Συνέχεια από: Σάββατο 15 Μαρτίου 2025
Εννέα αιώνες μετά το Σχίσμα ο κοινωνικός και πολιτιστικός βίος της Δύσης μοιάζει καθολικά παγιδευμένος στο φαύλο κύκλο της πόλωσης καπιταλισμού - σοσιαλισμού – στην ολοκληρωτική αυτή εκκοσμίκευση του δράματος της χριστιανικής κοινωνίας. Από τη μια μεριά, η αλλοτρίωση του ανθρώπου από τις αυτονομημένες και απρόσωπες δομές της καταναλωτικής ευζωίας του καπιταλισμού. Και από την άλλη, η απανθρωπία του ισοπεδωτικού ολοκληρωτισμού της «γενικής ευτυχίας» των μαρξιστικών συστημάτων. Και στις δυό περιπτώσεις η ίδια παγίδευση της ζωής στον ορθολογιστικό δογματισμό μιας μηχανιστικής θεώρησης και απολυτοποίησης της οικονομίας, ο ίδιος εξανδραποδισμός του ανθρώπου, η μεταποίησή του σε απρόσωπη οικονομική μονάδα.
Έχει πολλές φορές λεχθή και είναι πια κοινή διαπίστωση ότι η πόλωση καπιταλισμού - μαρξισμού δεν ξεπερνάει την αντίθεση δυό συστημάτων ή τρόπων για τη λειτουργία της αυτονομημένης οικονομίας – με κοινωνιολογικές συνέπειες τη φαινομενολογία της πάλης των τάξεων (όταν το κεφάλαιο είναι ιδιωτικό) ή το δραμα της αταξικής κοινωνίας (όταν το κεφάλαιο είναι κρατικό). Στην πραγματικότητα και τα δυό συστήματα επιβάλλουν ή προσφέρουν ένα κοινό τρόπο ζωής που απωθεί τις ουσιαστικώτερες αναζητήσεις της ανθρώπινης ύπαρξης και ανταποκρίνεται αποκλειστικά και μόνο στην ενστικτώδη και ζωική φύση του ανθρώπου, στην καταναλωτική βουλιμία της εγωκεντρικής αυτοσυντήρησης121.
Η αυτονομημένη κατανάλωση, σαν βασικό περιεχόμενο ζωής, ανταποκρίνεται καίρια στην ανάγκη του ανθρώπου να κατέχη, να ευφραίνεται αισθησιακά και να λησμονή τη θνητότητά του. Και είναι πολύ χαρακτηριστική η διαπίστωση ότι και στις «σοσιαλιστικές» λεγόμενες χώρες του κρατικού καπιταλισμού, όπου η κατανάλωση ελέγχεται απόλυτα και η κομματική γραφειοκρατία επιβάλλει στο λαό μια ιδεολογία και πράξη ασκητικής λιτότητας, η λαχτάρα για τα προϊόντα και τις ανέσεις της ελεύθερης λεγόμενης οικονομίας είναι η ριζοσπαστικώτερη «από τα μέσα» υπονόμευση της κομματικής γραφειοκρατίας και του κρατικού «συστήματος».
Όταν λέμε ότι η αυτονομημένη κατανάλωση ανταποκρίνεται στην ενστικτώδη και ζωική φύση του ανθρώπου, αυτή η ανταπόκριση δεν σημαίνει οπωσδήποτε τον κορεσμό των φυσικών απαιτήσεων της εγωκεντρικής ατομικότητας, αλλά σημαίνει την εμπλοκή του ανθρώπου στη δίνη της καταναλωτικής βουλιμίας. Αυτή η εμπλοκή εκφράζεται χαρακτηριστικά με την απολυτοποίηση της πολιτικής (και της πολιτικής στράτευσης των ατόμων) με ταυτόχρονο περιορισμό της πολιτικής στο χώρο της οικονομίας – σε μια τεχνική ρυθμίσεως του κυκλώματος παραγωγής - κατανάλωσης. (Και είναι εξαιρετικά ενδεικτικό το φαινόμενο της αθρόας στράτευσης των χριστιανών της Δύσης, κληρικών και λαϊκών, στα ιδανικά της λεγόμενης πολιτικής θεολογίας σε αυτό το υποκατάστατο ενός πλασματικού νεοαριστερισμού που δεν είναι ούτε πολιτική ούτε θεολογία μας)122. Έτσι η πολιτική απωθεί τις ουσιαστικώτερες αναζητήσεις της ανθρώπινης ύπαρξης, γίνεται «όπιο» για τη μεταφυσική αποχαύνωση των μαζών – είναι ο βασικός συντελεστής για το θρησκευτικό αποχρωματισμό του δυτικού ανθρώπου.
Το κύμα του θρησκευτικού αποχρωματισμού των μαζών εμφανίζεται στη Δύση ραγδαίο και αδυσώπητο123. Δεν πρόκειται για ήττα της χριστιανικής πίστης που προκύπτει από την αναμέτρησή της με μιάν άλλη, πιο ρωμαλέα πίστη ή ιδεολογία. Η «κρίση πίστεως» στη Δύση μοιάζει να είναι περισσότερο μια αχρήστευση της πίστης, η χριστιανική αλήθεια μοιάζει όλο και περισσότερο περιττή για τη ζωή του δυτικού ανθρώπου: Πέρα από τα καθαρώς «θρησκευτικά» στοιχεία της πίστης που μόνο ψυχολογικές και συναισθηματικές ατομικές ανάγκες μπορούν να ικανοποιήσουν, ο χριστιανισμός στη Δύση δεν φαίνεται να αντιπροσωπεύη ένα νόημα της ύπαρξης, του κόσμου και της Ιστορίας, δηλαδή ένα τρόπο και περιεχόμενο ζωής ουσιαστικό διαφορετικό από αυτό που προσφέρει ο πολιτισμός της τεχνοκρατίας και της κατανάλωσης. Εξάλλου, αν δεχθούμε μαζί με τους δυτικούς μελετητές124 ότι αυτό τον πολιτισμό τον γέννησε και τον εξέθρεψε η δυτική θεολογία και θρησκευτικότητα, τότε πρέπει να δεχθούμε και πως είναι φυσικό να απορρίπτεται σήμερα αυτή η θρησκευτικότητα, όπως το τσόφλι μετά από την εκκόλαψη: Η ιστορική εξέλιξη της θεολογικής αφετηρίας του δυτικού ρασιοναλισμού μετέθεσε «φυσιολογικά» την αναζήτηση της αλήθειας στα όρια του «επιστημονικού» θετικισμού και της πρακτικής του ωφελιμότητας, εγκαταλείποντας τη λογικοκρατούμενη μεταφυσική στο χώρο της απλής «υπόθεσης» (της «suppositio» των σχολαστικών). Αντίστοιχα, η νομικιστική και ακτιβιστική αντίληψη της χριστιανικής ηθικής βρίσκει σήμερα μιάν ασύγκριτα πληρέστερη πραγμάτωση στην περίπτωση των μαρξιστικών και «μεταμαρξιστικών» κινημάτων. Και είναι φυσικό ο ορθολογικός δυναμισμός της επανάστασης ή γενικώτερα της πολιτικής δράσης να αφομοιώνη και να εξαφανίζη την ορθολογική αποτελεσματικότητα της ατομικής ηθικής «συνέπειας» και αγαθοεργίας, αφού η πολιτική στράτευση είναι επιπλέον και απαλλαγμένη από το σύμπλεγμα της αμαρτίας ως ενοχής.
Θα μπορούσε να επεκταθή κανείς σε παραδείγματα και από άλλους χώρους ζωής, εκτός από τη γνωσιολογία και την ηθική, όπου η διαφορά ανάμεσα στη δυτική θρησκευτικότητα και στην αντίληψη ζωής που εκπροσωπεί ο πολιτισμός της τεχνοκρατίας και της κατανάλωσης δεν είναι «ειδοποιός» η ποιοτική, αλλά καθαρά ποσοτική διαφορά. Με αποτέλεσμα το «μείζον» που είναι ο σημερινός πολιτισμός, να αφομοιώνη και να εξαφανίζη το «Ελασσον» που είναι η θρησκευτική του μήτρα.
Σημειώσεις
121. …le “principe de plaisirs” tourné vers la consommation…[...η «αρχή της ηδονής» που προσανατολίζεται στην κατανάλωση...] CARTORIADIS, σελ 38.
122. Βλέπε Χρήστου ΓΙΑΝΝΑΡΑ, Κεφάλαια πολιτικής θεολογίας, Αθήνα (Εκδ. Παπαζήση) 1976, σελ. 9 κ. ε. 26, 89.
123. Bλ. Cardinal RENARD, 10 ans après le Concile, où va l' Eglise? (με εξαιρετικού ενδιαφέροντος στατιστικά στοιχεία) στο περιοδικό: La Documentation Catholique 7/1976, σελ. 320 κ. ε. - Του ίδιου, Que veut I Eglise? Lyon (éd. du Chalet).
124. Βλ. σχετική βιβλιογραφία στις προηγούμενες υποσημειώσεις αριθμ. 105, 106, 107, 108.
122. Βλέπε Χρήστου ΓΙΑΝΝΑΡΑ, Κεφάλαια πολιτικής θεολογίας, Αθήνα (Εκδ. Παπαζήση) 1976, σελ. 9 κ. ε. 26, 89.
123. Bλ. Cardinal RENARD, 10 ans après le Concile, où va l' Eglise? (με εξαιρετικού ενδιαφέροντος στατιστικά στοιχεία) στο περιοδικό: La Documentation Catholique 7/1976, σελ. 320 κ. ε. - Του ίδιου, Que veut I Eglise? Lyon (éd. du Chalet).
124. Βλ. σχετική βιβλιογραφία στις προηγούμενες υποσημειώσεις αριθμ. 105, 106, 107, 108.
ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ
1 σχόλιο:
Εξαιρετικό πράγματι. Αχ, πού ’σαι, νιότη, που ’δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος! Δυστυχώς αργότερα άλλαξε πορεία... Μερικές φορές, βέβαια, αυτή η αλλαγή πορείας είναι εξέλιξη, όχι προδοσία. Άλλες φορές, όμως, μοιάζει σαν να σβήνει κάτι από τον αρχικό πυρήνα του εαυτού σου.
Δημοσίευση σχολίου