Δευτέρα 26 Μαΐου 2025

SUMPHILOSOPHEIN (3)

Συνέχεια από Κυριακή 25 Μαίου 2025

SUMPHILOSOPHEIN 3


H ζωή στην Ακαδημία του Πλάτωνος.

Του Enrico Berti.

Περιεχόμενα

Εισαγωγή

Ι. Η ζωή στη Σχολή

Ο χρόνος
Ο τόπος
Τα πρόσωπα
Τα πράγματα
ΙΙ. Τα πράγματα όπως φαίνονται
Ο Ήλιος, η Σελήνη και τ’ άστρα
Ο Πλάτων: το σύμπαν με δύο σφαίρες
Ο Εύδοξος ο Κνίδιος: οι σφαίρες ομόκεντρες
Ο Αριστοτέλης: οι σφαίρες ομόκεντρες
Ο Πλατωνικός Ηράκλειτος: η περιστροφή της Γης
Ο τελευταίος Πλάτων και ο Φίλιππος ο Οπούντιος: η εμψύχωση των άστρων
ΙΙΙ. Η αληθινή πραγματικότητα
Τα «παιδιά της γης» και οι «φίλοι των Ιδεών»
Ο Πλάτων: θεμελίωση και κριτική των Ιδεών
Οι «φίλοι των Ιδεών» και τα ακραία επιχειρήματα
Ο Εύδοξος ο Κνίδιος και η προσφυγή στο «ανακάτεμα»
Απόσπαση και αντικατάσταση των Ιδεών:
Σπεύσιππος
Ξενοκράτης και ταύτιση των Ιδεών με τους αριθμούς
Ο Αριστοτέλης και η υποκατάσταση των Ιδεών
IV. Η αρχή των πάντων
Οι πρώτες αιτίες
Υπαινιγμοί για τις αρχές στους διαλόγους του Πλάτωνα
Οι πρώτες αρχές κατά τον Πλάτωνα: «Το υπέρτατο Αγαθό»
Ο Σπεύσιππος: ο πολλαπλασιασμός των «αρχών»
Ξενοκράτης: ανάκτηση του ενιαίου
Ο Αριστοτέλης: από τις αρχές-στοιχεία στις πρώτες αιτίες
V. Η διακυβέρνηση του εαυτού
Η σχέση ανάμεσα στο αγαθό και την ηδονή
Εύδοξος: η ηδονή είναι το υπέρτατο αγαθό
Σπεύσιππος: η ηδονή δεν είναι ποτέ αγαθό
Πλάτων: η ηδονή δεν είναι πάντα αγαθό
Αριστοτέλης: η ηδονή είναι πάντα αγαθό, ακόμη κι αν δεν είναι το υπέρτατο αγαθό
VI. Η διακυβέρνηση της πόλης
Ο Πλάτων για την Αθήνα και τις Συρακούσες
Ο Ισοκράτης για την Αθήνα, την Κύπρο και την Ελλάδα
Ο Αριστοτέλης για την Κύπρο
Η σχολή του Πλάτωνα και οι Μακεδόνες βασιλείς

Σημειώσεις
Ευρετήριο ονομάτων

Η ζωή στη Σχολή

Ο Χρόνος

Επιστρέφοντας στην Αθήνα από τα ταξίδια του, ο Πλάτων δίδασκε στην Ακαδημία. Ήταν ένα γυμναστήριο έξω από τα τείχη της πόλης, πλούσιο σε δέντρα, που ονομαζόταν έτσι λόγω κάποιου ήρωα ονόματι Εκάδημος, όπως σημειώνει και ο Ευρυπίδης στο έργο του «Οἱ Ἀφοπλισθέντες»: «Στις σκιερές λεωφόρους της θεϊκής Εκαδήμου» («ἐν τοῖς σκιεροῖς λεωφόροις τῆς θείας Ἑκαδήμου», όπως το παραδίδει ο Διογένης Λαέρτιος).

Ο Τίμων ο Φλιασίος αναφερόμενος στον Πλάτωνα έλεγε: «“Για όλους ήταν καθοδηγητής ο μεγαλοπρεπής, αλλά ρήτορας με ήπιο τόνο, παρόμοιος με τις τζιτζίκες που από το δέντρο του Εκάδημου σκορπούν μελωδική φωνή”. Παλαιότερα, άλλωστε, λεγόταν Εκαδήμεια με -ε.

Έτσι αναφέρει ο Διογένης Λαέρτιος, ο βιογράφος των αρχαίων φιλοσόφων, ο οποίος έζησε σε ύστερη εποχή (2ος–3ος αι. μ.Χ.), και άρα έχει περιορισμένη αξιοπιστία. Αλλά δεν φαίνεται να υπάρχει σοβαρός λόγος να αμφισβητήσει κανείς την ιστορικότητα αυτής της σχολής, η οποία προοριζόταν να γίνει η πιο διάσημη σχολή φιλοσοφίας όλων των εποχών και να δώσει το όνομά της στις πιο εξέχουσες πολιτιστικές θεσμικές δομές του κόσμου.

«Επιστρέφοντας στην Αθήνα από τα ταξίδια του»
: Γνωρίζουμε ότι ο Πλάτων, μετά τον θάνατο του Σωκράτη (399 π.Χ.) —τον τραγικό γεγονός που άνοιξε τον 4ο αιώνα π.Χ.— επιδόθηκε σε μια σειρά ταξιδιών· βρέθηκε κοντά στον Ευκλείδη στα Μέγαρα· έπειτα στη Μεγάλη Ελλάδα, στην Κάτω Ιταλία, όπου συνάντησε τον Πυθαγόρειο Αρχύτα και τον μαθητή του Θεόδωρο· αργότερα στην Αίγυπτο· και στη Σικελία, όπου γνώρισε τον τύραννο Διονύσιο Α΄ των Συρακουσών.

Σε μια συζήτηση με αυτόν τον τελευταίο, ο Πλάτων υπερασπίστηκε τη θέση ότι το δικαίωμα στη διακυβέρνηση δεν ανήκει στον ισχυρότερο, αλλά σε εκείνον που είναι σοφότερος και πιο ενάρετος. Ο Διονύσιος προσβλήθηκε και εξαγριώθηκε· είπε: «Τα λόγια σου έχουν μέσα τους δηλητήριο», και ο Πλάτων απάντησε: «Και τα δικά σου μυρίζουν τυραννίδα».
Αυτά τα λόγια — διηγείται ο Διογένης Λαέρτιος — εξόργισαν τον τύραννο σε τέτοιο βαθμό ώστε σχεδίασε να σκοτώσει τον Πλάτωνα, αλλά αποφάσισε τελικά να τον ξεφορτωθεί με τη βοήθεια του γαμπρού του, του Δίωνα, και έτσι αποφάσισε να παραδώσει τον Πλάτωνα σε έναν Σπαρτιάτη, κάποιον Πολλίδη, για να τον πουλήσει ως δούλο.
Ο Πολλίδης τον πήγε στην Αίγινα και τον πούλησε για ένα σεβαστό ποσό. Έτσι ο Πλάτων αγοράστηκε για είκοσι ή τριάντα μνες από έναν φιλόσοφο, τον Αννικερίδη από την Κυρήνη, της Σχολής του Σωκράτη, ο οποίος δεν δέχτηκε ούτε να αποζημιωθεί από τους φίλους του Πλάτωνα ούτε από τον Δίωνα, αλλά — σύμφωνα με άλλες πηγές — ο Διογένης (όχι ο Κυνικός, άλλος φιλόσοφος) αγόρασε για τον Πλάτωνα τον μικρό κήπο που σήμερα βρίσκεται στην Ακαδημία.

Σύμφωνα με μια άλλη αρχαία πηγή, την Ιστορία των Φιλοσόφων του Φιλόδημου του Γαδαρηνού, επικούρειου φιλοσόφου του 1ου αι. π.Χ. — έργο που βρέθηκε σε πάπυρο στην Ηράκλεια — ο Πλάτων είχε μεταβεί στις Συρακούσες αμέσως μετά τον θάνατο του Σωκράτη, κάτι που όμως έρχεται σε αντίθεση με άλλες αρχαίες πηγές, όπως η Έβδομη Επιστολή που αποδίδεται στον ίδιο τον Πλάτωνα (αν και η αυθεντικότητα αμφισβητείται, οφείλει πάντως να αναφερθεί ως ιστορικό τεκμήριο), όπου ο συγγραφέας δηλώνει ότι πήγε στις Συρακούσες στα σαράντα του χρόνια· δηλαδή γύρω στο 387 π.Χ. (ο Πλάτων γεννήθηκε γύρω στο 427 π.Χ.).

Πιο αξιόπιστη φαίνεται η μαρτυρία του Φιλόδημου, που πιθανότατα αναφέρεται στο πρώτο ταξίδι του Πλάτωνα στις Συρακούσες. Πράγματι, και άλλοι λένε ότι, σε έναν καβγά ανάμεσα στον Διονύσιο τον Πρεσβύτερο και τον Δίωνα, ο τύραννος κατηγόρησε τον Δίωνα ότι είχε καλέσει τον Πλάτωνα όχι απλώς για φιλοσοφία, αλλά για να ανατρέψει τον τύραννο και να τον εκθρονίσει.

Ο Πλάτων στάλθηκε πίσω στην Αθήνα, υπό την επιτήρηση κάποιων Σπαρτιατών που βρίσκονταν τότε στις Συρακούσες. Όμως εκείνοι — που τον πήγαν στην Αίγινα, όπου οι Αιγινήτες σκέφτονταν να τον πουλήσουν ξανά ως δούλο, επειδή υπήρχε πόλεμος με την Αθήνα — άλλαξαν γνώμη και τον άφησαν ελεύθερο, όταν ο Πλάτων, σύμφωνα με τον Αννικερίδη, ήταν έτοιμος να θυσιάσει τη ζωή του για την ελευθερία του, υποσχόμενος ευγνώμονα αναγνώριση όποτε θα γινόταν δυνατή η ελευθερία.

Η Αθήνα, εκείνη την εποχή, ήταν ακόμα μία από τις σημαντικότερες ελληνικές πόλεις, η οποία είχε ανακάμψει από την ήττα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο, στον οποίο ωστόσο είχε χάσει την ηγεμονία της, και είχε ανακτήσει κάποια ναυτική υπεροχή στον ελληνικό κόσμο, εκμεταλλευόμενη την περίοδο σχετικής ειρήνης που ακολούθησε την αποκαλούμενη ειρήνη του Ανταλκίδα (386 π.Χ.), δηλαδή την ειρήνη που επιβλήθηκε από τον βασιλιά της Περσίας, τον Αρταξέρξη.

Στη δυτική Ελλάδα, είχε εδραιωθεί η κυριαρχία του Διονυσίου των Συρακουσών, ο οποίος είχε κατακτήσει σχεδόν όλη τη Σικελία, την Καλαβρία και μέρος της Απουλίας.

Στην ανατολική Μεσόγειο, ξέσπασε ξανά το ζήτημα της Κύπρου, καθώς η ελληνική δυναστεία των Ευαγοριδών και οι Πέρσες μάχονταν για τον έλεγχο. Στο βορρά της Ελλάδας, η Μακεδονία άρχιζε να αποκτά σημαντικότερη παρουσία και επιρροή.

Στη δεκαετία του ’80 και του ’70 του 4ου αιώνα π.Χ., η ηγεμονία της Σπάρτης άρχισε να φθίνει, και ανέτειλε η άνοδος της Θήβας, η οποία, χάρη στον Πελοπίδα και τον Επαμεινώνδα, επινοητές της τακτικής της "φάλαγγας", κατανίκησε τους Σπαρτιάτες στη Λεύκτρα (371 π.Χ.), εγκαινιάζοντας τη δική της ηγεμονία στις ελληνικές πόλεις.

Η Αθήνα προσαρμόστηκε επιδέξια στις εξελίξεις μεταξύ Σπαρτιατών και Θηβαίων, διατηρώντας την πολιτική της αυτονομία και παραχωρώντας προτεραιότητα στην οικονομική ανάπτυξη και την πολιτική σταθερότητα, η οποία διήρκεσε περίπου καθ’ όλη τη δεκαετία του ’60 και του ’50.

Στη μάχη της Μαντινείας (362 π.Χ.), οι Αθηναίοι παρατάχθηκαν στο πλευρό των Σπαρτιατών εναντίον των Θηβαίων και ηττήθηκαν, χωρίς όμως σοβαρές συνέπειες.

Κατά τη δεκαετία του ’50, ο πολιτικός βίος της Αθήνας ήταν στα χέρια του ρήτορα Ευβούλου, ο οποίος διοικούσε ικανότατα την πόλη μέσω επιδοτήσεων και διοργάνωσης θεαμάτων.

Από πολιτιστική άποψη, η πόλη (η Αθήνα) είχε βιώσει, μεταξύ του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ., τις διαμάχες μεταξύ Σοφιστών, τη δίκη του Σωκράτη, και στη συνέχεια, τη γέννηση και ανάπτυξη των σχολών των Σωκρατικών, που εμείς αποκαλούμε «δευτερεύουσες» σε σχέση με τον Πλάτωνα, δηλαδή:

η ασκητική σχολή του Αντισθένη, η οποία έγινε αργότερα «Κυνική» με τον Διογένη τον Σινωπέα,

η διαλεκτική σχολή του Ευκλείδη από τα Μέγαρα,

και η ηδονιστική σχολή του Αρίστιππου της Κυρήνης, όλοι τους (εκτός από τον Διογένη) μερικά χρόνια νεότεροι από τον Πλάτωνα.

Στην Αθήνα επηρέαζε επίσης ο ιστορικός Ξενοφών, μαθητής και βιογράφος του Σωκράτη, εξορισμένος από την πόλη λόγω των φιλοσπαρτιατικών του συμπαθειών, και ο οποίος είχε ηγηθεί δέκα χιλιάδων Ελλήνων μισθοφόρων στην οπισθοχώρηση που περιγράφει στην Κύρου Ανάβαση. Ο γιος του, ονόματι Γρύλλος, συμμετείχε το 362 π.Χ. στη μάχη της Μαντινείας με το στρατόπεδο της Αθήνας και, μετά τον θάνατό του, δοξάστηκε από αρκετούς ρήτορες, ανάμεσά τους και από τον Ισοκράτη.

Ο Ισοκράτης, μεγαλύτερος από τον Πλάτωνα και ίσως μαθητής του Γοργία, είχε ιδρύσει σχολή ρητορικής ακριβώς στην Αθήνα γύρω στο 390 π.Χ.. Αφού πιθανότατα διάβασε την επίθεση κατά της ρητορικής που έκανε ο Πλάτων στον Γοργία — όπου η ρητορική παρομοιάζεται με την κολακεία και τη μαγειρική — ο Ισοκράτης έγραψε τον λόγο "Κατά Σοφιστών", στον οποίο επικρίνει και τον Αντισθένη και τον Πλάτωνα, κατηγορώντας τους ότι χάνονται σε μάταιες συζητήσεις.

Αργότερα όμως, σε έναν άλλον λόγο με τίτλο "Ελένη", ο Ισοκράτης μετρίασε την κρίση του για τον Πλάτωνα, αναγνωρίζοντάς του, πιθανώς μετά την ίδρυση της Ακαδημίας, έναν παιδαγωγικό και πολιτικό ρόλο.

Το 380 π.Χ., ο Ισοκράτης έγινε διάσημος για τον λόγο του "Πανηγυρικός", με τον οποίο προέτρεπε Έλληνες και Αθηναίους να ενωθούν εναντίον των Περσών, εγκαινιάζοντας έτσι το πανελλήνιο ιδεώδες.

Ο Πλάτων, στο Φαίδρο, έργο που πιθανώς γράφτηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’70, μετριάζει την κρίση του για τη ρητορική, παραδεχόμενος ότι η ρητορική μπορεί να έχει νόημα, εφόσον συνδέεται με τη διαλεκτική, μια αληθινή μορφή γνώσης, και αναγνωρίζει στον Ισοκράτη κάποια μορφή σοφίας (τίς φιλοσοφία).

Συνεχίζεται με το Κεφάλαιο «Ο τόπος»

Δεν υπάρχουν σχόλια: