Τετάρτη 14 Μαΐου 2025

Το στρεβλό υλικό της ανθρωπότητας - Isaiah Berlin (3)

Συνέχεια από: Σάββατο 10 Μαΐου 2025

Η αποθέωση της ρομαντικής βούλησης: Η εξέγερση ενάντια στον μύθο του ιδανικού κόσμου

ΙΙΙ

Λέγεται, συνήθως, ότι κατά τον 18ο αιώνα μετά τις ορθολογικές αντιλήψεις και τον σεβασμό προς τα συνεκτικά διανοητικά συστήματα επακολούθησε η αισθηματολογία, ή ενδοσκόπηση και η εξύμνηση του συναισθήματος, όπως φαίνεται στο αστικό αγγλικό μυθιστόρημα, την comédie larmoyante [δακρύβρεκτη κωμωδία], τη ροπή στις εκμυστηρεύσεις και στη μεμψιμοιρία του Rousseau και των οπαδών του, και στις επιθέσεις του ενάντια στους επιτήδειους αλλά ηθικά κούφιους διανοουμένους των Παρισίων, με τον αθεϊσμό και τον ιδιοτελή ωφελισμό τους, που δεν λάμβαναν υπόψη την ανάγκη για αγάπη και ελεύθερη αυτοέκφραση της αγνής ανθρώπινης καρδιάς· και λέγεται ακόμη ότι αυτό δυσφήμισε τον κενό ψευδοκλασικισμό της εποχής και άνοιξε τον δρόμο στον αχαλίνωτο συναισθηματισμό. Υπάρχει κάποια αλήθεια σ' αυτό, όμως θα πρέπει να έχουμε κατά νουν ότι αφενός ο Rousseau, κατά παρόμοιο τρόπο με όσους περιφρονούσε, συνταύτισε φύση και Λόγο και καταδίκασε το σκέτο ανορθολογικό «πάθος» και αφετέρου το συναίσθημα ουδέποτε απουσίαζε από τις ανθρώπινες σχέσεις και την τέχνη. Η Βίβλος, ο Όμηρος, οι έλληνες τραγικοί, ο Κάτουλος, ο Βιργίλιος, ο Δάντης, η γαλλική κλασική τραγωδία πλημμυρίζουν από έντονα συναισθήματα. Η ανθρώπινη καρδιά ή η ανθρώπινη φύση δεν παραγνωρίστηκαν ούτε απωθήθηκαν στη βασική παράδοση της ευρωπαϊκής τέχνης· όμως, αυτό δεν εμπόδισε τη διαρκή ενασχόληση με τη μορφή και τη δομή, την έμφαση σε κανόνες για τους οποίους αναζητούνταν ορθολογική δικαιολόγηση. Στην τέχνη, όπως στη φιλοσοφία και στην πολιτική, γινόταν για πολλούς αιώνες συνειδητή επίκληση αντικειμενικών κριτηρίων, της οποίας η πλέον ακραία μορφή υπήρξε η θεωρία των αιώνιων αρχετύπων, των αμετάβλητων πλατωνικών ή χριστιανικών προτύπων, βάσει των οποίων κρίνονταν ζωή και σκέψη, θεωρία και πράξη. Η αισθητική θεωρία της μίμησης, που συνενώνει τον αρχαίο, τον μεσαιωνικό και τον αναγεννησιακό κόσμο με την Υψηλή Τεχνοτροπία του 18ου αιώνα, προϋποθέτει ότι υπάρχουν οικουμενικές αρχές και αιώνια πρότυπα τα οποία πρόκειται να ενσαρκώσουμε ή να «μιμηθούμε». Η εξέγερση που (τουλάχιστον προσωρινά) ανέτρεψε αυτή την αντίληψη δεν κατευθυνόταν απλώς ενάντια στον παρηκμασμένο φορμαλισμό και στη σχολαστικότητα του ψυχρού νεοκλασικισμού – αντίθετα προχωρούσε πολύ μακρύτερα, καθώς αρνιόταν την ύπαρξη οικουμενικών αληθειών, τις αιώνιες μορφές τις οποίες γνώση και δημιουργία, μάθηση, τέχνη και ζωή οφείλουν να μάθουν να ενσωματώνουν αν πρόκειται να δικαιώσουν τον ισχυρισμό ότι αντιπροσώπευαν τα ευγενέστερα πετάγματα του λογικού και της φαντασίας των ανθρώπων. Ο θρίαμβος της επιστήμης και των εμπειρικών μεθόδων -ό,τι ο Whitehead ονόμασε κάποτε «εξέγερση της ύλης»- υποκατέστησαν το ένα σύνολο μορφών με άλλο· αυτό κλόνισε την πίστη στα a priori αξιώματα και στους a priori νόμους που παρέχονταν από τη θεολογία ή την αριστοτελική μεταφυσική και έβαλε στη θέση τους νόμους και κανόνες που επικυρώνονταν από την εμπειρία, ιδίως από τη θεαματικά αυξανόμενη δυνατότητα να εκπληρωθεί το πρόγραμμα του Bacon - πρόβλεψη και έλεγχος της φύσης και των ανθρώπων ως φυσικών όντων.

Η «εξέγερση της ύλης» δεν ήταν ανταρσία κατά των νόμων και των κανόνων ως τέτοιων, ούτε κατά των παλαιών ιδεωδών – όπως ήταν η βασιλεία του Λόγου, της ευτυχίας και της γνώσης· αντίθετα, η κατίσχυση των μαθηματικών και οι αναγωγές τους σε άλλες σφαίρες της ανθρώπινης σκέψης, η πίστη στη σωτηρία μέσω της γνώσης, ποτέ δεν έμελλε ν' αποκτήσουν τόσο μεγάλη δύναμη όσο κατά τη διάρκεια του Διαφωτισμού. Ωστόσο, με το τέλος του 18ου αιώνα και την αρχή του 19ου διαπιστώνουμε έντονη περιφρόνηση για τους κανόνες και τις μορφές ως τέτοιες – με πλήθος περιπαθών εκκλήσεων για την ελευθερία της αυτοέκφρασης ομάδων, κινημάτων, ατόμων, οπουδήποτε κι αν οδηγούσε αυτή. Ιδεαλιστές φοιτητές των γερμανικών πανεπιστημίων, επηρεασμένοι από τα ρομαντικά ρεύματα της εποχής, παραγνώριζαν στόχους όπως ευτυχία, ασφάλεια, επιστημονική γνώση, πολιτική και οικονομική σταθερότητα και κοινωνική ειρήνη, αντιμετωπίζοντάς τες περιφρονητικά. Για τους οπαδούς της νέας φιλοσοφίας η δυστυχία ήταν ευγενέστερη από την άνεση, η αποτυχία ήταν προτιμότερη από την εγκόσμια επιτυχία, μια και αυτή κουβαλούσε κάτι πρόστυχο και καιροσκοπικό, και ασφαλώς εξαγοραζόταν με αντίτιμο την προδοσία της προσωπικής ακεραιότητας, της ανεξαρτησίας, του εσωτερικού φωτός, του προσωπικού οράματος. Πίστευαν ότι την αλήθεια την κατείχαν οι μειονότητες, πάνω απ' όλους εκείνοι που υπέφεραν για τις πεποιθήσεις τους και όχι οι άμυαλες πλειοψηφίες, ότι το μαρτύριο ήταν ιερό ανεξαρτήτως για ποια υπόθεση το υφίστατο κανείς, ότι η ειλικρίνεια, η αυθεντικότητα και η ένταση αισθημάτων, κυρίως δε η απροκάλυπτη ανυπακοή -που συνεπαγόταν διαρκή αγώνα ενάντια στις συμβάσεις, ενάντια στις καταπιεστικές δυνάμεις της εκκλησίας, του κράτους και της φιλισταϊκής κοινωνίας, ενάντια στον κυνισμό, την κερδοσκοπία και την αδιαφορία- αποτελούσαν ιερές αξίες, έστω και αν, ή μάλλον επειδή, όλα αυτά ήταν καταδικασμένα να αποτύχουν στον εκφυλισμένο κόσμο κυρίων και δούλων· το ν' αγωνίζεται κανείς, και στην ανάγκη να πεθαίνει, ήταν γενναίο, σωστό και έντιμο, ενώ το να συμβιβάζεται και να επιβιώνει συνιστούσε δειλία και προδοσία. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν υπέρμαχοι του συναισθήματος ενάντια στον Λόγο, αλλά υπέρμαχοι μιας διαφορετικής ικανότητας του ανθρώπινου πνεύματος, που είναι πηγή κάθε ζωής και δράσης, υπέρμαχοι του ηρωισμού και της θυσίας, της ευγένειας και του ιδεαλισμού, ατομικού και συλλογικού συνάμα – ήταν υπέρμαχοι της αγέρωχης, αδάμαστης, ελεύθερης ανθρώπινης βούλησης. Αν η άσκησή της προκαλούσε δεινά, αν οδηγούσε σε συγκρούσεις, αν ήταν ασυμβίβαστη με τη γαλήνια, αρμονική ζωή, ή με τα επιτεύγματα της καλλιτεχνικής τελειότητας, που παρέμενε αδιατάρακτη και ανενόχλητη από τον κονιορτό και τον ορυμαγδό του αγώνα για την πληρότητα της ζωής, αν η εξέγερση του Προμηθέα ενάντια στους ολύμπιους θεούς τον καταδίκασε σε αιώνιο μαρτύριο, τότε τόσο το χειρότερο για τον Όλυμπο, τότε κάτω η άποψη της τελειότητας αφού εξαγοράζεται με τίμημα το αλυσόδεμα της ελεύθερης, ανεξάρτητης βούλησης, της αχαλίνωτης φαντασίας, του άγριου ανέμου της έμπνευσης που φυσάει όπου θέλει. Ανεξαρτησία, ανυπακοή ατόμων, ομάδων και εθνών, επιδίωξη σκοπών όχι επειδή είναι οικουμενικοί αλλά επειδή είναι δικοί μου, του λαού μου, του πολιτισμού μου – αυτή ήταν η νοοτροπία μιας μειονότητας ακόμη κι ανάμεσα στους γερμανούς ρομαντικούς, απηχούμενη από πολύ λιγότερους στην υπόλοιπη Ευρώπη: μολαταύτα, οι ρομαντικοί έβαλαν τη σφραγίδα τους τόσο στην εποχή τους όσο και στη δική μας. Κανένας μεγάλος καλλιτέχνης, κανένας εθνικός ηγέτης του 19ου αιώνα δεν ήταν εντελώς απαλλαγμένος από την επιρροή τους. Επιτρέψτε μου να επανέλθω σε κάποιες από τις πηγές του Ρομαντισμού πριν από τη Γαλλική Επανάσταση.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

'' Γράφει ο Isaiah Berlin: «Στην Ελληνική Φιλοσοφία της Κλασικής Περιόδου, για παράδειγμα στα έργα του Πλάτωνα, θα δούμε πως κυριαρχεί σε αυτά ένα γεωμετρικό ή μαθηματικό μοντέλο. Η σκέψη του λειτουργεί επί τη βάσει της ιδέας ότι υπάρχουν αξιωματικές αλήθειες-αλήθειες αδιάσειστες (…) Αυτές τις αλήθειες οι άνθρωποι, ακολουθώντας κάποιες μεθόδους, μπορούν να τις ανακαλύψουν• εάν δεν τις ανακαλύψουν σήμερα θα το κάνουν στο μέλλον, εάν πάλι δεν μπορούν να τις ανακαλύψουν, τότε αυτές τις αλήθειες τις γνωρίζει μόνον ο Θεός». Σε κάθε περίπτωση, ΥΠΑΡΧΕΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. Πρόκειται για μία πρόταση κοινή τόσο στην κλασική φιλοσοφία όσο και στο Χριστιανισμό. Αυτή η ιδέα αποτελεί τη ραχοκοκαλιά της δυτικής παράδοσης και είναι ό,τι ακριβώς ήλθε να σπάσει ο Ρομαντισμός.'' http://theodotus.blogspot.com/2017/10/blog-post_23.html