Fundamentalontologie und Gottesfrage
Του Friedrich-Wilhelm von Herrmann
1. "Αληθές βίωμα Θεού"-«Φιλοσοφία της ζώσας ζωής»-«Αληθής φιλοσοφία τής θρησκείας»
Οι επιστολές τού Heidegger προς την μνηστή του Elfriede Petri, που εκδόθηκαν για πρώτη φορά το 2005 και ξεκινούν από το τέλος τού 1915, δείχνουν ξεκάθαρα, πως η θεμελιώδης εμπειρία του έλαβε χώρα στις αρχές τού 1916, και είναι αυτή που τον οδήγησε στα πιο προσωπικά του φιλοσοφικά ερωτήματα. Στην επιστολή του τής 1.1.1916 τονίζει «πως μόνο το άπειρο, το άκρως προσωπικό (persönlichste) Πνεύμα τού Θεού στην απόλυτη πληρότητά του, μπορεί να είναι ο τελικός σκοπός και το τέλος για μας και την ύπαρξή (Dasein) μας» (Το παρόν απόσμασμα, όπως και τα υπόλοιπα από τις επιστολές του προς την γυναίκα του, περιέχονται στο βιβλίο «Mein liebes Seelchen!». Briefe Martin Heideggers an seine (Braut und) Frau Elfriede, 1915-1970, München 2005: Αγαπημένη μου ψυχούλα! Επιστολές τού Martin Heidegger στην (μνηστή και) σύζυγό του Elfriede). Δύο μέρες αργότερα, στις 3.1.1916 γράφει: «‘αληθής εμπειρία Θεού‘ είναι μια θαυμάσια, σπάνια χάρις, για την οποία καθίσταται άξιος κανείς μόνο μέσω τού πόνου». Με βάση αυτές τις εκφράσεις, καταλήγει στις 5.3.1916 στην προγραμματική διαπίστωση: «σήμερα γνωρίζω, πως επιτρέπεται να υπάρχει μια φιλοσοφία τής ζωντανής ζωής-πως μου επιτρέπεται να κηρύξω εναντίον τού ορθολογισμού αγώνα αιματηρό-χωρίς νά πέσω στην κατάρα τής μή επιστημονικότητας-μού επιτρέπεται-μού επιβάλλεται-και σήμερα βρίσκεται ενώπιον μου η αναγκαιότητα τού προβλήματος: πως μπορεί να δημιουργηθεί φιλοσοφία ως ζωντανή αλήθεια». Στις 12.5.1918 συνεχίζει την έκπτυξη τού φιλοσοφικού του προγράμματος: «με τις διαρκώς δρώσες προοπτικές θρησκευτικής εσωτερίκευσης ωριμάζει μέσα μου η αληθής φιλοσοφία τής θρησκείας και το φιλοσοφείν».
Η στοχαστική πρωταρχική εμπειρία τού Heidegger που εκφράζεται στα αποσπάσματα αυτά, και που είναι καθοριστική για τα προσωπικά του ερωτήματα, είναι αυτή μιας φιλοσοφίας τής «ζωντανής ζωής» και «ζωντανής αλήθειας». Η «ζωντανή ζωή» και η «ζωντανή αλήθεια» υποδεικνύουν αυτό που ο Heidegger ονομάζει στις διαλέξεις του από το 1919 και μετά «πραγματική» (faktische), «προθεωρητική» (vortheoretische), από την θεωρία ανέγγιχτη ζωή και ύπαρξη, μέσα στην πιο προσωπική κίνηση τού Είναι. Με άλλα λόγια, η εμπειρία της «ζωντανής» ζωής και της «ζωντανής» της αλήθειας, προεκλαμβάνει αυτό που ακολουθώντας τον δρόμο τών πρώιμων διαλέξεων του στις πόλεις Freiburg και Marburg, θα κατασταλάξει στο υπάρχον εν-τω-κόσμω-είναι τού Dasein που βρίσκεται μέσα στην κατάσταση φροντίδας και χρονικότητας (Sorge- und Zeitlichkeitsverfasstheit). Η εμπειρία όμως της «ζωντανής» ζωής βρίσκεται από την αρχή στον ορίζοντα μιας αντίληψης ενός «άπειρου, άκρως προσωπικού Πνεύματος τού Θεού» και του σπάνιου «αληθούς βιώματος τού Θεού», που γνωρίζεται (η εμπειρία) ως «θαυμάσια, σπάνια χάρις». Το φιλοσοφικό περι Θεού ερώτημα πρέπει να εκπτυχθεί από το αρχέγονο έδαφος τής «ζωντανής», προδιανοητικής, προθεωρητικής ζωής, ως «αληθής φιλοσοφία τής θρησκείας». Η «αληθής φιλοσοφία της θρησκείας» όμως, δεν πρέπει να εξαντλήσει την φιλοσοφία. Γιατί πέραν αυτής, ονομάζει και το «φιλοσοφείν εν γένει» (Philosophieren überhaupt), έργο του οποίου είναι να επεξεργαστεί το ερώτημα περί της «ζωντανής ζωής» ως τού αρχέγονου εδάφους κάθε φιλοσοφικού ερωτήματος. Αλλά και το «φιλοσοφείν εν γένει» θα πρέπει να φυτρώσει από «τις διαρκώς δρώσες προοπτικές θρησκευτικής εσωτερίκευσης». Εάν το φιλοσοφικό θεμελιωτικό ερώτημα περί τού άκρως προσωπικού είναι τής «ζωντανής ζωής», είναι η βέβαιη προμορφή τής μετέπειτα διατυπωμένης ως θεμελιώδους ερωτήματος ερμηνευτικής φαινομενολογίας τού Dasein, τότε η «φιλοσοφία τής ζωντανής ζωής» που στοχεύει στην θεμελιώδη οντολογία, βρίσκεται εξ αρχής σε μια θεμελιώδη αναφορά στον Θεό. Με αυτά αποκτήσαμε μια ουσιαστική αντίληψη που θα μας συνοδεύσει στην πορεία μας.
2. Ερμηνευτική φαινομενολογία τής πραγματικής ζωής και Dasein ως έδαφος για την αληθινή ιδέα τής χριστιανικής φιλοσοφίας
Αυτό που ο Heidegger υποδεικνύει στην επιστολή του προς τον Engelbert Krebs και που ήδη από το 1916 χαρακτήρισε ως "φιλοσοφία τής ζωντανής ζωής», καταγράφεται για πρώτη φορά στην πρώτη μεταπολεμική σειρά διαλέξεών του με τον προγραμματικό τίτλο «Η ιδέα τής φιλοσοφίας και το πρόβλημα τής κοσμοθεωρίας (Weltanschauungsproblem)». «Η φιλοσοφία τής ζωντανής ζωής» κατανοείται τώρα ως «προθεωρητική αρχέγονη επιστήμη» τής προθεωρητικής ζωής και βιώματος μέσα στον περιβάλλοντα κόσμο (Umweltleben und Umwelterlebnis), και το προθεωρητικό βίωμα στον περιβάλλοντα κόσμο καθορίζεται στην προσωπική δομή του ως Ereignis (συμβεβηκός, γεγονός). Ονομάζεται Er-eignis, εφόσον το βίωμα τού περιβάλλοντος κόσμου ζει «από τα δικά του (Eigene). Αργότερα θα ονομαστεί «ύπαρξη» (Existenz). Στην επόμενη σειρά μαθημάτων κατά το χειμερινό εξάμηνο 1919/20 με τον τίτλο «Θεμελιώδη προβλήματα της φαινομενολογίας», η φιλοσοφική αρχέγονη επιστήμη τού βιώματος τού περιβάλλοντος κόσμου, λαμβάνει το όνομα «Αρχέγονη επιστήμη τής πραγματικής (faktisch)», δηλαδή προθεωρητικής ζωής.
Κατά το θερινό εξάμηνο τού 1920, με θέμα «Φαινομενολογία της θεώρησης και της έκφρασης», ο Heidegger καταπιάνεται και πάλι με το πρόγραμμα της «αληθούς φιλοσοφίας της θρησκείας». Στο σημείο αυτό βρίσκουμε σαφείς προτάσεις, που στην μέχρι τώρα επιστημονική βιβλιογραφία αγνοήθηκαν: «υπάρχει ανάγκη μιας επί τών αρχών ενασχόλησης με την ελληνική φιλοσοφία και την δι’ αυτής παραμόρφωση τής χριστιανικής ύπαρξης (Existenz). Η αληθινή ιδέα της χριστιανικής φιλοσοφίας...Ο δρόμος προς μια αρχέγονη χριστιανική-χωρίς ελληνισμό-θεολογία».(Στο Phänomenologie der Anschauung und des Ausdrucks). Η φιλοσοφία τής θρησκείας θα γίνει αληθινή, όταν το χριστιανικό εξάγεται και προκύπτει εντελώς από την αυθύπαρξη (Eigensein) τής προθεωρητικής-πραγματικής ζωής. Η ελληνική φιλοσοφία «παραμόρφωσε» την χριστιανική ύπαρξη με την διείσδυσή της στον Χριστιανισμό, γιατί στην ουσία της είναι θεωρητική-διανοητική, και για τον λόγο αυτό συγκάλυψε τήν προθεωρητική ζωτικότητα τής αρχέγονης χριστιανικής κατανόησης τής ύπαρξης.
Ἐπειδὴ δὲ ἡ ἀρχὴ κατὰ φύσιν προτέτακται τῶν ἀπ᾿ αὐτῆς, ἀναγκαίως περὶ τῶν ἀπὸ χρόνου τὸ εἶναι ἐχόντων διαλεγόμενοι, ταύτην ἁπάντων προέταξε τὴν φωνήν, εἰπών, Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν.
Ἦν γάρ τι, ὡς ἔοικεν, καὶ πρὸ τοῦ κόσμου τούτου, ὃ τῇ μὲν διανοίᾳ ἡμῶν ἐστὶ θεωρητόν, ἀνιστόρητον δὲ κατελείφθη, διὰ τὸ τοῖς εἰσαγομένοις ἔτι καὶ νηπίοις κατὰ τὴν γνῶσιν ἀνεπιτήδειον. Ἦν τις πρεσβυτέρα τῆς τοῦ κόσμου γενέσεως κατάστασις ταῖς ὑπερκοσμίοις δυνάμεσι πρέπουσα, ἡ ὑπέρχρονος, ἡ αἰωνία, ἡ ἀΐδιος. Δημιουργήματα δὲ ἐν αὐτῇ ὁ τῶν ὅλων κτίστης καὶ δημιουργὸς ἀπετέλεσε, φῶς νοητὸν πρέπον τῇ μακαριότητι τῶν φιλούντων τὸν Κύριον, τὰς λογικὰς καὶ ἀοράτους φύσεις, καὶ πᾶσαν τὴν τῶν νοητῶν διακόσμησιν, ὅσα τὴν ἡμετέραν διάνοιαν ὑπερβαίνει, ὧν οὐδὲ τὰς ὀνομασίας ἐξευρεῖν δυνατόν. Ταῦτα τοῦ ἀοράτου κόσμου συμπληροῖ τὴν οὐσίαν, ὡς διδάσκει ἡμᾶς ὁ Παῦλος, λέγων, Ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα, εἴτε ὁρατά, εἴτε ἀόρατα, εἴτε θρόνοι, εἴτε κυριότητες, εἴτε ἀρχαὶ, εἴτε ἐξουσίαι, εἴτε δυνάμεις, εἴτε ἀγγέλων στρατιαὶ, εἴτε ἀρχαγγέλων ἐπιστασίαι· ὅτε δὲ ἔδει λοιπὸν καὶ τὸν κόσμον τοῦτον ἐπεισαχθῆναι τοῖς οὖσι, προηγουμένως μὲν διδασκαλεῖον καὶ παιδευτήριον τῶν ἀνθρωπίνων ψυχῶν· ἔπειτα μέντοι καὶ ἁπαξαπλῶς πάντων τῶν ἐν γενέσει καὶ φθορᾷ ἐπιτήδειον ἐνδιαίτημα. Συμφυὴς ἄρα τῷ κόσμῳ, καὶ τοῖς ἐν αὐτῷ ζῴοις τε καὶ φυτοῖς, ἡ τοῦ χρόνου διέξοδος ὑπέστη, ἐπειγομένη ἀεὶ καὶ παραρρέουσα, καὶ μηδαμοῦ παυομένη τοῦ δρόμου. Ἢ οὐχὶ τοιοῦτος ὁ χρόνος, οὗ τὸ μὲν παρελθὸν ἠφανίσθη, τὸ δὲ μέλλον οὔπω πάρεστι, τὸ δὲ παρὸν πρὶν γνωσθῆναι διαδιδράσκει τὴν αἴσθησιν;
H NEA ONTΟΛΟΓΙΑ ΚΑΘΩΣ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΑΦΑΙΡΕΙ ΤΗΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΑΟΡΑΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. ΟΠΩΣ ΜΑΣ ΤΗΝ ΣΚΙΑΦΡΑΦΗΣΕ Ο ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΣΤΟ ΘΡΥΛΙΚΟ ΒΙΝΤΕΟ, ΠΤΩΣΗ-ΚΡΙΣΗ-ΚΟΛΑΣΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου