Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2019

HANS URS VON BALTHASAR--ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEO-LOGIK) (44)

Συνέχεια από Τρίτη, 29 Οκτωβρίου 2019
                                  
                                 HANS URS VON BALTHASAR
                                     ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ  (THEOLOGIK)
                                                 Τρίτος Τόμος
             ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ  (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
                                             Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
ΙV. O ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ
2. ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
β) Ελευθερία


Καί ο νοών νοήτω.
Το οικονομικό όνομα τού Πνεύματος ως Ελευθερία και Απελευθερωτής, που προέβαλε κυρίως ο Αυγουστίνος, ριζώνει, όπως δείξαμε, στη Γραφή: «Το Πνεύμα πνέει όπου θέλει», ακαθόριστο, και: «Όπου υπάρχει το Πνεύμα, εκεί υπάρχει και η ελευθερία». Χωρίς να ανήκη ωστόσο πάλι αποκλειστικά στο Πνεύμα αυτός ο χαρακτηρισμός, καθώς η Δημιουργία είναι μια ελεύθερη πράξη τού Πατρός, και η Λύτρωση μια ελεύθερη πράξη τού Υιού («κανείς δεν μου αρπάζει την ζωή, την παραδίδω εκούσια», Ιωάν. 10, 18). ((Γράφει ο άγιος Ιωάννης: «…δια τούτο ο πατήρ με αγαπά, ότι εγώ τίθημι την ψυχήν μου, ίνα πάλιν λάβω αυτήν. ουδείς αίρει αυτήν απ’ εμού, αλλ’ εγώ τίθημι αυτήν απ’ εμαυτού· εξουσίαν έχω θείναι αυτήν, και εξουσίαν έχω πάλιν λαβείν αυτήν· ταύτην την εντολήν έλαβον παρά τού πατρός μου…» - «Ωραίο» που είναι το Ευαγγέλιο, ο Λόγος τού Χριστού! Και πόσο «άσχημη» η απομόνωση φράσεων προς εξυπηρέτηση των αιρετικών λογισμών μας… )) · παρ’ όλ’ αυτά εμφανίζεται ο Ιησούς ως Αυτός που προπαντός υπακούει μέχρι θανάτου στον Πατέρα, ενώ δεν αναφέρεται πουθενά ότι το Πνεύμα εγκαταλείπει την ελευθερία του. Το ότι «δεν θα μιλήση απ’ τον εαυτό του, αλλά θα πάρη απ’ τα δικά μου και θα σας τα αναγγείλη» (Ιωάν. 16, 13 κ.ε.), αυτό φανερώνει μεν την εγκατοικούσα σ’ αυτό (στο Πνεύμα) προέλευση απ’ τον Υιό, άρα και απ’ τον Πατέρα (Ιωάν. 16, 13 κ.ε.) ((Η πλήρης παράγραφος έχει ως εξής: «Έτι πολλά έχω λέγειν υμίν, αλλ’ ου δύνασθε βαστάζειν άρτι. όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα τής αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν. ου γαρ λαλήσει αφ’ εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση λαλήσει, και τα ερχόμενα αναγγελεί υμίν. εκείνος εμέ δοξάσει, ότι εκ του εμού λήψεται και αναγγελεί υμίν. μικρόν και ου θεωρείτε με, και πάλιν μικρόν και όψεσθέ με, ότι εγώ υπάγω προς τον πατέρα» … Δεν φανερώνεται καμμιά «προέλευση», τί κρίμα… )) , όμως ο τρόπος που αναγγέλλει και εξηγεί τούς «κρυμμένους» στον Χριστό «θησαυρούς σοφίας και κρίσεως» (Κολ. 2, 39) διατρέχει με τέτοιαν υπεροχή την παγκόσμια ιστορία, ώστε αυτός ο τρόπος να μη μπορή να περιοριστή σε οποιονδήποτε νόμο και σε οποιαδήποτε πρόγνωση (Prognose) ((Έτσι μπορούμε άλλωστε να πούμε και ό,τι θέλουμε, ό,τι κατεβάσει η κούτρα μας… )) . Κι αυτό παραπέμπει στο ότι πρέπει να αναζητηθή μια ενδοτριαδική αρχή γι’ αυτήν την ελευθερία τού Πνεύματος ((‘Εισέρχονται’ και μέσα στην άρρητη και απερινόητη Αγία Τριάδα, αυτοί οι «κοσμοκράτορες»… )) : μιαν ελευθερία που ξεχωρίζει άλλη μια φορά απ’ την ελευθερία τού Πατρός και εκείνην τού Υιού, που είναι ασφαλώς (( κι αυτές… )) πλήρεις και τέλειες ως θεϊκές.
Το ότι η γέννηση τού Υιού απ’ τον Πατέρα δεν είναι ‘αυθαίρετη’, κατά τη θέληση ή την επιθυμία του, αυτό είναι αυτονόητο. «Δεν είναι ωστόσο η αναγκαιότητα στον Θεό μια προϋπάρχουσα απ’ την πνευματικότητα και ‘προσωπικότητά’ του, τυφλή, φυσική αναγκαιότητα. H αναγκαιότητα τού Θεού εκφράζει την πνευματική του ύπαρξη, και είναι μια αναγκαιότητα για την οποία δεν έχουμε να επιδείξουμε εμείς τα δημιουργήματα κανέναν παραλληλισμό και για την οποία μπορούμε να πούμε μόνο πως υπερβαίνει κάθε κτιστή ελευθερία και αναγκαιότητα» (Adrienne von Speyr, Die Welt des Gebetes – Ο κόσμος τής προσευχής, 1.c. 50). Και καθώς ο Υιός, ο οποίος γεννάται (‘αφήνει’ να γεννηθή – zeugen lässt), όπως δείξαμε παραπάνω, από αιώνος απ’ τον Πατέρα και διατίθεται ελεύθερα στους σκοπούς τού Πατρός, απευθύνει μ’ αυτόν τον τρόπο μια μορφή ετοιμότητας και υπάκουης ελευθερίας στον Πατέρα, ώστε να εκπληρώση τις επιθυμίες του, που υπολογίζουν κι αυτές στη συνέργεια του Υιού, η συνάντηση των δύο γίνεται εκπόρευση – όπως περιγράψαμε - του Πνεύματος ως ενότητας δύο αλληλο-περιχωρουμένων ‘συμφωνιών’. (Μπορεί να μιλήση κανείς εδώ για δύο πνεύμονες - duo spiratores και μιαν αναπνοή - una spiratio). ((Αν τα γνωρίζαμε αυτά όταν για πρώτη φορά ακούγαμε εδώ στον τόπο μας τα περί δύο πνευμόνων στην Εκκλησία και απλώς δυσανασχετούσαμε, θα γνωρίζαμε ότι δεν επρόκειτο περί «ιδίας εμπνεύσεως» αλλά περί ακριβούς αντιγραφής απ’ τους Λατίνους ακαδημαϊκούς ‘θεολόγους’…)) . Κι αυτό, όχι ως αποτέλεσμα βέβαια ενός λογικού συμβιβασμού, αλλά εκείνης τής «εκπλήξεως», στην οποίαν η αγάπη αποδεικνύεται μεγαλύτερη και γονιμώτερη απ’ οποιαδήποτε πρόβλεψη, έστω και ως η πιο ανιδιοτελής (στην αμοιβαία αυτο-εγκατάλειψη). Γι’ αυτό και το απαιτούμενο απ’ τον Richard de St. Victorcondilectus” («συν-αγαπώμενο Πνεύμα») για την ανιδιοτέλεια της αγάπης, δεν μπορεί να αποτιμηθή ως ένας Τρίτος, έξω και εκτός τής αμοιβαίας αγάπης τών δύο αγαπωμένων, αλλ’ ως κάποιος που πηγάζει απ’ την εσωτερική «λογική» τής ίδιας της ανιδιοτελούς αγάπης.
Γι’ αυτό λοιπόν, ως προκύπτουσα πεμπτουσία τής θεϊκής αγάπης, η οποία παρουσιάζει ως τελευταίο καρπό της τό αποτέλεσμα μιας ‘αναγκαίας’ θελήσεως του Πατρός και μιας αποτελούμενης από θεϊκή ‘αναγκαιότητα’ και ταυτόχρονα ελευθερία θελήσεως του Υιού, δεν μπορεί να αναφερθή πλέον καμμιά ‘αναγκαιότητα’, αλλά μόνο μια ελευθερία τής αγάπης, η οποία οφείλεται μεν στον Πατέρα και τον Υιό και διατίθεται άρα στο σχέδιό τους, που βασίζεται σ’ αυτήν, μόνον όμως ως η ελεύθερη και ελευθερωμένη αγάπη, στην οποίαν και παραχωρείται, σε μια νέα και τρόπον τινά γνήσια σύνθεση, η επιλογή τών τρόπων με τους οποίους θα πραγματοποιηθούν οι σκοποί τού Θεού, μέσα στην ευρύτητα της θεϊκής εφευρετικότητας. (( Όλα είναι πλέον ‘ανοιχτά’, ακόμα και η κατασκευή ενός ‘νέου Θεού’ εκ μέρους τών ‘χριστιανών’, του οποίου δεν θα μπορούμε, ίσως και δεν θα επιτρέπεται, να αμφισβητήσουμε πια την «εφευρετικότητα»… )) Το Πνεύμα πνέει όπου θέλει, ακόμα κι αν δεν θέλη και δεν μπορή να πνέη πουθενά αλλού παρά μόνο μέσα στο απέραντο και ατελεύτητο ‘εύρος’ τού Θεού. «Ριζώνει» έτσι ήδη «αυτή η ελευθερία τού Πνεύματος» στη θέση που έχει το Πνεύμα ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό· και υπάρχει αυτή η «ελευθερία» εντός τής Θεότητας, πριν και χωρίς να προϋποθέτη τη Δημιουργία (Αdrienne von Speyr). Το Πνεύμα «μπορεί να επινοήση ελεύθερα, τί μπορεί να κάνη κάθε φορά για την αγάπη Πατρός και Υιού» (ό.π.). Δεν πρέπει βέβαια να ‘ανακατέψουμε’ εδώ κάποια χρονική στιγμή στις θεϊκές ‘εξόδους’, αλλά η τάξη (taxis) τών ‘εξόδων’, που είναι ουσιαστική για τη θεϊκή ελευθερία, δεν καταργείται· γι’ αυτό και μπορούμε να πούμε, ότι η εμπειρία τού Πατρός εκπληρώνεται στον Υιό και η προσδοκία αμφοτέρων υπερ-εκπληρώνεται τρόπον τινά στο Πνεύμα· δεν υπάρχει κανένα ‘γίγνεσθαι’ εδώ, υπάρχει ωστόσο μια ‘νομιμότητα’ της αιώνιας αγάπης: αποτελεί «ανυπέρβλητη προσδοκία, που υπερβαίνεται συνεχώς εκπληρούμενη»· η φύση τού Θεού είναι το «όλο και περισσότερο» (ό.π.), που αναφέρεται ίσως ήδη στον Πλάτωνα, όταν τοποθετή το Αγαθό πάνω απ’ όλα τα όντα (Πολιτεία VI 509), αντανακλάται όμως σίγουρα και σαφώς στον (άγιο) Γρηγόριο Νύσσης («Ο Θεός δεν είναι μόνον “επέκεινα” από κάθε επινόηση και πόθο, αλλά και “επέκεινα του Επέκεινα”: υπερ-επέκεινα»). Ισχύς αυτής τής ελευθερίας καθίσταται το Πνεύμα ως η εσώτατη αγάπη Πατρός και Υιού, τους οποίους ταυτόχρονα ‘μαρτυρά’, κάτι που θα το επεξεργαστούμε στη συνέχεια. Όντας όμως ένας ελεύθερος ακριβώς ‘μάρτυρας’, χωρίς να είναι αλυσοδεμένος σε μιαν προαποφασισμένη αλήθεια που να τον δεσμεύη, αλλά πιστοποιώντας μάλλον αυτήν την αλήθεια, που του ‘παραχωρεί’ την άπειρη εξήγησή της. Μιαν ‘εξήγηση’ που δεν ξεκινά ωστόσο με το «Τετέλεσται» στον Σταυρό και την «παράδοση του Πνεύματος» του Ιησού, αλλά πρέπει να προσδιορίζεται ήδη ενδοτριαδικά ως ο τόπος εκείνος, όπου επισφραγίζεται τελικά το θεϊκό σχέδιο του Κόσμου, καθιστάμενο στο Πνεύμα σχέδιο της ανώτατης δυνατής περιγραφής τής τριαδικής αγάπης και φτάνοντας ταυτόχρονα στην ωριμότητα της πραγματοποίησής του: γίνεται εδώ σαφές, ότι θα καταστή το Πνεύμα, ως η αγαπητική θέληση στον Θεό, παντού αυτός που επίκαιρα ενεργεί (απέναντι μάλιστα στον Υιό, που αφήνει να συμβαίνουν τα γεγονότα και τα ακολουθεί), κάτι που θα μπορέση να το βιώση κανείς άμεσα στην έμπνευση της Γραφής, στα μυστήρια, στα εκκλησιαστικά αξιώματα και στην παράδοση.
Όπως έχουμε δείξει επαρκώς, το Πνεύμα είναι που πραγματοποιεί (ο ‘Πραγματοποιητής’) ήδη το έργο τής Ενανθρωπήσεως του Υιού, απ’ τη χρονική στιγμή άρα, όπου τα θεϊκά πρόσωπα (Personen) αρχίζουν να διαφοροποιούνται για εμάς (Λουκ. 1, 26-38) (( Γράφει ο ευαγγελιστής Λουκάς: «Εν δε τω μηνί τώ έκτω απεστάλη ο άγγελος Γαβριήλ υπό τού Θεού εις πόλιν τής Γαλιλαίας, ή όνομα Ναζαρέτ, προς παρθένον μεμνηστευμένην ανδρί, ώ όνομα Ιωσήφ, εξ οίκου Δαυḯδ, και το όνομα της παρθένου Μαριάμ. και εισελθών ο άγγελος προς αυτήν είπε· χαίρε, κεχαριτωμένη· ο Κύριος μετά σού· ευλογημένη συ εν γυναιξίν. η δε ιδούσα διεταράχθη επί τώ λόγω αυτού, και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος. και είπεν ο άγγελος αυτή· μη φοβού, Μαριάμ· εύρες γαρ χάριν παρά τώ Θεώ. και ιδού συλλήψη εν γαστρί και τέξη υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Ιησούν. ούτος έσται μέγας και υιός υψίστου κληθήσεται, και δώσει αυτώ Κύριος ο Θεός τον θρόνον Δαυḯδ τού πατρός αυτού, και βασιλεύσει εις τον οίκον Ιακώβ εις τους αιώνας, και της βασιλείας αυτού ουκ έσται τέλος. είπε δε Μαριάμ προς τον άγγελον· πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω; και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτή· Πνεύμα άγιον επελεύσεται επί σέ και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι· διο και το γεννώμενον άγιον κληθήσετα υιός Θεού. και ιδού Ελισάβετ η συγγενής σου και αυτή συνειληφυḯα υιόν εν γήρει αυτής, και ούτος μην έκτος εστίν αυτή τή καλουμένη στείρα· ότι ουκ αδυνατήσει παρά τώ Θεώ παν ρήμα. είπε δε Μαριάμ· ιδού η δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου. και απήλθεν απ’ αυτής ο άγγελος» )) , κατά τον Ευαγγελισμό (τής Θεοτόκου), όπου κομίζει το Πνεύμα το σπέρμα τού Θεού (sperma Theou – του Πατρός) στον κόλπο τής Παρθένου , ενώ ο μεν Πατήρ παραδίδει αυτό το έργο στο Πνεύμα, ο δε Υιός ‘δέχεται’ (‘αφήνεται’) να ενσαρκωθή. Το Πνεύμα είναι που συνοδεύει όλο το έργο τής Ενανθρωπήσεως του Υιού έτσι, ώστε να μπορή ο Υιός, τόσο εν τω Πνεύματι, που τον εμψυχώνει, όσο και δια του Πνεύματος, που του μεταφέρει το θέλημα του Πατρός, να είναι ως άνθρωπος (κατά την ανθρωπότητά του) ο Λόγος τής αγάπης τού Πατρός· μπορούμε να καταλάβουμε αυτά τα λόγια (όσα ελέχθησαν και όσα επράχθησαν) μόνον αν τα αποδεχθούμε ως «Πνεύμα και ζωή», γιατί «είναι το Πνεύμα που ζωοποιεί (κατά τη θεϊκήν έννοια), ενώ η σάρκα δεν ωφελεί σε τίποτα» (Ιωάν. 6, 63) (( Γράφει πάλι ο Ιωάννης: «Πολλοί ουν ακούσαντες εκ των μαθητών αυτού είπον· σκληρός εστιν ούτος ο λόγος («ο τρώγων μου τη σάρκα και πίνων μου το αίμα εν εμοί μένει, καγώ εν αυτώ») · τίς δύναται αυτού ακούειν; ειδώς δε ο Ιησούς εν εαυτώ ότι γογγύζουσι περί τούτου οι μαθηταί αυτού, είπεν αυτοίς· τούτο υμάς σκανδαλίζει; εάν ούν θεωρήτε τον υιόν τού ανθρώπου αναβαίνοντα όπου ήν το πρότερον; το πνεύμα εστι το ζωοποιούν, η σαρξ ουκ ωφελεί ουδέν· τα ρήματα ά εγώ λαλώ υμίν, πνεύμά εστι και ζωή εστιν …» )) , ούτε καν απλώς και μόνον η σάρκα και το αίμα τού Ιησού, παρά μόνον όταν μπορούν να γίνουν, δοξασμένα από το Πνεύμα, αληθινή τροφή και αληθινό ποτό, αφού έχει γίνει ο αναστημένος Χριστός «πνεύμα ζωοποιούν» (Α’ Κορ. 15, 45) (( Γράφει ο απόστολος Παύλος: «…έστι σώμα ψυχικόν, και έστι σώμα πνευματικόν. ούτω και γέγραπται· εγένετο ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ εις ψυχήν ζώσαν · ο έσχατος Αδάμ εις πνεύμα ζωοποιούν. αλλ’ ου πρώτον το πνευματικόν, αλλά το ψυχικόν, έπειτα το πνευματικόν. ο πρώτος άνθρωπος εκ γης χοϊκός, ο δεύτερος άνθρωπος ο Κύριος εξ ουρανού. οίος ο χοϊκός, τοιούτοι και οι χοϊκοί, και οίος ο επουράνιος, τοιούτοι και οι επουράνιοι· και καθώς εφορέσαμεν την εικόνα τού χοϊκού, φορέσομεν και την εικόνα τού επουρανίου…» )) . Ο Ωριγένης διέκρινε καλώς την ποιότητα τού εμπνεομένου Λόγου στην Παλαιά Διαθήκη από εκείνην τού ενσαρκωθέντος στην Καινή: ενώ στον πρώτο υπερίσχυε, παρ’ όλην την έμπνευση, το γράμμα, στον δεύτερο υπερισχύει, επειδή πρόκειται για την ενσαρκωμένη αγάπη, το πνεύμα (( Δεν διακρίνεται, όπως έχουμε ξαναπή, το πνεύμα τού Θεού – «ο Θεός πνεύμά εστι» - απ’ το Άγιο Πνεύμα, την τρίτη υπόσταση της Αγίας Τριάδος… )) . Σκοπός αυτής τής ζωής είναι να μπορέσουμε να προσευχηθούμε στον Πατέρα «εν πνεύματι και αληθεία» (Ιωάν. 4, 24) (( Λέει ο Ιωάννης: «…αλλ’ έρχεται ώρα, και νύν εστιν, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία· και γαρ ο πατήρ τοιούτους ζητεί τούς προσκυνούντας αυτόν. πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας αυτόν εν πνεύματι και αληθεία δει προσκυνείν…» )) , και η πραγματοποίηση αυτού τού σκοπού μέσα στην εκκλησιαστική και παγκόσμια ιστορία θα επιτευχθή στην αδιαχώριστη ενότητα του δοξασμένου μέσω τού Πνεύματος Χριστού και του ίδιου του Πνεύματος, όπου πρέπει συνεχώς να επαναλαμβάνουμε, ότι το Πνεύμα δεν θα επιχειρή φανταστικές παραλλαγές για ένα περιορισμένο οπωσδήποτε και καθορισμένο κείμενο- Γραφή, αλλά θα φωτίζη τούς «κρυμμένους θησαυρούς» (Κολ. 2, 3) στην ‘πνευματοποιημένη’ ήδη σαρκική μορφή τού Λόγου. ((Γράφει ο απόστολος Παύλος στους Κολασσαείς: «Θέλω γαρ υμάς ειδέναι ηλίκον αγώνα έχω περί υμών και των εν Λαοδικεία και όσοι ουχ εωράκασι το πρόσωπόν μου εν σαρκί, ίνα παρακληθώσιν αι καρδίαι αυτών, συμβιβασθέντων εν αγάπη και εις πάντα πλούτον τής πληροφορίας τής συνέσεως, εις επίγνωσιν του μυστηρίου τού Θεού και πατρός και του Χριστού, εν ώ εισι πάντες οι θησαυροί τής σοφίας και της γνώσεως απόκρυφοι. Τούτο δε λέγω ίνα μή τις υμάς παραλογίζηται εν πιθανολογία· ει γαρ και τη σαρκί άπειμι, αλλά τώ πνεύματι συν υμίν ειμι, χαίρων και βλέπων υμών την τάξιν και το στερέωμα της εις Χριστόν πίστεως υμών». – Μπροστά στην επιδίωξη να προβάλλουν το Πνεύμα ως τον μόνον σήμερα αληθινό Θεό (!) και την εποχή μας ως «εποχή τού Αγίου Πνεύματος», για να εξυπηρετήσουν τα σχέδια μιας παγκοσμιοποιημένης θρησκευτικής ενότητας υπό τον Πάπα, ‘ψαρεύουν δεξιά κι αριστερά’ φράσεις, σταυρώνοντας άλλη μια φορά τον λόγο τού Χριστού, το Ευαγγέλιο, τον ίδιον τον Λόγο… )) .
( συνεχίζεται )

ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ ΠΡΟΞΕΝΗΣΕ ΣΟΒΑΡΕΣ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΕΣ ΣΤΗΝ ΝΟΗΜΟΣΥΝΗ ΑΝΤΙΚΑΘΙΣΤΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΜΕ ΜΙΑ ΥΠΕΡΛΟΓΙΚΗ ΘΕΛΗΣΗ ΓΙΑ ΔΥΝΑΜΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: