Κώστας Γρίβας
Εάν εξετάσουμε χωρίς προκαταλήψεις τη διαδικασία που οδήγησε την Τουρκία και τη Ρωσία στην πρωτοφανή στην ιστορία τους προσέγγιση των τελευταίων ετών, θα δούμε ότι, κατά φαινομενικά σχιζοφρενικό τρόπο, προέκυψε ως έμμεσο αποτέλεσμα της επικίνδυνης όξυνσης των σχέσεών τους μετά την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού Sukhoi Su-24. Το επεισόδιο αυτό δεν υπήρξε κεραυνός εν αιθρία αλλά ήταν η κορύφωση της αντιπαράθεσης των δύο χωρών στη Συρία, όπου υποστήριζαν (και υποστηρίζουν) διαφορετικές πλευρές.
Η κατάρριψη του Sukhoi έφερε τις δύο χώρες στα πρόθυρα της πολεμικής αναμέτρησης. Αυτό όμως ήταν ένα ενδεχόμενο εξαιρετικά επικίνδυνο και για τη Μόσχα και για την Άγκυρα. Δεδομένου ότι η Τουρκία είναι μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ μια εμπλοκή μαζί της θα μπορούσε να σύρει τον πλανήτη σε παγκόσμιο πόλεμο. Επιπροσθέτως, ναι μεν η πλάστιγγα της στρατιωτικής ισχύος έγερνε έντονα προς την πλευρά της Ρωσίας, το γεγονός όμως ότι οι δύο χώρες δεν συνορεύουν άμεσα περιόριζε δραστικά τις δυνατότητες προβολής ισχύος της ρωσικής πολεμικής μηχανής.
Αντιθέτως, η μικρή ρωσική στρατιωτική δύναμη που βρισκόταν στη Συρία δύσκολα θα μπορούσε να αντισταθεί αποτελεσματικά εναντίον μαζικής τουρκικής επίθεσης. Σε αυτήν την περίπτωση οι επιλογές για τη Ρωσία ήταν αμείλικτα περιορισμένες. Η μία εξ αυτών ήταν να αποδεχόταν μια πρωτοφανή στην ιστορία της στρατιωτική ταπείνωση, η οποία θα την οδηγούσε σε δύσκολα αναστρέψιμη γεωπολιτική παρακμή και υποβιβασμό σε δύναμη τρίτης κατηγορίας, θα έθετε εν κινδύνω τη συνοχή της ως χώρα, ενώ θα σήμαινε και την πολιτική αυτοκτονία του Προέδρου Πούτιν. Η άλλη ήταν η καταφυγή στο πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Σε αντίθεση με ότι πιστεύεται, η επιλογή αυτή δεν είναι κάποιο «αδιανόητο» ενδεχόμενο. Ναι μεν το σοβιετικό πυρηνικό δόγμα ήταν ‘no first use’, δηλαδή προέβλεπε χρήση πυρηνικών όπλων μόνο σε περίπτωση επίθεσης με πυρηνικά όπλα. Όμως, το ισχύων ρωσικό πυρηνικό δόγμα είναι σκοπίμως ασαφές και αφήνει πολλά περιθώρια για τη χρήση πυρηνικών όπλων, ακριβώς για να καλύπτει τις αδυναμίες προβολής ισχύος της Ρωσίας σε περιοχές εκτός του άμεσου γεωγραφικού της περίγυρου. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, θα είχαμε πυρηνική επίθεση της Ρωσίας σε χώρα μέλος του ΝΑΤΟ. Και τότε η πιθανότητα ενός θερμοπυρηνικού παγκόσμιου ολοκαυτώματος θα μετατρεπόταν εν μια νυκτί από μια ζοφερή αλλά μακρινή ιστορική μνήμη σε μια επικείμενη πραγματικότητα.
Από την άλλη, κανείς δεν μπορούσε να εξασφαλίσει ότι η Μόσχα δεν θα κατέφευγε στο πυρηνικό της οπλοστάσιο μόνο και μόνο γιατί το αποτέλεσμα παρόμοιας επιλογής θα ήταν ασύλληπτο. Και αυτό όχι μόνο γιατί και οι συνέπειες για τη Ρωσία αν δεν αντιδρούσε σε στρατιωτική επίθεση της Τουρκίας στις δυνάμεις της στη Συρία θα ήταν επίσης υπερβολικά μεγάλες για να τις αντέξει. Το σημαντικότερο είναι ότι πιθανώς να έβγαζε το συμπέρασμα ότι το ΝΑΤΟ δεν θα αποτολμούσε να διακινδυνεύσει παγκόσμιο θερμοπυρηνικό πόλεμο για χάρη της Τουρκίας.
Πληθωριστικό NATO και αδυναμία λήψης αποφάσεων
Γεωπολιτικό μπάλωμα
Σύνθετη πραγματικότητα
Εάν εξετάσουμε χωρίς προκαταλήψεις τη διαδικασία που οδήγησε την Τουρκία και τη Ρωσία στην πρωτοφανή στην ιστορία τους προσέγγιση των τελευταίων ετών, θα δούμε ότι, κατά φαινομενικά σχιζοφρενικό τρόπο, προέκυψε ως έμμεσο αποτέλεσμα της επικίνδυνης όξυνσης των σχέσεών τους μετά την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού Sukhoi Su-24. Το επεισόδιο αυτό δεν υπήρξε κεραυνός εν αιθρία αλλά ήταν η κορύφωση της αντιπαράθεσης των δύο χωρών στη Συρία, όπου υποστήριζαν (και υποστηρίζουν) διαφορετικές πλευρές.
Η κατάρριψη του Sukhoi έφερε τις δύο χώρες στα πρόθυρα της πολεμικής αναμέτρησης. Αυτό όμως ήταν ένα ενδεχόμενο εξαιρετικά επικίνδυνο και για τη Μόσχα και για την Άγκυρα. Δεδομένου ότι η Τουρκία είναι μια χώρα μέλος του ΝΑΤΟ μια εμπλοκή μαζί της θα μπορούσε να σύρει τον πλανήτη σε παγκόσμιο πόλεμο. Επιπροσθέτως, ναι μεν η πλάστιγγα της στρατιωτικής ισχύος έγερνε έντονα προς την πλευρά της Ρωσίας, το γεγονός όμως ότι οι δύο χώρες δεν συνορεύουν άμεσα περιόριζε δραστικά τις δυνατότητες προβολής ισχύος της ρωσικής πολεμικής μηχανής.
Αντιθέτως, η μικρή ρωσική στρατιωτική δύναμη που βρισκόταν στη Συρία δύσκολα θα μπορούσε να αντισταθεί αποτελεσματικά εναντίον μαζικής τουρκικής επίθεσης. Σε αυτήν την περίπτωση οι επιλογές για τη Ρωσία ήταν αμείλικτα περιορισμένες. Η μία εξ αυτών ήταν να αποδεχόταν μια πρωτοφανή στην ιστορία της στρατιωτική ταπείνωση, η οποία θα την οδηγούσε σε δύσκολα αναστρέψιμη γεωπολιτική παρακμή και υποβιβασμό σε δύναμη τρίτης κατηγορίας, θα έθετε εν κινδύνω τη συνοχή της ως χώρα, ενώ θα σήμαινε και την πολιτική αυτοκτονία του Προέδρου Πούτιν. Η άλλη ήταν η καταφυγή στο πυρηνικό της οπλοστάσιο.
Σε αντίθεση με ότι πιστεύεται, η επιλογή αυτή δεν είναι κάποιο «αδιανόητο» ενδεχόμενο. Ναι μεν το σοβιετικό πυρηνικό δόγμα ήταν ‘no first use’, δηλαδή προέβλεπε χρήση πυρηνικών όπλων μόνο σε περίπτωση επίθεσης με πυρηνικά όπλα. Όμως, το ισχύων ρωσικό πυρηνικό δόγμα είναι σκοπίμως ασαφές και αφήνει πολλά περιθώρια για τη χρήση πυρηνικών όπλων, ακριβώς για να καλύπτει τις αδυναμίες προβολής ισχύος της Ρωσίας σε περιοχές εκτός του άμεσου γεωγραφικού της περίγυρου. Σε αυτή την περίπτωση, όμως, θα είχαμε πυρηνική επίθεση της Ρωσίας σε χώρα μέλος του ΝΑΤΟ. Και τότε η πιθανότητα ενός θερμοπυρηνικού παγκόσμιου ολοκαυτώματος θα μετατρεπόταν εν μια νυκτί από μια ζοφερή αλλά μακρινή ιστορική μνήμη σε μια επικείμενη πραγματικότητα.
Από την άλλη, κανείς δεν μπορούσε να εξασφαλίσει ότι η Μόσχα δεν θα κατέφευγε στο πυρηνικό της οπλοστάσιο μόνο και μόνο γιατί το αποτέλεσμα παρόμοιας επιλογής θα ήταν ασύλληπτο. Και αυτό όχι μόνο γιατί και οι συνέπειες για τη Ρωσία αν δεν αντιδρούσε σε στρατιωτική επίθεση της Τουρκίας στις δυνάμεις της στη Συρία θα ήταν επίσης υπερβολικά μεγάλες για να τις αντέξει. Το σημαντικότερο είναι ότι πιθανώς να έβγαζε το συμπέρασμα ότι το ΝΑΤΟ δεν θα αποτολμούσε να διακινδυνεύσει παγκόσμιο θερμοπυρηνικό πόλεμο για χάρη της Τουρκίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου