Συνέχεια
από Σάββατο, 18 Φεβρουαρίου 2017
IGNACE DE LA POTTERIE, S. J.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ
ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ
ΤΟΜΟΣ 1ος
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η
ΑΛΗΘΕΙΑ
ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ
ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
5ο
ΚΕΦΑΛΑΙΟ : Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ, ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ
ΑΛΗΘΕΙΑΣ
ΙΙ. Οι πέντε
υποσχέσεις
Ε. Η ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ
ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (συνέχεια 4η)
3. Η αποκάλυψη του Πνεύματος της αληθείας (στ. 13γ-15)
γ. ἀναγγελεῖ
Η νέα αυτή μορφή με την οποία το Πνεύμα θα «ομιλήσει» περιγράφεται στην συνέχεια της υπόσχεσης με τις λέξεις (τα ερχόμενα) ἀ ν α γ γ ε λ ε ῖ ὑ μ ῖ ν (στ. 13γ,14γ, 15γ). Ας θυμηθούμε ότι στην δομή του κειμένου, το ρήμα ἀναγγελεῖ ερμηνεύει το πραγματικό νόημα του λαλήσει του Πνεύματος, και συνιστά, πέρα από το λαλήσει, την ουσιαστική ερμηνεία τής διατύπωσης ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τὴν ἀλήθειαν.
1.
Θα πρέπει επομένως να ερευνήσουμε το ακριβές νόημα του ρήματος ἀναγγέλλειν. Οι περισσότεροι σχολιαστές
δεν αποδίδουν ιδιαίτερη σημασία και το μεταφράζουν «θα ανακοινώσει», σαν να
αποτελεί περιεχόμενο της κηρυγματικής ορολογίας, ή σαν να έχει το ίδιο ακριβώς
νόημα με το απλό ρήμα ἀγγέλλειν ή τα
σύνθετα ἀπαγγέλλειν και καταγγέλλειν. Δεν πρόκειται όμως γι’
αυτό ακριβώς το νόημα.
Το πρώτο νόημα του
ἀν-αγγέλλειν είναι σαφές: «αγγέλλειν εκ νέου (ἀν), εκτελώντας μιαν αποστολή», «επανέρχεται για να αναγγείλει».
Συχνά όμως έχει ένα ευρύτερο νόημα: «αναγγέλλω ή αποκαλύπτω κάτι που μέχρι εκείνη
τη στιγμή ήταν άγνωστο ή μυστικό· εν συντομία: «ξεσκεπάζω», «αποκαλύπτω». Για
παράδειγμα στις Πράξεις 19,18: ἤρχοντο…
ἀ ν α γ γ έ λ λ ο ν τ ε ς τὰς πράξεις αὐτῶν,
που σημαίνει «αποκαλύπτοντες τα έργα τους».
Η απόχρωση αυτή
του αποκαλύπτω συναντάται κυρίως σε κείμενα θρησκευτικού περιεχομένου· σε
πολλές περιπτώσεις προστίθεται το νόημα της «διακήρυξης», όταν αυτό που
φανερώνεται, αποκαλύπτεται, έχει το νόημα επίσημης αναγγελίας, δημόσιας
ανακοίνωσης (οπότε τα δύο σκέλη του ρήματος ἀνα- και αγγέλλειν
αποκτούν πλήρες νόημα). Στην ελληνική μετάφραση της Βίβλου το ρήμα αναγγέλλειν συναντάται συχνά στον Ησαΐα
και στον Ιερεμία: τις περισσότερες φορές μπορεί να μεταφραστεί ως «αποκαλύπτω»
(π.χ. Ησ., 40,21): πρόκειται συνήθως για την αποκάλυψη και την αναγγελία εσχατολογικών
συμβάντων. Το ρήμα αυτό αναφέρεται επίσης στο βιβλίο του Δανιήλ, και γενικότερα
σε ό,τι έχει σχέση με αποκάλυψη: στις περιπτώσεις αυτές έχει αποκλειστικά το
νόημα του «φανερώνω». Το ρήμα αναγγέλλειν,
στις δύο του μορφές επανέρχεται στην Κ. Δ.· καθώς επίσης και στα κείμενα
αποκαλυπτικής εμπνεύσεως των πρώτων χριστιανικών χρόνων: σε αυτά τα κείμενα
σύνηθες νόημα του ρήματος είναι «αποκαλύπτω το κεκαλυμμένο νόημα ενός οράματος
ή ενός μυστηρίου».
2. Στο 4ο Ευαγγέλιο ο όρος
φαίνεται να έχει επίσης το νόημα της αποκαλυπτικής παράδοσης. Εκτός από τον στ.
16,13 τον συναντάμε δύο ακόμη φορές (4,25 και 16,25): είναι χαρακτηριστικό το
ότι, ακριβώς όπως και στον εν λόγω στίχο, κοντά στο ρήμα ἀναγγέλλειν βρίσκεται το ρήμα λαλεῖν με το νόημα του αποκαλυπτικού
λόγου. Στον στ. 4,25, όταν ο Ιησούς αναγγέλλει την έλευση του Πνεύματος, η
Σαμαρείτιδα απαντά: «Οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται…· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα», που συνήθως
μεταφράζεται «θα μας ανακοινώσει όλα τα πράγματα». Αλλά ο Χριστός εδώ έχει
μεσσιανική παρουσία, είναι αυτός που «αποκαλύπτει» τα θεία πράγματα· σωστότερη
απόδοση είναι «θα μας γνωρίσει τα πάντα», ή, ακόμη καλύτερα « θα μας αποκαλύψει τα πάντα».
Το δεύτερο
απόσπασμα βρίσκεται στο τέλος της δεύτερης αποχαιρετιστήριας ομιλίας, και το
συναντήσαμε προ ολίγου: «Ταῦτα ἐν παροιμίαις λελάληκα ὑμῖν· ἀλλ' ἔρχεται ὥρα ὅτε οὐκέτι ἐν παροιμίαις λαλήσω ὑμῖν,
ἀλλὰ παρρησίᾳ περὶ τοῦ πατρὸς ἀπαγγελῶ ὑμῖν»
(16,25). Η αντίθεση ανάμεσα στην
διδασκαλία με παραβολές και την καθαρή αποκάλυψη που θα ακολουθήσει,
αποδεικνύει ότι ο Ιωάννης εδώ χρησιμοποιεί το θέμα των παραβολών που προκύπτει
από την αποκαλυπτική παράδοση. Θα πρέπει επομένως να μεταφράσουμε: «Αλλά θα σας παραδώσω την πραγματική αποκάλυψη περί του Πατρός».
Για να μεταφράσουμε σωστά το ρήμα ἀναγγέλλειν
είναι απαραίτητο να λάβουμε υπ’ όψη το αποκαλυπτικό υπόβαθρο του νοήματος:
δεν υποδεικνύει μια εντελώς νέα αποκάλυψη, όπως αυτές που παραδόθηκαν σε
πολλούς προφήτες· προσδιορίζει, θα μπορούσαμε να πούμε, τον δεύτερο χρόνο της αποκάλυψης, αυτόν που αποτελεί το δεύτερο
σκέλος του παραβολικού θέματος. Όντως, η φανέρωση με την μορφή της αποκάλυψης,
παραδόθηκε σε δύο χρόνους: πρώτα παραδόθηκε ή μεταδόθηκε με έναν μυστηριώδη
τρόπο, ένα όραμα, ή μια αινιγματική παραβολή· και μόνο αργότερα ακολούθησε η ερμηνεία, η καθαυτό επεξήγηση. Το ἀναγγέλλειν υπήρξε ο όρος που
προσδιόρισε αυτήν την «ερμηνεία», αυτή την αποκάλυψη του δεύτερου χρόνου. Το
ίδιο ισχύει ασφαλώς και για το κείμενο του στ. 16,25: ο Χριστός ομίλησε ἐν παροιμίας, με λόγους αινιγματικούς
και μυστηριώδεις· το Πνεύμα στο εξής θα αναλάβει το ἀναγγέλλειν. Αυτή είναι η ορολογία της αποκαλυπτικής παράδοσης.
Επομένως το Πνεύμα δεν είναι αυτό που θα προσφέρει νέες αποκαλύψεις, οι οποίες
θα είχαν προορισμό να επεκτείνουν και να διευρύνουν τις αποκαλύψεις του Ιησού,
αλλά θα ερμηνεύσει το μυστηριακό
περιεχόμενο της αποκάλυψης του Ιησού, θα φανερώσει το πλήρες νόημα.
3. Τίποτε δεν δικαιολογεί μια
διαφορετική ερμηνεία του ἀναγγέλλειν
στο απόσπασμα 16,13-15 που εξετάζουμε. Ποια είναι όμως ακριβώς η
πραγματικότητα, ή ο μυστηριακός λόγος που το Πνεύμα έχει την αποστολή να
«φανερώσει»; Στους στίχους 14-15 το ρήμα έχει ένα νόημα απόλυτο· αλλά η
κατασκευή της πρότασης δείχνει ότι θα πρέπει να αναζητήσουμε το νόημα του στο
μέρος την πρότασης που προηγείται: ἐκ τοῦ
ἐμοῦ λήψεται. Το
Πνεύμα θα φανερώσει «αυτά που
παρέλαβε από τον Χριστό», «αυτά που ήκουσε» από αυτόν· το Πνεύμα θα μεταφέρει
κατ’ αρχήν στους μαθητές την «ερμηνεία» των λόγων
του Ιησού. Στον στ. 13 το ρήμα ἀναγγελεῖ συνοδεύεται από τα ερχόμενα: «θα σας φανερώσει τα ερχόμενα». Η χρήση του όρου
τα ερχόμενα προσδίδει ένα καθαρά εσχατολογικό χαρακτήρα σε ολόκληρο τον στίχο.
Αλλά θα επανέλθουμε σύντομα στην ακριβή σημασία αυτής της έκφρασης.
Στη βάση αυτής της
ερμηνείας του τριπλού ἀναγγελεῖ
μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο Ιωάννης χρησιμοποίησε δύο διαφορετικά ρήματα για
να προσδιορίσει τις δύο σημαντικές φάσεις της εσχατολογικής αποκάλυψης. Στην
πρώτη περίοδο τοποθετείται η οριστικοποίηση της καθαυτό αποκάλυψης, η
αποστολή του Χριστού ως Αποκαλύπτοντος: στα κείμενά μας προσδιορίζεται από το
ρήμα λαλεῖν· η αποκάλυψη αυτή του
Χριστού είναι ήδη η ἀλήθεια. Θα
ακολουθήσει όμως η εποχή της ερμηνείας,
ο χρόνος της επεξήγησης της αποκάλυψης του Ιησού: αυτή είναι η εποχή του ἀναγγέλλειν του Πνεύματος· και θα
συνεχιστεί σε όλη την διάρκεια των έσχατων χρόνων, δηλαδή ε ἰ ς τὸν αἰῶνα (14,16). Ο δε όρος λαλήσει χρησιμοποιείται επίσης σε σχέση με την μελλοντική
διδασκαλία του Πνεύματος, για να αναδείξει το γεγονός ότι το έργο του Πνεύματος
αναφέρεται εξ ολοκλήρου σε αυτό του Ιησού, του οποίου επαναλαμβάνει και
επαναφέρει μεταξύ μας τον λόγο της αληθείας. Μόνο η σύνθεση των δύο φάσεων της
αποκάλυψης, η ένωση του λαλεῖν και
του ἀναγγέλειν, της αποκαλύψεως του Ιησού και της αποκαλύψεως του Πνεύματος, συνιστά τήν πᾶσαν ἀλήθειαν· ο λόγος της αληθείας ελέχθη από τον Χριστό και θα ερμηνεύεται στο εξής από το Πνεύμα. Μόνο
το Πνεύμα μπορεί επομένως να μας εισάγει την «πλήρη αλήθεια».
4. Θα πρέπει τώρα να προσδιορίσουμε το
νόημα της έκφρασης τά ἐρχόμενα του
στ. 13. Ορισμένοι συγγραφείς υποστήριξαν ότι ο Ιησούς εδώ υπόσχεται στους
μαθητές του το χάρισμα της προφητείας· και σπεύδουν να συμπεριλάβουν σε αυτή
την υπόσχεση τις μελλοντικές αναγγελίες που περιλαμβάνονται στην Αποκάλυψη του
Ιωάννου. Είναι όμως προφανές ότι ο Ευαγγελιστής δεν έχει κατά νου το χάρισμα
της προφητείας με την στενή έννοια, δηλαδή της δυνατότητας να προλέγει κανείς
το μέλλον. Η ορολογία του στίχου το αποκλείει. Επιπλέον, πώς ο Ιωάννης θα
αναδείκνυε ξαφνικά εδώ ένα ιδιαίτερο χάρισμα το οποίο δεν αναφέρεται σε κανένα
άλλο σημείο του κειμένου; Είναι απαραίτητο να θυμηθούμε ότι η φράση τὰ ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ ὑμῖν ερμηνεύουν
το ρόλο του Πνεύματος «να οδηγήσει (τους μαθητές) στην πληρότητα της αλήθειας»:
δεν είναι δυνατόν να υποθέσουμε ότι «η γνώση της πληρότητας της αλήθειας», (που
είναι η αλήθεια του Ιησού), συνίσταται στο χάρισμα της προφητείας, το οποίο
είναι επιπλέον προνόμιο μόνο των ολίγων.
Οι Barrett και Lightfoot προτείνουν μια
διαφορετική ερμηνεία: σύμφωνα με τους λόγους του Ιησού στον Μυστικό Δείπνο τὰ ἐρχόμενα σήμαιναν τα γεγονότα που θα
ακολουθούσαν δηλαδή το πάθος, και είχαν ήδη έναν εσχατολογικό χαρακτήρα. Η
ερμηνεία αυτή μας φαίνεται εξαιρετικά περιοριστική. Ακριβώς όπως ξεχωρίζουμε,
στον Ιωάννη, ανάμεσα «στην ώρα του Ιησού»
και την «ώρα» γενικώς, θα πρέπει να ξεχωρίσουμε
επίσης τὰ ἐρχόμενα ἐπ' αὐτὸν
(=Ιησοῦν), (18,4), που αναφέρονται ασφαλώς στο πάθος του Ιησού, από την γενική
διατύπωση τὰ ἐρχόμενα.
Θα πρέπει μάλλον
να δεχτούμε ότι αυτή η έκφραση προσδιορίζει την
εσχατολογική τάξη στο σύνολό της, δηλαδή «την νέα τάξη πραγμάτων που θα
προέλθει από τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού». Αλλά για να στηρίξουμε
αυτή την ερμηνεία θα πρέπει να ανατρέξουμε στην φιλολογική της προέλευση. Σε
γενικές γραμμές αγνοείται το γεγονός ότι η έκφραση ἀναγγελεῖν τὰ ἐρχόμενα προέρχεται από την ελληνική Βίβλο. Στον
Ησαΐα τὰ ἔσχατα, καὶ τὰ ἐπερχόμενα (41,22) χρησιμεύουν στην περιγραφή των
μεγάλων γεγονότων των μεσσιανικών χρόνων. Και σε πολλές περιπτώσεις, η έκφραση
αυτή, ή κάποια παρεμφερής, σχετίζεται άμεσα με το ρήμα ἀναγγέλειν, όπως ακριβώς και στον
Ιωάννη (16,13). Στη μεγάλη κρίση κατά των εθνών ο Γιαχβέ λέει στους ψεύτικους
θεούς: «ἀναγγείλατε ἡμῖν τὰ ἐπερχόμενα ἐπ᾿
ἐσχάτου, καὶ γνωσόμεθα ὅτι θεοί ἐστε» (41,23). Μόνο ο Γιαχβέ είναι αυτός
που μπορεί να αποκαλύψει τα μελλοντικά γεγονότα, διότι αυτός είναι ο δημιουργός
τους: ὁ ποιήσας τὰ ἐπερχόμενα (45,11).
Η διατύπωση του
Ιωάννη τοποθετείται στην προέκταση αυτής της προφητείας, παρότι το νόημα της
είναι περισσότερο αποκαλυπτικό. Στον στ. 4,25, στον οποίο ομιλεί η Σαμαρείτιδα,
το ἀναγγελεῖν των μελλόντων έχει
ακόμη το αδιαφοροποίητο νόημα μιας προϋπόθεσης της έλευσης του Μεσσία. Αλλά
στους αποχαιρετιστήριους λόγους, αφού ολοκληρώσει το δικού του λαλεῖν στον κόσμο (12,50), ο Ιησούς
αναφέρεται στην λειτουργία του ἀναγγέλειν
στο μέλλον, και την αναθέτει στον Πνεύμα της αληθείας. Πώς αντιλαμβανόμαστε σ’
αυτό το πλαίσιο «τα ερχόμενα»; Το νόημα της έκφρασης δεν μπορεί να είναι πλέον
μεσσιανικό όπως στον Ησαΐα, αφού αναφέρεται στην εποχή του Πνεύματος. Το
περιεχόμενό της γίνεται εσχατολογικό: προσδιορίζει την δεύτερη φάση των έσχατων
χρόνων, αυτή που αρχίζει με την αναχώρηση του Ιησού, δηλαδή την νέα οικονομία
της σωτηρίας, που εγκαινιάζεται με τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού και
την δωρεά του Πνεύματος· με μια λέξη τους χρόνους της Εκκλησίας.
5. Ένα τελευταίο σημείο μένει να
διευκρινιστεί: η αλλαγή του αντικειμένου τού ρήματος ἀναγγέλειν περνώντας από τον στ.13 στους στ.14-15· στον πρώτο απ’
αυτούς τους στίχους το Πνεύμα θα φανερώσει «τα ερχόμενα»· στους δύο επόμενους,
ο Ιησούς λέγει ότι το Πνεύμα θα αποκαλύψει «αυτό που έλαβε από εκείνον».
Πρόκειται για δύο διαφορετικά αντικείμενα: στην πρώτη περίπτωση πρόκειται για
την ερμηνεία των έσχατων χρόνων· στην
δεύτερη αφορά μάλλον την ερμηνεία του
μυστηρίου του Ιησού. Γιατί αυτή η
διαφοροποίηση; Και αν υπάρχει κάποια ομοιότητα ανάμεσα στα δύο αντικείμενα του
ρήματος σε τι συνίσταται;
Όπως παρατηρήσαμε
ήδη κατά την ανάλυση της δομής του αποσπάσματος, ο παραλληλισμός των τριών
στίχων μοιάζει να υποδεικνύει ότι η σχέση ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο αντικείμενα
είναι ιδιαίτερα στενή. Τὰ ἐρχόμενα στον
στ. 13 υποδεικνύουν ρητά τους έσχατους χρόνους: το Πνεύμα θα φανερώσει στους
μαθητές σε τί συνίσταται η νέα οικονομία της σωτηρίας. Αλλά αυτό το τελευταίο
μέλος του στίχου συνδέεται οργανικά με τα λόγια που προηγούνται, ὅσα ἂν ἀκούσει λαλήσει·
και τούτα με τη σειρά τους είναι παράλληλα με την διατύπωση ἐκ τοῦ ἐμοῦ λήψεται που αποτελεί
αντικείμενο του ἀναγγελεῖ στους δύο
ακόλουθους στίχους. Τούτο σημαίνει ότι η
κατανόηση των έσχατων χρόνων, την οποία το Πνεύμα θα παραδώσει στους
πιστούς, θα προέλθει από αυτά που το Πνεύμα θα «ακούσει» και θα «λάβει» από τον
Ιησού· δηλαδή η κατανόηση της χριστιανικής οικονομίας, το βλέμμα της πίστεως
απέναντι στην πραγματικότητα της σωτηρίας που θα δωρίσει το Πνεύμα στους
μαθητές του Ιησού, θα αποτελεί την ερμηνεία των
όσων προέρχονται από τον ίδιο τον Ιησού· το Πνεύμα θα διδάξει στους μαθητές
την διάκριση στους μέλλοντες χρόνους.
Υπό το φως της αποκαλύψεως του Ιησού.
Στους στ. 14-15 το
αντικείμενο του ἀναγγελεῖ είναι
διαφορετικό: εδώ πρόκειται γι΄αυτό που το Πνεύμα θα λάβει άμεσα από τον Ιησού (ἐκ τοῦ ἐμοῦ λήψεται). Οι φράση αυτή
αντιστοιχεί στο ὅσα ἀκούσει του
προηγούμενου στίχου. Αλλά στον στ. 13, η σχέση με τον Ιησού, η γνώση που
λαμβάνει το Πνεύμα, σχετίζεται άμεσα με τον ρόλο του «της ερμηνείας των μελλόντων».
Αντίθετα, στους στ. 14-15 δεν διακρίνουμε καμιά προβολή στους έσχατους χρόνους:
το κείμενο αναφέρεται σε μια άμεση σχέση του Πνεύματος με τον Χριστό: «ἐκεῖνος ἐμὲ δοξάσει, ὅτι ἐκ τοῦ ἐμοῦ λήψεται». Θα αναλύσουμε αυτή την διατύπωση στην επόμενη
παράγραφο. Αλλά μπορούμε ήδη να παρατηρήσουμε το είδος της κίνησης που
διαγράφεται σε αυτή την μακροσκελή πρόταση: πρόκειται για μια κίνηση ανοδική. Στον πρώτο από τους τρείς
στίχους, άμεσο αντικείμενο του ἀναγγελεῖ
του Πνεύματος είναι μια πραγματικότητα γήινη,
«οριζόντια», δηλαδή οι έσχατοι χρόνοι που θα ξεκινήσουν με την ανάσταση του
Ιησού. Η πηγή όμως αυτού του ἀναγγελεῖ
του Πνεύματος είχε ήδη υποδειχθεί στην αρχή της πρότασης: «θα λαλήσει όσα
ακούσει». Εδώ όμως προδιαγράφεται επίσης
μια διάσταση «κάθετη», ή υπερβατική, η
διάσταση της σχέσης ανάμεσα στο Πνεύμα, που ενεργεί εδώ-κάτω, μέσα στην
Εκκλησία, και τον Χριστό που βρίσκεται στην
δόξα του. Αυτή η διάσταση είναι η μόνη που διατηρείται στους δύο επομένους
στίχους (14-15). Και ενισχύεται, ή μάλλον διευρύνεται: αφού αναγγείλει, στον
στ. 14 ότι το Πνεύμα θα τον δοξάσει αποκαλύπτοντας στους μαθητές αυτό που έλαβε
από αυτόν, ο Ιησούς προσθέτει στον στ. 15 ποιο είναι αυτό το «αγαθό» που θα
λάβει το Πνεύμα: πρόκειται για όλα όσα ο ίδιος ο Ιησούς και ο Πατέρας έχουν από
κοινού.
Πρόκειται λοιπόν
γι’ αυτό ακριβώς που είπαμε στην αρχή: η δομή του αποσπάσματος είναι καθαρά τριαδική· το Πνεύμα αποκαλύπτει στους μαθητές αυτά που άκουσε, αυτά που δέχτηκε
από τον Ιησού· αυτά όμως είναι ομοίως
όσα έχει και ο Πατήρ.
Βλέπουμε τώρα καθαρά την οργανική σχέση που συνδέει τα δύο αντικείμενα
του ἀναγγέλειν του Πνεύματος: αφ’
ενός τὰ ἐρχόμενα και αφ’ ετέρου ἐκ τοῦ ἐμοῦ. Το πρώτο αντικείμενο
τοποθετείται στην οριζόντια γραμμή της
Εκκλησίας· το δεύτερο στην κάθετη
γραμμή των σχέσεων των πιστών με τα θεία Πρόσωπα. Δεν πρόκειται όμως για
δύο εντελώς διαφορετικά αντικείμενα, δύο πραγματικότητες ανεξάρτητες, ξένες
μεταξύ τους: αντίθετα, το ἀναγγέλειν
του Πνεύματος αποβλέπει ακριβώς στο να αποκαλύψει στους μαθητές την στενή σχέση που συνδέει αυτές τις δύο
πραγματικότητες, να καταδείξει την πανταχού παρούσα «στους μέλλοντες χρόνους»
υπερβατική σχέση του Υιού με τον Πατέρα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, και με αυτό
το νόημα, το ἀναγγέλειν των έσχατων
χρόνων από το Πνεύμα μπορεί να έχει τον χαρακτήρα της «αποκάλυψης»: διότι
προβάλλει διαρκώς στους χρόνους της Εκκλησίας το φως του μυστηρίου του Ιησού.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου