Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2021

Ο “ΘΕΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ” (2)(επανάληψη)

  Συνέχεια από: Πέμπτη 3 Δεκεμβρίου 2020

Ο “ΘΕΟΣ ΤΩΝ ΦΙΛΟΣΟΦΩΝ” 

ΣΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΟΥ ΠΑΥΛΟΥ ΣΤΟΥΣ ΑΘΗΝΑΙΟΥΣ.

Τού Enrico Berti.

ΙΙ. Ο Θεός δημιουργός και κύριος τού κόσμου. 

Ο πρώτος χαρακτηρισμός τον οποίο προσφέρει ο Παύλος στον άγνωστο Θεό, τον οποίο λάτρευαν ήδη οι Αθηναίοι και τον οποίο ανήγγειλε αυτός ο ίδιος είναι: Ο ποιήσας τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ ουρανού και γής υπάρχων κύριος (Πράξεις 17,24). Αυτή η εννοιολόγηση κατάγεται χωρίς αμφιβολία από την Βίβλο, όπως ακριβώς εκφράζεται, με τις ίδιες λέξεις στο Ησαΐας 42,5. Αλλά συμπίπτει επίσης τελείως και με όσο δηλώνει ο Πλάτων στον Τίμαιο, όπου μιλά για τον “ποιητή και πατέρ τούδε τού παντός” (Τίμαιος 28 και 30 C) και όπου δηλώνει ότι “τόνδε τον κόσμον…. Διά του Θεού γενέσθαι πρόνοιαν”.

          Είναι αλήθεια ότι δεν μπορούμε να μιλήσουμε για αληθινή και πραγματική δημιουργία στον Πλάτωνα, εννοημένης σαν Creatio ex nihilo sui subjecti, εκ τού μηδενός, διότι ο Δημιουργός προϋποθέτει την ύπαρξη τών ιδανικών μοντέλων τών πραγμάτων και τού χώρου (χώρα) όπου αυτές είναι τοποθετημένες. Αλλά είναι αλήθεια επίσης ότι και αυτός ο ίδιος ο όρος διεκρίθη με συνέπεια από τους ίδιους τούς Χριστιανούς μόνον στην συνέχεια και ότι τον 1ο αιώνα ένας πιστός εβραίος φιλόσοφος όπως ο Φίλων ερμήνευσε την Βιβλική διήγηση τής Δημιουργίας σαν να συμπίπτει με την κοσμογένεση τού Τίμαιου. Ταυτίζοντας τα “νερά” και τα “σκότη”  στα οποία αναφέρεται η Γένεση σαν προϋπάρχοντα τής  δημιουργίας, με την χώρα τού πλατωνικού διαλόγου. (Φίλων, Opificio Mundi, 8-9).

          Ακόμη πιο προφανείς είναι οι συμπτώσεις τών εκφράσεων τού Παύλου με εκείνες τού “Περί φιλοσοφίας” τού Αριστοτέλη. Ένα απόσπασμα τού οποίου, το οποίο περιλαμβάνεται στον Φίλωνα, μιλά για τον ποιητήν και ηγεμόνα τούδε τού παντός (Ross, αποσπάσματα περί Φιλ. Αριστ. Απ. 13). Υπάρχει μία διαφωνία ανάμεσα στους μελετητές, εάν ο Αριστοτέλης παρουσιάζει την δική του σκέψη-μάλλον απίθανο- ή την σκέψη τού  Πλάτωνος, ο οποίος εμφανίζεται και σαν ένα πρόσωπο τού διαλόγου. Είναι όμως αναμφισβήτητο, ότι μέσω αυτού τού διαλόγου, η Θεολογία τού Πλάτωνα και τού Αριστοτέλη μεταδόθηκε σε όλον τον ελληνιστικό κόσμο και έφτασε μέχρι την εποχή τής αυτοκρατορίας, επηρεάζοντας και τους ίδιους τούς Χριστιανούς συγγραφείς!

          Η ιδέα ενός Θεού, εάν όχι δημιουργού, τουλάχιστον κυρίου τού κόσμου, παρουσιάζεται και σε ένα άλλο απόσπασμα τού Περί Φιλοσοφίας, το οποίο περιέχει την σκέψη τού Αριστοτέλη χωρίς καμία αμφιβολία και μεταφέρεται από τον Κικέρωνα. Αυτός λοιπόν αποδίδει στον Αριστοτέλη, αναφερόμενος στον συγκεκριμένο διάλογο, ότι είχε “προσθέσει στον κόσμο κάποιον άλλον, δηλαδή τον Θεό και του είχε  αναθέσει έναν τέτοιο ρόλο “ώστε μέσω ενός είδους περιστροφής στηρίζει και συντηρεί την κίνηση του κόσμου! ” Πρόκειται για  το διάσημο κινητό ακίνητο της Μετφ. XII, το οποίο παραβάλλεται (παρομοιάζεται) με έναν στρατηγό, με έναν ιδιοκτήτη σπιτιού και μάλιστα με τον μοναδικό βασιλέα για τον οποίο μιλά ο Όμηρος (Μετφ. 1075 α 13-15, 19-23). Αλλά δεν ήταν γνωστή η Μεταφυσική στα Χριστιανικά περιβάλοντα του 1ου αιώνος, ενώ ήταν σίγουρα το περί Φιλοσοφίας.

          Επί πλέον η ίδια ιδέα τού Θεού ξανασυναντάται σε μία σειρά έργων που ακολούθησαν, τα οποία εξαρτώνται καθαρά από το “περί φιλοσοφίας” και τα οποία μας οδηγούν  ακριβώς στο Χριστιανο-ιουδαϊκό περιβάλλον. Αναφέρομαι κατ’αρχάς στην διάσημη πραγματεία De mundo, η οποία θεωρήθηκε έργο τού Αριστοτέλη- αποτελεί μέρος τού Corpus Aristotelicum  το οποίο δημοσίευσε ο Ανδρόνικος και αναφέρεται στον κατάλογο τού Πτολεμαίου, σχετιζόμενον με αυτό-αλλά του οποίου η αυθεντικότης αμφισβητείται μέχρι σήμερα: θεωρείται πράγματι αυθεντικό έργο τού Αριστοτέλη, λόγω της ομοιότητός του με το περί Φιλοσοφίας του Αριστοτέλη από τον Reale και τον Bos, ενώ θεωρείται έργο της ύστερης περιπατητικής σχολής του ΙΙΙ ή του 1ου  αιώνος μ.χ. από τους υπόλοιπους ερευνητές, ιδιαιτέρως από τον ιστορικό P. Moraux, Τέλος πάντων πρόκειται για κείμενο κοσμολογίας, το οποίο περιέχει και ένα μέρος φιλοσοφικής Θεολογίας, το οποίο ανήκει στην Αριστοτελική παράδοση.

          Στο De Mundo ακριβώς λοιπόν, παρουσιάζεται σαν αρχαίο δόγμα, το οποίο μεταφέρεται από τον Πατέρα στον γιό σε όλους τους ανθρώπους ότι “εκ Θεού πάντα και διά τον Θεόν συνέστηκεν ”  και ότι καμμία πραγματικότης, εις εαυτή και καθαυτή, αρκεί στον εαυτό της εάν τής λείψει η συντήρηση η οποία προέρχεται από τον Θεό (της εκ τούτου σωτηρίας De mundo σ. 397  b 14-15). Λέγεται επίσης ότι ο Θεός είναι αληθινά ο συντηρητής και ο γενήτωρ όλων των πραγμάτων (σωτήρ…. Όντων απάντων εστί και γενέτωρ). Και ότι ο Θεός είναι ο Πάντων ηγεμών τε και γενέτωρ. Είναι εκφράσεις οι οποίες θυμίζουν σχεδόν κατά γράμμα εκείνες τού Περί φιλοσοφίας!

          Υπάρχει λοιπόν η πιθανότης ο Παύλος να έχει γνωρίσει το De Mundo, διότι το διάσημο χωρίο τής προς Ρωμαίους 1,20, σύμφωνα με το οποίο “τα γάρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασιν νοούμενα καθοράται, η τε αΐδιος δύναμις και Θειότης” (Διότι αι αόρατοι ιδιότητές του, δηλαδή η αιώνια δύναμίς του και η Θεότης του βλέπονται καθαρά, αφ’ότου εδημιουργήθη ο κόσμος, γινόμεναι νοηταί διά μέσου τών δημιουργημάτων), θυμίζει σχεδόν κατά γράμμα την δήλωση τού de mundo : αοράτως ών άλλω  πλήν λογισμώ. Και εκείνη σύμφωνα με την οποία : Αυτός πάση θνητή φύσει γενόμενος αθεώρητος απ’αυτών των έργων θεωρείται. Η αναφορά στα  “έργα”, τέλος απηχεί το περί φιλοσοφίας τού Αριστοτέλη, το οποίο, πάντα κατά τον Κικέρωνα, θεωρούσε  σαν λογική απόδειξη τής υπάρξεως τών Θεών, την θεωρία τών έργων τους.

          Σε κάθε περίπτωση, είτε ο Παύλος γνωρίζει, είτε δεν γνωρίζει τον Τίμαιο, τό περί φιλοσοφίας και τό de mundoείναι ξεκάθαρη η πρόθεσίς του, στον λόγο του στους Αθηναίους, να επικαλεστεί την ιδέα τού Θεού την οποία είχαν επεξεργαστεί οι έλληνες φιλόσοφοι, ιδιαιτέρως ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης.  Δεν θα έλεγα όμως, όπως κάνει το σχόλιο στην Βίβλο τής Ιερουσαλήμ, ότι αναπτύσσει την αγγελία τού αληθινού Θεού σε αντίθεση με την εθνική εννοιολόγηση (πράξεις, 17,22). Θα έλεγα, συμφωνώντας με το ίδιο σχόλιο, ότι υπερασπίζεται τον εαυτό του από την κατηγορία ότι κηρύττει μία ξένη Θεότητα, διότι ο Θεός τον οποίο αναγγέλλει στους Αθηναίους είναι ο ίδιος Θεός για τον οποίο είχαν μιλήσει οι μεγαλύτεροί τους φιλόσοφοι, ο Πλάτων, και ο Αριστοτέλης, στην Αθήνα ακριβώς.

          Εξάλλου η συνειδητοποίηση τής σύμπτωσης ανάμεσα στην βιβλική ιδέα τού Θεού δημιουργού και κυρίου τού ουρανού και της γής, και η ιδέα τού Θεού τών ελλήνων φιλοσόφων, ήταν τόσο προφανής ήδη για τους Εβραίους τής Διασποράς, ώστε ο πρώτος ανάμεσα στους φιλοσόφους τους, δηλαδή ο Αριστόβουλος-ένας από τους διάσημους εβδομήκοντα οι οποίοι μετέφρασαν στα Ελληνικά την Βιβλο, στην Αλεξάνδρεια, σύμφωνα με την εντολή του Πτολεμαίου του Φιλάδελφου-είχε δηλώσει ότι οι Έλληνες ξεκίνησαν από την Εβραϊκή φιλοσοφία και ότι ο Πυθαγόρας, ο Σωκράτης και ο Πλάτων, θεωρώντας την φύση τού όλου, πολύ σωστά υπό Θεού γεγονυί αν και συνεχομένην αδιαλείπτως, είχαν ακούσει εκείνον τον λόγο τού Θεού ο οποίος κατά τον Μωυσή συνέστησε όλη την δημιουργία.

          Δεν αποκλείεται ο Παύλος, ο οποίος είχε σπουδάσει στις σχολές τών Ραββίνων, να γνώριζε το έργο τού Αριστόβουλου. Αυτός μάλιστα  ονομαζόταν “περιπατητικός”, διότι είχε εμπνευστεί από τό de mundo το οποίο αποδιδόταν στον Αριστοτέλη, το οποίο με την σειρά του εμπνευόταν από το περί φιλοσοφίας, το οποίο ανήκε στα σίγουρα στον Αριστοτέλη. Όπως και να’χει η γνώμη τού Αριστόβουλου ήταν γνωστή στους Χριστιανούς συγγραφείς, διότι αναφέρεται και από τον Ευσέβειο Καισαρείας και οπωσδήποτε βοήθησε να γίνει πιστευτός ανάμεσα στους Χριστιανούς ο μύθος τής “κλοπής” την οποία πραγματοποίησαν οι έλληνες φιλόσοφοι οικειοποιούμενοι ιδέες τής Βιβλου.

Συνεχίζεται

Αμέθυστος.

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Δηλαδη ο Μπερτι (τιμημενος και στο Καποδιστριακο και στο Αριστοτελειο)μας λεει οτι ο Απ.Παυλος η απο τον Αριστοβουλο η απο τις σπουδες του στους "Ραβινους" ειπε στους Αθηναιους (αυτο που ηξεραν !) οτι οι Ελληνες φιλοσοφοι "εκλεψαν" η οικειοποιηθηκαν ιδέες τής Βιβλου...
Και τωρα τι κανουμε το κραταμε η το πεταμε ?
Ευχαριστω.

amethystos είπε...

H Βίβλος δέν έχει ιδέες. Είναι αποκάλυψη. Αλλά γιά νά μιλήσει στούς Αθηναίους χρησιμοποίησε ιδέες οι οποίες δέν παραμόρφωσαν τόν λόγο του. Οπως έκαναν στήν συνέχεια καί οι Πατέρες πού υπερασπίστηκαν τήν αποκάλυψη κατασκευάζοντας καί τό λεγόμενο δόγμα. Ακόμη, ο Κύριος στό Ευαγγέλιο τόνισε τήν σημασία τής Ελληνικής γλώσσας στήν διάδοση τού Ευαγγελίου. Τό Ελληνικό εθνος έγινε χριστιανικό όπως γνωρίζουμε αντιθέτως από τό Εβραικό. Τί κρατάμε καί τί πετάμε, τί εννοείς; Σήμερα υπάρχει υποτίμηση τής Ελληνικής συνέργειας καί συμμετοχής στόν Ευαγγελισμό τής οικουμένης. Ο Κύριος είναι ο Λόγος.