Συνέχεια από: Κυριακή, 12 Σεπτεμβρίου 2021
ΛΟΓΟΣ ΚΑΤΗΧΗΤΙΚΟΣ Ο ΜΕΓΑΣ
1. Αυτός δε ο τρόπος είναι να ρυθμιστούν τα πράγματα ούτως ώστε ο κρατούντας εμάς να λάβει παν ό,τι θέλει ως λύτρον απέναντι του κατεχομένου. Τί λοιπόν θα ήταν φυσικό να προτιμήσει να λάβει ο κρατούντας εμάς; Είναι δυνατόν να στοχασθούμε ποια ήταν η επιθυμία του δια λογικού συλλογισμού. Έπειτα θα γίνουν πρόδηλα σε εμάς τα τεκμήρια των ζητουμένων.
2. Εκείνος, ο οποίος σύμφωνα προς την συζήτησιν, η οποία εξετέθη στα αρχικά κεφάλαια τού συγγράμματος, έκλεισε τα μάτια προς το αγαθόν από φθόνον προς τον ευημερούντα άνθρωπο, γέννησε δε μέσα του το ζόφο της κακίας, και ασθένησε από φιλαρχία η οποία κατέστη αρχή της ροπής προς το κακόν και προϋπόθεση και τρόπον τινά μητέρα της άλλης κακίας, έναντι ποιου θα αντάλλασσε τον κατεχόμενον άνθρωπο, παρά μόνο έναντι του υψηλοτέρου και ανώτερου ανταλλάγματος, ούτως ώστε να ικανοποιήσει περισσότερο το πάθος τής υπερηφανείας του, αλλάζοντας τα κατώτερα με τα ανώτερα; Αλλά σε κανένα γεγονός εξ όσων έλαβαν χώρα δια μέσου των αιώνων της ιστορίας βρήκε κάτι παρόμοιο με αυτό που έβλεπε να λαμβάνει χώρα στα τότε φαινόμενα· την άνευ σαρκικής επαφής σύλληψιν, την άφθορον γέννησιν, την άνευ φθοράς, την μητρότητα μετά παρθενίας, τις φωνές που βεβαίωναν από άνω εκ του αοράτου κόσμου την υπερφυσική αξία και την διόρθωση των φυσικών αρρωστημάτων πραγματουμένη υπ’ αυτού χωρίς υλικά μέσα με μόνην την φωνή του και την ορμή της θελήσεώς του, την επαναφορά των νεκρών στην ζωήν, τον φόβον τον οποίον ενέπνεε στους δαίμονες και την εξουσία κατά της εξ αέρος απειλής, το βάδισμά του επί της θαλάσσης, χωρίς να χωρίζεται σε δυο το πέλαγος και να αποκαλύπτει τον πυθμένα του όπως έγινε κατά την θαυματουργία του Μωϋσέως, αλλά με την επιφάνεια του ύδατος άνω στερεοποιουμένη και στηρίζουσα με την στερεότητά της τον πόδα του, την αδιαφορία δια την τροφήν εφ’ όσον ήθελε και τις πλούσιες παραθέσεις φαγητών στην έρημο προς χιλιάδες χορταζομένων, στους οποίους ούτε ο ουρανός έρριπτε το μάννα ούτε η γη κατά την φυσική αυτής παραγωγή παρέθετε τροφή ώστε να καλυφθεί η ανάγκη αυτών, αλλ’ η ευεργεσία προήρχετο εκ των αρρήτων ταμείων της θείας δυνάμεως ως άρτος έτοιμος παραγόμενος στα χέρια των διανεμητών και δια του χορτασμού των εσθιόντων πολλαπλασιαζόμενος, στους οποίους επίσης η παράθεση των ιχθύων δεν προήρχετο από συνεισφορά της θαλάσσης για τις ανάγκες τους αλλά από προσφορά εκείνου ο οποίος έσπειρε και το γένος των ιχθύων στην θάλασσαν. Αλλά πώς είναι δυνατόν να διεξέλθει κάνεις ένα προς ένα τα θαύματα του Ευαγγελίου;
3. Ταύτη λοιπόν την δύναμιν βλέπων στον Ιησού Χριστό ο εχθρός διείδε ότι ως αντάλλαγμα ο προκείμενος Ιησούς είναι κάτι περισσότερο από εκείνον που κατείχε. Ένεκα τούτου προτιμά αυτόν ως λύτρο αντί εκείνων, οι οποίοι φρουρούντο μέσα στην φυλακή του θανάτου· Αλλ’ όμως ήταν αδύνατον σ’ αυτόν να ενατενίσει την φαντασία του Θεού γυμνή χωρίς να βλέπει σ’ αυτόν μοίρα σαρκός, την οποία ήδη κατόπιν της αμαρτίας είχε υποτάξει. Δια τούτο η θεότης περικαλύπτεται με την σάρκα, ώστε βλέπων ο εχθρός προς κάτι το σύντροφον και συγγενές αυτού να μη πτοηθεί να προσεγγίσει την υπερέχουσαν δύναμιν, αλλά κατανοήσας την ολίγον κατ’ ολίγον δια των θαυμάτων διαλάμπουσα δύναμιν να νομίσει ότι το εμφανισθέν είναι κάτι μάλλον επιθυμητόν παρά φοβερόν.
4. Βλέπεις πως συνεζεύχθη η αγαθότης με την δικαιοσύνη και η σοφία δεν έχει αποχωρισθεί από αυτά; Διότι η επινόηση να γίνει χωρητή η θεία δύναμις μέσα στην περιβολή του σώματος, ώστε να μη παρεμποδισθεί η υπέρ ημών οικονομία λόγω του φόβου της υψηλής παρουσίας του Θεού, πάντως αποδεικνύει την σύγχρονο παρουσία της αγαθότητος, της σοφίας, της δικαιοσύνης. Διότι το ότι θέλει να μας σώσει είναι απόδειξη της αγαθότητος, η προσφορά ανταλλάγματος προς απελευθέρωσιν του κρατουμένου είναι απόδειξη της δικαιοσύνης, το δε σχέδιο κατά του εχθρού ποιώντας χωρητόν το αχώρητον είναι απόδειξη ανώτατης σοφίας.
Το πρωτότυπο κείμενο
Κεφάλαιο 23
1. Οὗτος δέ ἐστί τις τὸ ἐπὶ τῷ κρατοῦντι ποιήσασθαι πᾶν ὅπερ ἂν ἐθέλοι λύτρον ἀντὶ τοῦ κατεχομένου λαβεῖν.Τί τοίνυν εἰκὸς ἦν μᾶλλον τὸν κρατοῦντα λαβεῖν ἑλέσθαι; δυνατόν ἐστι δι' ἀκολούθου στοχασμόν τινα τῆς ἐπιθυμίας αὐτοῦ λαβεῖν, εἰτὰ πρόδηλα γένοιτο ἡμῖν τῶν ζητουμένων τεκμήρια.
2. ὁ τοίνυν κατὰ τὸν ἐν ἀρχῇ τοῦ συγγράμματος προαποδοθέντα λόγον τῷ πρὸς τὸν εὐημεροῦντα φθόνῳ πρὸς μὲν τὸ ἀγαθὸν ἐπιμύσας, τὸν δὲ τῆς κακίας ζόφον ἐν ἑαυτῷ γεννήσας, ἀρχὴν δὲ τῆς πρὸς τὰ χείρω ῥοπῆς καὶ ὑπόθεσιν καὶ οἱονεὶ μητέρα τῆς λοιπῆς κακίας τὴν φιλαρχίαν νοσήσας, τίνος ἂν ἀντηλλάξατο τὸν κατεχόμενον, εἰ μὴ δηλαδὴ τοῦ ὑψηλοτέρου καὶ μείζονος ἀνταλλάγματος, ὡς ἂν μᾶλλον ἑαυτοῦ τὸ κατὰ τὸν τῦφον θρέψειεν πάθος, τὰ μείζω τῶν ἐλαττόνων διαμειβόμενος; ἀλλὰ μὴν ἐν τοῖς ἀπ' αἰῶνος ἱστορουμένοις, ἐν οὐδενὶ συνεγνώκει τοιοῦτον οὐδέν, οἷα καθεώρα περὶ τὸν τότε φαινόμενον, κυοφορίαν ἀσυνδύαστον, καὶ γέννησιν ἄφθορον, καὶ θήλην ἐκ παρθενίας, καὶ ἄνωθεν ἐπιμαρτυρούσας τῷ ὑπερφυεῖ τῆς ἀξίας ἐκ τῶν ἀοράτων φωνάς, καὶ τῶν τῆς φύσεως ἀρρωστημάτων διόρθωσιν ἀπραγμάτευτόν τινα καὶ ψιλήν, ἐν ῥήματι μόνῳ καὶ ὁρμῇ τοῦ θελήματος παρ' αὐτοῦ γινομένην, τήν τε τῶν τεθνηκότων ἐπὶ τὸν βίον ἀνάλυσιν, καὶ τὴν τῶν καταδίκων ἀνάρρυσιν, καὶ τὸν κατὰ τῶν δαιμόνων φόβον, καὶ τῶν κατὰ τὸν ἀέρα παθῶν τὴν ἐξουσίαν, καὶ τὴν διὰ θαλάσσης πορείαν, οὐ διαχωροῦντος ἐφ' ἑκάτερα τοῦ πελάγους, καὶ τὸν πυθμένα γυμνοῦντος τοῖς παροδεύουσι κατὰ τὴν ἐπὶ Μωσέως θαυματουργίαν, ἀλλ' ἄνω τῆς ἐπιφανείας τοῦ ὕδατος ὑποχερσουμένης τῇ βάσει, καὶ διά τινος ἀσφαλοῦς ἀντιτυπίας ὑπερειδούσης τὸ ἴχνος, τήν τε τῆς τροφῆς ὑπεροψίαν ἐφ' ὅσον βούλοιτο, καὶ τὰς ἐν ἐρημίᾳ δαψιλεῖς ἑστιάσεις τῶν ἐν πολλαῖς χιλι άσιν εὐωχουμένων, οἷς οὔτε οὐρανὸς ἐπέρρει τὸ μάννα, οὔτε ἡ γῆ κατὰ τὴν ἰδίαν αὐτῆς φύσιν σιτοποιοῦσα τὴν χρείαν ἐπλήρου, ἀλλ' ἐκ τῶν ἀρρήτων ταμείων τῆς θείας δυνάμεως ἡ φιλοτιμία προῄει, ἕτοιμος ἄρτος ταῖς χερσὶ τῶν διακονούντων ἐγγεωργούμενος καὶ διὰ τοῦ κόρου τῶν ἐσθιόντων πλείων γιγνόμενος, ἥ τε διὰ τῶν ἰχθύων ὀψοφαγία, οὐ θαλάσσης αὐτοῖς πρὸς τὴν χρείαν συνεισφερούσης, ἀλλὰ τοῦ καὶ τῇ θαλάσσῃ τὸ γένος τῶν ἰχθύων ἐγκατασπείραντος. καὶ πῶς ἄν τις τὸ καθ' ἕκαστον τῶν εὐαγγελικῶν διεξίοι θαυμάτων;
3. Ταύτην τοίνυν τὴν δύναμιν καθορῶν, ὁ ἐχθρὸς ἐν ἐκείνῳ πλεῖον τοῦ κατεχομένου τὸ προκείμενον εἶδεν ἐν τῷ συναλ λάγματι. τούτου χάριν αὐτὸν αἱρεῖται λύτρον τῶν ἐν τῇ τοῦ θανάτου φρουρᾷ καθειργμένων γενέσθαι. ἀλλὰ μὴν ἀμήχανον ἦν αὐτὸν γυμνῇ προσβλέψαι τῇ τοῦ θεοῦ φαντασίᾳ, μὴ σαρκός τινα μοῖραν ἐν αὐτῷ θεωρήσαντα, ἣν ἤδη διὰ τῆς ἁμαρτίας κεχείρωτο. διὰ τοῦτο περι καλύπτεται τῇ σαρκὶ ἡ θεότης, ὡς ἄν, πρὸς τὸ σύντροφόν τε καὶ συγγενὲς αὐτῷ βλέπων, μὴ πτοηθείη τὸν προσεγγισμὸν τῆς ὑπερεχούσης δυνάμεως· καὶ τὴν ἠρέμα διὰ τῶν θαυμάτων ἐπὶ τὸ μεῖζον διαλάμπουσαν δύναμιν κατανοήσας, ἐπιθυμητὸν μᾶλλον ἢ φοβερὸν τὸ φανὲν εἶναι νομίσῃ.
4. ὁρᾷς ὅπως τὸ ἀγαθὸν τῷ δικαίῳ συνέζευκται καὶ τὸ σοφὸν τούτων οὐκ ἀποκέκριται. Τὸ γὰρ διὰ τῆς τοῦ σώματος περιβολῆς χωρητὴν τὴν θείαν δύναμιν ἐπινοῆσαι γενέσθαι, ὡς ἂν ἡ ὑπὲρ ἡμῶν οἰκονομία μὴ παραποδισθείη τῷ φόβῳ τῆς θεικῆς ἐπιφανείας, πάντων κατὰ ταὐτὸν τὴν ἀπόδειξιν ἔχει, τοῦ ἀγαθοῦ, τοῦ σοφοῦ, τοῦ δικαίου. Τὸ μὲν γὰρ ἑλέσθαι σῶσαι τῆς ἀγαθότητός ἐστι μαρτυρία· τὸ δὲ συναλλαγματικὴν ποιήσασθαι τὴν τοῦ κρατουμένου λύτρωσιν τὸ δίκαιον δείκνυσι· τὸ δὲ χωρητὸν δι' ἐπινοίας ποιῆσαι τῷ ἐχθρῷ τὸ ἀχώρητον τῆς ἀνωτάτω σοφίας τὴν ἀπόδειξιν ἔχει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου