Τετάρτη 16 Φεβρουαρίου 2022

Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση (2)

Συνέχεια από: Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2022

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ - ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ 

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Συστηματικής – Δογματικής Θεολογίας 

Διπλωματική εργασία Η οντολογία του προσώπου στη νεότερη θεολογική σκέψη: Ν. Νησιώτης, Χρ. Γιανναράς, Ι. Ζηζιούλας. Μια κριτική αποτίμηση.

Καθηγητής: Χρ. Σταμούλης 

Φοιτητής : Περικλής Αγγελόπουλος - Θεσσαλονίκη 2020

2. Η μέθοδος

Η μέθοδος που θα ακολουθήσουμε στην εργασία μας είναι ιστορική, ερμηνευτική και συστηματική. Θα επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε το ζήτημα ιστορικά και ερμηνευτικά προκειμένου να κατανοήσουμε και να αναδείξουμε τη σημασία του ζητήματος για το σύνολο του πολιτισμού. Ταυτόχρονα θα μελετήσουμε το ζήτημα συστηματικά επικεντρώνοντας την προσοχή μας στις οντολογικές προϋποθέσεις της θεολογίας του προσώπου, καθώς το κύριο ενδιαφέρον μας εστιάζεται στη δογματική και οντολογική προσέγγιση του ζητήματος.

3. Η οντολογία

Θα ξεκινήσουμε την μελέτη μας αποσαφηνίζοντας τους όρους και το περιεχόμενο της επιστήμης της οντολογίας, καθώς θα αποτελέσουν και την κύρια ορολογία στην εργασία αυτή. Θα επιχειρήσουμε ακόμα να αναδείξουμε την ιστορική συνέχεια του οντολογικού ερωτήματος και να υπογραμμίσουμε τη σημασία του για τη διαμόρφωση της έννοιας του προσώπου από τους χριστιανούς θεολόγους. Θα επιχειρήσουμε να δείξουμε τη σχέση μεταξύ Θεολογίας και Οντολογίας. Ακόμα, θα επιχειρήσουμε να καταδείξουμε τη σημασία του ερωτήματος για τη διαμόρφωση μιας σύγχρονης γνωσιοθεωρίας και οντολογίας που να απαντά στα ερωτήματα της εποχής μας.

Η οντολογία ως επιστήμη μελετά το θεμελιώδες ζήτημα της ύπαρξης των όντων. Διερευνά το όν ως όν και ότι καθαυτό ανήκει σε αυτό15. Η οντολογική αναζήτηση συνδέεται με το ερώτημα για την έσχατη πραγματικότητα, τη φύση της γνώσης, την ιστορική παρουσία του ανθρώπου, την ατομική και συλλογική πορεία μέσα στο χρόνο και αφορά τον ανθρώπινο πολιτισμό στο σύνολο του. Το ερώτημα αφορά τον ίδιο τον άνθρωπο, καθώς ο άνθρωπος είναι αυτός ανάμεσα στα άλλα όντα, ο οποίος θέτει το ερώτημα για το Είναι16.

Η οντολογία είναι η φιλοσοφική δραστηριότητα, που μελετά τη φύση, όχι μιας συγκεκριμένης πραγματικότητας, αλλά του ίδιου του πραγματικού και έχει ως στόχο τη σύλληψη της αλήθειας του όντος, καθώς και την συναγωγή των οντολογικών προσδιορισμών του Είναι17. Η παρουσία των όντων σχετίζεται με την αντίληψη που μπορούμε να αποκτήσουμε για τη φύση της πραγματικότητας, καθώς και με την αναζήτηση ενός σταθερού σημείου, μέσα σε ένα κόσμο που διαρκώς μεταβάλλεται, γύρω από το οποίο μας επιτρέπεται να ερευνήσουμε για την αλήθεια των όντων18. Ο Αριστοτέλης διατύπωσε το ερώτημα ως “τι το όν;”. Τι είναι αληθές στο ον19; Το οντολογικό ερώτημα αφορά το Είναι των όντων και αναφέρεται στην πρώτη αρχή που θεμελιώνει την ύπαρξη των όντων, το λόγο, το νόημα, το σκοπό και την κατεύθυνση της ύπαρξης τους. Το ερώτημα για το Είναι θεωρείται το κορυφαίο ερώτημα, καθώς συνδέεται με την έλλογη διαύγαση, την εννοιολογική σύλληψη και την γλωσσική διατύπωση του πραγματικού. Συνδέεται με το ερώτημα για την έναρξη της φιλοσοφικής δραστηριότητας, η οποία ορίστηκε από τον Αριστοτέλη ως Μεταφυσική, δηλαδή, ως επιστήμη των πρώτων αρχών και αιτιών των όντων, που αντικείμενο της είναι το όν καθαυτό20.

Ο Αριστοτέλης αναζητώντας τη φύση της φιλοσοφίας, θα υποστηρίξει ότι η οντολογία είναι μια ελεύθερη από χρηστικές σκοπιμότητες επιστήμη, η οποία έχει ως αφετηρία το θαυμασμό και την απορία των ανθρώπων για τη φύση της πραγματικότητας21. Θα τη χαρακτηρίσει ως «θειοτάτην» και «τιμιωτάτη» καθώς αναφέρεται σε πράγματα τη γνώση των οποίων κατέχει ο Θεός, αλλά και σε πράγματα που αφορούν τον ίδιο τον Θεό. Ο Θεός ως αρχή και αιτία της ύπαρξης των όντων, αλλά και ως κάτοχος της γνώσης για τον κόσμο αποτελεί αντικείμενο της οντολογίας22. Η γνώση αυτή ταυτίζεται με την σοφία, καθώς αναφέρεται στην καθολική σύλληψη του επιστητού και στην ακριβέστερη γνώση των αρχών και των αιτιών που διέπουν το σύνολο της πραγματικότητας. Αποτελεί δε, οδηγό στη δράση μας, καθώς στοχεύει στην κατανόηση του Αγαθού, μια και το Αγαθό είναι σκοπός και αίτιο της ύπαρξης των όντων, αλλά και σκοπός προς τον οποίο τείνει κάθε ον ξεχωριστά. Η κατανόηση αυτή αποκτάται δύσκολα, καθώς το περιεχόμενο της συνάγεται βέβαια από τα δεδομένα των αισθήσεων, ωστόσο «ποῤῥωτάτω γὰρ τῶν αἰσθήσεών ἐστιν»23.

Η αναζήτηση λοιπόν, της οντολογικής αρχής, η κατανόηση και η περιγραφή των όντων, ως όντων καθαυτών, λειτουργεί ως θεμέλιο πάνω στο οποίο εδράζεται το οικοδόμημα της ανθρώπινης γνώσης24. Το οντολογικό ερώτημα αφορά την καθολική κατανόηση του όντος, καθώς επιχειρεί να απαντήσει στο ερώτημα για την προέλευση των όντων και το αίτιο της μεταβολής των αισθητών πραγμάτων και συνδέεται με την αναζήτηση της αλήθειας του Είναι25. Το ερώτημα με τον τρόπο που τίθεται δεν αφορά μόνο την αιτία της ύπαρξης των όντων, αλλά το γεγονός της διαφυγής των όντων από την ανυπαρξία και το πέρασμα τους στο πραγματικό, στο Είναι26.

Στη διερώτηση λοιπόν, περιλαμβάνεται και η δυνατότητα του μη-Είναι, η ύπαρξη του οποίου προσδίδει ένα νέο βάθος στο ίδιο το ερώτημα, καθώς αναζητείται ένας νέος λόγος, ο οποίος να θεμελιώνει το μετεωρισμό της ύπαρξης ανάμεσα στο Είναι και το μη-Είναι.27 Η ύπαρξη ορίζεται από την κίνηση του όντος ανάμεσα στο Όν και το μη-Ον. Η άρση της πραγματικότητας του μη-Όντος, το οποίο στην ορθόδοξη θεολογία ταυτίζεται με το κακό, είναι ένα γεγονός κίνησης, δημιουργικότητας και κατάφασης στο γεγονός της ζωής28. Τη ζωή αυτή χαρακτηρίζει η διαρκής αλλαγή, η μεταβολή μέσα στο χρόνο, η γένεση και η φθορά που αποτελούν στοιχεία του κόσμου μας, το γίγνεσθαι, τα οποία συλλαμβάνουν οι αισθήσεις και τα οποία αποτελούν μια πρόκληση για την λογική, η οποία αναζητά ένα μόνιμο και σταθερό στοιχείο μέσα στην εναλλαγή των πραγμάτων. Η αναζήτηση του σταθερού στοιχείου, αναφέρεται ως εκζήτηση της ουσίας του πράγματος, με την έννοια του αμετάβλητου και του καθοριστικού εκείνου στοιχείου που προσδίδει στο συγκεκριμένο πράγμα την ταυτότητα του29. 

Το ερώτημα για την ουσία ταυτίζεται με την απορία που εξέφρασε ο Πλάτων για τη φύση της πραγματικότητας, για τη μεταβολή και την σταθερότητα, τη «γένεση και την «ουσία», για την ύπαρξη του όντος και του μη όντος και την οποία περιέγραψε ως τη γιγαντομαχία περί της ουσίας30. Στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι στην αρχαία ελληνική σκέψη η «ουσία» και το «ον» θεωρούνται ισοδύναμα και αναφέρονται σε αυτό το οποίο υπάρχει πραγματικά διαθέτοντας συγκεκριμένη και αυτοτελή υπόσταση31. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η απορία πάντοτε και τώρα για το «τι εστί το Ον» ταυτίζεται με το ερώτημα για την ουσία του όντος32.

(Συνεχίζεται)

Σημειώσεις

15. Αριστοτέλους, Τα Μετά τα Φυσικά. Τομ. Α΄ (Βιβλία Α΄- Δ΄). (Μτφρ-Σχόλια Ν.Καργιόπουλος). Γεωργιάδης, Αθήνα. 2006, σ. 205

16. Μ. Χάϊντεργκερ, Εισαγωγή στη Μεταφυσική. (Μαλεβίτσης Χρ., Εις,.,Μτφρ.,Επιλεγ.). Γ΄έκδοση, Αθήνα: Δωδώνη, 1973 σ. 31

17. Στο ίδιο, σ.199    18. Ν. Αυγελής, Εισαγωγή στη Φιλοσοφία. Θεσσαλονίκη, 2005, σ. 225

19. Ε. Ζιλσόν( 2009). Το ον και η ουσία. Το πρόβλημα της ύπαρξης στη δυτική φιλοσοφία από την αρχαιότητα ως τον εικοστό αιώνα. (Θ. Σαμαρτζής , Εισαγωγή και μτφρ) Ηράκλειο : ΠΕΚ (Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης).σ,9, και Μ.Χάϊντεργκερ 1973, ό.π., σ. 33

20. Ν. Αυγελής, 2005, σ. 222

21. Αριστοτέλους, Τα Μετά τα Φυσικά. Τομ. Α΄ (Βιβλία Α΄- Δ΄). (Μτφρ-Σχόλια Ν.Καργιόπουλος). Γεωργιάδης, Αθήνα. 2006, σ. 34

22. Αριστοτέλους, Τα Μετά τα Φυσικά. Τομ. Α΄ (Βιβλία Α΄- Δ΄). (Μτφρ-Σχόλια Ν.Καργιόπουλος). Γεωργιάδης, Αθήνα. 2006, σ. 39

23. Στο ίδιο, σ.32   24. Ε. Ζιλσόν, 2009, ό.π, σ., 13.

25. Αριστοτέλους,2006,ό.π.,σ.41        26. Μ. Χάϊντεργκερ,1973, ό.π., σ. 58

27. Στο ίδιο, σ. 58          28. Π. Τίλλιχ, 1976, ό.π., σ. 52-53        29. Ε. Ζιλσόν, 2009, ό.π.,σ. 57

30. Πλάτων, Σοφιστής ( Δ. Γληνός, Εις,. Μτφρ, Σχόλια),Ι. Ζαχαρόπουλος, Αθήνα, χ.χ. 254 B, σ. 305,

31. Στο ίδιο, σ. 278, και Δ. Παπαδής, Εισαγωγή στη φιλοσοφία. University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 2012, σ.41

32. Αριστοτέλους, Μετά τα φυσικά Τομ. Δ΄ Εις. Μτφρ. Ν. Κυργιόπουλος, Πάπυρος, Αθήνα, 1953, σ.217

M' OΠΟΙΟΝ ΔΑΣΚΑΛΟ ΚΑΘΙΣΕΙΣ ΤΕΤΟΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΘΑ ΜΑΘΕΙΣ. Σ' ΑΥΤΟ ΤΟ ΣΥΝΤΟΜΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΧΟΥΜΕ ΠΡΟ ΟΦΘΑΛΜΩΝ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΛΑΒΥΡΙΝΘΟ ΤΩΝ ΑΝΤΙΦΑΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΗΣ ΓΕΝΙΚΟΛΟΓΙΑΣ ΣΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΟΔΗΓΟΥΝ ΤΟΥΣ ΝΕΑΝΙΕΣ ΟΙ ΑΡΧΗΓΟΙ ΤΩΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΧΟΛΩΝ ΘΥΣΙΑ ΣΤΟΝ ΜΙΝΩΤΑΥΡΟ. ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟΥΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΟΥΝ.

Ν. Γ. ΑΥΓΕΛΗΣ - Η ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΗΣ ΦΥΣΙΚΗΣ ΣΤΟΝ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (1)

Φυσική επιστήμη δεν είναι για τον Αριστοτέλη αυτή που ξέρομε σήμερα : η γνώση δηλαδή των σχέσεων μεταξύ των φυσικών φαινομένων. Φυσική επιστήμη στον Αριστοτέλη είναι η φιλοσοφική γνώση του τί είναι το φύσει ον[1]. Αλλά γνώση σημαίνει εδώ τη γνώση των πρώτων αρχών και αίτιων (Φυσ. 184 a, Μετά τα Φυσ. 981 b 28-9). Για να γνωρίσωμε επομένως τη φύση στην ουσία της, πρέπει να φτάσωμε ως τις πρώτες αρχές και τα αίτια των φύσει όντων.

Διακρίνει ο Αριστοτέλης τα ἡμῖν γνώριμα από τα τῇ φύσει γνώριμα ή ἁπλῶς γνώριμα. Αυτό που για μάς είναι πρώτο, είναι κατά την ουσία του το λιγότερο γνώριμο και φανερό. Έτσι, για μας π.χ. τα επί μέρους δέντρα, που αντιλαμβανόμαστε μέσα από τις αισθήσεις, είναι πιο γνώριμα και φανερά. Αλλά τα δεδομένα των αισθήσεων ποτέ δεν θα μας έδιναν αυτό εκεί ή εκείνο εκεί το συγκεκριμένο δέντρο, αν δεν είχαμε ήδη μπροστά στα μάτια μας το δέντρο «καθόλου». Αυτό είναι που ρίχνει το φώς εκείνο, κάτω από το οποίο βλέπομε (αντιλαμβανόμαστε) τα επί μέρους δέντρα[2]Θα νόμιζε γι’ αυτό κανείς ότι αυτό το «δέντρο καθόλου» είναι πιο γνώριμο και φανερό σε μάς από τα συγκεκριμένα δέντρα που εμφανίζονται μέσα από τις αισθήσεις. Κι όμως το «καθόλου» είναι για μάς το λιγότερο φανερό και γνώριμο. Η φιλοσοφική έτσι σκέψη αρχίζει με τη διάκριση αύτη ανάμεσα στα καθόλου και τα καθ' ἕκαστα (184 a 18 επ.).

ΕΔΩ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΑΠΟΤΥΧΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ. ΔΙΟΤΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ. ΚΑΤΙ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΑΚΟΜΗ ΓΙΑ ΛΙΓΟ Η ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, Η ΟΠΟΙΑ ΛΕΗΛΑΤΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟ, ΤΗΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΗ ΤΗΣ ΣΥΝΕΧΕΙΑΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΡΑ ΤΟ ΡΗΓΜΑ ΤΟΥ ΣΧΙΣΜΑΤΟΣ.

Η ΜΟΙΡΑ ΤΟΥ ΕΓΩ (1)

 Εάν στην θέση του Ελληνικού όν , θέσουμε το ΕΓΩ—μία αντικατάσταση με πολύ μεγάλη εσωτερική σημασία και ιστορική σπουδαιότητα, διότι η ίδια η σκέψη την πραγματοποίησε ξεκινώντας απο τον Καρτέσιο, δεδομένου ότι σ’αυτόν πρώτα, το υποκείμενο σαν υπόστρωμα, ανυψώνεται σε ΕΓΩ—αυτή η φράση εκφράζει παραδειγματικά την ψυχική μας στάση απέναντι στο ΕΓΩ και σε κάθε άλλη κορυφαία έννοια.

KATI ΣAN IΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ (3)

Στην ιστορία τής φιλοσοφίας ο Αριστοτέλης φαίνεται να κερδίζει πρώτος τον τίτλο τού οντολόγου, παρότι δέν συναντάται στά κείμενά του ούτε ο όρος οντολογία ούτε ο όρος Μεταφυσική. Ο όρος εμφανίστηκε γιά πρώτη φορά στίς αρχές τού ΧVII αιώνος και εδραιώθηκε έναν αιώνα αργότερα με τα κείμενα τού Christian Wolff.

Η Μεταφυσική εδημιουργήθη ήδη από τον καιρό τών προσωκρατικών και από τον καιρό τους ήδη εσήμαινε μιά προσέγγιση στην προβληματική τού ΟΛΟΥ. Αυτή η προσέγγιση επραγματοποιήθη με δύο διαφορετικούς τρόπους : με τον ΕΝΟΛΟΓΙΚΟ και με τον ΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟ. Ο ένας τρόπος συγκεντρώνεται στην προβληματική τού ΕΝΟΣ, ο άλλος τού ΕΙΝΑΙ. Με τον Ακινάτη, επηρεασμένον από τούς Άραβες, η οντολογία εδραιώθηκε στη Δύση τόσο πολύ ώστε ο Χάϊντεγκερ έφτασε να πιστεύει πώς το οντολογικό παράδειγμα ήταν το μοναδικό μεταφυσικό παράδειγμα πού υπήρξε στην ιστορία της φιλοσοφίας.

Η ΕΝΟΛΟΓΙΑ τοποθετείται σε ένα επίπεδο πάνω από το ΕΙΝΑΙ. Έτσι η πρωτολογία στηρίζεται στίς έννοιες τής ενότητος και της πολλαπλότητος (ΕΝΑ και ΠΟΛΛΑ). Δύο παραδείγματα εμφανίστηκαν : τού Πλάτωνος και τού Πλωτίνου. Ο Πλάτων υπολόγιζε την αντιθετική αρχή στο ΕΝΑ, την Δυάδα, πηγή της πολλαπλότητος, σάν πρωταρχική και συναιώνια αρχή, παρότι αξιολογικά κατώτερη τού ΕΝΟΣ. Ο Πλωτίνος παρήγαγε αντιθέτως την αρχή της Δυάδος από το Ένα.

Οι έννοιες κλειδιά τής Οντολογίας είναι το Όν, το μή–Όν και το Γίγνεσθαι. Τό Είναι αναδεικνύει την θετικότητά του μόνο όταν έρχεται αντιμέτωπο με το μή–Όν. Στην αντίθεσή του με την άρνηση. Η άρνηση δε αναδύεται από την εμπειρία τού Γίγνεσθαι. Η εμπειρία αυτή φανερώνει το Είναι περιορισμένο από το μή—Είναι. Η αρχή της νοήσεως όμως , η οποία συστήνει την ίδια την Μεταφυσική, δέν δέχεται τον περιορισμό τού Όντος από το μή–Όν. Αυτή είναι η αρχή τού Παρμενίδη : το Είναι δεν μπορεί να μην Είναι. Η Σύνθεση ανάμεσα σ`αυτό πού λέει η εμπειρία : πώς το Είναι περιορίζεται από το μή—Είναι, κάτι εντελώς αντιφατικό, και σ`αυτό πού λέει η αρχή τού Παρμενίδη εκφράζεται ως εξής περίπου: ΤΟ ΟΛΟΝ ΤΟΥ ΟΝΤΟΣ ΕΝΕΧΕΙ ΜΙΑ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΙΔΙΑΣ ΤΗΣ ΕΜΠΕΙΡΙΑΣ.

Οι γενικές κατηγορίες και η λογική πού ισχύει για το ΟΛΟΝ, δέν είναι ταυτόσημες με εκείνες πού ισχύουν γιά τα μέρη. Οι κατηγορίες και η λογική πού ισχύουν για τα μέρη δέν μπορούν να επεκταθούν και στο ΟΛΟΝ. Αυτή η επέκταση είναι ψευτο-Μεταφυσική ή κρυπτο-Μεταφυσική. Διότι, λέει ο Αριστοτέλης δέν ισχύει και το αντίστροφο.Ούτε η λογική τού Όλου ισχύει και για τα μέρη.

ΑΣ ΣΚΕΦΤΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΤΗΝ ΚΑΤΑΝΤΙΑ ΤΗΣ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ Η ΟΠΟΙΑ ΦΙΛΟΔΟΞΕΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ ΣΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΒΑΣΑΝΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΜΑΣ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: