Συνέχεια από: Τετάρτη 13 Νοεμβρίου 2019
Η ώρα του κόσμου
Η ώρα του κόσμου
Του
Frank Schirrmacher
Αυτό
είναι το βέλος του δασκάλου
Το
κράτος τού ποιητή Stefan
George, η προδοσία καί ο
αισθητικός φονταμενταλισμός 4
Κανένας,
σύμφωνα με προσωπική του παραδοχή, δεν
μπορούσε να μισεί περισσότερο από τον
George. Η πρόταση του, πως
δεν είναι εδώ για να θεραπεύει, δείχνει,
πως και αυτός, όπως και κάθε επαναστάτης,
ήθελε να οξύνει και να αναδείξει τις
αντιθέσεις, με σκοπό να τις λύσει. Ο
Rudolf Borchardt
ήταν εκείνος που διατύπωσε με την πιο
μεγάλη σαφήνεια τις εμφυλιοπολεμικές
συνέπειες της πολιτικής του George.
Σε ένα διάσημο απόσπασμα μιλά για «την
μανιεριστική και σαδιστική τυραννία»
που εξασκούσε ο George. «Δεν
μπορώ να ζήσω, παρά μόνο με την πλήρη
εξωτερική κυριαρχία», βρίσκεται σε ένα
γράμμα του George προς την
Sabine Lapsius.
Και με μια περίεργη αμεροληψία,
αναφερόμενος στην «ωραία ζωή», λέει πως
είναι καλύτερο να πεθάνει κανείς παρά
να ξεπέσει από τον αισθητικό νόμο. Και
όμως το σχήμα πίστης και προδοσίας δεν
εφαρμόζεται σε καμιά εξήγηση. Γιατί στο
παρουσιαστικό του George
ανήκει και το ιστορικό-μυθικό οικοδόμημα,
που μόνο εξωτερικά απεικονίζεται ως
μαντικό και προφητικό. Είναι βέβαιο πως
είχε θέσει την προδοσία ως το ισχυρότερο
ταμπού στο εσωτερικό του κύκλου του.
Είναι επίσης αλήθεια, πως στους νεότερους
και έντονα επηρεασμένους ακολούθους
του ανήκαν οι Berthold και
Claus Graf von
Stauffenberg. Την ώρα της
απόφασης, η πίστη στον κόσμο τού George
υπερίσχυσε της κατηγορίας για προδοσία
κατά του Χίτλερ. Την ίδια περίοδο, ο
Wolfgang Frommel,
που ανήκε στην τελευταία γενιά που είχε
δει τον George, έκρυβε στο
Άμστερνταμ Εβραιόπουλα από τους
Γερμανούς, απάγγελε ποιήματα και ζούσε
σύμφωνα με τους κανόνες του κύκλου. Το
ότι ο George, που ισχυριζόταν
πως η κατάσταση τής υγείας του
αντικατόπτριζε την κατάσταση της
Γερμανίας, πέθανε το 1933, τους φάνηκε σαν
μια τελεσίδικη απόφανση για την ουσία
του εθνικοσοσιαλισμού.
Ταυτόχρονα
όμως, στον George και στον
κύκλο του υπήρχε καθαρά εκπεφρασμένος
αντισημιτισμός. Τίποτα δεν καταστρέφει
πιο εντυπωσιακά το παρουσιαστικό του
οραματιστή, από την πρόταση, με την οποία
χαρακτήρισε την έναρξη των διωγμών κατά
των Εβραίων, απευθυνόμενος τον Σεπτέμβριο
του 1933 στην Εβραία Edith
Landmann: «Θέλω να σας πω κάτι:
όταν σκέφτομαι αυτά που πρόκειται να
συμβούν στην Γερμανία τα επόμενα 50
χρόνια, το ζήτημα των Εβραίων δεν μου
είναι και τόσο σημαντικό». Ο Ludwig
Thormaelen, είχε ήδη τον Μάιο
του 1933 γράψει σε μια επιστολή προς τον
George, (την οποία παραθέτει
ο Hoffmann), αναφερόμενος στον
υπουργό πολιτισμού Rust, ο
οποίος είχε ξεκινήσει την απομάκρυνση
των Εβραίων από τα γερμανικά πανεπιστήμια:
«θέλει το καλύτερο. Συντηρητικός και
μη αντιδραστικός».
Όλα
αυτά δεν λένε κάτι για την αξία τού βιώματος εντός του κύκλου, από τον οποίο
προήλθαν πεπεισμένοι εθνικοσοσιαλιστές
όπως και αντίπαλοι τους, προσθέτουν
όμως στο φαινόμενο τού ποιητή εκείνο
το πολιτικό διήγημα, το οποίο δεν κατάφερε
να λύσει καμιά ανάλυση. Αυτός, που σε
όλα τα ζητήματα αισθητική είχε τον
τελευταίο λόγο, δεν είχε κανένα πρόβλημα,
όταν ένας μαθητής του έκανε μια προτομή
του Χίτλερ. Το πλήθος των αντισημιτικών
τόνων μέσα στις επιστολές αφήνει να
εννοηθεί, πως οι αποστολείς έβρισκαν
κατανόηση από τον George. Ο
Stefan George
αναγνώρισε την «εκ καταγωγής κυριαρχία»
στους εθνικοσοσιαλιστές στο διάσημο
γράμμα του προς τον Rust.
Οι απολογητές του George
λένε πως το έκανε για να μην θέσει σε
κίνδυνο τους Εβραίους φίλους του. Οι
αντίπαλοι του λένε, πως το έκανε εκ
πεποιθήσεως.
Σε
μια μελέτη του για τον «αισθητικό
φονταμενταλισμό» τού George
(1995), ο Stefan Breuer
προσπάθησε να παρουσιάσει την ψυχοσύνθεση
των μαθητών του. Ανέλυσε την ετοιμότητα
του για αφιέρωση και υποταγή και
δημιούργησε μια απεικόνιση τής
προσωπικότητάς τους, που είναι πειστική
μέχρι λεπτομέρειας. Σχεδόν όλοι οι
δυστυχισμένοι ακαδημαϊκοί είναι τέτοιοι,
ώστε η πανεπιστημιακή καριέρα δεν τους
προσφέρει τίποτα ή τους βασανίζει με
άπειρη βαρεμάρα. Σχεδόν όλοι τους έχουν
στην εφηβεία τους μια ρήξη της βιογραφίας
τους, που είναι πιο ισχυρή και πιο
επικίνδυνη από αυτήν των συνομηλίκων
τους. Όπως στην περίπτωση των Ernst
Glöckner και
Friedrich Gundolf,
κινούνται μεταξύ υπερεκτίμησης του
εαυτού τους και πλήρους απαξίωσης.
Φοβούνται «μήπως θρυμματιστούν ή
λιώσουν» (Glöckner)
ή «μήπως αποκοπούν από τις πηγές της
ζωής, τις ρίζες, τα ένστικτα» (Gundolf).
Μια κριτική, η οποία κατά τις τελευταίες
δεκαετίες παρέμεινε στα κλισέ, παρουσιάζει
τον George ως δράστη και
τύραννο, και ως ένα πατριάρχη που έχει
μπλεχτεί σε μια εκκεντρική μεγαλομανία
ως προς την κλήση του. Ήταν βεβαίως όλα
αυτά, αλλά μια άλλη ιδιότητα, από την
οπτική γωνία τού κύκλου του, ήταν πολύ
πιο ουσιαστική, την οποία πρώτος επεσήμανε
ο Stefan Breuer
με μεγάλη σαφήνεια: «Στον George
δεν πήγαινε κανείς σε μια κατάσταση
δύναμης και αυτοπεποίθησης. Πήγαιναν
μάλλον όπως ο ασθενής στον γιατρό, σαν
το παιδί στην μάνα. Θα ήταν λοιπόν λάθος
να τον δούμε μόνο ως δεσπότη, που με
υπνωτική βία εξαναγκάζει τις ψυχές σε
εξάρτηση. Όπως ο δάσκαλος χρειάζεται
τους μαθητές του, έτσι τον χρειάζονται
και αυτοί-με μια ουσιαστική διαφορά:
αυτοί τον χρειάζονται διαρκώς, ενώ αυτός
χρειάζεται τα αντικείμενά του σποραδικά
και μπορεί να τα ανταλλάξει πολύ εύκολα».
Ο
George σαν καλή και σαν κακιά
μητέρα-ένα εκπληκτικό εύρημα, που γίνεται
αμέσως κατανοητό, αν αναλογιστεί κανείς
τα συμπόσια που διοργάνωνε στο Schwabing
(περιοχή του Μονάχου), όπου οι Κοσμικοί
(παραθρησκευτική οργάνωση στο Μόναχο)
Klages και Schuler,
σε παρανοϊκές τελετές, ήθελαν ως άνδρες
να γεννήσουν παιδιά. Ο George
είχε τότε απορρίψει τους Κοσμικούς με
την επισήμανση, πως αποστολή του ήταν
γράφει ποιήματα, και όχι να κατοικεί σε
ένα τρελοκομείο. Ο ίδιος όμως επικαλέστηκε
πολύ νωρίς τον Πλάτωνα, όταν κατέστησε
ως μέρος της διδασκαλίας του, ίσως και
για σκοπούς συγκάλυψης, την λατρεία του
ερμαφροδιτισμού. Ο George
δεν κατατάχτηκε άδικα στον γερμανικό
αντιμοντερνισμό. Ταυτόχρονα όμως
υποτιμάται η επαναστατική ενέργεια,
ακολουθώντας τον Nietzsche,
η οποία τον κατέστησε επιζήμιο για την
ιστορία και με τον τρόπο αυτό για το
παραδοσιακό αντιμοντερνιστικό καταφύγιο.
Εκείνη η εποχή, των πραγματειών και των
δηλώσεων, στην οποία ο Thomas
Mann αφιέρωσε τις αποφασιστικές
παραγράφους στο Dr. Faustus,
με τους φόβους της για «την παρακμή της
ψυχής», βρήκε στον George
τον εκθέτη και κήρυκα της. Στις φυσιογνωμίες
και βιογραφίες των μελών του κύκλου, η
εποχή αυτή αντικατοπτρίζεται ακόμα πιο
πολύ. Αυτοί, που με λίγες εξαιρέσεις,
δεν είχαν τα πλεονεκτήματα μιας
μεγαλοφυίας, απεικόνιζαν στους φόβους
και τις εξαρτήσεις τους, την αντίθεση
της ακαδημαϊκής αστικής τάξης προς τον
μοντερνισμό, που δια του Α’ ΠΠ θριάμβευσε
με πλήρη κτηνωδία.
Με
την πραγματεία του «Εξουσία και Υπηρεσία»,
1907, ο Friedrich Wolters
είχε γράψει κάτι σαν το σύνταγμα του
κράτους στο οποίο εξουσίαζε ο Stefan
George. Το βιβλίο είναι από
κάθε άποψη περίεργο, και δημιούργησε
την φήμη, πως ο κόσμος της φαντασίας του
George ήταν ένας κόσμος
τυραννικός. Το «εξουσιαστικό», τού ομολόγησε κάποτε ο ποιητής φίλος του
Albert Verwey,
δεν του είναι ξένο. Ο τριαντάρης George
προτείνει στον Hofmannsthal να
στήσει μια δικτατορία στα της τέχνης.
Λίγο αργότερα θα δει τον εαυτό του στην
κορυφή ενός «Πνευματικού Κινήματος»,
όπως ονομάστηκε μια περιοδική έκδοση
των Gundolf και Wolters,
και θα γίνει ο δάσκαλος (Meister)
του κύκλου του. Το 1919 φαίνεται πως τα
θεωρούσε όλα δυνατά. Αν και οι μαρτυρίες
για την εποχή είναι σποραδικές, μερικά
δεδομένα καταδεικνύουν πως οι επαναστατικές
ενέργειες τον είχαν ταράξει σε ύψιστο
βαθμό, και θεωρούσε πιθανή και μια
προσωπική παρέμβαση στα πολιτικά
τεκταινόμενα.
Σε
αυτή την γνωστή εξωτερική άποψη, ο Breuer
αντιπαραθέτει την εσωτερική άποψη, την
ψυχική εικόνα τής ιστορίας. Κατά κάποιο
τρόπο έγραψε για δεύτερη φορά το «Εξουσία
και Υπηρεσία», αυτή την φορά όμως όχι
υπό της φως τού (αιμάτινου φωτιστικού)
Blutleuchte (μυστηριακό κίνημα,
σχετιζόμενο με τους Κοσμικούς), αλλά
υπό το φως της αναλυτικής ψυχολογίας.
Και όμως υπάρχει μια αντίρρηση, που
στόχο έχει το υπόλοιπο αυτής της ζωής.
Ο George δεν άφησε απλώς
υπολείμματα μιας ανεπανάληπτης επίδρασης.
Μερικά από τα ποιήματα του (τις αδυναμίες
των οποίων επεσήμανε αριστουργηματικά
ο Rudolf Borchardt)
διαθέτουν ακόμα και σήμερα-και θα’ θελε
να πει κανείς: σήμερα ακόμα πιο πολύ-μια
ομορφιά και ένταση, και κάτι άλλο δύσκολα
μπορεί να σταθεί δίπλα τους. Στο ποίημα
«Zeitgedicht» (Ποίημα για τον
χρόνο) από τον τόμο «Το έβδομο δακτυλίδι»,
ο George είχε αποστασιοποιηθεί
από την επιτυχία του ποιητικού βιβλίου
του «Jahr der
Seele» (Το έτος της ψυχής),
και απρόθυμα επέτρεπε στους οπαδούς
του να το διαβάζουν. Η βαθιά μελαγχολία
όμως αυτού του βιβλίου βρίσκει μια
άπειρα ελαφριά, σχεδόν χωρίς βάρος
απάντηση, σε μερικά από τα τελειότερα
ποιήματα της τελευταίας του δημοσίευσης,
«Neues Reich»
(Νέο Βασίλειο). Το πώς ήταν δυνατό να
δημιουργηθούν αυτά τα ποιήματα, ούτε ο
Breuer κατάφερε να βρει
κάποια απάντηση.
Είναι
τέτοια ποιήματα, που τον 20ο
αιώνα σπάνια διαβάστηκαν όμοια τους.
Για ένα από αυτά «Ihr tratet
zu dem Herde»
(Βαδίσατε προς την εστία), ο σκεπτικός
ακόλουθός του Theodor W.
Adorno είχε πει, πως αποθηκεύει
«το αίσθημα μιάς ολόκληρης κοσμικής
εποχής».
Τέλος
κεφαλαίου, ακολουθούν ποιήματα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου