Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

ΣΧΟΛΙΑ ΣΕ ΜΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ (8δ)

Ἀδιακρισίες στήν ποιμαντική καί τήν ἄσκηση:

 Ἡ «βαθεῖα μετάνοια» καί ἡ ποιμαντική διακονία
[8δ ΜΕΡΟΣ]
τοῦ π. Θωμᾶ Βαμβίνη
 Μέ ὅσα προηγήθηκαν συνδέεται καί μιά ἀκόμη παρανόηση τῆς καταγεγραμμένης ἀπό τόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου διδασκαλίας τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στήν δυσκολία πού ἔχει ὁ κληρικός, ὅταν διακατέχεται ἀπό βαθιά μετάνοια, νά ἐργασθῆ πολύ ποιμαντικά στόν κόσμο. Συγκεκριμένα ὁ π. Σωφρόνιος λέει:

«Ὅταν ἕνας Κληρικός ἔχη βαθειά μετάνοια, δέν μπορῆ νά ἐργασθῆ πολύ ποιμαντικά στόν κόσμο. Γιατί ἡ ποιμαντική διακονία ἀπαιτεῖ διαρκῆ δραστηριότητα, πού δέν μπορεῖ νά ἔχη αὐτός πού διακρίνεται ἀπό βαθειά μετάνοια»[1].

Αὐτή ἡ ἄποψη γιά τόν π.Ἰ.Δ. εἶναι «κακοδοξία», διότι ὅπως γράφει:

«Δηλαδή ὁ Μέγας Βασίλειος, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός καί πλῆθος ἄλλων ἁγίων, οἱ ὁποῖοι παρουσίασαν ποικίλον ποιμαντικόν, ἐκκλησιαστικόν, κοινωνικόν, φιλανθρωπικόν, συγγραφικόν, πνευματικόν, ἐθνικόν καί ἱεραποστολικόν ἔργον, ἦσαν πνευματικῶς ρηχοί, δέν εἶχον “βαθεῖαν μετάνοιαν”, διότι, ἐάν εἶχον, δέν θά ἠδύναντο νά ἐπιτελέσουν τοιαῦτα ἔργα, ὅπως παραδέχεται καί διαδίδει ὑπερηφάνως μέ τό βιβλίον του ὁ κ. Ἱερόθεος. Ἀλλοίμονον!

Συμπεραίνω ὅτι ἡ Σεβασμιότης του ἀμφισβητεῖ καί τήν “βαθεῖαν μετάνοιαν” τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξεν ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν»[2].

Ἡ «βαθεῖα μετάνοια» γιά τήν ὁποία μιλᾶ ὁ Γέροντας Σωφρόνιος δέν εἶναι μιά ἐπιφανειακή μεταμέλεια ἤ μιά διανοητική αὐτοκριτική διαδικασία. Δέν συντελεῖται καί δέν μένει μόνο στό μυαλό. Ἀπορροφᾶ ὅλον τόν ἄνθρωπο στήν αἴσθηση τῆς ἀπομάκρυνσης ἀπό τόν ζώντα Θεό, πού βιώνει ἡ καρδιά.  Ὅμως, ἡ βαθιά βίωση αὐτῆς τῆς πνευματικῆς φωτιᾶς δέν εἶναι μιά κατάσταση πού διαρκεῖ σέ ὅλο τόν ἀνθρώπινο βίο. Ἡ μετάνοια γενικῶς δέν τελειώνει ποτέ. Ἀλλάζει ὅμως μορφές. Στήν ἀρχή, ὅταν ἀποκαλύπτεται τό «εἰδεχθές προσωπεῖο τῶν παθῶν» καί βγαίνη σταδιακά στό φῶς τό σκοτεινό βάθος τοῦ ἀνθρώπου, ἡ μετάνοια ὡς φωτιά κατακαίει τά «φρυγανώδη πάθη», ἀλλά κατόπιν ἀπό φωτιά γίνεται φῶς πού φωτίζει τόν νοῦ καί ὁ κλαυθμός τοῦ πνευματικοῦ πένθους μετατρέπεται σέ «θυμηδία πνευματική». Συμβαίνει στόν ἄνθρωπο αὐτό πού ζητᾶμε νά πραγματοποιήση μέσα μας τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ:

«Ὡς πῦρ γενηθήτω μοι καί ὡσεί φῶς τό Σῶμα σου καί τό Αἷμα, Σωτήρ μου, τό τιμιώτατον, φλέγον ἁμαρτίας τήν ὕλην καί ἐμπιπρῶν  παθῶν τάς ἀκάνθας καί ὅλον φωτίζον με προσκυνεῖν σου τήν θεότητα»[3].

Ἡ βαθιά μετάνοια, πού συνδέεται μέ τήν ἀδυναμία ἐπιτελέσεως ποιμαντικοῦ ἔργου, εἶναι στάδιο ἀπό τό ὁποῖο περνοῦν ὅλοι οἱ πορευόμενοι τήν «στενή καί τεθλιμμένη ὁδό» τῶν προσταγμάτων τοῦ Θεοῦ. Αὐτήν τήν ὁδό πορεύτηκαν καί ἀπό αὐτήν τήν μετάνοια πέρασαν καί οἱ ἅγιοι στούς ὁποίους καταφεύγει ὁ π.Ἰ.Δ. προκειμένου νά στηρίξη τήν ἄποψή του, ὅτι ἡ «βαθεῖα μετάνοια» δέν ἐμποδίζει τήν ἀνάπτυξη πολλῶν ποιμαντικῶν δραστηριοτήτων.

Θά πρέπη νά ὑπογραμμίσουμε ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος δέν λέει ὅτι «ὅταν ἕνας Κληρικός ἔχη βαθειά μετάνοια, δέν μπορῆ νά ἐργασθῆ ποιμαντικά στόν κόσμο», ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἐργασθῆ «πολύ», ἐπειδή ὁ νοῦς του εἶναι αἰχμαλωτισμένος στόν ἐσωτερικό του ἄνθρωπο, μέσα στόν ὁποῖο  βιώνει τό πνευματικό πένθος, ὁπότε αἰσθάνεται ἔντονα τήν ἀδυναμία, ἀλλά καί τήν ἀναξιότητά του νά διδάξη καί νά καθοδηγήση ἄλλους ἀνθρώπους.

Ἐν τούτοις, στούς βίους τῶν ἁγίων βλέπουμε αὐτό πού ἤδη σημειώσαμε, ὅτι δηλαδή αὐτή ἡ κατάσταση –τήν ὁποία κάθε ἅγιος τήν ἔχει ζήσει– δέν διαρκεῖ γιά ὁλόκληρη τήν ζωή. Ἔτσι βλέπουμε τόν Μ. Βασίλειο, πρίν ἀρχίση τήν ἔντονη ποιμαντική του δράση, νά ἔχη ἀποσυρθῆ στό ἐρημητήριο τοῦ Πόντου, ὅπου «ἀπέκλαυσε» τήν νεότητά του πού ἀφάνησε στήν ἀνάληψη «τῶν μαθημάτων τῆς παρά Θεοῦ μωρανθείσης σοφίας». Βλέπουμε τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο νά ὑποτάσσεται σέ Γέροντα καί νά ἀσκητεύη σκληρά σέ σπήλαιο καί νά εἶναι ἀπρόθυμος νά ἀναλάβη ποιμαντική δράση, ὅπως φαίνεται ἀπό τούς λόγους του περί Ἱερωσύνης. Βλέπουμε τόν ἅγιο Κοσμᾶ τόν Αἰτωλό νά ζῆ τήν μετάνοιά του στήν Ἱερά Μονή Φιλοθέου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί ἐκεῖ, ὅταν ὡρίμασε πνευματικά, νά δέχεται τήν κλήση ἀπό τόν Θεό γιά τόν φωτισμό τοῦ Γένους· κλήση πού ἔθεσε στήν κρίση τοῦ Πατριάρχη, γιά νά βεβαιωθῆ ὅτι δέν εἶναι πλάνη. Τέλος, βλέπουμε τόν ἀπ. Παῦλο, μετά τήν ἀποκάλυψη τοῦ Χριστοῦ στήν πορεία πρός τήν Δαμασκό καί τό Βάπτισμα πού ἔλαβε ἀπό τόν ἀπ. Ἀνανία, νά ἀποσύρεται γιά τρία χρόνια στήν ἔρημο τῆς Ἀραβίας, ὅπου βίωσε τήν βαθύτατη μετάνοιά του, καί κατόπιν νά ἔρχεται σέ συνάντηση μέ τούς ἄλλους Ἀποστόλους καί ἀκόμη ἀργότερα, μέ ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ, νά στέλνεται ὡς Ἀπόστολος στά ἔθνη.

Οἱ «σχολιασμοί» καί οἱ ἐπιθετικές κριτικές τοῦ π.Ἰ.Δ. δείχνουν ὅτι ἔχει μιά ἐπίπεδη ἀντίληψη γιά τήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική ζωή. Δείχνει, γιά παράδειγμα, νά μή γνωρίζη πολλά πράγματα γιά τίς ἐντάσεις καί τίς ἀπαιτήσεις τῆς μετάνοιας, πού δίνεται ὡς χάρισμα ἀπό τόν Θεό στούς ἀνθρώπους. Δείχνει ὅτι γνωρίζει μόνο τήν διανοητική μετάνοια, πού εἶναι ἀποτέλεσμα μιᾶς αὐτοκριτικῆς διαδικασίας –ὅπως στούς πυθαγορείους– χωρίς τήν συμμετοχή τῆς καρδιᾶς, ἡ ὁποία κατακαίεται ἀπό τήν ἐπίσκεψη τῆς καθαρτικῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Γιά τόν π.Ἰ.Δ. στήν πνευματική καί ἐκκλησιαστική ζωή δέν ὑπάρχουν «ἀναβάσεις» καί «καταβάσεις» ἐμπειρικῆς θεογνωσίας καί ἀνθρωπογνωσίας, στίς ὁποῖες αἰχμαλωτίζεται ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅλα συντελοῦνται σέ ἕνα ἐπίπεδο σχῆμα εὐσεβισμοῦ καί ἠθικισμοῦ πού νεκρώνει τήν ψυχή, ἀφοῦ σβήνει κάθε ἔμπνευση γιά ἐμπειρικές «ἀνόδους» στόν Θεό ἤ «καθόδους» στόν «κρυπτό τῆς καρδίας ἄνθρωπο». Γι’ αὐτό ὁ π.Ἰ.Δ. ἐξανίσταται ὅταν διαβάζη ὅτι ὁ π. Σωφρόνιος –περιγράφον-τας τά πράγματα καί ὄχι διανοούμενος– λέει ὅτι ὅταν κάποιος κληρικός βιώνη βαθιά μετάνοια, δέν μπορεῖ νά ἐργασθῆ πολύ ποιμαντικά στόν κόσμο.

Ὅταν ὅμως ἀγνοοῦμε τίς δωρεές τοῦ Θεοῦ στούς ἀνθρώπους, δέν ἐπαναστατοῦμε ἐναντίον τῶν «πείρᾳ μεμυημένων» καί δέν τούς ὑβρίζουμε. Μαθητεύουμε ταπεινά στόν λόγο τους. Ζητοῦμε νά μᾶς δώσουν οἱ ἴδιοι ἤ «ὁμότροποί» τους πειστικές ἀπαντήσεις, ὥστε νά ἑδραιωθοῦμε στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας καί νά μή βρεθοῦμε ἔξω ἀπό αὐτήν.

[1]. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ, σ. 339.

[2]. Ἡ θεολογική τραγωδία..., σ. 70.


[3]. Ἀκολουθία Μεταλήψεως.
  [8β ΜΕΡΟΣ] [8γ ΜΕΡΟΣ]

ΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια: