Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010

MARIE-LOUISE VON FRANZ: Ο ΧΡΥΣΟΣ ΓΑΪΔΑΡΟΣ (15)

Συνέχεια από : Παρασκευή, 23 Ιουλίου 2010

Το μητρικό σύμπλεγμα
Κεφάλαιο 8ο
Η Charité, ο Τλεπόλεμος κι η χθόνια σκιά

Είμαστε στο τέλος, ένα ευτυχισμένο τέλος στο υπερπέραν, της ιστορίας της Ψυχής και του Έρωτα. Έχουν βυθιστή όλα πίσω στο συλλογικό ασυνείδητο, απ’ όπου είχαν έρθει, το οποίο σημαίνει, ότι δεν ήταν ακόμα δυνατή μια πραγματοποίηση στη συλλογική συνείδηση.

Μπορεί να παρατηρήση κανείς, σε μικρότερο βαθμό, κάτι παρόμοιο και στην ψυχολογική ιατρική πράξη. Έχουν πολύ συχνά κάποιοι άνθρωποι σημαντικά (numinose) όνειρα, είναι όμως τόσο απομακρυσμένοι απ’ το να καταλάβουν το ασυνείδητό τους, ώστε δεν φτάνουν, ακόμα και σε συνεργασία μ’ έναν αναλυτή που εξηγεί τη συμβολική, στη συνείδησή τους τα μηνύματα. Συμβαίνουν όλα μόνο στο «υπερπέραν» και δεν κατανοούνται. Μένουν ωστόσο, παρ’ όλ’ αυτά, κάπου να υπάρχουν˙ έχουν μάλιστα ένα αόρατο, θετικό αποτέλεσμα.

Η θετική επίδραση φαίνεται στην αφήγησή μας στο εξής: αποφασίζει ο Λούκιος να λιποτακτήση, και μάλιστα κατ’ αρχάς, αφού έχουν ακούσει η Charité κι αυτός (ο γάιδαρος-Λούκιος) την ιστορία της Ψυχής και του Έρωτα απ’ την ηλικιωμένη γυναίκα – όχι προηγουμένως. Πρέπει να τον έχη λοιπόν κάπου ζωογονήση η ιστορία, να του έχη δώσει ελπίδα και θέληση για ζωή, έστω και μόνον ασυνείδητα. Η Charité έχει κι αυτή επίσης επηρεαστή, γιατί πηδάει γρήγορα πάνω στην πλάτη του γαϊδάρου, όταν αυτός δραπετεύη, για να φύγη μαζί του. Κι όταν προσπαθή να τους σταματήση και τους δυό η γριά μάγισσα, της δίνει ο Λούκιος μια δυνατή κλωτσιά, που τη ρίχνει αναίσθητη , κι αυτοί τρέχουν μακριά.

Όλ’ αυτά είναι ένα ασυνείδητο θετικό αποτέλεσμα του παραμυθιού, παρ’ όλο που το ουσιαστικό του περιεχόμενο δεν είχε γίνει αντιληπτό. Η Voluptas κι η ομορφιά συγκινούν τη συνείδηση του Λούκιου, γιατί λέει, όταν ακούη την ιστορία: «Τί θαυμάσια ιστορία, να είχα μονάχα ένα μολύβι και θα μπορούσα να τα σημειώσω όλα!». Μπορεί να παρατηρήση κανείς εδώ, πώς ενεργεί ο αισθητισμός. Αν είχε αναρωτηθή ο Λούκιος, τί να σημαίνη το παραμύθι, θα είχε κερδίσει πάρα πολύ περισσότερα απ’ αυτό. Υπάρχει όμως έτσι αυτό το αποκοιμιστικό στοιχείο. Καταφέρνει όμως παρ’ όλ’ αυτά μιαν κλωτσιά στην ηλικιωμένη γυναίκα, την εξουσιαστική μητρική φιγούρα, και τρέχει μακριά. Η Charité τα καταστρέφει ωστόσο όλα με την επιθυμία της, να στραφή προς τα δεξιά, εκεί όπου ζουν οι γονείς της, παρ’ όλο που ο Λούκιος γνωρίζει, ότι εκεί θα συναντήσουν τους ληστές και θα βρεθούν πάλι φυλακισμένοι. Αυτός θέλει να πάη προς τ’ αριστερά. Η Charité είναι όμως ένα παιδί της μάνας της, την είχαν αρπάξει – όπως λέει το κείμενο – «απ’ την αγκαλιά της μητέρας της». Είναι αυτός ο συναισθηματικός δεσμός με τη μητέρα που ματαιώνει την κοινή τους φυγή και τους ξαναρίχνει στα χέρια των ληστών.

Εμφανίζεται αργότερα ένας νέος ληστής, ο Αίμος (απ’ την ελληνική λέξη αίμα), και καθώς ξεύρει να κομπάζη και να μεγαλαυχή, γίνεται αποδεκτός ως σούπερ-ληστής στη συμμορία. Ανακαλύπτουμε αργότερα, ότι είναι στην πραγματικότητα ο Τλεπόλεμος, ο αρραβωνιαστικός της Charité, που έχει παρεισφρύσει έτσι ανάμεσα στους ληστές, για να απελευθερώση την αρραβωνιαστικιά του. Αφού ξανασυνέλαβαν τον Λούκιο και τη Charité, αποφασίζουν οι ληστές να τιμωρήσουν το ζευγάρι, σκοτώνοντας τον γάιδαρο, αφαιρώντας τα εντόσθιά του και ράβοντας έτσι το κορίτσι μέσα στην κοιλιά, ώστε να κοιτάη έξω μόνον το κεφάλι του. Θα τους εκθέσουν τότε και τους δυό στον καυτόν ήλιο, για να πεθάνη αυτή σιγά-σιγά, ραμμένη μέσα στο βρωμερό πτώμα του γαϊδάρου. Αυτό ακριβώς το σαδιστικό σχέδιο έχει μιαν παράξενη συμβολική σημασία, αν θυμηθή κανείς, πως έπρεπε να ολοκληρώση (να αφομοιώση…) ο Λούκιος την anima του. Το πρόβλημά του είναι βέβαια ότι δεν το κάνει, ενώ τα βλέπει αντίθετα όλα ικανοποιητικά ως ωραία και αισθητικά απ’ έξω και δεν επιχειρεί να εσωτερικεύση ποτέ τα βιώματα. Αν είχε πράγματι ραφτή η Charité στην κοιλιά του, θα παρίστανε αυτό μεταφορικά την ολοκλήρωση (εσωτερίκευση) της anima.

Θα ήταν ενδιαφέρον, να εξετάσουμε μια φορά όλες τις μυθολογικές τιμωρίες από πιο κοντά, γιατί σε όλες τουλάχιστον που γνωρίζω, πρόκειται συμβολικά για μιαν εικόνα της επίτευξης του εξατομικευτικού σκοπού, με αρνητικήν όμως έκβαση. Ο Ιξίων επιθυμούσε π.χ. την Ήρα, ήθελε να γίνη μνηστήρας μιας θεάς και είχε πλεχθή στον ελληνικό κάτω κόσμο πάνω σε μια ρόδα (δηλ. μαντάλα)˙ ή ο Τάνταλος, που κρεμόταν δεμένος σ’ ένα δέντρο γεμάτο καρπούς πάνω από μια λίμνη κι έπρεπε να πεθάνη από πείνα και δίψα˙ ή τελικά ο Σίσυφος, καταδικασμένος να κυλά ασταμάτητα μιαν πέτρα προς την κορφή ενός βουνού. Η ρόδα, το δέντρο, η πέτρα είναι σύμβολα του Ταυτού. Αυτό σημαίνει λοιπόν, ότι είναι προσδεδεμένος κανείς στην αρχή της εξατομίκευσης. Αν θέλης να είσαι ένας θεός, τότε καλά, γίνε ένας θεός! Οι περισσότερες τιμωρίες και σαδιστικές φαντασίες βασανισμού έχουν έναν τέτοιον μυθολογικό χαρακτήρα, και τα σύμβολα της εξατομίκευσης εμφανίζονται εδώ σε μιαν αρνητική, καταστροφική μορφή. Μοιάζει σαν να ήταν η λειτουργία της εξατομίκευσης ένας αδυσώπητος και αναπόφευκτος φυσικός νόμος στην ψυχή του ανθρώπου. Όταν του αντιτάσσεσαι, αυτός φτάνει αρνητικά στον σκοπό του (σ.σ. ‘Όπως λέει μια λατινική παροιμία: «Fata volentes ducunt nolentes trahunt» - η μοίρα οδηγεί τους πρόθυμους και σέρνει μαζί της αυτούς που αντιστέκονται). Αυτά τα μυθικά πάθη αποκαλύπτουν τις βαθειές αιτίες και το νόημα του «αιώνιου» βάσανου, όπως βιώνονται στις νευρώσεις και τις ψυχώσεις.

Καθώς δεν είναι ακόμα ικανός ο Λούκιος, να αναγνωρίση την anima ως κάτι ψυχικά πραγματικό μέσα του, σχεδιάζουν οι σαδιστικοί ληστές να του το προσκομίσουν μ’ έναν άλλον τρόπο. Δεν φτάνουν όμως μέχρις εκεί, γιατί διακόπτει ο Αίμος το εγχείρημά τους με την πρόταση, πως είναι καλύτερα να κερδίσουν χρήματα, πουλώντας τον γάιδαρο και ξεπουλώντας το κορίτσι σ’ ένα πορνείο. Με τον τρόπο αυτόν σώζει τις ζωές και των δυό. Αποκοιμίζει μετά τους ληστές, ποτίζοντάς τους άφθονο κρασί μαζί με μια ναρκωτική ουσία, κι ενώ αυτοί κοιμούνται, τους δένει κι απελευθερώνει τη μνηστή του. Οι ληστές θα σκοτωθούν αργότερα, και το καταφύγιό τους θα καταστραφή. Ο Τλεπόλεμος διεκπεραιώνει εδώ, αυτό που θά ’πρεπε να είχε κάνει στην πραγματικότητα ο Λούκιος: πράττει (ενεργεί) – και γι’ αυτό είναι, ιδωμένος απ’ την πλευρά του Λούκιου του γάιδαρου, πάντοτε ακόμα η αυτόνομη, χθόνια, αντρική σκιά του, που αναλαμβάνει τα ανολοκλήρωτα ακόμα απ’ το Εγώ μέρη, την πράξη. Συμβαίνουν όλα στο ασυνείδητο ή σε μισο-συνειδητή κατάσταση, και γι’ αυτό δεν έχει ο Λούκιος κανένα άμεσο όφελος απ’ αυτό.

Μαθαίνουμε αργότερα, πως η ιστορία της Charité και του Τλεπόλεμου καταλήγει άσχημα. Την ερωτεύεται ένας άλλος άντρας, ο Θράσυλλος (ο ριψοκίνδυνος, τολμηρός με την αρνητική έννοια της λέξης) και δολοφονεί άνανδρα τον Τλεπόλεμο. Ο Μέρκελμπαχ έχει σωστά τονίσει, πως αυτό το επεισόδιο, στο οποίο σκοτώνεται στη διάρκεια του κυνηγιού ενός κάπρου ο Τλεπόλεμος, παριστάνει ξανά έναν παραλληλισμό του μύθου της Ίσιδας και του Όσιρι, σύμφωνα με τον οποίον σκοτώνεται επίσης σε διάφορες εκδοχές ο Όσιρις με τη μορφή ενός άγριου κάπρου απ’ τον Σεθ. Συναντάμε το ίδιο θέμα στον μύθο της Άττιδος. Προσκρούουμε έτσι εδώ στο μυθολόγημα του θανάτου του «puer aeternus», του θεϊκού γυιου της μητέρας, που εξολοθρεύεται από σκοτεινές, ζωώδεις, χθόνιες αντρικές δυνάμεις. Έχω διαπραγματευτή αλλού το πρόβλημα της ταύτισης με τον «puer aeternus», το πρόβλημα του άντρα, που είναι αποκομμένος λόγω του μητρικού του συμπλέγματος απ’ τον χθόνιο ανδρισμό του και θεωρεί τον εαυτό του ως τον θεϊκό νεανία. Στην ιστορία μας εμφανίζεται η σκιά του εκτοπισμένου ανδρισμού κατ’ αρχάς στη μορφή των νικημένων απ’ τον Τλεπόλεμο ληστών, και μετά ως Θράσυλλος. Ο χθόνιος ανδρισμός ή η ικανότητα προς ανδρική πράξη, που έπρεπε να κατέχη ο ίδιος ο Λούκιος, παραμένει στο ασυνείδητο, και εξασκεί εκεί ανεπίλεκτα αρωγές (φιλάνθρωπες) ή και καταστροφικές δράσεις. Πηγαινοέρχεται χωρίς αποτέλεσμα. Γιατί υποχωρεί, μα τον κόσμον όλον, ο Λούκιος στην όμορφη Charité, παρ’ όλο που ήξευρε, πως η επιθυμία της, ν’ ακολουθήση τον δεξιό δρόμο, ήταν εσφαλμένη. Του έλειπε η ποιότητα του Τλεπόλεμου και του Θράσυλλου˙ φλέρταρε μόνον και δοκίμαζε να φιλήση το πόδι της Charité, που ήταν σπατάλη χρόνου. Απέκτησε έτσι η χθόνια σκιά το πάνω χέρι, γιατί αυτός δεν ενεργεί ποτέ εδώ σε συνειδητή σχέση με το Εγώ του, έτσι ώστε να έχη καταστή πάλι μάταιος όλος ο κόπος.

Η περαιτέρω μοίρα των δυό ζευγαριών είναι τραγική. Η Charité κι ο Τλεπόλεμος χωρίζονται, ξαναενώνονται μετά, και πρέπει να πεθάνουν βίαια. Ο Έρως κι η Ψυχή ξαναενώνονται μεν, αλλά κατ’ αρχάς στον άλλον κόσμο. Πρέπει να επισημάνουμε ένα ακόμη γεγονός: αρχαίοι πολύτιμοι λίθοι και εικόνες δείχνουν συχνά τη Charité ως νύφη του Έρωτα. Αντικαθιστά εκεί την Ψυχή, έτσι ώστε έπρεπε να είναι σαφές στον καθέναν εκείνην την εποχή, πόσο πολύ παρίστανε το ένα ζευγάρι, η Charité κι ο Τλεπόλεμος, μιαν ανταπάντηση του άλλου, της Ψυχής και του Έρωτα. Θα είχαν αντιπροσωπεύσει μαζί την ψυχικήν ολότητα, δεν συνενώνονται όμως. Ο Λούκιος μένει έξω απ’ τον τετραγωνισμό, και το παιδί της Ψυχής δεν γεννιέται επίσης. Το Εγώ, ο Λούκιος, δεν έχει ακριβώς καταλάβει, τί συνέβαινε πραγματικά. Φτάνει έτσι το δράμα σε μιαν κρίσιμη κορύφωση, και μετά ξαναχλωμιάζουν όλα. Λείπει το τελευταίο βήμα. Είναι τόσο απομακρυσμένο στην ιστορία μας το συνειδητό Εγώ απ’ το να καταλάβη τί συμβαίνει εσωτερικά, ώστε βρίσκεται έξω απ’ τον τετραγωνισμό. Αν είχαν παντρευτή ο Λούκιος κι η Charité, θα είχε προκύψει ένα ανθρώπινο ζευγάρι απέναντι στο αρχετυπικό θεϊκό ζευγάρι και θα είχε πραγματοποιηθή η ολότητα. Το γεγονός όμως, ότι δεν έχει αφομοιώσει (εσωτερικεύσει) ο Λούκιος τον Τλεπόλεμο, την πρακτική ανθρώπινη πλευρά του, καθιστά αδύνατη τη συνέχιση του φαινομένου.

Βρισκόμαστε εδώ απέναντι σ’ ένα πρόβλημα, το οποίο παραβλέπεται συχνά απ’ τους ψυχολόγους, είτε πρόκειται για αναλυτές της γιουγκιανής είτε άλλης κατεύθυνσης. Παρ’ όλο που το αρχέτυπο του Ταυτού μπορεί να εμφανιστή μερικές φορές ήδη στο πρώτο όνειρο ενός ανθρώπου, πρέπει να επεξεργαστή κανείς ωστόσο, όπως τονίζει ο Γιουνγκ, την εσωτερίκευση κατ’ αρχάς της σκιάς. Αν δεν το κάνη κανείς αυτό, είναι μετά πολύ αδύναμο το Εγώ και δεν έχει αρκετήν ουσία, για να ανταπεξέλθη στην εσωτερική λειτουργία. Μπορούμε να το παρομοιώσουμε με τη σύλληψη ενός γιγαντιαίου ψαριού, που δεν το βγάζει κανείς στη στεριά και που εξαφανίζεται πάλι, μαζί με το αγκίστρι. Όσα περισσότερα μέρη της σκιάς μπορεί να αφομοιώση το Εγώ, τόσο ζωτικότερο, πλουσιώτερο σε ουσία και δυνατότερο γίνεται, έτσι ώστε να μπορή «να βγάλη» στην αποφασιστική στιγμή «το ψάρι στη στεριά». Οι ηθικές ποιότητες του Εγώ είναι αποφασιστικές, γιατί δεν μπορεί να φενακισθή κανείς έξω απ’ τον καθορισμένο δρόμο του. Πρόκειται για απλά γεγονότα, που δεν μπορούν ωστόσο να τα αποδεχθούν πολλοί άνθρωποι, έτσι ώστε να είναι αδύνατη η εξατομίκευσή τους. Μπορεί να βοηθήση η ίδια η ζωή, π.χ. ένα ατύχημα, να αφομοιωθή η σκιά και να δυναμωθή το Εγώ. Το να βασανίζεσαι από ανθρώπους του περιβάλλοντος, να δέχεσαι τις προσβολές τους, κάθε είδος πίεσης, όπως π.χ. η φτώχεια, βοηθούν στο να δυναμωθή το Εγώ. Και θα έλεγα, πως η κανονική εργασία είναι το βασικό φάρμακο.

Θυμάμαι έναν πολύ έξυπνο νεαρόν άντρα, που είχε ένα ισχυρό μητρικό σύμπλεγμα κι ερχόταν κυρίως από ενδιαφέρον στην ανάλυση, ήταν όμως οκνηρός – κατειλημμένος δηλαδή απ’ αυτό το μέγιστο πάθος της ανθρωπότητας. Στις εσωτερικές του συνομιλίες με την anima, που του εμφανιζόταν ως μια θεά, επιχειρούσε να αμύνεται ρεαλιστικά, δεν τα κατάφερνε όμως. Όταν τη ρωτούσε, γιατί τον βασάνιζε, εκείνη απαντούσε, ότι επιθυμούσε για κείνον να γίνη ένας άντρας. Της έλεγε τότε, ότι θά ’πρεπε να του δώση μιαν ευκαιρία. Οπότε εκείνη τού καταμαρτυρούσε, ότι ήταν πολύ αδύναμος. Τη ρωτούσε τότε, πώς θα μπορούσε να συμπεριφερθή πιο σωστά. Εκείνη απαντούσε, πως έπρεπε να κοιτάξη προς τα χωράφια με τα σιτηρά, που βρίσκονταν πίσω του, να τα αποθερίση και να συλλέξη τη συγκομιδή, και θα γίνονταν τότε κατ’ αρχάς ένας σωστός άντρας. Άνθρωποι που έχουν ένα αδύναμο Εγώ, δεν μπορούν να εργαστούν κανονικά. Κάθε άνθρωπος που ενθουσιάζεται για κάτι μπορεί βέβαια να εργαστή, όμως το πρόβλημα της τεμπελιάς παρουσιάζεται, όταν πρέπη να κάνη κανείς κάτι που δεν τον ευχαριστεί. Η τεμπελιά είναι το καπίστρι, με το οποίο μας επαναφέρη τότε η Μεγάλη Μητέρα κοντά της˙ είναι η πιο μεγάλη της γοητεία!

Ο Τλεπόλεμος είναι ο άντρας, που αντέχει στον πόλεμο και ξεπερνά τις δυσκολίες˙ ο Λούκιος έχει υποχρεωθή να μπη απ’ τη μοίρα σε συγκρούσεις, όμως ακούσια. Στη μυθολογία θεωρείται ο Άρης, σε κάποιες εκδοχές του μύθου, ως πατέρας του Έρωτα, και στο όνομα Τλεπόλεμος υπάρχει ένας κρυμμένος υπαινιγμός στον Άρη. Η Charité είναι μυστικά ένα με την Ψυχή, ενώ ο Τλεπόλεμος παριστάνει μιαν όψη του Αρη. Είναι μια εικόνα του ανδρικά επιθετικού θάρρους, της υπομονής (επιμονής) και της ικανότητας, να αντέξης και να ξεπεράσης μια σύγκρουση. Ο άντρας χρειάζεται αυτές τις ποιότητες απέναντι στη γυναίκα. Άντρες που δεν τις έχουν, φοβούνται τις γυναίκες, γιατί αισθάνονται, πως δεν θα μπορούσαν να αντιδράσουν με ανώτερο ενστικτωδώς τρόπο στην αποφασιστική στιγμή. ‘Όταν φοβάται όμως ένας άντρας τις γυναίκες, δεν μπορεί να τις αγαπήση, γιατί δεν μπορεί να αγαπά κανείς κάποιον, τον οποίον φοβάται, καθώς αναμιγνύεται τότε ένα ερώτημα υπεροχής ισχύος. Η πραγματική αγάπη περιέχει έναν μεγάλο βαθμό εμπιστοσύνης, όταν όμως φοβάται κανείς τον άλλον, αυτό σημαίνει πως δεν τον εμπιστεύεται. Γι’ αυτό είναι συχνά ένας γυιός της μαμάς του φοβισμένος όσον αφορά στις γυναίκες και τους παρέχει το ακαθόριστο αίσθημα, πως είναι ψυχρός και αποστασιοποιημένος, καθώς ξεύρει, πως δεν θα μείνη κύριος της κατάστασης, αν γινόταν κάποια φορά πραγματικά επιθετική η γυναίκα. Δεν θα ήταν ικανός να πάρη πίσω, σ’ αυτήν την περίπτωση, τα λουλούδια που έφερε μαζί του, να βροντήξη την πόρτα και να πη κάτι, που θα ήταν ενεργητικά αρκετό, για να κάνη τον animus της να σωπάση. Άντρες, που δεν έχουν αφομοιώσει τον ανδρισμό τους, γίνονται στον γάμο ήρωες με παντόφλες, ικανοί ακριβώς για να σέρνουν μόνον τις αποσκευές. Όταν κάνη μια βίαιη σκηνή η γυναίκα, πηγαίνουν κάποιοι άντρες σ’ έναν φίλο, για να τους συμβουλέψη. Ο φίλος τού λέει τότε, πως πρέπει να κρατήση την ψυχραιμία του και να κερδίση το πάνω χέρι˙ αυτό όμως δεν βοηθά καθόλου, γιατί η γυναίκα αντιλαμβάνεται, πως κάποιος άλλος τού το έχει συμβουλέψει, κι απλώς τον περιγελά. Η αμυντική αντίδραση πρέπει να συμβή εντελώς αυθόρμητα και μέσα απ’ το ενστικτώδες υπόβαθρο τη δεδομένη στιγμή, κι αυτό μπορεί να το καταφέρη μόνον όταν έχη αφομοιώσει τον «Τλεπόλεμό» του ένας άντρας. Μπορεί να αντιδρά τότε με αυθόρμητο τρόπο αμέσως, γιατί θα έχη την απαραίτητη φαντασία και θα βρη τα σωστά λόγια. Δεν χρειάζεται παρά να είναι μάλιστα μόνον ένα αστείο, όταν εκείνη μαίνεται με τον αποδεσμευμένο animus της ολόγυρά του

Βρίσκουμε μιαν παράξενη μικρή παρατήρηση μετά τον θάνατο του Τλεπόλεμου, ότι δηλαδή τιμούσε η Charité τον νεκρόν άντρα της όπως τον Λίμπερ – ένα επώνυμο του Διόνυσου. Αυτό υπαινίσσεται τα διονυσιακά μυστήρια, τα οποία είχαν γίνει στην εποχή του Απουλήιου ένα μέρος των μυστηρίων της Άττιδος και του Όσιρι. Είναι γι’ αυτό εντελώς δίκαιη η παρατήρηση του Μέρκελμπαχ, ότι σκεφτόταν πιθανώς αυτόν τον παραλληλισμό και παρέπεμπε διακριτικά εκεί ο Απουλήιος. Δεν φτάνουμε λοιπόν ξανά για τους αναφερθέντες λόγους στον ιερό γάμο και το γαμήλιο τετράγωνο. Βυθίζονται όλα στην περιοχή του θανάτου, έχοντας εξαλειφθή χωρίς συγκεκριμένο αποτέλεσμα, κατ’ αρχάς με τους ληστές, μετά με τον Τλεπόλεμο ως Αίμο κι αργότερα με τον Θράσυλλο. Όταν έχη χάσει κανείς έτσι τις ευκαιρίες του, γίνεται κατόπιν η κατάθλιψή του γενικά πολύ χειρότερη. Είναι γνωστό το μυθολογικό θέμα, ότι ανθίζει ένα πολύτιμο λουλούδι κάθε εννιά χρόνια σε μια μικρή λίμνη ή πάνω στη γη, κι όταν χάση κάποιος αυτήν τη στιγμή, πρέπει να περιμένη ξανά εννέα χρόνια μέχρι την επόμενη ευκαιρία. Πρόκειται για τις σημαντικές στιγμές μιας πιθανής πραγματοποίησης (συνειδητοποίησης), κι όταν τις χάνης, έχουν πια περάσει. Θυμάμαι έναν άντρα, που ερωτεύτηκε μια γυναίκα και δεν συναναστράφηκε για συμβατικούς ή ηθικούς λόγους σοβαρά μαζί της. Τα όνειρά του τον βασάνιζαν πάλι και πάλι μ’ αυτό, αλλά προφασίζονταν όλον τον καιρό ηθικούς λόγους, γιατί δεν εμβάθυνε τη σχέση, μέχρι που ξύπνησε τελικά μ’ ένα όνειρο, στο οποίο του έλεγε μια φωνή: «Όταν χάνη κανείς σε μια συγκεκριμένη στιγμή ορισμένα πράγματα, έχει αποτύχει σ’ ολόκληρη την ζωή του». Κι αυτό τον τρόμαξε αρκετά, ώστε να πράξη. Πίσω ωστόσο στο κείμενό μας:

Ο Τλεπόλεμος δίνει από ευγνωμοσύνη τον Λούκιο οικότροφο στον κάτοχο ενός ιπποφορβείου, όπου θα έπρεπε να έχη μιαν καλήν ζωή και να είναι ευτυχισμένος,. Καθώς όμως είναι ακετά απομακρυσμένος απ’ την κατοικία του Τλεπόλεμου, χρησιμοποιεί ο άνθρωπος αυτός τον γάιδαρο για να γυρίζη τον μύλο. Στην αρχαιότητα άλεθαν τα σιτηρά, κατατρίβοντάς τα ανάμεσα σε δυό πέτρες, τις οποίες γύριζε ένα ζώο – αγελάδα, άλογο ή γάιδαρος – ή κι ένας ή περισσότεροι σκλάβοι. Το ίδιο σύστημα χρησιμοποιείται ακόμα σήμερα στην Αίγυπτο για την άντληση του νερού. Το να γυρίζης όπως η ρόδα ενός μύλου σε κύκλο σημαίνει, να μη σ’ αφήνη να ησυχάσης μια συγκίνηση. Όταν είναι κάποιος καρφωμένος σ’ ένα νευρωτικό σύμπλεγμα, γυρίζει ξανά και ξανά το ίδιο πρόβλημα στο κεφάλι του. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ξεφύγουν απ’ αυτό και διηγούνται σε κάποιον ξανά και ξανά το ίδιο πράγμα. Όπως έχουμε όμως δη, είναι κρυμμένο πάντα και κάτι το σημαντικό (Numinoses) στο σύμπλεγμα, και αναδύεται μάλιστα γενικά στο χειρότερο κέντρο της νεύρωσης ή ψύχωσης ένα σύμβολο του Ταυτού. Όταν ικανοποιείται κανείς με την απώθηση της ασθένειας, απωθείται γι’ αυτό ταυτόχρονα και το σύμβολο του Ταυτού, κι αυτός είναι ο λόγος, γιατί μάχονται συχνά – όπως ήδη αναφέρθηκε – κάποιοι άνθρωποι ενάντια στο να θεραπευτούν. Έχουν μιαν προαίσθηση, ότι το καλύτερό τους βρίσκεται μέσα στο βάσανό τους.

Στη βάση των νευρώσεων όπως και των ψυχώσεων βρίσκεται γενικά ένα σύμβολο του Ταυτού, είναι όμως εγκατεστημένο εκεί σε μια μορφή, που δεν είναι ακόμα αφομοιώσιμη. Είναι δεμένος έτσι ο Λούκιος στη ρόδα του μύλου, χωρίς να καταλαβαίνη το οτιδήποτε. Η εικόνα είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική, καθώς τα ζώα ή οι σκλάβοι έφεραν τις περισσότερες φορές έναν μαύρο επίδεσμο μπροστά στα μάτια, για να μην ζαλίζονται. Αυτή είναι μια εικόνα κάθε νευρωτικής κατάστασης: πρέπει να βασανίζεται κανείς με δεμένα μάτια σ’ έναν φθαρμένον κύκλο (circulus vitiosus), να γυρίζη γύρω απ’ το ψυχικό κέντρο, χωρίς να μπορή να «δη» κάτι και να κατανοήση το νόημα του βασάνου. Είναι ο κλασσικός circumambulatio (κυκλικός περίπατος) της αλχημείας, στην αρνητική του όμως μορφή.

Μετά απ’ αυτό το επεισόδιο πουλιέται ο Λούκιος σε μια γυναίκα κι ένα αγόρι στο μεγάλωμά του. Το αγόρι τον χρησιμοποιεί, για να φέρνη καυσόξυλα απ’ τα βουνά. Όταν βρίσκεται μόνο του μαζί του εκεί, βρίσκει ευχαρίστηση στο να τον βασανίζη σαδιστικά˙ διαδίδει επίσης στο χωριό άσχημες ιστορίες γι’ αυτόν, βεβαιώνει πως έχει δήθεν παρενοχλήσει ο Λούκιος γυναίκες με σοδομιστικό σκοπό, και κατορθώνει έτσι, ώστε να καταδικαστή ο γάιδαρος σε ευνουχισμό.

Το αγόρι αυτό παριστάνει την αρνητικώτερη απ’ όλες τις εκδοχές του συμβόλου του «puer aeternus», είναι η σκοτεινότερη σκιά μορφών όπως η Άττις κι ο Όσιρις κι επίσης του ίδιου του Λούκιου. Η σκιά ενός νεαρού άντρα, που τα αισθήματά του δεν έχουν αναπτυχθή, έχει συχνά τις παιδαριώδεις εμπνεύσεις της εφηβείας, όπως π.χ. εκείνοι οι νεαροί, που χύνουν πετρέλαιο πάνω σ’έναν αλήτη και τον πυρπολούν, για να ευχαριστηθούν με την αντίδρασή του. Υπάρχει ένα παραπλανεμένο ένστικτο πίσω απ’ αυτό! Νεαροί, που έχουν ευνουχιστή μέσα από μιαν ούτως ονομαζόμενη «καλήν ανατροφή», αυτά τα φίλτατα μικρά αγόρια μιας καλής μητέρας, έχουν συχνά μια μυστική επιθυμία γι’ αυτό, που θα μπορούσε να ονομάση κανείς η αιματηρή σκληρότητα της ζωής. Είναι φυσικό για νεαρούς άντρες στη διάρκεια της εφηβείας, να αναπτύσσουν μιαν ορισμένην περιέργεια απέναντι στις σκληρές και σκοτεινές πλευρές της ζωής, να πηγαίνουν στο ανατομείο, για να μάθουν, πώς φαίνονται τα πτώματα, ή να παρατηρούν στην πίσω αυλή του χασάπη του χωριού τη θανάτωση των ζώων. Τέτοια αγόρια ψάχνουν ενστικτωδώς να γνωρίσουν μια σοκαριστική δράση, για να ξυπνήσουν απ’ τη γλυκειά σαν μέλι σπιτική ατμόσφαιρα που τα νανουρίζει. Γι’ αυτό και αντιπροσωπεύει από μιαν ορισμένην άποψη ένας συγκεκριμένος βαθμός περιέργειας απέναντι στο κακό ένα υγιές ένστικτο. Σημαίνει, πως ο νεαρός άντρας ψάχνει την αλήθεια της ζωής και λαχταρά να μάθη, πώς είναι πράγματι τα πράγματα. Κάτι που γίνεται φυσικά παθολογικό, όταν δεν αναγνωρίζη κανένα σύνορο. Βρίσκουμε επεξεργασμένο αυτό το στοιχείο στον Απουλήιο. Ο Λούκιος δεν είναι σκληρός, δεν έχει μάλιστα αποφασίσει καν σταθερά πως αρκετά συναναστράφηκε με τη Charité. Αν είχε μονάχα πη πάνω στη φυγή: «Κράτα τώρα το στόμα σου, θα πάμε εκεί που θέλω εγώ, μπορούμε ν’ αγαπηθούμε αργότερα» ή «Μπορείς να ουρλιάξης αργότερα, τώρα όμως επιθυμώ να κάνουμε αυτό κι αυτό!». Αυτή θα ήταν η εργασία ενός άντρα, παρέλειψε όμως να είναι σκληρός την κατάλληλη στιγμή απέναντι στη συναισθηματική της ανοησία. Έγινε έτσι αυτόνομη και καταστροφική η σκιά του και τον βασανίζει τώρα. Γι’ αυτό μαστιγώνεται, τιμωρείται και βασανίζεται τώρα ο Λούκιος απ’ το σαδιστικό αγόρι, που σημαίνει, πως υποφέρει κάτω από μιαν παιδαριώδη αυτοκριτική, που δεν οδηγεί πουθενά. Τελικά φτάνει το πράγμα τόσο μακριά, ώστε αποφασίζουν να τον ευνουχίσουν οι κάτοικοι του χωριού, και μπορεί μόνον κατουρώντας πάνω στους εχθρούς του να τους ξεφύγη.


Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: