ΣΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΩΤΗ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΠΟΥ ΣΥΝΕΓΡΑΨΕ ΥΠΕΡ ΑΥΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΥΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΕΚΕΙΝΟΥ
Συνέχεια από: Σάββατο, 20 Οκτωβρίου 2018
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Ότι ο Παλαμάς δεν δέχεται δύο θεότητες∙ άλλα μάλλον απομακρύνει από την αθεΐα και διθεΐα, μαζί του Ακίνδυνου και του Βαρλαάμ, τους παρασυρθέντες απ’ αυτούς, αφού δείξει ότι η λαμπρότης της θείας φύσεως, όντας άκτιστη και ονομαζόμενη θεότης, δεν έρχεται σε αντίθεση προς την υπάρξη μιάς και απλής θεότητος
13. Και λοιπόν, εμείς δεν προσκυνούμε δυο θεότητες. Αλλοίμονο στην κακόνοια (κακοήθεια) εκείνων πού είπαν «θα σκεπασθούμε με το ψεύδος» και την ελπίδα τους έβαλαν στο ψεύδος, των οποίων η «γλώσσα είναι σαν του φιδιού, κάτω από τα χείλη τους υπάρχει δηλητήριο ασπίδος». Αλλά πρόθεσις όλων των λόγων μας είναι τούτο, να συντρίψουμε τα κέντρα που συνωθούν προς την ασέβεια (αυτά δε τώρα είναι τα συγγράμματα του Ακινδύνου, όπως πρωτύτερα ήσαν τα συγγράμματα εκείνου του Βαρλαάμ που προηγήθηκε αυτού στην πλάνη) και να δείξουμε σαφώς, ότι η λαμπρότης της θείας φύσεως, όντας άκτιστη και ονομαζομένη θεότης, δεν εμποδίζει το να υπάρχει μία και απλή θεότης. Πράγματι και η θεατική δύναμις του Πνεύματος, που γνωρίζει τα πάντα προ της γενέσεώς τους, ούτε φύσις είναι, κατά τους Πατέρες, και άκτιστη είναι, και θεότης ονομάζεται, και δεν αναιρεί το να υπάρχει μία και απλή θεότης. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν αναιρεί και η θεοποιός και η προνοητική δύναμις του Θεού, καλουμένη θεότης, όπως λέγει ο μέγας Διονύσιος , και η καθαρτική, με το ότι καίει και κατατρώγει κάθε μοχθηρία, και το ότι είναι παντού ο Θεός και πουθενά, και γενικά το αεικίνητο, από το θέειν (τρέχειν) και όπως λέγεται, διαφεύγειν και προσιέναι (προσέρχεται) σε όλα με άχρονη ταχύτητα.
14. Αφού λοιπόν καμιά από αυτές, αν και έχουν διαφορά μεταξύ τους (διότι ο Θεός δεν θεοποιεί όλα όσα θεάται, από όπου δεικνύεται ότι καθεμιά από αυτές διαφέρει της θείας φύσεως, εφ’ όσον τα εντελώς ταυτά με το αυτό δεν διαφέρουν καθόλου μεταξύ τους)· αφού λοιπόν καμιά από αυτές δεν εμποδίζει την ύπαρξη μιας και απλής θεότητος, πώς το φώς του μέλλοντος και μένοντος αιώνος, η κοινή ελπίς των ευσεβών, η λαμπρότης τής θείας φύσεως, ονομαζόμενη δικαιότατα θεότης (και διότι αυτή περισσότερο από όλα είναι θεοποιό δώρο· εφ’ όσον κατ’ αυτήν «οι δίκαιοι θα λάμψουν ως ο ήλιος», «των οποίων ο Θεός θα ευρίσκεται εν μέσω θεών», διανέμοντας τα βραβεία τής από εκεί μακαριότητος)∙ πώς λοιπόν αυτή, ονομαζομένη θεότης και λαμπρότης της θείας φύσεως, αλλ’ όχι φύσις, δεν θα επιτρέψει στους δεχομένους αυτήν άκτιστη να προσκυνούν μία και απλή θεότητα;
Ή και εσύ ο ίδιος ίσως, όπως είπαμε προηγουμένως, δεν θα θεωρήσεις και δεν θα ονομάσεις καθόλου διάνοια τον νου μας, για το λόγο ότι μεταφέρεται και προς τα δεκτικά αυτού, αφού κατ’ ουσία ο νους μένει αμετάβατος εν ημίν (σε εμάς, μέσα μας)∙ και δι’ αυτής, αφού πάλι ο νους ενθέτει νού στους αμαθείς, τάχα εσύ δεν θα νομίσεις πάλι ότι από τους διδάσκοντες εμβάλλεται στους διδασκόμενους ουσία νοερά, καθώς λέγεις, ότι οι μετέχοντες του Θεού μετέχουν της θείας φύσεως. Ή θα επιδιώξεις (φιλονεικήσεις) να πείσεις ότι εμείς δεν νομίζουμε ότι διαφέρει της νοεράς ουσίας η διάνοια, όπως λέγεις, ότι δεν διαφέρει της θείας ουσίας η από εκεί άκτιστος ενέργεια, φοβούμενος μη τυχόν, όπως εκεί υπάρχουν δύο κατά σε θεοί, έτσι κι’ εδώ θα έχει δύο νόες ο καθένας μας. Δεν είναι λοιπόν δικός μας λόγος το ότι υπάρχουν δύο ή πολλές θεότητες, αλλ’ εκείνων που μας διαβάλλουν κακοήθως προς εξαπάτηση των αφελεστέρων (ακεραιοτέρων), καθώς συνάγουν και προτείνουν τούτο δολερώς ως συμπέρασμα της μηχανευομένης από αυτούς δυσσεβείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Ότι είναι αδύνατον κι’ έχει απαγορευθεί προφητικώς να περιπέσει κανείς από τους μετά Χρίστον σε διθεΐα, εκείνοι δε που προφέρουν τούτο συκοφαντικώς κατά των ορθοδόξων οδηγούνται σ’ αυτό από την κακία τους
15. Εξετάζοντας μπορεί κανείς να δει ότι κανείς οπαδός του Χρίστου δεν περιέπεσε ποτέ σε διθεΐα∙ διότι δεν είναι επιτρεπτό. Και γιατί ομιλώ μόνο για Χριστιανούς, αφού ούτε στους τώρα μετά τον Χριστό ασεβείς δεν επικρατεί η πολυθεΐα; Διότι και τούτο είναι ένα σημείο της παρουσίας του Χριστού κατά τους θεολήπτους προφήτες, να καταργηθεί και να εξαφανισθεί από τη γη η πολύθεος πλάνη. Γι’ αυτό βλέπουμε πάντοτε να προφέρεται τούτο από τους αιρετικούς συκοφαντικώς ως έγκλημα κατά των αγίων και βλέπουμε επίσης τους κατηγόρους των άξιων επαίνου να οδηγούνται στην κακοήθεια αυτήν μάλλον από τη συκοφαντία, αλλ’ όχι να φέρονται σ’ αυτήν επίτηδες.
(Συνεχίζεται)
Αμεθυστος
Ότι ο Παλαμάς δεν δέχεται δύο θεότητες∙ άλλα μάλλον απομακρύνει από την αθεΐα και διθεΐα, μαζί του Ακίνδυνου και του Βαρλαάμ, τους παρασυρθέντες απ’ αυτούς, αφού δείξει ότι η λαμπρότης της θείας φύσεως, όντας άκτιστη και ονομαζόμενη θεότης, δεν έρχεται σε αντίθεση προς την υπάρξη μιάς και απλής θεότητος
13. Και λοιπόν, εμείς δεν προσκυνούμε δυο θεότητες. Αλλοίμονο στην κακόνοια (κακοήθεια) εκείνων πού είπαν «θα σκεπασθούμε με το ψεύδος» και την ελπίδα τους έβαλαν στο ψεύδος, των οποίων η «γλώσσα είναι σαν του φιδιού, κάτω από τα χείλη τους υπάρχει δηλητήριο ασπίδος». Αλλά πρόθεσις όλων των λόγων μας είναι τούτο, να συντρίψουμε τα κέντρα που συνωθούν προς την ασέβεια (αυτά δε τώρα είναι τα συγγράμματα του Ακινδύνου, όπως πρωτύτερα ήσαν τα συγγράμματα εκείνου του Βαρλαάμ που προηγήθηκε αυτού στην πλάνη) και να δείξουμε σαφώς, ότι η λαμπρότης της θείας φύσεως, όντας άκτιστη και ονομαζομένη θεότης, δεν εμποδίζει το να υπάρχει μία και απλή θεότης. Πράγματι και η θεατική δύναμις του Πνεύματος, που γνωρίζει τα πάντα προ της γενέσεώς τους, ούτε φύσις είναι, κατά τους Πατέρες, και άκτιστη είναι, και θεότης ονομάζεται, και δεν αναιρεί το να υπάρχει μία και απλή θεότης. Κατά τον ίδιο τρόπο δεν αναιρεί και η θεοποιός και η προνοητική δύναμις του Θεού, καλουμένη θεότης, όπως λέγει ο μέγας Διονύσιος , και η καθαρτική, με το ότι καίει και κατατρώγει κάθε μοχθηρία, και το ότι είναι παντού ο Θεός και πουθενά, και γενικά το αεικίνητο, από το θέειν (τρέχειν) και όπως λέγεται, διαφεύγειν και προσιέναι (προσέρχεται) σε όλα με άχρονη ταχύτητα.
14. Αφού λοιπόν καμιά από αυτές, αν και έχουν διαφορά μεταξύ τους (διότι ο Θεός δεν θεοποιεί όλα όσα θεάται, από όπου δεικνύεται ότι καθεμιά από αυτές διαφέρει της θείας φύσεως, εφ’ όσον τα εντελώς ταυτά με το αυτό δεν διαφέρουν καθόλου μεταξύ τους)· αφού λοιπόν καμιά από αυτές δεν εμποδίζει την ύπαρξη μιας και απλής θεότητος, πώς το φώς του μέλλοντος και μένοντος αιώνος, η κοινή ελπίς των ευσεβών, η λαμπρότης τής θείας φύσεως, ονομαζόμενη δικαιότατα θεότης (και διότι αυτή περισσότερο από όλα είναι θεοποιό δώρο· εφ’ όσον κατ’ αυτήν «οι δίκαιοι θα λάμψουν ως ο ήλιος», «των οποίων ο Θεός θα ευρίσκεται εν μέσω θεών», διανέμοντας τα βραβεία τής από εκεί μακαριότητος)∙ πώς λοιπόν αυτή, ονομαζομένη θεότης και λαμπρότης της θείας φύσεως, αλλ’ όχι φύσις, δεν θα επιτρέψει στους δεχομένους αυτήν άκτιστη να προσκυνούν μία και απλή θεότητα;
Ή και εσύ ο ίδιος ίσως, όπως είπαμε προηγουμένως, δεν θα θεωρήσεις και δεν θα ονομάσεις καθόλου διάνοια τον νου μας, για το λόγο ότι μεταφέρεται και προς τα δεκτικά αυτού, αφού κατ’ ουσία ο νους μένει αμετάβατος εν ημίν (σε εμάς, μέσα μας)∙ και δι’ αυτής, αφού πάλι ο νους ενθέτει νού στους αμαθείς, τάχα εσύ δεν θα νομίσεις πάλι ότι από τους διδάσκοντες εμβάλλεται στους διδασκόμενους ουσία νοερά, καθώς λέγεις, ότι οι μετέχοντες του Θεού μετέχουν της θείας φύσεως. Ή θα επιδιώξεις (φιλονεικήσεις) να πείσεις ότι εμείς δεν νομίζουμε ότι διαφέρει της νοεράς ουσίας η διάνοια, όπως λέγεις, ότι δεν διαφέρει της θείας ουσίας η από εκεί άκτιστος ενέργεια, φοβούμενος μη τυχόν, όπως εκεί υπάρχουν δύο κατά σε θεοί, έτσι κι’ εδώ θα έχει δύο νόες ο καθένας μας. Δεν είναι λοιπόν δικός μας λόγος το ότι υπάρχουν δύο ή πολλές θεότητες, αλλ’ εκείνων που μας διαβάλλουν κακοήθως προς εξαπάτηση των αφελεστέρων (ακεραιοτέρων), καθώς συνάγουν και προτείνουν τούτο δολερώς ως συμπέρασμα της μηχανευομένης από αυτούς δυσσεβείας.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 6
Ότι είναι αδύνατον κι’ έχει απαγορευθεί προφητικώς να περιπέσει κανείς από τους μετά Χρίστον σε διθεΐα, εκείνοι δε που προφέρουν τούτο συκοφαντικώς κατά των ορθοδόξων οδηγούνται σ’ αυτό από την κακία τους
15. Εξετάζοντας μπορεί κανείς να δει ότι κανείς οπαδός του Χρίστου δεν περιέπεσε ποτέ σε διθεΐα∙ διότι δεν είναι επιτρεπτό. Και γιατί ομιλώ μόνο για Χριστιανούς, αφού ούτε στους τώρα μετά τον Χριστό ασεβείς δεν επικρατεί η πολυθεΐα; Διότι και τούτο είναι ένα σημείο της παρουσίας του Χριστού κατά τους θεολήπτους προφήτες, να καταργηθεί και να εξαφανισθεί από τη γη η πολύθεος πλάνη. Γι’ αυτό βλέπουμε πάντοτε να προφέρεται τούτο από τους αιρετικούς συκοφαντικώς ως έγκλημα κατά των αγίων και βλέπουμε επίσης τους κατηγόρους των άξιων επαίνου να οδηγούνται στην κακοήθεια αυτήν μάλλον από τη συκοφαντία, αλλ’ όχι να φέρονται σ’ αυτήν επίτηδες.
(Συνεχίζεται)
Αμεθυστος
5 σχόλια:
ΜΙΑ ΠΡΩΤΗ ΘΕΣΗ ΠΟΥ ΘΕΩΡΩ ΚΑΤΑΤΟΠΙΣΤΙΚΗ ΤΟ ΛΙΓΟΤΕΡΟ ΤΗΝ ΕΙΔΑ ΕΔΩ ΑΜΕΘΥΣΤΕ.
285. Κι ακόμα· τα θεία, όποια κι αν είναι τέλος πάντων κατά την δική τους αρχή και ίδρυση, είναι πάνω από νου και κάθε ουσία και γνώση « της αυτοϋπερουσίου θεότητος, που είναι υπερεγκατεστημένη πάνω από κάθε αγαθότητα και θεότητα και ουσία και ζωή και σοφία, στα απόκρυφα, όπως λένε οι παραδόσεις » ( ό.π. ). Κι ακόμα· « της υπέρ λόγον και νούν και ουσίαν της υπερουσίου και κρυφίας θεότητος υπερουσιότητος αγνωσίας, αυτή την υπερούσιον επιστήμην αναθετέον » (ό.π. ). Κι ο Θεολόγος Γρηγόριος· « μικρόν διακύψας είδον Θεού τα οπίσθια ( Εξοδ. Λγ΄23 ), όχι την πρώτη και ακήρατη φύση, που την γνωρίζει η ίδια, και εννοώ βέβαια την Τριάδα » ( Λόγος 28, Περί Θεολογίας ). Κι ο επίσκοπος των Νυσσαέων· « το ίδιο μεν το μύρο της θεότητας, ό,τι κι αν είναι τέλος πάντων κατ’ ουσίαν, είναι πάνω από κάθε όνομα και νόημα » ( Γρηγορίου Νύσσης, Ομιλία Α΄εις το Άσμα Ασμάτων, Α΄). Κι ακόμα· « η μακαρία και αΐδιος και πάντα νουν υπερέχουσα φύσις, που περικλείει όλα τα όντα στον εαυτό της, δεν περιέχεται από κανέναν όρο » ( ό.π., Ομιλία Ε΄). Κι ακόμα· « λέει ο υψηλός Ιωάννης ότι ‘ Θεόν ουδείς εώρακε πώποτε ’ ( Ιωαν. Α΄18 ), διορίζοντας ( διακηρύσσοντας ) μ’ αυτήν την απόφαση πως είναι ανέφικτη όχι μόνο στους ανθρώπους, αλλά και σε κάθε νοητή φύση η φύση της θείας ουσίας» ( Γρηγορίου Νύσσης, Περί του βίου του Μωϋσέως ).
286. Και λέει κι ο Μέγας Βασίλειος· « αν είναι ‘ αι οδοί του Θεού ανεξιχνίαστοι και τα κρίματα αυτού ανεξερεύνητα ’ ( Ρωμ. ια΄33 ) και ανέφικτα και σ’ αυτούς που έχουν φθάσει στο μέτρο γνώσης του Παύλου » ( Κατά Ευνομίου Α΄ και Λόγος ΙΕ΄, Περί αρχής και εξουσίας ), τί απομένει να εννοούμε για την ίδια την ουσία του Θεού, παρά ότι είναι άβατη και απροσπέλαστη σε κάθε νου; » Και προχωρώντας· « ποιος δεν θα αποδεχθή πως είναι πάνω από κάθε νου και πάνω από κάθε γνώση ανθρώπου η ίδια η ουσία του Θεού; Και νομίζω πως δεν υπερβαίνει μόνο τους ανθρώπους, αλλά και κάθε λογική φύση η κατανόησή της· και αποκαλώ τώρα λογική αυτήν που υπάρχει στην κτίση, γιατί είναι σε μόνον τον Υιό γνωστός ο Πατήρ και στο άγιο Πνεύμα, ‘ ότι ουδείς οίδε τον Πατέρα, ει μη ο Υιός ’ ( Ματθ. ια΄27 ). Και· το Πνεύμα πάντα ερευνά, και τα βάθη του Θεού ». « Γιατί κανείς δεν γνωρίζει » λέει « τα του ανθρώπου, παρά μόνο το Πνεύμα που υπάρχει σ’ αυτόν. Και δεν έχει γνωρίσει κανείς τα του Θεού, παρά μόνο το Πνεύμα που είναι εκ του Θεού » ( Κορινθ. Β 10 -11 ) ( Μεγάλου Βασιλείου, Κατά Ευνομίου Α΄).
287. Κι ακόμα˙ « Τί το εξαιρετικό θα αφήσουν στη γνώση του Μονογενούς ή του αγίου Πνεύματος, αν κατανοούν αυτοί οι ίδιοι την ουσία ; ». Κι ακόμα· « είναι απερίοπτη ( αδιάφορη ) η ίδια η θεία ουσία σε όλα, εκτός απ’ τον Μονογενή και το άγιο Πνεύμα ». Κι ο Χρυσσορήμων· « γι’ αυτό και λέει ο Χριστός· ‘ ουδείς γινώσκει τον Πατέρα, εί μη ο Υιός ’ ( Λουκ, ι΄22, Ματθ. ια΄27 ). Τί λοιπόν ; βρισκόμαστε όλοι σε άγνοια ; Μη γένοιτο· αλλά δεν γνωρίζει κανείς έτσι όπως ο Υιός. Όπως ακριβώς τον είδαν λοιπόν πολλοί σύμφωνα με την όψη που τους παραχωρήθηκε, και κανείς δεν είδε την ουσία, έτσι γνωρίζουμε πολλοί τον Θεό, και την ουσία δεν την γνωρίζει κανείς, ό,τι κι αν είναι τέλος πάντων, παρά μόνος αυτός που γεννήθηκε απ’ αυτόν » ( Ιωάν. Χρυσοστόμου, Υπόμνημα εις το κατά Ιωάννην, Ομιλία 15 ).
συνεχ
συνεχ
288. Και πάλι ο Μέγας Βασίλειος· « το πώς είναι το θείο και το ίδιο εκείνο το οποίο είναι, ποιο είναι ή τι είναι, είναι κατ’ εξοχήν αφανέρωτο, ως ανεξιχνίαστο σε κάθε κτιστή φύση » ( Κατά Ευνομίου Ε΄). Δέν είναι άρα το να γνωρίσης ή να θεωρήσης την κατ’ αυτόν τον τρόπο απερίοπτη ουσία ευδαιμονία, αλλά κακοδαιμονία και χλευασμός και πλάνη των δαιμόνων και της ελληνικής φοβερώτατης απάτης και του Θωμά. Γι’ αυτό, αν θελήση να συγκεντρώση κανείς τις κακοδοξίες του σε ένα, θα τις βρή να συντρίβονται σχεδόν, όλες, με τις διακηρύξεις ( αποφάσεις ) που τώρα αναφέραμε των ιερών θεολόγων.
ΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΩΝ των παραπανω αμεθυστε νομιζω οτι θα μπουμε σε δυσκολα τοπια, μιας και το ερωτημα οπου ανακυπτει ευθεως ειναι το εξης. Μηπως ειναι ο Υιος ο Πατηρ που ευδοκει στον Χριστο άνθρωπο;
Και αυτό το ερωτημα το επιτεινει το γεγονος οτι ουδεις γνωριζει ποιος ειναι ο Πατηρ.
Ειναι ο Υιος, το Αγιο Πνευμα, ουδεις γνωρίζει. Ειναι τοσο συμβατικη η θεογνωσία των ανθρωπων.
Περαν τουτου μας ασφαλιζει αυτο που λεει και ο Αγιος Καλκιστος ο Αγγελικουδης: Όπως ακριβώς τον είδαν λοιπόν πολλοί σύμφωνα με την όψη που τους παραχωρήθηκε, και κανείς δεν είδε την ουσία, έτσι γνωρίζουμε πολλοί τον Θεό, και την ουσία δεν την γνωρίζει κανείς. Αρα το ουδεις εωρακε πωποτε αποκτα μια σχετικότητα ως προς την ποιοτητα που εωρακε διοτι το πωποτε εχει ασ πουμε καταργηθει, μιας κι έχουμε αναφορες περι οράσεως.
ΤΩΡΑ ΝΟΜΙΖΩ ΑΜΕΘΥΣΤΕ ΟΤΙ Η ΜΕΓΑΛΗ ΔΩΡΕΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ. Εκει που ειμαστε στα πελαγη του χαους εν Αγιω Πνευματι μας χορηγειται φως. Τι να πεις!! ΑΚΑΤΑΛΗΠΤΑ ΤΑ ΕΛΕΗ
Αλλα ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ Ο ΥΙΟς ΕΜΦΑΝΙΖΕΤΑΙ ΑΣ ΠΟΥΜΕ ΚΑΙ Ως ΠΑΤΕΡΑΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, ΕΝΑς ΙΔΙΟΜΟΡΦΟς ΥΙΟΠΑΤΩΡ ΓΙΑ ΝΑ ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΟΡΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ Αγιου Γρηγοριου του Θεολογου, νομιζω οτι δεν μας πεφτει και πολυ λογος.
Η ουσια νομιζω είναι ο λογος του Κυρίου. αφου ειδατε εμενα ειδατε τον Πατερα. Τωρα πως ακριβως ειναι αυτο, πως ερχεται σε μας η θεοφανεια ουδεις γνωριζει. Παντως απο τα λιγα που ειδακαι οπωσδηποτε θα ξαναδω, δεν ειδα καποιον Πατερα να έχει τετοιους προβληματισμους. Με την εννοια οτι ο Πατηρ δηλωνει οτι ευδοκει στον Υιο, και οτι ο ΠΑΤΗΡ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΑΤΗΡ.
Αν εχεις κατι παραπερα να μου το πεις-γραψεις για να το παω κι εγω παρακατω. Μ΄ ενδιαφερει
Ο αδελφός χαλάρωσε τούστριψε ! Τον χάνουμε ! Τρέξ' τε !
Εκανε μιά καταπληκτική έρευνα γιά τόν Πατέρα τής οικονομικής Τριάδος. Τώρα πρέπει νά τήν κατανοήσουμε καί νά προχωρήσουμε. Αν θές βόηθα.
Α! Ντεν φτάνει το έρμο ! Ντεν καταλαβαίνει !
Δημοσίευση σχολίου