Η συζήτηση ενός σωστού αναπτυξιακού νόμου, ειδικά εάν έχει τουλάχιστον δεκαετή προοπτική εφαρμογής, είναι σημαντικότερη από τη συζήτηση του προϋπολογισμού. Εύλογα, αφού αφορά την παραγωγή πλούτου εκ μέρους τόσο του δημοσίου, όσο και του ιδιωτικού τομέα – όταν ο προϋπολογισμός αφορά κυρίως φορολογικά έσοδα και δαπάνες του δημοσίου. Εν τούτοις, όταν το νομοσχέδιο δεν έχει τη σοβαρότητα που οφείλει, οι συζητήσεις δεν έχουν νόημα – δυστυχώς!
Κοινοβουλευτική Εργασία
Θα ξεκινήσουμε λέγοντας πως από τότε που ανήλθε στην εξουσία η κυβέρνηση, από το 2ο εξάμηνο του 2019, η Ελλάδα βίωσε μία σημαντική πτώση του ρυθμού ανάπτυξης – αμέσως μετά τη δεύτερη μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρώπη, ύψους 9%, παρά το ότι είναι η μοναδική που έχασε το 25% του ΑΕΠ της στα προηγούμενα χρόνια των μνημονίων.
Σήμερα δε βιώνει μία ακρίβεια άνευ προηγουμένου, φτώχεια και απογοήτευση, παρά τα αναπτυξιακά σχέδια που έχουν ψηφισθεί – καθώς επίσης έναν ενεργειακό Αρμαγεδδώνα που τουλάχιστον κατά 50% οφείλεται στα δύο θηριώδη λάθη της κυβέρνησης:
Στην πρόωρη απολιγνιτοποίηση χωρίς σχέδιο και στο χρηματιστήριο ενέργειας που εμείς είχαμε καταψηφίσει, προειδοποιώντας τότε για το τι θα συνέβαινε – θυμίζοντας πως από κάτι ανάλογο χρεοκόπησε η Καλιφόρνια, μέσω της Enron.
Χωρίς ανταγωνιστικό κόστος ενέργειας πάντως είναι αδύνατη η βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας, όσα νομοσχέδια και αν κατατεθούν – οπότε προηγείται η επίλυση του συγκεκριμένου προβλήματος από κάθε τι άλλο.
Θα μπορούσε βέβαια να μας αντικρούσει ο υπουργός, λέγοντας πως το 2021 είχαμε ανάκαμψη της τάξης του 8,5% – σύμφωνα τουλάχιστον με τις δικές μας προβλέψεις, από τα μέσα του έτους.
Δυστυχώς όμως η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική, με την έννοια πως απλά επέστρεψε η χώρα, στην καλύτερη των περιπτώσεων, στο ΑΕΠ του 2019 – με τεράστιο κόστος, όπως είναι τα 43,3 δις € που σπαταλήθηκαν με δανεικά, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος μας κατά περίπου 26% του ΑΕΠ, με επί πλέον δίδυμα ελλείμματα.
Συνεχίζοντας, ειλικρινά αδυνατούμε να καταλάβουμε γιατί δεν εφαρμόζει τα αυτονόητα η κυβέρνηση.
Ειδικότερα, με δεδομένο το ότι, ο 4ος συντελεστής του ΑΕΠ, το εμπορικό ισοζύγιο, μειώνει το ΑΕΠ εάν είναι αρνητικό, το κάθε αναπτυξιακό σχέδιο οφείλει να επικεντρώνεται εκεί ακριβώς – στην αύξηση των εξαγωγών και στη μείωση των εισαγωγών, με τη στήριξη των εγχωρίων επενδύσεων.
Τονίζουμε, με τη στήριξη των εγχωρίων επενδύσεων – όχι με το ξεπούλημα σε ξένους που οδηγούν την προστιθέμενη αξία στις χώρες τους.
Ακόμη όμως και τότε, πρέπει ένα φιλελεύθερο κράτος να είναι μεν μικρό αλλά ισχυρό, για να μπορεί να ελέγχει τους ιδιώτες – διαφορετικά γίνεται έρμαιο τους, όπως στο πρόσφατο θέμα της Αττικής Οδού. Προφανώς δε να μην επιτρέπει μονοπώλια, ολιγοπώλια και καρτέλ – τα οποία απομυζούν δεκαετίες τώρα τους Έλληνες.
Έτσι μόνο μπορεί μία χώρα να παράγει πλούτο, αντί ζημίες και χρέη – αυξάνοντας την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας της με τη διενέργεια επενδύσεων, οπότε τους μισθούς και στο τέλος την κατανάλωση. Όχι στην αρχή την κατανάλωση, όπως ξανά σήμερα, με τα 43 δις € δανεικά.
Για να επιτευχθούν βέβαια όλα αυτά, χρειάζεται όραμα, σχέδιο και αλλαγή του αποτυχημένου οικονομικού μας μοντέλου – όπου όμως η κυβέρνηση δεν έχει δυστυχώς ούτε όραμα, ούτε σχέδιο.
Είναι δε σε τέτοιο βαθμό εξαρτημένη από τους δανειστές που δεν της επέτρεψαν ούτε το αυτονόητο: τη μείωση του ΦΠΑ στα είδη πρώτης ανάγκης και στην ενέργεια, όπως είχαμε προτείνει, ενώ κάτι ανάλογο ανακοίνωσε πολύ σωστά αργότερα ο υπουργός ανάπτυξης.
Αυτονόητο, επειδή αφενός μεν θα είχε καταπολεμηθεί ο πληθωρισμός, αφετέρου θα στηρίζονταν οι Πολίτες, χωρίς κανένα κόστος για το δημόσιο – αφού θα εισέπραττε τον ίδιο ΦΠΑ, στις αυξημένες τιμές.
Εκτός αυτού, δεν θα δημιουργούταν κανένα πρόβλημα στην εκτέλεση του προϋπολογισμού, αφού προβλέπει πληθωρισμό 0,8% για το 2022 – θυμίζοντας εδώ πως η Πολωνία μείωσε ήδη τον ΦΠΑ.
Επειδή τώρα ο υπουργός πραγματοποίησε μία από τις πολλές γνωστές του κυβιστήσεις, λέγοντας πως δεν προώθησε τη μείωση του ΦΠΑ επειδή δεν γνωρίζει ποια θα είναι αυτά τα αγαθά, για πόσο διάστημα και πόσο θα κοστίσει, όπως θα καταθέσουμε στα πρακτικά, είναι σωστό να τον ενημερώσουμε σχετικά με το τι δρομολόγησε η Πολωνία.
Ειδικότερα, η Πολωνία είχε πριν την πανδημία ΦΠΑ 5% στα βασικά τρόφιμα και 8% στην εστίαση, όταν εμείς 13% – ενώ ο βασικός συντελεστής της στο ΦΠΑ είναι 23%, καταθέτοντας τους συντελεστές μίας σειράς χωρών στα πρακτικά.
Με βάση τώρα τα στοιχεία του Υπουργείου Οικονομικών της που θα καταθέσουμε στα πρακτικά, για να ενημερωθεί ο υπουργός σχετικά με το ποια αγαθά είναι τα βασικά, στα τρόφιμα με συντελεστή 5% περιλαμβάνονται τα εξής: ψωμί, κρέας, ψάρι, φρούτα, λαχανικά, γαλακτοκομικά, αρτοσκευάσματα, ζυμαρικά και αμυλούχα, αυγά, χυμοί φρούτων και λαχανικών, σούπες, ζωμοί, καθώς επίσης παιδικές τροφές.
Στο 8% περιλαμβάνονται η ζάχαρη, τα μπαχαρικά, μερικά μεταποιημένα τρόφιμα, τα αγροεφόδια όπως οι σπόροι, τα λιπάσματα και τα ζιζανιοκτόνα, καθώς επίσης τα φαρμακευτικά – ενώ το 2020 τοποθέτησε κάποια επί πλέον προϊόντα στο 8%, λόγω της πανδημίας.
Περαιτέρω, το Νοέμβριο του 2021 μείωσε το ΦΠΑ στο φυσικό αέριο από το 23% στο 8% και στο ηλεκτρικό ρεύμα στο 5%, μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου – ενώ ήθελε να μειώσει το ΦΠΑ στα τρόφιμα στο μηδέν, αλλά η ΕΕ το αρνήθηκε.
Εν τούτοις, τον Ιανουάριο του 2022 κατήργησε τον ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα και στην ενέργεια – ενώ στήριξε 5 εκ. εκ των ασθενέστερων νοικοκυριών της, για να ανταπεξέλθουν με τον πληθωρισμό.
Ελπίζοντας τώρα πως ενημερώθηκε ο υπουργός σχετικά με το τι πρέπει να κάνει και σε ποια αγαθά, είναι ξεκάθαρο πως η κυβέρνηση διαπράττει λάθη επί λαθών – ενώ δρομολογεί επί πλέον την ακόμη μεγαλύτερη ενεργειακή μας εξάρτηση, επιβαρύνοντας το εμπορικό μας ισοζύγιο, άρα το ΑΕΠ, με αυξημένες αλλά και ακριβότερες εισαγωγές ενέργειας.
Περαιτέρω, σε μία επόμενη επιτροπή ο υπουργός παραπονέθηκε πως τον κατηγορούμε ότι, δεν έχει κάνει τίποτα – κάτι που ασφαλώς δεν ισχύει, αφού δεν μηδενίζουμε ποτέ κανέναν. Όλοι κάτι κάνουν – απλά δεν είναι αρκετό, με βάση τις μέχρι σήμερα εμπειρίες μας.
Όπως ο ίδιος ανέφερε, στα 2,5 χρόνια της θητείας του έχει εγκρίνει επενδυτικά σχέδια ύψους 8,1 δις €, με κρατική ενίσχυση 2,8 δις €. Έχει όμως αλήθεια καταλάβει πως το επενδυτικό κενό στην Ελλάδα, λόγω των καταστροφικών μνημονίων που εκθείαζε, υπερβαίνει τα 150 δις €;
Από την άλλη πλευρά, πώς δικαιολογούνται οι σημερινές περίπου 3.500 εκκρεμότητες σε επενδύσεις; Ποιος είναι υπεύθυνος για αυτές, εάν όχι ο υπουργός ανάπτυξης, το έργο του οποίου, όπως πολύ σωστά είπε ο ίδιος, είναι μετρήσιμο;
Συνεχίζοντας, ποιο είναι το καινούργιο σχέδιο της κυβέρνησης; Η μετατροπή μας σε μία εξαρτημένη οικονομία, μέσω του ξεπουλήματος των επιχειρήσεων μας, δημοσίων και ιδιωτικών, σε ξένους;
Το αντίθετο ακριβώς δεν έκανε η Ουγγαρία που βίωσε μία μεγάλη κρίση το 2008 και οδηγήθηκε στο ΔΝΤ, όταν κέρδισε τις εκλογές το 2010 μία πραγματικά πατριωτική, φιλελεύθερη κυβέρνηση; Δεν έδιωξε αμέσως το ΔΝΤ και δεν πέτυχε ένα οικονομικό θαύμα, ξεπληρώνοντας το μέσα σε τρία χρόνια;
Όσον αφορά δε την Πολωνία, είπαμε πως υιοθέτησε το «Σχέδιο Υπεύθυνης Ανάπτυξης» που βασίζεται σε πέντε πυλώνες: στην επαναβιομηχάνιση, στην ανάπτυξη καινοτόμων εταιριών, στην προσέλκυση επενδυτικών κεφαλαίων, στην επικέντρωση στις εξαγωγές και στην εξωστρέφεια, καθώς επίσης στην ισόρροπη κοινωνική και περιφερειακή ανάπτυξη.
Εκτός αυτού, δρομολόγησε το μεγαλύτερο δημόσιο πρόγραμμα για νεοφυείς επιχειρήσεις στην Ευρώπη – το «Start in Poland» που εμπνεύσθηκε από το ισραηλινό Yozma.
Δηλαδή, από τη χρήση χρημάτων του δημοσίου, για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων σε ισραηλινές όμως επιχειρήσεις – με στόχο την τόνωση των εγχωρίων επενδύσεων και όχι φυσικά των ξένων.
Είναι αλήθεια δύσκολο να λειτουργήσει ανάλογα η Ελλάδα, αντί να αναλώνονται οι κυβερνήσεις της σε νομοσχέδια επί νομοσχεδίων;
Στο σημερινό σχέδιο νόμου τώρα, θα ξεκινήσουμε με ένα σημαντικό σημείο του, καθώς επίσης με το τελικό συμπέρασμα μας:
Ειδικότερα, στην παρ. 10 του άρθρου 19, ο υπουργός Ανάπτυξης δημοσιεύει έναν Οδηγό Αξιολόγησης Επενδυτικών Σχεδίων, ο οποίος έχει βέβαια πολύ μεγάλη σημασία. Εν τούτοις, δεν συμπεριλαμβάνεται στο νομοσχέδιο – γεγονός που σημαίνει πως έχει κατατεθεί για νομοθέτηση μία αοριστία.
Ακόμη χειρότερα, σημαίνει πως θα εγκριθούν κάποια σχέδια, για να εισπραχθούν χρήματα που δεν γνωρίζουμε εάν υπάρχουν, από επιτροπές που μπορεί να αλλάξουν και με κριτήρια που θα θέσει όποτε θελήσει ο υπουργός. Δεν είναι κωμικοτραγικό; Θα μπορούσαμε ποτέ να ψηφίσουμε κάτι τέτοιο;
Συνεχίζοντας, το νομοσχέδιο με τον απίστευτα λαϊκίστικο τίτλο «Ελλάδα ισχυρή ανάπτυξη», αποτελεί μία κακοστημένη παραπλάνηση – αφού ουσιαστικά προωθεί τις δράσεις του «Ελλάδα 2.0».
Ειδικότερα, εάν δει κανείς τις επιλέξιμες δαπάνες, πρόκειται για επενδύσεις σε εισαγόμενη τεχνολογία ΑΠΕ, για ενεργειακή απόδοση, για ανακύκλωση, για συμβουλευτικές υπηρεσίες, για επαγγελματική κατάρτιση και για προσλήψεις φθηνών εργαζομένων – αποτελώντας ουσιαστικά το πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, μαζί με την ψηφιοποίηση.
Πιο συγκεκριμένα, οι 13 τομείς ενισχύσεων παρουσιάζονται στο Β’ Μέρος ως εξής:
- Ψηφιακός και τεχνολογικός μετασχηματισμός επιχειρήσεων,
- Πράσινη μετάβαση, Περιβαλλοντική αναβάθμιση επιχειρήσεων,
- Νέο Επιχειρείν,
- Καθεστώς Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης,
- Έρευνα και εφαρμοσμένη καινοτομία,
- Αγροδιατροφή, πρωτογενής παραγωγή και μεταποίηση γεωργικών προϊόντων, αλιεία και υδατοκαλλιέργεια,
- Μεταποίηση, Εφοδιαστική αλυσίδα,
- Επιχειρηματική εξωστρέφεια,
- Ενίσχυση τουριστικών επενδύσεων,
- Εναλλακτικές μορφές τουρισμού,
- Μεγάλες επενδύσεις,
- Ευρωπαϊκές αλυσίδες αξίας και, τέλος,
- Επιχειρηματικότητα 360 μοιρών – όπου ρωτήσαμε τι σημαίνει, χωρίς να πάρουμε καμία απάντηση.
Το πλαίσιο ενίσχυσης τώρα για κάθε κεφάλαιο, δηλαδή ο τομέας ενίσχυσης, χωρίζεται στα εξής έξι άρθρα που σε μεγάλο βαθμό επαναλαμβάνονται:
- Σκοπός
- Υπαγόμενα επενδυτικά σχέδια
- Επιλέξιμες δαπάνες
- Είδη, ένταση και ποσά ενισχύσεων
- Δικαιούχοι
- Διαδικασία αξιολόγησης ή ταχείας αδειοδότησης στις μεγάλες επενδύσεις.
Τέλος, σε ορισμένα υπάρχει μία εξουσιοδότηση, προς καθορισμό ειδικού πλαισίου καθεστώτος.
Επιστρέφοντας στον τίτλο «Ελλάδα, ισχυρή ανάπτυξη», ακούγεται σαν προεκλογικό σύνθημα – ελπίζοντας να μην είναι ευφημισμός, όπως το «Ελευθερία» για το εμβόλιο ή το αναπτυξιακό του 2019 με τον τίτλο «Επενδύω στην Ελλάδα».
Τελικά αλήθεια ποιος επένδυσε; Η Lamda με την αντιπαροχή στο Ελληνικό; Τα Data Centers; Η Fraport με τα δικά μας χρήματα του ΕΣΠΑ;
Από την άλλη πλευρά, τι ακριβώς σημαίνει ισχυρή ανάπτυξη για την κυβέρνηση; Αύξηση του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια κατά 4%, 5%, 6%;
Εδώ δεν υπάρχει συγκεκριμένος στόχος; Μόνο θεωρίες; Τι νόημα έχει να ασχολούμαστε με νομοσχέδια χωρίς στόχους; Πώς θα κριθεί η επιτυχία τους; Εάν επρόκειτο για μία επιχείρηση, δεν θα απολυόταν αμέσως αυτοί που εκπόνησαν ένα business plan χωρίς στόχο;
Συνεχίζοντας στη χρηματοδότηση του σχεδίου νόμου, αναφέρονται τα εξής είδη ενισχύσεων:
- Φορολογική απαλλαγή
- Παροχή ποσού από το Δημόσιο
- Επιδότηση χρηματοδοτικής μίσθωσης
- Επιδότηση του μισθολογικού κόστους
- Επιδότηση επιτοκίου δανείων ή του κόστους ασφάλισης
Αυτό που δεν αναφέρεται όμως είναι το από πού θα βρεθούν τα χρήματα, τουλάχιστον για τις παραπάνω παροχές – ενώ οι απαλλαγές και οι άλλες επιδοτήσεις αποτελούν ασφαλώς κόστος, έμμεσα βέβαια.
Γενικότερα τώρα, το ΓΛΚ δεν αναφέρει κάτι για το κόστος του νομοσχεδίου, για τις χρηματοδοτήσεις δηλαδή – τονίζοντας μόνο πως θα αντιμετωπισθούν από τις πιστώσεις του προϋπολογισμού, καθώς επίσης ότι εξαρτώνται από τον αριθμό των αιτήσεων.
Είναι δυνατόν αλήθεια να ξεκινάει ένα πρόγραμμα ισχυρής ανάπτυξης, κατά τον τίτλο του νομοσχεδίου, χωρίς να γνωρίζουμε πόσα χρήματα διαθέτουμε για να δαπανήσουμε; Μπορεί ποτέ να αναλάβει μία θέση ευθύνης κάποιος σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα, με τέτοια λογική;
Θα μπορούσε βέβαια να μας αντικρούσει ο υπουργός, λέγοντας πως τα χρήματα θα προέλθουν από το Ταμείο Ανάπτυξης της ΕΕ – αιτιολογώντας τη βιασύνη μας να ζητήσουμε πρώτοι χρήματα και να ψηφισθεί ο σημερινός νόμος.
Πόσα όμως θα εισπράξουμε το 2022; Όπως αναφέραμε στη συζήτηση του προϋπολογισμού, η είσπραξη από το Ταμείο Ανάπτυξης το 2021 ήταν μόλις 600 εκ. € – όταν η πρόβλεψη στο μεσοπρόθεσμο ήταν 1.600 εκ. €. Είναι δυνατόν να γίνονται τόσο λανθασμένες προβλέψεις;
Γνωρίζουμε αλήθεια πως τα δωρεάν 17 δις € του Ταμείου Ανάκαμψης είναι ακριβώς όσο τα ελλείμματα, η ζημία του κράτους δηλαδή το 2020; Σταγόνα στον ωκεανό;
Από την άλλη πλευρά, το ΠΔΕ ανέρχεται το 2022 στα 7,8 δις €, κάτω από τα 8,35 δις € του 2021 – ενώ τα ΕΣΠΑ που δεν αφορούν μόνο επενδύσεις, αλλά επιδόματα κλπ., για την περίοδο 2021/27 θα ανέρχονται σε 21 δις €, όσο περίπου την προηγούμενη περίοδο.
Πόσα χρήματα λοιπόν θα διατεθούν πραγματικά για ανάπτυξη και από πού ακριβώς θα βρεθούν; Κλείνοντας με τα περιεχόμενα του νομοσχεδίου, επιγραμματικά έχουμε τα εξής:
(α) Στο Α’ Μέρος παρουσιάζονται τα είδη των επενδύσεων, τα ύψη των ενισχύσεων εντός και εκτός περιφερειακού χαρακτήρα, τα ελάχιστα και ανώτατα ύψη των επενδύσεων, ο τρόπος αξιολόγησης και ελέγχου, οι υποχρεώσεις και οι κυρώσεις των φορέων των επενδύσεων.
(β) Το Β’ μέρος παρουσιάζονται οι τομείς – τους οποίους έχουμε ήδη αναφέρει.
(γ) Στο Γ’ μέρος δε, ρυθμίζεται το πλαίσιο αξιολόγησης των επενδυτικών σχεδίων, με τους εμπλεκομένους φορείς – όπως εξωτερικούς αξιολογητές, επιτροπές αξιολογήσεων, ενστάσεων και γνωμοδοτήσεων, καθώς επίσης όργανα ελέγχου.
Στις επιτροπές αναφερθήκαμε αναλυτικά σε πολλά άρθρα και στα τρία κεφάλαια του νομοσχεδίου, οπότε δεν υπάρχει λόγος να επαναλαμβανόμαστε – πόσο μάλλον όταν θέσαμε ερωτήσεις που δεν απαντήθηκαν.
Θεωρούμε όμως σκόπιμο να επαναλάβουμε πως το πλέον παράδοξο είναι το ότι, στο άρθρο 30 και στις περιοχές δίκαιης μετάβασης που ψήφισε η ΝΔ, εκτός από αυτές που πλήττονται κυρίως, όπως της Κοζάνης και της Μεγαλόπολης, έχουν υπεισέλθει και οι περιοχές των νησιών με εργοστάσια ντίζελ – δηλαδή, η Κρήτη και η Ρόδος, καθώς επίσης το βόρειο Αιγαίο.
Θα αντιμετωπίσουν αλήθεια τα ίδια προβλήματα η Κρήτη και η Ρόδος με την απολιγνιτοποίηση, όπως η Μεγαλόπολη; Θα διενεργηθούν κατά παρέκκλιση επενδύσεις σε ξενοδοχεία στην Κρήτη, λόγω της υπαγωγής της στο πλαίσιο της απολιγνιτοποίησης; Δεν είναι ο ορισμός της γελοιότητας;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου