Τρίτη 27 Ιουλίου 2010

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΟΝΕΙΡΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ (3) - Marie–Louise von Franz

Συνέχεια από Σάββατο, 24 Ιουλίου 2010.

Εκτός από τις τρεις προαναφερθείσες περιοχές έρευνας –την ψυχολογία του βάθους, τα όνειρα και τον αλχημιστικό συμβολισμό– βρίσκουμε μία τέταρτη περιοχή, η οποία, όπως έπρεπε να περιμένει κανείς, είναι προβληματική: πρέπει να εξετάσουμε, δηλαδή, το ερώτημα του σε ποιο βαθμό να πάρουμε υπόψη μας τον πνευματισμό, την παραψυχολογική έρευνα και την σύγχρονη φυσική (στο μέτρο που η τελευταία έχει σχέση με την παραψυχολογία και την ψυχολογία του βάθους). Για μένα, η ανάμειξη της πραγματικότητας και της φαντασίας στον πνευματισμό είναι κάτι πολύ δύσκολο για να το ξεδιαλύνω. Γι’ αυτό τον λόγο περιορίσθηκα σε μία ευκαιριακή αναφορά στον αρχετυπικό συμβολισμό αυτών των φαινομένων[1], χωρίς να εξετάσω το ζήτημα της «πραγματικότητάς» τους. Επειδή η μόνη βεβαιότητα είναι ότι τα περισσότερα παραψυχολογικά γεγονότα ακολουθούν ορισμένα αρχετυπικά πρότυπα, που μπορούν να κατανοηθούν και να ερμηνευθούν ψυχολογικά. Δεν μπορώ να συμπεράνω, πάντως, εάν είναι πραγματικά οι νεκροί που ανταποκρίνονται στις πνευματικές συγκεντρώσεις, ή μόνο τα συμπλέγματα των ζωντανών ανθρώπων που συμμετέχουν, ή τα ενεργοποιημένα περιεχόμενα του συλλογικού ασυνείδητου (το τελευταίο οπωσδήποτε συμβαίνει πολύ συχνά).

Είναι αλήθεια ότι ο Emil Mattiesen, στην εκτεταμένη κλασική εργασία του Das persönliche Ueberleben des Todes («η προσωπική επιβίωση του νεκρού»), έχει προσπαθήσει να διαψεύσει μια για πάντα την ανιμιστική ερμηνεία των παραψυχολογικών φαινομένων (δηλαδή την ερμηνεία των πνευμάτων σαν αποσπασματικών συνειδήσεων, ή, στην σύγχρονη γλώσσα, αυτόνομων συμπλεγμάτων, των συμμετεχόντων στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις). Η σημερινή γνώση που έχουμε όσον αφορά το ασυνείδητο, ιδιαίτερα το συλλογικό ασυνείδητο, δεν υπήρχε στον καιρό του Mattiesen, έτσι που κατά ένα μέρος τα επιχειρήματά του δεν ισχύουν πια. Επειδή ξέρουμε πως υπάρχει μια «γνώση» στο ασυνείδητο, την οποία ο Jung την ονόμασε «απόλυτη γνώση»[2]. Δηλαδή, το ασυνείδητο μπορεί να γνωρίζει πράγματα που εμείς δεν μπορούμε να γνωρίζουμε συνειδητά, έτσι ώστε όλοι οι ισχυρισμοί και οι αποδείξεις σχετικά με την ταυτότητα των «πνευμάτων» στις πνευματιστικές συγκεντρώσεις μπορούν εξίσου καλά να εξηγηθούν σαν εκδηλώσεις του ομαδικού ασυνείδητου των συμμετεχόντων, σαν ένα αυθεντικό μέσον επικοινωνίας με τους νεκρούς. Μόνο τα φαινόμενα της υλοποίησης δεν επηρεάζονται άμεσα από αυτό το επιχείρημα. Εντούτοις «πιστεύω» ότι οι νεκροί πραγματικά εκδηλώνονται περιστασιακά μέσα στα παραψυχολογικά φαινόμενα, αν και για την ώρα αυτό δεν μου φαίνεται σαν κάτι που μπορεί αναμφίβολα να αποδειχθεί.

Μια παρόμοια κατάσταση προκύπτει κατά την ερμηνεία εκείνων των ονείρων όπου ο νεκρός εμφανίζεται σε ένα ζωντανό πρόσωπο. Θα αναφέρω μερικά από αυτά στις επόμενες σελίδες και θα τα ερμηνεύσω σαν να αναφέρονταν, σε αντικειμενικό επίπεδο, στην μεταθανάτια ζωή του νεκρού (όχι στη ζωή του ονειρευόμενου). Εγώ η ίδια έχω δει μερικά όνειρα που ο Jung τα ερμήνευε με αυτό τον τρόπο, πράγμα που εκείνο τον καιρό ήταν εκπληκτικό για μένα.

Δεν ανέφερε καμία αιτία για την ακριβή κατανόηση εκείνων των ονείρων στο αντικειμενικό επίπεδο· συνήθως ερμήνευε τέτοιες εικόνες στο υποκειμενικό επίπεδο, δηλαδή σαν σύμβολα ψυχικών περιεχομένων που βρίσκονται μέσα στον ίδιο τον ονειρευόμενο. Επίσης κάποτε μου ζήτησε μία ψυχαναλύτρια να μελετήσω τα όνειρα μιας ασθενούς της, μιας νέας κοπέλας που είχε χάσει τον αρραβωνιαστικό της, έναν πιλότο, σε αεροπορικό δυστύχημα. Ονειρευόταν τον πιλότο σχεδόν κάθε βράδυ, και η ψυχαναλύτρια και εγώ στην αρχή ερμηνεύσαμε την μορφή του ονείρου σαν την εικόνα του animus της, που την είχε προβάλει στον αρραβωνιαστικό της. Το ασυνείδητο φαινόταν να την συμβουλεύει να αποσύρει αυτή την προβολή, και με αυτό τον τρόπο να θεραπευθεί σταδιακά από την «απώλεια της ψυχής» που έπαθε με τον θάνατο του αρραβωνιαστικού της – να αποσπασθεί από τον δεσμό της με τον νεκρό. Αλλά υπήρχαν έξι όνειρα που για κάποιο λόγο δεν μπορούσα να τα ερμηνεύσω με αυτόν τον τρόπο. Είπα επομένως στην ψυχαναλύτρια ότι σε εκείνα τα όνειρα η εμφάνιση του πιλότου ήταν πιθανόν ο ίδιος ο νεκρός άνδρας. Η κάπως λογικά προσανατολισμένη συνάδελφος αγανάκτησε, ζήτησε μία συνάντηση εργασίας με τον Jung και του παρουσίασε ολόκληρη την σειρά των ονείρων. Χωρίς δισταγμό ο Jung (που δεν ήξερε τίποτε για την δική μου εκλογή) διάλεξε τα ίδια έξι όνειρα και τα ερμήνευσε στο αντικειμενικό επίπεδο.

Μου φαίνεται ότι μπορεί κάποιος να «αισθανθεί» εάν η εικόνα ενός νεκρού προσώπου σε ένα όνειρο χρησιμοποιείται σαν σύμβολο για κάποια εσωτερική πραγματικότητα, ή εάν «πραγματικά» αντιπροσωπεύει τον νεκρό. Είναι δύσκολο, πάντως, να θέσουμε καθολικά έγκυρα κριτήρια για αυτή την «αίσθηση». Στην καλύτερη περίπτωση μπορούμε να πούμε ότι εάν η ερμηνεία στο υποκειμενικό επίπεδο βγάζει ελλιπές ή καθόλου νόημα, ακόμη και αν το όνειρο έχει ένα ιδιαίτερα έντονο υπερκόσμιο χαρακτήρα, τότε η ερμηνεία στο αντικειμενικό επίπεδο μπορεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Αυτό είναι ακόμη ένα πεδίο ανοιχτό για περαιτέρω έρευνα, επειδή προς το παρόν τέτοιες ερωτήσεις μπορούν να απαντηθούν μόνο υποθετικά.

Σε αυτή την τέταρτη προβληματική περιοχή έχουμε επίσης το ερώτημα του εάν υπάρχει ή όχι ένα «άυλο σώμα», και το σχετικό ερώτημα του εάν υπάρχει μια συνεχής σύνδεση ανάμεσα στην ψυχή και στο σώμα, τα αντικείμενα της ψυχολογίας του βάθους και της σύγχρονης πυρηνικής φυσικής αντίστοιχα. Μου φαίνεται, πάντως, ότι αυτά τα ερωτήματα θα πρέπει να συζητηθούν στο τέλος αυτού του βιβλίου, οποιεσδήποτε και αν είναι οι σχετικές υποθέσεις προς το παρόν. Ο αναγνώστης που δεν τα αναγνωρίζει μπορεί θαυμάσια να τα βάλει στην άκρη. Για μένα είναι σημαντικό, επειδή, σε τελευταία ανάλυση, έχουν να κάνουν με ιδέες που απασχόλησαν την αλχημιστική παράδοση, δηλαδή μία καθολική άποψη, κατά την οποία η ψυχή και το σώμα θεωρούνται σαν μία πραγματικότητα, και όπου ο θάνατος είναι μόνο κατά ένα μέρος ένας χωρισμός «ύλης» και «ψυχής». Στην ουσία, πάντως, ο θάνατος, θα μπορούσε σ’ αυτή την περίπτωση να είναι μία ψυχοσωματική μεταμόρφωση.

Τελειώνοντας, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι πολλοί άνθρωποι από την μέση ηλικία και μετά αρχίζουν να βλέπουν όνειρα θανάτου. Τέτοια όνειρα δεν είναι ένδειξη ενός άμεσα επικείμενου θανάτου, αλλά μάλλον πρέπει να θεωρηθούν σαν μία memento mori (μνήμη θανάτου). Εμφανίζονται ως επί το πλείστον όταν το εγώ έχει μία υπερβολικά νεανική στάση απέναντι στην ζωή, και καλούν σε διαλογισμό τον ονειρευόμενο. Αλλά μόνον όταν ο θάνατος έχει συμβεί λίγο μετά από τέτοια όνειρα, αυτά έχουν περιληφθεί σ’ αυτή την μελέτη.
           ------------------------------------------------------------------------

[1] Όπως κάνει η Aniela Jaffe στο «Οράματα και πρόγνωση»
[2] «Η δομή και η δυναμική της ψυχής», παράγραφοι 912, 923, 931, 948.

Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: