Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΗΘΙΚΗ (2)
του
ERICH NEUMANN
Συνέχεια από Τετάρτη,18 Δεκεμβρίου 2013
ΠΡΟΛΟΓΟΣ του
καθηγητή C. G. Jung (συνέχεια)
Τα ηθικά προβλήματα που δεν μπορούν να λυθούν στο φως
της συλλογικής ηθικότητας ή της «παλιάς ηθικής» είναι σ υ γ κ ρ ο ύ σ ε ι ς κ α θ η κ ό ν τω ν, διαφορετικά δεν θα ήταν
ηθικού χαρακτήρα. Παρόλο που δεν συμμερίζομαι την αισιόδοξη γνώμη του Friedrich Τheodor Vischer ότι η ηθικότητα είναι πάντα ένα
μέγεθος αυτονόητο, εντούτοις έχω την ιδέα ότι για να λυθή ένα δύσκολο πρόβλημα
πρέπει να ληφθή υπ’ όψη η ηθική πλευρά, εάν θέλουμε να αποφύγουμε την απώθηση ή
την απάτη. Αυτός που εξαπατάει τους άλλους εξαπατάει τον εαυτό του, και το
αντίστροφο. Τίποτε δεν κερδίζεται με αυτόν τον τρόπο, και λιγώτερο από όλα η
αφομοίωση της σκιάς. Πραγματικά η αφομοίωσή της
παρουσιάζει τις υψηλότερες απαιτήσεις από την ηθικότητα ενός ατόμου,
επειδή «αποδοχή του κακού» δεν σημαίνει τίποτε άλλο από το ότι η όλη ηθική του
ύπαρξη τίθεται υπό αμφισβήτηση. Απαιτούνται αποφάσεις του πιο βαρυσήμαντου
χαρακτήρα. Το αλχημιστικό απόφθεγμα «Η τέχνη χρειάζεται ολόκληρο τον άνθρωπο»
αληθεύει ιδιαίτερα όσον αφορά την αφομοίωση του ασυνειδήτου, και αυτή η
διαδικασία γινόταν συμβολικά παλιά από τους αλχημιστές. Είναι φανερό, επομένως,
ότι η λύση θα είναι ικανοποιητική μόνο εάν εκφράζει ολόκληρη την ψυχή. Αυτό δεν
είναι δυνατόν εάν ο συνειδητός νους δεν λάβει υπ’ όψη του το ασυνείδητο, εάν η
επιθυμία για κάτι δεν αντιμετωπίση τις πιθανές συνέπειές της, και εάν η πράξη
δεν τεθή κάτω από ηθική κριτική.
Ούτε θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο ηθικός νόμος δεν είναι
απλώς κάτι που επιβάλλεται στον άνθρωπο εξωτερικά (όπως, ας πούμε, από έναν
ιδιότροπο παππού). Αντίθετα, εκφράζει ένα ψυχικό γεγονός. Σαν ρυθμιστής της
πράξης, αντιστοιχεί σε μια προϋπάρχουσα εικόνα, ένα πρότυπο συμπεριφοράς, που
είναι αρχετυπικού χαρακτήρα και είναι βαθειά ριζωμένο στην ανθρώπινη φύση. Δεν
έχει καθορισμένο περιεχόμενο· αντιπροσωπεύει την συγκεκριμένη μορφή που μπορεί
να πάρη οποιοσδήποτε αριθμός διαφορετικών περιεχομένων. Για έναν άνθρωπο είναι
«καλό» να σκοτώση αυτούς που σκέφτονται διαφορετικά απ’ αυτόν· για έναν άλλον,
ο ύψιστος νόμος είναι η ανοχή· για έναν τρίτο είναι αμαρτία να γδάρη ένα ζώο με
σιδερένιο μαχαίρι· για έναν τέταρτο είναι αγένεια να πατήση επάνω στην σκιά
ενός αρχηγού. Θεμελιώδης για όλους αυτούς του κανόνες είναι η «θρησκευτική
τήρηση» ή ο «ακριβής σεβασμός», και αυτό συνεπάγεται μια ηθική προσπάθεια, που
είναι απαραίτητη για την ανάπτυξη της συνειδητότητας. Ένας λόγος του Ιησού στον
Codex Bezae [αναφερόμενος στο χωρίο Λουκά 6,4:
«…και αποκριθείς προς αυτούς είπεν ο Ιησούς· ουδέ τούτο ανέγνωτε ό εποίησε
Δαυίδ οπότε επείνασεν αυτός και οι μετ’ αυτού όντες, ως εισήλθεν εις τον οίκον
του Θεού και τους άρτους της προθέσεως έλαβε και έφαγε, και έδωκε και τοις μετ’
αυτού, ους ουκ έξεστι φαγείν ει μη
μόνους τους ιερείς· και έλεγεν αυτοίς
ότι κύριος εστίν ο Θεός του ανθρώπου και του Σαββάτου»], το εκφράζει με
αποκρυσταλλωμένη μορφή: «Άνθρωπε, εάν γνωρίζεις τι κάνεις, είσαι ευλογημένος.
Αλλά εάν δεν γνωρίζεις, είσαι καταραμένος και παραβάτης του νόμου».
Θα μπορούσαμε
επομένως να ορίσουμε την «νέα ηθική» σαν μια εξέλιξη και διαφοροποίηση μέσα στα
πλαίσια της παλιάς ηθικής, που περιορίζεται προς το παρόν σε εκείνα τα σπάνια
άτομα, τα οποία, οδηγημένα από αναπόφευκτες συγκρούσεις καθηκόντων, επιθυμούν
να φέρουν το συνειδητό και το ασυνείδητο σε μια υπεύθυνη σχέση.
Στον βαθμό που η ηθική αντιπροσωπεύει ένα σύστημα
ηθικών απαιτήσεων, έπεται ότι οποιεσδήποτε καινοτομίες μέσα ή έξω από αυτό το
σύστημα θα έχουν επίσης έναν «δεοντολογικό» χαρακτήρα. Αλλά η ψυχική κατάσταση
στην οποία θα απευθυνόταν η καινούργια προτροπή «οφείλεις», είναι τόσο
πολύπλοκη, λεπτή και δύσκολη, ώστε αναρωτιέται κανείς ποιος θα ήταν σε θέση να
εκφράση μια τέτοια απαίτηση. Ούτε εξ άλλου θα χρειαζόταν να γίνη αυτό, επειδή
το ηθικά ευαισθητοποιημένο άτομο που ήδη εισέρχεται σε μια τέτοια κατάσταση
έχει κιόλας αντιμετωπίσει αυτήν την απαίτηση, προερχόμενη από μέσα του, και
ξέρει πάρα πολύ καλά ότι δεν υπάρχει συλλογική ηθική που θα μπορούσε να τον
ελευθερώση από το δίλλημά του. Εάν οι αξίες της παλιά ηθικής δεν ήταν μέσα στο
μεδούλι των οστών του, δεν θα μπλεκόταν καθόλου σε μια τέτοια κατάσταση. Ας
πάρουμε για παράδειγμα την παγκοσμίας ισχύος εντολή: «Μην ψεύδεσαι». Τι πρέπει
να κάνη κάποιος εάν, όπως συμβαίνει συχνά σε έναν γιατρό, βρίσκεται σε μια
κατάσταση που θα ήταν καταστροφή να πη την αλήθεια ή να την καταπιέση; Εάν δεν
θέλει κανείς να επιταχύνη άμεσα την καταστροφή, δεν μπορεί να αποφύγη να πη ένα
πειστικό ψέμμα, παρακινούμενος από την ψυχολογική κοινή λογική, την προθυμία να
βοηθήση, την χριστιανική αγάπη, το ενδιαφέρον για την μοίρα των άλλων
ενδιαφερομένων ανθρώπων – με λίγα λόγια από ηθικά κίνητρα, ακριβώς τόσο ισχυρά,
αν όχι ισχυρότερα, με εκείνα που υποχρεώνουν κάποιον να πη την αλήθεια.
Καθησυχάζει κάποιος τον εαυτού του με την δικαιολογία ότι αυτό που έγινε είχε
σαν αιτία το καλό κάποιου, και ήταν επομένως ηθικό. Αλλά οποιοσδήποτε έχει
ενορατική ικανότητα, θα αντιληφθή ότι από την μια μεριά ήταν πολύ δειλός για να
επιταχύνη μια καταστροφή, και από την άλλη είπε ψέμματα αδιάντροπα. Έκανε κακό,
αλλά την ίδια στιγμή και καλό. Κανείς δεν μπορεί να σταθή έξω από το καλό και
το κακό, διαφορετικά θα ήταν έξω από αυτόν τον κόσμο. Η ζωή είναι μια συνεχής
ισορροπία αντιθέτων, όπως και οποιαδήποτε άλλη ενεργειακή διαδικασία. Η
εξάλειψη των αντιθέτων θα ισοδυναμούσε με τον θάνατο. Ο Nietzsche ξέφυγε από την σύγκρουση των
αντιθέτων με το να πάη σε ένα ψυχιατρείο. Ο γιόγκι επιτυγχάνει την κατάσταση
του nirdvandva (ελευθερία από τα αντίθετα) στην άκαμπτη θέση του λωτού της
ασυνειδησίας και απραξίας (samadhi). Αλλά ο συνηθισμένος άνθρωπος
βρίσκεται ανάμεσα στα αντίθετα, και ξέρει ότι ποτέ δεν μπορεί να τα εξαλείψη. Δεν
υπάρχει καλό χωρίς κακό, ούτε και κακό χωρίς καλό. Το ένα προϋποθέτει το άλλο,
αλλά δεν γίνεται το άλλο, ούτε καταργεί το άλλο. Εάν ένας άνθρωπος διαθέτει
αίσθηση της ηθικής και πιστεύει στην ιερότητα των ηθικών αξιών, βρίσκεται στον
πιο σίγουρο δρόμο για μια σύγκρουση καθηκόντων. Και παρόλο που αυτό μοιάζει
απελπιστικά με μια ηθική καταστροφή, αυτό μόνο κάνει δυνατή μια υψηλότερη
διαφοροποίηση της ηθικής και μια διεύρυνση της συνειδητότητας. Μια σύγκρουση
καθηκόντων μας αναγκάζει να εξετάσουμε την συνείδησή μας, και έτσι να
ανακαλύψουμε την σκιά. Αυτό με την σειρά του μας αναγκάζει να συμφιλιωθούμε με
το ασυνείδητο, Η ηθική πλευρά αυτής της διαδικασίας αφομοίωσης περιγράφεται με
θαυμαστή σαφήνεια από τον συγγραφέα.
Αυτοί που δεν είναι εξοικειωμένοι με την ψυχολογία του
ασυνειδήτου θα βρουν κάποια δυσκολία στο να φαντασθούν τον ρόλο που παίζει το
ασυνείδητο στην αναλυτική διαδικασία. Το ασυνείδητο είναι μια ζωντανή ψυχική
οντότητα, που, όπως φαίνεται, είναι σχετικά αυτόνομη, και συμπεριφέρεται σαν να
ήταν μια προσωπικότητα με δικές της προθέσεις. Οπωσδήποτε πάντως, θα ήταν
εντελώς λανθασμένο να θεωρήσουμε το ασυνείδητο απλώς σαν «υλικό», ή σαν ένα
παθητικό αντικείμενο που μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε ή να το
εκμεταλλευθούμε. Κατά παρόμοιο τρόπο, η βιολογική του λειτουργία δεν είναι
απλώς μηχανική, με την έννοια ότι είναι απλώς
σ υ μ π λ η ρ ω μ α τ ι κ ή σε
σχέση με την συνείδηση. Έχει πολύ περισσότερο τον χαρακτήρα της α ν τ ι σ τ ά θ μ ι σ η ς, δηλαδή μιας
έξυπνης εκλογής μέσων, που στοχεύουν όχι μόνο στην αποκατάσταση της ψυχικής
ισορροπίας, αλλά στο να γίνη ένα βήμα προς την κατεύθυνση της ολοκλήρωσης. Η
αντίδραση του ασυνειδήτου είναι κάθε άλλο παρά απλώς παθητική· παίρνει
πρωτοβουλία με δημιουργικό τρόπο, και μερικές φορές η σκόπιμη δραστηριότητά του
παίρνει τα πρωτεία απέναντι στον συνηθισμένο αντιδραστικό του χαρακτήρα. Σαν
ένας σύντροφος στην διαδικασία της συνειδητής διαφοροποίησης, δεν ενεργεί σαν
απλός αντίπαλος, επειδή η αποκάλυψη των περιεχομένων του πλουτίζει την
συνειδητότητα και βοηθάει στην διαφοροποίηση. Εχθρική αντιδραστικότητα υπάρχει
μόνον όταν η συνείδηση προσκολλάται πεισματικά στην μονομέρειά της και επιμένει
στην αυθαίρετη άποψή της, όπως συμβαίνει πάντοτε όταν υπάρχει απώθηση, και,
κατά συνεπεια, ένας μερικός διαχωρισμός της συνείδησης.
Μπροστά σε μια τέτοια συμπεριφορά του ασυνειδήτου, η
διαδικασία της συνδιαλλαγής μαζί του, από την ηθική σκοπιά, αποκτά έναν
ιδιαίτερο χαρακτήρα. Αυτή η διαδικασία δεν συνίσταται στην ενασχόληση με ένα
δεδομένο «υλικό», αλλά στην διαπραγμάτευση με μια ψυχική μειονότητα (ή
πλειονότητα, κατά περίπτωση), που έχει ίσα δικαιώματα με το άλλο μέρος της
ψυχής. Γι’ αυτόν τον λόγο, ο συγγραφέας συγκρίνει την σχέση προς το ασυνείδητο
με μια κοινοβουλευτική δημοκρατία, ενώ η παλιά ηθική ασυνείδητα μιμείται, ή
στην πραγματικότητα προτιμάει, τις διαδικασίες μιας απόλυτης μοναρχίας ή ενός
τυραννικού μονοκομματικού συστήματος. Με την νέα ηθική, η εγωική συνείδηση
εκτοπίζεται από την κεντρική της θέση μέσα στην ψυχή, που είναι οργανωμένη
επάνω στις γραμμές μιας απόλυτης μοναρχίας ή ενός ολοκληρωτικού συστήματος, ενώ
την θέση της παίρνει η ο λ ό τ η τ
α ή
το Τ α υ τ ό, που τώρα αναγνωρίζεται σαν το κεντρικό σημείο της ψυχής.
Το Ταυτό ήταν φυσικά πάντα στο κέντρο, και πάντα ενεργούσε σαν ο κρυμμένος
κυβερνήτης. Ο Γνωστικισμός εδώ και πολύ καιρό πρόβαλε αυτή την κατάσταση στον
ουρανό, με την μορφή ενός μεταφυσικού δράματος: η εγωική συνείδηση εμφανίζεται
σαν ο δημιουργός των απατηλών πραγμάτων, που φαντάζεται τον εαυτό του σαν τον
μόνο ποιητή του κόσμου, και το Ταυτό εμφανίζεται σαν ο ψηλότερος, απρόσιτος
θεός, του οποίου γέννημα είναι ο κατώτερος δημιουργός. Η ένωση του συνειδητού
και του ασυνειδήτου κατά την διαδικασία της εξατομίκευσης, η οποία είναι ο
πραγματικός πυρήνας του ηθικού προβλήματος, προβάλλονται στην μορφή ενός
δράματος με θέμα την λύτρωση, και, σε μερικά Γνωστικά συστήματα, βρίσκονται
στην ανακάλυψη και την αναγνώριση του ύψιστου θεού από τον κατώτερο δημιουργό.
Αυτό το παράλληλο μπορεί να μας χρησιμεύση στο να
δούμε το μέγεθος του προβλήματος που μας απασχολεί, και να φανή ανάγλυφα ο
ιδιαίτερος χαρακτήρας της αντιπαράθεσης με το ασυνείδητο επάνω σε ένα ηθικό
επίπεδο. Το πρόβλημα είναι πραγματικά ζωτικό. Αυτό μπορεί να εξηγήση γιατί το
ζήτημα μιας νέα ηθικής απασχολεί τόσο σοβαρά και επιτακτικά τον συγγραφέα, που
παρουσιάζει τα επιχειρήματά του με τόλμη και πάθος που ισοσταθμίζονται από την
διεισδυτική του ενόραση και προσοχή. Καλωσορίζω αυτό το βιβλίο σαν την πρώτη
αξιοσημείωτη προσπάθεια να διατυπωθούν τα ηθικά προβλήματα που προκύπτουν από
την ανακάλυψη του ασυνειδήτου, και να γίνουν θέμα για συζήτηση.
C. G. Jung, Μάρτιος 1949
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ
ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
Το βιβλίο αυτό, που ο συγγραφέας το συνέλαβε κατά την
διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και κάτω από την άμεση επίδρασή του,
εμφανίζεται σε μια εποχή που ήδη σκιάζεται απειλητικά από το φάσμα ενός τρίτου
παγκοσμίου πολέμου. Έχουν τα προβλήματα της ηθικής, ή έστω μιας «νέας» ηθικής
κάποια θέση σε μια εποχή όπου κυριαρχεί ο χορός του θανάτου, στην οποία ο
Εθνικοσοσιαλισμός στην Γερμανία δεν ήταν μόνο κάτι παραπάνω από ένα πρελούδιο;
Τα έθνη που μόλις χθες διακήρυτταν την αλληλεγγύη τους
στην μάχη για την ελευθερία της ανθρωπότητας ανταγωνίζονται τώρα το ένα το άλλο στην παραγωγή ατομικών βομβών·
και ποιος μπορεί να αμφιβάλλη για το ότι αυτό που είναι αδιανόητο σήμερα μπορεί
να γίνη κάτι συνηθισμένο αύριο; Ποια σημασία έχει, σε μια τέτοια παγκόσμια
κατάσταση, το γελοίο «ηθικό» ερώτημα και η ακόμη πιο γελοία απάντηση «όλα
εξαρτώνται από το άτομο»;
Μπορεί να φαίνεται πραγματικά ότι και το ερώτημα και η
απάντηση είναι ξεπερασμένα, και ότι όλα όσα επιχειρούνται σε αυτές τις σελίδες
γίνονται για τις ανάγκες μιας χούφτας ατόμων, που βρίσκονται καθ’ οδόν προς την
εξαφάνισή τους. Και όμως, όλα συνδυάζονται για την διάψευση αυτού του
ισχυρισμού. Μια ιστορική συνείδηση που έχει την δυνατότητα να κάνη μια
ανασκόπηση ολόκληρης της εξέλιξης της ανθρωπότητας, θα αναγνωρίση οπωσδήποτε
ότι η υψίστη προσπάθεια του ανθρώπινου γένους πάντα ήταν αφιερωμένη στην
δημιουργία του ατόμου. Η Κοινότητα των Ελεύθερων Ατόμων είναι ο επόμενος στόχος
ανάπτυξης – ακόμη απομακρυσμένος, αλλά ήδη ορατός στον ορίζοντα. Παρ’ όλα αυτά,
η κοινότητα και η ελευθερία δεν διακηρύσσονται κατά τον καλύτερο τρόπο με τις
ατομικές βόμβες· ούτε μπορούν η ελευθερία και η ατομικότητα να εγκαθιδρυθούν
από ένα μονολιθικό καθεστώς.
Η σκιώδης πλευρά της ανθρώπινης ψυχής βαραίνει επάνω
σε όλους μας, σκοτεινιάζοντας τον ουρανό με τις θανατηφόρες ακτίνες της και τα
ατομικά βομβαρδιστικά της. Παρ’ όλα αυτά, το μικρό πλάσμα, αν και πάντα σχεδόν
εκμηδενίζεται από τα μεγάλα εχθρικά τάγματα, πάντα κατόρθωνε να επιζήση, και ο
Δαυίδ πάντοτε θριαμβεύει ενάντια στον Γολιάθ. Αυτό το μικρό πλάσμα ακριβώς
είναι ο φορέας του θεϊκού θαύματος, επειδή αυτό το μικρό πλάσμα δεν είναι
τίποτε λιγώτερο από το δημιουργικό άτομο, και κάτω από την δική του καθοδήγηση
η ανθρώπινη φυλή προοδεύει στην πορεία της μέσα στην ιστορία.
Και έτσι, σε τελευταία ανάλυση, το μικρό πλάσμα είναι
στην πραγματικότητα το μεγαλύτερο από όλα τα πλάσματα· και μόνο επιφανειακά
συμβαίνει, μια ψυχολογία, που στην εποχή μας ακριβώς θεωρεί την ατομικότητα σαν
το κεντρικό πρόβλημα της κοινότητας, να εμφανίζεται ότι πολεμάει σε μια χαμένη
μάχη. Πάλι και πάλι αυτές οι χαμένες μάχες φανερώνονται τελικά σαν τα σημεία
ανάπτυξης, στα οποία συμβαίνουν αποφασιστικές εξελίξεις για το ανθρώπινο γένος.
Erich Neumann, Τελ Αβίβ, Ισραήλ Μάιος 1948
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΙΣΠΑΝΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ, 1959
Η χαρά μου που αυτό το βιβλίο πρόκειται τώρα να
μεταφρασθή στα Ισπανικά μετριάζεται από κάποια ανησυχία. Έχω αναγκασθή να
αντιμετωπίσω το ερώτημα «σε ποιο βαθμό εγώ ο ίδιος ήμουν υπεύθυνος, για τις
πολλές παραποιήσεις που ήρθαν στο φως κατά την διάρκεια της συζήτησης αυτού του
βιβλίου;». Με αυτό δεν εννοώ ούτε διαμαρτυρίες για λόγους αρχής ή ιδεολογίας,
ούτε τις αντιρρήσεις (καθόλου σπάνιες!) που εκφράσθηκαν από κριτικούς, οι
οποίοι δεν έκαναν τον κόπο να διαβάσουν το βιβλίο προσεκτικά. Η ανάγκη που
αισθάνομαι να φέρω τις σκέψεις μου επάνω στο πρόβλημα μιας νέας ηθικής μπροστά
το κοινό, μου φαίνεται όχι λιγότερο πιεστική σήμερα από ότι ήταν την εποχή που
για πρώτη φορά τις έγραψα. Και όμως, οι πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες αυτή
η ανάγκη επιβεβαιώθηκε από αναγνώστες, στους οποίους το βιβλίο έδωσε ένα χέρι
βοηθείας στο έργο της διευκρίνησης των πιο σπουδαίων προβλημάτων τους δεν
μπορεί με κανένα τρόπο να μετριάση αυτήν την ανησυχία.
Μία από τις κύριες επιχειρηματικές κατευθύνσεις αυτού
του μικρού βιβλίου ήταν η προσπάθεια να καθιερώση την ανάγκη για μια ιεραρχική
ηθική – δηλαδή να δείξη ότι για ανθρώπους με διαφορετικούς τύπους ψυχολογικής
δομής, αρμόζουν διαφορετικοί τύποι ηθικής. Συγχρόνως, έχω τονίσει επανειλημμένα
ότι η νέα ηθική, με την αλλαγή της στάσης της απέναντι στο κακό, προϋποθέτει
έναν άνθρωπο που είναι «ηθικός» σύμφωνα με τα πρότυπα της παλιάς ηθικής. Οι απαιτήσεις
της νέας ηθικής – εάν είναι δυνατόν να μιλήση κανείς για απαιτήσεις στην
περίπτωση αυτή – είναι υψηλότερες και πιο αυστηρές από αυτές της παλιάς. Δεν
υπάρχει καμμία περίπτωση να μας επιτρέπεται εδώ να παίρνουμε τα πράγματα πιο
εύκολα από ότι προηγουμένως. Αλλά η εμπειρία του σύγχρονου ανθρώπου για τους
ανθρώπους και τον κόσμο έχει αυξηθή· έχει μάθει ότι δεν είναι πλέον δυνατόν να
αιχμαλωτίση την ζωή, με όλη της την πολυπλοκότητα και την μοιραία δύναμη, σε
έναν μοναδικό, απλό ηθικό τύπο, όπως, «θα κάνης αυτό» και «δεν θα κάνης
εκείνο»· και η αλήθεια είναι ότι βρίσκεται τώρα μπροστά σε μια πιεστική ανάγκη
για έναν νέο ηθικό προσανατολισμό. Ακριβώς επειδή οι παλιές θρησκευτικές και
ηθικές αξίες έχουν χάσει την επίδρασή τους επάνω στον σύγχρονο άνθρωπο, και
επειδή αυτός με την σειρά του έχει χάσει το στήριγμα που αυτές του έδιναν στην
ζωή, βρίσκεται μπροστά στο πιο σοβαρό κίνδυνο – ένα κίνδυνο που εκφράζεται σε
πιο φανερή μορφή στους άρρωστους ανθρώπους που ο ψυχοθεραπευτής συναντάει στο
ιατρείο του κάθε μέρα, αλλά που επιδρά εξ ίσου επάνω στους ονομαζόμενους
φυσιολογικούς ανθρώπους που κάνουν τους πολέμους μας, επαναλαμβάνουν περιοδικά
τους διωγμούς μας, σχεδιάζουν και προετοιμάζουν τα αναγκαία μέσα για να
υλοποιήσουν τους σκοπούς τους.
Μια έκφραση
αυτής της σοβαρής ηθικής κρίσης είναι η μηδενιστική απελπισία σχετικά με τον
άνθρωπο, η οποία είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό της τέχνης και της φιλοσοφίας
του καιρού μας. Αλλά η δημιουργική ικανότητα του ανθρώπου και (αν και αυτό δεν
είναι στην ουσία το ίδιο πράγμα) η δημιουργική ικανότητα της ανθρώπινης ψυχής,
παραβλέπεται εσκεμμένα σε αυτό το σημείο. Από την άλλη μεριά, η ψυχολογία του
βάθους ενδιαφέρεται κυρίως γι’ αυτό ακριβώς το θέμα: η δημιουργική ικανότητα
του ανθρώπου και οι μέθοδοι ενθάρρυνσης της αυθεντικής έκφρασής της είναι στην
ουσία το βασικό πρόβλημα ολόκληρης της ψυχοθεραπείας. (Βλέπε το κείμενο του
συγγραφέα με τίτλο «Η δημιουργικότητα σαν κεντρικό πρόβλημα της ψυχοθεραπείας»,
που παρουσιάσθηκε στο 4ο Διεθνές Συνέδριο Ιατρικής Ψυχοθεραπείας στη
Βαρκελώνη το 1950). Τα φαινόμενα με τα οποία αυτό το βιβλίο ασχολείται, και στα
οποία βασίζει τα συμπεράσματά του, δεν είναι τίποτε άλλο από αυτές τις ίδιες
δημιουργικές διαδικασίες, οι οποίες, τείνοντας προς τον στόχο της ολοκλήρωσης,
βρίσκονται σε λειτουργία μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο.
Η κύρια αιτία της δυσκολίας που συνάντησαν πολλοί στην
κατανόηση του θέματος αυτού του βιβλίου, και η πηγή των περισσότερων
παρανοήσεων που αυτό αντιμετώπισε, βρίσκεται στην επικρατούσα σήμερα άγνοια ως
προς το τί συμβαίνει από ψυχολογική άποψη μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο. Το ηθικό
πρόβλημα είναι, στην πραγματικότητα, μόνο ένα κομμάτι του γενικού προβλήματος
της εσωτερικής μεταμόρφωσης, που συμβαίνει τώρα μέσα στον σύγχρονο άνθρωπο· και
για να εξηγήσω πιο καθαρά πώς – και γιατί – συμβαίνει αυτό, πρόσθεσα στο βιβλίο
με την μορφή ενός παραρτήματος τις «Σκέψεις μου σχετικά με την σκιά», (Σημ.:
από το έργο «Η ψυχολογία», Τόμος 2, Νο 7/8, 1950) στις οποίες, ίσως,
αυτό το πλέγμα των σχέσεων παίρνει περισσότερο σαφή έκφραση, και επίσης –
πράγμα ακόμη πιο σημαντικό – του δίνεται εκεί η σωστή του θέση και προοπτική
μέσα στο όλο φάσμα των προβλημάτων που μας περιβάλλουν.
Οι προσπάθειες
που καταβλήθηκαν ώστε να υποδειχθή ο δρόμος στον οποίο ο σύγχρονος άνθρωπος
είναι υποχρεωμένος να προχωρήση αντιμετωπίζοντας το κακό – και αυτό, κατά κύριο
λόγο, είναι και το θέμα μας –, θα πρέπει σίγουρα να θεωρηθούν σαν θέμα
επείγουσας προτεραιότητας, δεδομένου ότι, συνειδητά ή ασυνείδητα, το πρόβλημα
του κακού είναι κάτι που καίει στην καρδιά καθενός από εμάς. Αυτή η αίσθηση
επείγουσας ανάγκης – όπως με χαρά παραδέχομαι, τόσα χρόνια μετά την συγγραφή
αυτού του βιβλίου – έδωσε πράγματι μια οξύτερη μορφή σε μερικές από τις
διατυπώσεις μου – χωρίς εντούτοις, κατά την άποψή μου, να τις κάνη υπερβολικά
οξείες. Δεν μπόρεσα να πείσω τον εαυτό μου να μεταβάλλη αυτές τις διατυπώσεις,
όπως μου είχε προταθεί. Ο μαχητικός τόνος μεγάλου μέρους αυτού του βιβλίου
οφείλεται όχι μόνο στην ιδιοσυγκρασία του συγγραφέα, αλλά επίσης στο γεγονός
ότι το βιβλίο ισοδυναμεί με μια κήρυξη πολέμου ενάντια σε μια ηθική, που η
πρακτική της ανεπάρκεια έχει φέρει τον σύγχρονο άνθρωπο στο χείλος της
απελπισίας. Δεν μου προσφέρει ευχαρίστηση το να είμαι «πηγή ενόχλησης»·
πρόκειται όμως για μια βαθειά, και όπως την αντιλαμβάνομαι, θρησκευτική ευθύνη,
που βαραίνει τόσο πολύ επάνω στον ψυχοθεραπευτή σήμερα, ώστε τον εμποδίζει να
παραμένει αόριστος, ιδιαίτερα σε μια κατάσταση, όπου πολλές φορές αυτή ακριβώς
η ανούσια αοριστία της ηθικής και θρησκευτικής του στάσης βάζει σε κίνδυνο τον
σύγχρονο Δυτικό άνθρωπο. Ένας από τους κύριους αντικειμενικούς σκοπούς αυτού
του βιβλίου είναι να υπογραμμίση ότι μια αυθεντική ηθική στάση μπορεί να
γεννηθή μόνο (εάν τελικά μπορεί ) από τον σεβασμό γι’ αυτά που συμβαίνουν μέσα
στην ανθρώπινη ψυχή.
Θα ήθελα με αυτή την ευκαιρία να εκφράσω τις
ευχαριστίες μου στον δάσκαλο και φίλο μου C.G.Jung, όχι μόνο για την
πρωτοποριακή δουλειά μιας ολόκληρης ζωής, επάνω στην οποία έχει βασισθεί το
δικό μου έργο, αλλά επίσης για έναν μεγάλο αριθμό από προτάσεις διορθώσεων, που
μπόρεσα να τις ενσωματώσω σε αυτήν την μετάφραση. Δεν χρειάζεται να προσθέσω
ότι η ευθύνη γι’ αυτό το έργο παραμένει αποκλειστικά δική μου.
Μια τελευταία αμφιβολία: μήπως αυτή η καινούργια
ηθική, που υποτίθεται ότι είναι τόσο ουσιώδης για τον σύγχρονο άνθρωπο, είναι
«άκαιρη» σε μια εποχή που η παλιά ηθική, η οποία προετοίμασε και τον δρόμο σ’
αυτήν εδώ,
φημίζεται περισσότερο για την παραβίασή της απ’ όσο
για την τήρησή της; θα ήθελα να απαντήσω σ’ αυτό το ερώτημα λέγοντας μια
Χασιδική ιστορία.
Κάποτε, ο ραββίνος Jechiel Meir από το Gostynin είχε παρακολουθήσει την
Γιορτή των Εβδομάδων με τον δάσκαλό του στο Kozk. Όταν επέστρεψε στο σπίτι
του, ο πεθερός του τον ρώτησε: – «Λοιπόν, η Αποκάλυψη (σημ.: Η αποκάλυψη του
Νόμου στον Μωυσή στο όρος Σινά) δόθηκε με διαφορετικό πνεύμα εκεί που ήσουνα
από ότι κάπου αλλού;» – «Σίγουρα», ήταν η απάντηση. – «Τι εννοείς» ξαναρώτησε ο
πεθερός του. – « Εσύ εδώ, πώς θα καταλάβαινες, για παράδειγμα, την εντολή “ου
κλέψεις”. Ρώτησε με την σειρά του ο ραββίνος Jechiel. – «Λοιπόν, φυσικά»,
απάντησε ο πεθερός του, «ότι δεν επιτρέπεται να κλέβη κανείς από τον γείτονά
του». – «Αυτή την εντολή δεν χρειάζεται πια να την δίνουν σ’ ε μ α ς» είπε ο
ραββίνος Jechiel. – « Στο Kozk την ερμηνεύουν ως εξής: Δεν
επιτρέπεται κανείς να κλέβη από τον εαυτό του!». (Martin Buber:
«Ιστορίες των Hasidin»,
Ζυρίχη,
1949).
Erich Neumann, Tel Aviv, 1959
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου