Παρασκευή 30 Μαΐου 2025

SCHELLING: ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (1809) (5)

Συνέχεια από: Σάββατο 17 Μαίου 2025

SCHELLING: ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ (1809) 5

Του Martin Heidegger

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ

ΓΙΑ ΤΗ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΑ ΕΝΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ.
Η ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΣΕΛΛΙΝΓΚ
(Τόμος I, Τμήμα VII, σελ. 336–357)



ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Η εσωτερική αντίφαση στη σκέψη ενός συστήματος της ελευθερίας.
Η Εισαγωγή της Εισαγωγής (σελ. 336–338)

§ 2. Τα δύο καθήκοντα της έρευνας:
ο περιορισμός της έννοιας της ελευθερίας και η ένταξή της στο σύνολο μιας «επιστημονικής κοσμοθεώρησης»


a) Το αίσθημα του γεγονότος της ελευθερίας.
Προπαρασκευαστικά ερωτήματα για τον προκαταρκτικό προσδιορισμό της έννοιας της ελευθερίας


Αφήνουμε προς το παρόν κατά μέρος την «Προεισαγωγή» (Vorbericht) και αρχίζουμε αμέσως με την κυρίως μελέτη. (Η αναφορά στα σημεία της βασίζεται στον τόμο και τους αριθμούς σελίδων της μεγάλης έκδοσης των απάντων έργων· αυτοί οι αριθμοί σελίδων αναγράφονται στο εσωτερικό περιθώριο της έκδοσής μας. Ο Τόμος VII της Πρώτης Ενότητας των Απάντων περιέχει τη μελέτη περί ελευθερίας. Από τη σελίδα 336 έως τη 416 η μελέτη περί ελευθερίας.)

Η μελέτη είναι διατυπωμένη σε έναν συνεχόμενο λόγο, χωρίς να καθίσταται η διάρθρωση ρητά και ευδιάκριτα μέσω περιεχομένων, επικεφαλίδων ή αρίθμησης ενοτήτων. Παρ’ όλα αυτά, η μελέτη διαθέτει μια πολύ αυστηρή και σαφή εσωτερική δομή. Αυτή πρόκειται να αναδειχθεί προοδευτικά μέσα από την ερμηνεία.

Η Εισαγωγή εκτείνεται από τη σελ. 336 έως τη 357. Αναλαμβάνει το καθήκον να διορθώσει βασικές έννοιες από τον χώρο της φιλοσοφίας, οι οποίες —σύμφωνα με την κρίση του Σέλλινγκ από παλιά, αλλά ιδίως τα τελευταία χρόνια— έχουν συγχυθεί, και έτσι να προετοιμάσει την επεξεργασία του κύριου ερωτήματος.

«Οι Φιλοσοφικές έρευνες για την ουσία της ανθρώπινης ελευθερίας μπορούν εν μέρει να προσεγγίσουν την ορθή έννοια αυτής, εφόσον το γεγονός της ελευθερίας, το οποίο εγγράφεται τόσο άμεσα ως αίσθημα σε κάθε άνθρωπο, δεν βρίσκεται σε καμία περίπτωση τόσο επιφανειακά, ώστε να αρκούσε για την έκφρασή του απλώς η χρήση λέξεων, αλλά απαιτεί μια πέραν του συνηθισμένου καθαρότητα και βάθος νοήματος· εν μέρει μπορούν να αφορούν και τη συνάφεια αυτής της έννοιας με το σύνολο μιας επιστημονικής κοσμοθεώρησης.»**

Με αυτήν την εισαγωγική πρόταση, ο Σέλλινγκ καθορίζει για την έρευνα σχετικά με την ουσία της ανθρώπινης ελευθερίας δύο καθήκοντα:
τον προσδιορισμό της έννοιας της ελευθερίας·
την ένταξη αυτής της έννοιας στη συνεκτική συνάφεια του συνόλου μιας επιστημονικής κοσμοθεώρησης.

Σε ποιο βαθμό αποτελεί ο προσδιορισμός της έννοιας της ελευθερίας καθόλου ένα καθήκον;

Διότι δεν είναι άραγε αυτό ακριβώς που σημαίνει η ελευθερία και το να είναι κανείς ελεύθερος, ξεκάθαρο για κάθε άνθρωπο; Δεν πρέπει να είναι ήδη εκ των προτέρων σαφές, καθώς το να είναι κανείς ελεύθερος, ως «γεγονός», είναι άμεσα προσιτό στον καθένα εντός του ιδίου και επομένως «γεγονός» γνωστό και αποφασιστικό; Ο Σέλλινγκ επιμένει στο ότι το «αίσθημα» αυτού του γεγονότος είναι άμεσα εντυπωμένο σε κάθε άνθρωπο. Το αίσθημα του γεγονότος της ελευθερίας, δηλαδή: η άμεση εμπειρία ότι είμαστε ελεύθεροι. Αλλά ο Σέλλινγκ επισημαίνει επίσης ότι τούτο το γεγονός δεν κείται τόσο απλά στην επιφάνεια ώστε να μπορεί αμέσως να διατυπωθεί επαρκώς σε λόγο, σε εκείνη τη λέξη που θα έπρεπε να εκφράζει τι πραγματικά είναι αυτό το «είναι ελεύθερος». Αυτό που μας συναντά ως αίσθηση, ως εντύπωση της εμπειρίας της ελευθερίας μας, δεν αρκεί για να θεμελιωθεί πάνω του ο προσδιορισμός της έννοιας.

Ήδη εδώ, στην αρχή της πρώτης παραδοχής, συγχέονται ουσιώδεις αποφάσεις στη διερεύνηση της ελευθερίας, ανάλογα με το πώς το αίσθημα του γεγονότος της ελευθερίας μας, ως «η ελευθερία», κρατιέται μέσα μας και μετασχηματίζεται σε γνώση. Με αναφορά στα επόμενα, θέλουμε τώρα να διακρίνουμε:

a) το γεγονός πως ο άνθρωπος είναι-ελεύθερος (Freisein) και η πραγματικότητα αυτού του γεγονότος·

b) το αίσθημα αυτού του γεγονότος και η αλήθεια του αισθήματος γενικά·

c) την ερμηνεία αυτού που γίνεται αισθητό μέσα στο αίσθημα αυτό, και το είδος της έννοιας που κατανοείται μέσα σε αυτή την έννοια.


Το ότι έχουμε μύτη, ότι χτυπά η καρδιά μας, ότι αντιλαμβανόμαστε πράγματα, ότι μιλάμε και ακούμε – όλα αυτά είναι γεγονότα, τα οποία βρίσκουμε μέσα μας και γύρω μας. Είναι άραγε το γεγονός ότι είμαστε ελεύθεροι, επίσης ένα τέτοιο γεγονός ή κάποιου άλλου είδους; Τι σημαίνει εδώ «γεγονός» (Tatsache);

Το ότι σήμερα είναι 21 Απριλίου, είναι επίσης ένα γεγονός. Το ότι υπάρχουν σκύλοι και γάτες, είναι επίσης ένα γεγονός. Από τι συνίσταται, εντέλει, το γεγονός ενός γεγονότος; Μπορεί άραγε το γεγονός της ελευθερίας να καταδειχθεί όπως π.χ. η ύπαρξη ενός έλκους στομάχου στην ακτινογραφία;

Αίσθημα ενός γεγονότος. Είναι άραγε το αίσθημα καθόλου επαρκής πηγή εμπειρίας, ή δεν είναι το αίσθημα τελικά απλώς ένα αίσθημα, μια αόριστη προαίσθηση και απατηλή υποψία; Πράγματι, μιλάμε κι εμείς για ένα «σίγουρο αίσθημα», στο οποίο αναφερόμαστε όταν επικαλούμαστε κάτι τέτοιο. Ο Σέλλινγκ πάντως επισημαίνει ρητά ότι απαιτείται μια ασυνήθιστη καθαρότητα και βάθος του νοήματος, ώστε το γεγονός της ελευθερίας να πληρωθεί καταλλήλως και να διατυπωθεί σε λόγο.

Με ποια αίσθηση αντιλαμβανόμαστε το γεγονός της ελευθερίας, όταν ούτε το βλέπουμε, ούτε το ακούμε, ούτε το αγγίζουμε, ούτε το μυρίζουμε ή το γευόμαστε; Είναι αυτή η αίσθηση μια διάθεση, και ποια ακριβώς; Και σε τι συνίσταται η καθαρότητα και το βάθος αυτής της αίσθησης, μέσω των οποίων μπορεί να γίνει αισθητό το γεγονός της ελευθερίας μέσα στο αίσθημα;

[Σημείωση του κειμένου: Στο «αίσθημα» – μια αίσθηση του είναι-ελεύθερος· ήδη ειπώθηκε τι σημαίνει το «είναι ελεύθερος». Ποιος το λέει αυτό και με ποια αιτιολόγηση;]

Θεμελιώνεται το ασφαλές αίσθημα της ελευθερίας μέσα από τη σωστή διάθεση, ή αντιστρόφως, ή μήπως ούτε η διάθεση ούτε το αίσθημα αποτελούν το τελευταίο και άρα την αλήθεια και την αποκάλυψη σχετικά με την ελευθερία; Το ένα ερώτημα γεννά το άλλο, και πρόκειται εδώ ακόμη μόνο για την προκαταρκτική απόκτηση της κατάλληλης έννοιας της ελευθερίας. Οι συνήθεις συζητήσεις περί της ελευθερίας της βούλησης και οι αποπειρώμενες αποδείξεις υπέρ ή κατά της ύπαρξής της πάσχουν όλες από το θεμελιώδες πρόβλημα ότι είτε παραγνωρίζουν εντελώς είτε δεν θέτουν καν τις παραπάνω προπαρασκευαστικές ερωτήσεις. Αν τίθονταν σοβαρά, τότε αυτό το ψευδο-ερώτημα σχετικά με την ελευθερία της βούλησης – που έχει βρει συνέχιση στη θεωρία της ηθικής και στη νομική επιστήμη, όπου προκαλεί σύγχυση – θα είχε από καιρό εκλείψει και θα γινόταν φανερό ότι το πραγματικό ερώτημα σχετικά με την ελευθερία είναι κάτι εντελώς διαφορετικό απ’ αυτό που εκφράζεται στο «πρόβλημα της ελευθερίας της βούλησης».

b) Η μεταφυσική και συστημικά απαιτητική σημασία της έκφρασης "επιστημονική κοσμοθεώρηση" στον Σέλλινγκ σε αντιπαραβολή με τη σημερινή κατανόηση

Για το 2. Το δεύτερο καθήκον της έρευνας για την ανθρώπινη ελευθερία περιλαμβάνει την ένταξη της έννοιας στο όλο μιας «επιστημονικής κοσμοθεώρησης». Το καθήκον αυτό μοιάζει να μην χρειάζεται περαιτέρω εξήγηση, αφού η ελευθερία δεν είναι μεμονωμένο γεγονός· ακόμη κι αν το είναι της γενικά προσδιορίζεται, αυτό το γενικό είναι της ελευθερίας παραπέμπει σε άλλους καθορισμούς ουσίας και άλλες σχέσεις.

Για παράδειγμα: η ελευθερία είναι ένας χαρακτήρας του ανθρώπου ως προσωπικότητα, ως πνεύμα· ο άνθρωπος όμως είναι ταυτόχρονα και σώμα, δηλαδή φύση;;;· ο προσδιορισμός της ελευθερίας πρέπει να διαχωρίζεται από τη φύση, δηλαδή πρέπει να τίθεται σε σχέση προς αυτή. Και τέτοιες σχέσεις υπάρχουν πιθανόν ακόμη περισσότερες. Έτσι, είναι σαφές: ο εννοιολογικός προσδιορισμός πρέπει να συμπληρωθεί μέσω της ένταξης της έννοιας σε ένα σύνολο.

Ο Σέλλινγκ μιλά για το «σύνολο μιας επιστημονικής κοσμοθεώρησης». Πρέπει να εξετάσουμε αν κατανοούμε την έκφραση του Σέλλινγκ με τον σωστό τρόπο. Πρέπει να φροντίσουμε να μην προβάλλουμε μεταγενέστερες ή σύγχρονες σημασίες σε αυτή την έκφραση «επιστημονική κοσμοθεώρηση».

Σήμερα, με τον όρο «επιστημονική κοσμοθεώρηση» εννοούμε εκείνη την αντίληψη για τη συνάφεια των πραγμάτων στη φύση και στην ιστορία, που θεμελιώνεται στα αποτελέσματα της επιστημονικής έρευνας. Αυτή όμως η σημασία δεν είναι η έννοια του όρου στον Σέλλινγκ· γιατί τόσο η λέξη «κοσμοθεώρηση» όσο και ο προσδιορισμός «επιστημονική» σήμαιναν τότε κάτι διαφορετικό και πιο πρωταρχικό. «Επιστήμη» σήμαινε, στην εποχή του γερμανικού ιδεαλισμού, πρώτα και κύρια φιλοσοφία, δηλαδή εκείνη τη γνώση που γνωρίζει τις έσχατες και πρώτες αρχές του Είναι ως όλο, και που σύμφωνα με αυτή τη θεμελιώδη γνώση παρουσιάζει την ουσία του γνωστού εν γένει μέσα σε έναν ουσιακό συσχετισμό.

Με αυτή την έννοια, ο Φίχτε ονομάζει το κύριο έργο του «Διδασκαλία της επιστήμης» (Wissenschaftslehre – επιστήμη της επιστήμης, δηλαδή φιλοσοφία της φιλοσοφίας), και ο Χέγκελ μιλά για «Σύστημα της επιστήμης» (Α’ μέρος: «Φαινομενολογία του πνεύματος») και για «Επιστήμη της λογικής». Αυτό που αλλιώς και σήμερα αποκαλείται «επιστήμη», είναι —τουλάχιστον με βάση τη μεταφυσική του γερμανικού ιδεαλισμού— επιστήμη μόνο στο μέτρο που είναι και φιλοσοφία, δηλαδή που θεμελιώνεται στην ίδια την ουσία των πραγμάτων και συγκροτείται σύμφωνα με το μέτρο αυτής της ουσίας. Όσο λιγότερο η επιστήμη περιέχει ουσιώδη γνώση, τόσο λιγότερο είναι και φιλοσοφία και επομένως επιστήμη με την πλήρη έννοια· τόσο λιγότερο μπορεί να ονομαστεί, με τον αληθινό όρο, «Wissenschaft».

Αν σήμερα πούμε, σύμφωνα με την αλλοιωμένη και μειωμένη έννοια της λέξης, ότι η φιλοσοφία δεν είναι επιστήμη, αυτό δεν σημαίνει ότι υπόκειται σε αυθαίρετες ιδέες και γνώμες· αντίθετα: η φιλοσοφία ως το πρωταρχικό δεν μπορεί να ορίζεται από το παράγωγο και σύμφωνα με τα μέτρα του. Αυτή η αναγκαία σχέση μεταξύ επιστήμης με την ουσιώδη έννοια (φιλοσοφία) και επιστήμης με την παράγωγη έννοια στον σύγχρονο ορισμό δεν καθιερώθηκε πρώτη φορά από τον γερμανικό ιδεαλισμό — εκεί μόνο απέκτησε μια ιδιαίτερη μορφοποίηση· στην πραγματικότητα είναι τόσο παλιά όσο η ίδια η παράδοση της δυτικής γνώσης και επιστήμης.

Στον σύγχρονο στενό ορισμό της λέξης, οι επιστήμες δεν γεννήθηκαν από τη φιλοσοφία ούτε δημιουργήθηκαν από αυτήν, αλλά εξίσου λίγο μπορούν να νοηθούν χωρίς τη φιλοσοφία, δηλαδή χωρίς να προϋποθέτουν σχεδιασμό, τεκμηρίωση και τοποθέτηση σε μια συνολική τάξη. Η φιλοσοφία δεν είναι διακόσμηση, που προσδίδει επιφανειακή σημασία με την επίκληση φιλοσοφικών τίτλων· είναι ουσιώδης για την επιστήμη, η πιο εσώτερη και σιωπηλή της δύναμη.

Μόνο ένας αποδεδειγμένα ανόητος μπορεί να πιστεύει ότι οι επιστήμες μπορούν να «ανανεωθούν» με ταυτόχρονη κατάργηση και απαξίωση της φιλοσοφίας· μια τέτοια απόπειρα είναι τόσο παράλογη όσο το να προσπαθείς να διδάξεις κάποιον να κολυμπά διδάσκοντας τον να φοβάται το νερό.

Συνεχίζεται

Δεν υπάρχουν σχόλια: