Ομιλία του Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Σίμωνος Πέτρας, Αρχιμ. π. Αιμιλιανού εις την Τράπεζαν της Ιεράς ημών Μονής [Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους] κατά την πανήγυριν της μετακομιδής του ιερού λειψάνου του Αγίου Νικολάου (20 Μαίου 1986).
Τον πολύ προσφιλή μου και τιμιώτατον Γέροντά σας [Αρχιμανδρίτη, π. Γεώργιο (Καψάνη)], διά τα καλά λόγια που είπε δι’ ημάς και τας ευχάς, τας όποιας μας έδωσε, ακόμη δε διά την θαυμασίαν αυτήν ευκαιρίαν που μου εχάρισε, να είμαι σήμερα μαζί σας, και μάλιστα σε μιαν ατμόσφαιραν καθαρώς καλογερικήν και οικείαν, θερμώς τον ευχαριστώ εκ καρδίας.
Πολύ συνεκινήθην και εχάρην, πολύ μας ήρεσεν όλη σας η αναστροφή και η αγρυπνία σας, η αντοχή σας και η στάσις σας, γενικώς, μέχρι την τελευταίαν λεπτομέρειαν, την καθαρότητα, την υποδοχήν σας και όσα δεν βλέπομεν ημείς, τα βλέπει όμως ο Θεός.
Συμμετέσχομεν εις την ιδικήν σας αυτήν χαράν, που είναι χαρά της Εκκλησίας, μετέχοντες δε, διπλασιάζομεν και την ιδικήν μας χαράν.
Ακόμη είμαι συγκεκινημένος, όπως ελέγαμεν και εχθές, διότι, όλοι το ενοιώθαμεν, ήτο μαζί μας την νύκτα ο άγιος Νικόλαος. Τον εζήσαμεν απόψε. Όχι μόνον αι υμνογραφίαι και
τα αναγνώσματα μας ωμίλησαν και διελάλησαν περί αυτού, αλλά και ο ίδιος υπήρξεν ένας διαλαλητής της αγάπης, του ελέους, της δυνάμεως, της δόξης του Θεού.
Ένας, ο όποιος δεν άφησε ούτε τον ουρανόν ασυγκίνητον, ούτε κανένα κομμάτι της γης. Γιορτάζομε τον Άγιον, προσκυνούμεν και το τίμιον Λείψανον, το όποιον εσώθη τότε με την ανακομιδήν του.
Και, ναι μεν πικραθήκαμε, διότι από την Ανατολήν έφυγε εις την Δύσιν, αλλά όμως διεσώθη. Θα το είχαν κατασπαράξει, ίσως, η θα το είχαν χωνιάσει κάπου, θα το είχαν κάψει οι Ισμαηλίται, κατά το συναξάρι, και ό,τι άλλο θα μπορούσε να πάθη. Αυτός, λοιπόν, μας συνήγαγε όλους, και συνάγει περί εαυτόν, μάλλον γύρω από τον Χριστόν, Ανατολήν και Δύσιν.
Συζητούσαμε χθες διά την μεταφοράν της Ορθοδοξίας και του φωτός από την Ανατολήν προς την Δύσιν, που πραγματοποιείται εις τας ημέρας μας. Να, όμως, που προηγήθηκε, πολύ – πολύ ενωρίτερα, ο άγιος Νικόλαος. Εν Ανατολή ποιμάνας ζων τα πνευματικά του τέκνα και συνεχίζων διά των προσευχών του να ποιμαίνη τους πιστούς, ο άγιος Νικόλαος, εδέχθη και απεφάσισε να αναχωρήση εντεύθεν, να μεταφέρη το ιερόν σκήνος του εις την Δύσιν, εις το Μπάρι, όπου εισέτι διαφυλάσσονται τα άγια και τίμια λείψανα, τα όποια και μυροβλύζουν.
Άθελα μας έρχεται εις τον νουν μας ο λόγος του Κυρίου: «εν τη οικία του Πατρός μου μοναί πολλαί εισίν». Δεν λέγει «εις την βασιλείαν των Ουρανών» αλλά «εν τη οικία του Πατρός μου».
Μέσα εις το εν, την οικίαν, είναι πολλά, «πολλαί μοναί». Γη και ουρανός είναι το εν, η άγια Εκκλησία. Ανατολή και Δύσις συγκεντρώνονται μέσα εις αυτό το Σώμα του Χριστού που το εχάρισεν ο άναρχος Πατήρ εις τον συνάναρχον Υιόν Του. Το Σώμα αυτό το έδωκε και εις ημάς, ώστε, τω όντι, σώμα μας να είναι το Σώμα του Χριστού. Έλαβεν από ημάς και
ελάβομεν εκ του πληρώματος Του. Είμεθα, λοιπόν, ένας οίκος άπαντες, Ανατολή και Δύσις, είναι μοναί επί της γης, και εν ουρανοίς είναι πολλαί άλλαι μοναί.
Ο άγιος με τας θαυματουργίας του και με την ζωήν του ελάλησεν, όπως είπαμε, την δύναμιν και την πολυποίκιλον Σοφίαν και το έλεος του Κυρίου. Είναι παγκόσμιος Άγιος και παντού οπτάνεται [φαίνεται], μέσα εις τους στροβίλους της ξηράς και τας θυέλλας της θαλάσσης. Οι άνθρωποι Τον αναγνωρίζουν ευθύς.
Εις το πρόσωπον και εις την εμφάνισιν είναι γνωστότατος εις όλον τον κόσμον, εις τους Ορθοδόξους, ακόμη και εις αλλοεθνείς και αλλοδόξους. Ο άγιος Νικόλαος εν πάση οδύνη, περιστάσει και ανάγκη, και εις αφεγγείς ημέρας και μέσα εις φρικώδεις νύκτας, έκανε και συνεχίζει να επιτελή το έργον του, την φανέρωσιν του αοράτως ενεργούντος δι’ αυτού Θεού.
Και όλα αυτά μας τα θέτει ενώπιόν μας, ως εν μυστικόν βίωμα και αγαλλίασιν, η ανακομιδή του ιερού λειψάνου του Μυρέως πολυφίλητου Αγίου μας. Το ιερόν Λείψανόν του αφήνει μίαν βαθείαν μαρτυρίαν μέσα μας. Ηξεύρομεν διατί το αγαπώμεν, διατί συγκινούμεθα, γνωρίζομεν διατί το προσκυνούμεν.
Είναι το σκήνωμα του Αγίου, αλλά ταυτοχρόνως είναι και το σκήνωμα του Θεού, είναι σκήνωμα του Αγίου Πνεύματος, που δεν το εγκαταλείπει, παρ’ ό,τι η ψυχή έχει αποχωρισθή από αυτό το ένθεον κορμί, το σεπτόν Λείψανόν.
Η ψυχή έφυγε εις τους κόλπους του ουρανίου Πατρός, αλλά το εν αυτώ κατασκηνώσαν Πνεύμα Άγιον μένει ανεκφοίτητον, αχώριστον, αδιαίρετον πλέον, θα ελέγαμεν, χωρίς όμως να ταυτίζεται με αυτό το σώμα του Αγίου. Είναι, λοιπόν, το Λείψανον αυτός ο Άγιος, φέρον την χάριν του Αγίου Πνεύματος, και, εντεύθεν, το εν ομιλεί διά τον άλλον.
Ο Θεός ομιλεί διά τον Άγιον και μας τον ενθέτει εις τας καρδίας μας, αλλά και ο Άγιος μας ομιλεί διά τον Θεόν και μας τον φέρει τόσον εγγύς μας, όσο κοντά μας είναι το Λείψανον, όσο το χαρήκαμε και το ακουμπήσαμεν εις τα χείλη μας, σήμερα, που το προσκυνούσαμε κατά την νύκτα.
Αυτά εσκεπτόμουν την νύκτα, ενθυμούμενος και το ψαλμικόν: «Ημέρας εντελείται Κύριος το έλεος αυτού και νυκτός δηλώσει· παρ’ εμοί προσευχή τω Θεώ της ζωής μου». Δηλαδή ο Θεός το έλεος Του μας το εξαποστέλλει την ημέραν, και την νύκτα κάνει τις δηλώσεις Του βαθειά μέσα εις την καρδιά μας, όταν η νύκτα μας είναι προσευχή τω Θεώ της ζωής μας, ότε τις αποκαλύψεις τις φανερώνει προσωπικώς εις ημάς.
Την μεν ημέραν μάς γεμίζει με τα αγαθά του, διά να ημπορούμε να σκεπτώμεθα και να έχωμεν κάποιες αδρές αποδείξεις της παρουσίας Του· την δε νύκτα μάς δηλοί, μας αποκαλύπτει δι’ οιουδήποτε μυστικού τρόπου την Θεότητά Του, την δόξαν Του, την αγιότητα, την Θεολογικήν Του κοινωνίαν εν τοις τρισίν αυτού Προσώποις, όπως ζήσαμε και απόψε, αυτήν την όμορφη νύκτα του Θεού και του Αγίου Νικολάου, πέριξ του άγιου Του λειψάνου.
Όλα μας τα δηλώνει ο Θεός, «τα άδηλα και τα κρύφια» της ζωής Του και της σοφίας Του. Και είναι αφή εμπειρίας, ότι τα βαθύτερά Του ο Θεός εν Πνεύματι Αγίω διά των Αγίων μας τα φανερώνει, κατά την νύκτα ιδιαιτέρως. Δι’ αυτό οι μοναχοί αγαπούν την νύκτα και την χαίρονται όταν αγρυπνούν και προσεύχωνται.
Συνεχίζεται
Από το περιοδικό «Όσιος Γρηγόριος» ετήσια έκδοση της Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, περίοδος β’, έτος 1986, αριθμός 11.
Πολύ συνεκινήθην και εχάρην, πολύ μας ήρεσεν όλη σας η αναστροφή και η αγρυπνία σας, η αντοχή σας και η στάσις σας, γενικώς, μέχρι την τελευταίαν λεπτομέρειαν, την καθαρότητα, την υποδοχήν σας και όσα δεν βλέπομεν ημείς, τα βλέπει όμως ο Θεός.
Συμμετέσχομεν εις την ιδικήν σας αυτήν χαράν, που είναι χαρά της Εκκλησίας, μετέχοντες δε, διπλασιάζομεν και την ιδικήν μας χαράν.
Ακόμη είμαι συγκεκινημένος, όπως ελέγαμεν και εχθές, διότι, όλοι το ενοιώθαμεν, ήτο μαζί μας την νύκτα ο άγιος Νικόλαος. Τον εζήσαμεν απόψε. Όχι μόνον αι υμνογραφίαι και
τα αναγνώσματα μας ωμίλησαν και διελάλησαν περί αυτού, αλλά και ο ίδιος υπήρξεν ένας διαλαλητής της αγάπης, του ελέους, της δυνάμεως, της δόξης του Θεού.
Ένας, ο όποιος δεν άφησε ούτε τον ουρανόν ασυγκίνητον, ούτε κανένα κομμάτι της γης. Γιορτάζομε τον Άγιον, προσκυνούμεν και το τίμιον Λείψανον, το όποιον εσώθη τότε με την ανακομιδήν του.
Και, ναι μεν πικραθήκαμε, διότι από την Ανατολήν έφυγε εις την Δύσιν, αλλά όμως διεσώθη. Θα το είχαν κατασπαράξει, ίσως, η θα το είχαν χωνιάσει κάπου, θα το είχαν κάψει οι Ισμαηλίται, κατά το συναξάρι, και ό,τι άλλο θα μπορούσε να πάθη. Αυτός, λοιπόν, μας συνήγαγε όλους, και συνάγει περί εαυτόν, μάλλον γύρω από τον Χριστόν, Ανατολήν και Δύσιν.
Συζητούσαμε χθες διά την μεταφοράν της Ορθοδοξίας και του φωτός από την Ανατολήν προς την Δύσιν, που πραγματοποιείται εις τας ημέρας μας. Να, όμως, που προηγήθηκε, πολύ – πολύ ενωρίτερα, ο άγιος Νικόλαος. Εν Ανατολή ποιμάνας ζων τα πνευματικά του τέκνα και συνεχίζων διά των προσευχών του να ποιμαίνη τους πιστούς, ο άγιος Νικόλαος, εδέχθη και απεφάσισε να αναχωρήση εντεύθεν, να μεταφέρη το ιερόν σκήνος του εις την Δύσιν, εις το Μπάρι, όπου εισέτι διαφυλάσσονται τα άγια και τίμια λείψανα, τα όποια και μυροβλύζουν.
Άθελα μας έρχεται εις τον νουν μας ο λόγος του Κυρίου: «εν τη οικία του Πατρός μου μοναί πολλαί εισίν». Δεν λέγει «εις την βασιλείαν των Ουρανών» αλλά «εν τη οικία του Πατρός μου».
Μέσα εις το εν, την οικίαν, είναι πολλά, «πολλαί μοναί». Γη και ουρανός είναι το εν, η άγια Εκκλησία. Ανατολή και Δύσις συγκεντρώνονται μέσα εις αυτό το Σώμα του Χριστού που το εχάρισεν ο άναρχος Πατήρ εις τον συνάναρχον Υιόν Του. Το Σώμα αυτό το έδωκε και εις ημάς, ώστε, τω όντι, σώμα μας να είναι το Σώμα του Χριστού. Έλαβεν από ημάς και
ελάβομεν εκ του πληρώματος Του. Είμεθα, λοιπόν, ένας οίκος άπαντες, Ανατολή και Δύσις, είναι μοναί επί της γης, και εν ουρανοίς είναι πολλαί άλλαι μοναί.
Ο άγιος με τας θαυματουργίας του και με την ζωήν του ελάλησεν, όπως είπαμε, την δύναμιν και την πολυποίκιλον Σοφίαν και το έλεος του Κυρίου. Είναι παγκόσμιος Άγιος και παντού οπτάνεται [φαίνεται], μέσα εις τους στροβίλους της ξηράς και τας θυέλλας της θαλάσσης. Οι άνθρωποι Τον αναγνωρίζουν ευθύς.
Εις το πρόσωπον και εις την εμφάνισιν είναι γνωστότατος εις όλον τον κόσμον, εις τους Ορθοδόξους, ακόμη και εις αλλοεθνείς και αλλοδόξους. Ο άγιος Νικόλαος εν πάση οδύνη, περιστάσει και ανάγκη, και εις αφεγγείς ημέρας και μέσα εις φρικώδεις νύκτας, έκανε και συνεχίζει να επιτελή το έργον του, την φανέρωσιν του αοράτως ενεργούντος δι’ αυτού Θεού.
Και όλα αυτά μας τα θέτει ενώπιόν μας, ως εν μυστικόν βίωμα και αγαλλίασιν, η ανακομιδή του ιερού λειψάνου του Μυρέως πολυφίλητου Αγίου μας. Το ιερόν Λείψανόν του αφήνει μίαν βαθείαν μαρτυρίαν μέσα μας. Ηξεύρομεν διατί το αγαπώμεν, διατί συγκινούμεθα, γνωρίζομεν διατί το προσκυνούμεν.
Είναι το σκήνωμα του Αγίου, αλλά ταυτοχρόνως είναι και το σκήνωμα του Θεού, είναι σκήνωμα του Αγίου Πνεύματος, που δεν το εγκαταλείπει, παρ’ ό,τι η ψυχή έχει αποχωρισθή από αυτό το ένθεον κορμί, το σεπτόν Λείψανόν.
Η ψυχή έφυγε εις τους κόλπους του ουρανίου Πατρός, αλλά το εν αυτώ κατασκηνώσαν Πνεύμα Άγιον μένει ανεκφοίτητον, αχώριστον, αδιαίρετον πλέον, θα ελέγαμεν, χωρίς όμως να ταυτίζεται με αυτό το σώμα του Αγίου. Είναι, λοιπόν, το Λείψανον αυτός ο Άγιος, φέρον την χάριν του Αγίου Πνεύματος, και, εντεύθεν, το εν ομιλεί διά τον άλλον.
Ο Θεός ομιλεί διά τον Άγιον και μας τον ενθέτει εις τας καρδίας μας, αλλά και ο Άγιος μας ομιλεί διά τον Θεόν και μας τον φέρει τόσον εγγύς μας, όσο κοντά μας είναι το Λείψανον, όσο το χαρήκαμε και το ακουμπήσαμεν εις τα χείλη μας, σήμερα, που το προσκυνούσαμε κατά την νύκτα.
Αυτά εσκεπτόμουν την νύκτα, ενθυμούμενος και το ψαλμικόν: «Ημέρας εντελείται Κύριος το έλεος αυτού και νυκτός δηλώσει· παρ’ εμοί προσευχή τω Θεώ της ζωής μου». Δηλαδή ο Θεός το έλεος Του μας το εξαποστέλλει την ημέραν, και την νύκτα κάνει τις δηλώσεις Του βαθειά μέσα εις την καρδιά μας, όταν η νύκτα μας είναι προσευχή τω Θεώ της ζωής μας, ότε τις αποκαλύψεις τις φανερώνει προσωπικώς εις ημάς.
Την μεν ημέραν μάς γεμίζει με τα αγαθά του, διά να ημπορούμε να σκεπτώμεθα και να έχωμεν κάποιες αδρές αποδείξεις της παρουσίας Του· την δε νύκτα μάς δηλοί, μας αποκαλύπτει δι’ οιουδήποτε μυστικού τρόπου την Θεότητά Του, την δόξαν Του, την αγιότητα, την Θεολογικήν Του κοινωνίαν εν τοις τρισίν αυτού Προσώποις, όπως ζήσαμε και απόψε, αυτήν την όμορφη νύκτα του Θεού και του Αγίου Νικολάου, πέριξ του άγιου Του λειψάνου.
Όλα μας τα δηλώνει ο Θεός, «τα άδηλα και τα κρύφια» της ζωής Του και της σοφίας Του. Και είναι αφή εμπειρίας, ότι τα βαθύτερά Του ο Θεός εν Πνεύματι Αγίω διά των Αγίων μας τα φανερώνει, κατά την νύκτα ιδιαιτέρως. Δι’ αυτό οι μοναχοί αγαπούν την νύκτα και την χαίρονται όταν αγρυπνούν και προσεύχωνται.
Συνεχίζεται
Από το περιοδικό «Όσιος Γρηγόριος» ετήσια έκδοση της Ιεράς Κοινοβιακής Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους, περίοδος β’, έτος 1986, αριθμός 11.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου