Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

Giambattista Vico: Ο άνθρωπος που εφηύρε την Ιστορία

VICO CAPTURE



























Για το έργο του Giambattista Vico Η νέα επιστημονική γνώση (εισαγωγή-μτφρ-πίνακες: Γιώργος Κεντρωτής, εκδ. Gutenberg).
Του Μιχάλη Μακρόπουλου
Στη Νέα Επιστημονική Σκέψη, έργο θεμελιακό που άρχισε να γράφεται το 1720 και πήρε την οριστική του μορφή το 1744, ο Ναπολιτάνος Τζαμπαττίστα Βίκο, ταπεινός καθηγητής ρητορικής, το ’βαλε σκοπό να θεμελιώσει, ούτε λίγο ούτε πολύ, μια φιλοσοφία της ιστορίας, να ξεφλουδίσει το μύθο και ν’ αναζητήσει το ιστορικό του κουκούτσι στους ποιητικούς αρχέτυπους, επιστρατεύοντας την τεράστια ευρυμάθειά του και χρησιμοποιώντας ό,τι ερευνητικά εργαλεία, ετυμολογικά πρωτίστως, είχε στη διάθεσή του.
Στον καιρό της αγνοήθηκε, τόσο ώστε σ’  ένα γράμμα προς ένα φίλο του να λέει ο Βίκο: «Δημοσιεύοντας το έργο μου σ’ αυτή την πόλη μου φαίνεται σαν να το έριξα στην έρημο. Αποφεύγω κάθε δημόσιο χώρο για να μη συναντήσω τα πρόσωπα στα οποία το έχω στείλει, κι αν τύχει να τα συναντήσω τα χαιρετώ χωρίς να σταματήσω· γιατί όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο οι άνθρωποι αυτοί δεν μου δείχνουν ούτε το πιο αμυδρό σημάδι πως έλαβαν το βιβλίο μου, κι έτσι μου επιβεβαιώνουν την εντύπωση πως το έχω δημοσιεύσει σε μιαν έρημο».
Μα, με την κατοπινή απήχησή της, σαν τους κύκλους που απλώνονται γύρω από μια πέτρα ριγμένη στο νερό, προαναγγέλλει ιδέες και μεθόδους των Χέρντερ, Χέγκελ, Ντίλταϊ, Σπένγκλερ, του Βολφ στη θεωρία του για τον Όμηρο («αυτός ο Όμηρος ήταν μια ιδέα ή ένας ηρωικός αρχετυπικός χαρακτήρας ελλήνων ανδρών που διηγούντο τραγουδιστά τις ιστορίες τους», παρ. 873, σελ. 767), του Μπαχόφεν στην ερμηνεία της μυθολογίας, κ.ά.π., φτάνοντας ως και στον τρόπο που ο Τζαίημς Τζόυς συλλαμβάνει και δομεί την Αγρύπνια των Φίννεγκαν.
Σ' ένα γράμμα προς ένα φίλο του να λέει ο Βίκο: «Δημοσιεύοντας το έργο μου σ’ αυτή την πόλη μου φαίνεται σαν να το έριξα στην έρημο. Αποφεύγω κάθε δημόσιο χώρο για να μη συναντήσω τα πρόσωπα στα οποία το έχω στείλει, κι αν τύχει να τα συναντήσω τα χαιρετώ χωρίς να σταματήσω· γιατί όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο οι άνθρωποι αυτοί δεν μου δείχνουν ούτε το πιο αμυδρό σημάδι πως έλαβαν το βιβλίο μου, κι έτσι μου επιβεβαιώνουν την εντύπωση πως το έχω δημοσιεύσει σε μιαν έρημο».
Η φιλοσοφία της ιστορίας είναι, κατά τον Βίκο, μια πολιτική θεολογία και μια επιστημονική γνώση, η μόνη τέτοια εφικτή. «Απορεί δε και θαυμάζει όποιος κάτσει να συλλογισθεί, πρώτα», γράφει (παρ. 331, σελ. 242), «για ποιο λόγο όλοι οι φιλόσοφοι καταπιάστηκαν τόσο σοβαρά με το να γνωρίσουν τον φυσικό κόσμο, ζητώντας με άλλα λόγια να κατακτήσουν μια γνώση, που μόνο ο Θεός, που τον δημιούργησε, μπορεί να έχει, και, ακολούθως, για ποιο λόγο αμέλησαν να μελετήσουν τον κόσμο των εθνών ή πολιτικό κόσμο, τον οποίον, αφού τον έφτιαξαν άνθρωποι, μόνο άνθρωποι θα μπορούσαν και να τον γνωρίσουν».
Το βάζει στόχο να περιγράψει «μιαν αιώνια ιδεϊκή ιστορία, σύμφωνα με την οποίαν εγγράφεται εν χρόνω η ιστορία όλων των εθνών και δη κατά τη γέννηση, την ανάπτυξη, την ωριμότητα, την παρακμή και την πτώση τους», (παρ. 349, σελ. 259), διότι «ο κόσμος των εθνών από τους ανθρώπους δημιουργήθηκε» και «δεν είναι δυνατόν να υπάρξει ιστορία ασφαλέστερη εκείνης που την αναδιηγείται ο δημιουργός της», και εξάλλου «οι αποδείξεις είναι εκ Θεού, πέραν του ότι, αγαπητέ αναγνώστη, σου επιδαψιλεύουν κάτι σαν θεϊκή απόλαυση. Και τούτο, διότι για τον Θεό η γνώση και η πράξη είναι ακριβώς ένα και το αυτό».
VICO Capture PLAGIA
Βαθύτατα πιστός, αναγνωρίζει εξίσου στη θρησκεία των εθνικών και στο χριστιανισμό, ως διάδοχα στάδια μιας αρχικά συγκαλυμμένης και κατόπιν αποκεκαλυμμένης εκδήλωσης της Θείας Πρόνοιας, το θεμελιωτικό της έργο στην ιστορία του ανθρώπου, όπως ο Βίκο θεωρεί τούτη την ιστορία, να ξετυλίγεται συνάμα σε μια συνέχεια και σε κύκλους. Διακρίνει τρεις εποχές που, μετά την προϊστορική εποχή των γιγάντων, εγκαινιάζουν την έγχρονη ιστορία χάρη στην ύπαρξη της θρησκείας, του γάμου και της ταφής: την εποχή των θεών, όπου καθετί υπαγορευόταν με οιωνούς και χρησμούς · την εποχή των ηρώων, που διαφέντευαν όλες τις αριστοκρατικές πολιτείες, και τέλος την εποχή των ανθρώπων, όπου οι άνθρωποι αναγνωρίστηκαν ως ίσοι ως προς την ανθρώπινή τους φύση – και τούτη η τριαδικότητα, στη θεώρηση του Βίκο, διακρίνει επίσης τη γλώσσα, το φυσικό δίκαιο, το πολιτικό καθεστώς, το νομοθετικό σύστημα.
Διακρίνει τρεις εποχές που, μετά την προϊστορική εποχή των γιγάντων, εγκαινιάζουν την έγχρονη ιστορία χάρη στην ύπαρξη της θρησκείας, του γάμου και της ταφής: την εποχή των θεών, όπου καθετί υπαγορευόταν με οιωνούς και χρησμούς · την εποχή των ηρώων, που διαφέντευαν όλες τις αριστοκρατικές πολιτείες, και τέλος την εποχή των ανθρώπων, όπου οι άνθρωποι αναγνωρίστηκαν ως ίσοι ως προς την ανθρώπινή τους φύση.
«Η Νέα Επιστημονική Σκέψη», γράφει ο Καρλ Λέβιτ στο Νόημα της Ιστορίας, «είν’ ένα σύστημα αποσπασματικά διατυπωμένο, ένα απέραντο σχέδιο μιας συγκριτικής παγκόσμιας ιστορίας που κάθε της τμήμα ξαναγράφεται εκ νέου μαζί με τις αρχές που διέπουν τη συνολική σύλληψη. Γι’ αυτό συχνά είναι παλίλλογη και σκοτεινή, αλλά έχει τη σκοτεινότητα εκείνη που προέρχεται από την παθιασμένη ζήτηση και αναζήτηση μιας ιδιοφυΐας».
Vico principi discienza nuovaΕντούτοις, όσο κι αν η Νέα Επιστημονική Γνώση αξιώνει αμέριστη την προσοχή του αναγνώστη, επίσης είναι πέρα για πέρα ψυχαγωγική: ένα άπατο σεντούκι γεμάτο αποθησαυρισμένες παλαιικές γνώσεις αναπάντεχα συνταιριαγμένες – και, αν σήμερα κάποιος μειδιά όταν για παράδειγμα διαβάζει: «Επί μακρότατη σειρά ετών οι ασεβείς και άξεστες φυλές των τριών υιών του Νώε είχαν βυθισθεί σε μια κτηνώδη κατάσταση· με την αγελαία τους περιπλάνηση διεσπάρησαν και εξαπλώθηκαν στο μέγα δάσος της γης, όπου λόγω της ζωώδους ανατροφής τους έγιναν γίγαντες και γέννησαν επίσης γίγαντες την εποχή κατά την οποία οι ουρανοί άστραψαν πρώτη φορά μετά τον Γενικό Κατακλυσμό» (και έντρομοι κείνοι οι «γίγαντες» έπλασαν, για τον ουρανό, τη μορφή του Δία· παρ. 193, σελ. 189), πόσο βαθύτατα νιώθει να τον αφορούν παράγραφοι σαν ετούτη:
«Όπως τα κτήνη, έτσι και οι λαοί έχουν συνηθίσει να μη σκέφτονται τίποτε άλλο ειμή μόνον τα ιδιαίτερα οφέλη και τις ιδιαίτερες προνομίες τους, στη δε φάση της ακραίας ιδιοτροπίας τους –ή, μάλλον, υπερηφάνειάς τους– φουσκώνουν από κτηνώδη οργή και μανία, αρκεί να τους πειράξεις και μια τρίχα μονάχα και, μολονότι έχουν μεγαλώσει και τη φήμη τους και ως προς τον πληθυσμό τους, και τα μέλη τους ζουν δίπλα το ένα στο άλλο, κατ’ ουσίαν διαβιούν χωριστά, το κάθε άτομο για τον εαυτό του –μονήρες μέσα στην απόλυτη μοναξιά– με τα γούστα και τις επιθυμίες του σαν να είναι πραγματικά ζώα, και ούτε καν ανά δύο δεν μπορούν να συμφωνήσουν, μιας και το καθένα κοιτάει τη δική του χαρά και ευχαρίστηση» (παρ. 1106, σελ. 953-54). Έτσι, «κυλούν αιώνες βαρβαρότητας και μες στα μοχθηρά μυαλά σκουριάζουνε σιγά-σιγά οι κακότροπες μικρολογίες, και οι άνθρωποι τώρα, με τη βαρβαρότητα του στοχασμού, έχουν μετατραπεί σε θηρία αγριότερα από τα θηρία που ήσαν, όταν υπέκυπταν μόνο στην πρώτη βαρβαρότητα, σε αυτή των αισθήσεων δηλονότι. Διότι οι πρώτοι λαοί κατέχονταν από μια γενναιόδωρη αγριότητα, μπροστά στην οποία όλοι μπορούσαν να αμυνθούν και από την οποία όλοι μπορούσαν να ξεφύγουν, αφού τους ήταν δυνατόν να την προβλέψουν· οι παρηκμασμένοι λαοί, αντιθέτως, ασκούν μια δειλή και αχάριστη αγριότητα γεμάτη κολακείες και εναγκαλισμούς, που είναι παγίδες καλοστημένες, για να αρπάξουν την περιουσία των φίλων και των συγγενών τους και για να τους στερήσουν τη ζωή…»\
Η μετάφραση της Νέας Επιστημονικής Γνώσης, ακριβής μέχρι κεραίας και καμωμένη σε μικτή λόγια γλώσσα ιδανική για τον Βίκο, είναι χάρμα οφθαλμών και ώτων, διαβασμένη μεγαλόφωνα. 
Στη Νέα Επιστημονική Γνώση, ο Κος Κεντρωτής κατήγαγε μεταφραστικό άθλο (και  έναν άθλο, επίσης, στη συμπλήρωσή της με υποσημειώσεις και την ευρετηρίασή της). Η μετάφραση της Νέας Επιστημονικής Γνώσης, ακριβής μέχρι κεραίας και καμωμένη σε μικτή λόγια γλώσσα ιδανική για τον Βίκο, είναι χάρμα οφθαλμών και ώτων, διαβασμένη μεγαλόφωνα.

Πηγή
GIAMBATTISTA VICO: Η ΝΕΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΓΝΩΣΗ
Όπως τα κτήνη, έτσι και οι λαοί έχουν συνηθίσει να μη σκέφτονται τίποτε άλλο ειμή μόνον τα ιδιαίτερα οφέλη και τις ιδιαίτερες προνομίες τους, στη δε φάση της ακραίας ιδιοτροπίας τους –ή, μάλλον, υπερηφάνειάς τους– φουσκώνουν από κτηνώδη οργή και μανία, αρκεί να τους πειράξεις και μια τρίχα μονάχα και, μολονότι έχουν μεγαλώσει και τη φήμη τους και ως προς τον πληθυσμό τους, και τα μέλη τους ζουν δίπλα το ένα στο άλλο, κατ’ ουσίαν διαβιούν χωριστά, το κάθε άτομο για τον εαυτό του –μονήρες μέσα στην απόλυτη μοναξιά– με τα γούστα και τις επιθυμίες του σαν να είναι πραγματικά ζώα, και ούτε καν ανά δύο δεν μπορούν να συμφωνήσουν, μιας και το καθένα κοιτάει τη δική του χαρά και ευχαρίστηση [...] Έτσι, κυλούν αιώνες βαρβαρότητας και μες στα μοχθηρά μυαλά σκουριάζουνε σιγά-σιγά οι κακότροπες μικρολογίες, και οι άνθρωποι τώρα, με τη βαρβαρότητα του στοχασμού, έχουν μετατραπεί σε θηρία αγριότερα από τα θηρία που ήσαν, όταν υπέκυπταν μόνο στην πρώτη βαρβαρότητα, σε αυτή των αισθήσεων δηλονότι. Διότι οι πρώτοι λαοί κατέχονταν από μια γενναιόδωρη αγριότητα, μπροστά στην οποία όλοι μπορούσαν να αμυνθούν και από την οποία όλοι μπορούσαν να ξεφύγουν, αφού τους ήταν δυνατόν να την προβλέψουν, οι παρηκμασμένοι λαοί, αντιθέτως, ασκούν μια δειλή και αχάριστη αγριότητα γεμάτη κολακείες και εναγκαλισμούς, που είναι παγίδες καλοστημένες, για να αρπάξουν την περιουσία των φίλων και των συγγενών τους και για να τους στερήσουν τη ζωή…

Δεν υπάρχουν σχόλια: