Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2016

Σύγχρονη Επιστήμη και αντιρρητική Θεολογία-Στράτος Θεοδοσίου, Καθηγητής Ιστορίας & Φιλοσοφίας της Αστρονομίας Πανεπιστημίου Αθηνών

atheatos-theodosiou_up

Ένα ευδιάκριτο χαρακτηριστικό της σύγχρονης θεολογικής πραγματικότητας, η οποία αναπτύσσεται στις Δυτικές κοινωνίες είναι και η προσπάθεια αντίκρουσης των υπερβατικών θέσεων της χριστιανικής Θεολογίας, μέσω της διατύπωσης απόψεων οι οποίες στηρίζονταν στα πορίσματα των θετικών επιστημών (αντιρρητική Θεολογία). Μολονότι πιστεύουμε ότι η καλόπιστη ανάπτυξη αντιθέτων υποθέσεων και απόψεων, πάνω σε κάθε θέμα, αποτελεί τον ασφαλέστερο δρόμο διερεύνησης της αλήθειας, δεν μπορούμε παρά να σημειώσουμε μια σειρά επιστημονικών ανακολουθιών.
Η σημερινή θετική επιστημονική σκέψη θεωρεί δεδομένο ότι το σύνολο της σημερινής επιστημονικής γνώσης, αναπόφευκτα στο μέλλον, θα επεκταθεί, θα διορθωθεί, θα συμπληρωθεί, ή ακόμα και θα καταργηθεί, υπό το βάρος νέων δραματικών επιστημονικών ανακαλύψεων. Για τον λόγο αυτό, οι επιστήμονες άλλων – εκτός των θετικών επιστημών – κατευθύνσεων, οι οποίοι αγνοούν την προηγούμενη αλήθεια, δεν θα πρέπει να στηρίζουν δογματικές θεολογικές θέσεις τους σε φθαρτές και πρόσκαιρες επιστημονικές απόψεις. Οι απόψεις τους αυτές είναι βέβαιο ότι θα ανατραπούν, μόλις ανατραπούν οι επιστημονικές απόψεις πάνω στις οποίες στηρίζονται.
Η αντιρρητική Θεολογία, σε πολλές περιπτώσεις, στηρίζεται σε επιστημονικές απόψεις του 17-18ου αιώνα οι οποίες έχουν πάψει πλέον να ισχύουν. Λόγω αυτού του γεγονότος, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι, αν οι διάφορες Θεολογικές Σχολές θέλουν να συνεχίσουν με σοβαρότητα και υπευθυνότητα το απαντητικό-αντιρρητικό τους έργο, θα πρέπει να μελετήσουν σε βάθος τα νέα επιτεύγματα των θετικών επιστημών και να προσαρμόσουν – αν είναι δυνατόν – τις επιστημονικές απαντήσεις τους πάνω σ’ αυτά. Με λίγα λόγια συνιστούμε στους θεολόγους να ακολουθήσουν το παράδειγμα των Πατέρων της χριστιανικής Εκκλησίας και να γίνουν κι αυτοί άριστοι γνώστες των επιτευγμάτων των θετικών επιστημών.

Επειδή όμως, όλα τα προηγούμενα πρέπει να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότερο κατανοητά, θεωρούμε υποχρέωσή μας να δώσουμε ένα απτό παράδειγμα διερευνώντας – σύμφωνα με τις απόψεις της σύγχρονης επιστήμης – ένα πρόβλημα το οποίο αποτέλεσε μέσα στους αιώνες, σημείο τριβών και συγκρούσεων μεταξύ φιλοσόφων, θεολόγων και θετικών επιστημόνων.

Το πρόβλημα αυτό αφορά την ύπαρξη μιας αόρατης από τις ανθρώπινες αισθήσεις, αλλά πραγματικής και αντικειμενικής πραγματικότητας, η οποία συνυπάρχει, το ίδιο πραγματική, με αυτό που αποκαλούμε αισθητό κόσμο.

Πριν από όλα όμως είναι επιβεβλημένο, προς χάριν των αμύητων στις θετικές επιστήμες, να αναφερθούμε σε κάποια νέα δεδομένα που αφορούν τη νέα επιστημονική θεώρηση.

 Η αλλαγή της έννοιας «επιστήμη»

Προκειμένου, λοιπόν, να κατανοήσουμε τη σύγχρονη φυσική και αστροφυσική θα πρέπει να αντιληφθούμε ότι τα παρακάτω τρία βασικά δεδομένα, τα οποία καθόριζαν την έννοια «επιστήμη» από το 1700 μ.Χ. μέχρι τις ημέρες μας έχουν αλλάξει δραματικά.

1. Μέχρι σήμερα η έννοια της ανθρώπινης κοινής λογικής, της λογικής που ανέπτυξε ο άνθρωπος μέσω των αισθήσεών του, ταυτιζόταν με την επιστημονική λογική. Τώρα πλέον, η σύγχρονη επιστημονική σκέψη διαφοροποιείται όλο και περισσότερο από την «κοινή ανθρώπινη λογική», έτσι ώστε, όποιος δεν έχει εκπαιδευτεί από μικρός σε αυτή, να μην μπορεί να κατανοήσει την αλήθεια των φυσικών γεγονότων που περιγράφονται από τη σύγχρονη φυσική θεωρία. Το κακό βέβαια είναι ότι το παγκόσμιο εκπαιδευτικό σύστημα, δεν βοηθάει προς την κατεύθυνση της αφομοίωσης των νέων αυτών νοητικών διαδικασιών.

Ένα δεύτερο δεδομένο – το οποίο ανατράπηκε από τη σύγχρονη φυσική – ήταν η έννοια της «ύλης», όπως αυτή γινόταν αντιληπτή από τις αισθήσεις μας και αποτελούσε το αντικείμενο επεξεργασίας της εφαρμοσμένης επιστήμης. Μαζί με τη έννοια της ύλης, ξεπεράστηκε και η Νευτώνεια κλασική φυσική, βάσει της οποίας μελετούσαμε το Σύμπαν, και η οποία αντικαταστάθηκε από τη σχετικιστική και κβαντική φυσική, καθώς και τη φυσική των στοιχειωδών σωματιδίων.

2. Για το θέμα αυτό ο Τσαρλς Μιούζες στο βιβλίο του Συνείδηση και πραγματικότητα αναφέρει τα εξής: Ένα Δέντρο, Ένα Τραπέζι, Ένα Σύννεφο, Μια Πέτρα, Όλα Αυτά Διαλύονται Από Την Επιστήμη Του 20ού Αιώνα Σε Κάτι Που Συνίσταται Από Το Ίδιο Υλικό. Αυτό Το Κάτι Είναι Ένα Συνονθύλευμα Στροβιλιζόμενων Σωματιδίων Που Υπακούουν Στους Νόμους Της Κβαντικής Φυσικής. Τούτο Σημαίνει Ότι Όλα Τα Αντικείμενα Που Μπορούμε Να Παρατηρήσουμε Είναι Απλές Τρισδιάστατες Εικόνες, Οι Οποίες Σχηματίζονται Από Κύματα, Υπό Την Επίδραση Ηλεκτρομαγνητικών Και Πυρηνικών Διαδικασιών (1972).

Ομοίως η ύλη για τη Θεωρία της Σχετικότητας δεν είναι πλέον το αναλλοίωτο σύμπλεγμα μορίων του Νεύτωνα, αλλά ένα πύκνωμα ενός ενεργειακού ρεύματος. Στο πλαίσιο του χωροχρόνου του Αϊνστάιν, η ύλη δεν αποτελεί μια ξεχωριστή οντότητα, αλλά είναι μια ιδιομορφία του πεδίου. Ένα σωματίδιο δεν είναι τίποτα άλλο από ένας κινούμενος, μη αισθητός στρόβιλος μέσα στον χώρο.

Αυτό που μέχρι σήμερα αντιλαμβανόμαστε σαν απτή και εξατομικευμένη ύλη, για τη σύγχρονη φυσική δεν είναι παρά ένα ψευδές κατασκεύασμα των αισθήσεών μας. «Βλέπουμε» Δηλαδή Το Περιβάλλον Μας Όχι Όπως Στην Πραγματικότητα Είναι, Αλλά Όπως Οι Αισθήσεις Μας Μάς Επιτρέπουν Να Το Αντιληφθούμε.

3. Ένα τρίτο δεδομένο, το οποίο άλλαξε δραματικά τις επιστημονικές περί Σύμπαντος απόψεις μας, είναι η φύση του χώρου μέσα στον οποίο δημιουργούνται τα φυσικά γεγονότα.

Η κλασική Νευτώνεια φυσική, θεωρούσε ως αυτονόητο το γεγονός ότι ο χώρος του Σύμπαντος περιγράφεται από τη γεωμετρία του Ευκλείδη. Αυτό αρκούσε εφ’ όσον γνωρίζαμε ότι οι ανθρώπινες αισθήσεις μπορούν να αντιληφθούν μόνο μορφές και σχήματα τα οποία υλοποιούνται μέσα σε Ευκλείδειους χώρους, μέχρι και τριών διαστάσεων. Όμως και αυτή μας η πίστη αποδείχθηκε λανθασμένη, όταν ο Αϊνστάιν μέσω της Γενικής Θεωρίας της Σχετικότητας, απέδειξε ότι ο χώρος του Σύμπαντος δεν είναι Ευκλείδειος, αλλά περιγράφεται από μία άλλη γεωμετρία, αυτή του Ρήμαν, η οποία διαφέρει ριζικά από την αντίστοιχη του Ευκλείδη.

Το γεγονός αυτό δεν θα είχε και μεγάλη σημασία αν δεν γνωρίζαμε κάτι συγκλονιστικό, ότι κάθε σχήμα και μορφή που υλοποιείται σε ένα τέτοιο χώρο (οσονδήποτε διαστάσεων), δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από τις ανθρώπινες αισθήσεις».

Αυτό που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας δεν είναι οι πραγματικές μορφές και τα σχήματα του Σύμπαντος που μας περιβάλει, αλλά οι προβολές τους, οι σκιές τους δηλαδή, μέσα και πάνω σε μικρά τμήματα του Σύμπαντος, που λόγω του μεγέθους τους, συμπεριφέρονται σαν Ευκλείδειοι χώροι, και ως εκ τούτου γίνονται αντιληπτοί από τις ανθρώπινες αισθήσεις.

Είναι βέβαια φανερό, ότι αυτές οι προβολές (σκιές) των πραγματικών μορφών που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις μας, δεν έχουν καμιά σχέση με τον πραγματικό κόσμο του Σύμπαντος, ο οποίος προσεγγίζεται μόνο μέσω μαθηματικών σχέσεων.



ΣΧΟΛΙΟ: Oι Πατέρες χρησιμοποίησαν τήν επιστήμη τής εποχής τους-τήν ελληνική φιλοσοφία- η οποία ανακάλυψε τό πνεύμα, τό νόημα τού αισθητού καί είχε ήδη προχωρήσει μέχρι τήν εξακρίβωση τού τρόπου μέ τόν οποίο γεννιέται τό νόημα. Τό πνεύμα τού γράμματος, τής εκφράσεως, τού ορατού καί τού αοράτου κόσμου, τού αισθητού καί τού νοητού, ΤΌΝ ΝΟΎ. Τήν επιστήμη η οποία είχε ανακαλύψει καί τόν τρόπο μέ τόν οποίο σχηματίζεται τό νόημα τής πραγματικότητος καί τόν αρμονικό τρόπο συνυπάρξεως τής ανθρώπινης πραγματικότητος μέ τόν κόσμο, τήν αρμονία τής ζωής τού παντός. Οι Πατέρες λοπόν σ' αυτή τήν επιστήμη φύτεψαν τήν σωτηρία πού μάς προσφέρει από τότε ο ενσαρκωθείς Θεός, ο Ιησούς Χριστός. Από τήν πραγματικότητα καί τό νόημά της, στήν σωτηρία διά τού Λόγου. Η σύγχρονη φυσική επιστήμη μάς προσφέρει τήν δομή τού πράγματος, ανακαλύπτει τήν ενέργεια καί από τήν υποατομική πραγματικότητα ανάγεται στήν πραγματικότητα τού αισθητού. Μόνον πού η ενέργεια δέν είναι νόημα, ούτε λόγος.
 Τό χωράφι τής αληθινής ζωής όμως είναι ήδη φυτεμένο. Η ενέρεια μπορεί νά προσφέρει ίσως τό λίπασμα πού εξασφαλίζει σίγουρη απόδοση, γρήγορη κατανάλωση αλλά καλλιεργεί τήν έρημο τού νοήματος καί τού Λόγου τής Σωτηρίας. Φυλακίζει πιό αποτελεσματικά στό Γράμμα καί από τό εκκλησιαστικό γεγονός μπορεί νά ακουμπήσει μόνον τό θεσμικό του πλαίσιο, τήν ιεραρχία του καί τούς κανόνες του. Η Χάρις τού Θεού πού σώζει καί τό γράμμα καί τό πνεύμα καί τό αισθητό καί τό ενεργειακό καλλιεργεί άλλες περιουσίες. Η σύγχρονη επιστήμη είναι καταδικασμένη νά υπάρχει σέ μιά ανόητη - χωρίς νού- πραγματικότητα αναμένοντας νόημα από τήν σύγχρονη θεο-λογική, τήν υποκειμενική σχέση καί τήν λογική της, όπως ακριβώς τήν επεξεργάζεται η νεοορθοδοξία καί η νεοεκκλησιολογία τού προσώπου.

Αμέθυστος

3 σχόλια:

πβ είπε...

Αὐτά τά ἐπιστημονικά πού λέει ὁ κ. Καθηγητής, αὔριο θά εἶναι παρωχημένα καί καταργημένα - σύμφωνα μέ τά ...λεγόμενά του. Ὡς πρός τή σύστασή του πρός τούς θεολόγους «νά ἀκολουθήσουν τό παράδειγμα τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καί νά γίνουν καί αὐτοί ἄριστοι γνῶστες τῶν ἐπιτευγμάτων τῶν θετικῶν ἐπιστημῶν» ἀποτελεῖ μᾶλλον ὑπέρβαση ἁρμοδιότητος ἤ ἀντιποίηση ἀρχῆς. Κάποιος πρέπει νά τόν πληροφορήσει ὅτι οἱ Πατέρες μελέτησαν τίς ἐπιστῆμες ΠΡΙΝ γνωρίσουν τόν Χριστό, καί συνήθως ἔκλαιγαν γιά τά χρόνια πού δαπάνησαν μακριά ἀπό τίς οὐράνιες, τίς πνευματικές ἐπιστῆμες. «Πολυάσχολη ματαιότητα» ἀποκαλοῦσε τή θύραθεν γνώση ὁ Μ.Βασίλειος πού εἶχε σπουδάσει ὅλες τίς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του. Στόν Βαρλαάμ τόν Καλαβρό πού «ἔφερε τήν ἐπιστήμη στήν Ἐκκλησία τῶν φιλοσοφούντων κατά Χριστόν», ὁ ἅγιος Γρηγόριος Παλαμᾶς ὁ ἀπαντοῦσε ὅτι «ἄν ἀπαλλαγεῖ κανείς ὄχι ἀπό τήν ἄγνοια τῆς ἐπιστήμης ἀλλά ἀπό τήν ἄγνοια περί Θεοῦ καί τῶν θείων δογμάτων καί βελτιώσει τό ἦθος του, θά καταστῆ γεμάτος σοφία Θεοῦ καί θά γίνει πράγματι εἰκόνα καί ὁμοίωση Θεοῦ».

Ανώνυμος είπε...

Ο άνθρωπος δεν υπάρχει μέσα στην φυσική επιστήμη. Από τότε που οι μετρήσεις άρχισαν να αποκτούν μια ακρίβεια η οποία δεν είναι ίδιον της ανθρώπινης οράσεως πρωτίστως, ο άνθρωπος έπαψε να είναι μέτρον και δέκτης των φυσικών μεγεθών. Από τότε δηλαδή που η επιστήμη αναπαριστά την φύση, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ακρίβεια. Μέσα σε αυτή την αναπαράσταση διεξάγωνται όλα τα πειράματα και οι μετρήσεις.
Την αναπαράσταση της φύσης μέσα στο εργαστήριο εισήγαγε ο Γαλιλαίος με το κεκλιμμένο επίπεδο. Με το κεκλιμμένο επίπεδο, πάνω στο οποίο γλιστράει κάποιο αντικείμενο (μια σφαίρα που κυλάει έχει ήδη μια παράμετρο, την κυκλική κίνηση, η οποία πρέπει να συνυπολογισθεί) έγινε δυνατή η μέτρηση της δύναμης της βαρύτητας. Και η πρώτη διάσπαση. Ο Γαλιλαίος εισήγαγε την διάσπαση της κίνησης στις συνιστώσες της: την κάθετη και την οριζόντια. Με τον τρόπο αυτό έγινε δυνατός ο υπολογισμός της τροχιάς της σφαίρας του κανονιού.

Στα πρώτα μαθηματα φυσικής στο σχολείο, ο δάσκαλος προσπαθεί να διδάξει στα παιδιά πως δεν μπορούμε να βασιζόμαστε στις αισθήσεις μας, αλλά στα όργανα μέτρησης. Φέρνει για παράδειγμα ένα σανίδι, και ρωτά τα παιδιά να εκτιμήσουν το μήκος του. Γράφει τις απαντήσεις των παιδιών στον πίνακα, και μετά προσδιορίζει με «ακρίβεια» χιλιοστού το μήκος του σανιδιού με την χρήση μιας μετροταινίας. Όσο πιο μικρό το μήκος, τόσο μεγαλύτερο το λάθος στην εκτίμηση... Και έτσι αποδεικνύει στα παιδιά πως μόνο τα όργανα μέτρησης δίνουν ακριβή και άξια εμπιστοσύνης αποτελέσματα.
Τα περισσότερα όμως μεγέθη δεν μπορούν να προσληφθούν και να εκτιμηθούν με κάποια από τις αισθήσεις. Η ένταση του ηλεκτρικού ρεύματος, η ηλεκτρική τάση....και όλα τα υποατομικά-κβαντικά φαινόμενα.
Όποιο μέγεθος και να υποβάλλεται σε μέτρηση, το αποτέλεσμα είναι πάντα ίδιο: ένας αριθμός. Το τι σημαίνει ο αριθμός το προσδιορίζει η μονάδα μέτρησης. Ο σκέτος αριθμός δεν σημαίνει κάτι.
Κάθε μέτρηση είναι πάντα μια σύγκριση: το πολλαπλάσιο μιας προκαθορισμένης μονάδας.
Και είναι πάντα σύγκριση μιας δύναμης (αν εξαιρεθεί η μέτρηση του μήκους με την μετροταινία και ίσως κάποιες άλλες μετρήσεις με μη ηλεκτρονικά όργανα). Ο καθημερινός προσδιορισμός της μάζας, με την ζυγαριά, είναι μέτρηση της δύναμης της βαρύτητας, η μέτρηση της έντασης του ρεύματος είναι μέτρηση μιας μαγνητικής δύναμης.
Το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρισης είναι ένας αριθμός. Η μόνη οδος πρόσληψης αυτού του αριθμού είναι τα μάτια. Και εάν η μέτρηση και η ανάλυση είναι πολύπλοκες διαδικασίες, όπως στο CERN, τότε τα κάνει όλα ο ηλεκτρονικός υπολογιστής. Στο τέλος βγαίνει ένα γράφημα, το οποίο πάλι μόνο με τα μάτια προσλαμβάνεται και του οποίου την ερμηνεία την έχει ήδη κάνει ο υπολογιστής (τεράστια συμπλέγματα και δίκτυα υπολογιστών).
Η δουλειά του ανθρώπου είναι να κατασκευάζει τα πλαίσια και τις αναπαραστάσεις των μερών της φύσεως που πρόκειται να ερευνηθούν. Οι μετρήσεις γίνονται μέσα σε αυτά τα πλαίσια. Άλλα πλαίσια (τα όργανα μέτρησης) κάνουν την μέτρηση. Η ύλη ερευνά την ύλη.

amethystos είπε...

H ύλη ερευνά τήν ύλη. Συγκλονιστικό. Ευχαριστούμε.