Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου 2017

Η ΜΟΙΡΑ ΤΟΥ ΕΓΩ (3)

Συνέχεια από : Παρασκευή 29 Σεπτεμβρίου 2017

Επειδή το Εγώ του Καρτέσιου εικονίζεται και σαν Ego cogito και σαν Res cogitans, ο προσδιορισμός τού Είναι, του «Sum», αφορά τόσο στην έννοια του Εγώ, όσο και σ' εκείνη της ουσίας και την σχέση τους.
Κατα τη διάρκεια τής μοντέρνας μεταφυσικής, όπου καταργήθηκε η μεσαιωνική έννοια τής ουσίας σαν Res cogitans, εμφανίστηκαν πολλοί και διαφορετικοί τρόποι κατανοήσεως τού Εγώ, τής ουσίας και τής σχέσης τους. Πέρα λοιπόν απο την απολυτοποίηση τής ουσίας και του Εγώ που επεξεργάστηκαν ο Σπινόζα και ο Φίχτε, υπήρξαν διατυπώσεις οι οποίες ξεφεύγουν απο την κατηγορία τού Χάιντεγκερ πώς, ξεκινώντας απο τον Καρτέσιο, ο άνθρωπος, καθότι πρώτο και αυθεντικό υποκείμενο, γίνεται το θεμέλιο τού Είναι και της αλήθειας τού όντος. 
Παρότι δε η ιστοριογραφία δίνει μεγάλη αξία στην ιδέα πως με τον Hegel η απολυτοποίηση για την οποία μιλήσαμε προωθήθηκε στην μέγιστη έκφρασή της, αυτό εξαρτάται απο μία ερμηνεία τής Εγελιανής διαλεκτικής, η οποία παρότι πειστική, πρέπει να επαναπροσδιοριστεί.
Διότι ακριβώς στον Hegel ουσία και υποκείμενο δημιουργούν μία ενότητα και μία διάκριση στην οποία συρρέουν διαφορετικές στιγμές τής φιλοσοφικής παραδόσεως, που θέτουν σε αμφιβολία μία ερμηνεία τύπου οντο-θεο-λογίας τής φιλοσοφίας του, όπως επικράτησε μετά τον Σέλλινγκ και τον Χάϊντεγγερ. Η έννοια τού Εγώ στον Hegel, όπως την συναντούμε στην Επιστήμη της λογικής (η πραγματικότης και περί τής εννοίας γενικώς), συγκροτείται απ' την επανεξέταση και ενοποίηση τριών βασικών θέσεων τής μοντέρνας φιλοσοφίας: την ουσία τού Σπινόζα, την μονάδα τού Λάϊμπνιτς και το υποκείμενο του Κάντ, τις οποίες ερμηνεύει σαν μία ακολουθία ουσιωδών στιγμών οι οποίες είναι ελλειπείς ταυτόχρονα, και οι οποίες αφομοιώνονται απο αυτόν η μία στην άλλη ώστε να σχηματίσουν μία καινούργια έννοια τού Εγώ. 

Η ουσία του Σπινόζα, μοναδική και άπειρη, χάνεται στις ιδιότητες και στους τρόπους, και δν είναι εις θέσιν να γνωρίση τον εαυτό της, επομένως είναι ελλειπής ως πρός την αρχή τού διαλογισμού εις εαυτήν. Αυτό όμως που λείπει στην ουσία του Σπινόζα είναι παρόν στην μονάδα του Λάϊμπνιτς, η οποία πέρα από τό νά περιέχει την εν λόγω αρχή είναι πολλαπλή και πεπερασμένη. Πράγματι η μονάδα είναι μία αυτόνομη πραγματικότης, αλλά δεν είναι το θεμέλιο τής πραγματικότητος, περιέχει την ολότητα τού πραγματικού, αλλά δέν είναι αυτή η ολότης. Εάν την ωθήσουμε μέχρι την έλλειψη αντιλήψεως, δεν φτάνει ακόμη και τότε στην ενότητα τής αυτοσυνειδήσεως, διότι είναι μία ολότης κλειστή στον εαυτό της, χωρίς την ικανότητα να ανοίγει στις άλλες μονάδες. Μόνον με την Καντιανή έννοια του Εγώ, εννοημένου σαν μία συνθετική πρωτογενή ενότητα, αφαιρετικά, η αρχή του διαλογισμού εις εαυτόν αγγίζει την ενότητα της αυτοσυνειδήσεως. Ο Hegel ξαναπαίρνει αυτή την Καντιανή αντίληψη τού Εγώ, την συγχωνεύει με τις συλλήψεις τής ουσίας των Σπινόζα και Λάϊμπνιτς , και την αναπτύσσει μέχρι να διαμορφώσει το ΕΓΩ σαν έννοια, δηλ. σαν ενότητα και διάκριση ουσίας και υποκειμένου. (Το Εγώ είναι δηλ. κατα μίμησιν Χριστού, ασυγχύτως και αδιαιρέτως, το τέλος τής προόδου τής ιστορίας που ξεκίνησε με την οικονομία τού Κυρίου, και επιτυγχάνει ιστορικά, στην ιστορία, εναλλακτικά αυτό που στην πνευματική ζωή της Εκκλησίας ονομάσθηκε Θέωση. Εγώ Χριστός.]
Η έννοια που είναι καθ’εαυτή –γράφει ο Hegel—είναι παρούσα αναγκαίως και σε μία άμεση ύπαρξη. Σ’αυτή την ουσιώδη ταύτιση με την ζωή, σ’αυτό το βούτηγμα στην εξωτερικότητά της (η έννοια), κατανοείται σαν ανθρωπολογία.

Έτσι λοιπόν για τον Hegel το Εγώ είναι η ΕΝΝΟΙΑ, το συγκεκριμένο καθόλου που είναι παρόν σε μας ξεκινώντας απο το ασυνείδητο και την σωματικότητα, δηλ. απο την ψυχική ουσία—ο Hegel την ονομάζει Seele psyche, και όχι anima--. Στην Εγκυκλοπαίδεια, σε πολεμική με την ορθολογική ψυχολογία και την εμπειρική ψυχολογία—οι οποίες αδυνατούν να κατανοήσουν την έννοια η οποία είναι έμφυτη στο πνεύμα, σαν ζωντανή και διαλεκτική ολότητα των στιγμών—βεβαιώνει την ανάγκη «εισαγωγής στην αντίληψη τού πνεύματος τής έννοιας» και αναφέρεται αμέσως στα βιβλία τού Αριστοτέλη γύρω απο την ψυχή, τα οποία είναι ακόμη και σήμερα η καλύτερη εργασία και ίσως και η μοναδική γύρω απο αυτό το αντικείμενο, θεωρητικού ενδιαφέροντος (ε 378). Στο να συλλαμβάνει δηλ. την ψυχή τού ανθρώπου σαν ψυχική ουσία ασυνείδητη ακόμη, απο την οποία πηγάζουν η συνείδηση και το πνεύμα, και όπως συνεχίζει να γράφει : σε έναν τέτοιο προσδιορισμό, θεωρητικό ακόμη, η ψυχή είναι μόνον ο ύπνος του πνεύματος—ο παθητικός νους τού Αριστοτέλη, ο οποίος σύμφωνα με την δυνατότητά του, είναι το όλον (ε 389). [Γι’αυτό και για τον Hegel, ο ενεργητικός Νούς είναι το τέλος τής ιστορίας. Αυτής που πηγάζει απο τον Αυγουστίνο.Καί η ιστορία τού Γερμανικού Πνεύματος τελειώνει στόν Νού, από όπου αρχίζει η Αρχαία Φιλοσοφία, αγκυροβολώντας τήν έννοια, τό summum bonnum τού Ιδεαλισμού στήν Προσωκρατική σοφία. Διότι σάν οπαδός τού Διαφωτισμού κατανοεί τόν Νού έμφυτο στήν ψυχή, ο οποίος ήταν θύραθεν γιά τούς αρχαίους, έξω από τήν ψυχή, αλλά τό κέντρο της,αποκαλύπτοντας καί τήν διαφορά ποσότητος καί ποιότητος]
Η ψυχική ουσία είναι ένα δοχείο, που ο Hegel ονομάζει «νύχτα του Εγώ» και «νύχτα τού κόσμου», στο οποίο  σκέψη και Είναι, κόσμος και Εγώ υπάρχουν σε μία ενότητα αδιαφοροποίητη ακόμη και εικονική. Είναι ο εαυτός, αυτό που συγκεντρώνει και δέχεται όλους τους προσδιορισμούς τού πνεύματος, όλες τις εμπειρίες τού ανθρώπου. Ο άνθρωπος λοιπόν Είναι σαν Εγώ και σαν Ουσία, τα οποία δέν υπάρχουν ποτέ τό ένα Χωρίς το άλλο, καθότι διαφοροποιούνται και ενεργούν διαδοχικώς, χωρίς να εξαφανίζονται ποτέ στην διαλεκτική πρόοδο. 

«Το Εγώ είναι αυτό το κενό, το δοχείο για τα πάντα και για κάθε πράγμα, για το οποίο το Παν υπάρχει και το οποίο συντηρεί το Παν εις εαυτό. Κάθε άνθρωπος είναι ένας ολόκληρος κόσμος αναπαραστάσεων οι οποίες είναι θαμμένες στη νύχτα του Εγώ. Έτσι το Εγώ είναι το καθόλου, το καθολικό, στο οποίο αφαιρείται απο κάθε συγκεκριμένο, αλλά στο οποίο, ταυτοχρόνως, το Παν παραμένει. Γι' αυτό δεν είναι απλώς η αφηρημένη καθολικότης, αλλά η καθολικότης η οποία περιέχει το Παν εις εαυτήν" (ε 24.πρόσθετο 1).
Γι’ αυτό στην Εγελιανή σύλληψη τής ψυχής εννοημένης σαν ψυχικής ουσίας η οποία βρίσκεται πίσω από το Εγώ συναντώνται πολλοί τρόποι για να γίνει κατανοητή αυτή η έννοια. Όχι μόνον του Σπινόζα αλλά πάνω απ’όλα του Λάϊμπνιτς, και επιπλέον η σύλληψη της ψυχής από τον Αριστοτέλη!

Παρ’ όλο το βάρος λοιπόν και την έκταση των ερμηνειών τού Νίτσε και του Χάϊντεγκερ, δεν φαίνεται δυνατόν να σκεφτούμε πως η Δυτική μεταφυσική και σ’ αυτήν η μεταφυσική τής υποκειμενικότητος που χαρακτηρίζει τον μοντέρνο κόσμο—μπορούν να κατανοηθούν σαν μία μοναδική πρόοδος η οποία προσδιορίζεται με μονοσήμαντη σημασία, και ακόμη πιό δύσκολο φαίνεται να ισχυρισθούμε πως η μοίρα του Εγώ ολοκληρώθηκε στον χώρο που άνοιξε ανάμεσα στην αυτοβεβαίωση του Cogito του Καρτέσιου και στις κριτικές του Νίτσε που την διαλύει.
Στον μοντέρνο κόσμο υπάρχουν πολλές φιγούρες του Εγώ, πέρα απο εκείνη του Hegel, οι οποίες δέν μπορούν να επανέλθουν σε εκείνη του Καρτέσιου, και οι οποίες γλιτώνουν εν μέρει, ή και συνολικά, απο τις κριτικές του Νίτσε και του Χάϊντεγκερ. Το Εγώ των μοντέρνων δεν είναι μία μονοσήμαντη έννοια, αλλά είναι πρωτεϊκής υφής και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που όχι μόνον σε διαφορετικούς στοχαστές, αλλά και στον ίδιον παρουσιάζεται μερικές φορές σε μία πολλαπλότητα μορφών, οι οποίες δέν είναι δυνατόν να αναχθούν σε ένα μοναδικό θεμέλιο. Μπορούν να κατανοηθούν σαν στιγμές ή αποσπάσματα μίας μοναδικής αλήθειας ή ενός μοναδικού λάθους μόνον με μία αφαιρετική πράξη που τους αφαιρεί κάθε πραγματικότητα και ζωή. Η αναγνώριση αυτής της πολλαπλότητος των μορφών του Εγώ στον σύγχρονο κόσμο—και, αυτό που μετρά ακόμη περισσότερο, η αναγνώρισή της όχι σαν κάτι μειωτικό, αλλά σαν πλούτος σκέψης, τον οποίον πρέπει συνεχώς να ξανασκεφτόμαστε—είναι ουσιώδης, διότι μόνον με την παραίτηση από κάθε απαίτησή μας να δώσουμε μία τελειωτική λύση στο πρόβλημα τού Εγώ, μπορεί να τεθεί η προϋπόθεση για την ένωση όλων τών μορφών που τριγυρίζουν γύρω απο το αίνιγμα του Εγώ, σαν ενός προβλήματος κοινού ολοκλήρου τής Δυτικής παραδόσεως.[Εδώ βρίσκουμε καί τό θεμέλιο τού οικουμενισμού καί τής πολυπολιτισμικότητος. Στήν πολλαπλότητα, πού είναι η ψυχική υπόσταση κατά τόν Πλωτίνο καί γιά νά είμαστε συνεπείς οφείλουμε νά τής προσφέρουμε τήν ενότητα, τήν οποία κατείχε ένεκεν τής Μεταφυσικής της Φύσεως, σάν τόκος εν Καλώ τού Αγαθού καί τήν οποία λόγω τής αρνήσεως τής Μεταφυσικής πρέπει νά κατασκευάσουμε διίδίων δυνάμεων θεσμοποιώντας την]
[Όπως καταλαβαίνουμε, η έννοια του Εγώ τού Hegel είναι ένα είδος ψυχικής Χριστολογίας (ανθρωπολογία) τής ιστορίας, η οποία ιστορία με τις συλλήψεις τού Αυγουστίου πήρε πολύ γρήγορα την θέση της Εκκλησίας. Και οι σύγχρονοι Ρώσοι θεολόγοι πρόσθεσαν στην δημιουργηκότητα αυτού του Εγώ την αγάπη, η οποία κατάγεται ξανά απο τον Αυγουστίνο.]

Σχόλιο: Η Δύση τελικώς φαίνεται να είναι ο Μυστηριώδης εκείνος  τόπος και τρόπος, όπου οτιδήποτε εισέρχεται μεταλλάσσεται στο αντίθετό του. Συνώνυμο του θανάτου. Μία αυτονόμηση της νύχτας η οποία εδημιουργήθη σαν βοηθός της ημέρας. Σήμερα στην ανθρωπότητα, η ημέρα υπηρετεί την νύχτα και αυτό θεωρείται δημιουργικότης. 


Συνεχίζεται
Αμέθυστος

1 σχόλιο:

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Το εγώ είναι,απλώς,ένα τεραστίων νανο-διαστάσεων ψυχικό τραύμα(παιδικότητος και παλιμπαιδισμού)που μας εξωθεί 'στη γωνία και το περιθώριο της ζωής,μας παρεισάγει 'ς την Ιστορία του μηδενός και της τιποτολογίας.Octopus & cactus.Κροκο-δειλέ χρυσοχελιδονόψαρον καναρινί με κοντά ποδάρια.Η Δύσις ζη ανέκαθεν με τη νύκτα ενώ η Ανατολή θα γεύεται πάντοτε την Ημέρα,τον κατ'αλήθεια βίο μιας κοινωνίας αθλήσεως,την ειλικρινή και ντόμπρ'αυτοπραγμάτωσι(μόνη).Για να σπείρης οφείλεις να θερίσης και καρπούς δεν έχουμε παρά ξηρά φύλλ'απερριμμένα 'στον αγέρα με στιβαρούς,σκληρούς καρπούς(περικοπή περί της απο-ξηρανθείσης συκής για γρήγορα συκωτάκι'από juicy γκόμενες..).