Συνεχίζεται από Σάββατο, 15 Μαρτίου 2014
Η απομυθοποίηση της ενώσεως των θρησκειών καί τής θρησκειολογίας
Η πνευματικότητα στην μοντέρνα κοινωνία
Κεφάλαιο 3γ
Δημιουργώντας την Θρησκεία της Ανατολής
Η πνευματικότητα στην μοντέρνα κοινωνία
Κεφάλαιο 3γ
Δημιουργώντας την Θρησκεία της Ανατολής
Ο σύγχρονος οριενταλισμός
Η άλλη διδασκαλία, με την οποία μπορεί να συγκριθεί το έργο πάνω στις
σανσκριτικές παραδόσεις, είναι το έργο των Quentin Skinner και John Pocock πάνω στην αγγλική πολιτική θεωρία. Οι επιστήμονες αυτοί
δεν επικεντρώνονται στις έννοιες αλλά στην θεωρία (discourse). Σύμφωνα με τον Pocock, discourse είναι «μια πολύπλοκη δομή που περιλαμβάνει ένα
συγκεκριμενό λεξιλόγιο, γραμματική, ρητορική, αλλά και ένα σύνολο χρήσεων,
υποθέσεων και συμπερασμάτων, που συνυπάρχουν στον χρόνο, και μπορούν να
χρησιμοποιηθούν από μια ημί-εξειδικευμένη κοινότητα χρηστών της γλώσσας, για
πολιτικού σκοπούς. Η κοινότητα αυτή ενδιαφέρεται, και επεκτείνεται μερικές
φορές μέχρι εκεί, για την διατύπωση κοσμοθεωριών ή ιδεολογιών»12. Το
κεντρικό στοιχείο στην ιστορία της θεωρίας, είναι η ιδέα ότι υπάρχουν πολλές
θεωρίες ταυτόχρονα, και πως αυτές έχουν τις χρήσεις τους και τις επιδράσεις
τους, που μπορούν να μελετηθούν, ώστε να αποκτηθεί μια καλύτερη γνώση της
συγκεκριμένης μορφής ζωής (Lebensform), για να χρησιμοποιήσουμε τον όρο που χρησιμοποίησε ο Wittgenstein για την ιστορία.
Είναι σαφές, πως για να προσεγγίσει
κανείς τα προγράμματα που έχουν αναπτυχθεί για την μελέτη της ιστορίας
της αγγλικής και γερμανικής discourse, απαιτείται μια μεγάλη σειρά πηγών και υψηλό επίπεδο
κατανόησης των συναφειών, εντός των οποίων αυτές οι discourse διαμορφώθηκαν και μεταμορφώθηκαν. Το πρόγραμμα του Koselleck ανακάλυψε για παράδειγμα, πως ο πρώτος που χρησιμοποίησε
τον όρο Fortschritt(πρόοδος) ήταν ο Κάντ. Και πόσο ισχυρή έχει γίνει αυτή η
έννοια! Αυτή είναι καινοτομία, αλλά η μεταμόρφωση είναι το ίδιο σημαντική. Η
πολιτική φιλοσοφία του Αριστοτέλη έχει παραμείνει σημαντική μέχρι τις μέρες
μας. Πρέπει λοιπόν κάποιος να περιγράψει τους τρόπους με τους οποίους οι
έννοιες του έχουν μεταμορφωθεί στις μεταγενέστερες τους χρήσεις.
Η κρίσιμη διαφορά μεταξύ του έργου πάνω στα σανσκριτικά και του γερμανικού
και αγγλικού προγράμματος, είναι ο ρόλος της αποικιοκρατίας. Το γερμανικό και
το αγγλικό πρόγραμμα ασχολούνται με τον ερχομό της νεωτερικότητας, ενώ το
σανσκριτικό σύστημα γνώσης (SKS), ασχολείται με τον ερχομό της αποικιοκρατίας. Στα
εισαγωγικά σημειώματα του SKS τονίζεται πως πως υπάρχει μια αιτιώδης σχέση μεταξύ του
ερχομού της αποικιοκρατίας και της εξαφάνισης της συστηματικής σκέψης του
σανσκριτισμού. Αυτό μας υποδεικνύει ένα ρήγμα πολύ πιο ριζικό από τις
μεταμορφώσεις της θεωρίας και των εννοιών που συνόδευσαν τον ερχομό της
νεωτερικότητας στην Ευρώπη. Κάτι παρόμοιο ισχύει και για την Κίνα προς τέλος
του 19ου αιώνα, όταν οι Κινέζοι διανοούμενοι έπρεπε να απαντήσουν
στο ερώτημα, εάν ήθελαν να επαναπροσδιορίσουν τον Κονφουκιανισμό ως βάση του
γνωσιακού τους συστήματος ή να υιοθετήσουν την δυτική αντίληψη της ιστορίας,
και ειδικά τον εξελικτισμό. Κινέζοι στοχαστές, όπως ο Liang Qichao (1873-1929), κατά
την περίοδο της πολιτισμικής μεταρρύθμισης προς το τέλος του 19ου
αιώνα, αναφέρονταν τόσο στην βουδιστική αντίληψη περί ιστορίας ως
αλληλεπίδρασης, που συνέδεε την κινέζικη ιστορία με την παγκόσμια ιστορία, όσο
και στην νέο-καντιανή αντίληψη13. Η αποικιοκρατία, τόσο στην
περίπτωση της Ινδίας όσο και της Κίνας, προσφέρει ένα καθεστώς γνώσης.
Δεν λέμε ότι οι κινέζικες και ινδικές παραδόσεις δεν ανέπτυξαν μεθόδους
ιστορικής μελέτης των κειμένων, ώστε να ξεχωρίζουν ποια είναι αυθεντικά και
ποια όχι. Η συζήτηση όμως πάνω σε αυτά τα θέματα συνδέουν πάντοτε την
αυθεντικότητα με την αυθεντία. Για να καθαρίσουν τα κείμενα από μεταγενέστερες
προσθέσεις και παρερμηνείες, πρέπει να καθοριστεί μάλλον η αυθεντία της πηγής
παρά η ιστορία του κειμένου. Η αναζήτηση όμως των πηγών δεν είναι ποτέ ξέχωρη
από την ιστορία της αναζήτησης. Μια πραγματική φράση του Κονφούκιου «βρίσκεται»
ή «εγκαθιδρύεται» στις διαμάχες με άλλους ερμηνευτές της παράδοσης. Η αναζήτηση
των πηγών του δυτικού ρομαντισμού έχει πολλά κοινά με τα προηγούμενα, διαφέρει
όμως στο ότι ισχυρίζεται πως έχει επιστημονική ουδετερότητα και πως είναι μια
κοινώς αποδεκτή σύγκριση. Οι απαιτήσεις περί αυθεντίας φεύγουν από το κέντρο
των παραδόσεων, και πάνε σε κέντρα μάθησης που βαθμιαία αυτονομούνται. Με αυτή
την έννοια, η ιστορία της εκκοσμίκευσης των πανεπιστημίων της Δύσης σχετίζεται
απευθείας με την ιστορία της συγκρητιστικής θρησκείας και της φιλολογίας των
ανατολικών κειμένων. Η ιστορία ως επάγγελμα, με πρόφαση την ουδετερότητα και
εξωστρέφεια είναι σημάδι της νεωτερικότητας, που με πολύπλοκους τρόπους
εμπλέκεται με την ιστορία του εθνικισμού και και του ιμπεριαλισμού. Αυτή είναι
και η βάση της αυθεντίας του Müller και του Legge, σε σχέση με την αυθεντία των ύστερων ερμηνευτών του Qing, ή των Βραχμάνων μεταρρυθμιστών του 19ου
αιώνα. Οι ισχυρισμοί αυτοί περί αυθεντίας, δεν έγιναν μέσα σε εντελώς
ξεχωριστούς κόσμους, αλλά είναι ενσωματωμένοι στις πολυπλοκότητες των
συναντήσεων που επέφερε η αποικιοκρατία. Οι νέο-κονφουκιανοί και οι Βραχμάνοι
μεταρρυθμιστές του 19ου αιώνα, πρέπει να συνδεθούν με την αυξανόμενη
αυθεντία της δυτικής επιστήμης, ώστε να αποκτήσουν ένα πλεονέκτημα στις
εσωτερικές τους συζητήσεις. Από την άλλη, οι οριενταλιστές της Δύσεως, δεν μπορούν
να απομακρυνθούν πλήρως από τις χριστιανικές τους παραδόσεις και συνάφειες,
καθώς επιδιώκουν ακαδημαϊκούς σκοπούς.
Κεφάλαιο 3 δ
Η επαναδιατύπωση των παραδόσεων
στα πλαίσια της αποικιοκρατικής συνάντησης των πολιτισμών

Προς το τέλος του 19ου αιώνα είχε συνεχιστεί η συνάντηση των
ιεραποστόλων με τους ειδωλολάτρες, αλλά είχε προστεθεί και μια σημαντική φωνή,
που προέκυψε ως αποτέλεσμα της εκκοσμίκευσης της ευρωπαϊκής διάνοιας: ο νέος
κλάδος που ονομάζεται «επιστήμη της θρησκείας». Ένα στοιχείο της μοντέρνας
μεταμόρφωσης της θρησκείας είναι η «επινόηση των παγκόσμιων θρησκειών (world religions)», όπως το αποκαλεί ο Tomoko Masuzawa16.
Οι «παγκόσμιες θρησκείες» ως κατηγορία είναι προϊόν της συγκρητικής θεολογίας
και της επιστήμης των θρησκειών. Η συγκριτική θεολογία αρχίζει και τελειώνει με
μοναδικότητα του Χριστιανισμού σε σύγκριση με τις άλλες θρησκείες, ενώ η
επιστήμη της θρησκείας προσπαθεί να αντιμετωπίσει όλες τις θρησκείες με τον
ίδιο τρόπο. Επιπλέον, η επιστήμη της θρησκείας προσλαμβάνει τον επιστημονικό
της χαρακτήρα από την στενή σχέση που έχει προς την ιστορική γλωσσολογία και
φιλολογία.
Ιδιαίτερη σημασία έχει η «ανακάλυψη» του Βουδισμού, ως μιας άλλης
παγκόσμιας θρησκείας, επιπλέον του Χριστιανισμού. Κατά τον 19ο αιώνα
αναγνωρίστηκε η ύπαρξη του Βουδισμού σε διάφορα μέρη της Ασίας, και επομένως
αναγνωρίστηκε ως διεθνής θρησκεία. Σε αντίθεση προς τον παλιό εχθρό, το Ισλάμ,
ο Βουδισμός θεωρήθηκε ως ηθικά υψηλή θρησκεία, με παγκόσμιες προθέσεις όπως ο
Χριστιανισμός. Ακαδημαϊκοί, όπως ο Monier Monier-Williams, σανσκριτιστής στην Οξφόρδη, δήλωσε πως Βουδισμός είναι
φιλοσοφία ή σύστημα ηθικής, αλλά όχι θρησκεία. Αυτό είναι πολύ σημαντικό θέμα,
και έχει συζητηθεί επανειλημμένως μέχρι σήμερα. Πέραν όμως των συζητήσεων αυτών
στην Δύση περί της ουσίας της θρησκείας, όποια και αν είναι η σημασία τους,
έχουμε κρίσιμες εξελίξεις και στην αποικισμένη Ασία. Πάνω απ’ όλα γίνονται
προσπάθειες να βρεθεί μέσω της αρχαιολογίας ο αρχαίος Βουδισμός κάτω από τα στρώματα
του Ινδουισμού στην Ινδία. Ο στρατηγός Alexander Cunningham (1814-1893), ιδρυτής της Indian Archeological Survey,
βρήκε και εξερεύνησε ξεχασμένους τόπους των Βουδιστών στην Ινδία, όπως το
διάσημο Sarnath.
Τα ευρήματα αυτά ήταν σημαντικό στοιχείο για την καθιέρωση της ιστορίας της
αρχαίας Ινδίας, όπου ο Βουδισμός παρουσιάζεται ως εχθρός του Βραχμανισμού, είχε
καταστραφεί από το Ισλάμ και εν τέλει αντικαταστάθηκε από τον Ινδουισμό17.
Αυτό ήταν ουσιαστικό για την μείζονα διήγηση της ινδικής ιστορίας, όπου ο
Βουδισμός θεωρήθηκε ως εναλλακτική του Ινδουισμού που βασιζόταν στις κάστες,
και είχε προσληφθεί ως τέτοιος από μεταρρυθμιστές, όπως τον αρχηγό των
λεγόμενων ανέγγιχτων, και πολιτικό ηγέτη, τον Ambedkar. Αυτή η ταυτόχρονη παραγωγή του Βουδισμού, ως εγγενούς
στην Ινδία αλλά και ως παγκόσμιας θρησκείας, η οποία αξίζει τον σεβασμό για το
μοντέρνο μήνυμα της περί ισότητας, είχε γίνει σημαντική στον ινδικό χώρο, από
τον οποίο είχε σχεδόν εξαφανιστεί ως ζώσα παράδοση. Στην Σρι Λάνκα συνέβη κάτι
άλλο. Ο Βουδισμός εδώ είχε τοποθετηθεί σε ένα άλλο πλαίσιο, κατά πρώτον λόγω
της έκδοσης 26 χιλιάδων σελίδων βουδιστικών κειμένων, γραμμένων με λατινικά
γράμματα, από την Pali Text Society, που ιδρύθηκε το 1881 από τον Rhys Davids (1843-1922) που
ήταν Βρετανός υπάλληλος στην Σρι Λάνκα, και με το αξίωμα αυτό είχε
εμπλακεί σε ανασκαφές της διάσημης αρχαίας πόλης Anuradhapura. Αργότερα, ο θεοσοφιστής συνταγματάρχης Olcott (1832-1907) είχε σχεδιάσει την σημαία της Σρι Λάνκα, και
είχε δημιουργήσει την βουδιστική κατήχηση, που είχε μεταμορφώσει τις
βουδιστικές παραδόσεις της Σρι Λάνκα σε μια αναγνωρισμένη θρησκεία. Και τέλος,
το πιο σημαντικό, είναι οι προσπάθειες του μεταρρυθμιστή μοναχού Anagarika Dhammapala (1864-1933), που είχε επηρεαστεί βαθιά από την θεοσοφία,
από τις οποίες προέκυψε ο βουδιστικός εθνικισμός Sinhala, που έχει κεντρική σημασία στις σημερινές διαμάχες των
Ινδουιστών Ταμίλων και των Sinhala Βουδιστών στην Σρι Λάνκα. Ακριβώς αυτή η μεταμόρφωση του
Βουδισμού στην ακαδημαϊκή διανόηση της Δύσης, που τον καθιστά μια παγκόσμια
θρησκεία στα πλαίσια της αυτοκρατορίας, του επιτρέπει να είναι βασικό στοιχείο
του θρησκευτικού εθνικισμού στους κόλπους των Sinhala Βουδιστών στην Σρι Λάνκα. Από μητροπολιτική πλευρά, ο
Βουδισμός θεωρείται ως το κατεξοχήν παράδειγμα παγκόσμιας πνευματικότητας, μια
μη θρησκευτική φιλοσοφία, η οποία συμβιβάζεται με την δυσκολία που έχουν πολλοί
διανοούμενοι του 19ου αιώνα με την θεσμική θρησκεία. Η διαλεκτική
του οριενταλισμού και του εθνικισμού έχει μεγάλη σημασία και στις δυο όχθες της
αυτοκρατορικής φαντασίας.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου