Συνέχεια από: Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014
412. Γιατί δεν εποίησε με μιάν ενέργεια της θελήσεως τον ουρανό και τη γη και τη σάρκωση του μονογενούς και τα κατ’ αυτήν (δικά της) μυστικά ο Θεός, για να μην λέω πολλά. Δεν θέλει άρα με μιαν ενέργεια της θελήσεως και τον εαυτό του και τα άλλα ο Θεός. « Κάθε τελειότητα και αγαθότητα που υπάρχει στα κτίσματα, αρμόζει ( προσήκει ) ουσιωδώς στον Θεό. Το να αγαπάς δε τον Θεό είναι η έσχατη τελείωση της φύσης του λόγου. Υπάρχει άρα ουσιωδώς αυτό στον Θεό. Αγαπά (φιλεί) άρα αναγκαστικά τον εαυτό του και θέλει να είναι έτσι αυτός ο ίδιος ».
413. Κι αν είναι αναγκαστικό το να αγαπά (φιλή) και να θέλη τον εαυτό του ο Θεός, δεν αγαπά (φιλεί) δε και θέλει αναγκαστικά τα άλλα, είναι φανερό, ότι δεν αγαπά (φιλεί) και θέλει με μιαν ενέργεια αγάπης (φιλίας) ή θέλησης και τον εαυτό του και τα άλλα, αλλά με μεγάλη και άπειρη τη διαφορά. Κι αν αγαπούσε (φιλούσε) και ήθελε αναγκαστικά ο Θεός όπως τον εαυτό του και τα άλλα, θα ήταν ολα συνάναρχα και συναΐδια μ’ αυτόν. Και όπως δεν αγαπά (φιλεί) και θέλει κατά το μάλλον και ήττον τον εαυτό του, αλλ’ όμοια και με τον ίδιον τρόπο, έτσι δεν θα αγαπούσε και θα ήθελε κατά το μάλλον και ήττον και τα άλλα, αλλ’ όμοια και με το ίδιον τρόπο, και θα ήταν όλα όμοια και ταυτισμένα (ταυτά). Κι αν δεν είναι τώρα, όπως φαίνεται, όμοια και ταυτισμένα, ας πη κάποιος, πως αγαπά (φιλεί) και θέλει εξ ίσου όλα τα άλλα.
414. Και τον εμποδίζει η ύλη να τα ποιήση όμοια και ταυτισμένα, όπως ακριβώς εμποδίζει και τον τεχνίτη πολλές φορές η ύλη να φτιάξη ένα όμοιο έργο. Γιατί φτιάχνοντας ο χρυσοχόος δαχτυλίδι με τον σίδηρο, δεν θα μπορέση να το φτιάξη με τέτοια ποικιλία, όπως αν το κατεργαζόταν με χρυσό. Κι αυτό είναι μεγάλη βλασφημία κατά του Θεού, που δεν αναζητά καθόλου την ύλη σ’ αυτά που ποιεί, αφού είναι ο ίδιος ποιητής και της ύλης και του είδους εκ του μη όντος. Κι αν όπως λέει κι αυτός, « αφού είναι άπειρη η θεία αγαθότητα, είναι με άπειρους τρόπους μεθεκτή και μετέχεται με διαφορετικούς και περισσότερους τρόπους απ’ αυτά που είναι κτίσματα », πώς θέλει με μιάν ενέργεια και τη δική του αγαθότητα και τα άλλα ο Θεός ;
415. Γιατί η μεν αγαθότητά του είναι μιά και απλή και φυσική ( πεφυκυία ) σ’ αυτόν, τα δε άλλα πολλά και ποικίλα και μετέχουν στην ενέργεια τής αγαθότητας με άπειρους τρόπους, όπως έχει πή κι ο Θωμάς. Και λέει ακόμα˙ « ο Θεός αγαπά (φιλεί) κατ’ εξοχήν τις νοερές ουσίες ». Και πάλι˙ « λέει ο φιλόσοφοςστο Κ΄των Ηθικών, ότι ο Θεός φροντίζει ( κήδεται ) κατ’ εξοχήν αυτούς που αγαπούν τον νου, όπως ακριβώς δικούς του φίλους ». Κι ακόμα˙ επειδή λοιπόν η χάρη που κάνει κάποιον χαριτωμένο ( κεχαρισμένον ) φανερώνει κάποιαν ιδιαίτερη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι αναγκαίο να φανερώνεται μ’ αυτό πως ενυπάρχει ένα ιδιαίτερο αγαθό και τελειότητα στον άνθρωπο. Κι ακόμα˙ όπου εμφανίζεται άρα κάποια ιδιαίτερη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι αναγκαίο κατά συνέπεια να έχη προϋπάρξει κάποιο ίδιαίτερο αγαθό εγκατεστημένο ( ιδρυμένως ) στον άνθρωπο απ’ τον Θεό.
416. Αν δεν αγαπά λοιπόν εξίσου, σύμφωνα και με τον Θωμά, τα πάντα ο Θεός, αλλά κατ’ εξοχήν τις νοερές ουσίες, κι ούτε τα φροντίζει όλα εξ ίσου, αλλά κατ’ εξοχήν αυτούς που αγαπούν τον νου, όπως δικούς του φίλους, και έχει μιαν ιδιαίτερη ανάμεσα στα άλλα αγάπη ο Θεός προς τον άνθρωπο, πώς ή θέλει ή νοεί ή φιλεί ή αγαπά ή φροντίζει ή κάνει κάτι άλλο παρόμοιο με μιαν ενέργεια θελήσεως ή μιαν ενέργεια γνώσης ή μιαν ενέργεια φιλίας ή αγαθότητας και στον εαυτό του και στα άλλα ; Είναι ψέμμα άρα αυτό που νομίζει ο Θωμάς, πως διατίθεται ( έχει ) με μια και την ίδια ενέργεια προς τον εαυτό του και τα άλλα ο Θεός.
417. « Δεν είναι αναγκαίο να θέλη κανείς το αποτέλεσμα, που δεν ακολουθεί αναγκαστικά την αιτία, έτσι όπως θέλει την αιτία˙ και δεν προέρχονται αναγκαστικά τα άλλα απ’ τον Θεό. Δεν είναι άρα αναγκαίο να θέλη και τα άλλα όπως θέλει τον εαυτό του ο Θεός ». Και λέει βγαίνοντας απ’ τον εαυτό, αναιρώντας τα δικά του˙ έτσι όπως νοεί και θέλει τον εαυτό του ο Θεός, νοεί και θέλει και τα άλλα. Κι ακόμα˙ « θέλει με μιαν ενέργεια της θελήσεως και τον εαυτό του και τα άλλα ο Θεός ». Και αναιρεί έτσι ο ίδιος τον εαυτό του.
418. « Κανένα από τα άλλα, τα οποία αναφέρονται στον Θεό με τον τρόπο τής ενέργειας, δεν αναφέρεται κατά το μάλλον και ήττον ( περισσότερο και λιγότερο…)˙ γιατί δεν γνωρίζει ( ο Θεός … ) κανένα περισσότερο το ένα απ’ το άλλο˙ ούτε και χαίρεται άρα περισσότερο με το ένα απ’ το άλλο ». Προσχωρεί πάλι στα προηγούμενα ψεύδη, που τα ελέγξαμε όσο είναι δυνατόν, και το αναιρεί αυτό καλύτερα από μας, συντριβόμενος μόνος του, ο ίδιος. « Ή αγάπη μπορεί να ονομάζεται διττώς » λέει, « κατά το μάλλον και ήττον ( περισσότερο και λιγότερο) ». Κι ακόμα˙ « δεν εμποδίζει τίποτα να λέμε πως ο Θεός αγαπά κάτι πιο πολύ, καθόσον θέλει γι’ αυτό ένα μεγαλύτερο αγαθό ». Ποιος αντιμίλησε έτσι βραχύλογα στον Θωμά, όπως ο ίδιος στον εαυτό του ;
419. « Δεν ορίζεται με έναν τρόπο καθ’ εαυτή στα αιτιατά η θεία θέληση, παρά μόνον απ’ την τάξη της δικής της σοφίας ». Και αναιρεί και μ’αυτό τα δικά του ο Θωμάς. Γιατί αν δεν ορίζεται με έναν τρόπο καθ’ εαυτή στα αιτιατά, είναι φανερό, ότι δεν θέλει ο Θεός όχι μόνο τον εαυτό του και τα άλλα, αλλ’ ούτε και μόνα τα άλλα με μιαν ενέργεια της θελήσεως. Γιατί αυτά που προέρχονται απ’ την τάξη της θείας σοφίας είναι από ποικίλη και παντοειδή ενέργεια, αν και από μια δύναμη. Γι’ αυτό και έχει προσθέσει, θέλοντας να αποδείξη, ότι δεν ορίζεται με έναν και μονοειδή τρόπο καθ’ εαυτή η θεία θέληση στα αιτιατά, αλλά με πολλούς και ποικίλους, ο Θωμάς˙ « παρά μόνον απ’ την τάξη της δικής της σοφίας ». « Κάθε θεία ενέργεια είναι από μια και την ίδια δύναμη ». Κι έχοντας πη « κάθε » τις φανέρωσε πολλές, που είναι από μια δύναμη του Θεού, αλλ’ όχι βέβαια και την ίδια, δηλαδή την όμοια. Γιατί όλα αυτά που υπάρχουν μετά τη θεία ουσία στον Θεό και προχέονται προς τα όντα και τα πολλά, επιδέχονται το περισσότερο και το λιγότερο και δεν είναι καθόλου από μιαν ενέργεια ή κίνηση.
420. Και το αποδείξαμε ήδη αυτό με τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου, που λέει, πως δεν χρησιμοποιεί τον ίδιον πάντα τόνο στα έργα ο τεχνίτης ( Κατά Ευνομίου Β΄). Γιατί τα μικρά απ’ τα έργα εκπληρώνονται με μικρούς τόνους δύναμης, όχι όμως και τα μεγάλα˙ όπως ο χαλκουργός, που όταν χτυπά και σφυρηλατή τον σίδηρο με τη δικέλλα, και κάνοντας το ίδιο και με τη βελόνα, δεν χρησιμοποιεί παρόμοια τον τόνο της δύναμής του, αλλά με μεγάλη αναμεταξύ τους διαφορά, όπως το φανερώνει και η πείρα. Είναι ψέμμα άρα το να νομίζης, ότι είναι από μια και την ίδια δύναμη κάθε θεία ενέργεια.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
O Doctor Angelicus συναντά τον Κάλλιστο Αγγελικούδη
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης αναλύει και σχολιάζει το κατά των Ελλήνων βιβλίο του Θωμά Ακινάτη |
Περί θείας απλότητος και διαφοράς ουσίας και
ενέργειας
412. Γιατί δεν εποίησε με μιάν ενέργεια της θελήσεως τον ουρανό και τη γη και τη σάρκωση του μονογενούς και τα κατ’ αυτήν (δικά της) μυστικά ο Θεός, για να μην λέω πολλά. Δεν θέλει άρα με μιαν ενέργεια της θελήσεως και τον εαυτό του και τα άλλα ο Θεός. « Κάθε τελειότητα και αγαθότητα που υπάρχει στα κτίσματα, αρμόζει ( προσήκει ) ουσιωδώς στον Θεό. Το να αγαπάς δε τον Θεό είναι η έσχατη τελείωση της φύσης του λόγου. Υπάρχει άρα ουσιωδώς αυτό στον Θεό. Αγαπά (φιλεί) άρα αναγκαστικά τον εαυτό του και θέλει να είναι έτσι αυτός ο ίδιος ».
413. Κι αν είναι αναγκαστικό το να αγαπά (φιλή) και να θέλη τον εαυτό του ο Θεός, δεν αγαπά (φιλεί) δε και θέλει αναγκαστικά τα άλλα, είναι φανερό, ότι δεν αγαπά (φιλεί) και θέλει με μιαν ενέργεια αγάπης (φιλίας) ή θέλησης και τον εαυτό του και τα άλλα, αλλά με μεγάλη και άπειρη τη διαφορά. Κι αν αγαπούσε (φιλούσε) και ήθελε αναγκαστικά ο Θεός όπως τον εαυτό του και τα άλλα, θα ήταν ολα συνάναρχα και συναΐδια μ’ αυτόν. Και όπως δεν αγαπά (φιλεί) και θέλει κατά το μάλλον και ήττον τον εαυτό του, αλλ’ όμοια και με τον ίδιον τρόπο, έτσι δεν θα αγαπούσε και θα ήθελε κατά το μάλλον και ήττον και τα άλλα, αλλ’ όμοια και με το ίδιον τρόπο, και θα ήταν όλα όμοια και ταυτισμένα (ταυτά). Κι αν δεν είναι τώρα, όπως φαίνεται, όμοια και ταυτισμένα, ας πη κάποιος, πως αγαπά (φιλεί) και θέλει εξ ίσου όλα τα άλλα.
414. Και τον εμποδίζει η ύλη να τα ποιήση όμοια και ταυτισμένα, όπως ακριβώς εμποδίζει και τον τεχνίτη πολλές φορές η ύλη να φτιάξη ένα όμοιο έργο. Γιατί φτιάχνοντας ο χρυσοχόος δαχτυλίδι με τον σίδηρο, δεν θα μπορέση να το φτιάξη με τέτοια ποικιλία, όπως αν το κατεργαζόταν με χρυσό. Κι αυτό είναι μεγάλη βλασφημία κατά του Θεού, που δεν αναζητά καθόλου την ύλη σ’ αυτά που ποιεί, αφού είναι ο ίδιος ποιητής και της ύλης και του είδους εκ του μη όντος. Κι αν όπως λέει κι αυτός, « αφού είναι άπειρη η θεία αγαθότητα, είναι με άπειρους τρόπους μεθεκτή και μετέχεται με διαφορετικούς και περισσότερους τρόπους απ’ αυτά που είναι κτίσματα », πώς θέλει με μιάν ενέργεια και τη δική του αγαθότητα και τα άλλα ο Θεός ;
415. Γιατί η μεν αγαθότητά του είναι μιά και απλή και φυσική ( πεφυκυία ) σ’ αυτόν, τα δε άλλα πολλά και ποικίλα και μετέχουν στην ενέργεια τής αγαθότητας με άπειρους τρόπους, όπως έχει πή κι ο Θωμάς. Και λέει ακόμα˙ « ο Θεός αγαπά (φιλεί) κατ’ εξοχήν τις νοερές ουσίες ». Και πάλι˙ « λέει ο φιλόσοφοςστο Κ΄των Ηθικών, ότι ο Θεός φροντίζει ( κήδεται ) κατ’ εξοχήν αυτούς που αγαπούν τον νου, όπως ακριβώς δικούς του φίλους ». Κι ακόμα˙ επειδή λοιπόν η χάρη που κάνει κάποιον χαριτωμένο ( κεχαρισμένον ) φανερώνει κάποιαν ιδιαίτερη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι αναγκαίο να φανερώνεται μ’ αυτό πως ενυπάρχει ένα ιδιαίτερο αγαθό και τελειότητα στον άνθρωπο. Κι ακόμα˙ όπου εμφανίζεται άρα κάποια ιδιαίτερη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο, είναι αναγκαίο κατά συνέπεια να έχη προϋπάρξει κάποιο ίδιαίτερο αγαθό εγκατεστημένο ( ιδρυμένως ) στον άνθρωπο απ’ τον Θεό.
416. Αν δεν αγαπά λοιπόν εξίσου, σύμφωνα και με τον Θωμά, τα πάντα ο Θεός, αλλά κατ’ εξοχήν τις νοερές ουσίες, κι ούτε τα φροντίζει όλα εξ ίσου, αλλά κατ’ εξοχήν αυτούς που αγαπούν τον νου, όπως δικούς του φίλους, και έχει μιαν ιδιαίτερη ανάμεσα στα άλλα αγάπη ο Θεός προς τον άνθρωπο, πώς ή θέλει ή νοεί ή φιλεί ή αγαπά ή φροντίζει ή κάνει κάτι άλλο παρόμοιο με μιαν ενέργεια θελήσεως ή μιαν ενέργεια γνώσης ή μιαν ενέργεια φιλίας ή αγαθότητας και στον εαυτό του και στα άλλα ; Είναι ψέμμα άρα αυτό που νομίζει ο Θωμάς, πως διατίθεται ( έχει ) με μια και την ίδια ενέργεια προς τον εαυτό του και τα άλλα ο Θεός.
417. « Δεν είναι αναγκαίο να θέλη κανείς το αποτέλεσμα, που δεν ακολουθεί αναγκαστικά την αιτία, έτσι όπως θέλει την αιτία˙ και δεν προέρχονται αναγκαστικά τα άλλα απ’ τον Θεό. Δεν είναι άρα αναγκαίο να θέλη και τα άλλα όπως θέλει τον εαυτό του ο Θεός ». Και λέει βγαίνοντας απ’ τον εαυτό, αναιρώντας τα δικά του˙ έτσι όπως νοεί και θέλει τον εαυτό του ο Θεός, νοεί και θέλει και τα άλλα. Κι ακόμα˙ « θέλει με μιαν ενέργεια της θελήσεως και τον εαυτό του και τα άλλα ο Θεός ». Και αναιρεί έτσι ο ίδιος τον εαυτό του.
418. « Κανένα από τα άλλα, τα οποία αναφέρονται στον Θεό με τον τρόπο τής ενέργειας, δεν αναφέρεται κατά το μάλλον και ήττον ( περισσότερο και λιγότερο…)˙ γιατί δεν γνωρίζει ( ο Θεός … ) κανένα περισσότερο το ένα απ’ το άλλο˙ ούτε και χαίρεται άρα περισσότερο με το ένα απ’ το άλλο ». Προσχωρεί πάλι στα προηγούμενα ψεύδη, που τα ελέγξαμε όσο είναι δυνατόν, και το αναιρεί αυτό καλύτερα από μας, συντριβόμενος μόνος του, ο ίδιος. « Ή αγάπη μπορεί να ονομάζεται διττώς » λέει, « κατά το μάλλον και ήττον ( περισσότερο και λιγότερο) ». Κι ακόμα˙ « δεν εμποδίζει τίποτα να λέμε πως ο Θεός αγαπά κάτι πιο πολύ, καθόσον θέλει γι’ αυτό ένα μεγαλύτερο αγαθό ». Ποιος αντιμίλησε έτσι βραχύλογα στον Θωμά, όπως ο ίδιος στον εαυτό του ;
419. « Δεν ορίζεται με έναν τρόπο καθ’ εαυτή στα αιτιατά η θεία θέληση, παρά μόνον απ’ την τάξη της δικής της σοφίας ». Και αναιρεί και μ’αυτό τα δικά του ο Θωμάς. Γιατί αν δεν ορίζεται με έναν τρόπο καθ’ εαυτή στα αιτιατά, είναι φανερό, ότι δεν θέλει ο Θεός όχι μόνο τον εαυτό του και τα άλλα, αλλ’ ούτε και μόνα τα άλλα με μιαν ενέργεια της θελήσεως. Γιατί αυτά που προέρχονται απ’ την τάξη της θείας σοφίας είναι από ποικίλη και παντοειδή ενέργεια, αν και από μια δύναμη. Γι’ αυτό και έχει προσθέσει, θέλοντας να αποδείξη, ότι δεν ορίζεται με έναν και μονοειδή τρόπο καθ’ εαυτή η θεία θέληση στα αιτιατά, αλλά με πολλούς και ποικίλους, ο Θωμάς˙ « παρά μόνον απ’ την τάξη της δικής της σοφίας ». « Κάθε θεία ενέργεια είναι από μια και την ίδια δύναμη ». Κι έχοντας πη « κάθε » τις φανέρωσε πολλές, που είναι από μια δύναμη του Θεού, αλλ’ όχι βέβαια και την ίδια, δηλαδή την όμοια. Γιατί όλα αυτά που υπάρχουν μετά τη θεία ουσία στον Θεό και προχέονται προς τα όντα και τα πολλά, επιδέχονται το περισσότερο και το λιγότερο και δεν είναι καθόλου από μιαν ενέργεια ή κίνηση.
420. Και το αποδείξαμε ήδη αυτό με τα λόγια του Μεγάλου Βασιλείου, που λέει, πως δεν χρησιμοποιεί τον ίδιον πάντα τόνο στα έργα ο τεχνίτης ( Κατά Ευνομίου Β΄). Γιατί τα μικρά απ’ τα έργα εκπληρώνονται με μικρούς τόνους δύναμης, όχι όμως και τα μεγάλα˙ όπως ο χαλκουργός, που όταν χτυπά και σφυρηλατή τον σίδηρο με τη δικέλλα, και κάνοντας το ίδιο και με τη βελόνα, δεν χρησιμοποιεί παρόμοια τον τόνο της δύναμής του, αλλά με μεγάλη αναμεταξύ τους διαφορά, όπως το φανερώνει και η πείρα. Είναι ψέμμα άρα το να νομίζης, ότι είναι από μια και την ίδια δύναμη κάθε θεία ενέργεια.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου