SUMPHILOSOPHEIN 4
H ζωή στην Ακαδημία του Πλάτωνος.
Του Enrico Berti.
2. Ο τόπος
Εκείνη την εποχή, η Ακαδημία ήταν, όπως είδαμε, ένα γυμνάσιο, δηλαδή ένα γυμναστήριο στο οποίο οι νέοι Αθηναίοι πήγαιναν για να γυμναστούν, τοποθετημένο σε έναν μεγάλο κήπο, ή δενδρώδες πάρκο, έξω από τα τείχη της Αθήνας. Οι πιο πρόσφατες αρχαιολογικές έρευνες έχουν επιβεβαιώσει ότι με το όνομα "Ακαδημία" υποδεικνυόταν, ήδη από την εποχή του Σόλωνα, μια μεγάλη περιοχή δημόσιας ιδιοκτησίας, περικλειόμενη από ένα περίβολο τοίχο, που περιλάμβανε αρχαία ιερά και ένα γυμναστήριο, τοποθετημένη βορειοδυτικά του κέντρου της πόλης, κοντά στο αρχαίο χωριό του Κολωνού – όπου γεννήθηκε ο Σοφοκλής, ο οποίος έκανε τον τόπο σκηνή του έργου του Οιδίπους επί Κολωνώ – σε απόσταση έξι σταδίων (περίπου 1.200 μέτρα), ή πιθανότερα εννέα ρωμαϊκών βημάτων (περίπου 1.500 μέτρα), από την αρχαία Πύλη του Δίπυλου (κυριολεκτικά «διπλή πόρτα»). Αυτή είναι ακόμα ορατή σήμερα, αλλά δεν υπήρχε στην εποχή του Πλάτωνα, καθώς χτίστηκε από τον Λυκούργο (338-326 π.Χ.) στη θέση της αρχαίας Πύλης των Θριασίων, που ήταν μέρος των τειχών της πόλης χτισμένων από τον Θεμιστοκλή τον 5ο αιώνα.
Βγαίνοντας από το Δίπυλο σήμερα, ακολουθεί κανείς τη «via Accademia» (οδός Ακαδημίας) και, διασχίζοντας το αρχαίο νεκροταφείο του Κεραμεικού, πλούσιο σε περίφημους τάφους των επιφανέστερων πολιτών της Αθήνας από την εποχή του Πλάτωνα, μπορεί να φτάσει στο σημείο της αρχαίας σχολής που ίδρυσε ο φιλόσοφος – σήμερα στα προάστια της πόλης – τόπο αρχαιολογικών ανασκαφών.
Όπως έχουν δείξει οι πιο πρόσφατες ανασκαφές, ο δρόμος που οδηγούσε από το Δίπυλο στην Ακαδημία ξεκινούσε από την αρχαία αγορά, την κεντρική πλατεία της Αθήνας, και στο πρώτο του τμήμα αποτελούσε τη διαδρομή των Παναθηναίων, εορτών που τελούνταν με πομπές, αγώνες δρόμου και αθλητικούς αγώνες. Η διαδρομή από την αγορά έως την Ακαδημία, διαμέσου της Πύλης του Διπύλου και της οδού που διέσχιζε τον Κεραμεικό, έπρεπε λοιπόν να αποτελεί έναν παραδοσιακό δρόμο για τους Αθηναίους, οι οποίοι πήγαιναν στην Ακαδημία για να συμμετάσχουν ή να παρακολουθήσουν τους αθλητικούς αγώνες που τελούνταν με την ευκαιρία των Παναθηναίων. Εκεί έπρεπε να γίνονται επίσης ιππικές επιδείξεις και στρατιωτικές συγκεντρώσεις.
Μέσα στη μεγάλη περιοχή που ονομαζόταν Ακαδημία, ο Πλάτωνας, αφού εγκατέστησε την πρώτη του σχολή στο γυμνάσιο, που ήταν ένα οικοδόμημα περιτριγυρισμένο από κιονοστοιχία, φαίνεται πως αγόρασε ένα κτήμα και έχτισε ένα άλλο οικοδόμημα, όχι πολύ μακριά από το γυμνάσιο, προς το χωριό του Κολωνού, όπου πιθανώς διέμενε ο ίδιος. Εκεί έπρεπε να υπήρχε ένας ναός αφιερωμένος στις Μούσες, ένα άγαλμα αφιερωμένο στον ήρωα Ακάδημο, άλλα αγάλματα (της Αθηνάς και του Απόλλωνα), και μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, ο τάφος του.
Ο Διογένης Λαέρτιος αναφέρει ότι ο Πλάτωνας, μετά την επιστροφή του από το πρώτο ταξίδι στις Συρακούσες, ίδρυσε σχολή στην Ακαδημία· αλλά λέει επίσης ότι ο Πλάτωνας αρχικά δίδασκε στη σχολή της Ακαδημίας και μετά αποσύρθηκε στον κήπο του, που βρισκόταν κοντά στον Κολωνό, άρα όχι πολύ μακριά από την "κάθοδο στην Ακαδημία". Αυτό σημαίνει ότι για το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, ο Πλάτωνας δίδαξε στην Ακαδημία, δηλαδή στο γυμνάσιο, όπου συγκεντρώνονταν όλοι οι μαθητές του, ενώ τα τελευταία του χρόνια αποσύρθηκε στην ιδιοκτησία του, δηλαδή στο κτήμα που είχε αγοράσει και στο οποίο είχε κτίσει ένα οίκημα, από όπου ωστόσο μπορούσε να συνεχίζει να πηγαίνει στην Ακαδημία για να διδάσκει ή να συνομιλεί με φίλους και μαθητές.
Είναι πιθανό αυτό το κτήμα να είναι ένα από τα δύο που αναφέρονται στη διαθήκη του Πλάτωνα, πιθανώς αυτό που άφησε ως κληρονομιά στον νεαρό Αδείμαντο (ίσως ανιψιό του, γιο του αδελφού του Γλαύκωνα ή του συνονόματου αδελφού του Αδείμαντου), με τη ρητή εντολή να μην το πουλήσει ούτε να το ανταλλάξει. Δεδομένου ότι λέγεται πως ο Πλάτωνας, μετά τον θάνατό του, τάφηκε στην Ακαδημία, είναι πιθανό πως αυτή περιλάμβανε το κτήμα που άφησε με τέτοιους περιορισμούς. Ο ίδιος ο Διογένης αναφέρει ότι, μετά τον θάνατο του Πλάτωνα, ένας Πέρσης βασιλιάς, ο Μιθριδάτης, θέλησε να τοποθετήσει στην Ακαδημία ένα άγαλμα-προσωπογραφία του Πλάτωνα και να το αφιερώσει στις Μούσες.
3. Τα πρόσωπα
Ο Φιλόδημος μάς έχει παραδώσει επίσης τον αρχαιότερο κατάλογο μαθητών του Πλάτωνα, οι οποίοι υποτίθεται ότι φοίτησαν στην Ακαδημία. Αυτοί είναι, κατά σειρά:
Σπεύσιππος, ανιψιός του Πλάτωνα (γιος της αδελφής του Ποτώνης) και διάδοχός του στη διεύθυνση της Ακαδημίας·
Ξενοκράτης από τη Χαλκηδόνα, διάδοχος του Σπεύσιππου·
Ηρακλείδης από την Ηράκλεια του Πόντου·
Άμινα, συμπατριώτης του Ηρακλείδη, άρα και αυτός από την Ηράκλεια του Πόντου·
Μενέδημος από την Πύρρα·
Αισχίνης από το Πέρινθο·
Αριστοτέλης από τα Στάγειρα, με τον οποίο θα ασχοληθούμε εκτενώς·
Χαιρών από την Πέλλενα·
Δίων από τις Συρακούσες, γαμπρός του Διονυσίου του Πρεσβύτερου, που πολέμησε τον Διονύσιο τον Νεότερο.
Ερμόδωρος από τις Συρακούσες, βιογράφος του Πλάτωνα·
Έραστος από τις Σκέψις, ο οποίος μετά τον θάνατο του Πλάτωνα λέγεται ότι πήγε μαζί με τον Κορίσκο και τον Αριστοτέλη στον Άσσο·
Ασκληπιάδης, που μαζί με τον Έραστο φέρεται ότι έγραψε τις Αναμνήσεις του Πλάτωνα·
Τιμολάος από την Κυζικό·
Καλλιγένης·
Τιμολάος από την Αθήνα·
Αρχύτας από τον Τάραντα, περίφημος πυθαγόρειος, τον οποίο ο Πλάτωνας γνώρισε κατά το ταξίδι του στην Ιταλία·
Χίων, που εξόντωσε τον τύραννο Κλέαρχο της Ηράκλειας·
Πίτων από την Αινο·
Ηρακλείδης από την Αινο, που μαζί με τον Πίτωνα σκότωσε τον Θράκα τύραννο Κότυ και γι’ αυτό, μαζί του, απέσπασε από τους Αθηναίους την πολιτογράφηση και ένα χρυσό στεφάνι.
Ο Φιλόδημος αναφέρει επίσης ότι στην Ακαδημία υπήρχαν και δύο γυναίκες, αλλά με ανδρική περιβολή, οι οποίες σύμφωνα με άλλες πηγές είναι η Λασθένεια από τη Μαντινεία και η Αξιοθέα από τον Φλειούντα. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Φιλόδημο, ο Πλάτωνας φιλοξένησε και έναν Χαλδαίο, ο οποίος, ένα βράδυ που ο Πλάτωνας είχε πυρετό, ήθελε να του απαγγείλει, συνοδευόμενος από μια δούλη, έναν ύμνο της πατρίδας του, αλλά διακόπηκε από τον Πλάτωνα, που έκρινε τον ύμνο του υπερβολικά βάρβαρο.
Μια λίγο διαφορετική λίστα βρίσκεται στον Διογένη Λαέρτιο, ο οποίος προσθέτει τον Φίλιππο από τις Όπουντες, γραμματέα του Πλάτωνα, που πιθανότατα έγραψε τον Επινομίδα (παράρτημα των Νόμων, τελευταίος διάλογος του Πλάτωνα), την Αμικλή από την Ηράκλεια (ίσως ταυτίζεται με την Άμινα της προηγούμενης λίστας), τον Κορίσκο από τις Σκέψις, συμπατριώτη του Έραστου, κάποιον Ευήνο από τη Λάμψακο, τον Ιπποτάλη και τον Καλλίππο από την Αθήνα, και τον Δημήτριο από την Αμφίπολη. Κατόπιν ο Διογένης αναφέρει ότι, σύμφωνα με κάποιους, και ο Θεόφραστος, ο μελλοντικός μαθητής και διάδοχος του Αριστοτέλη, είχε φοιτήσει στην Ακαδημία, όπως και οι ρήτορες της Αθήνας, Υπερείδης και Λυκούργος. Από άλλη πηγή μαθαίνουμε ότι πιθανόν να φοίτησε στην Ακαδημία, όχι ως μαθητής αλλά ως συνάδελφος του Πλάτωνα, και ο Εύδοξος από την Κνίδο, ο μεγάλος μαθηματικός και αστρονόμος, για τον οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια, και επίσης – με την ιδιότητα του συναδέλφου – ένας γιατρός από σικελική σχολή, πιθανότατα ο πυθαγόρειος Φιλιστίων από τους Λοκρούς.
Έτσι, πρόκειται για περίπου είκοσι μαθητές, συν ορισμένους συναδέλφους και αυτές τις μυστηριώδεις γυναίκες, που δεν ήθελαν να αναγνωρίζονται ως τέτοιες, πιθανόν επειδή θεωρούνταν στην Αθήνα ακατάλληλες για τη φιλοσοφία· ωστόσο έγιναν αποδεκτές από τον Πλάτωνα, ο οποίος στην Πολιτεία δείχνει να μη διακρίνει μεταξύ των φύλων. Από άλλες πηγές μαθαίνουμε επίσης ότι φοίτησε στην Ακαδημία ως μαθητής του Πλάτωνα και ο ευνούχος Ερμίας, που αργότερα έγινε άρχοντας της Αττάρνεως, στη Μικρά Ασία, και έδωσε ως σύζυγο στον Αριστοτέλη την ανιψιά του Πυθιά.
Για να κατανοήσουμε τα κίνητρα που μπορούσαν να οδηγήσουν έναν νέο να εισέλθει στην Ακαδημία, μπορεί να φανεί χρήσιμο ένα απόσπασμα του Θεμιστίου, αν και πολύ μεταγενέστερο (4ος αιώνας μ.Χ.), στο οποίο διηγείται ότι η Αξιοθέα, μία από τις δύο γυναίκες που αναφέρει ο Φιλόδημος, μετά την ανάγνωση της Πολιτείας του Πλάτωνα, ξεκίνησε το ταξίδι της από την Αρκαδία (περιοχή όπου βρισκόταν η πόλη της), για να πάει στην Αθήνα, όπου αφιερώθηκε στην ακρόαση των μαθημάτων του Πλάτωνα, κρύβοντας το γεγονός ότι ήταν γυναίκα· κάτι παρόμοιο είχε κάνει και ο Αχιλλέας στη Λυκομήδη, όταν έκρυψε ότι ήταν άντρας.
Το ίδιο έκανε και ένας αγρότης από την Κόρινθο, που πιθανόν ταυτίζεται με κάποιον Νέριντο, στον οποίο ο Αριστοτέλης αφιέρωσε έναν διάλογο που δεν σώθηκε. Ο Νέριντος, αφού διάβασε τον Γοργία, παράτησε το χωράφι και τα αμπέλια του και "εμπιστεύτηκε την ψυχή του" στον Πλάτωνα.
Δεν φαίνεται όλες αυτές οι προσωπικότητες να έμεναν μέσα στην Ακαδημία· ίσως ούτε και ο ίδιος ο Πλάτωνας κατοικούσε εκεί, καθώς, όπως είδαμε, φαίνεται να είχε σπίτι κοντά στον Κολωνό, που δεν απέχει πολύ από την Ακαδημία. Όλοι όμως σύχναζαν εκεί, ίσως και καθημερινά, για να περάσουν χρόνο με τον δάσκαλο κάτω από σκιερά δέντρα (πλατάνια, σύμφωνα με μία παράδοση) και να συνομιλήσουν μαζί του και μεταξύ τους για φιλοσοφία.
Ένα διάσημο μωσαϊκό του Αρχαιολογικού Μουσείου της Νάπολης (βλ. παρακάτω, εικ. 1), που σύμφωνα με κάποιους μελετητές απεικονίζει την Ακαδημία, παρουσιάζει τον Πλάτωνα καθισμένο κάτω από ένα δέντρο, περικυκλωμένο από μαθητές, μερικοί από τους οποίους (ίσως ο Αριστοτέλης) κρατούν στο χέρι ειλητάρια προς ανάγνωση, ενώ στο βάθος διακρίνονται οι κίονες κάποιου ναού, πιθανώς του ναού των Μουσών. Στο φόντο φαίνεται η Αθήνα περιτειχισμένη, με μια πύλη (το Δίπυλον).
Ποιοι ήταν αυτοί οι μαθητές του Πλάτωνα;
Ο πρώτος που αναφέρει ο Φιλόδημος είναι ο Σπεύσιππος, γιος της αδερφής του Πλάτωνα. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία γέννησής του, αλλά πιθανότατα ήταν νεότερος του Πλάτωνα κατά περίπου είκοσι χρόνια και άρα ήταν παρών στην Ακαδημία ήδη από την ίδρυσή της.
Γνωρίζουμε όμως την ημερομηνία θανάτου του: το 339 π.Χ., καθώς ο Φιλόδημος γράφει ότι: "διαδέχτηκε τον Πλάτωνα, όντας άρρωστος, στη διεύθυνση της σχολής"
και "πέθανε μετά από οκτώ χρόνια στη διεύθυνση της σχολής".
Ξέρουμε ότι ο Πλάτωνας πέθανε το 347 π.Χ.. Πιθανότατα ήταν ο ίδιος που όρισε τον Σπεύσιππο ως διάδοχό του, τόσο επειδή ήταν ανιψιός του — και έτσι εξασφαλιζόταν ότι η περιουσία και η σχολή θα έμεναν στην οικογένεια — όσο και επειδή ήταν πιθανόν ο πιο ηλικιωμένος από τους άλλους μαθητές και ίσως ιδιαίτερα προικισμένος.
Ο Φιλόδημος γράφει επίσης, βασιζόμενος σε παλαιές πηγές, ότι ο Σπεύσιππος: "είχε μια φύση και μια εργατικότητα αξιοθαύμαστη, μαζί με καταπληκτική μνήμη".
Δεν πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει τις έρευνες που είχε αρχίσει, ούτε να διατυπώσει συστηματικά τη φιλοσοφία του, γιατί — όπως συνεχίζει το κείμενο — "ο πάπυρος είναι αποσπασματικός...".
Εάν είναι αλήθεια ότι ο Σπεύσιππος επελέγη λόγω της ευφυΐας του, αυτό δείχνει ότι ο Πλάτωνας θα πρέπει να ήταν πολύ γενναιόδωρος, διότι, όπως θα δούμε, ο Σπεύσιππος ήταν κάθε άλλο παρά ορθόδοξος μαθητής· δηλαδή, δεν ήταν πιστός στη διδασκαλία του δασκάλου του, καθώς απέρριπτε τη θεωρία των Ιδεών – τη γνωστότερη από τις διδασκαλίες του Πλάτωνα – και στη θέση των Ιδεών τοποθετούσε τους μαθηματικούς αριθμούς.
Ή ίσως, όπως υποστήριξε ο Cherniss, να μην υπήρχε καν φιλοσοφική ορθοδοξία στην Ακαδημία, και στη σχολή του Πλάτωνα να επικρατούσε η πλήρης ελευθερία σκέψης. Σε αυτό θα διέφερε η Ακαδημία από τη πυθαγόρεια σχολή, η οποία ήταν πολύ πιο αυστηρή ως προς την ορθοδοξία.
Ο ίδιος ο Φιλόδημος αναφέρει ότι:
«Ο Σπεύσιππος είχε ψυχική αντοχή πιο αδύναμη και από εκείνους που παραδίδονται στη μαλθακότητα, καθώς παρασυρόταν από την ηδονή, και γι’ αυτό του είχαν εξασθενήσει οι αρθρώσεις».
Αυτή η αδυναμία χαρακτήρα και η ροπή προς την απόλαυση φαίνεται να αντιφάσκουν με τη διδασκαλία του ίδιου του Σπευσίππου, όπως τη μεταφέρει ο Αριστοτέλης, σύμφωνα με την οποία η ηδονή δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα αγαθό.
Ίσως όμως ο Σπεύσιππος ξεχώριζε σαφώς το θεωρητικό επίπεδο από το πρακτικό.
Συνεχίζεται
Ξενοκράτης από τη Χαλκηδόνα, διάδοχος του Σπεύσιππου·
Ηρακλείδης από την Ηράκλεια του Πόντου·
Άμινα, συμπατριώτης του Ηρακλείδη, άρα και αυτός από την Ηράκλεια του Πόντου·
Μενέδημος από την Πύρρα·
Αισχίνης από το Πέρινθο·
Αριστοτέλης από τα Στάγειρα, με τον οποίο θα ασχοληθούμε εκτενώς·
Χαιρών από την Πέλλενα·
Δίων από τις Συρακούσες, γαμπρός του Διονυσίου του Πρεσβύτερου, που πολέμησε τον Διονύσιο τον Νεότερο.
Ερμόδωρος από τις Συρακούσες, βιογράφος του Πλάτωνα·
Έραστος από τις Σκέψις, ο οποίος μετά τον θάνατο του Πλάτωνα λέγεται ότι πήγε μαζί με τον Κορίσκο και τον Αριστοτέλη στον Άσσο·
Ασκληπιάδης, που μαζί με τον Έραστο φέρεται ότι έγραψε τις Αναμνήσεις του Πλάτωνα·
Τιμολάος από την Κυζικό·
Καλλιγένης·
Τιμολάος από την Αθήνα·
Αρχύτας από τον Τάραντα, περίφημος πυθαγόρειος, τον οποίο ο Πλάτωνας γνώρισε κατά το ταξίδι του στην Ιταλία·
Χίων, που εξόντωσε τον τύραννο Κλέαρχο της Ηράκλειας·
Πίτων από την Αινο·
Ηρακλείδης από την Αινο, που μαζί με τον Πίτωνα σκότωσε τον Θράκα τύραννο Κότυ και γι’ αυτό, μαζί του, απέσπασε από τους Αθηναίους την πολιτογράφηση και ένα χρυσό στεφάνι.
Ο Φιλόδημος αναφέρει επίσης ότι στην Ακαδημία υπήρχαν και δύο γυναίκες, αλλά με ανδρική περιβολή, οι οποίες σύμφωνα με άλλες πηγές είναι η Λασθένεια από τη Μαντινεία και η Αξιοθέα από τον Φλειούντα. Επιπλέον, σύμφωνα με τον Φιλόδημο, ο Πλάτωνας φιλοξένησε και έναν Χαλδαίο, ο οποίος, ένα βράδυ που ο Πλάτωνας είχε πυρετό, ήθελε να του απαγγείλει, συνοδευόμενος από μια δούλη, έναν ύμνο της πατρίδας του, αλλά διακόπηκε από τον Πλάτωνα, που έκρινε τον ύμνο του υπερβολικά βάρβαρο.
Μια λίγο διαφορετική λίστα βρίσκεται στον Διογένη Λαέρτιο, ο οποίος προσθέτει τον Φίλιππο από τις Όπουντες, γραμματέα του Πλάτωνα, που πιθανότατα έγραψε τον Επινομίδα (παράρτημα των Νόμων, τελευταίος διάλογος του Πλάτωνα), την Αμικλή από την Ηράκλεια (ίσως ταυτίζεται με την Άμινα της προηγούμενης λίστας), τον Κορίσκο από τις Σκέψις, συμπατριώτη του Έραστου, κάποιον Ευήνο από τη Λάμψακο, τον Ιπποτάλη και τον Καλλίππο από την Αθήνα, και τον Δημήτριο από την Αμφίπολη. Κατόπιν ο Διογένης αναφέρει ότι, σύμφωνα με κάποιους, και ο Θεόφραστος, ο μελλοντικός μαθητής και διάδοχος του Αριστοτέλη, είχε φοιτήσει στην Ακαδημία, όπως και οι ρήτορες της Αθήνας, Υπερείδης και Λυκούργος. Από άλλη πηγή μαθαίνουμε ότι πιθανόν να φοίτησε στην Ακαδημία, όχι ως μαθητής αλλά ως συνάδελφος του Πλάτωνα, και ο Εύδοξος από την Κνίδο, ο μεγάλος μαθηματικός και αστρονόμος, για τον οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια, και επίσης – με την ιδιότητα του συναδέλφου – ένας γιατρός από σικελική σχολή, πιθανότατα ο πυθαγόρειος Φιλιστίων από τους Λοκρούς.
Έτσι, πρόκειται για περίπου είκοσι μαθητές, συν ορισμένους συναδέλφους και αυτές τις μυστηριώδεις γυναίκες, που δεν ήθελαν να αναγνωρίζονται ως τέτοιες, πιθανόν επειδή θεωρούνταν στην Αθήνα ακατάλληλες για τη φιλοσοφία· ωστόσο έγιναν αποδεκτές από τον Πλάτωνα, ο οποίος στην Πολιτεία δείχνει να μη διακρίνει μεταξύ των φύλων. Από άλλες πηγές μαθαίνουμε επίσης ότι φοίτησε στην Ακαδημία ως μαθητής του Πλάτωνα και ο ευνούχος Ερμίας, που αργότερα έγινε άρχοντας της Αττάρνεως, στη Μικρά Ασία, και έδωσε ως σύζυγο στον Αριστοτέλη την ανιψιά του Πυθιά.
Για να κατανοήσουμε τα κίνητρα που μπορούσαν να οδηγήσουν έναν νέο να εισέλθει στην Ακαδημία, μπορεί να φανεί χρήσιμο ένα απόσπασμα του Θεμιστίου, αν και πολύ μεταγενέστερο (4ος αιώνας μ.Χ.), στο οποίο διηγείται ότι η Αξιοθέα, μία από τις δύο γυναίκες που αναφέρει ο Φιλόδημος, μετά την ανάγνωση της Πολιτείας του Πλάτωνα, ξεκίνησε το ταξίδι της από την Αρκαδία (περιοχή όπου βρισκόταν η πόλη της), για να πάει στην Αθήνα, όπου αφιερώθηκε στην ακρόαση των μαθημάτων του Πλάτωνα, κρύβοντας το γεγονός ότι ήταν γυναίκα· κάτι παρόμοιο είχε κάνει και ο Αχιλλέας στη Λυκομήδη, όταν έκρυψε ότι ήταν άντρας.
Το ίδιο έκανε και ένας αγρότης από την Κόρινθο, που πιθανόν ταυτίζεται με κάποιον Νέριντο, στον οποίο ο Αριστοτέλης αφιέρωσε έναν διάλογο που δεν σώθηκε. Ο Νέριντος, αφού διάβασε τον Γοργία, παράτησε το χωράφι και τα αμπέλια του και "εμπιστεύτηκε την ψυχή του" στον Πλάτωνα.
Δεν φαίνεται όλες αυτές οι προσωπικότητες να έμεναν μέσα στην Ακαδημία· ίσως ούτε και ο ίδιος ο Πλάτωνας κατοικούσε εκεί, καθώς, όπως είδαμε, φαίνεται να είχε σπίτι κοντά στον Κολωνό, που δεν απέχει πολύ από την Ακαδημία. Όλοι όμως σύχναζαν εκεί, ίσως και καθημερινά, για να περάσουν χρόνο με τον δάσκαλο κάτω από σκιερά δέντρα (πλατάνια, σύμφωνα με μία παράδοση) και να συνομιλήσουν μαζί του και μεταξύ τους για φιλοσοφία.
Ένα διάσημο μωσαϊκό του Αρχαιολογικού Μουσείου της Νάπολης (βλ. παρακάτω, εικ. 1), που σύμφωνα με κάποιους μελετητές απεικονίζει την Ακαδημία, παρουσιάζει τον Πλάτωνα καθισμένο κάτω από ένα δέντρο, περικυκλωμένο από μαθητές, μερικοί από τους οποίους (ίσως ο Αριστοτέλης) κρατούν στο χέρι ειλητάρια προς ανάγνωση, ενώ στο βάθος διακρίνονται οι κίονες κάποιου ναού, πιθανώς του ναού των Μουσών. Στο φόντο φαίνεται η Αθήνα περιτειχισμένη, με μια πύλη (το Δίπυλον).
Ποιοι ήταν αυτοί οι μαθητές του Πλάτωνα;
Ο πρώτος που αναφέρει ο Φιλόδημος είναι ο Σπεύσιππος, γιος της αδερφής του Πλάτωνα. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία γέννησής του, αλλά πιθανότατα ήταν νεότερος του Πλάτωνα κατά περίπου είκοσι χρόνια και άρα ήταν παρών στην Ακαδημία ήδη από την ίδρυσή της.
Γνωρίζουμε όμως την ημερομηνία θανάτου του: το 339 π.Χ., καθώς ο Φιλόδημος γράφει ότι: "διαδέχτηκε τον Πλάτωνα, όντας άρρωστος, στη διεύθυνση της σχολής"
και "πέθανε μετά από οκτώ χρόνια στη διεύθυνση της σχολής".
Ξέρουμε ότι ο Πλάτωνας πέθανε το 347 π.Χ.. Πιθανότατα ήταν ο ίδιος που όρισε τον Σπεύσιππο ως διάδοχό του, τόσο επειδή ήταν ανιψιός του — και έτσι εξασφαλιζόταν ότι η περιουσία και η σχολή θα έμεναν στην οικογένεια — όσο και επειδή ήταν πιθανόν ο πιο ηλικιωμένος από τους άλλους μαθητές και ίσως ιδιαίτερα προικισμένος.
Ο Φιλόδημος γράφει επίσης, βασιζόμενος σε παλαιές πηγές, ότι ο Σπεύσιππος: "είχε μια φύση και μια εργατικότητα αξιοθαύμαστη, μαζί με καταπληκτική μνήμη".
Δεν πρόλαβε όμως να ολοκληρώσει τις έρευνες που είχε αρχίσει, ούτε να διατυπώσει συστηματικά τη φιλοσοφία του, γιατί — όπως συνεχίζει το κείμενο — "ο πάπυρος είναι αποσπασματικός...".
Εάν είναι αλήθεια ότι ο Σπεύσιππος επελέγη λόγω της ευφυΐας του, αυτό δείχνει ότι ο Πλάτωνας θα πρέπει να ήταν πολύ γενναιόδωρος, διότι, όπως θα δούμε, ο Σπεύσιππος ήταν κάθε άλλο παρά ορθόδοξος μαθητής· δηλαδή, δεν ήταν πιστός στη διδασκαλία του δασκάλου του, καθώς απέρριπτε τη θεωρία των Ιδεών – τη γνωστότερη από τις διδασκαλίες του Πλάτωνα – και στη θέση των Ιδεών τοποθετούσε τους μαθηματικούς αριθμούς.
Ή ίσως, όπως υποστήριξε ο Cherniss, να μην υπήρχε καν φιλοσοφική ορθοδοξία στην Ακαδημία, και στη σχολή του Πλάτωνα να επικρατούσε η πλήρης ελευθερία σκέψης. Σε αυτό θα διέφερε η Ακαδημία από τη πυθαγόρεια σχολή, η οποία ήταν πολύ πιο αυστηρή ως προς την ορθοδοξία.
Ο ίδιος ο Φιλόδημος αναφέρει ότι:
«Ο Σπεύσιππος είχε ψυχική αντοχή πιο αδύναμη και από εκείνους που παραδίδονται στη μαλθακότητα, καθώς παρασυρόταν από την ηδονή, και γι’ αυτό του είχαν εξασθενήσει οι αρθρώσεις».
Αυτή η αδυναμία χαρακτήρα και η ροπή προς την απόλαυση φαίνεται να αντιφάσκουν με τη διδασκαλία του ίδιου του Σπευσίππου, όπως τη μεταφέρει ο Αριστοτέλης, σύμφωνα με την οποία η ηδονή δεν είναι σε καμία περίπτωση ένα αγαθό.
Ίσως όμως ο Σπεύσιππος ξεχώριζε σαφώς το θεωρητικό επίπεδο από το πρακτικό.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου