ΛΟΓΟΣ Ι'
(Ασμα Ασμ. 4,16 - 5,2)
Η ΝΥΜΦΗ
«Σήκω, Βοριά, κι έλα, Νοτιά,
φύσηξε μέσα στον κήπο μου, να ξεχυθούν τ' αρώματά μου.
Ας κατεβεί ο αγαπημένος μου στον κήπο του
κι ας φάει τους καρπούς των ακροδρύων του».
Ο ΝΥΜΦΙΟΣ
«Κατέβηκα στον κήπο μου, αδελφή μου, νύφη μου,
τρύγησα τη σμύρνα μου με όλα μου τ' αρώματα,
έφαγα το ψωμί μου με το μέλι,
ήπια το κρασί μου με γάλα.
Φάτε, φίλοι μου, πιείτε και μεθύστε, αδέλφια μου».
Η ΝΥΜΦΗ
Κοιμάμαι, αλλ᾽ η καρδιά μου αγρυπνεί.
Η εξέταση των θείων ρητών που εκθέσαμε προηγουμένως από τη σειρά του Άσματος των Ασμάτων περιέχει μερικά δύσκολα και καλυμμένα με ασάφεια απόρρητα νοήματα· γι' αυτό χρειάζεται από μέρους μας μεγαλύτερη προσοχή ή καλύτερα περισσότερη βοήθεια από προσευχή και την καθοδήγηση του αγίου Πνεύματος, για να μην πάθουμε με την έκπληξη που προκαλούν τα υψηλά αυτά θαύματα ό,τι συνήθως παθαίνουμε και με τ' άστρα. Γιατί και των αστεριών θαυμάζουμε το κάλλος από μακριά, δεν μπορούμε όμως να επινοήσουμε κανένα τέχνασμα για να τ' αποχτήσουμε, παρά η απόλαυση της ομορφιάς τους γίνεται από εμάς μόνο με το θαυμασμό όσων βλέπουμε. Πράγματι είναι κάποια αστέρια και οι μαρμαρυγές και οι λάμψεις αυτών των θείων λόγων που λάμπουν επάνω από τα μάτια της ψυχής και είναι πάνω από αυτά, «όσο είναι το ύψος του ουρανού από τη γη», όπως λέει ο προφήτης. Κι αν συνέβαινε μ' εμάς ό,τι ακούμε πως έχει γίνει στον Ηλία και μεταφερόταν ο νούς μας μετέωρος στα κάλλη του ουρανού πάνω σε πύρινο άρμα (ως Πνεύμα άγιο ας εννοήσουμε τη φωτιά, που ήρθε ο Κύριος να βάλει στη γη, που τη μοιράζει στους μαθητές σαν πύρινες γλώσσες), δε θα είναι για μας ανέλπιστο να πλησιάσουμε αυτά τα άστρα, εννοώ τα θεία νοήματα, που τυλίγουν τις ψυχές μας με τις αστραπές των ουράνιων και πνευματικών λόγων.
Σήκωσε τα μάτια της ψυχής σου, απευθύνω σ' εσένα ακροατή, που με ακούς, το λόγο που είπε ο Κύριος προς τον πατριάρχη· «σήκωσε τα μάτια στον ουρανό τούτο και κοίταξε αυτά τα άστρα», αν μπορείς να μετρήσεις το ύψος των νοημάτων· πρόσεξε την εξουσία της βασίλισσας κατανοώντας τη δυναστεία της από τις διαταγές της, πόσο με τα λεγόμενα φανερώνεται μια αυθεντία αυτοκρατορική. Δεν κατορθώνει ό,τι θέλει με προσευχή, αλλά σύμφωνα με την αδιάψευστη φωνή εκείνου που υποσχέθηκε και είπε ότι ο πιστός και φρόνιμος οικονόμος θα γίνει ιδιοκτήτης όλων των αγαθών του Κυρίου του. Κι αφού πήρε αυτή την εξουσία ρυθμίζει βασιλικά για τον εαυτό της τις επιθυμίες των δύο ανέμων· το βοριά τον απομακρύνει από κοντά της με πρόσταγμα, ενώ το νότο τον καλεί μ' ευγένεια και τον βιάζει να έρθει προς αυτήν.
Κατά λέξη τα λεγόμενα έχουν ως εξής: «Σήκω, Βοριά, και έλα, Νοτιά». Ίσως μπορεί να βρεθεί κάποια συγγένεια των λόγων αυτών με τα λόγια του εκατόνταρχου, που τα θαύμασε ο ίδιος ο Θεός Λόγος, όπως μας διηγήθηκε ο ευαγγελιστής λέγοντας· «όταν τον άκουσε ο Ιησούς θαύμασε κι έβαλε πάνω από την πίστη του Ισραήλ το λόγο του εκατόνταρχου». Γιατί δε νομίζω ότι η σύγκριση του εκατόνταρχου σχετικά με την πίστη γίνεται με τον Ισραηλιτικό λαό, αλλά μ' εκείνον τον Ισραήλ, που στην πάλη του με τον αντίπαλο με σύμμαχό του το Θεό μόλις ξέφυγε την πτώση χωρίς ν' αποφύγει εντελώς τη βλάβη από τον εχθρό, αφού δέχτηκε το χτύπημα στο μηρό. Ενώ ο εκατόνταρχος αυτός, για τον οποίο μιλώ τώρα, με κάποια βασιλική δύναμη αποκηρύττει με εξουσία το ξένο και ιδιοποιείται την επιθυμία του. Γι' αυτό δηλαδή μου φαίνεται κυρίως ότι θαυμάστηκε ο άνθρωπος, επειδή είπε ότι διώχνει με αυθεντική εξουσία όποιον θέλει και προσκαλεί όποιον επιθυμεί από τους στρατιώτες που διοικεί κι αναθέτει στο δούλο του την υπηρεσία που πρέπει.
Και εκεί δηλαδή ο λόγος του εκατόνταρχου κρύβει κάποια φιλοσοφία, το ότι δεν επαναφέρει κοντά του αυτόν που έδιωξε (τον αποπεμφθέντα), αλλ' όταν αυτός απομακρυνθεί στη θέση του παίρνει κάποιον άλλον (γιατί λέγοντας ότι «προστάζει έναν να φύγει κι αυτός φεύγει», λέει ότι προσκαλεί άλλον, όχι αυτόν που έδιωξε). Η Γραφή διδάσκει νομίζω με το λόγο αυτό την εξής αλήθεια, ότι δηλαδή τα αντίθετα μεταξύ τους δεν μπορούν να συνυπάρχουν στον ίδιο τόπο. Γιατί δεν έχουν καμία σχέση το φως και το σκοτάδι, λέει ο Απόστολος, αλλ᾽ είναι ανάγκη οπωσδήποτε όταν υποχωρήσει το σκότος να είναι φως εκείνο που θα βλέπουμε στη θέση του κι όταν εκδιωχθεί η κακία να πάρει τη θέση της η αρετή. Κι όταν κατορθωθεί αυτό να μην επαναστατεί το σαρκικό φρόνημα κατά του πνεύματος (γιατί δεν μπορεί, αφού έχει νεκρωθεί η δύναμη ανταρσίας), αλλά να γίνεται κατάλληλο για κάθε αναγκαία υπηρεσία, υπάκουο και υποταγμένο στην κυριαρχία του Πνεύματος. Όταν δηλαδή αποδιωχτεί ο στρατιώτης ο σύμμαχος της κακίας και μπεί στη θέση του ο οπλίτης της αρετής, ντυμένος με το θώρακα της δικαιοσύνης και κρατώντας στο χέρι το ξίφος του Πνεύματος και προτάσσοντας τα προστατευτικά όπλα, την περικεφαλαία της σωτηρίας και την ασπίδα της πίστης και φορώντας όλη την πνευματική πανοπλία, τότε φοβάται το σώμα, ο δούλος, τον κύριό του το νού και δέχεται πρόθυμα τις διαταγές του κυρίου του, με τις οποίες κατορθώνεται η αρετή με την υπηρεσία του σώματος. Αυτό θέλει να δηλώσει ο λόγος του εκατόνταρχου που είπε· «και λέγω στο δούλο μου, κάνε τούτο και το κάνει».
Αλλ᾽ ας ακούσουμε τη βασίλισσα, πως απομακρύνει από κοντά της το Βοριά στρέφοντας αντίθετα το φύσημά του. Δεν τον προστάζει να ηρεμήσει, όπως κατά τη θαλασσοταραχή ο Κύριος οδηγεί σε ησυχία τη λαίλαπα παραγγέλνοντας στα κύματα να κοπάσουν, αλλά διατάζει ν' αποχωρήσει και να φύγει, για να φυσήξει ο Νότος ελεύθερα και να μην εμποδίζει κανένας αντίθετος άνεμος το φύσημά του. «Σήκω» λέει «στο Βοριά». Ποια η αιτία να φύγει γι' άλλο μέρος ο άνεμος αυτός; Ο Βοριάς είναι σκληρός άνεμος, λέει κάπου ο λόγος των Παροιμιών, και το όνομά του είναι επιδέξιος (ευνοϊκός, ούριος). Αλλά ο Βοριάς δεν είναι ούριος για κανένα, εκτός αν ταξιδεύει προς τα δυτικά, έχοντας στα νώτα του την ανατολή.
Καταλαβαίνεις τι υπαινίσσομαι με αυτό που λέγω, ότι αυτός που αναχώρησε από την ανατολή (έτσι ονομάζει ο προφήτης το Χριστό) και πορεύεται προς τη δύση του φωτός, όπου απλώνεται η εξουσία του σκότους, έχει ούριο το Βοριά, ο οποίος Βοριάς τον περιποιείται με τα εφόδια της κακίας, με τα οποία πραγματοποείται η πορεία προς το σκότος. Έτσι βρίσκει ούριο το Βοριά ο ακόλαστος να φυσά μαζί με το πάθος της ατιμίας· έτσι γίνεται ο άνεμος αυτός της κακίας ούριος για τον πλεονέκτη, όταν σωριάζει γύρω του τα υλικά της πλεονεξίας σα να ήταν άμμος η χώματα. Όμοια γίνεται ούριος χαρίζοντας τη συνεργασία του για κάθε μία παράβαση εκείνων που θα επισκεφτεί, αν και είναι στη φύση του σκληρός, κρύβει όμως την τραχύτητά του με τις ηδονές.
Γι' αυτό διώχνει από το κράτος της το Βοριά αυτή που ανέλαβε την εξουσία κατά των παθών λέγοντας «σήκω, Βοριά». Γιατί τώρα η αντίπαλη δύναμη δηλώνεται με το όνομα αυτό είναι φανερό στον καθένα που έχει κατανοήσει τη φύση των όντων. Ποιος δε γνωρίζει τη κίνηση του ήλιου, ότι από την ανατολή προχωρώντας προς τα νότια βασιλεύει στη δύση; Ενώ το σχήμα της γης, επειδή είναι σφαιροειδές, όπως λένε όσοι μελέτησαν τα θέματα αυτά, σ' όποιο μέρος φωτιστεί, ανάγκη πάσα στο αντίθετό του σκοτεινιάζει, καθώς το σκιάζει η παρεμβολή του στερεού. Επειδή λοιπόν η περιοχή εκείνη παραμένει αιωνίως αφώτιστη και παγωμένη, αφού ούτε τη φωτίζουν ούτε τη ζεσταίνουν οι ηλιακές ακτίνες, γι' αυτό τον άρχοντα της εξουσίας του σκότους, αυτόν που την απαλή φύση των ψυχών σα να είναι νερό την απολιθώνει παγώνοντάς την και σκληραίνοντάς την, τον ονομάζει η Γραφή Βοριά και σκληρό, τον αίτιο του σκυθρωπού χειμώνα, κι εννοώ εκείνο το χειμώνα, που σ' αυτόν γίνεται αδύνατη, λέει το Ευαγγέλιο, η αποφυγή των κινδύνων. Γιατί σ' αυτόν μαραίνεται η ακμή όσων ανθούν από αρετές.
Επομένως σωστά τον διώχνει η βασίλισσα με την προσταγή και προσκαλεί τον άνεμο από τη μεσημβρία, που είναι ζεστός και αείφωτος και τον ονομάζει Νότο, που σ’ αυτόν ρέει ο χείμαρρος της τρυφής, λέγοντας «και έλα Νοτιά, φύσηξε στον κήπο μου και ας σκορπιστούν τ' αρώματά μου», ώστε πέφτοντας με τη βίαιη πνοή του, όπως ακούμε πως έγινε στο υπερώο με τους μαθητές, στα έμψυχα φυτά να κινήσει τη φυτεία του Θεού προς τα εκεί που πηγαίνουν τα αρώματα και να κάνει να ξεχυθεί από το στόμα τους η ευωδιάζουσα προφητεία και τα σωτήρια δόγματα της πίστης, που θα σκορπίζουν την ευωδία της διδασκαλίας ανεμπόδιστα σε κάθε είδους γλώσσα. Έτσι οι εκατόν είκοσι μαθητές που ήταν φυτεμένοι μέσα στον οίκο του Θεού με την πνοή αυτού του ανέμου ανθοφόρησαν τη διδαχή με τις γλώσσες. Γι' αυτό λοιπόν λέει η νύμφη σ' αυτόν τον Νότο «φύσηξε στον κήπο μου», επειδή έγινε μητέρα των κήπων από τη φωνή του νυμφίου που τον έπλασε, καθώς περιέχει ο λόγος «κήπων πηγή». Γι' αυτό θέλει να φυσήξει στον κήπο της, στην Εκκλησία τη γεμάτη από έμψυχα δέντρα, ώστε να ξεχυθούν από αυτά τα αρώματα.
Ο προφήτης δηλαδή λέει, «θα φυσήξει η πνοή του και θα κυλήσουν τα νερά, ενώ η νύμφη με τον άφθονο βασιλικό πλούτο μεταβάλλει τα ρεύματα δίνοντάς τους μεγαλύτερο μέγεθος, δημιουργώντας ποταμούς που βγαίνουν από τα δέντρα του κήπου με τη σφροδρότητα του ανέμου, ώστε από αυτό να διαπιστώσουμε τη διαφορά της Παλαιάς Διαθήκης από την Καινή, ότι δηλαδή ο ποταμός των προφητών γέμισε από νερά, ενώ ο ευαγγελικός από αρώματα. Τέτοιος ποταμός αρωμάτων ήταν ο μεγάλος Παύλος που κυλούσε από τον κήπο της Εκκλησίας με τη δύναμη του Πνεύματος, που το ρεύμα του ήταν ευωδία Χριστού· άλλος τέτοιος ο Ιωάννης, ο Λουκάς, ο Ματθαίος, ο Μάρκος και όλοι οι άλλοι, τα ευγενή φυτά του κήπου της νύμφης, οι οποίοι, αφού δέχτηκαν την πνοή εκείνου του φωτεινού και μεσημβρινού νότου, έγιναν πηγή αρωμάτων που αναβλύζουν την ευωδία των ευαγγελίων.
«Ας κατεβεί», λέει, «ο αγαπημένος μου στον κήπο του κι ας φάει τους καρπούς των ακροδρύων του». Αυτός είναι λόγος γεμάτος παρρησία. Ω φιλότιμη και γενναιόδωρη ψυχή, που νικάς κάθε υπερβολή μεγαλοφροσύνης. Ποιόν προσκαλεί σε δεξίωση με τους ίδιους τους καρπούς της; Σε ποιόν ετοιμάζει το πλούσιο αυτό τραπέζι με τα ίδια της τα αγαθά; Ποιόν καλεί στο τραπέζι που ετοίμασε για να φάγει τα παρασκευάσματα; «Αυτόν από τον οποίο και δια του οποίου προέρχονται τα πάντα και με τον οποίο συντηρούνται τα πάντα», αυτόν που δίνει «σ' όλα τα όντα την τροφή τους στην κατάλληλη ώρα, που ανοίγει τα χέρια του και γεμίζει χαρά (ευδοκία) το κάθε ζωντανό ον», τον άρτο που κατεβαίνει από τον ουρανό και δίνει ζωή στον κόσμο, αυτόν που προσφέρει άνωθεν τη ζωή σε όλα τα όντα· σ' αυτόν η νύμφη παραθέτει τραπέζι. Το τραπέζι είναι ο φυτεμένος με τα έμψυχα δέντρα κήπος, και εμείς είμαστε τα δέντρα, αν βέβαια είμαστε εμείς που του παραθέτουμε ως τροφή τη σωτηρία των ψυχών μας, όπως είπε εκείνος που φαγητό της ευωχίας του είναι η ζωή μας «δική μου τροφή είναι να κάνω το θέλημα του Πατέρα μου». Και είναι φανερός ο σκοπός του θείου θελήματος: «θέλει να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και να φτάσουν στην επίγνωση της αλήθειας»
Αυτή λοιπόν είναι η τροφή που έχει παρασκευαστεί γι' αυτόν, η σωτηρία μας. Καρπός μας είναι η προαίρεσή μας, που βάζει την ψυχή μας στα χέρια του Θεού που μας καρπολογεί σαν από κάποιο κλάδι. Μ' αυτά πρέπει να δούμε ότι πρώτα η νύμφη καταγλυκαίνεται από τον καρπό του μήλου, λέγοντας «και ο καρπός του ήταν γλυκός στο λάρυγγά μου», και τότε γίνεται και η ίδια καρπός ωραίος και γλυκός που προσφέρεται στην ευχαρίστηση του γεωργού.
Η έκφραση «ας κατεβεί έχει σημασία ευχετική και ειπώθηκε όπως και το «αγιασθήτω το όνομά σου» και το «γεννηθήτω το θέλημά σου». Όπως εκεί δηλαδή η διατύπωση των ρητών εκείνων περιέχει νόημα ευχετικό, έτσι κι εδώ το «ας κατεβεί» είναι ευχή της νύμφης που παρουσιάζει στο Θεό την καλή σοδειά των καρπών της αρετής. Η κατάβαση σημαίνει το έργο της φιλανθρωπίας. Επειδή δεν γίνεται να ανεβούμε στον Ύψιστο με άλλο τρόπο, αν δεν κλίνει προς τα χαμηλά ο Κύριος που ανυψώνει τους πράους, γι' αυτό η ψυχή που ανεβαίνει προς τα άνω επικαλούμενη τη χειραγωγία εκείνου που είναι ψηλά, εύχεται να χαμηλώσει από το ίδιο του το μεγαλείο, για να μπορέσουν να τον φτάσουν οι κάτω.
Κι αυτός που είπε μέσω του προφήτη, «ενώ εσύ ακόμα προσεύχεσαι, να, είμαι εδώ», προτού η νύμφη τελειώσει την ευχή της και την αίτησή της, αμέσως άκουσε (ο Κύριος) αυτά για τα οποία προσευχήθηκε και την προετοιμασία της καρδιάς της πρόσεξε και μέσα στον κήπο έφτασε όπου είχε περάσει η πνοή του Νότου και τους καρπούς των αρωμάτων μάζεψε και χόρτασε από τους καρπούς της αρετής. Και το ξεφάντωμα το έκανε διήγημα μιλώντας προς την νύμφη ως εξής «Κατέβηκα στον κήπο μου, αδελφή μου, νύφη μου, τρύγησα τη σμύρνα μου μαζί με όλα μου τ' αρώματα, έφαγα το ψωμί μου με το μέλι, ήπια το κρασί μου με γάλα. Φάτε, οι πλησίον μου, πιείτε και μεθύστε, αδελφοί μου».
Βλέπεις πως παρουσιάζεται υπερβολικά μεγαλόδωρη στην αίτηση της∙ η νύμφη ευχήθηκε να γίνουν πηγές τα φυτά του κήπου της καθώς τα φύσηξε ο Νότος που φυσά από τη μεσημβρία και να φιλοξενήσει το γεωργό με τους διάφορους καρπούς (είναι φανερό σ' όλους ότι κάθε ωραία μυρωδιά είναι η ηδονή της όσφρησης και οι καρποί όταν τρώγονται δεν έχουν τη δύναμη του ψωμιού σχετικά με την καλή κατάσταση όσων τους τρώνε). Κι αυτός που κατέβηκε στον κήπο του και άλλαξε τη φύση των καρπών κάνοντάς τους ανώτερους και τιμιώτερους, μαζεύει από τον κήπο τη σμύρνα που βρήκε μαζί και τα αρώματά του (γιατί από αυτόν ύμνησε ο προφητικός λόγος ότι προέρχεται οποιοδήποτε καλό βρεθεί σε κάποια), και αντί καρπούς κάνει τα δέντρα να είναι φορτωμένα ψωμιά ζυμωμένα με το μέλι του (μ' αυτό ας θυμηθούμε και το προφητικό, ότι δικό του είναι το μέλι, όπως και τα άλλα αγαθά). Επίσης από αυτά αντλεί και το κρασί ανακατεμένο με το γάλα του γιατί «από αυτόν και μέσω αυτού προέρχονται τα πάντα και σ' αυτόν καταλήγουν».
Ω οι μακάριοι εκείνοι κήποι, που βεβαιώνεται ότι τα φυτά τους παράγουν τέτοιους καρπούς, ώστε να μπορούν να δέχονται την κατάλληλη μεταβολή για κάθε είδος τρυφής ανάλογα με την επιθυμία της απόλαυσης. Γι' αυτόν που τρυφή του είναι η ευωδία, γίνεται σμύρνα μαζί με άλλα αρώματα, που με τη νέκρωση των επίγειων μελών παρασκευάζει σαν αρωματοποιός τον καθαρό κι ευώδες βίο που είναι κράμα από πολλά και διάφορα αρώματα της αρετής. Για όποιον επιζητεί την τελειότερη τροφή γίνεται ψωμί, που δεν το τρώνε πια με πικρίδες, όπως διατάξει ο νόμος (γιατί η πίκρα είναι για το παρόν), αλλά το αλείφει με μέλι, όταν στην ώρα του ο καρπός της αρετής νοστιμισμένος από το μέλι της κερήθρας καταγλυκαίνει τα αισθητήρια της ψυχής (απόδειξη γι' αυτό αποτελεί ο Άρτος που φάνηκε μετά την ανάσταση στους μαθητές). Για όποιον διψά γίνεται ποτήρι γεμάτο κρασί και γάλα, όχι σφουγγάρι μουσκεμένο με χολή και ξίδι, σαν εκείνο το ποτό που δίνουν οι Ιουδαίοι με το καλάμι στον ευεργέτη τους. Δεν αγνοούμε οπωσδήποτε τα ασαφή σημεία όσων είπαμε. Πως ο Παύλος ήταν φυτό που παράγει σμύρνα, αυτός που καθημερινά πέθαινε και που ο ίδιος αποφάσιζε για τον εαυτό του την καταδίκη του σε θάνατο και σκορπώντας το άρωμα της καθαρότητας και της απάθειας γινόταν οσμή ζωής για όσους σώζονται. Πως ετοιμάζουν φαγητό τα έμψυχα φυτά του κήπου για τον Κύριο του κήπου, που βεβαιώνει αυτός που κάθεται στο θρόνο λέγοντας «πείνασα και μου δώσατε να φάω» [ψωμί ευφραντικό είναι η ευποιία (αγαθοεργία, ευεργεσία) που τη γλυκαίνει το μέλι της εντολής]. Και πάλι γίνονται οινοχόοι για το νυμφίο τα θαλερά φυτά του κήπου που τους λέει· «δίψασα και με ποτίσατε», σμίγοντας το κρασί με γάλα, όχι νερώνοντάς το κατά τη συνήθεια των ταβερνιάρηδων. Το γάλα είναι η πρώτη τροφή του ανθρώπου, καθαρή, απλή και πραγματικά για νήπια και άδολη και καθαρμένη από κάθε βλαβερό στοιχείο.
Αφού είπε αυτά ο Λόγος στη νύμφη, παραθέτει στους φίλους του τα μυστήρια του Ευαγγελίου λέγοντάς τους «φάγετε, οι πλησίον μου (φίλοι μου), και πιείτε και μεθύστε, αδελφοί μου». Αυτή που γνωρίζει τις μυστικές φωνές του Ευαγγελίου, δε θα παρατηρήσει καμιά διαφορά όσων λέγονται εδώ με τη μυσταγωγία των μαθητών που γίνεται εκεί. Όμοια ο Λόγος κι εδώ κι εκεί λέει· «φάγετε και πιείτε». Η προτροπή για τη μέθη που κάνει εδώ ο Λόγος στους φίλους του, θα νομίσουν πολλοί, ότι ξεπερνά κάπως αυτό που αναφέρει στο Ευαγγέλιο. Αν όμως εξετάσει κανένας το πράγμα προσεκτικά θα βρεθεί ότι κι αυτό συμφωνεί με το Ευαγγέλιο. Ό,τι εδώ είναι προτροπή προς τους φίλους, εκεί το κάνει πράξη, επειδή κάθε μέθη συνήθως βγάζει από το νού τους όσους έχει ζαλίσει το κρασί (προκαλεί έκσταση της διανοίας αυτών που έχουν ζαλιστεί με το κρασί). Αυτό λοιπόν στο οποίο εδώ προτρέπει, αυτό μ' εκείνη τη θεία βρώση και πόση και τότε έγινε και πάντοτε γίνεται και υπεισέρχεται μαζί με τη βρώση και την πόση και η μεταβολή και η έκσταση από τα χειρότερα στα καλύτερα.
Έτσι μεθούν, όπως λέει η προφητεία, «όσοι πίνουν την αφθονία (τα αγαθά) του οίκου του Θεού και ποτίζονται από το χείμαρρο της τρυφής». Όπως μέθυσε κάποτε και ο μεγάλος Δαβίδ, όταν, βγαίνοντας από τον εαυτό του και πέφτοντας σε έκσταση, είδε το αθέατο κάλλος κι έβγαλε εκείνη την περίφημη φωνή «κάθε άνθρωπος ψεύδεται», όποιος αφήνει την ερμηνεία των άρρητων αγαθών στη λογική (αυτός δηλαδή που επιχειρεί την ερμηνεία των άρρητων αγαθών με τη λογική). Έτσι μέθυσε και ο νεότερος Βενιαμίν, ο Παύλος, όταν πέφτοντας σε έκσταση έλεγε «είτε βγήκα από τον εαυτό μου, βγήκα για χάρη του Θεού» (γιατί προς Εκείνον έγινε η έκστασή μου), «είτε είμαι στα καλά μου, είναι για σας». Μ' αυτά που έλεγε στο Φήστο έδειχνε ότι δεν ήταν τρελός (δεν είχε κυριευθεί από μανία), αλλά τα λόγια του ήταν «λόγια σωφροσύνης και δικαιοσύνης».
Γνωρίζω ότι και ο μακάριος Πέτρος είχε αυτό το είδος της μέθης, και νηστικός ήταν και συνάμα μεθυσμένος. Προτού λάβει τη σωματική τροφή όταν «πείνασε και ήθελε να φάει», κι ενώ του ετοίμαζαν οι δικοί του το τραπέζι, τον πιάνει η θεία και νηφάλια μέθη, που τον κάνει να βγει από τον εαυτό του και να δει το σεντόνι του Ευαγγελίου να το κατεβάζουν από επάνω τέσσερις αρχές και να περιέχει όλες τις φυλές των ανθρώπων που είχαν τις μορφές των άπειρων ειδών των φτερωτών, των τετραπόδων, των ερπετών, και των θηρίων ανάλογα με τις διαφορές της πίστης τους· από αυτά προστάζει ο λόγος τον Πέτρο να θυσιάσει τα θηριώδη και άλογα, ώστε να επιτρέπεται η βρώση όσων απομείνουν μετά την κάθαρση. Τότε παραδίδεται σαφής ο λόγος της πίστης που τον διατύπωσε όχι μία φορά η θεία φωνή, ότι «δεν είναι ακάθαρτο ό,τι καθάρισε ο Θεός». Αλλά το κήρυγμα αυτό έγινε τρεις φορές, για να διδαχτούμε ότι με τη μία φωνή ήταν ο Θεός Πατέρας που κάνει την κάθαρση, με τη δεύτερη πως ήταν ο μονογενής Θεός Υιός που κάνει επίσης το ίδιο και παρόμοια με την τρίτη ότι αυτός ο Θεός που καθαρίζει κάθε ακάθαρτο είναι το Άγιο Πνεύμα. Τέτοια λοιπόν είναι η μέθη από το κρασί που παραθέτει ο Κύριος στους συμπότες του, μέθη που προκαλεί την έκσταση της ψυχής προς τα θεϊκότερα και άρα σωστά προτρέπει όσους έγιναν φίλοι του με τις αρετές, όχι όσους στέκονται ξένοι μακριά του, «φάγετε, φίλοι μου, και πιείτε και μεθύστε». Γιατί «όποιος τρώει και πίνει χωρίς να το αξίζει, τρώει και πίνει την καταδίκη του». Και ορθά ονόμασε αδελφούς του τους άξιους για τη βρώση. Όποιον εκτελεί τα θελήματά του ο Λόγος τον ονομάζει και αδελφό και αδελφή και μητέρα.
Στη συνέχεια τη μέθη τη διαδέχεται ο ύπνος, ώστε με τη πέψη ν' αποκατασταθεί στους συνδαιτυμόνες η δύναμη της ευεξίας. Γι' αυτό μετά το πλούσιο εκείνο τραπέζι η νύμφη πέφτει στον ύπνο. Ο ύπνος αυτός είναι παράδοξος και ξένος από τη φυσική συνήθεια. Γιατί στο συνηθισμένο ύπνο ούτε όποιος κοιμάται έχει τις αισθήσεις του ούτε όποιος έχει τις αισθήσεις του κοιμάται, αλλά τελειώνοντας το ένα αρχίζει αμέσως το άλλο, ο ύπνος και η εγρήγορση παίρνουν διαδοχικά το ένα τη θέση του άλλου και έρχεται το καθένα με τη σειρά του. Ενώ εδώ βλέπουμε μια νέα και παράδοξη ανάμιξη και σύμπτωση των αντίθετων. Γιατί λέει, «εγώ κοιμάμαι, αλλ' η καρδιά μου αγρυπνεί».
Τι ιδέα λοιπόν πρέπει να σχηματίσουμε γι' αυτά; Ο ύπνος είναι όμοιος με το θάνατο· σ' αυτόν σταματά κάθε σωματική αίσθηση, η όραση, η ακοή, η όσφρηση, η γεύση, η αφή, καμιά δεν εκτελεί τη λειτουργία της κατά το διάστημα του ύπνου. Αλλά και την ένταση του σώματος χαλαρώνει και προκαλεί στους ανθρώπους τη λήθη των φροντίδων τους, και το φόβο καταστέλλει, και το θυμό καταπραΰνει, και μετριάζει την οξύτητα της πίκρας, και προκαλεί την αναισθησία όλων των κακών, όσο έχει στη διάθεσή του το σώμα. Επομένως με όσα είπαμε διδασκόμαστε τούτο· ότι ξεπέρασε τον εαυτό της αυτή που τόσο καυχιέται και λέει· «εγώ κοιμάμαι, αλλ' η καρδιά μου αγρυπνεί».
Πράγματι στις περιπτώσεις που ο νούς ζει μόνος με τον εαυτό του χωρίς να τον ενοχλεί κανένα αισθητήριο, το σώμα παραδίνεται σ' ένα είδος ύπνου και κώματος και μπορούμε να πούμε αληθινά ότι η όραση απρακτεί και κοιμάται και περιφρονούνται εκείνα τα θεάματα, όσα συνήθως εκπλήσσουν τα παιδικά μάτια. Δεν λέγω μόνο όσα έχουν σύσταση από τη γη, όπως χρυσάφι κι ασήμι και πέτρες που κινούν με το ωραίο χρώμα τους την λαιμαργία των ματιών, αλλά και τα θαυμαστά φαινόμενα του ουρανού, το φεγγοβόλημα των άστρων και του ήλιου ο κύκλος και οι διάφορες φάσεις της σελήνης και όποιο άλλο ευχαριστεί τα μάτια, επειδή δε μένει καθόλου για πάντα, αλλά μετακινείται και περνά με το πέρασμα του χρόνου. Όταν παραβλέψουμε όλα αυτά για χάρη της θεωρίας των αληθινών αγαθών, τα μάτια του σώματος αδρανούν και η τελειότερη ψυχή δεν έλκεται από κανένα από όσα αυτά της υποδείχνουν, επειδή βλέπει νοερά μόνο όσα είναι πάνω από τα ορατά.
Έτσι και η ακοή νεκρώνεται και δε λειτουργεί, όταν η ψυχή ασχολείται με τα πάνω από το λόγο. Τις πιο ζωώδεις πάλι αισθήσεις δεν αξίζει ούτε να τις αναφέρουμε, γιατί από μακριά σαν δυσωδία από νεκρό η ψυχή τις απορρίπτει· και την όσφρηση που ρινηλατεί τις οσμές, και τη γεύση που στέκεται έτοιμη για τη λατρεία της κοιλιάς, και μαζί την αφή, αισθητήριο τυφλό γι' ανδράποδα, που για τυφλούς μόνο λες και το έκανε η φύση. Οταν με την απραξία τους αυτά όλα πέσουν σε κάποιου είδους ύπνο, καθαίρεται η λειτουργία της καρδιάς και ο λογισμός στρέφει το βλέμμα προς τα άνω μένοντας αζάλιστος κι αθόλωτος από την κίνηση των αισθήσεων.
Η ανθρώπινη φύση αισθάνεται διπλή ηδονή· η μία ενεργείται με την απάθεια μέσα στην ψυχή, η άλλη στο σώμα μέσω του πάθους· όποια από τις δύο διαλέξει η προαίρεσή μας αυτή υπερισχύει σε βάρος της άλλης. Όπως αν κάποιος αποβλέποντας στην αίσθηση έλκει την ηδονή που αυτή προκαλεί στο σώμα, θα ζήσει χωρίς να γευτεί τη θεϊκή ευφροσύνη, γιατί είναι φυσικό να σκοτεινιάζει κάπως το καλύτερο από το χειρότερο· σε όποιους η επιθυμία τους έχει την τάση προς το θείο, σ' αυτούς μένει το αγαθό ασκοτείνιαστο και κάθετι που γοητεύει την αίσθηση θεωρείται πως πρέπει να το αποφεύγουμε. Γι' αυτό το λόγο η ψυχή, όταν χαίρεται μόνο με τη θεωρία του όντος, δεν είναι άγρυπνη για κανένα από όσα προκαλούνται από αισθησιακή ηδονή, αλλά, κοιμίζοντας κάθε σωματική λειτουργία με γυμνό και καθαρό νού μέσω της θείας αγρυπνίας δέχεται τη φανέρωση του Θεού. Αυτής μακάρι να γίνουμε άξιοι κι εμείς κατορθώνοντας την εγρήγορση της ψυχής με τον ύπνο που είπαμε, με τη χάρη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο πρέπει η δόξα στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου