Συνέχεια από: Tετάρτη 9 Μαρτίου 2022
Ο Θρύλος του Ιερού
Δισκοπότηρου
Emma Jung και Marie-Louise von Franz
Εισαγωγή β
Για τον λόγο αυτό λοιπόν,
«η καλύτερη ιστορία» που λέγεται στις βασιλικές αυλές πρέπει να είναι ο θρύλος
του Δισκοπότηρου. Και ο Chretien, όπως ο ίδιος λέει, το έχει μεταγράψει σε στίχους, από
ένα βιβλίο που ο προστάτης του, κόμης Φίλιππος της Φλάνδρας του είχε δανείσει
προς τον σκοπό αυτό. Είναι οπωσδήποτε αληθές, πως καμιά από τις ιστορίες του
κύκλου αυτού, όπως αυτές για τον Lancelot, Tristan, Erec και Yvain, και άλλες, ενώ απολάμβαναν την ίδια διασημότητα την
εποχή εκείνη, δεν ανακινεί τα συναισθήματα τόσο βαθιά και διαχρονικά, ούτε έχει
τύχει τέτοιας μεγάλης επεξεργασίας, όσο η ιστορία του Δισκοπότηρου.
Είναι σαν κάποιο υπόγειο
υδάτινο ρεύμα να έχει αναβλύσει στα τέλη του 12ου και αρχές 13ου
αιώνα, και παράχθηκε σε γοργούς ρυθμούς ένας μεγάλος αριθμός ποικίλων
προσαρμογών του ίδιου υλικού, όχι μόνο στα γαλλικά, αλλά και στα γερμανικά,
αγγλικά, ουαλικά, ισπανικά και τις βόρειες γλώσσες. Πολλές από αυτές τις ιστορίες
βασίζονται οπωσδήποτε στον Chretien, αν και αποκλίνουν σε πολυάριθμα, συχνά σημαντικά χαρακτηριστικά,
δημιουργώντας έτσι την εντύπωση πως βασίζονται σε άλλες πηγές. Καμιά από αυτές
τις ιστορίες δεν μας φαίνεται πως είναι κάποια νέα ή ουσιαστικά αυθεντική
παραγωγή. Όλες τους δημιουργούν την εντύπωση πως μια λίγο-πολύ γνωστή διήγηση λέγεται
εκ νέου και υφίσταται επεξεργασία, σαν να αναφέρονται όλες αυτές οι ιστορίες σε
ένα θέμα που ήταν ήδη πολύ οικείο.
Μετά τις δυο πρώτες
δεκαετίες του 13ου αιώνα δεν δημιουργήθηκε σχεδόν καμιά νέα
παραλλαγή, αλλά μάλλον πληθώρα αντιγράφων, μεταφράσεων, και αργότερα τυπωμένων
βιβλίων, πράγμα που αποδεικνύει πως η ιστορία δεν έπαψε να ασκεί την μαγική,
στοιχειωτική επίδραση δια μέσου των αιώνων.
Εξαιτίας του θεμελιωδώς
νέου και διαφορετικού προσανατολισμού, τον οποίο έφερε η Αναγέννηση, οι παλιές
ιστορίες έχουν χαθεί μέσα στη λήθη. Ανασύρθηκαν όμως στο φως κατά το δεύτερο
μισό του 18ου αιώνα. Ο J.J. Bodmer, γέννημα θρέμμα της Ζυρίχης, ήταν ο πρώτος που
επανακάλυψε τον Πάρσιβαλ του Wolfram von Eschenbach, και το μετέφρασε εκδίδοντας το υπό τον τίτλο: «Πάρσιβαλ,
ποίημα σύμφωνα με το στιλ της σκέψης του Wolfram βασισμένο στο στιλ της σκέψης του Wolfram von Eschenbach, ενός ποιητή της εποχής του αυτοκράτορα Henry VI,
Ζυρίχη, Anno Domini 1753. Ένας άλλος με καταγωγή από την Ζυρίχη, ο Heinrich Myller, δάσκαλος στο Βερολίνο, ο οποίος μετά από εισήγηση του Bodmer και με τη βοήθεια του,
δημοσίευσε τον Πάρσιφαλ μαζί με το Τραγούδι των Nibelungen, και άλλα ποιήματα στη γερμανική γλώσσα, (στην παραλλαγή
που ομιλούνταν στις κεντρικές και βόρειες περιοχές της Γερμανίας την περίοδο
1050-1350), το 1784. Όπως φαίνεται όμως
δεν εκτιμήθηκε το έργο του, όπως υποδεικνύει μια επιστολή προς τον Φρειδερίκο
τον μέγα, στον οποίο είχε δωρίσει ένα αντίτυπο. Η επιστολή αυτή φυλάσσεται στην
Κεντρική Βιβλιοθήκη της Ζυρίχης5. Με ημερομηνία 22 Φεβρουαρίου 1784,
απευθύνεται προς τον εκδότη και περιέχει τα εξής:
Πολύ μορφωμένε,
αναγνωρισμένε, αξιόπιστε
«Κρίνεις υπερβολικά
ευνοϊκά αυτά τα ποιήματα του 12ου, 13ου και 14ου
αιώνα, την εκτύπωση των οποίων εσύ προώθησες…Κατά τη γνώμη μου δεν αξίζουν ούτε
μια μερίδα μπαρούτι, και δεν τους αξίζει να απαλλαγούν από την σκόνη της λήθης.
Δε θα ανεχτώ με κανένα τρόπο ένα τέτοιο σωρό σκουπίδια στη συλλογή των βιβλίων
μου, αλλά θα τα πετάξω. Το αντίτυπο που μου στάλθηκε μπορεί να περιμένει την
μοίρα του στη μεγάλη βιβλιοθήκη. Τέτοια πράγματα δεν υπόσχονται πολλά για
εμπεριστατωμένες έρευνες.
Ο δικός σας κατά τα άλλα, ευγνώμων
κυρίαρχος,
Frch.
Παρά την έλλειψη
κατανόησης των παλιών αυτών ποιημάτων από πλευράς της αυλής, δεν χάθηκαν για
δεύτερη φορά στη λήθη, καθώς στην εποχή του Ρομαντισμού η οποία ακολούθησε,
αναπτύχθηκε νέο ενδιαφέρον για λαϊκές ιστορίες και παραμύθια. (Ας θυμηθούμε την
συλλογή παραμυθιών των αδελφών Grimm). Εμφανίστηκαν νέες κριτικές εκδόσεις, και αργότερα,
όπως ήταν αναμενόμενο, στους επιστημονικά προσανατολισμένους 19ο και
20ο αιώνα, παράχθηκε μεγάλος όγκος ιστορικής κριτικής επί του
θέματος. Τέλος, κατά τον 19ο αιώνα υπήρξε μια καλλιτεχνική
αναμόρφωση του υλικού. Ο Πάρσιφαλ του Wagner είναι μια ιδιαίτερα
προικισμένη αναβίωση του θρύλου του Δισκοπότηρου, με ένα εξόχως ψυχολογικό
χαρακτήρα. Το ότι ο Wagner ήταν σε θέση να εκφράσει
με τέτοιο τρόπο τα προβλήματα του 19ου αιώνα, που είτε χαρακτηρίζονται
από παροδικό εθνικισμό είτε οφείλονται σε προσωπικές συνθήκες, είναι απόδειξη
της αυθεντικά συμβολικής φύσης του θρύλου, που είναι τόσο πραγματική, ώστε
ακόμα και μετά την εποχή Wagner, η έρευνα του θέματος προκαλούσε ακόμα θαυμασμό.
Με τον θρύλο του
Δισκοπότηρου δεν καταπιάστηκαν μόνο η τέχνη και η επιστήμη, αλλά και ορισμένα
πνευματικά κινήματα του καιρού μας, όπως τα μυστικά τάγματα, η ανθρωποσοφία και
άλλες παρόμοιες οργανώσεις, που θεωρούν το Δισκοπότηρο και την αναζήτηση του ως
θέμα διαλογισμού ή τελετουργικών μύησης6. Από τον μυστικό του τόπο,
το Δισκοπότηρο καλεί ακόμα τους αναζητητές του και ιππότες παίρνουν ακόμα και
σήμερα το δρόμο προς το κάστρο που είναι δύσκολο να βρεθεί, όπου φυλάσσεται ο
θησαυρός.
Το κάστρο του Δισκοπότηρου
δεν μπορεί φυσικά να τοποθετηθεί μέσα στην πραγματικότητα, και αυτό το γεγονός
είναι οπωσδήποτε σύμφωνο με την ουσιαστική του φύση, και για τον λόγο αυτό δεν
αποτελεί κάτι αξιοσημείωτο. Αλλά και η πηγή του του θρύλου δεν μπόρεσε να
ανιχνευθεί μέχρι σήμερα. Από τις διάφορες θεωρίες που αφορούν την αρχή του
θρύλου μόνο οι πιο σημαντικές θα αναφερθούν εδώ. Σύμφωνα με την μια, η ιστορία
ξεκινά στους προχριστιανικούς, δυτικοευρωπαϊκούς, και ιδιαίτερα κέλτικους
θρύλους ή μύθους7. Άλλες αυθεντίες συμπεραίνουν πως η αρχή του
θρύλου βρίσκεται στις πηγές του ανατολικού Χριστιανισμού8 ή στα
περσικά ή προχριστιανικά τελετουργικά9, ενώ μια τρίτη άποψη είναι
πως προέρχεται από χριστιανικά τελετουργικά10, και ιδιαίτερα την βυζαντινή
Θεία Λειτουργία11.
Συνεχίζεται
ΣΗΜΕΡΑ ΕΙΝΑΙ Η ΕΝΕΡΓΕΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου