Παρασκευή 13 Ιουλίου 2018

Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΗΘΙΚΗ του ERICH NEUMANN (10)

Η ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΒΑΘΟΥΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΝΕΑ ΗΘΙΚΗ  (10)
του ERICH NEUMANN

Συνέχεια από:Πέμπτη 12 Ιουλίου 2018
ΚΕΦΑΛΑΙΟ  ΙV
Η ΝΕΑ  ΗΘΙΚΗ
Τώρα θα πρέπει να εξετάσουμε την προβληματική κατάσταση και την ηθική κρίση του ατόμου, και να κατανοήσουμε τις διαδικασίες, οι οποίες, στην περίπτωσή του, σημαδεύουν την μετάβαση στην νέα ηθική. Πρέπει να επιστρέψουμε στην σχέση ανάμεσα στο σύνολο και στο άτομο την οποία υπογραμμίσαμε στην αρχή, και στην σύνδεση μεταξύ τών προβλημάτων του συνόλου και της μοίρας των ατόμων, στα οποία παρουσιάζονται υλοποιημένα αυτά τα προβλήματα.
Η σύγκρουση ή ασθένεια που αναγκάζει έναν σύγχρονο άνθρωπο να καταφύγη στην ψυχολογία του βάθους είναι πολύ σπάνια τέτοιου είδους, που μια απλή διόρθωση της συνειδητής στάσης, μια απλή αναπροσαρμογή τού δεδομένου υλικού επάνω στις γραμμές ενός καινούργιο δομικού προτύπου, είναι αρκετή για να επιτευχθή μια λύση. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αποδεικνύεται αναγκαίο να ανοίξουν και να γίνουν προσιτά στην συνείδηση, επίπεδα της προσωπικότητας που προηγουμένως ήταν έξω από την περιοχή και το βεληνεκές της εμπειρίας της, και γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ονομάζονται «ασυνείδητα».
Σε προηγούμενες εποχές, μια παρόμοια κρίση παρουσιαζόταν σαν απειλή για την σωτηρία της ψυχής. Για παράδειγμα η διάπραξη μιας βαρειάς αμαρτίας  ήταν ένα θέμα τόσο σημαντικό για την συνείδηση ενός ανθρώπου, που απειλούσε ολόκληρη την ύπαρξή του, την «ψυχή» του και το εσωτερικό κατοικητήριο τής ζωής του. Ο σύγχρονος άνθρωπος, από την άλλη μεριά, βιώνει την κατάστασή του κατ’ αρχήν σαν τίποτε περισσότερο από μια κρίση που επηρεάζει τον συνειδητό του νου και το εγώ του. Η σύγκρουση μεταφράζεται σε κατάπτωση, ήττα, αποτυχία στην αντιμετώπιση μιας ειδικής κατάστασης ή ζωτικού προβλήματος· αλλά ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αισθάνεται σχεδόν ποτέ να κινδυνεύη ή να απειλείται στην ολότητα της ύπαρξής του. Στις περισσότερες επιπτώσεις νοιώθει ότι το εγώ του τίθεται υπό αμφισβήτηση, και αμύνεται σθεναρά ενάντια στην συνειδητοποίηση του φάσματος και της έκτασης του αληθινού του προβλήματος.
Η πορεία της ψυχολογίας του βάθους, που ανιχνεύει από την αρχή τον δρόμο ανάμεσα σε αυτήν την κατάσταση και την προέλευσή της, στην βάση και στα υπόγεια μύχια μέρη της προσωπικότητας, πάντοτε και αναπόφευκτα οδηγεί σε έναν σοβαρό κλονισμό του εγώ και του κόσμου της συνείδησης. Η αιτία είναι απλή: στην πορεία αυτής της διαδρομής, ο κόσμος της συνείδησης βρίσκεται αντιμέτωπος με την ολότητα της προσωπικότητας, και με το απεριόριστο βασίλειο του ασυνειδήτου. (Σημ.: Μας ενδιαφέρουν εδώ, όπως πάντοτε όταν μιλάμε για την ψυχολογική πορεία, μόνον εκείνοι οι άνθρωποι, για τους οποίους η διαδικασία της εξατομίκευσης είναι μια αναγκαιότητα – δηλαδή , κυρίως οι άνθρωποι στο δεύτερο μισό της ζωής τους, που η προσαρμογή τους στο σύνολο έχει ήδη γίνει.)
Είτε ένας άνθρωπος πλησιάζει το έργο της ψυχολογίας του βάθους στο φως μιας εμπειρίας που τον έχει ήδη διδάξει ότι η άποψή του για τον κόσμο, ο ηθικός του κώδικας και ο τρόπος της ζωής του είναι ανίσχυρα να αντιμετωπίσουν τα περιβλήματα που τον περισφίγγουν, είτε η ανεπάρκεια του προηγούμενου προσανατολισμού του αποκαλύπτεται μόνο κατά την πορεία της ανάλυσης, το γεγονός παραμένει ότι μια σοβαρή διαταραχή στον κόσμο των αξιών του είναι σχεδόν πάντοτε κάτι που πρέπει να αναμένεται στην αρχή της πορείας της ψυχολογίας του βάθους.
Σχεδόν χωρίς εξαίρεση, η ψυχική εξέλιξη του σύγχρονου ανθρώπου αρχίζει με το ηθικό πρόβλημα και με τον αναπροσανατολισμό του ίδιου του ανθρώπου, ο οποίος επιτυγχάνεται μέσω της αφομοίωσης της σκιάς και της μεταμόρφωσης της persona. (Σύγκρινε: C.G.Jung: «Οι σχέσεις ανάμεσα στο εγώ και το ασυνείδητο» Άπαντα, τόμος 7). Περιγράφουμε αυτήν την διαδικασία με την ορολογία της αναλυτικής ψυχολογίας του C.G.Jung, επειδή αυτή η ορολογία σκιαγραφεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό την διαφοροποιημένη εικόνα της διαδικασίας. Μπορεί, πάντως, πολύ εύκολα να εκφρασθή με την ορολογία του Adler και τουFreud – τουλάχιστον στα αρχική στάδια της πορείας.
Το ηθικό πρόβλημα που προκύπτει κατά την πορεία της ψυχολογίας του βάθους διατυπώνεται πολύ καθαρά με την ιδέα της «σκιώδους προσωπικότητας». Όπως αναγνώρισε ο Jung, η ζώνη της σκιάς και η αντιμετώπιση αυτής της μορφής βρίσκεται στην αρχή της ψυχολογικής πορείας. Έπειτα αυτή η πορεία περνάει μέσα από ολόκληρη την ιεραρχία των ζωνών της ψυχής, που όλες τους πρέπει να βιωθούν σωστά σε μια πραγματική ανάπτυξη σε βάθος.
Η «προσγείωση» που φέρνει η συνάντηση κάποιου με την σκιά του, με το ασυνείδητο αρνητικό κομμάτι της προσωπικότητάς του, είναι κάτι που συμβαίνει πάντα σε περιπτώσεις όπου το εγώ έχει ζήσει σε ταύτιση με την persona και τις συλλογικές αξίες της εποχής του. Αυτός είναι ο λόγος που αυτή η συνάντηση είναι, γενικά, ιδιαίτερα σκληρή και δύσκολη για τον εξωστρεφή τύπο, επειδή από την φύση του έχει λιγότερη ενόραση όσον αφορά την υποκειμενικότητά του από ότι ο εσωστρεφής. Η απλοϊκή ψευδαίσθηση του εγώ, που έχει λίγο ή πολύ ταυτίσει τον εαυτό του με κάθε τι καλό και ωραίο, δέχεται ένα ισχυρό σοκ, και η υπονόμευση αυτής της στάσης της ψευδαίσθησης αποτελεί το βασικό περιεχόμενο της πρώτης φάσης της ανάλυσης.
Αξίζει να παρατηρήση κανείς σε πόσο πολλές περιπτώσεις αυτή η απατηλή στάση του εγώ δεν επηρεάζεται καθόλου από την κρίση ή την νεύρωση που οδήγησε στην ανάλυση. Η απουσία μιας «αίσθησης της αμαρτίας», (δηλαδή, μιας ηθικής αντίδρασης στην συντριπτική εμπειρία που έχει διαλύσει την ζωή κάποιου) εμφανίζεται σαν ένα χαρακτηριστικό του καιρού μας.
Σε παλιότερες περιόδους, η ασθένεια ή η αποτυχία βιωνόταν στο επίπεδο της αμαρτίας, της ενοχής και της τιμωρίας· αυτή η ηθική αντίδραση, όμως, είναι γενικά ξένη προς την συνείδηση (όχι το ασυνείδητο) του σύγχρονου ανθρώπου. Σήμερα η κατάσταση αντιμετωπίζεται σε μεγάλο βαθμό στο επίπεδο της επίδρασης από εξωτερικούς παράγοντες – τους άλλους ανθρώπους, τις περιστάσεις, το περιβάλλον ή την κληρονομικότητα – σε σχέση με τους οποίους η προσωπικότητα είναι ένα «θύμα».
Η λαϊκή αιτιοκρατική αντίληψη για την ψυχανάλυση, σύμφωνα με την οποία μερικές πολύ πρώιμες εμπειρίες της παιδικής ηλικίας θεωρούνται σαν η «αιτία» για μια μεταγενέστερη αποτυχία, ευνοεί πάρα πολύ αυτήν την στάση, και είναι στην ουσία έκφρασή της. Το αποτέλεσμα είναι ότι σε μια κρίση το εγώ αισθάνεται αθώο, αφού δεν μπορεί να ταυτισθή με πραγματικά υπεύθυνο τρόπο με το εγώ της πρώιμης παιδικής ηλικίας.
Κατά την συνάντηση, όμως, με την σκιά, το εγώ αποσπάται από την ταύτισή του μέσω της persona με τις συλλογικές αξίες. Η επαγωγική αναλυτική δουλειά του Freud και του  Adler αποκάλυψαν σε μεγάλο ποσοστό την σκιώδη πλευρά της ανθρώπινης ψυχής, σε όλη την γύμνια της αντίθεσής της με την απατηλή αυτό-εκτίμηση του εγώ. Η συνάντηση με την «άλλη πλευρά», το αρνητικό στοιχείο, σημαδεύεται από άφθονα όνειρα, στα οποία αυτός ο «άλλος» έρχεται αντιμέτωπος με το εγώ με την μορφή του ζητιάνου ή του ανάπηρου, του απόβλητου ή του κακού, του ανόητου ή του άχρηστου, του περιφρονημένου ή παραπεταμένου, του ληστή, του άρρωστου κλπ. κλπ.
Αλλά αυτό που κλονίζει το άτομο ως τα θεμέλιά του είναι η αναπόδραστη ανάγκη να αναγνωρίση ότι η άλλη πλευρά, παρά τον αναμφισβήτητο χαρακτήρα της τής εχθρότητας και της αλλοτρίωσης προς το εγώ, είναι μέρος της προσωπικότητάς του. Το μεγάλο και τρομερό δόγμα του «εκείνο είσαι εσύ», που διατρέχει σαν leitmotif ολόκληρη την ψυχολογία του βάθους, εμφανίζεται αρχικά, σαν μια οδυνηρή και πολύ παράφωνη νότα, στην ανακάλυψη της σκιάς.
Το άτομο οδηγείται από την προσωπική του κρίση μέσα σε βαθειά νερά, κάτι, που κανονικά δεν θα είχε ποτέ επιχειρήση κινούμενο από μόνη την ελεύθερη θέλησή του. Η παλιά εξιδανικευμένη εικόνα του εγώ πρέπει να φύγη, και η θέση της κλονίζεται από μια επικίνδυνη ενόραση της συνθετότητας και της πολυμέρειας της φύσης του ατόμου.
Μια διαδικασία κατά την οποία το εγώ αναγκάζεται να αναγνωρίση ότι είναι κακό και με νοσηρό μυαλό, αντικοινωνικό και θύμα του νευρωτικού πόνου, άσχημο και στενοκέφαλο – μια αναλυτική τεχνική που διαρρηγνύει την διόγκωση του εγώ και το υποχρεώνει να δοκιμάση ακριβώς πώς και πού είναι περιορισμένο και μονόπλευρο, καθορισμένο από τον τύπο του, προκατειλημμένο και άδικο. Όλο αυτό αντιπροσωπεύει μια τόσο πικρή μορφή συνάντησης με τον εαυτό μας, ώστε μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβη την αντίσταση που προκαλεί.
Το να υποχρεωθή κανείς να αναγνωρίση ότι είναι ακόμη παιδί και απροσάρμοστος, άθλιος και απεχθής, ένα ανθρώπινο ζώο που προσομοιάζει στους πιθήκους, ακόμη ένα σεξουαλικό κτήνος και ένα πλάσμα αγελαίο, είναι από μόνο του μια συντριπτική εμπειρία για οποιοδήποτε εγώ που έχει ταυτισθή με τις συλλογικές αξίες. Αλλά οι ρίζες του προβλήματος της σκιάς πηγαίνουν ακόμη βαθύτερα, και γίνεται ζήτημα ζωής και θανάτου όταν το νυστέρι φθάση ως τις πηγές του ίδιου του κακού, όπου η προσωπικότητα βιώνει την σχέση της με τον εχθρό του ανθρώπινου γένους, την τάση για επίθεση και καταστροφή, στην δομή της ίδιας της τής ύπαρξης .
Τελικά το άτομο έρχεται πρόσωπο με πρόσωπο με την ανάγκη να «αποδεχθή» το ίδιο του το κακό. Κατ’ αρχήν αυτή η δήλωση μπορεί να φαίνεται ακατανόητη· είναι πράγματι αλήθεια ότι το πλήρες νόημά της δεν μπορεί με κανένα τρόπο να κατανοηθή με την πρώτη ματιά. Η πράξη της αποδοχής του κακού δεν θα πρέπει να υποτιμηθή ή να μεταμφιεσθή σε οποιαδήποτε προσπάθεια σχετικοποίησης, που θα επιχειρούσε να μας καθησυχάση με το πρόσχημα ότι αυτό το κακό που πρέπει να γίνη αποδεκτό δεν είναι και τόσο κακό, τελικά· και η κατάσταση δεν διευκολύνεται καθόλου από το γεγονός ότι το κακό δεν εμφανίζεται πια με την μορφή ενός συλλογικά αναγνωρισμένου φαινομένου.
Το «δικό μου» κακό μπορεί να μην είναι καθόλου κακό στα μάτια του γείτονά μου και το αντίστροφο· αυτό ακριβώς είναι που δημιουργεί την ηθική δυσκολία της κατάστασης. Η ομαδική εκτίμηση και η ομαδική υπευθυνότητα σταματούν στο σημείο που καμμιά επικύρωση από το γενικά αποδεκτό πρότυπο δεν μπορεί να αντισταθμίση την ενόραση του εγώ, που του λέει ότι έχει ενεργήσει με κακό τρόπο, και όπου, από την άλλη μεριά, καμμιά καταδίκη εκ μέρους του συνόλου δεν έχει ούτε την δύναμη ούτε το δικαίωμα πλέον να αντικαταστήση τον προσανατολισμό του ίδιου του εγώ.
Η διαφοροποίηση του «δικού μου» κακού από το γενικό κακό είναι ένα βασικό άρθρο αυτογνωσίας, από το οποίο κανένας άνθρωπος που αναλαμβάνει την πορεία της εξατομίκευσης δεν επιτρέπεται να ξεφύγη. Αλλά όσο η πορεία της εξατομίκευσης εξελίσσεται, η προηγούμενη τάση του εγώ προς την τελειότητα αυτόματα διαλύεται. Η διογκωμένη έπαρση του εγώ πρέπει να θυσιαστή, και γίνεται απαραίτητο να κάνη το εγώ ένα είδος συμφωνίας κυρίων με την σκιά – μια εξέλιξη που είναι διαμετρικά αντίθετη με το απόλυτο ιδεώδες της παλιάς ηθικής για τελειότητα.
Αυτή η διαδικασία της συναλλαγής με την σκιά οδηγεί οπωσδήποτε σε μια φανερή ηθική υποβάθμιση της προσωπικότητας. Η αναγνώριση και η αποδοχή της σκιάς προϋποθέτει κάτι περισσότερο από μια απλή προθυμία να κοιτάξη κανείς τον σκοτεινό αδελφό του – και μετά να τον ξαναφέρη σε μια κατάσταση καταπίεσης, όπου αυτός θα λαχταράη την ελευθερία σαν αιχμάλωτος σε μια φυλακή. Απαιτεί να του δώση κανείς την ελευθερία και ένα μερίδιο στην ζωή του. Αλλά το να επιτρέψη κανείς στην σκιά να πάρη μέρος στην ζωή του είναι δυνατόν μόνο σε ένα «βαθύτερο» ηθικό επίπεδο. Το εγώ είναι υποχρεωμένο να κατεβή από το βάθρο του και να αντιληφθή την κατάσταση της ατομικής, φυσικής και ιστορικής ατέλειας που είναι η καθορισμένη του μοίρα.
Η αποδοχή από κάποιον της ατέλειάς του είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο έργο. Κάθε ένας από εμάς, ανεξάρτητα από τον ψυχολογικό του τύπο και το φύλο του, έχει  μια κατώτερη λειτουργία και μια σκιά· γι’ αυτό ακριβώς όλοι βρίσκουμε εξ ίσου δύσκολη την αφομοίωση αυτής της πλευράς της προσωπικότητας.
Εάν, σε ένα όνειρο, ένας καμπούρης πηδήξει πάνω από έναν φράχτη στον λαιμό του ονειρευόμενου φωνάζοντας: «θέλω κι’ εγώ ένα μερίδιο στην ζωή σου!», η βία και ο ληστρικός χαρακτήρας της σκιάς φαίνονται υπερτονισμένα. Αλλά όπου το εγώ φαίνεται απρόθυμο, η σκιά θα οδηγηθή στο να χρησιμοποιήση βία· αυτό σημαίνει ότι βίαια περιεχόμενα, που είναι κατ’ αρχήν ξένα και άγνωστα στην εγωική συνείδηση, θα εισχωρήσουν στην αντίδραση, την οποία το εγώ δέχεται από το ασυνείδητο. Σε αυτήν την περίπτωση, το πρόβλημα της σκιάς και της ηθικής σύγκρουσης παρουσιάζεται μπροστά στο εγώ με την μεταμφιεσμένη αλλά επιθετική μορφή της ενεργοποίησης ενός συμπλέγματος. Ο περιορισμός της αιτιολογίας της νεύρωσης από τον Freud και τον Adler στα ένστικτα του σεξ και της δύναμης βασίζεται ακριβώς στο γεγονός ότι η σκιά εισβάλλει με την μορφή ενός συμπτώματος ή συμπλέγματος.
Είναι φυσικός ο πειρασμός να απορρίψουμε αυτό το είδος της «αποδοχής του αρνητικού» σαν μια ανόητη, περιττή ή και επικίνδυνη διαδικασία, και να υποστηρίξουμε κατ’ αρχήν ότι η υποβάθμιση του επιπέδου του εγώ που προκαλείται από την αναγνώριση της σκιάς είναι επιτρεπτή ή απαραίτητη σε εξαιρετικές «παθολογικές» περιπτώσεις. Αλλά στην πραγματικότητα, αυτή η υποβάθμιση του επιπέδου του εγώ δεν είναι ούτε ένα αυθαίρετο ζήτημα ούτε ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά μια έκφραση σε ατομικούς όρους της συλλογικής κατάστασης του πολιτισμού μας. Σε αντίθεση, ας πούμε, με τον Χριστιανό του Μεσαίωνα ή τον Αρχαίο, τον Ασιάτη ή τον πρωτόγονο άνθρωπο, ο Δυτικός άνθρωπος βρίσκεται σήμερα σε μια κατάσταση όπου υπάρχει μια πραγματική συλλογική υποβάθμιση του επιπέδου του εγώ του, που πρέπει να γίνη αποδεκτή και να αφομοιωθή. Η εισβολή της σκοτεινής πλευράς στην Δυτική συνείδηση είναι, πράγματι, μια διαδικασία αναπότρεπτη.[ Εδώ εντάσσεται καί η λαθρομετανάστευση ]
Με τον όρο  ε ι σ β ο λ ή  τ η ς  σ κ ο τ ε ι ν ή ς  π λ ευ ρ ά ς  στην Δυτική συνείδηση εννοούμε ολόκληρο το σύμπλεγμα των παράλληλων εξελίξεων που έχει οδηγήσει, κατά την διάρκεια των τελευταίων εκατόν πενήντα χρόνων, στο φαινόμενο του να γίνη το «σκοτάδι» ορατό και προβληματικό σε πολύ διαφορετικές περιοχές την ίδια στιγμή. Η διαδικασία αυτή συνδέεται με το φαινόμενο που περιγράψαμε σαν επανασυλλογικοποίηση του Δυτικού πολιτισμού, η οποία έχει οδηγήσει σε ενίσχυση των συλλογικών φαινομένων, και σε ένα καθαρό προβάδισμα των συλλογικών σε σύγκριση με τα ατομικά συμβάντα.
Η εισβολή της σκοτεινής πλευράς αντιστοιχεί σε μια βασική μετατόπιση του ψυχολογικού κέντρου βάρους με κατεύθυνση προς τα κάτω, προς την γη, σε μια τέτοια κλίμακα που ποτέ πριν δεν είχε γνωρίσει ο χριστιανικός κόσμος της Δύσης. Η ανακάλυψη του «απεχθέστατου ανθρώπου», του δυστυχισμένου, του κακού και του πρωτόγονου, καταλαμβάνει ένα πολύ μεγαλύτερο μέρος στην πολιτιστική ζωή του καιρού μας από ότι συνήθως αντιλαμβανόμαστε.
Αυτή η ανακάλυψη του πρωτόγονου στοιχείου στην ανθρώπινη φύση είναι ο αποφασιστικός παράγοντας στην όλη κατάσταση. Ο κόσμος των πρωτόγονων, της αυγής της ανθρωπότητας και των πρωιμότερων σταδίων της ανθρώπινης ιστορίας, έχει τώρα τοποθετήσει τον άνθρωπο σε μια νέα προοπτική σε σχέση με τον γήινο κόσμο και με το σύμπαν· του έχει δείξει το σκοτεινό έδαφος στο οποίο είναι φυτρωμένες οι ρίζες του, και φαίνεται να έχη καταστρέψει σταδιακά την θεόμορφη φύση του και να έχη απομυθοποιήσει την κεντρική του θέση μέσα στο σύμπαν σαν μια ψευδαίσθηση.
Ο «καθορισμός του ανθρώπου από την φύση» - η κληρονομικότητα και η φυσική του κατασκευή, ο άνθρωπος της μάζας και η ενστικτώδης υποδομή του ατόμου, το ασυνείδητο σαν ένας κρίσιμος αποφασιστικός παράγοντας – όλα αυτά τα στοιχεία, με την εκπληκτική ομοφωνία τους και τις αναντίρρητα μεγάλης έκτασης επιδράσεις τους όσον αφορά την θέση του ατομικού εγώ, φαίνονται να δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση: την αναγνώριση της σκοτεινής πλευράς. Η «απόδειξη» του Δαρβίνου για την συγγένεια του ανθρώπου με τους πιθήκους, η κριτική της Βίβλου και η θεωρία που ερμηνεύει το πνεύμα σαν ενα επιφαινόμενο της οικονομικής εξέλιξης, το «Πέρα από το καλό και το κακό» του Nietzscheκαι «Το μέλλον μιας αυταπάτης» του Freud, όλα αυτά έχουν συμβάλει στην καταστροφή των παλιών αξιών. Το εγκόσμιο πνεύμα, ο υλισμός, η εμπειριοκρατία και ο σχετικισμός είναι οι αντιλήψεις – κλειδιά που δείχνουν αυτήν την μετατόπιση του κέντρου βάρους – ιδιαίτερα σε αντίθεση με τον Χριστιανισμό του Μεσαίωνα και τον προσανατολισμό του απέναντι στον κόσμο.
Σε καμμιά προηγούμενη εποχή της ανθρώπινης ιστορίας η σκοτεινή πλευρά δεν βρισκόταν στο επίκεντρο της προσοχής στο βαθμό που βρίσκεται σήμερα. Οι άρρωστοι, οι ψυχοπαθείς και οι ψυχωτικοί, οι εκφυλισμένοι και οι ανάπηροι, αυτοί που έχουν ανάγκη φροντίδας και προσοχής, οι ανώμαλοι και οι εγκληματίες διεγείρουν το ενδιαφέρον και την συμπάθεια του σύγχρονου ανθρώπου, όσο ποτέ πριν. Ερευνητές και κρατικά δημόσια ιδρύματα αρχίζουν να ενδιαφέρονται γι’ αυτές τις τάξεις των ανθρώπων, συχνά με ένα πνεύμα γοητευτικής απορρόφησης, που φαίνεται σχεδόν αρρωστημένη όταν αντιπαρατίθεται στην έλλειψη ενδιαφέροντος για τους κανονικούς ανθρώπους και την  δ ι κ ή  τ ο υ ς  δυστυχία.
Σε συμφωνία με αυτήν την γενική τάση, η ασχήμια, η δυσαρμονία και το κακό εισβάλλουν τώρα στον χώρο της τέχνης. Ο δρόμος που οδηγεί από τον Mozart μέσω του Beethoven στην ατονική μουσική σύνθεση και στις αντίστοιχες διαδικασίες αποσύνθεσης και μεταμόρφωσης στην λογοτεχνία και την ζωγραφική είναι εκφράσεις της παρακμής της παλιάς τάξης ζωής και των αξιών στον χώρο της αισθητικής. Αυτό δεν είναι με κανένα τρόπο απλώς ζήτημα των μεγάλων επαναστατών όπως ο Dostoyevsky, στα έργα του οποίου ο άνθρωπος – άρρωστος, κακός και εγκαταλειμμένος – στέκεται γυμνός μέσα στην ίδια την καρδιά της δυστυχίας. Το παγκόσμιο φαινόμενο των αστυνομικών ιστοριών, των ταινιών με εγκλήματα και των θρίλλερ ανήκει στον ίδιο παράξενο χώρο.
Συνεχίζεται.

Παρόμοια φαινόμενα συναντώνται πλέον καί στήν ζωή τών πιστών. Οπως μάς δίδαξε ο Αγιος Σιλουανός μέ τόν λόγο τού Κυρίου : Μείνε στήν κόλαση καί μήν απελπίζεσαι!!  Οπως τό περιγράφει ο Λουδοβίκος:
Αν η θεοεγκατάλειψη θεωρηθεί ως μια σοφή παιδαγωγία της αγάπης του Θεού προς τον ασκητή,τότε αυτή η παιδαγωγία τι άλλο είναι παρά μια προσπάθεια να μας θεραπεύσει ο Θεός από κάθε ίχνος μιας «ηδυπαθούς» ατομιστικής απόλαυσης της χάρης, μια τάση η οποία ενδημεί ασυνειδήτως μέσα στον πεπτωκότα άνθρωπο, ωθώντας τον ανεπίγνωστα σ’ έναν πιθανό πειρασμό ναρκισσικής αδολεσχίας, ακόμα και μέσα στο φως της χάρης του Θεού; Τι άλλο είναι δηλαδή αυτή η σοφή παιδαγωγία της θεοεγκατάλειψης παρά μια φιλάνθρωπη ώθηση του Θεού για ένα κοινωνικό άνοιγμα της ψυχής του ασκητή προς τον κενωτικό εναγκαλισμό του πάσχοντος συνανθρώπου και της πάσχουσας κτίσης, προκειμένου ν’ ανεβεί μαζί τους, και μόνο μαζί τους, στο Θεό; Έτσι εξηγείται ίσως και το γεγονός ότι την μεγαλύτερη θεοεγκατάλειψη δεν την υφίστανται συνήθως οι απλοί πιστοί αλλά κυρίως οι διανοούμενοι ασκητές και πιστοί (και τέτοιοι βεβαίως είναι συνήθως οι περισσότεροι των Πατέρων) αφού αυτοί κυρίως έχουν μεγαλύτερο πειρασμό από τους άλλους να αδολεσχήσουν σε μιαν ατομική-νοητική θεωρία του Θεού με τον πιθανό ναρκισσισμό της, αφήνοντας την υπόλοιπη δημιουργία κάπως στο περιθώριο.


Aμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: