Πέμπτη 20 Μαρτίου 2025

π.Νικόλαος Λουδοβίκος - Κατά Ιωάννην 17 (" ἵνα ὦσιν ἓν ") γ

 

π.Νικόλαος Λουδοβίκος - Κατά Ιωάννην 17 (" να σιν ν ") γ

https://www.youtube.com/watch?v=jhxl56M7rOo&t=3536s

44:50

Φανταστείτε λίγο ένα κόσμο όπου ο ένας να ήτανε η χαρά του άλλου, να τον αναπαύσει όσο γίνεται περισσότερο. Να μπει στη θέση του. Φανταστείτε ένα τέτοιο κόσμο, θα ήταν ένας παράδεισος ο κόσμος αυτός. Ένας παράδεισος που δε θε είχαμε εμφράγματα, δε θα είχαμε εγκεφαλικά, δε θα είχαμε ζάχαρα. Να η αιώνια ζωή, καταλάβατε; Όμως, και να το ξεκινήσω εγώ αυτό μόνος, εγώ ο ίδιος θα γλιτώσω από πολλά. Το λέω ξανά, γίνεται ο άνθρωπος άτρωτος σιγά σιγά, αισθάνεται ότι δεν, δεν δεν μπορεί να τον πειράξει ο άλλος. Είναι απίστευτο αυτό το πράγμα. Αν χαριστεί αυτή η χαρά σε κάποιον άνθρωπο, αν χαριστεί αυτό το βίωμα, για κάποιο λόγο δεν φοβάται καθόλου. Λοιπόν, να σας πω πάλι κάτι προσωπικό, αν και δεν πρέπει. Τελευταία βρέθηκα σε ένα συνέδριο, απ’ τα πολλά συνέδρια. Εγώ συνέδρια κάνω, αυτό κάνω συνέχεια γέροντα. Από το ένα συνέδριο στο άλλο. Θα σας πω μόνο κάτι που μου συνέβη προσωπικά, για να καταλάβετε τι σημαίνει να αισθάνεται κάποιος άτρωτος και να είναι άτρωτος. Έξω από το πανεπιστήμιο που γινόταν, ένα απ’ τα πανεπιστήμια τα ελληνικά, ήταν μια συγκέντρωση αναρχικών. Αναρχικών όμως, καλών αναρχικών, με, μύριζε και στον αέρα ουσίες, βροντούσαν τα, υπήρχαν άνθρωποι σε ποικίλες καταστάσεις, μουσικές ειδικές και άγριες, φοβερή κατάσταση. Σταματάω το αυτοκίνητο. Ήταν μια απόσταση 200/300 μέτρα που έπρεπε να περάσω μόνο ανάμεσα τους, για να πάω εκεί που γινόταν το συνέδριο. Λέω αδύνατο να περάσω. Η πρώτη σκέψη ήταν σήκω φύγε. Και μετά σταμάτησα και κοίταξα τα παιδιά αυτά ένα ένα. Και είπα ένα λόγο προσευχής. Δε θέλω να σας πω τι είπα. Και ξαφνικά τα παιδιά αυτά ήταν όλοι φίλοι. Και ξαφνικά τα παιδιά αυτά ήταν όλα ακίνδυνα. Σηκώνομαι και περπατάω ανάμεσα τους, και τους κοίταγα στα μάτια, ένα ένα. Και με κοιτάνε και αυτοί στα μάτια και ήμασταν φίλοι. Δεν μπορώ να σας το εξηγήσω αυτό πως έγινε, αλλά έγινε. Δεν ήθελα να φύγω από εκεί, δεν ήθελα να πάω στο συνέδριο. Τελικά όταν πήγα με τα πολλά μέσα, και πήγα στο πορτάκι, ήταν ένα σιδερόφρακτο, και βγήκε ένας φύλακας και μου λέει: ρε πάτερ, πως πέρασες;! Του λέω, πες μου ότι είναι κλειστή η πόρτα, και θέλω να ξαναπάω πίσω. Πάτερ δεν είσαι στα καλά σου, έλα να σε μπάσω μέσα γρήγορα, διότι θα σε φάνε αυτοί. Λοιπόν, εγώ είχα την αίσθηση ότι περνούσα μέσα από αγγέλους, ε. μετά μπήκα μέσα και με εγκατέλειψε η αίσθηση αυτή, ήρθε η φιλαυτία, και λέω, πως το έκανα αυτό; Αλλά όταν το έκανα, δεν ήθελα να φύγω από εκεί. Δεν ήταν κανένας εχθρός, δεν υπήρχε εχθρός. Αλλά και ο τρόπος που εγώ κοίταγα, δεν είχε εχθρότητα πιστέψτε καμία. Λοιπόν, από κάτι τέτοια απλά καταλαβαίνει κανείς, πως ήταν οι Μαθητές, πως ήταν οι Απόστολοι. Πως πήγαν οι Απόστολοι στα θηρία. Να τους φάνε, και ο Πέτρος και ο Παύλος, και το έκαναν συνέχεια αυτοί, και είχαν εμπειρίες συνεχούς, και δεν γινόταν τίποτα κακό, και δεν γινόταν τίποτα. Και βέβαια μπορεί ο Θεός να επέτρεπε στο τέλος να πεθάνουν με ένα μαρτύριο, και λοιπά, αλλά προηγουμένως είχαν μεταστρέψει κόσμους ολόκληρους, ε. πως γινόταν αυτή η μεταστροφή; Είχαν χάρη Θεού ζωντανή. Δεν ξέρουμε πως είναι η χάρις. Σας είπα, και εγώ όταν έφτασα πίσω, λέω ιιιι, πως το ‘κανα αυτό το πράγμα;! Πως έγινε αυτό έτσι; Ένα λόγο προσευχής είπα, τίποτ’ άλλο…Το μυστικό είναι να βάλεις τον εαυτό σου κάτω από αυτούς. Αν δεν βάλεις τον εαυτό σου κάτω από αυτούς δεν έρχεται τίποτα. Και αυτό είναι βέβαια μια τέχνη. Αν τους κοιτάς στα μάτια και λες ποιος είναι αυτός, ποιοι είναι αυτοί, τελείωσε, θα σε φάνε. Όλη η μάχη με τους ανθρώπους γίνεται στο βλέμμα, έτσι δεν είναι. Κάποιος από το ακροατήριο: η ένεργεια της καρδιάς που έρχεται στο μάτι…Ακριβώς. Ο πατήρ Πορφύριος μιλούσε για τον θρουν. Ο θρους της καρδίας, στην Π.Δ., ο θρους είναι το θρόισμα. Προσεύχου με αγάπη για ένα άνθρωπο στην Αυστραλία, είναι κοντά σου και το νιώθει ανά πάσα στιγμή. Και όταν έρθει να σε δει, είναι σαν να είσαστε συνέχεια μαζί. Συναντάς τον αδελφό σου…Μίσησε ένα άνθρωπο, και άσε την καρδιά να πλημμυρίσει με μίσος, μην του λές καμιά λέξη, θα τον δεις να στέκεται εχθρικά απέναντι σου. Επειδή είμαστε πνευματικά όντα συμβαίνουν αυτά. Εγώ θα έλεγα σε όλους αυτούς, που εύκολα κατηγορούν τους πάντες και ιδίως τους νέους, να κάνουν μια δοκιμή, να δουλέψουν λίγο μέσα τους, όταν πλησιάζεις με αγάπη ένα παιδί. Κατ’ αρχήν η αγάπη να ξέρετε είναι επινοητική. Λές πράγματα που δεν τα φαντάζεσαι. Όταν σκέφτεσαι σαν ψυχολόγος, θα του πω αυτό, και μετά θα μου απαντήσει και θα του πω εκείνο, τελείωσε το παιχνίδι. Όταν όμως ανοίξεις την καρδιά σου στον άλλο, με τον τρόπο που μπορείς, η αγάπη είναι επινοητική, δηλαδή θα του πεις πράγματα, που και εσύ δεν περιμένεις να πεις. Θα πεις, τι λέω τώρα, μπα. Κυρίως αν ζητήσουμε κάποιο φωτισμό εκείνη την στιγμή. Αυτό το κάναν οι πατέρες που σας λέω τώρα, επειδή είχαν μεγάλη αγιότητα, συνεχώς. Πλησίαζε ο κάθε άνθρωπος, μεταξύ τους χίλιοι διαφορετικοί, και τους έδινε ο Θεός και βλέπαν ολόκληρη τη ζωή του καθενός. Άνθρωποι δικοί μου το έπαθαν αυτό το πράγμα. …Συγγενής μου ήθελε να συναντήσει κάποιον από τους γεροντάδες και να του πει τι απατεώνας είναι…βρέθηκε στη Σουρωτή, και κατευθύνθηκε προς τον πατέρα Παΐσιο να τον αρπάξει, να του πει παλιάνθρωπε…που ξεγελάς τα μικρά παιδιά και έρχονται στο Άγιον Όρος…ο πατήρ Παΐσιος βέβαια κατάλαβε, γιατί η οργή, αυτό φαίνεται…Εάν εκείνη την στιγμή ετοιμαζόταν και γινόταν ο θωρακισμένος (ο Άγιος Παΐσιος), τότε θα γινόταν ένας καυγάς τρικούβερτος…Τι έκανε ο πατήρ Παΐσιος; Τον υποδέχθηκε μες στην καρδιά του ολόκληρο. Τον αγκάλιασε. Και όταν ήρθε κοντά του και του απλώνει το χέρι, του απλώνει και αυτός το χέρι και του λέει, τι κάνει ο, και λέει το όνομα μου και το όνομα του αδελφού μου. Και ο άλλος κατέρρευσε βέβαια, και φώναζε, είναι άγιος αυτός. Το Πνεύμα το Άγιο δεν του αποκάλυψε το όνομα του συγγενούς μου, ει μη μόνο γιατί ο ίδιος τον αγκάλιασε προηγουμένως. Αυτός βέβαια ήξερε πως να το κάνει. Εμείς δεν ξέρουμε καν πως να το κάνουμε αυτό…(54:00)


Ο Carl Jung σε διδάσκει πώς να γίνεις άτρωτος απέναντι σε οτιδήποτε και οποιονδήποτε.

Δεν υπάρχουν σχόλια: