Συνέχεια από: Τρίτη 30 Μαίου 2017
Του
Adolf Trendelenburg.
Εισαγωγή
του Giovanni Reale.
9. Λόγοι για την ακαταλληλότητα της γραμματικής καθοδηγητικής γραμμής (συνέχεια).
Εδώ, σε μάς, η πρώτη πλευρά του προβλήματος, το οποίο ορίσαμε σαν "βιογραφικό", δέν μας ενδιαφέρει. Μας ενδιαφέρει όμως να ξεκαθαρίσουμε την δεύτερη πλευρά, την φιλοσοφική, και σ'αυτό το επίπεδο, νομίζουμε ότι καθιστά προβληματική την θέση τής γραμματικής καταγωγής ο ίδιος ο Αριστοτέλης, σ'ένα χωρίο των Σοφιστικών ελέγχων.
Αμέσως στο πρώτο κεφάλαιο αυτού του
γραπτού, αναφερόμενος στα λάθη τα οποία μπορούν να γεννηθούν στον στοχασμό,
λόγω της φύσεως της γλώσσας, διαβάζουμε : (Σοφιστικοί έλεγχοι Ι, 165 α 6...)
Επειδή δέν είναι δυνατόν να διαλεγόμεθα παρουσιάζοντας αντικείμενα σαν τέτοια,
αλλά χρησιμοποιούμε αντ'αυτών τα ονόματα, σαν σύμβολα τα οποία αντικαθιστούν τα
αντικείμενα, ισχυριζόμεθα λοιπόν ότι τα αποτελέσματα που παρατηρούνται σχετικά
με τα ονόματα επαληθεύονται επίσης και στο πεδίο των αντικειμένων, όπως
συμβαίνει σ'αυτούς οι οποίοι κάνουν υπολογισμούς χρησιμοποιώντας ψήφους! Και
όμως τα πράγματα δέν υπάρχουν με τον ίδιο τρόπο στις δύο περιπτώσεις. Και
πράγματι είναι περιορισμένος ο αριθμός των ονομάτων, όπως περιορισμένη είναι
και η ποσότης των συζητήσεων, ενώ τα αντικείμενα είναι αριθμητικώς άπειρα!
Είναι λοιπόν αναγκαίο μία συζήτηση να εκφράζει πολλά πράγματα και ενα μοναδικό
όνομα να δείχνει περισσότερα αντικείμενα. Και τότε, όπως ακριβώς και με το
παράδειγμα που θυμήσαμε, αυτοί που δέν είναι ευκίνητοι στον χειρισμό των ψήφων
εξαπατώνται απο αυτόν που είναι έμπειρος στο θέμα, με τον ίδιο τρόπο, στην
περίπτωση των συζητήσεων, αυτοί που δέν έχουν εμπειρία της δυνάμεως και της
σημασίας τών λέξεων παραλογίζονται είτε συζητούν αυτοί οι ίδιοι, είτε ακούνε
άλλους να συζητούν (Επεί γάρ ούκ έστιν αυτά τα πράγματα διαλέγεσθαι φέροντας,
αλλά τοίς ονόμασιν αντί των πραγμάτων χρώμεθα συμβόλοις, το συμβαίνον επί των
ονομάτων και επί των πραγμάτων ηγούμεθα συμβαίνειν, καθάπερ επί των ψήφων τοις
λογιζομένοις. Το δ'ούκ έστιν όμοιον. Τα μέν γάρ ονόματα πεπέρανται και το των
λόγων πλήθος, τα δέ πράγματα τον αριθμόν άπειρα έστιν αναγκαίον ούν πλείω τον
αυτόν λόγον και τούνομα το εν σημαίνειν, ώσπερ ούν κακεί οι μή δεινοί τας
ψήφους φέρειν υπό των επιστημόνων παρακρούονται, τον αυτόν τρόπον και επί τον
λόγων οι των ονομάτων τής δυνάμεως άπειροι παραλογίζονται και αυτοί
διαλεγόμενοι και άλλων ακούοντες).
Ο Αριστοτέλης λέει λοιπόν ότι τα
ονόματα είναι απλά σύμβολα ή σημεία των πραγμάτων, της πραγματικότητος, και ότι
ανάμεσα στα μέν και στα δέ υπάρχει μία δομική, δυσαναλογία και ότι αυτό που
συμβαίνει με τα ονόματα δέν συμβαίνει αναγκαίως και στην πραγματικότητα!
Έτσι οι γλωσσο-γραμματικοί υπολογισμοί
αφορούν ακριβώς τα ονόματα. Οι κατηγορίες όμως είναι κατηγορίες του όντος,
αφορούν δηλαδή τα πράγματα!
Εάν λοιπόν ο Αριστοτέλης είχε
συμπεράνει (απάγει) τις κατηγορίες τού όντος απο απλούς γλωσσο-γραμματικούς
υπολογισμούς, δηλαδή ονομαστικούς, θα είχε καταλήξει ακριβώς σ'αυτόν τον
παραλογισμό, να συμπεράνει τούς καθορισμούς τού όντος απο αυτό που αταίριαστα
εν μέρει το συμβολίζουν πηγαίνοντας ενάντια στην προειδοποίηση του ότι αυτό που
συμβαίνει με τα ονόματα (το συμβαίνον επί των ονομάτων) δέν συμβαίνει και επί
των πραγμάτων δηλαδή στην πραματικότητα! Θα είχε συμπεριφερθεί δηλαδή σάν εκείνον τον υπολογιστή με τα πετραδάκια του, κάτι που είναι μάλλον απίθανο!
10. Otto Apelt και η "λογική" καθοδηγητική γραμμή!
Η μελέτη των αριστοτελικών κατηγοριών του Apelt, που είναι η τελευταία εργασία η οποία εξεδόθη τον περασμένο αιώνα στο θέμα, παρουσίασε μία θέση η οποία βρίσκεται, ας πούμε,στη μέση ανάμεσα στην υπόθεση της γραμματικής καταγωγής και της οντολογικής καταγωγής των κατηγοριών.
Εάν απο το ένα μέρος η θέση του
Τρεντέλενμπουργκ-οι κατηγορίες αναδύθηκαν απο την ανάλυση της προτάσεως- είναι
ουσιαστικώς αταίριαστη, παρατηρει΄ο Apelt,
πρέπει παρ'όλα αυτά να αναγνωρίσουμε απο το άλλο ότι αυτή
έχει δίκαιο τουλάχιστον μ'αυτή την σημασία: ότι δηλαδή η καταγωγή των
κατηγοριών δέν βρίσκεται σε μία διαισθητική γνώση αλλά σε μία στοχαστική γνώση.
Αυτό γίνεται φανερό απο την δήλωση ότι οι κατηγορίες γεννώνται απο την ανάλυση
και την αποδόμηση των μελών της προτάσεως.
Εάν αντικαταστήσουμε, στην διατύπωση
τής θέσεως του Τρεντέλενμπουργκ "πρόταση" με "κρίση", θα
έχουμε την θέση του Apelt. Οι κατηγορίες γεννώνται απο την αποσύνθεση τής κρίσεως.
Οι κατηγορίες δέν είναι επομένως γραμματικής καταγωγής αλλά λογικής, δέν έχουν
γραμματική σημασία αλλά λογική, επομένως λοιπόν για να τις κατανοήσουμε, πρέπει
να αναφερθούμε στην πρόταση, στην λογική της σημασία, δηλαδή στην κρίση! Αλλά δέν
έχουν ούτε μεταφυσική σημασία. Οι κατηγορίες είναι οι οπτικές γωνίες οι οποίες μας θέτουν στην κατάσταση να
εξακριβώσουμε τις λογικές διαφορές αυτού που λέγεται στην κρίση! (για την ύλη
τής κρίσης).
Εναντίον αυτής της θέσεως τής
γεννέσεως και της λογικής αξίας τών αριστοτελικών κατηγοριών υπάρχουν τα
πολυάριθμα χωρία τής Μεταφυσικής βάσει των οποίων το οντολογικό καθεστώς τών
κατηγοριών προκύπτει αναντίρρητο! Διότι ορίζονται σαν όν, σαν κατηγορίες του
όντος, γένη του όντος, σαν αυτά στα οποία το όν διαιρείται (οίς ώρισται το όν)
και ενοούνται καθαρά σαν φιγούρες της μεταφυσικής, σαν ιδέες!
Ο Apelt δέν
αγνοεί αυτές τις δηλώσεις, μάλιστα δέ ξεκινά απο αυτές, αλλά για να τις
αδειάσει απο το περιεχόμενό τους! Το είναι των κατηγοριών δέν είναι γι'αυτόν
παρά το είναι του συμπλεκτικού συνδέσμου επομένως αδιανόητο πέραν τής κρίσεως,
καθότι διαθέτει μόνον στην κρίση την καταγωγική του τοποθέτηση και την σημασία
του (Μόνον στην κρίση το έστι έχει την κατοικία του. Οι κατηγορίες πρέπει να
είναι ιδιαίτεροι προσδιορισμοί του έστι και καθαυτές (κατά μηδεμίαν συμπλοκήν)
απάγονται απο την κρίση !
Το λάθος του Apelt συνίσταται
στο ότι ερμήνευσε το όν το οποίο αποδίδεται στις κατηγορίες στα χωρία τής
Μεταφυσικής, αποκλειστικά απο ελάχιστα χωρία ιδιαιτέρως τού περί ερμηνείας,
όπου λέγεται ότι το καθαρό και γυμνό Είναι, καθαυτό, δέν σημαίνει τίποτε και
ότι αυτό εκφράζει μόνον μία σχέση, η οποία μόνη καθαυτή είναι αδιανόητη! (ουδέ
γάρ το είναι η μή είναι σημείον έστι του πράγματος ούδ'αν το όν είπης αυτό
καθ'εαυτό ψιλόν. αυτό μεν γάρ ουδέν έστι, προσσημαίνει δε σύνθεσιν τινα ήν άνευ
των συγκευμένων ούκ έστι νοήσαι (περί ερμηνείας 16 b 22).
Αυτό το χωρίο ανήκει σε μία λογική
έρευνα ενώ τα χωρία της Μεταφυσικής ανήκουν σε μία οντολογική έρευνα και είναι
λοιπόν φυσικό στα πρώτα το Είναι να κατανοείται με την λογική σημασία, ενώ στα
δεύτερα με την στενή οντολογική σημασία, ενώ είναι αδιανόητο να βιάσουμε με την
πρώτη, την σημασία της δεύτερης έρευνας!
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου