Είναι εφικτές κάποιες ελληνικές πρωτοβουλίες στα πλαίσια της
προεδρίας της ΕΕ που ασκεί η χώρα μας, ή λόγω της δεδομένης ατζέντας
πρέπει να ασκηθεί μια καθαρά διαχειριστικού τύπου προεδρία; Οι απόψεις
διίστανται, με βασικούς πάντως άξονες θεματολογίας της ελληνικής
προεδρίας να παραμένουν η διεύρυνση (με έμφαση στην ενίσχυση της
ευρωπαϊκής προοπτικής των χωρών των δυτικών Βαλκανίων), οι θαλάσσιες
πολιτικές, η αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης, η περιφερειακή
σταθερότητα. Η προεδρία συνιστά -όπως και να έχει- μια ευκαιρία να
προβληθεί το πρόσωπο όχι της Ελλάδας της κρίσης, αλλά μιας Ελλάδας που,
ως θεσμικά ισότιμο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την εκπροσωπεί ως
προεδρεύουσα χώρα συνολικά και παραγωγικά. Υπάρχουν θέματα που θα
επέτρεπαν μια πιό ενεργητική πολιτική σε ζητήματα που άπτονται υψηλού
ελληνικού ενδιαφέροντος, ενώ άλλα είναι πιο ανελαστικά και επιτρέπουν
περιορισμένου χαρακτήρα επεμβάσεις.
Το ζήτημα της διεύρυνσης είναι κομβικό, για πολλούς λόγους. Ίσως γιατί σχετίζεται με μια διαχρονική αδυναμία της ελληνικής διπλωματίας να θέτει όρους, που ως αυτονόητους οποιαδήποτε άλλη χώρα θα έβαζε ως μέρος της διαπραγμάτευσης. Παρότι διπλωματικοί κύκλοι στο υπουργείο εξωτερικών τονίζουν πως η ελληνική προεδρία γενικά προσφέρει ευκαιρίες ανασύνταξης της εξωτερικής πολιτικής και ενίσχυσης του κύρους της χώρας, εκφράζουν ταυτόχρονα ζωηρές επιφυλάξεις, σχετικά με το κατά πόσο εξυπηρετείται το ελληνικό συμφέρον από περαιτέρω διευρύνσεις της ΕΕ.
Αντίθετα με τις επιφυλάξεις των τεχνοκρατών του ΥΠΕΞ, ο υπουργός Ευάγγελος Βενιζέλος τοποθετείται θετικά, όπως στην πρόσφατη συνάντησή του με τον Αμερικανό συνάδελφό του: «Μιλήσαμε για την ευρύτερή περιοχή μας και τα δυτικά Βαλκάνια, μιλήσαμε για την ευρωπαϊκή προοπτική των γειτονικών μας χωρών που τη στηρίζουμε, εφόσον και αυτές πληρούν τις προϋποθέσεις». Η προιστορία δυστυχώς δεν δείχνει η Αθήνα να επέμενε με αποφασιστικότητα στις προϋποθέσεις που επικαλείται ο κος Βενιζέλος. Ανοίξαμε τις θύρες του ΝΑΤΟ στην Αλβανία, και εισπράξαμε ακύρωση της διαδικασίας οριοθέτησης θαλασσίων συνόρων και σκληρή στάση των Τιράνων απέναντι στην ελληνική εθνική μειονότητα. Η ίδια τακτική, του να προσφέρονται «δώρα» άνευ στοιχειωδών ανταλλαγμάτων, ακολουθήθηκε και προς την Τουρκία, με κεφάλαια στην ευρωπαική διαπραγμάτευσή της να ανοίγουν με ελληνική συναίνεση, δίχως κανένα αντάλλαγμα. Το αντίθετο.
Το ίδιο υπάρχει φόβος πως ετοιμάζεται να πράξει η «δεδομένη» Αθήνα και προς τα Σκόπια. Να ανοίξει δηλαδή στην FYROM την πόρτα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, δίχως να λάβει ανταποδοτικά κάτι. Και δεν μιλάμε για «σκληρού τύπου» εθνικές απαιτήσεις, μιλάμε για ευθυγράμμιση Τούρκων, Αλβανών και Σκοπιανών με το ευρωπαικό κεκτημένο και αξίες, για σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελληνικές εθνικές μειονότητες, για τερματισμό αλυτρωτικών τάσεων και ενεργειών.
Η ελληνική προεδρία θα όφειλε λοιπόν να προτάξει την «λογική εμβάθυνση» και όχι την «αλόγιστη διεύρυνση» της ΕΕ. Και να το πράξει συντονισμένα (υπάρχουν κι άλλα κράτη στην ΕΕ που επιθυμούν ουσιαστική εμβάθυνση και όχι ασύνορες διευρύνσεις). Να το πράξει προτάσσοντας τα ακανθώδη αναπτυξιακά ζητήματα του ευρωπαικού νότου, ως ζητούμενο μιας πολιτικής πραγματικής αλληλεγγύης εκ μέρους του βορρά και της «Ευρωγερμανίας». Η περίπτωση της Ουκρανίας είναι χαρακτηριστική: Η Ελλάδα και οι άλλες χώρες του μεσογειακού νότου, θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν θετικά την ακύρωση της πορείας της Ουκρανίας προς την ΕΕ, αν μη τι άλλο για το δικό τους συμφέρον. Η συγκεκριμένη, τεράστια σε έκταση χώρα, με τις δομές της (πχ στον αγροτικό τομέα) να είναι πολύ πίσω, θα απορροφούσε μεγάλο μέρος κοινοτικών κονδυλίων, την ώρα που ο νότος χειμάζεται. Μια μελλοντική ένταξη χωρών του όγκου της Ουκρανίας (και βεβαίως της Τουρκίας) θα έπληττε (καθ)οριστικά τις ήδη παραπαίουσες οικονομίες χωρών όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία.
Στο κυπριακό, η ελληνική προεδρία θα μπορούσε να εκφράσει με περισσότερη σαφήνεια τις κόκκινες γραμμές Αθήνας και Λευκωσίας, στη βάση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Και να απαιτηθεί ο ορισμός διαμεσολαβητή εκ μέρους της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις, κάτι που επιχειρήθηκε άτολμα προ μηνών και τορπιλλίστηκε από την βρετανική πλευρά και τον αρμόδιο επίτροπο Στέφαν Φούλε. Η ελληνική προεδρία παρέχει μια ευκαιρία να επιδιωχθεί συντονισμένα κάτι τέτοιο, ώστε να σπάσει το αγγλοσαξονικό μονοπώλιο στον έλεγχο της διαδικασίας για το κυπριακό. Παρουσία κοινοτικού διαμεσολαβητή στις διαπραγματεύσεις για το κυπριακό -αν ξεκινήσουν- θα συμβολίζει αν μη τι άλλο τις ευρωπαικές αξίες και κεκτημένα, τα οποία οφείλει να αναδείξει ως προαπαιτούμενα λύσης η ελληνική προεδρία.
Στην αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, που αποτελεί για την Ελλάδα ζήτημα αιχμής, φαίνεται πως όντως υπάρχει κινητικότητα. Ο άξονας εδώ πρέπει (και ελπίζουμε) να είναι ενισχυμένα κοινοτικά κονδύλια, συντονισμός στο έλεγχο των οδών διακίνησης λαθρομεταναστευτικών ροών, σκληρή στάση έναντι χωρών που συστηματικά προικοδοτούν Ελλάδα και ΕΕ με χιλιάδες τριτοκοσμικούς εξαθλιωμένους.
Άλλο σημαντικό πεδίο δράσης πρέπει να είναι η προώθηση των θαλάσσιων πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό περνάει μέσα από μια υψηλή στρατηγική των Βρυξελλών, μέσα από μια καθαρή Ευρωπαϊκή Στρατηγική Θαλάσσιας Ασφάλειας, που να ενισχύει τις θέσεις Ελλάδας και Κύπρου. Τα δύο ελληνικά κράτη έχουν κάθε συμφέρον να προωθηθεί το θέμα των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών, βάσει της στρατηγικής που ψηφίστηκε από το Ευρωκοινοβούλιο για την αξιοποίηση των ΑΟΖ σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, έτσι ώστε να υπάρξει συντονισμός κινήσεων μεταξύ των κρατών-μελών. Ελλάδα και Κύπρος έχουν ειδικούς λόγους (βλέπε: Τουρκία) να εντάξουν τα περί πολιτικών ΑΟΖ σε ένα κοινό ευρωπαικό πλαίσιο.
Άλλη επιδίωξη μιας πραγματικά γόνιμης ελληνικής προεδρίας, θα συνιστούσε η συμβολή της Αθήνας στην εφαρμογή οδικού χάρτη για έναν Κοινό Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, όπως συζητήθηκε πχ στις 17 Ιανουαρίου στην τακτική συνάντηση του Μονίμου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας. Εδώ εντάσσεται η εφαρμογή των συμφωνιών απλούστευσης/απελευθέρωσης των θεωρήσεων (visas), κάτι που επίσης απαιτεί συντονισμένες κινήσεις των χωρών του νότου. Πρωτίστως Ελλάδας και Κύπρου, Ιταλίας και Ισπανίας, αφού ο τουρισμός στα κράτη αυτά είναι ενισχυμένης σημασίας σε σχέση με τα κράτη του ευρωπαικού βορρά. Ο τουρισμός αποτελεί το 10% περίπου το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όμως το ποσοστό αυτό αυξάνεται σημαντικά στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Η ελληνική προεδρία και οι άλλες «τουριστικές χώρες» του νότου, έχουν κάθε συμφέρον να προτάξουν τη διευκόλυνση του καθεστώτος θεωρήσεων εισόδου για υπηκόους τρίτων χωρών, καθώς η εξέλιξη αυτή θα καταστεί ιδιαίτερα επωφελής για την τουριστική τους βιομηχανία. Και η υπουργός τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη έχει ήδη αναφερθεί σε μια ελληνική προεδρία που θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο θέμα της διευκόλυνσης της χορήγησης θεωρήσεων εισόδου (visa) σε υπηκόους τρίτων χωρών από τις αναδυόμενες αγορές της Ρωσίας, της Κίνας και της Ινδίας.
* ΠΗΓΗ: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
elkeda
Το ζήτημα της διεύρυνσης είναι κομβικό, για πολλούς λόγους. Ίσως γιατί σχετίζεται με μια διαχρονική αδυναμία της ελληνικής διπλωματίας να θέτει όρους, που ως αυτονόητους οποιαδήποτε άλλη χώρα θα έβαζε ως μέρος της διαπραγμάτευσης. Παρότι διπλωματικοί κύκλοι στο υπουργείο εξωτερικών τονίζουν πως η ελληνική προεδρία γενικά προσφέρει ευκαιρίες ανασύνταξης της εξωτερικής πολιτικής και ενίσχυσης του κύρους της χώρας, εκφράζουν ταυτόχρονα ζωηρές επιφυλάξεις, σχετικά με το κατά πόσο εξυπηρετείται το ελληνικό συμφέρον από περαιτέρω διευρύνσεις της ΕΕ.
Αντίθετα με τις επιφυλάξεις των τεχνοκρατών του ΥΠΕΞ, ο υπουργός Ευάγγελος Βενιζέλος τοποθετείται θετικά, όπως στην πρόσφατη συνάντησή του με τον Αμερικανό συνάδελφό του: «Μιλήσαμε για την ευρύτερή περιοχή μας και τα δυτικά Βαλκάνια, μιλήσαμε για την ευρωπαϊκή προοπτική των γειτονικών μας χωρών που τη στηρίζουμε, εφόσον και αυτές πληρούν τις προϋποθέσεις». Η προιστορία δυστυχώς δεν δείχνει η Αθήνα να επέμενε με αποφασιστικότητα στις προϋποθέσεις που επικαλείται ο κος Βενιζέλος. Ανοίξαμε τις θύρες του ΝΑΤΟ στην Αλβανία, και εισπράξαμε ακύρωση της διαδικασίας οριοθέτησης θαλασσίων συνόρων και σκληρή στάση των Τιράνων απέναντι στην ελληνική εθνική μειονότητα. Η ίδια τακτική, του να προσφέρονται «δώρα» άνευ στοιχειωδών ανταλλαγμάτων, ακολουθήθηκε και προς την Τουρκία, με κεφάλαια στην ευρωπαική διαπραγμάτευσή της να ανοίγουν με ελληνική συναίνεση, δίχως κανένα αντάλλαγμα. Το αντίθετο.
Το ίδιο υπάρχει φόβος πως ετοιμάζεται να πράξει η «δεδομένη» Αθήνα και προς τα Σκόπια. Να ανοίξει δηλαδή στην FYROM την πόρτα της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, δίχως να λάβει ανταποδοτικά κάτι. Και δεν μιλάμε για «σκληρού τύπου» εθνικές απαιτήσεις, μιλάμε για ευθυγράμμιση Τούρκων, Αλβανών και Σκοπιανών με το ευρωπαικό κεκτημένο και αξίες, για σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και τις ελληνικές εθνικές μειονότητες, για τερματισμό αλυτρωτικών τάσεων και ενεργειών.
Η ελληνική προεδρία θα όφειλε λοιπόν να προτάξει την «λογική εμβάθυνση» και όχι την «αλόγιστη διεύρυνση» της ΕΕ. Και να το πράξει συντονισμένα (υπάρχουν κι άλλα κράτη στην ΕΕ που επιθυμούν ουσιαστική εμβάθυνση και όχι ασύνορες διευρύνσεις). Να το πράξει προτάσσοντας τα ακανθώδη αναπτυξιακά ζητήματα του ευρωπαικού νότου, ως ζητούμενο μιας πολιτικής πραγματικής αλληλεγγύης εκ μέρους του βορρά και της «Ευρωγερμανίας». Η περίπτωση της Ουκρανίας είναι χαρακτηριστική: Η Ελλάδα και οι άλλες χώρες του μεσογειακού νότου, θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν θετικά την ακύρωση της πορείας της Ουκρανίας προς την ΕΕ, αν μη τι άλλο για το δικό τους συμφέρον. Η συγκεκριμένη, τεράστια σε έκταση χώρα, με τις δομές της (πχ στον αγροτικό τομέα) να είναι πολύ πίσω, θα απορροφούσε μεγάλο μέρος κοινοτικών κονδυλίων, την ώρα που ο νότος χειμάζεται. Μια μελλοντική ένταξη χωρών του όγκου της Ουκρανίας (και βεβαίως της Τουρκίας) θα έπληττε (καθ)οριστικά τις ήδη παραπαίουσες οικονομίες χωρών όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία.
Στο κυπριακό, η ελληνική προεδρία θα μπορούσε να εκφράσει με περισσότερη σαφήνεια τις κόκκινες γραμμές Αθήνας και Λευκωσίας, στη βάση του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Και να απαιτηθεί ο ορισμός διαμεσολαβητή εκ μέρους της ΕΕ στις διαπραγματεύσεις, κάτι που επιχειρήθηκε άτολμα προ μηνών και τορπιλλίστηκε από την βρετανική πλευρά και τον αρμόδιο επίτροπο Στέφαν Φούλε. Η ελληνική προεδρία παρέχει μια ευκαιρία να επιδιωχθεί συντονισμένα κάτι τέτοιο, ώστε να σπάσει το αγγλοσαξονικό μονοπώλιο στον έλεγχο της διαδικασίας για το κυπριακό. Παρουσία κοινοτικού διαμεσολαβητή στις διαπραγματεύσεις για το κυπριακό -αν ξεκινήσουν- θα συμβολίζει αν μη τι άλλο τις ευρωπαικές αξίες και κεκτημένα, τα οποία οφείλει να αναδείξει ως προαπαιτούμενα λύσης η ελληνική προεδρία.
Στην αντιμετώπιση της παράνομης μετανάστευσης, που αποτελεί για την Ελλάδα ζήτημα αιχμής, φαίνεται πως όντως υπάρχει κινητικότητα. Ο άξονας εδώ πρέπει (και ελπίζουμε) να είναι ενισχυμένα κοινοτικά κονδύλια, συντονισμός στο έλεγχο των οδών διακίνησης λαθρομεταναστευτικών ροών, σκληρή στάση έναντι χωρών που συστηματικά προικοδοτούν Ελλάδα και ΕΕ με χιλιάδες τριτοκοσμικούς εξαθλιωμένους.
Άλλο σημαντικό πεδίο δράσης πρέπει να είναι η προώθηση των θαλάσσιων πολιτικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αυτό περνάει μέσα από μια υψηλή στρατηγική των Βρυξελλών, μέσα από μια καθαρή Ευρωπαϊκή Στρατηγική Θαλάσσιας Ασφάλειας, που να ενισχύει τις θέσεις Ελλάδας και Κύπρου. Τα δύο ελληνικά κράτη έχουν κάθε συμφέρον να προωθηθεί το θέμα των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών, βάσει της στρατηγικής που ψηφίστηκε από το Ευρωκοινοβούλιο για την αξιοποίηση των ΑΟΖ σε ευρωπαϊκό πλαίσιο, έτσι ώστε να υπάρξει συντονισμός κινήσεων μεταξύ των κρατών-μελών. Ελλάδα και Κύπρος έχουν ειδικούς λόγους (βλέπε: Τουρκία) να εντάξουν τα περί πολιτικών ΑΟΖ σε ένα κοινό ευρωπαικό πλαίσιο.
Άλλη επιδίωξη μιας πραγματικά γόνιμης ελληνικής προεδρίας, θα συνιστούσε η συμβολή της Αθήνας στην εφαρμογή οδικού χάρτη για έναν Κοινό Χώρο Ελευθερίας, Ασφάλειας και Δικαιοσύνης, όπως συζητήθηκε πχ στις 17 Ιανουαρίου στην τακτική συνάντηση του Μονίμου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ ΕΕ και Ρωσίας. Εδώ εντάσσεται η εφαρμογή των συμφωνιών απλούστευσης/απελευθέρωσης των θεωρήσεων (visas), κάτι που επίσης απαιτεί συντονισμένες κινήσεις των χωρών του νότου. Πρωτίστως Ελλάδας και Κύπρου, Ιταλίας και Ισπανίας, αφού ο τουρισμός στα κράτη αυτά είναι ενισχυμένης σημασίας σε σχέση με τα κράτη του ευρωπαικού βορρά. Ο τουρισμός αποτελεί το 10% περίπου το ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όμως το ποσοστό αυτό αυξάνεται σημαντικά στις χώρες του ευρωπαϊκού νότου. Η ελληνική προεδρία και οι άλλες «τουριστικές χώρες» του νότου, έχουν κάθε συμφέρον να προτάξουν τη διευκόλυνση του καθεστώτος θεωρήσεων εισόδου για υπηκόους τρίτων χωρών, καθώς η εξέλιξη αυτή θα καταστεί ιδιαίτερα επωφελής για την τουριστική τους βιομηχανία. Και η υπουργός τουρισμού Όλγα Κεφαλογιάννη έχει ήδη αναφερθεί σε μια ελληνική προεδρία που θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση στο θέμα της διευκόλυνσης της χορήγησης θεωρήσεων εισόδου (visa) σε υπηκόους τρίτων χωρών από τις αναδυόμενες αγορές της Ρωσίας, της Κίνας και της Ινδίας.
* ΠΗΓΗ: ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ
elkeda
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου