ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Συνέχεια από Σάββατο,
4 Ιουλίου 2020
Jacob Burckhard
ΤΟΜΟΣ 2ος
Τρίτο μέρος: Θρησκεία και λατρεία
Εισαγωγή
Ι. Οι μεταμορφώσεις
ΙΙ. Οι Έλληνες και οι θεοί τους
ΙΙΙ. Η
ελληνική λατρεία των ηρώων
Τέταρτο μέρος: Η μαντική τέχνη
Πέμπτο μέρος: Συνολική εκτίμηση του ελληνικού βίου
Ε Ι Σ Α Γ Ω Γ Η
Η ελληνική θρησκεία αποτελεί δυνάμει
ένα ευρύ και ανεξάντλητο αντικείμενο προσέγγισης και έρευνας, και θα
εξακολουθήσει να διατηρεί αυτή την ιδιότητα και στο μέλλον. Δεν είναι μόνον η
θρησκεία ενός από τούς σημαντικότερους λαούς όλων τών εποχών, αλλά περικλείει επίσης τον πλέον αξιόλογο
πολυθεϊσμό τής ύστερης εποχής τών
αρχαίων χρόνων. Επιπλέον μπορεί να μελετηθεί σε βάθος μόνο σε συσχετισμό
και σε αντίθεση με τις υπόλοιπες πολυθεϊστικές θρησκείες τού αρχαίου κόσμου,
όπως τών Γερμανών, των Σλάβων και των Κελτών.
Θα περιορίσουμε όμως εδώ τη μελέτη μας
μόνο σε μια πλευρά τού φαινομένου: στο ερώτημα, τί αντιπροσωπεύουν αυτή η
θρησκεία και οι θεοί της για τους Έλληνες των ιστορικών χρόνων; Η προέλευση και
η γέννησή τους θα μας απασχολήσουν συνοπτικά και οι παρατηρήσεις μας δεν θα επεκταθούν
πέρα από ένα ερασιτεχνικό επίπεδο.
Το εθνογραφικό υπόβαθρο αυτής τής έρευνας
είναι ήδη εξαιρετικά ασαφές. Η διάρθρωση τής εθνότητας που αποδόθηκε τελικά
στους Έλληνες, αποτελούμενη από ένα μείγμα φυλετικών στοιχείων, Πελασγών,
Κάρων, Τυρινών, Λελέγων και άλλων, στηρίζεται σε μια σειρά υποθέσεων· προηγούνται
αναρίθμητοι αιώνες, ίσως και χιλιετίες, στις οποίες συντελούνται πανάρχαιες
καταλήψεις από τούς Φοίνικες, πέρα από τους οποίους δεν γνωρίζουμε άλλον
αρχέγονο λαό από τον οποίον να προέρχονται αυτά τα κατόπιν εξελληνισμένα φύλα .
Κατ’ αρχάς δεν είναι απαραίτητο να
θεωρήσουμε ότι τα φύλα αυτά αφάνισαν έναν τέτοιο λαό. Ποια είναι όμως τα μέσα
με τα οποία ένας γηγενής λαός μπορεί να εντυπωσιάσει περισσότερο έναν κατακτητή
; Μήπως η πίστη και η λατρεία στη μετά θάνατον ζωή ; Ή οι
παραδόσεις τού ενταφιασμού και η λατρεία τών χθονίων δυνάμεων ; Διότι οι
νικητές δεν είχαν καμιάν έλλειψη σε φωτεινές θεότητες της καθημερινότητας.
Μεταγενέστεροι ερευνητές υπέθεσαν ότι υπήρξε μια διαδεδομένη στην Ελλάδα και
την Ιταλία αρχέγονη θρησκεία, συνδεδεμένη με τους τάφους και την εστία, η οποία
χρονικά προηγήθηκε κάθε άλλης ως οικιακή λατρεία, και αφορούσε αρχικά στον
σεβασμό προς τους νεκρούς, οι οποίοι κηδεύονταν μέσα στους οίκους τών ανθρώπων,
για όσο διάστημα επικρατούσε η αντίληψη ότι η ψυχή συνοδεύει το σώμα στον τάφο·
τίθεται μάλιστα και ευρύτερα το ερώτημα, μήπως όλες οι θρησκείες γεννήθηκαν
ατενίζοντας τον θάνατο; Είναι
πάντως φανερό ότι ένα αρχαιότατος λαός ή μια εθνότητα μπορεί να δημιουργήσει
μιαν ανθεκτική στο χρόνο παράδοση με τα ταφικά του ήθη. Και ίσως οι πρωτόγονοι
λαοί να διέθεταν στο ελληνικό έδαφος και τα αρχαιότερα μαντεία.
Κατά τα άλλα διαθέτουμε ελάχιστα στοιχεία
σχετικά με τις θρησκευτικές συναναστροφές μεταξύ λαών τών πρωίμων περιόδων τού
πολιτισμού. Κάποιοι απ’ αυτούς ίσως περιορίστηκαν αποκλειστικά στους δικούς
τους θεούς, επιδιώκοντας να επιβάλλουν παντού τη δική τους παράδοση, αρνούμενοι
να αποδεχτούν οτιδήποτε διαφορετικό· άλλοι πάλι ίσως να προσχώρησαν οικειοθελώς
σε μιαν υφιστάμενη θρησκεία, εμπλουτίζοντάς την με δικά τους λατρευτικά
στοιχεία. Ο πολυθεϊσμός έχει τις ενδοτικές του πλευρές και μπορεί να αφομοιώσει
ξένα στοιχεία· το παλαιό και το νέο
εξακολουθούν να συνυπάρχουν, και ένας ευφάνταστος λαός μπορεί να εμψυχώσει το
σύνολο με τρόπο, ώστε αυτό το σύνολο να φαίνεται ομοιογενές.
Στα στοιχεία που πιθανώς αντλήθηκαν από έναν αρχέγονο πολιτισμό
συγκαταλέγεται και η πίστη στις
μεταμορφώσεις. Χωρίς να έχουμε αυταπάτες σχετικά με τον καθαρά υποθετικό
χαρακτήρα αυτής τής αντίληψης , θα ξεκινήσουμε τη μελέτη μας παρενθέτοντας ένα
κεφάλαιο γι’ αυτό το φαινόμενο, πριν προχωρήσουμε στην έρευνα των λοιπών
θρησκευτικών αντιλήψεων.
Ι. ΟΙ
ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ
Τον 7ο
και τον 6ον αιώνα έγινε, όπως γνωρίζουμε, απόπειρα να διεισδύσει στην
ελληνική κοσμοαντίληψη η πίστη στη μετεμψύχωση. Αργότερα όμως η αντίληψη αυτή
απορρίφθηκε πλήρως από το έθνος, παρ’ όλες τις προσπάθειες του Πλάτωνα·
διατηρήθηκε όμως με τη μορφή τής πίστης σε έναν διαρκή, άλλο κόσμο.
Από τα
βάθη τών αιώνων βλέπουμε όμως να αναδύεται κάτι το εντελώς διαφορετικό: η
μεταμόρφωση. Σε αρκετούς λαούς συναντάται η ιδέα ότι οι ψυχές τών νεκρών
διαμένουν σε ορισμένα ζώα, και στη συνείδηση των Ελλήνων παρόμοιες μεταστάσεις
ή μεταμορφώσεις απέκτησαν τόσο μεγάλη σημασία, ώστε σε μεταγενέστερα χρόνια να
εξακολουθούν να εμπνέουν χρονικογράφους και ποιητές.
Ίσως οι
πρώτες περιγραφές να ήταν ως οι εξής: ολόκληρη η φύση, κι όχι μόνον οι άνθρωποι και τα ζώα, αλλά επίσης και τα
φυτά, οι λίθοι και το νερό διαθέτουν ζωή, ακόμη
και συνείδηση, όπως πιστεύουν και σήμερα κάποιοι πρωτόγονοι λαοί· ο άνθρωπος
αναγνώρισε «τους αδελφούς του στους σιωπηλούς θάμνους, τους ανέμους και το
νερό», στα
οποία κυριαρχούν οι θεοί, οι οποίοι ούτε καταστρέφουν ούτε δημιουργούν κάτι το
ιδιαίτερο, αλλά είναι σε θέση να μεταφέρουν θαυματουργικά την ύπαρξη
της ζωής από τη μια μορφή σε μιαν άλλη. Αυτό που κάποτε ήταν ένας
άνθρωπος, ένα άτομο, αποδίδεται (για λόγους εκδίκησης, από συμπόνια ή από
εύνοια) στην ποικιλότητα της φύσης, στο διαρκές και στο μη ατομικό, και έτσι
ο λαός διαισθάνεται παντού, μέσα στα ζώα, τα δέντρα, τις πηγές, τους
βράχους και σε αλλόκοτες μορφές την παρουσία τών προγόνων του.
Η σχετική
με τους θεούς παράδοση των Ελλήνων αποδεικνύει το πόσο
εξοικειωμένοι ήταν με τις μεταμορφώσεις. Είναι σχεδόν βέβαιο ότι αυτοί οι ίδιοι θεοί λατρεύτηκαν στο παρελθόν με τη μορφή ζώων, όπως
και στην Αίγυπτο· σύμφωνα μάλιστα με τη μεταγενέστερη παράδοση, οι Έλληνες θεοί
κατέφυγαν, εκτός από τον Δία και την Αθηνά, στην Αίγυπτο για να προστατευτούν
από τον Τυφώνα, όπου και μεταμορφώθηκαν σε ζώα. Λεγόταν ότι ο Απόλλων
μεταμορφώθηκε σε γεράκι, και ο Ερμής σε ίβιδα, ο Άρης σε ένα μεγάλο ψάρι, η
Άρτεμις σε γάτα, ο Διόνυσος σε τράγο, ο Ηρακλής σε ελάφι, ο Ήφαιστος σε βόδι, η
Λητώ σε μυγαλή . Όπως αναφέρει κατηγορηματικά ο
Ηρόδοτος (VIII, 41), στην Αθήνα εξακολουθούσαν να πιστεύουν μυστικά, ακόμη και την
εποχή τών περσικών πολέμων, ότι ο φύλακας όφις τής Ακρόπολης ήταν η ίδια η
Παλλάδα Αθηνά, ενώ το ίδιο συνέβαινε και με τους
όφεις στα ιερά τού Ασκληπιού. Σε ακόμα μεταγενέστερους χρόνους, το σκουρόχρωμο
περιστέρι που κάθε χρόνο έφτανε πρώτο από την Αφρική στο περίφημο ιερό τού
σικελικού όρους Έρυκας, θεωρείτο ότι αντιπροσώπευε την ίδια την Αφροδίτη. Οι
πρόσκαιρες μεταμορφώσεις τών θεών είναι εξ άλλου απειράριθμες στη
μυθολογία, διανθίζοντάς την εντελώς παραστατικά, και αφήνοντας μάλιστα
συχνά να διαφανεί ο στοιχειώδης χαρακτήρας αυτής τής διαδικασίας.
Οι θεοί εμφανίζονται με συγκεκριμένες μορφές, είτε ως ζώα, είτε ακόμη ως νέφη,
ή χρυσή βροχή, αλλά συνήθως ως πτηνά· ο Όμηρος χρησιμοποιεί εντυπωσιακούς όρους
για την εμφάνιση και εξαφάνιση των θεών, που άλλοτε αφορούν στη συμπεριφορά και
άλλοτε στη μορφή τους. Η συχνή χρήση διαφόρων μορφών στις μεταμορφώσεις τών
υδάτινων θεοτήτων συμβολίζει τη μεταβλητότητα του κυματιστού ή
ρέοντος ύδατος· οι θεοί μπορούν όμως να μεταγγίζουν αυτή την ικανότητα και στους ευνοουμένους τους, όπως π.χ. ο Ποσειδών στον
εγγονό του Περικλύμενο. Επιπλέον οι θεοί μπορούν να δημιουργούν μορφές
φαινομενικές: ο Δίας σχηματίζει από ένα σύννεφο τη μορφή της Ήρας, η οποία
μεταμορφώνεται κατόπιν στον Ιξίωνα· κατ’ άλλους τη μορφή τού Ιξίωνα τη δημιούργησε η ίδια η Ήρα.
Αλλά οι
μεταμορφώσεις όντων που μπορούν να μεταβάλλουν συνεχώς τη μορφή τους δεν θα μας
απασχολήσουν σ’ αυτό το κεφάλαιο· θα πρέπει επίσης να αποκλείσουμε τις καθαρά
ευκαιριακές μεταμορφώσεις που επιβάλουν οι θεοί στους ανθρώπους για πολύ
συγκεκριμένους λόγους· θα περιοριστούμε μάλλον στις οριστικές και πλήρεις
μεταμορφώσεις μη θείων όντων.
Σε σχέση
με τις μεταμορφώσεις ανθρώπων σε άλλα όντα υπάρχει κατ’ αρχάς ένα κίνητρο που χαρακτηρίζει την
ελληνική λατρεία στην καθαυτό πρωτόγονη μορφή της. Δεδομένου ότι τη διάρκεια
του ανθρώπινου βίου δεν την καθορίζουν οι θεοί αλλά οι δυνάμεις τού πεπρωμένου,
η μεταμόρφωση είναι συχνά το μοναδικό μέσο εκδίκησης ή τιμωρίας. Δεν θα πρέπει
εξ άλλου να απαιτήσουμε εδώ περισσότερη λογική συνέπεια απ’ αυτήν που διακρίνει
και τους υπόλοιπους τομείς της ελληνικής θρησκείας, που στερείται τόσο
καθοδήγησης όσο και θεολογικής προστασίας. Φαντασιώσεις κάθε
είδους οδηγούν την παράδοση των μεταμορφώσεων σε διαφορετικές κατευθύνσεις,
και της προσδίδουν άλλοτε μια πιο ευχάριστη και άλλοτε μια περισσότερο
αποκρουστική και ζοφερή όψη. Οι αναφορές που μας παραδόθηκαν ανήκουν στο
μεγαλύτερο μέρος τους σε μεταγενέστερες εποχές, και τα αρχέγονα στοιχεία που
περιλαμβάνουν προσφέρονται σε παρανοήσεις. Επειδή πρόκειται για μια δυσνόητη
ακριβώς διαδικασία, που απαιτεί διαισθητική ικανότητα, οι πλέον ακριβείς
περιγραφές είναι αυτές που προκαλούν τη μεγαλύτερη δυσπιστία. Όταν,
για παράδειγμα, οι σύντροφοι του Διομήδη θανατώθηκαν σε νησί τής Αδριατικής από
Ιλλυρίους βαρβάρους, κατά τον Αντόνιο Λιβεράλι (2ος αιώνας μ. Χ.),
τα πτώματά τους εξαφανίστηκαν με απόφαση του Δία, οι ψυχές τους όμως μεταμορφώθηκαν
σε πουλιά, ενώ σύμφωνα με τους αυθεντικούς θρύλους η μοίρα τών πτωμάτων
τους αποσιωπάται.
Κατά
κανόνα οι θεοί είναι αυτοί που διενεργούν τις μεταμορφώσεις, χρησιμοποιώντας το
ραβδί τους, γι’ αυτό και η μάγισσα Κίρκη παρουσιάζεται ως αρχαία θεά. Αλλά και οι κατώτερες θεότητες ασκούν αυτή την εξουσία, ακόμη και
οι Μούσες, αν κάποιος προσπαθήσει να τους παραβγεί στο τραγούδι, και οι Νύμφες,
οι οποίες συνεχώς μεταμορφώνονται σε
πηγές και δέντρα. Συχνά όμως αναφέρεται μόνον η μεταμόρφωση, χωρίς τον
εκτελεστή της, σαν να ανακαλεί η φύση με τις δικές της δυνάμεις το
ατομικό σε μιαν από τις συλλογικές μορφές της. Σε αρκετές
περιπτώσεις η μεταμόρφωση συντελείται μετά τον φυσικό θάνατο, συνήθως όμως
έχουμε έναν αιφνίδιο μετασχηματισμό τής ζωής.
Την
πλειονότητα των μεταμορφώσεων προκαλεί η εκδίκηση ή η επιβολή τιμωρίας· άλλες
φορές όμως οι μεταμορφώσεις σημαίνουν μεγάλην εύνοια, ή τη συμπόνια των θεών,
τη μοναδική δηλ. υπάρχουσα σωτηρία. Η Μύρρα (ή Σμύρνα), που την κατέστησε έγγυο
ο πατέρας της, εκλιπαρούσε τούς θεούς να τη μετατρέψουν σε ένα άλλο ον, και
έτσι μεταμορφώθηκε στο γνωστό δέντρο. Συχνά η μεταμόρφωση συντελείται
προκειμένου να προστατέψει την τιμή από μια χειρότερη μοίρα.
Η πίστη στις μεταμορφώσεις συνδέεται
μερικές φορές εμφανώς με τον καθαυτό πανδαιμονισμό, που εμφανίζεται σε
διαφορετικέ εποχές στους Έλληνες και απεικονίζεται παραστατικά από τη σκοτεινή
ρήση του Θαλή, πάντα πλήρη θεών είναι.
Η αντίληψη ότι κάποια ιδιαίτερα παράξενα
όντα της φύσης μπορεί να διακατέχονται από γηραιές ανθρώπινες ψυχές, γίνεται
κατανοητή μόνο στη βάση μιας γενικότερης πίστης σε μιαν έμψυχη φύση. Η
συνάφεια αυτή είναι ιδιαίτερα εμφανής όταν πρόκειται για μεταλλάξεις στα
μεγαλύτερα στοιχεία ενός τοπίου, όπως οι χείμαρροι και τα βράχια. Στη θάλασσα
κατοικούν τόσες πολλές θεότητες κάθε κατηγορίας, που σχεδόν ταυτίζονται μαζί
της, καθιστώντας έτσι δυσδιάκριτο τον έναν ποταμό από τον θεό τού ποταμού· αλλά και στον παφλασμό τών κυμάτων κάποιας ακτής μπορεί κανείς
να αναγνωρίσει την ιδιαίτερη παρουσία μιας Νύμφης, όπως η Αργυρά (κοντά στο
Αίγιο της Αχαΐας)· ο βοσκός Σέλεμνος που την ερωτεύθηκε, και όταν εκείνη τον εγκατέλειψε πέθανε από τη θλίψη του, έδωσε το
όνομά του στον παράκτιο ποταμό. Ένας ακόμη κοντινός παράκτιος ποταμός
δανείστηκε το «αθάνατο» σώμα τής παρθένας Βολίνης, που τη μεταμόρφωσε ο
Απόλλων, επειδή εκείνη τον απέρριψε. Η Αρέθουσα και ο Αλφειός, που χύθηκε στη
θάλασσα για να την αρπάξει, ήταν μεταμορφωμένοι άνθρωποι, όπως το
αποδεικνύει η σφοδρή ορμητικότητα του ποταμού· στην πηγή Σύβαρι, κοντά στην
Κρίσα, υπήρχε ένα μεταμορφωμένο θηρίο· ο Εύηνος, που αναζητεί την απαχθείσα
θυγατέρα του, πέφτει στον ποταμό Λυκόρμα και «γίνεται αθάνατος»· από τότε ο
ποταμός φέρει το όνομά του. Στα βραχώδη όρη, η υψηλότερη κορυφή φέρει μερικές
φορές το όνομα ενός διάσημου άνδρα, όπως η κορυφή «σκοπιά
τού Βάττου» στην Αρκαδία· ο Βάττος υποσχέθηκε στον Ερμή να μην τον προδώσει, όταν
τον είδε να περνά από μπροστά του με τα κλεμμένα πρόβατα του Απόλλωνα, με
αντάλλαγμα έναν χιτώνα· αργότερα φανέρωσε όμως το μυστικό στον ίδιον τον Ερμή,
που τον επισκέφτηκε μεταμορφωμένος· «μεταμορφωμένος τώρα ο Βάττος σε βράχο,
υπομένει τον καύσωνα και την παγωνιά». Σε βράχο μεταμορφώθηκε και ο Πανδάρεως
μετά από κλοπή. Ήταν αναπόφευκτο, αν κάποιος βράχος είχε τη μορφή ανθρωπίνου
σώματος να θεωρείται ως άνθρωπος, που τον απολίθωσε
η οργή τών θεών· όπως ο βοσκός Κραυγαλεύς, που απολιθώθηκε από τον Απόλλωνα
επειδή, όταν τού ζητήθηκε να μεσολαβήσει στη διαφορά μεταξύ τριών θεών για τη
βασιλεία τής Αμβρακίας, προέκρινε τον Ηρακλή. Ας υπενθυμίσουμε μόνο το περίφημο
παράδειγμα της Νιόβης. Αν η μεταμόρφωση κάποιου ανθρώπου σε ποταμό δηλώνει έπαινο, ή ακόμη και θεοποίηση, η απολίθωση
σημαίνει αντιθέτως και συνήθως εκδίκηση, και μάλιστα ιδιαίτερα σκληρή, γιατί
έχει διαρκή, ίσως και αιώνιο χαρακτήρα. Ορισμένα ζώα είχαν την ίδια τύχη, όπως
εκείνος ο λύκος που χρησίμευσε για ορόσημο ανάμεσα στη Λοκρίδα και τη Φωκίδα,
γιατί είχε κάποτε κατασπαράξει ένα κοπάδι τού Πηλέα. Αλλά και πολλοί θαλάσσιοι σκόπελοι θεωρούνταν ως απολιθωμένα καράβια, που υπήρξαν θύματα, σύμφωνα με
τα διασωθέντα παραδείγματα, της παραδοσιακής έχθρας ορισμένων θεών. Μας είναι
γνωστή από την Οδύσσεια η απολίθωση
του πλοίου τών Φαιάκων· σύμφωνα με μια παράδοση της Μιλήτου, ο Απόλλων
απολίθωσε το σκάφος τού Πόμπιλου, μεταμορφώνοντάς το στο φερώνυμο ψάρι, γιατί ο
Πόμπιλος θέλησε να σώσει την κόρη, που καταδίωκε ο θεός.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου