Συνέχεια από: Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2024
HEIDEGGER.
Του Enrico Berti.
4. Η ενότης τού Είναι σάν "αλήθεια"(συνέχεια)
Η αλήθεια σάν αυτοφανέρωση τού Είναι, σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, θα απεδείκνειε από το ένα μέρος πώς το «είναι αυτό εδώ τώρα» (Dasein), δηλαδή το Είναι τού ανθρώπου[χωρίς Θεό, χωρίς τό θεϊκό στοιχείο], είναι το άνοιγμα, δηλαδή μία διαθεσιμότητα για ανακάλυψη, και από το άλλο πώς «το χρησιμοποιούμενο ενδοκοσμικό όν», δηλαδή εκείνο το όν που είναι του χεριού μας (στην διάθεση τού ανθρώπου) είναι με την σειρά του διαθέσιμο στο ανοιχτό Είναι. Ο καλύτερος τρόπος με τον οποίο το «Είναι τώρα», δηλαδή ο άνθρωπος, εκφράζει αυτή του τήν διαθεσιμότητα να ανακαλύψει το όν, είναι για τον Χάιντεγκερ η διαβεβαίωση (ausage), δηλαδή η κρίση, η οποία εκφράζει αυτή την διπλή και αμοιβαία διαθεσιμότητα σαν σχέση, ή ανταπόκριση, ανάμεσα σε δύο «απλές παρουσίες».
Είναι και Χρόνος, μετφ. Τζαβάρα, 1ος
Τόμος σ. 350 §44,225!
«Με
το που
εκφράζεται η απόφανση, το αποκαλύπτεσθαι τών όντων μεταβαίνει στο Είδος
τού Είναι τών πρόχειρων ενδοκόσμιων όντων. Στο μέτρο όμως τώρα που μέσα σ
’αυτό το
αποκαλύπτεσθαι ώς αποκαλύπτεσθαι κάτινος διατηρείται μία σχέση με κάτι
παρευρισκόμενο, το αποκαλύπτεσθαι (η αλήθεια) μεταβάλλεται σε
παρευρισκόμενο
σχετισμό μεταξύ παρευρισκόμενων όντων (Intellectus και res)».
[Ίσως την άξιζε ο Χάιντεγκερ μία τέτοια μετάφραση. Κατά γράμμα, ακατανόητη,
πιστή στο πρωτότυπο. Οι Έλληνες αδύνατον να μεταφέρουν τα κείμενα στην Ελληνική
γλώσσα, όπως από πολύ νωρίς δίδαξε ο Παπαδιαμάντης. Δυστυχώς η ίδια τύχη
περίμενε και την Μεταφυσική του Αριστοτέλη. Μεταφράστηκε στην Ελληνογερμανική!].
«Το ξεσκέπασμα τού όντος και η έκφραση
τής ανταπόκρισης (ομοιότητος) συναντώνται στον τρόπο τού Είναι τού ενδοκοσμικού
διαθέσιμου όντος. Αλλά καθώς τώρα, στην αποκάλυψη αυτή καθώς ξεσπεπάζεται και
διατίθεται…. συστήνεται βαθμιαίως μία αναφορά στην απλή παρουσία, η αποκάλυψη
(αλήθεια) γίνεται, από μέρους της, μία σχέση απλώς-παρούσα ανάμεσα σε δύο
απλές παρουσίες (intellectus και res)».
Με άλλα λόγια, καθώς το διαθέσιμο
ενδοκοσμικό όν είναι στον χρόνο και η διαβεβαίωση (συμφωνία) είναι η κοινή
έννοια τού χρόνου σαν ακολουθία και διαδοχή πολλών «τώρα», δηλαδή πολλών
«παρόντων» η αλήθεια η οποία εκφράζεται από την ανταπόκριση είναι η αλήθεια σαν
απλή παρουσία, δηλαδή σαν απλό δόσιμο στον παρόντα χρόνο. Εδώ, όπως βλέπουμε
αναδύεται η επιρροή τής ερμηνείας την οποία είχε δώσει ο ίδιος ο Χάιντεγκερ από
τον καιρό τής αναφοράς Natorp, τής αριστοτελικής οντολογίας, σαν αντικατάστασης τού Είναι με την ουσία, δηλαδή με το Είναι-προϊόν. Το ενδοκοσμικό χρησιμεύον
(χρησιμοποιούμενο) όν, δεν είναι άλλο από το Είναι-προϊόν.
Ο Αριστοτέλης σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ,
είναι αυτός ο οποίος πρώτος εισήγαγε τήν θεωρία, στην Φυσική, τής κοινής
έννοιας τού χρόνου σαν διαδοχής πολλών «τώρα», δηλαδή πολλών «απλώς παρόντων»
με τον διάσημο ορισμό τού χρόνου σαν «αριθμό τής κινήσεως σύμφωνα με το πριν
και το μετά». Αυτό συνέβη, σύμφωνα με τον Χάιντεγκερ, λόγω τής αριστοτελικής
οντολογίας τής φύσεως, στην οποία ο χρόνος τοποθετείται δίπλα στον τόπο και
στην κίνηση. Ο Χρόνος λοιπόν είναι το αριθμούμενο «τούτο γάρ εστιν ο χρόνος,
αριθμός κινήσεως κατά το πρότερον και ύστερον» (Φυσικά Δ11, 219 b 1-2).
Παρ ’όλα αυτά, ακόμη και στην περίπτωση τού χρόνου, όπως και στην περίπτωση τής
αλήθειας, ο Αριστοτέλης εξέφρασε επίσης και την αυθεντική εννοιολόγηση τού χρόνου σαν καταγωγικής χρονικότητος τού Είναι εδώ τώρα (Dasein),
ακριβώς με το Dasein, προηγούμενος σ’ αυτό τής εννοιολόγησης τού Αυγουστίνου
και τού Κάντ!
«Μολονότι
αρχικά και κατά το πλείστον
η κοινότυπη εμπειρία τού χρόνου γνωρίζει μόνον τόν «κοσμόχρονο», τού
δίνει
εντούτοις πάντα μία εξαιρετική σχέση προς την ψυχή και το πνεύμα. Και
τούτο, ακόμη και όταν λείπει ένας ρητός και πρωταρχικός προσανατολισμός
τής
φιλοσοφικής έρευνας προς το υποκείμενο. Ως μαρτυρία γι’ αυτό ας σταθούν
αρκετά
δύο χαρακτηριστικά χωρία. Λέει ο Αριστοτέλης: εί δε μηδέν άλλο πέφυκεν αριθμείν
η ψυχή και ψυχής νούς, αδύνατον είναι χρόνος ψυχής μη ούσης. (Αλλ’ αν εκ φύσεως
δεν υπάρχει τίποτ’άλλο που να αριθμεί παρά η ψυχή και ο νους τής ψυχής,
αδύνατον είναι χρόνον ψυχής μη ούσης) [Φυσικά Δ14,223 α 25]. Και ο Αυγουστίνος
γράφει: Μού φάνηκε λοιπόν ότι ο χρόνος δεν είναι τίποτ’άλλο από μία εκτατότητα
(διέκταση), αλλά ποιανού πράγματος εκτατότητα, δεν ξέρω και θα ήταν εκπληκτικό
αν δεν ήταν εκτατότητα τής ίδιας τής ψυχής! (Εξομολογήσεις Βιβλ. XI,
κεφ. 26). Άρα και η ερμηνεία τού Dasein
ως χρονικότητος δεν βρίσκεται κατά βάσιν έξω από τον
ορίζοντα τής κοινότυπης έννοιας τού χρόνου. Και ήδη ο Έγελος έχει κάνει μία
ρητή προσπάθεια να συνάψει τον κοινότυπα
κατανοούμενο χρόνο με το πνεύμα. Στον Kant αντίθετα, ενώ ο
Χρόνος είναι ασφαλώς υποκειμενικός, στέκεται όμως δίπλα στο «εγώ σκέπτομαι» χωρίς
να δένεται μαζί του! (Είναι και Χρόνος §81,427!).
Η σπουδαιότης η οποία αποδίδεται από
τον Χάιντεγκερ στην αριστοτελική θεωρία τής αλήθειας, από αυτόν ερμηνευμένης
σαν αλήθεια βασικώς προκατηγορικής, επιβεβαιώνεται από την σειρά μαθημάτων στις
θεμελιώδεις έννοιες τής αρχαίας φιλοσοφίας, όπου αντιπαραθέτει εκ νέου τήν
εννοιολόγηση τής Μεταφ Ε4 (αλήθεια τής κρίσεως) με εκείνην τής Μετφ. Θ 10
(προκατηγορική αλήθεια) δηλώνοντας ότι αυτή η τελευταία είναι το θεμέλιο της
προηγούμενης και ότι βάσει αυτής η αλήθεια γνωρίζεται μέσω μίας απλής
ανακάλυψης με το απλό κοίταγμα, το βλέπειν, «μία απλή και ευθεία αντίληψη». Με
την αριστοτελική έννοια τής αλήθειας ο Χάιντεγκερ ασχολήθηκε σε άλλες δύο
σειρές μαθημάτων στο Φράιμπουργκ μετά την επιστροφή του στο πανεπιστήμιο αυτό,
δηλαδή η ήδη μνημονευθείσα σειρά Βασικές έννοιες τής μεταφυσικής, τού χειμερινού
εξαμήνου 1929-30 και τα μαθήματα "Περί τής ουσίας τής ανθρώπινης Ελευθερίας. Βασικά ερωτήματα τής φιλοσοφίας", τού καλοκαιρινού εξαμήνου τού 1930. Αυτά τα
τελευταία μαθήματα είναι σύγχρονα με την σημαντική του διάλεξη «Η ουσία τής
ελευθερίας», (η οποία εκδόθηκε το 1943), όπου υποστηρίζει ότι η ουσία της
αλήθειας είναι η ελευθερία, δηλαδή η εγκατάλειψη του όντος! Στο πρώτο μάθημα ο Χάιντεγκερ
επαναλαμβάνει και αναπτύσσει όσα είπε στα μαθήματα τού Μαρβούργου περί τής
αλήθειας, σχετικά με τον λόγο σαν ομιλία η οποία ανακαλύπτει (αποφαίνεται) το
Είναι, προσθέτοντας στην ανάλυση τών χωρίων που σχολιάσαμε προηγουμένως εκείνη
την ανάλυση περί τής ψυχής ΙΙΙ,6 (Περί τής νοήσεως τών «αδιαιρέτων»). Στο
δεύτερο αναπτύσσει την θέση την οποία υπαινίχθηκε στα μαθήματα τού Μαρβούργου
περί τού πρωτείου τού Είναι σαν αληθινό απέναντι σε άλλες σημασίες τού Είναι
που έδειξε ο Αριστοτέλης!
Στην
αριστοτελική έννοια τής αλήθειας
ο Χάιντεγκερ επιστρέφει στα μαθήματα τού Φράιμπουργκ κατά την διάρκεια
τού χειμερινού εξαμήνου 1937-38 μετά την διάσημη Στροφή, στο θέμα: Βασικές έννοιες
τής Μεταφυσικής, Επιλεγμένα «προβλήματα της Λογικής», όπου αποδίδει στον
Αριστοτέλη σχεδόν αποκλειστικά την έννοια τής αλήθειας σαν αντιστοιχία ή
ακρίβεια, ή προσαρμογή, ή ομοιότης ανάμεσα στην σκέψη και στο Είναι, παρότι δεν
ξεχνά να αναφέρει ότι στην Μετφ. Θ10 αυτή η έννοια βασίζεται σε εκείνη τής
αλήθειας σαν φανέρωση, αποκάλυψη η οποία εξισούται με την Φύση, εννοημένης μέσω
τού νού, και η οποία θα ήταν «ο τελευταίος απόηχος της καταγωγικής ουσίας τής
αλήθειας»! Τέλος στο «Η διδασκαλία του Πλάτωνος για την αλήθεια», του 1942 ο Χάιντεγκερ
αποδίδει στον Αριστοτέλη κάτι διφορούμενο στον καθορισμό
τής ουσίας τής αλήθειας, λόγω τού γεγονότος ότι στην Μετφ. Θ10 - το οποίο
κρίνεται σαν ο τόπος όπου η αριστοτελική σκέψη φτάνει το αποκορύφωμά της- η
φανέρωση είναι το βασικό χαρακτηριστικό τού όντος, αλλά ταυτοχρόνως είναι
παρούσα και η έννοια τής αλήθειας σαν αντιστοιχία τής βεβαιώσεως με την
κατάσταση τών γεγονότων, τών πράξεων!
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου