Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2014

Η ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΩΜΑΣ ΑΚΙΝΑΤΗΣ (4)


του FRANZ COURTH
3. Στοχασμός της ενδοτριαδικής ζωής
β. Τα πρόσωπα σαν σχέσεις

Η δεύτερη κολώνα που στηρίζει το τριαδικό δόγμα του Ακινάτη, ή ίσως ο πυρήνας του, συνίσταται από το δόγμα των σχέσεων. Και σ' αυτή την περίπτωση ο Ακινάτης τοποθετείται στο μονοπάτι της παραδόσεως του Αυγουστίνου, αναπτύσσοντάς την όμως σημαντικά, καθότι την ενώνει με την έννοια του τριαδικού προσώπου. Ο Ακινάτης δεν συμφώνησε ,ε την αποσιώπηση που επέβαλλαν στην (Λατινική) θεολογία, των σχέσεων, ο Μπαναβεντούρα και άλλοι, και έτσι κατέστησε το δόγμα των σχέσεων μια καθορισική κατηγορία της διδασκαλίας του στην Τριάδα.
Για να κατορθώσει όμως να το χρησιμοποιήσει στην Τριαδική θεολογία, αναγκάσθηκε να διαφοροποιήσει την έννοα της σχέσεως που βρήκε στον Αριστοτέλη. Ο Ακινάτης πρόσθεσε στην κατηγορηματική σχέση, αναπτύσσοντάς την, την έννοια της υφιστάμενης σχέσεως. Αυτή δε η διάκριση χρησιμοποιείται σταθερά και συνεχώς από την τριαδική θεολογία.

Η σχέση πρέπει να κατανοηθεί σαν η θέση ενός όντος απέναντι σ' ένα άλλο ον. Αλλά για τον Ακινάτη, ο δεσμός που ενώνει σε ένα υποκείμενο δεν γίνεται αναγκαίως κατανοητός σαν ένα συμβεβηκός (τυχαίο), παρότι αυτός είναι ο κανόνας στον κτιστό κόσμο. Η έννοια της σχέσεως δεν αποκλείει την πιθανότητα να συνίσταται από την απλή και αμοιβαία παρουσία του ενός συστατικού στο άλλο (ον). Η σχέση δεν θα έπρεπε να είναι σ' αυτήν την περίπτωση συναφής, συμφυής στο υποκείμενο, αλλά θα έπρεπε να είναι υφιστάμενη σ' αυτό. Η ύπαρξη παρομοίων υφιστάμενων σχέσεων στον θεό είναι μια συνέπεια των ενδοθεϊκών προόδων.

Στις δύο προόδους αντιστοιχούν τέσσερις σχέσεις: εκείνη ανάμεσα στον Πατέρα και τον Υιό, εκείνη του Υιού με τον Πατέρα, η σχέση του Πατρός και του Υιού με το Πνεύμα και αντίστροφα εκείνη ανάμεσα στο Πνεύμα και στα άλλα δύο πρόσωπα. Αλλά εάν τις υπολογίσουμε καλύτερα, μόνον τρεις εξ΄αυτών σχηματίζουν υφιστάμενες, ενυπάρχουσες, εμμενείς σχέσεις, διακεκριμένες πραγματικά μεταξύ τους: η Πατρότης, η Υιότης και η Πρόοδος του πνεύματος (S. Theol. I, q.28).
Η έννοια της σχέσεως, διαφοροποιημένη μ' αυτόν τον τρόπο, συνοδευόμενη και από την έννοια του θείου προσώπου, είναι η απόδειξη της δημιουργικής αφομοιώσεως της αυγουστινιανής παραδόσεως εκ μέρους του Ακινάτη.

Επειδή λοιπόν η Χριστιανική πίστη μιλά για τρία πρόσωπα και επειδή αυτά (Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα) δείχνουν σχέσεις, η έννοια του προσώπου πρέπει να συμπέσει με την έννοια των υφιστάμενων σχέσεων. Πρόκειται για μια περαιτέρω ανάπτυξη της εννοιολογήσεως του προσώπου σαν ουσίας, που παρουσίασε ο Βοήθιος. Η χρήση της έννοιας της υφιστάμενης σχέσεως επιτρέπει στον Ακινάτη να δηλώσει πως το πρόσωπο της Τριάδος είναι μια πνευματική πραγματικότης η οποία υφίσταται καθ' εαυτή σαν σχέση (S. Theol. I, q.30).

Υπάρχει ένα στοιχείο που αποδεικνύει πόσο καθοριστική είναι η έννοια της σχέσεως για την έννοια του Τριαδικού προσώπου. Μια διάκριση στον θεό είναι δυνατή μόνον εάν ξεκινήσουμε από τις καταγωγικές σχέσεις που συνιστούν και χαρακτηρίζουν τα πρόσωπα (η πατρότης στον Πατέρα, η υιότης στον Υιό, η πρόοδος το Πνεύμα). Και πάνω απ' όλα: κάθε πρόσωπο είναι πραγματικά διακεκριμένα από τα άλλα δύο μόνον μέσω των καταγωγικών σχέσεων. Εάν παρακάμψουμε τις προσωπικές σχέσεις, δεν θα ήταν πλέον δυνατόν να υποστηρίξουμε την παρουσία στο θεό τριών προσώπων.

Αυτός ο υπολογισμός χρησιμοποιήθηκε από τον Ακινάτη σαν σημείο εκκινήσεως για να λάβει μέρος στο πολυσυζητημένο θέμα στην εποχή του, το θέμα του Φιλιόκβε! Ελέγχοντας δύο λόγους οι οποίοι θα ενίσχυαν την λατινική εκδοχή, την λατινική εννοιολόγηση. Πρώτος λόγος: «η δύναμις του Πατρός και του Υιού είναι μία και μόνη δύναμις, και οτιδήποτε είναι του Πατρός είναι αναγκαίως και του Υιού [δεν υπάρχουν ακοινώνητα], εκτός και αν έρχεται σε σύγκρουση μ' αυτό που είναι χαρακτηριστικό του Υιού».

Κατά δεύτερο λόγο δηλώνει πως είναι δυνατόν να ισχυρισθούμε μια διάκριση προσώπου ανάμεσα στον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, μόνο εάν αυτό προοδεύει και από τον Πατέρα και από τον Υιό. Σε αντίθετη περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να διακρίνουμε ανάμεσα στις δύο καταγωγικές σχέσεις: «Το Άγιο πνεύμα διακρίνεται από τον Υιό σαν πρόσωπο από το γεγονός πως η καταγωγή του ενός διαφέρει από την καταγωγή του άλλου. [Επειδή και τα δύο πρόσωπα κατάγονται από τον πατέρα και επομένως θα ήταν ίδια, δίδυμα, και αν δεν παρεμβληθεί στην καταγωγή και ο Υιός δεν θα μπορούσαμε να τα ξεχωρίσουμε]. Αυτή η διάκριση της καταγωγής οφείλεται στο γεγονός πως ο Υιός είναι μόνον από τον πατέρα, ενώ το Άγιο πνεύμα είναι και από τον πατέρα και από τον Υιό. Δεν υπάρχει δηλαδή κανένας άλλος τρόπος να διακρίνουμε τις προόδους». [Αναπαυθήκαμε. Είναι ο μόνος τρόπος. Αν τους βάφουμε τα μαλλιά με διαφορετικό χρώμα, ίσως να ήταν ακόμη πιο εύκολο. Αχ, αυτά τα δίδυμα].
Αφού λοιπόν ανέπτυξε μ' αυτόν τον τρόπο την σκέψη του, ο Ακινάτης, αντιμετωπίζει την πρόοδο του πνεύματος δια του Υιού, τόσο αγαπητής στους Έλληνες. Και όπως είχε σκεφτεί και πριν από αυτόν ο Αυγουστίνος, απαντά δηλώνοντας πως επειδή ο Υιός δέχεται από τον πατέρα την ικανότητα της προόδου του πνεύματος, συμπεραίνεται πως είναι Ίδιον του πατρός να είναι κυρίως (principaliter) η καταγωγή του πνεύματος. Παρότι ο Ακινάτης υπονοεί μερικές φορές την μοναρχία του πατρός, δεν αποτελεί όμως κάτι βασικό της σκέψεώς του, όπως είναι ακριβώς η περίπτωση των σχέσεων, τις οποίες χρησιμοποιεί για να τονίσει όσο το δυνατόν περισσότερο την ενότητα ανάμεσα στα θεία πρόσωπα.

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: