Σ' ἕνα καθιστικὸ τῆς ἐποχῆς ,γύρω στὴν 95η Ὀλυμπιάδα (-400), ὅπως θὰ δοῦμε
παρακάτω, στὸ σπίτι τοῦ νεαροῦ ποιητῆ Ἀγάθωνα, ποὺ μόλις ἔχει κερδίσει στοὺς τραγικοὺς ἀγῶνες, στὰ Λήναια, μὲ τὴν πρώτη του τραγωδία, ἔχει μαζευτεῖ ὅλη ἡ ἀφρόκρεμα τῶν διανοουμένων τῆς Ἀθήνας: ὁ Σωκράτης μὲ τὸν πιστό του μαθητῆ Ἀριστόδημο, ὁ Ἀριστοφάνης, ὁ Ἀλκιβιάδης, ὁ Φαῖδρος, ὁ γιατρὸς Ἐρυξίμαχος, ὁ Παυσανίας καὶ ἄλλοι ποὺ δὲν ἀναφέρονται.
Μισοξαπλωμένοι δύο-δύο σὲ κλίνες, τοποθετημένες γύρω- γύρω στὸ δωμάτιο, τρῶνε στὴν ἀρχὴ ἀπὸ τὰ μικρὰ τραπεζάκια ποὺ βρίσκονται μπροστὰ σὲ κάθε κλίνη. Κι ἀφοῦ τελειώσει αὐτὸ τὸ πρῶτο καὶ σύντομο μέρος τοῦ συμποσίου, περνοῦν μὲ σπονδὲς καὶ παιάνες, στὸ δεύτερο καὶ κυριότερο μέρος (πότος ἢ συμπότος). Ἀποφασίζουν νὰ πιοῦν λίγο μόνο καὶ νὰ μιλήσει ὁ καθένας μὲ τὴ σειρά του γιὰ τὸν Ἔρωτα, πλέκοντας τὸ ἐγκώμιό του θεοῦ αὐτοῦ.
geromorias.
geromorias.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου