα έργα μου.
Υπάρχει καμιά αλήθεια η δικαίωση σ’ αυτή την πορεία; Τα αποτελέσματα της μπορούν να αντιπαραβληθούν με τον παλιό φιλελεύθερο ατομοκρατισμό; Νομίζω ότι πρόκειται για μια μεγάλη αλήθεια. Ο παλιός φιλελευθερισμός είναι χρεωκοπημένος και βρίσκεται στο δρόμο της παρακμής.
Είναι δίκαιο να θεωρήσουμε ότι η πολιτιστική δημιουργία πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση ενός υπερατομικού σκοπού που ο εγωισμός της τάξεως των διανοουμένων δεν μπορεί να δικαιολογήσει. Η ιδέα της υπηρεσίας είχε σχεδόν ολοκληρωτικά εξαφανιστεί στον αιώνα της Αναγεννήσεως και στην εποχή του φιλελευθερισμού. Η ιδέα όμως της υπηρεσίας ενός υπερατομικού σκοπού δε συγκρούεται με την ελευθερία του πνεύματος, με τη δημιουργική ελευθερία. Αντίθετα η δημιουργική εξυπηρέτηση είναι μια ελεύθερη εξυπηρέτηση και δεν μπορεί να θεωρηθεί όμοια με μια πολιτική ή στρατιωτική υπηρεσία. Η δικτατορία που ασκείται πάνω στο πνεύμα καταργεί τη δημιουργική ελευθερία και ακόμα περισσότερο περιορίζει τη διανόηση σ’ ένα μισθό. Την αναγκάζει να προδώσει τα ιδεώδη της, την οδηγεί στη δουλικότητα και αξιώνει τη συμμόρφωση της με την «κοινωνική επιταγή» κάτω από την απειλή του μαστιγίου . Με μια λέξη η δικτατορία αυτή παραλύει τις συνειδήσεις. Και σ’ αυτή την τυραννία μόνη μια ηρωική αντίσταση μπορεί να ορθωθεί. Η φθορά της πνευματικής αριστοκρατίας είναι εύκολη, επειδή η ζωή της είναι ηθικά και υλικά αφόρητη. Η αριστοκρατία αυτή δεν μπορεί να προστατευθεί κοινωνικά και συχνά μεταβάλλεται σε μια μάζα ανέργων.
Η τάξη των διανοουμένων απειλείται με αφανισμό εξαιτίας της αχρηστίας της και με τον κίνδυνο τα μέλη της να μεταβληθούν σε δουλικούς υπαλλήλους του ιδεοκρατικού κράτους με τη δικτατορία του πάνω στο πνεύμα. Οι ανώτερες πολιτιστικά τάξεις ζουν από καιρό μια απομονωμένη ζωή, κλειστή και στερημένη από την ευρύτερη κοινωνική βάση και μακριά από τη ζωή του λαού. Πρόκειται για ένα χωρισμό, αλλά και για μια βαθιά ρήξη ανάμεσα στη θεωρητική και πρακτική λογική, ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, ανάμεσα στο πνεύμα και την ύλη, ρήξη που προκάλεσε την αδυναμία και την παρακμή
Ο ανθρωπισμός ως θεμέλιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού στάθηκε αδύναμος να αποκαταστήσει την ενότητα και να υποστηρίξει την πνευματική αριστοκρατία, όταν κορυφώθηκε η κοσμική θύελλα· δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην πορεία της τεχνικής, στην εισβολή των μεγάλων μαζών στη ζωή κλπ… Έτσι, όπως είδαμε, ο ανθρωπισμός είναι ανίσχυρος να σώσει την αριστοκρατική αρχή του πνευματικού πολιτισμού και την προσωπική πρωτοτυπία.
Οι σκληρές δικτατορίες, που οικοδομήθηκαν πάνω στον απανθρωπισμό, κάνουν μια προσπάθεια να αποκαταστήσουν την ενότητα. Η ιδέα του οργανικού πολιτισμού και της οργανικής κοινωνικής τάξεως του δέκατου ενάτου και του εικοστού αιώνα έχουν ρομαντικό περιεχόμενο και έπαθαν ανεπανόρθωτη ζημιά κάτω από τα χτυπήματα της πανίσχυρης και αναπτυσσόμενης τεχνολογίας. Ο κόσμος φαίνεται να κινείται όχι προς μια ζωική και οργανική αλλά προς μια τεχνική και οργανωμένη ενότητα. Όμως όταν στη σύγχρονη κοσμική και κοινωνική αναταραχή εμφανιστεί το πρόβλημα του πεπρωμένου του ανθρώπου και της σωτηρίας του από τον απανθρωπισμό, ερχόμαστε αναπόφευκτα στο πρόβλημα της θρησκείας, σ’ αυτό της πνευματικής κρίσεως και στην εμφάνιση μιας νέας πνευματικότητας.
Nicolas Berdyaef, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο,
εκδ. Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1980, σελ. 121-143,
μτφρ. Ευτυχίας Β. Γιούλτση
Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας, παράσταση με την Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.
Αντίφωνο
Ο πνευματικός πολιτισμός αναπτυσσόταν στα περιθώρια του ελεύθερου χρόνου μιας πνευματικής αριστοκρατίας χάρη στη δυνατότητα μιας υπερβολικής δραστηριότητας δημιουργικών δυνάμεων και είχε ως προϋπόθεση την ανισότητα. Θα έλεγε κανείς ότι ο πνευματικός πολιτισμός ποτέ δεν ήταν για ολόκληρη τη μάζα της ανθρωπότητας και ποτέ δεν υπηρέτησε την ικανοποίηση όλων των ανθρώπινων αναγκών. Το γεγονός ότι είχε ένα δημοκρατικό χαρακτήρα δε σήμαινε διόλου ότι αντιστοιχούσε στο επίπεδο του λαού και ήταν η πραγματοποίηση των προσταγών του.
Στις μέρες μας όλο και πιο πολύ διατυπώνεται το αίτημα να γίνει ο πολιτισμός λαϊκός με την έννοια ότι θα ανταποκρίνεται στις επιθυμίες των μαζών. Οι απαιτήσεις αυτές μετασχηματίζουν το χαρακτήρα του σε ένα φαινόμενο ολότελα διαφορετικό που του χρειάζεται ένα καινούριο όνομα. Μερικές φορές τον ονομάζουν πολιτισμό, άλλα αυτό είναι ένας όρος καθαρά συμβατικός.
Η κυριαρχία των μαζών, της ανώνυμης ποσότητας, που σ’ ένα τόπο παίρνει τη μορφή αστικής δημοκρατίας με τη δικτατορία των χρημάτων τη μεταμφιεσμένη και αόρατη, και σ’ έναν άλλον τη μορφή του απολυταρχικού κράτους με την απροκάλυπτη δικτατορία των ηγετών, δημιουργεί μια ακόμα πιο δύσκολη κατάσταση για τις δημιουργικές πολιτισμικές δυνάμεις και για την πνευματική αριστοκρατία· πραγματικά οι διανοούμενοι υποφέρουν από μια αληθινή αγωνία. Η υλική και ηθική τους κατάσταση γίνεται όλο και περισσότερο αφόρητη· σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία η πνευματική αριστοκρατία εξαρτάται από το κεφάλαιο και τα ταπεινά γούστα του όχλου. Σε μια απολυταρχική ή κομμουνιστική δημοκρατία αυτή εξαρτάται από την ιδεολογική δικτατορία της εξουσίας που ισχυρίζεται ότι θα οργανώσει το πνεύμα.
Ζούμε σε μια εποχή «κοινωνικών επιταγών» που καθορίζουν αυτό που πρέπει να είναι ο πολιτισμός, η τέχνη, η φιλοσοφία, η φιλολογία, η επιστήμη ακόμα και η θρησκεία. Δεν υπάρχει όμως «κοινωνική επιταγή» που να απαιτεί έναν πολιτισμό ποιότητας, έναν πνευματικό πολιτισμό, μια αληθινή φιλοσοφία και μια πραγματική τέχνη. Η αναγκαστική διανοητική προσφορά υπάρχει γενικά στις σφαίρες της τεχνικής, των εφαρμοσμένων φυσικών επιστημών, της οικονομίας και δεν έχει απαιτήσεις για το πνευματικό και την πνευματικότητα. Οι ενέργειες του πνεύματος μετασχηματίζονται και απευθύνονται σε πράγματα που δεν ανήκουν διόλου στην πνευματική τάξη. Από κοινωνική άποψη οι διανοούμενοι είναι ανυπεράσπιστοι. Η υλική τους ύπαρξη είναι ανασφαλής και στερείται από κάθε υλική υποστήριξη. Πολύ συχνά αναγκάζονται να αισθάνονται την αχρηστία τους και προσαρμόζονται σε νέες καταστάσεις για να ξεφύγουν από την ολοκληρωτική καταστροφή.
Είναι αλήθεια πως ποτέ δεν ήταν εύκολη και φυσιολογική η κατάσταση των Ιδρυτών και δημιουργών του πνευματικού πολιτισμού. Αυτό ίσχυε ακόμα και για την εποχή της Αναγεννήσεως. Δημιουργούσαν συμπτωματικά και μόνο, χωρίς να γνωρίζουν για ποιόν προορίζονταν τα έργα τους. Όμως η δημιουργία τους ήταν συγκριτικά ελεύθερη· από υλική άποψη οι συγγραφείς, οι ζωγράφοι και οι σοφοί ήταν εξαρτημένοι από «προστάτες». Ζούσαν σε μια πολυσύνθετη και διαφοροποιημένη κοινωνία, αλλά σε κοινωνία που δεν είχε ακόμα ενοποιηθεί και όπου η δικτατορία δεν επιβαλλόταν στο πνεύμα. Γι’ αυτό κι αυτοί είχαν την ευχέρεια να διαλέγουν το δρόμο τους.
Ο καπιταλισμός του δέκατου ενάτου αιώνα, με τον οικονομισμό και τη μυστική τυραννία του χρήματος, παραμόρφωσε και κηλίδωσε την καθαρότητα του πνευματικού πολιτισμού προσαρμόζοντάς την στα συμφέροντα των αστικών τάξεων. Από άποψη μορφής η διανόηση διατηρούσε μια ολοκληρωτική ελευθερία δημιουργίας, αλλά από άποψη υλική υπέφερε από καταπίεση, μοναξιά, μιζέρια και έλλειψη κατανοήσεως. Ένας μεγάλος αριθμός δημιουργών επιδοκίμαζε τη νοσταλγία ενός «λαϊκού» και «οργανικού» πνευματικού πολιτισμού.
Αυτή η κοινωνική απομόνωση είναι ένα χαρακτηριστικό φαινόμενο της αστικής εποχής. Ορισμένοι διανοητές απολάμβαναν τη μοναξιά και αγωνίζονταν να παραμείνουν σ’ αυτή. Μερικές φορές παρατηρούσε κανείς το φαινόμενο της μοναξιάς μιας ολόκληρης ομάδας διανοουμένων. Στο Μεσαίωνα η Ελλάδα είχε θρησκευτικό πολιτισμό πραγματικά «οργανικό». Ο πολιτισμός εκείνος αγκάλιαζε έναν ολόκληρο λαό. Αυτό όμως ήταν κάτι το ολότελα διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει στη δημοκρατική μας εποχή. Γιατί τότε οι μάζες ζούσαν μέσα σ’ έναν ιεραρχημένο κόσμο, θρησκευτικά καθιερωμένο· ακόμα δεν είχε επισυμβεί το χάσμα ανάμεσα στους δημιουργούς και το λαό. Ήταν ένας πολιτισμός «κοινωνικής επιταγής», αλλά μιας επιταγής που δεχόταν και είχε ως προϋπόθεση την ποιοτική αριστοκρατική αρχή της δημιουργίας. Ο πολιτισμός εκείνος αγνοούσε τον ατομοκρατισμό της Αναγεννήσεως και της αστικής εποχής. Ήταν ένα συλλογικό έργο, ξένο στον ελληνικό τύπο της παιδείας.
Ο πολιτισμός της αρχαίας Ελλάδας είχε μέσα του αυτό το στοιχείο της «κοινωνικής επιταγής» σε υψηλότερο βαθμό από όσο γενικά πιστεύεται. Δεν είχαμε τότε μια «καθαρή» τέχνη, γιατί η τέχνη εκπλήρωνε ένα κοινωνικό ρόλο· υπηρετούσε τη συλλογικότητα . Ο πνευματικός πολιτισμός ήταν ταυτόχρονα έργο ενός ολόκληρου λαού και μαζί έργο αριστοκρατικό. Ο συνδυασμός αυτός της λαϊκότητας και της οργανικής ποιότητας στον πνευματικό πολιτισμό είναι χαρακτηριστικό των πρώιμων «οργανικών» εποχών.
Στην εποχή μας, που τείνει σ’ ένα μη οργανικό κολλεκτιβισμό, όλα έχουν αλλάξει. Οι μάζες επικοινωνούν με τον πολιτισμό κι η επικοινωνία αυτή είναι σωστή και αναγκαία. Γιατί ο λαός δεν πρέπει να παραμένει στο σκοταδισμό. Στο παρελθόν οι μάζες συμμετείχαν στον πνευματικό πολιτισμό με τη βοήθεια της θρησκείας, κι οι πνευματικοί τους θησαυροί ήταν σχεδόν αποκλειστικά θρησκευτικοί· ακριβώς χάρη σ’ αυτή την επικοινωνία γινόταν πραγματικότητα η επαφή των λαϊκών μαζών με την πνευματική αριστοκρατία.
Μόνο η θρησκεία είναι ικανή να πραγματοποιήσει μια παρόμοια συγχώνευση· ούτε η φιλοσοφία, ούτε η επιστήμη, ούτε η τέχνη ή η φιλολογία δε διαθέτουν αυτή την ικανότητα. Κάθε υψηλής ποιότητας πολιτισμός που δεν έχει θρησκευτική βάση χωρίζεται αναπόφευκτα από τη λαϊκή ζωή κι έτσι δημιουργείται μια απομονωμένη πνευματική αριστοκρατία που αναγνωρίζει φανερά την αχρηστία της.
Ο ανθρωπιστικός πολιτισμός δεν ήταν ποτέ δημοκρατικός. Ήταν η έκφραση των ανώτερων τάξεων που δεν είχαν πραγματικά κοινωνική θεμελίωση. Η δικαιωμένη πορεία του εκδημοκρατισμού, που εισάγει μεγάλες μάζες στον πνευματικό πολιτισμό, εκπροσωπεί μια αρνητική άποψη από το γεγονός ότι κατεβάζει το ποιοτικό επίπεδο. Πραγματικά μετά από αυτόν τον εκδημοκρατισμό οι μάζες έφτασαν σ’ ένα καλύτερο επίπεδο γνώσεως. Ανανέωσαν τις πνευματικές τους δυνάμεις και άρχισαν να ασκούν επίδραση στον πολιτισμό και να τον προσαρμόζουν στο επίπεδό τους με την ευρύτερη σημασία του όρου. Τα πολιτιστικά επιτεύγματα παραποιούνται μέσα στα κυκλώματα της κοινωνικής μετριότητας. Η πνευματική αριστοκρατία απομονώνεται όλο και περισσότερο, αδυνατεί με το πέρασμα του χρόνου και παρουσιάζει συμπτώματα αγωνίας. Οι εκπρόσωποι της διακατέχονται από την αίσθηση του θανάτου. Αυτή είναι η πνευματική παρακμή, η αποδυνάμωση των ζωτικών πηγών.
Μια μερίδα διανοουμένων αγωνίζεται να σωθεί με την προσαρμογή της στις μάζες, τα γούστα και τα αιτήματα τους και προσπαθεί να συμμορφωθεί με την «κοινωνική επιταγή»· Η ίδια όμως η ύπαρξη της πνευματικής αριστοκρατίας που είναι χωρισμένη από το λαό γίνεται όλο και πιο πολύ άχρηστη και ακατανόητη, δεν έχει πια μέλλον· η κρίση αυτή του ποιοτικού πνευματικού πολιτισμού και το τραγικό πεπρωμένο των εκπροσώπων του είναι μια κατάσταση φανερά αναπόφευκτη που θα βρει διέξοδο μόνο σε μια πνευματική επανάσταση και μια θρησκευτική αναγέννηση. Η πολιτιστική αναγέννηση είναι αδύνατη, γιατί γέρασε ο κόσμος. Χρειάζεται μια ανάσταση των θρησκευτικών δυνάμεων που θα είναι σε θέση να λύσει το πρόβλημα της σχέσεως ανάμεσα στις αριστοκρατικές και δημοκρατικές αρχές, τις κοινωνικές και προσωπικές στη σφαίρα του αληθινά πνευματικού πολιτισμού.
Ο ρωσικός κομμουνισμός και ο γερμανικός εθνικοσοσιαλισμός περικλείουν κι οι δυό μια ιδεολογική δικτατορία πάνω στο πνεύμα. Γι’ αυτό κι ο πολιτισμός, που δημιούργησαν τα δυο αυτά πολιτεύματα, εκφράζει μια «κοινωνική επιταγή» που όπως στη Ρωσία το ίδιο και στη Γερμανία πήρε φοβερές μορφές και δημιούργησε μια ατμόσφαιρα που καταπνίγει τους διανοουμένους. Έτσι πραγματοποιείται η ιδέα ενός συλλογικού πολιτισμού, πολιτισμού ενός ολόκληρου λαού, τέτοιου που οραματίζονταν οι διανοούμενοι του δέκατου ενάτου αιώνα όπως ο R . Wagner στη Γερμανία, ο V . Ιvanov κι οι συμβολιστές στη Ρωσία. Είναι κάτι σχετικό με την κατάπτωση του ατομοκρατισμού στο τέλος της Αναγεννήσεως που επεσήμανα πολλές φορές σε προηγούμενα έργα μου.
Υπάρχει καμιά αλήθεια η δικαίωση σ’ αυτή την πορεία; Τα αποτελέσματα της μπορούν να αντιπαραβληθούν με τον παλιό φιλελεύθερο ατομοκρατισμό; Νομίζω ότι πρόκειται για μια μεγάλη αλήθεια. Ο παλιός φιλελευθερισμός είναι χρεωκοπημένος και βρίσκεται στο δρόμο της παρακμής.
Είναι δίκαιο να θεωρήσουμε ότι η πολιτιστική δημιουργία πρέπει να είναι η εξυπηρέτηση ενός υπερατομικού σκοπού που ο εγωισμός της τάξεως των διανοουμένων δεν μπορεί να δικαιολογήσει. Η ιδέα της υπηρεσίας είχε σχεδόν ολοκληρωτικά εξαφανιστεί στον αιώνα της Αναγεννήσεως και στην εποχή του φιλελευθερισμού. Η ιδέα όμως της υπηρεσίας ενός υπερατομικού σκοπού δε συγκρούεται με την ελευθερία του πνεύματος, με τη δημιουργική ελευθερία. Αντίθετα η δημιουργική εξυπηρέτηση είναι μια ελεύθερη εξυπηρέτηση και δεν μπορεί να θεωρηθεί όμοια με μια πολιτική ή στρατιωτική υπηρεσία. Η δικτατορία που ασκείται πάνω στο πνεύμα καταργεί τη δημιουργική ελευθερία και ακόμα περισσότερο περιορίζει τη διανόηση σ’ ένα μισθό. Την αναγκάζει να προδώσει τα ιδεώδη της, την οδηγεί στη δουλικότητα και αξιώνει τη συμμόρφωση της με την «κοινωνική επιταγή» κάτω από την απειλή του μαστιγίου . Με μια λέξη η δικτατορία αυτή παραλύει τις συνειδήσεις. Και σ’ αυτή την τυραννία μόνη μια ηρωική αντίσταση μπορεί να ορθωθεί. Η φθορά της πνευματικής αριστοκρατίας είναι εύκολη, επειδή η ζωή της είναι ηθικά και υλικά αφόρητη. Η αριστοκρατία αυτή δεν μπορεί να προστατευθεί κοινωνικά και συχνά μεταβάλλεται σε μια μάζα ανέργων.
Η τάξη των διανοουμένων απειλείται με αφανισμό εξαιτίας της αχρηστίας της και με τον κίνδυνο τα μέλη της να μεταβληθούν σε δουλικούς υπαλλήλους του ιδεοκρατικού κράτους με τη δικτατορία του πάνω στο πνεύμα. Οι ανώτερες πολιτιστικά τάξεις ζουν από καιρό μια απομονωμένη ζωή, κλειστή και στερημένη από την ευρύτερη κοινωνική βάση και μακριά από τη ζωή του λαού. Πρόκειται για ένα χωρισμό, αλλά και για μια βαθιά ρήξη ανάμεσα στη θεωρητική και πρακτική λογική, ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη, ανάμεσα στο πνεύμα και την ύλη, ρήξη που προκάλεσε την αδυναμία και την παρακμή
Ο ανθρωπισμός ως θεμέλιο του ευρωπαϊκού πολιτισμού στάθηκε αδύναμος να αποκαταστήσει την ενότητα και να υποστηρίξει την πνευματική αριστοκρατία, όταν κορυφώθηκε η κοσμική θύελλα· δεν μπόρεσε να αντισταθεί στην πορεία της τεχνικής, στην εισβολή των μεγάλων μαζών στη ζωή κλπ… Έτσι, όπως είδαμε, ο ανθρωπισμός είναι ανίσχυρος να σώσει την αριστοκρατική αρχή του πνευματικού πολιτισμού και την προσωπική πρωτοτυπία.
Οι σκληρές δικτατορίες, που οικοδομήθηκαν πάνω στον απανθρωπισμό, κάνουν μια προσπάθεια να αποκαταστήσουν την ενότητα. Η ιδέα του οργανικού πολιτισμού και της οργανικής κοινωνικής τάξεως του δέκατου ενάτου και του εικοστού αιώνα έχουν ρομαντικό περιεχόμενο και έπαθαν ανεπανόρθωτη ζημιά κάτω από τα χτυπήματα της πανίσχυρης και αναπτυσσόμενης τεχνολογίας. Ο κόσμος φαίνεται να κινείται όχι προς μια ζωική και οργανική αλλά προς μια τεχνική και οργανωμένη ενότητα. Όμως όταν στη σύγχρονη κοσμική και κοινωνική αναταραχή εμφανιστεί το πρόβλημα του πεπρωμένου του ανθρώπου και της σωτηρίας του από τον απανθρωπισμό, ερχόμαστε αναπόφευκτα στο πρόβλημα της θρησκείας, σ’ αυτό της πνευματικής κρίσεως και στην εμφάνιση μιας νέας πνευματικότητας.
Nicolas Berdyaef, Το πεπρωμένο του ανθρώπου στο σύγχρονο κόσμο,
εκδ. Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1980, σελ. 121-143,
μτφρ. Ευτυχίας Β. Γιούλτση
Στην εικαστική πλαισίωση της σελίδας, παράσταση με την Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.
Αντίφωνο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου