Πέμπτη 28 Μαρτίου 2013

Η ΣΚΟΤΕΙΝΗ ΚΑΙ ΕΥΤΕΛΗΣ ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΑΠΟΜΥΘΟΠΟΙΗΣΕΩΣ (9)


Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και την διασπορά των Εβραίων πέραν τής Ρωμαϊκής Επικράτειας, οι Εβραίοι στην σύνοδο της Jabne, όρισαν τον Βιβλικό τους κανόνα, τον οποίον ονόμασαν Τορά. Ο σκοπός του καθορισμού τού κανόνος αυτού ήταν η χάραξη μίας διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στον Φαρισαϊσμό και στον Χριστιανισμό. Το μήνυμα τους πρός τον Χριστιανισμό ήταν πώς στις γραφές της Βίβλου, οι οποίες ήταν όλες τους μαρτυρίες αποκαλύψεων, δέν υπήρχε τίποτε να προστεθεί.
Αντιθέτως ο Χριστιανισμός, παρόλη την πίεση των Γνωστικών, ιδίως του Μαρκίωνος, να ξεχωρίσει ο Θεός Δημιουργός απο τον Θεό Λυτρωτή και επομένως να εγκαταλειφθεί η Π.Δ, κράτησε στις ιερές του Γραφές την Βίβλο, όπως είχε διαμορφωθεί απο την μετάφραση των εβδομήκοντα. Μ’αυτή του την κίνηση όμως ο Χριστιανισμός καθορίζεται για πάντα σαν μία διακλάδωση του Εβραϊσμού. Παρότι διακρίνεται απο το Ισραήλ, παραμένει αναφερόμενος σ’αυτό. Αυτή η στάση της διαφοροποιήσεως παρότι παραμένει αναφερόμενος και της αναφοράς παρότι διαφοροποιούμενος, παραμένει ο πυρήνας του Χριστιανισμού. Και προσφέρει κατά κάποιο τρόπο τον κανόνα τής σχέσεως του Χριστιανισμού με τις υπόλοιπες θρησκείες (Απο εδώ ξεκινά όμως και η σύγχρονη κακοδοξία των νεοορθοδόξων, η οποία έχει εβραϊκές ρίζες επίσης. Διότι κατά τους Βιβλικούς επιστήμονες, με την αποδοχή της Βίβλου του Ισραήλ, ο Χριστιανισμός ομολογεί πώς ο ίδιος Θεός που μαρτυρείται σαν ο Θεός του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ, αποκαλύπτεται σαν Πατέρας του Ιησού Χριστού και γίνεται τοιουτοτρόπως ο Θεός και των Χριστιανών).»
Απο δώ και πέρα ξεκινά το σύγχρονο φαινόμενο της εξελίξεως της πίστεως, η οποία εξέλιξη λόγω της Ιστορικής της ουσίας καταλήγει να ερμηνεύει τον Χριστιανισμό με την βοήθεια του Μωαμεθανισμού. Ο οποίος θεωρείται απο τους Μουσουλμάνους η εξέλιξη του Χριστιανισμού και η ολοκλήρωση του, με τον ίδιο τρόπο που ο Χριστιανισμός ολοκληρώνει τον Εβραϊσμό. Σήμερα γνωρίζουμε μία νέα ολοκλήρωση με την ένωση των Εκκλησιών. Και έτσι η ιστορία πλησιάζει τα έσχατα, απο ολοκλήρωση σε ολοκλήρωση, για καλή μας τύχη.
«Ο Χριστός λοιπόν δέν ανταποκρίθηκε στην προκατασκευασμένη αναμονή του Μεσσία απο τους Εβραίους της Συναγωγής. (Πόσο διαφέρει άραγε απο τον σύγχρονο ορισμό της Εκκλησίας σαν Σύναξη). Ούτε και ο ίδιος δέχθηκε την προκατασκευή τού Μεσσία απο τους Φαρισαίους. Αντιθέτως όπως αποδεικνύει και η πορεία πρός Εμμαούς, ο Ιησούς είναι το ερμηνευτικό κλειδί μέσω του οποίου η Ιερή Γραφή γίνεται απολύτως κατανοητή σαν Λόγος του Θεού. Διότι όπως ομολογεί ο Απ. Παύλος, η Π.Δ. χωρίς την πίστη στον Ιησού παραμένει αινιγματική. Έτσι λοιπόν, σαν Λόγος του Θεού, αυτή η γραφή μπορεί να ανακοινωθεί σε όλους τους Λαούς της Γής και σε όλες τις θρησκείες.
Ανακοινώνει μία μέγιστη και ανεπέρβλητη αλήθεια: Την συμμαχία του Θεού με τους ανθρώπους. Την κοινωνία με τον Θεό. Αυτό που αλλάζει απο την θρησκεία του Ισραήλ, ο Χριστός, είναι ο τρόπος κατανοήσεως αυτής της αλήθειας. Διότι στην πραγματικότητα το Χριστιανικό μήνυμα δέν προσθέτει τίποτε στην Βίβλο του Ισραήλ. Έτσι ο Χριστός καθιστά καθολική την Ιερή Γραφή του Ισραήλ. Χωρίς τον Χριστό, ο χαρακτήρας του Λόγου του Θεού, παραμένει κρυμμένος, αινιγματικός και γι’αυτό δέν είναι δυνατόν να γίνει καθολικά αποδεκτός.
Μόνον μέσω του Χριστού οι υπόλοιποι λαοί έρχονται σε επαφή με το σωτηριώδες μήνυμα των Ιερών Γραφών του Ισραήλ. Χωρίς τον Χριστό λοιπόν δέν θα μπορούσαμε να ανακαλύψουμε ποτέ τον χαρακτήρα του Λόγου του Θεού, της Βίβλου του Ισραήλ. Έτσι όλοι οι λαοί μπορούν να λάβουν τον Λόγο του Θεού και απο τις Γραφές του Ισραήλ.
Ο Λόγος αυτός του Θεού προϋπήρχε της Κ.Δ., πρίν δηλαδή ενσαρκωθεί στην Ιστορία. Έτσι κατ’ουσίαν δέν είναι η Κ.Δ. που ολοκληρώνει την Π.Δ. αλλά ο Χριστός ο οποίος προϋπάρχει και των δύο σαν Λόγος του Θεού. Ο ίδιος ο Χριστός λοιπόν μιλά μέσα απο τις Γραφές, μ’έναν μυστικό τρόπο. Με την βοήθεια δέ του Αυγουστίνου μπορούμε να πούμε πώς ο Χριστός, για τις Γραφές τού Ισραήλ, είναι «interior intimo earum». Πιό οικείος και πιό εσωτερικός απο την ταυτότητα τους. Αυτή η σχέση λοιπόν Π.Δ και Κ.Δ. μπορεί να ονομασθεί εσωτερισμός, διότι στηρίζεται στην εσωτερικότητα και αινιγματικότητα της Παρουσίας του ίδίου του Χριστού στις Εβραϊκές Γραφές. Παρομοίως όμως βρίσκεται αινιγματικά κρυμμένος και στις υπόλοιπες Ιερές Γραφές των απανταχού θρησκειών, σαν Λόγος του Θεού. Αρκεί να τον ανακαλύψουμε με την βοήθεια της νέας ερμηνευτικής της Π.Δ. που μας προσφέρει ο ίδιος ο Χριστός. Όπως λέει ξανά ο Αυγουστίνος, η Κ.Δ. είναι κρυμμένη στην παλαιά και το παλαιό διανοίγει στο Νεό!
«Ο Θεός λοιπόν εμπνευστής και συγγραφεύς των Βιβλίων και της μίας και της άλλης Διαθήκης, επέτρεψε να είναι κρυμμένη η Κ.Δ. στην παλαιά και η παλαιά να κατανοείται με την Καινή. Διότι, παρότι ο Χριστός θεμελίωσε την νέα Διαθήκη στο αίμα του, παρ’όλα αυτά τα βιβλία της Π.Δ. γινόμενα καθ’ολοκληρίαν αποδεκτά στο Ευαγγελικό κήρυγμα, αποκτούν και φανερώνουν όλη τους την σημασία στην Κ.Δ., την οποία με την σειρά τους διαφωτίζουν και ερμηνεύουν» (θέματα της επτάτευχου 2,73).
Η ΔΙΜΕΡΗΣ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΩΝ ΕΙΝΑΙ ΕΚΦΡΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΑΛΟΓΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΥ ΜΗΝΥΜΑΤΟΣ.
Το Χριστιανικό μήνυμα εξ’αρχής ανοίγει έναν διαθρησκειακό διάλογο. Είναι ξεκάθαρο λοιπόν πώς δέν μπορούμε να γίνουμε μαθητές του Χριστού, χωρίς να μπούμε αμέσως σε διάλογο με τις άλλες θρησκείες.
Ο διάλογος είναι συστατικό στοιχείο του Χριστιανισμού. Οντολογικό. Χωρίς τον διάλογο δηλαδή Χριστιανισμός δέν υπάρχει.
Ο εσωτερισμός λοιπόν, το εσωτερικό μήνυμα του Λόγου του Θεού, ο προϋπάρχων Χριστός της Π.Δ., μας δίνει την δυνατότητα να ανιχνεύσουμε τον κρυμμένο Χριστό και των άλλων θρησκευτικών παραδόσεων. Η όπως το θέτει ο Γερμανός Θεολόγος Peter Knauer: Στην κανονική σχέση της Κ.Δ. με την παλαιά, στην Χριστιανική Βίβλο, είναι προετοιμασμένο, προκατασκευασμένο, το παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο μπορούμε να αξιολογήσουμε και τις άλλες θρησκείες απο την οπτική γωνία της Χριστιανικής πίστεως, για να αναγνωρίσουμε την ύψιστη αλήθεια τους και να την καταστήσουμε καθολικώς γνωστή. (Σάν άλλοι νέοι Χριστοί ή έστω Χριστοποιημένοι ή τουλάχιστον πρόσωπα που είναι προορισμένα να σώσουν διά της Ειρήνης τον Κόσμο).
Η κυρίαρχη εμπειρία της μεταμοντέρνας εποχής μας είναι η εμπειρία του πλήθους, της πολλαπλότητος. (Φυσικά λόγω της επιβεβλημένης καταναλώσεως, αλλά δέν κατανοείται εύκολα η διάβρωση του καπιταλισμού σε όλο το εύρος της ζωής μας, ιδίως απο τους θεωρητικούς). Συναντούμε λοιπόν μία πληθώρα τρόπων ζωής, στάσεων, απέναντι στην πραγματικότητα (όχι απέναντι στην αλήθεια, ας το προσέξουμε. Η Δύση ταύτισε την πραγματικότητα με την αλήθεια). Οδών, για την λύση των προβλημάτων της ζωής.
Ζούμε σε μία εποχή η οποία αντιτίθεται στους πολιτικούς ολοκληρωτισμούς, στον ολοκληρωτισμό των συστημάτων και των φιλοσοφιών. Ο προηγούμενος αιώνας γνώρισε επαρκώς την εμπειρία του ολοκληρωτισμού και της δουλείας που συνεπάγεται. Η παραδοσιακή φιλοσοφία προσπαθούσε να λύσει πάντοτε το πρόβλημα του Ενός, σαν υπερβατικού χαρακτήρος του Είναι και της πολλαπλότητος των όντων και της εντάσεως ανάμεσά τους υπέρ του Ενός, στο οποίο έπρεπε να επιστρέψει η πολλαπλότης. (Η πολλαπλότης των όντων, ας σημειώσουμε, όχι των φαινομένων).
Σήμερα, σε μία μεταμοντέρνα εποχή, τείνουμε να λύσουμε αυτό το πρόβλημα υπέρ της πολλαπλότητος, του πλήθους. Δέν κυριαρχεί πλέον το Ένα, αλλά η πολλαπλότης των Ιδεών, των στύλ, των επιπέδων της ηθικής και της αλήθειας, τα οποία σημαδεύουν την ζωή και ερεθίζουν την σκέψη. Αυτή η αποκαθήλωση όμως της μεταφυσικής και της ενότητος του Είναι, εκτός απο την γεύση μίας Νιτσεϊκής ελευθερίας που έφερε και μιάς χαρούμενης Γνώσης, διαθέτει και το αντίθετο της, το οποίο και επιβάλλει. Τον ίσκιο της. Τον θρυμματισμό της ζωής και του νοήματος και τις εξασθενημένες βεβαιότητες.
Το ίδιο πράγμα παρατηρείται και στις θρησκείες. Η θρησκευτική πολλαπλότης είναι το χαρακτηριστικό του μεταμοντέρνου. Και ενώ τα πράγματα στην πολιτική είναι λίγο δύσκολο να λυθούν και η σκοτεινή πλευρά τής αποκαθηλώσεως όλων των αξιών τελικώς θα λυθεί με μία πρωτάκουστη δικτατορία του Χρήματος, η ένωση των θρησκειών μπορεί εύκολα να στηριχθεί στον Ιησού Χριστό, τον Λόγο του Θεού, την αλήθεια όλων των αληθειών, στο όνομα που βρίσκεται πάνω απο κάθε όνομα. Διότι ο Χριστός είναι η πραγματικότης που ενώνει τον υπερβατικό Θεό, με τον Δημιουργημένο κόσμο και αποκαλύπτει σε κάθε άνθρωπο την δική του βαθειά αλήθεια: ότι είναι ένας υιός του Θεού και ότι μετέχει στο Θείο Μυστήριο, το οποίο δέν είναι κατανοητό απο καμμία έννοια, και απο καμμία γήινη αλήθεια.
Ο εσωτερισμός λοιπόν, αυτό το βάθος του ανθρώπου που αποκαλύπτεται με τον Χριστό μάς δίνει την δυνατότητα να διακρίνουμε και στις άλλες θρησκείες, όχι μόνον μία μερική αλήθεια, αλλά ολόκληρη την αλήθεια του Θεού.
Ο Κρυμμένος Χριστός, ο άγνωστος Χριστός του Ινδουισμού.
Ο γνωστός Ινδο-Ισπανός θεολόγος Raimon Panikkar, ένας Ινδο-Χριστιανός κατ’αναλογίαν των αρχαίων Ιουδαιο-Χριστιανών, οι οποίοι θα οικοδομήσουν, την νέα οικουμενική Εκκλησία του Αντιχρίστου, δείχνει υποτίθεται, πώς ανήκοντας στην θρησκευτική παράδοση των Ινδών, και σαν Χριστιανός ταυτοχρόνως, μπορούμε να γονιμοποιήσουμε το παράδειγμα της σχέσεως Π.Δ και Κ.Δ. όπως έχει εκτεθεί στα προηγούμενα, για να κατανοήσουμε Χριστιανικά την Ινδική παράδοση και να επιτελέσουμε μέσα στην συνείδησή μας έναν διαθρησκευτικό διάλογο. Μιλώντας για τον άγνωστο Θεό του Ινδουϊσμού, εννοεί, πώς σε πολλούς Χριστιανούς, λείπει ο Οφθαλμός ο οποίος θα μπορούσε να διακρίνει τον Χριστό μέσα στον Ινδουισμό. Οι Χριστιανοί λοιπόν αγνοούν τον Χριστό στον Ινδουισμό, όχι οι ινδουιστές (ιδίως οι Γκουρού τον γνωρίζουν πολύ καλά. Εγώ και ο Χριστός είμαστε Ένα). Οι Χριστιανοί κατανοούν την Ινδική θρησκεία όπως και την Εβραϊκή, χωρίς να συλλαμβάνουν τον Χριστό σαν τον Λόγο του Θεού.
Με τον Raimon Panikkar, θα ασχοληθούμε ιδιαιτέρως. Στην συνέχεια θα επιστρέψουμε στην απομυθοποίηση του Bultmann.
(Συνεχίζεται)
Σχόλιο:  Ας δούμε τον βάραθρο στον οποίο μας οδηγεί, όπως αποδεικνύουν οι τελευταίες αναρτήσεις μας, ο Δημητριάδος και η Ακαδημία Βόλου. 
Αμέθυστος


ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΔΙΑΛΕΓΟΜΕΝΗ

Η συνάντηση της Ορθόδοξης Εκκλησίας και θεολογίας με τις ποικίλες προκλήσεις του (μετα)-νεωτερικού κόσμου αναγνωρίζεται όλο και περισσότερο ως επιτακτική αναγκαιότητα και αίτημα της εποχής μας. Η αναγκαιότητα αυτή δεν σχετίζεται με κάποια μόδα ή συρμό αλλά με το διαλογικό ήθος της Ορθοδοξίας που με τη σειρά του απορρέει τόσο από τη θεολογική της αυτοσυνειδησία όσο και από τη φύση της Τριαδικής Θεότητας, αφού ως γνωστόν η πίστη μας στον Τριαδικό Θεό είναι η πίστη όχι σε μία μονάδα κλεισμένη στον εαυτό της, αλλά σε μία κοινωνία αιώνιας αγάπης, ελευθερίας και αλληλοπεριχώρησης. Σε μία κοινωνία, δηλαδή, αγαπώμενων και διαλεγόμενων θείων προσώπων, καθώς τo ίδιο το θείο Είναι, ο Τριαδικός τρόπος υπάρξεως, κατανοείται από την πατερική θεολογία αλλά και από τη σύγχρονη ορθόδοξη θεολογία, και μάλιστα την ελληνόφωνη, ως «Είναι εν κοινωνία», ως «Είναι εν διαλόγω» (Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας). Ο ενδοτριαδικός αυτός διάλογος ευρύνεται περαιτέρω με τη Δημιουργία και γίνεται διάλογος του τριαδικού Θεού με την κτιστή ετερούσια πραγματικότητα, όλως ιδιαιτέρως δε με την κορωνίδα της δημιουργίας, τον άνθρωπο. Η δημιουργία πράγματι είναι ο διάλογος που έχει εγκαινιάσει ο Θεός, ο κατεξοχήν «Άλλος», με την κτίση, ένας διάλογος που συνεχίζεται ως την εσχατολογική πληρότητα, ως την αγαθοτοπία της Βασιλείας του τριαδικού οίκου του Θεού. Σ’ αυτόν τον διάλογο της Θείας Οικονομίας κορυφαία θέση κατέχει η Ενσάρκωση, η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού. Γι’ αυτό και η Εκκλησία, το σώμα του Χριστού, δεν υπάρχει για τον εαυτό της, αλλά για τον κόσμο και προς χάριν του κόσμου, καθώς η Εκκλησία οφείλει να συνεχίζει εν Αγίω Πνεύματι το διαλογικό έργο σωτηρίας του Χριστού εντός της Ιστορίας· οφείλει δηλαδή να διαλέγεται με ό,τι δεν είναι ακόμη Εκκλησία (Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος). Προεκτείνοντας αυτήν την κεφαλαιώδους σημασίας θεολογική θέση θα προσθέταμε λοιπόν πως δεν νοείται θεολογία που να μην διαλέγεται με τις πέραν της Εκκλησίας πραγματικότητες, που να μην προσλαμβάνει δηλαδή «τη σάρκα» του κόσμου, που να μην σαρκώνει το Ευ-αγγέλιο της Βασιλείας ξανά και ξανά στις καινούργιες πραγματικότητες του σημερινού κόσμου. Ο διάλογος αποτελεί την πιο χαρακτηριστική έκφραση του αγαπητικού ήθους της Εκκλησίας, την ίδια τη μαρτυρία του πνεύματος της χριστιανικής αγάπης και καταλλαγής.

Αν και για αρκετά χρόνια, εξαιτίας κυρίως –αν και όχι αποκλειστικά– ιστορικών λόγων, η συνάντηση Ορθοδοξίας και (μετα)-νεωτερικότητας προκαλούσε τον φόβο και τον δισταγμό ή αναβαλλόταν στο όνομα μιας δήθεν πιστότητας προς το γράμμα της παράδοσης, η συνάντηση αυτή φαίνεται ότι αποτελεί πλέον συνείδηση και επιτακτική ανάγκη για ένα ζωντανό και υγιές τμήμα του εκκλησιαστικού σώματος που επιθυμεί να μην αναπαύεται σε περασμένα μεγαλεία, αλλά αντίθετα να παραμένει ανοιχτό στην ανανεωτική αύρα του Πνεύματος, αφουγκραζόμενο τα μηνύματα των καιρών. Οι τρέχουσες προκλήσεις που καλείται να αντιμετωπίσει η Ορθοδοξία θέτουν κρίσιμα και κυρίως νέα και αναπάντεχα ερωτήματα, τα οποία δεν βρίσκονται σε κάποια αντιστοιχία προς το μεσαιωνικό κοσμοείδωλο, από το οποίο αναζητά έτοιμες λύσεις και απαντήσεις μια μονίμως στραμμένη προς το παρελθόν συντηρητική θεολογική προβληματική. Στο βαθμό δε που η Εκκλησία δεν λαμβάνει την ταυτότητά της κυρίως από το παρελθόν ή το παρόν, αλλά προεχόντως από το μέλλον, από την ερχόμενη Βασιλεία, της οποίας πρόγευση αποτελεί η Ευχαριστία, η ευχαριστιακή και εσχατολογική αυτή ταυτότητα την προστατεύει από τον διπλό πειρασμό τόσο της εκκοσμίκευσης όσο και της ιστορικής περιθωριοποίησης, τόσο του συσχηματισμού με τον κόσμο όσο και της φονταμενταλιστικης εμπνεύσεως άρνησης του συναφειακού χαρακτήρα (καθότι εν μέρει ανθρώπινη συμβολή) της παράδοσης και της θεολογίας της.

Έχοντας υπόψη την παραπάνω προβληματική η ορθόδοξη θεολογία οφείλει να αναρωτηθεί με ειλικρίνεια: Mπορεί να σκιαμαχεί εναντίον του (μετα)-νεωτερικού κόσμου και των προκλήσεων που αυτός θέτει για την ίδια την αλήθεια και την ταυτότητα του ανθρώπου και του κόσμου; Μπορεί να καταδικάζει τα σύγχρονα τεχνολογικά και επιστημονικά επιτεύγματα τα οποία αξιώνουν καθολική ερμηνεία του φαινομένου της ζωής, αδυνατώντας η ίδια να επανερμηνεύσει γόνιμα και δημιουργικά, κάνοντας χρήση μιας σύγχρονης και μάλιστα κατανοητής γλώσσας, την ίδια της την πίστη και την ανακαινιστική παράδοσή της; Μπορεί άραγε η ευχαριστιακή αυτοσυνειδησία και η θεολογία του προσώπου να συμβάλουν στην νοηματοδότηση της ανθρώπινης ύπαρξης και σύνολης της κτίσης; Μπορεί ενας στερεοτυπικός «ορθόδοξος» ξύλινος λόγος να συνεχίσει να εξαίρει τη σημασία των Πατέρων εις βάρος των βιβλικών θεμελίων της πίστεως και της άρρηκτης σχέσης Βίβλου και Ευχαριστίας, Βίβλου και Λειτουργίας, Γραφής και Πατέρων; Μπορεί η ορθόδοξη θεολογία να προσπερνάει ή να αγνοεί τον σύγχρονο ανθρωπολογικό στοχασμό και τα αμείλικτα ερωτήματα που θέτει η ραγδαία ανάπτυξη των επιστημών του ανθρώπου (ψυχολογία, ψυχανάλυση, ανθρωπολογία, γλωσσοανάλυση, κλπ.); Μπορεί η γρηγορούσα εκκλησιαστική συνείδηση να αποδοκιμάζει την ειλικρινή διαλογική προσέγγιση με τις άλλες χριστιανικές παραδόσεις, μια προσέγγιση που προσβλέπει στην εν Χριστώ ενότητα και καταλλαγή, αλλά και στην από κοινού αναζήτηση και διατύπωση προτάσεων για τα προβλήματα του σύγχρονου ανθρώπου; Είναι σε θέση η ορθόδοξη θεολογία να αρθρώσει λόγο αλληλέγγυο προς τους χριστιανούς κάθε παράδοσης που βρίσκονται υπό διωγμόν στις αρχαίες κοιτίδες του Χριστιανισμού, αναδεικνύοντας τον ειρηνικό και συγχωρητικό χαρακτήρα του ευαγγελικού λόγου, αλλά και της αυθεντικής θρησκευτικότητας, καλλιεργώντας έτσι το αίτημα της ειρήνης και της καταλλαγής σε περιβάλλοντα όπου κυριαρχεί ο φονταμενταλισμός και η μισαλλοδοξία; Με την προβληματική αυτή και ανάλογα ερωτήματα θα ασχοληθεί και φέτος η Ακαδημία Θεολογικών Σπουδών σε εκδηλώσεις, διαλέξεις, βιβλιοπαρουσιάσεις, ημερίδες, συνέδρια και σεμινάρια τα οποία διοργανώνει σε συνεργασία με άλλους ορθόδοξους ή οικουμενικούς φορείς, ινστιτούτα, θεολογικές σχολές και ακαδημίες, κατά την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουνίου 2013.


1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Φοβερό. Τα ίδια λένε οι Οικουμενιστές με τους Ινδουιστές Γερμαναράδες...

Σου θυμίζω Αμέθυστε μια παλιά σου ανάρτηση που ταιριάζει γάντι. Αφιερωμένο εξαιρετικά στο διάλογο των θρησκειών...

ΥΜΝΟΣ ΣΤΗ ΝΕΑ ΘΕΟΤΗΤΑ

http://amethystosbooks.blogspot.gr/2010/04/blog-post_20.html