Συνέχεια από Κυριακή, 29 Δεκεμβρίου 2019
HANS URS VON BALTHASAR
Πολυσχιδέστερη εμφανίζεται η διπλή
ενότητα τού έργου τού Πνεύματος στη δομή τής Εκκλησίας. Κι αυτό επειδή η
υποκειμενική και αντικειμενική της όψη πρέπει κατ’ αρχάς να εννοηθή τόσο εκ
(μέρους) τού Χριστού όσο και εκ (μέρους) τού Αγίου Πνεύματος. Ως εκ τού Χριστού, πρέπει να διαθέτη η Εκκλησία ως «σώμα» και «νύμφη» του μιαν εξίσου σωματική-ορατή, όσο και μιαν
πνευματική-αόρατη όψη· μια καθαρά υποκειμενική-πνευματική Εκκλησία δεν θα
μπορούσε να αντιπροσωπεύη σε καμμιά περίπτωση την κυρίαρχη μέσα στην ιστορία,
συνεχή παρουσία της. Όλα όσα κι αν επιδειχθούν ως
αντικειμενικά, όχι μόνον η Γραφή και τα Μυστήρια, αλλά και τα αξιώματα, η
παράδοση, το δίκαιο, προέρχονται άμεσα απ’ τη ‘σαρκική’ μορφή τού Λόγου, εφ’
όσον η επίγεια ζωή τού Ιησού παραμένει το μέτρο για την Εκκλησία που τον
ακολουθεί επί Γης. Αν έχη θέσει ωστόσο αποδεδειγμένα ο Ιησούς τα θεμέλια για
όλες αυτές τις αντικειμενικές-ορατές όψεις τής εκκλησιαστικής κοινότητας, άφησε
στο Άγιο Πνεύμα την αποπεράτωσή τους, ώστε να διακριθή σαφώς και η δική του
διπλή μορφή στον ίδιον οργανισμό τής Εκκλησίας.
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1)
Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ
ΦΙΛΙΟΚΒΕ
ΙV. O ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ
ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ
2. ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ
γ) Μαρτυρία ( συνέχεια )
Είμαστε καλά ή τόχετε χαμένο; |
Αποδεικνύεται εδώ εκ νέου, ότι το Πνεύμα
έχει ήδη στην ενδο-θεϊκή προέλευσή του τη διπλή του μορφή ως αγάπη: όχι μόνον
ως η πράξη τής αγάπης μεταξύ Πατρός
και Υιού, αλλά και ως ο ύψιστος καρπός αυτής τής πράξης.[ ΓΕΝΝΗΘΕΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟ; ΑΥΤΑ ΚΑΝΕΙ Η ΣΧΕΣΗ. ΓΕΝΝΑΕΙ.] Γι’ αυτό και πρέπει να
αναγνωρίση κανείς σε όλα εκείνα, τα οποία οικοδομεί το Πνεύμα ως αντικειμενικό θεσμό στην Εκκλησία, το έργο και την έκφραση τής θεϊκής, αγίας
αγάπης όπως ακριβώς και στη δυνητική, μέσω τών διαφόρων εκκλησιαστικών θεσμών,
υποκειμενική αγιότητα. Μεταξύ
Πνεύματος και θεσμού υφίσταται μόνο για το ατελές ανθρώπινο βλέμμα μια
διάσταση, ενώ από την προοπτική τού Πνεύματος είναι εξίσου ταιριαστά, και
μάλιστα ένα (ενωμένα), όπως είναι ένα το ίδιο το Πνεύμα ως πράξη και καρπός, ως
συμβάν και αποτέλεσμα, ως το εξαρτημένο λόγω τής προέλευσής του και ανεξάρτητο
στην ελευθερία του Πνεύμα στο εσωτερικό τής θεότητας.[ ΤΙ ΠΕΘΑΙΝΕΙ ΑΚΡΙΒΩΣ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΓΙΑ ΝΑ ΒΓΕΙ ΚΑΡΠΟΣ; Η ΒΛΑΚΕΙΑ ΜΑΣ ΙΣΩΣ;] Αυτός ο αντικειμενικός
και θεσμικός (ιδρυματικός) χαρακτήρας τής Εκκλησίας δεν αποτελεί μόνον ένα,
τρόπον τινά, «κιγκλίδωμα» για να ανέλθη η προσωπική αγάπη, αλλά
«η περισσότερο πραγματική και τυπική αντικειμενικότητα, την οποίαν προσλαμβάνει
στις επίσημες και μυστηριακές δομές της η Εκκλησία, μπορεί… να είναι επίσης η
απώτατη και μόνο συγκεκριμενοποίηση (στερεοποίηση) του προσωπικού Απέναντι της Εκκλησίας για το κάθε ξεχωριστό υποκείμενο.
Η οποία ‘συγκεκριμενοποίηση’ πρέπει όμως να συμμετέχη ανεπιφύλακτα στον
προσωπικό χαρακτήρα τών εκκλησιαστικών
θεσμών που την ‘περιλαμβάνουν’, για να μπορέση να καταστή η υπακοή σ’ αυτήν, η
κατάλληλη μορφή τής εκκλησιαστικής αγάπης και ελευθερίας» (M. Kehl). Και να παραπέμψη έτσι το
αντικειμενικό-εκκλησιαστικό Πνεύμα «στον
‘θεσμικό’ ή ‘ιδρυματικό’ χαρακτήρα
τού ίδιου του Αγίου Πνευματος» (ό.π.).
Η έννοια όμως ‘θεσμός’ ή ‘εγκαθίδρυση’
μπορεί να φανή πρόωρη εδώ, καθώς η συνάρτηση τής μαρτυρίας τού Πνεύματος μ’
Αυτόν ο οποίος μαρτυρείται (τον Υιό) δεν έχει εξετασθή επαρκώς. «Θα πάρη από τα
δικά μου», και «τα δικά μου» είναι «όλα όσα ανήκουν στον Πατέρα»: αυτό που
μαρτυρείται λοιπόν είναι η φανερωμένη με ‘οικονομική’ μορφή, στην Ενσάρκωση
δηλ. του Λόγου αγάπη μεταξύ Πατρός
και Υιού.[ΚΥΡΙΕ ΣΩΣΟΝ ΜΑΣ] Μαρτυρώντας το Πνεύμα το νόημα τής Ενσάρκωσης, είναι «Πνεύμα της
αληθείας», γιατί μόνον εδώ μπορούμε να αντιληφθούμε την αλήθεια – τη διδασκαλία
ολόκληρης τής Πρώτης Επιστολής τού Ιωάννη». «Όποιος αρνείται τον
(ενανθρωπήσαντα) Υιό, δεν έχει ούτε τον Πατέρα. Όποιος όμως ομολογεί τον
(ενανθρωπήσαντα) Υιό, έχει και τον Πατέρα» (Α’ Ιωάν. 2, 23) (( Γράφει
ο Ιωάννης: «Παιδία, εσχάτη ώρα εστί, καί καθώς ηκούσατε ότι ο αντίχριστος
έρχεται, καί νύν αντίχριστοι πολλοί γεγόνασιν· όθεν γινώσκομεν ότι εσχάτη ώρα
εστίν. εξ ημών εξήλθον, αλλ’ ουκ ήσαν εξ ημών. ει γάρ ήσαν εξ ημών,
μεμενήκεισαν άν μεθ’ ημών· αλλ΄ίνα φανερωθώσιν ότι ουκ εισί πάντες εξ ημών. καί
υμείς χρίσμα έχετε από τού αγίου, καί οίδατε πάντα. ουκ έγραψα υμίν ότι ουκ
οίδατε τήν αλήθειαν, αλλ’ ότι οίδατε αυτήν, καί ότι πάν ψεύδος εκ τής αληθείας
ουκ έστι. τίς εστιν ο ψεύστης ει μή ο αρνούμενος ότι Ιησούς ουκ έστιν ο Χριστός;
ούτός εστιν ο αντίχριστος, ο αρνούμενος τόν πατέρα και τόν υιόν. πάς ο
αρνούμενος τόν υιόν ουδέ τόν πατέρα έχει. Υμείς ουν ό ηκούσατε απ’ αρχής, εν
υμίν μενέτω. εάν εν υμίν μείνη ό απ’ αρχής ηκούσατε, καί υμείς εν τώ υιώ καί εν
τώ πατρί μενείτε. και αύτη εστίν η επαγγελία ήν αυτός επηγγείλατο ημίν, τήν
ζωήν τήν αιώνιον…» )) . «Σ’ αυτό θα γνωρίσετε το πνεύμα τού Θεού: κάθε πνεύμα, που ομολογεί, ότι ο Ιησούς
Χριστός ήρθε εν σαρκί, είναι απ’ τον Θεό· το πνεύμα όμως, που δεν το ομολογεί,
δεν είναι απ’ τον Θεό. Είναι το πνεύμα
τού αντιχρίστου» (ό.π. 4, 2
κ.ε.) (( Δεν πρόκειται άρα εδώ για το Άγιο Πνεύμα… )) . «Το Πνεύμα δίνει
μαρτυρία, γιατί το Πνεύμα είναι Αλήθεια. Είναι έτσι τρεις, που δίνουν μαρτυρία:
το Πνεύμα, το νερό και το αίμα, κι αυτά τα τρία είναι η μια (μαρτυρία)» (ό.π.
5, 6-8) (( Γράφει ο Ιωάννης: «…εν τούτω γινώσκομεν ότι αγαπώμεν τά τέκνα τού Θεού,
όταν τόν Θεόν αγαπώμεν καί τάς εντολάς αυτού τηρώμεν. αύτη γάρ έστιν η αγάπη
τού Θεού, ίνα τάς εντολάς αυτού τηρώμεν· καί αι εντολαί αυτού βαρείαι ου εισίν,
ότι πάν τό γεγεννημένον εκ τού Θεού νικά τόν κόσμον· καί αύτη εστίν η νίκη η
νικήσασα τόν κόσμον, η πίστις ημών. τίς έστιν ο νικών τόν κόσμον ει μή ο
πιστεύων ότι Ιησούς εστιν ο υιός τού Θεού; Ούτός εστιν ο ελθών δι’ ύδατος καί
αίματος, Ιησούς Χριστός· ουκ εν τώ ύδατι μόνον, αλλ΄εν τώ ύδατι καί τώ αίματι·
και το Πνεύμά εστιν τό μαρτυρούν, ότι τό Πνεύμά εστιν η αλήθεια. ότι τρείς
εισιν οι μαρτυρούντες εν τώ ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος καί τό Άγιον Πνεύμα, και
ούτοι οι τρεις έν εισι· και τρείς εισιν οι μαρτυρούντες εν τή γή, τό Πνεύμα και
τό ύδωρ καί τό αίμα καί οι τρείς εις τό έν εισιν. ει την μαρτυρίαν τών ανθρώπων
λανβάνομεν, η μαρτυρία τού Θεού μείζων εστίν…» )) . Η μαρτυρία τού Πνεύματος είναι άρα πάντοτε ‘ενσαρκωμένη’, και
κάθε αποσαρκούμενη, ιδεαλιστική ‘εκπνευμάτωση’ είναι αντίχριστη. Αλλιώς θα
αντέφασκε στον εαυτό του το Πνεύμα τής Αληθείας· το οποίο είναι ενωμένο ωστόσο
με τη «μαρτυρία», που καταθέτει ο Θεός για τον Υιό του· κι όποιος δεν πιστεύει
στον Θεό, «λέει πως είναι ένας ψεύτης, γιατί δεν πιστεύει στη μαρτυρία, που
έχει καταθέσει ο Θεός για τον Υιό του» (ό.π. 5, 9 κ.ε.) (( Γράφει
ο Ιωάννης: «…ει τήν μαρτυρίαν τών ανθρώπων λαμβάνομεν, η μαρτυρία τού Θεού
μέιζων εστίν· ότι αύτη εστίν η μαρτυρία τού Θεού ήν μεμαρτύρηκε περί τύυ υιού αυτού.
ο πιστεύων εις τόν υιόν τού Θεού έχει τήν μαρτυρίαν εν αυτώ· ο μή πιστεύων τώ
Θεώ ψεύστην πεποίηκεν αυτόν, ότι ου πεπίστευκεν εις τήν μαρτυρίαν ήν
μεμαρτύρηκεν ο Θεός περί τού υιού αυτού. και αύτη εστίν η μαρτυρία, ότι ζωήν αιώνιον έδωκεν ημίν ο Θεός, και
αύτη η ζωή εν τώ υιώ αυτού εστιν. ο έχων τον υιόν έχει τήν ζωήν· ο μή έχων τον
υιόν τού Θεού τήν ζωήν ουκ έχει»… ))
. Κάθε σωματικά εφήμερη φιλοσοφία, θεολογία, μυστικισμός αποκαλύπτονται
έτσι ως εκ των προτέρων αντίχριστες. Πριν όμως χαρακτηρισθή το σώμα τού
Χριστού, που είναι η Εκκλησία και εμψυχώνεται απ’ το Άγιο Πνεύμα, ως «θεσμός» ή
«εγκαθίδρυμα», πρέπει να απεικονισθή – σωματικά εγγύτερα – ως «οργανισμός» (“Organismus”), με την κυριολεκτική και όχι
μεταφορική έννοια. Το «Πνεύμα τής Αληθείας» που υποσχέθηκε ο Ιησούς, «θα
μαρτυρήση για μένα», λέει ο Χριστός
(Ιωάν. 15, 26) (( «…όταν δέ έλθη ο παράκλητος όν εγώ πέμψω υμίν παρά τού πατρός, τό Πνεύμα τής αληθείας ό παρά τού πατρός εκπορεύεται, εκείνος μαρτυρήσει
περί εμού· καί υμείς δέ μαρτυρείτε, ότι απ’ αρχής μετ’ εμού εστε»… )) ·
ακόμα κι αν «πνέη, όπου θέλει», δεν μπορεί ωστόσο να πνέη, ως Πνεύμα τής
αληθείας τού Πατρός στον Υιό, πουθενά αλλού μέσα στην ελευθερία του, παρά στο σωτηριώδες έργο Πατρός και Υιού
(( Σημ. τ. μετ.: Παραμένει κάτι
«ιδιαίτερο» μεταξύ Πατρός και Υιού, ‘αποσιωπώντας’ εδώ την αίρεση ότι
«εκπορεύεται» και απ’ τους δυό! ‘Διαλύοντας’, «ανθρωπίνως» και αυθαιρέτως, το
ίδιο το Άγιο Πνεύμα, την Αγία Τριάδα όπως μάς αποκαλύφθηκε, την ίδια τη
σωτηρία! Το Άγιο Πνεύμα, το «εκ του Πατρός εκπορευόμενον και εν Υιώ
αναπαυόμενον» κατά την ορθόδοξη πίστη… )) . Το οποίο αποβλέπει σε «κάθε
σάρκα», για να της χορηγήση «αιώνια ζωή» (Ιωάν. 17, 2) (( «Ταύτα
ελάλησεν ο Ιησούς, καί επήρε τούς οφθαλμούς αυτού εν τώ ουρανώ καί είπε· πάτερ,
ελήλυθεν η ώρα· δόξασόν σου τόν υιόν, ίνα καί ο υιός σου δοξάση σε, καθώς
έδωκας αυτώ εξουσίαν πάσης σαρκός, ίνα πάν ό δέδωκας αυτώ δώση αυτοίς, ζωήν
αιώνιον. αύτη δέ έστιν η αιώνιος ζωή, ίνα γινώσκωσί σε τόν μόνον αληθινόν Θεόν
καί όν απέστειλας Ιησούν Χριστόν…» - Γράφουν «άλλο Ευαγγέλιο» οι Λατίνοι, κατά
την… κούτρα τους… )) .
Εδώ καθίστανται το έργο τού
πνευματοποιημένου και ανυψωμένου Κυρίου και το έργο τού Αγίου Πνεύματος, που
εμφυσάται απ’ τον Κύριο στην Εκκλησία, ξανά αδιάσπαστα το ένα απ’ το άλλο. Ο
εφοδιασμός τής Εκκλησίας με όλα τα απαραίτητα όργανα (Organe) αποδίδεται παρόμοια στον
ανυψωθέντα πάνω απ’ όλους τούς ουρανούς Κύριο (Εφ. 4, 10 κ.ε.), καθώς και στο
διαμοιράζον τα διακονήματα ή χαρίσματα (Charismen) Πνεύμα, «που χορηγεί τα δώρα
του, όπως αυτό θέλει, στον καθέναν» (Α’ Κορ. 10, 11 - ;) (( Γράφει
ο απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους επιστολή: «…τό δέ ανέβη τί εστιν ει μή
ότι καί κατέβη πρώτον εις τά κατώτερα μέρη τής γης; ο καταβάς αυτός εστι καί ο
αναβάς υπεράνω πάντων τών ουρανών, ίνα πληρώση τά πάντα. καί αυτός έδωκε τούς μέν αποστόλους, τούς δέ προφήταςε, τούς δέ
ευαγγελιστάς, τούς δέ ποιμένας καί διδασκάλους, πρός τόν καταρτισμόν τών αγίων
εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν τού σώματος τού Χριστού, μέχρι καταντήσωμεν
οι πάντες εις τήν ενότητα τής πίστεως καί τής επιγνώσεως τού υιού τού Θεού…» ))
.
( συνεχίζεται )
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου