Συνέχεια από: Tρίτη 3 Μαίου 2016
ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ
Στην έννοια της "ολότητος" τών αναιρέσεων είναι εδώ περίκλειστη μία άλλη έννοια, εκείνη της αντιθέσεως ανάμεσα σε θέσεις πραγματικώς αντιφατικές μεταξύ τους, η οποία είναι και η αληθινή συνθήκη του εποικοδομητικού χαρακτήρος της διαλεκτικής. Πολύ πιθανόν ο Πλάτων να διακρίνει μία θεωρία η οποία όπως θα δούμε, θα ξεκαθαρίσει οριστικά από τον Αριστοτέλη, εκείνη για την οποία ανάμεσα σε δύο αντίθετες προτάσεις λόγω αντιφάσεως, όπως είναι η κατάφαση και η άρνηση ενός ίδιου κατηγορουμένου τού ίδιου υποκειμένου, δέν δίνονται άλλες δυνατότητες, δηλαδή εξαντλείται η ολότης τών δυνατοτήτων και γι'αυτό είναι αναγκαίο η μία να είναι αληθινή και η άλλη ψευδής. Γι'αυτό από την στιγμή που αποδεικνύεται, μέσω αποδείξεως το ψευδές τής μίας, μ'αυτό θα έχει αποδειχθεί η αλήθεια τής άλλης. Αυτό εξαρτάται από το γεγονός ότι η αντίθεση λόγω αντιφάσεως αγκαλιάζει "όλες" τις δυνατότητες, δηλαδή όλες τις υποθέσεις τίς σχετικές με ένα συγκεκριμένο θέμα, χωρίς να αφήνει μία τρίτη οδό ανάμεσα στην βεβαίωση και την άρνηση! Καθότι γενικώς η άρνηση συνίσταται από όλες τις υποθέσεις που είναι εναλλακτικές στην βεβαίωση, για να αποδείξουμε διαλεκτικώς μία βεβαίωση, δηλαδή μία θετική θέση, είναι αναγκαίο να αναιρέσουμε όλες τις υποθέσεις που τής αντιπαρατίθενται!
ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ
του Enrico Berti.
Στην έννοια της "ολότητος" τών αναιρέσεων είναι εδώ περίκλειστη μία άλλη έννοια, εκείνη της αντιθέσεως ανάμεσα σε θέσεις πραγματικώς αντιφατικές μεταξύ τους, η οποία είναι και η αληθινή συνθήκη του εποικοδομητικού χαρακτήρος της διαλεκτικής. Πολύ πιθανόν ο Πλάτων να διακρίνει μία θεωρία η οποία όπως θα δούμε, θα ξεκαθαρίσει οριστικά από τον Αριστοτέλη, εκείνη για την οποία ανάμεσα σε δύο αντίθετες προτάσεις λόγω αντιφάσεως, όπως είναι η κατάφαση και η άρνηση ενός ίδιου κατηγορουμένου τού ίδιου υποκειμένου, δέν δίνονται άλλες δυνατότητες, δηλαδή εξαντλείται η ολότης τών δυνατοτήτων και γι'αυτό είναι αναγκαίο η μία να είναι αληθινή και η άλλη ψευδής. Γι'αυτό από την στιγμή που αποδεικνύεται, μέσω αποδείξεως το ψευδές τής μίας, μ'αυτό θα έχει αποδειχθεί η αλήθεια τής άλλης. Αυτό εξαρτάται από το γεγονός ότι η αντίθεση λόγω αντιφάσεως αγκαλιάζει "όλες" τις δυνατότητες, δηλαδή όλες τις υποθέσεις τίς σχετικές με ένα συγκεκριμένο θέμα, χωρίς να αφήνει μία τρίτη οδό ανάμεσα στην βεβαίωση και την άρνηση! Καθότι γενικώς η άρνηση συνίσταται από όλες τις υποθέσεις που είναι εναλλακτικές στην βεβαίωση, για να αποδείξουμε διαλεκτικώς μία βεβαίωση, δηλαδή μία θετική θέση, είναι αναγκαίο να αναιρέσουμε όλες τις υποθέσεις που τής αντιπαρατίθενται!
Η καθοριστική διευκρίνηση αυτής της έννοιας της διαλεκτικής θα υπάρξει μόνον στον Παρμενίδη, στον τελευταίο από τους μεγάλους διαλόγους που αφορούν την σχέση ανάμεσα σε υπόθεση και αναίρεση. Πρίν αντιμετωπίσουμε όμως την εξέταση αυτού του τελευταίου ας περιοριστούμε να δείξουμε πώς και στην Πολιτεία το στοιχείο στο οποίο στηρίζεται η αναίρεση είναι η αντίφαση και πώς και σ'αυτόν τον διάλογο παρουσιάζεται η αρχή της μή-αντιφάσεως. Μιλώντας για τις τρείς ιδιότητες τής ψυχής ο Πλάτων δηλώνει: "είναι ξεκάθαρο ότι το ίδιο υποκείμενο (ταυτόν) στην ίδια σχέση (κατά ταυτόν) και σχετικά με το ίδιο αντικείμενο (πρός ταυτόν), δέν θα μπορέσει ταυτοχρόνως (άμα) να πράξει ή να πάθει αντίθετα πράγματα (ταναντία)" και στην συνέχεια επαναλαμβάνει: "καμμία από αυτές τις συζητήσεις δέν θα μας εκπλήξει ούτε θα μας πείσει πιά ότι το ίδιο αντικείμενο μπορεί να πάθει ή να είναι (είη), ή να πράξει μαζί (άμα) αντίθετα πράγματα!, στην ίδια σχέση ή σχετικά με το ίδιο αντικείμενο" (Πολιτεία, 436 Β, 436 Ε - 437 Α). Το γεγονός ότι εδώ ο Πλάτων αναφέρεται σε υποκείμενα και όχι σε κατηγορούμενα, όπως θα κάνει ο Αριστοτέλης, και ότι λίγο πιό κάτω παρουσιάζει αυτή την αρχή σαν υποθετική δέν μειώνει την εντύπωση ότι έχει διακρίνει καθαρά την αρχή τής μή-αντιφάσεως, ακριβώς όπως θα την διατυπώσει στην συνέχεια ο Αριστοτέλης. Ανάμεσα στις δύο διατυπώσεις είναι δυνατόν να βρεθούν κάποιες διαφορές, αλλά παραμένει αναντίρρητο γεγονός ότι ο Πλάτων αποκλείει κάθε υποστήριξη τής αντιφάσεως: ο υποθετικός χαρακτήρας με τον οποίο παρουσιάζει αυτή την θέση ("υποθέτουμε ότι τα πράγματα είναι έτσι και συνεχίζουμε, αλλά θα συμφωνήσουμε ότι εάν το ερώτημά μας εμφανιστεί κάτω απο διαφορετικό φώς, θα πρέπει τότε να υπολογίσουμε σαν μηδενικές όλες τις πιθανές συνέπειες"), πρέπει να αποδοθεί στην ιδιαίτερη εφαρμογή την οποία βρίσκει η αρχή στην διάκριση των μερών της ψυχής, και όχι στην καθολική της αξία, την οποία δέν αμφισβητεί ποτέ ο Πλάτων.
3. Ο Παρμενίδης τοποθετεί ξανά την διαλεκτική σε σχέση με τις υποθέσεις και δείχνει τί πράγμα σημαίνει "να περάσουμε μέσα από όλες τις αναιρέσεις". Προσφέρει δηλαδή, μία έκθεση λεπτομερέστατη τής διαδικασίας η οποία στην Πολιτεία είχε μόλις αναφερθεί. Εφαρμόζει λοιπόν την υποθετική πρόοδο στο "Ένα", το οποίο συμπίπτει με εκείνη που στην Πολιτεία ήταν η ιδέα του αγαθού, δηλαδή η ανυπόθετη αρχή από την οποία εξαρτώνται όλες οι ιδέες και επανασυνδέεται καθαρά με την διαλεκτική τού Ζήνωνος, με την απόδειξη δηλαδή μίας θέσεως μέσω της αναιρέσεως, ή της μειώσεως σε αντίφαση, των υποθέσεων που της αντιτίθενται.
Στην αρχή τού διαλόγου ο Σωκράτης ζητά από τον Ζήνωνα, ο οποίος συνοδεύει στην Αθήνα τον δάσκαλό του Παρμενίδη, να διαβάσει την πρώτη υπόθεση τού πρώτου του λόγου, της πρώτης του ομιλίας. Στο τέλος της ανάγνωσης, ο Σωκράτης ξανασυνθέτει το επιχείρημα του Ζήνωνος με τον τρόπο που ήδη έχουμε δεί στο πρώτο κεφάλαιο: "Εάν τα πράγματά που είναι, είναι πολλά, αυτά πρέπει να είναι όλα όμοια και ανόμοια επίσης και αυτό είναι αδύνατον. Και τότε εάν είναι αδύνατον αυτό που είναι ανόμοιο να είναι όμοιο και αυτό που είναι όμοιο να είναι ανόμοιο, συνεπάγεται ότι είναι αδύνατον επίσης να είναι πολλά τα πράγματα που είναι". Ο Ζήνων επιβεβαιώνει την ακρίβεια της ερμηνείας και επισημαίνει ότι η ομιλία του θέλει να συνεισφέρει και να βοηθήσει τον λόγο του Παρμενίδη, δηλαδή την θέση του ότι το πάν, το όλον είναι Ένα. Εναντίον όσων λοιπόν, προσπαθούν να τον περιγελάσουν αποδεικνύοντας ότι, εάν τίθεται σαν υπόθεση η βεβαίωση ότι το όλον είναι ένα, τότε εξάγονται από αυτό συνέπειες που προκαλούν το γέλιο, αντίθετες στον ίδιο τον Λόγο, ο Ζήνων αποδεικνύει ότι η υπόθεση τής πολλαπλότητος τού όλου, την οποία υποστηρίζουν, είναι ακόμη πιό αστεία απο την υπόθεση της ενότητός του (Παρμ. 127 D - 128 Ε). Δέν υπάρχει αμφιβολία πάντως ότι η μορφή τού διαλόγου τού Ζήνωνος είναι για τον Πλάτωνα η αναίρεση, μέσω τής μειώσεως σε αντίφαση τής αντίθετης υποθέσεως από την θέση την οποία θέλουμε να αποδείξουμε.
Στην συνέχεια του διαλόγου ο Σωκράτης, ο οποίος είναι εδώ πλέον η φωνή του Πλάτωνος, διαλύει το επιχείρημα του Ζήνωνος, αποδεικνύοντας ότι εάν δεχθούμε την θεωρία των ιδεών, η συνέπεια τής υποθέσεως ότι τα πράγματα είναι πολλά δέν είναι πλέον αδύνατη, διότι αυτά μπορούν να είναι όμοια, καθότι μετέχουν στο γένος τής ομοιότητος και ανόμοια καθότι μετέχουν του γένους τής ανομοιότητος.
Σ' αυτό παρατηρεί ο Σωκράτης, δέν υπάρχει τίποτε θαυμαστόν, όπως δέν υπάρχει τίποτε το άτοπον στο γεγονός ότι το πάν είναι ένα διότι μετέχει του γένους του Ενός και ότι το ίδιο το πάν είναι πολλαπλό διότι μετέχει του γένους τής πολλαπλότητος. Θα ήταν αντιθέτως θαυμαστόν εάν κάποιος αποδείκνυε ότι "αυτό που είναι καθότι Ένα γι'αυτό το ίδιο είναι πολλαπλό και αυτό που είναι καθότι πολλαπλό γι'αυτόν τον ίδιο λόγο είναι Ένα", δηλαδή ότι τα ίδια τα γένη και τα είδη, δηλαδή οι ιδέες καθαυτές προσβάλλονται από αυτές τις ίδιες επιρροές (Παρμ. 129 A-C). Εδώ ο Πλάτων επαναλαμβάνει την δική του έννοια τής αντιφάσεως, την οποία είχε εκθέσει στον Φαίδωνα και στην Πολιτεία, σύμφωνα με την οποία αυτή είναι αστήρικτη μόνον όταν συνίσταται από την συμπαρουσία αντίθετων χαρακτήρων στο ίδιο υποκείμενο, στον ίδιο χρόνο και κάτω από την ίδια άποψη. Η θεωρία τών ιδεών μάς επιτρέπει να αποφύγουμε την αντίφαση την οποία δηλώνει ο Ζήνων, ακριβώς μέσω τής διακρίσεως των απόψεων των πλευρών.
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου