Σάββατο 16 Ιουλίου 2016

Αναλογία και Χριστιανισμός(1)

Ubaldo Pellegrino
Image result for analogia entis
Το θέμα της αναλογίας εφαρμοσμένο όχι μόνον στο πρόβλημα της νοητικής γνώσεως του θεού, αλλά στο σύνθετο των χριστιανικών γεγονότων (αποκάλυψις του θεού, σωτηρία εν Χριστώ, αποστολή της Εκκλησίας), μάς βοηθά να κατανοήσουμε καλύτερα τόσο το εύρος του προβλήματος, το οποίο δεν περιλαμβάνει μόνον την λεγόμενη θεοδικία, όσο και την ανάπτυξη του ίδιου του δόγματος της αναλογίας, το οποίο υφίσταται μία στροφή περνώντας από την Ελληνική φιλοσοφία στην μεσαιωνική. Η οντολογία της χριστιανικής μεσαιωνικής φιλοσοφίας είναι διαφορετική από την Ελληνικά και απαιτεί και χρησιμοποιεί μια νέα έννοια της αναλογίας: εκείνη της χορηγήσεως πέραν εκείνης της αναλογικότητος, οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν στην χριστιανική θεολογία, ιδιαιτέρως δε στον θωμισμό.
Θα εξετάσουμε τρεις πλευρές του Χριστιανισμού, θεμελιώδεις κατά κάποιο τρόπο στην προοπτική της αναλογίας:
- Αποκάλυψις του θεού, πίστις και αναλογία,
- Η σωτηρία εν Χριστώ του ανθρώπου και η Ιστορία,
- Εκκλησία, Χριστιανισμός και αναλογία.

1. Αποκάλυψις του θεού, πίστη και αναλογία
Η γνώση δι’ αναλογίας συνεπάγεται ότι η αλήθεια είναι δυνατόν να αποκτηθεί με διαφορετικούς τρόπους: όχι μόνον δια της οδού της ταυτότητος ή της μονοσημαντότητος, με τον απόλυτο τρόπο μιας παρουσίας στην σκέψη, αλλά και δια της οδού της μη-ταυτότητος, της σχετικότητος η οποία δια της αναλογίας ανάμεσα σε μια αλήθεια και σε μία άλλη, μας δίνει με έναν αταίριαστο αλλά αληθινό τρόπο την σχέση με την πραγματικότητα.

Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να δηλώσουμε, ενάντια στην αναλογία, μία και μοναδική οδό, προνομιούχο, κατακτήσεως της αλήθειας, η οποία όσον αφορά τον θεό, είναι δογματική, αποκλείοντας την πολλαπλότητα των οδών για την ανάβαση σ’ Αυτόν και στην Ελευθερία Του να προσφερθεί διαφορετικά στους ανθρώπους!

Αυτές οι διαφορετικές θέσεις συμπίπτουν στην αντιπαράθεση τής οδού τής υπερφυσικής αποκαλύψεως ή της πίστεως, στην μεταφυσική, της οποίας αρνούνται την δύναμη επαληθεύσεως που διαθέτει. Ενθυμούμαι εκείνη του βιβλικού φιντεϊσμού και εκείνη του νοησιαρχικού δογματισμού.
Μια ριζική εχθρότητα στην αναλογία του Είναι, ιδωμένη σαν διαβολική επινόηση, διότι απαιτεί ανίερα να τοποθετήσει τον άνθρωπο στο ύψος του θεού, είναι εκείνη του Κάρλ Μπάρθ. Η αντίθεση ανάμεσα στην αποκάλυψη του θεού, η οποία συμβαίνει μόνον στον Χριστό και γίνεται αποδεκτή δια της πίστεως, και στην μεταφυσική ή φιλοσοφική γνώση είναι για τον Μπάρθ θεμελιώδης. Ότι ο θεός φανερώνεται όχι μόνον μέσω τής Βίβλου, αλλά και διαμέσου της νοήσεως, όχι μόνον εν Χριστώ, αλλά και στην κουλτούρα και στην φύση, δια της ηθικής οδού και της θρησκευτικής έξω από τον Χριστιανικό κόσμο, είναι για τον  Μπάρθ η εκτροπή της φιλελεύθερης θεολογίας, από την οποία θέλει να αποκοπεί η δική του θεολογία. Είναι επίσης το λάθος της Καθολικής θεολογίας, ιδιαιτέρως στην θωμιστική της γραμμή, στην οποία προτίθεται να αντιταχθεί!
Παρότι λόγω της Καθολικής κριτικής ο Μπάρθ διόρθωσε στην συνέχεια την αρνητική του κρίση στον Ακινάτη, δεν εγκατέλειψε ποτέ αυτό το κεντρικό του σημείο. Ο θεός αποκαλύπτεται μόνον μέσω του θεού και η φιλοσοφία έχει μόνον ένα αρνητικό χρέος απέναντι στην πίστη: Εκείνο της αποδοχής των αξεπέραστων ορίων της ανθρώπινης νόησης, η οποία είναι ανίκανη να πλησιάσει τον θεό. Ο Καντ, αρνητής της θεωρητικής ικανότητος της ανθρώπινης νοήσεως να υπερβεί το φαινόμενο, και ο υπαρξισμός, είναι οι καλύτερες εκφράσεις αυτής της αντιθέσεως προς την οδό της νοήσεως για την επιβεβαίωση του θεού. Η καθαυτή πραγματικότης, η καθαυτή πραγματικότης του θεού, κατακτάται μόνον μέσω της πίστεως. Ο δογματικός θεολόγος δεν μπορεί να απαιτήσει να πλησιάσει τον θεό, αλλά δείχνει μόνον την μοναδική οδό αυτής της αλήθειας: εκείνη της ενσαρκώσεως του θεού, της καθόδου του στους ανθρώπους, της αυτοαποκαλύψεώς του. Μόνον ο θεός μιλά για τον θεό. Δεν μπορούμε να βρούμε στον κόσμο καμμία πραγματικότητα, η οποία λόγω ομοιότητος μπορεί να μας μιλήσει.
Και γι’ αυτό η επαναπροώθηση του θωμισμού, την οποία προσπάθησε ο Λέων ΧΙΙΙ, στην Βατικάνειο σύνοδο Ι, της διακρίσεως δηλαδή στην συμπληρωματικότητα ανάμεσα στην πίστη και την νόηση, η οποία αναλογικώς ανεβαίνει στον θεό, είναι λανθασμένη και αποτυχημένη. Κάθε μεσότης, διαμεσολάβησις, πέραν του μοναδικού διαμεσολαβητού, του Χριστού, δεν είναι μόνον λανθασμένη, αλλά είναι ασεβής και αντίθετη με την πίστη του Ευαγγελίου.
Η μονοσήμαντη απόλυτη αλήθεια παρουσιάζεται στην νοησιαρχία του Εμμανουήλ Σεβερίνο σε μία διαφορετική μορφή οπωσδήποτε, διότι στο όνομα της απολύτου νοησιαρχίας αρνείται την πίστη στον Χριστό, αλλά όμοια λόγω της αντιθέσεως ανάμεσα στην απόλυτη αποκάλυψη του μοναδικού αναγκαίου είναι και της μεταφυσικής, η οποία απαιτεί να φθάσει τον Υπερβατικό και Δημιουργό θεό. Και εδώ επίσης υπάρχει μία μοναδική και μονοσήμαντη πρόσβαση στην αλήθεια, η οποία αντιτίθεται στον θεολογικό ιμπεριαλισμό ή τον φιντεϊσμό στο όνομα του ιμπεριαλισμού της Παρμενίδειας νοημοσύνης.

Σύμφωνα με τον Σεβερίνο η κρίση της χριστιανικής πίστης υπεισέρχεται σε μία πιο πλατειά κρίση, η οποία καλύπτει ανατολή και δύση, κομμουνιστικό κόσμο και καπιταλιστικό, στην κρίση του μηδενισμού. Η κρίση του πολιτισμού γεννάται στην Ελλάδα όταν η Ελληνική μεταφυσική, στην λήθη του πλήρους Είναι, του αμετάβλητου, αιώνιου, αναγκαίου, ήδη με τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, ταύτισε τα όντα του κόσμου με το τίποτα!;; Συμμαχώντας ο Χριστιανισμός με την Ελληνική μεταφυσική, σκλήρυνε και οδήγησε στις ακραίες συνέπειες τον μηδενισμό, του οποίου η θεωρητική καρδιά είναι η εβραιο-χριστιανική θέση της δημιουργίας του κόσμου εκ του μηδενός.  Εάν ο κόσμος καθαυτός είναι μηδέν, ο κόσμος κυριαρχημένος από τον άνθρωπο μπορεί να εκμηδενιστεί. Η Καθολική Εκκλησία συμμάχησε με τον κόσμο και η απαιτούμενη διάκριση και συμπληρωματικότης της πίστεως σε νόηση με την νοητή ανάβαση από τον κόσμο στον θεό είναι δεμένη με τον βασικό μύθο της Δύσεως: την πραγματικότητα του κόσμου. Η Εκκλησία δεν μαρτυρεί την αλήθεια του Είναι και γι’ αυτό πεθαίνει. Η πίστη δεν είναι ορθολογική, αλλά είναι βούληση για δύναμη, για ηγεμονία, ολοκληρωτισμό. Η απαίτηση να τοποθετηθεί σε μια ουδέτερη διάσταση της αλήθειας, κατά την οποία δια της αναλογίας συλλαμβάνεται η αρμονία ανάμεσα στην πίστη και την νόηση, είναι ψευδαισθησιακή. Στην πραγματικότητα η καθολική πίστη πνίγει την νόηση, η οποία φανερώνει το απόλυτο Είναι, καταδικάζοντας την πίστη σαν παράλογη. Η αντιπαράθεση μιας καθολικής ανθρωπολογίας και μιας μαρξιστικής ή ιδιοκτησιακής ανθρωπολογίας, προϊόντων πάντοτε της Ιστορίας, είναι ψευδαίσθηση επίσης.

Για να καταπολεμηθεί ο μηδενισμός του Χριστιανισμού, σύμμαχος του μαρξισμού και του καπιταλισμού, πρέπει να νικηθεί ο σκεπτικισμός ο οποίος υποχρεώνει την εξάρτηση της αλήθειας από τον άνθρωπο, από το υποκείμενο, πρέπει να νικηθεί ο ανθρωποκεντρικός σχετικισμός, επιστρέφοντας στο Απόλυτο, στο άπειρο, στο Αναγκαίο.  Η σωτηρία δεν έρχεται από το σχετικό, αλλά από την απόλυτη αλήθεια, η οποία σαν αντιφατική, βεβαιώνει ότι ο κόσμος, το ον που γίγνεται είναι το αιώνιο, ότι ο κόσμος είναι η αλήθεια της ανάγκης, η οποία αντιτίθεται στην ελευθερία. Έτσι υπερβαίνεται η μη-αλήθεια, ο αποκλεισμός ή η μελαγχολία, κατορθώνοντας πέραν των αλλοτριώσεων την σιγουριά της αιωνίου αλήθειας.

Το καθαυτό Είναι επιτυγχάνεται μόνον με την πίστη, δηλώνει ο φιντεϊσμός του Μπάρθ, το καθαυτό Είναι επιτυγχάνεται μόνον με τον απόλυτο ορθολογισμό, δηλώνει η νοησιαρχία.

(Συνεχίζεται)

Η ΑΠΟΛΥΤΗ ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΑΣΚΗΤΙΚΗΣ ΟΔΟΥ

Αμέθυστος



2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Ο π. Θεόδωρος Ζησης και ο Τσελεγγιδης χαίρουν άκρας εκτιμήσεως από τους ηγέτες του. Αντί οικουμενιστικου αγώνα τώρα πως βγαίνει ότι είναι αιρετικοί μοιάζει με διασκεδαστικό συμπέρασμα.

amethystos είπε...

Αναφερθήκαμε μόνο στόν Ζήση. Εχουμε αναρτήσει ήδη όλες τίς αποδείξεις. Καλά Χριστούγεννα.