Εἴπαμε πώς, ἐδῶ στήν Ἑλλάδα, ὄχι μοναχά δέν διαβάζουμε, ἀλλά κἂν δέν ξέρουμε ἂν ὑπάρχουνε οἱ μυστικοί Πατέρες πού φωτίσανε τήν Ὀρθοδοξία. Γιά τούς θεολόγους ἡ Ὀρθοδοξία κατάντησε μία κούφια λέξη, ἀφοῦ ἡ μυστική οὐσία της τούς εἶναι ἄγνωστη, ὅπως κι᾿ ἡ παράδοσή τους. Οἱ δικοί μας θεολόγοι παίρνουνε τά φῶτα ἀπό τή Δύση, γιατί ἐκεῖ ἡ θεολογία ἔχει γίνει ἐπιστήμη, καί ἡ ματαιοδοξία τους κολακεύεται ἀπ᾿ αὐτό τό πράγμα. Ἡ πίστη, γι᾿ αὐτούς, δέν ἔχει καμμιά σημασία. Θά μοῦ πῆτε, «θεολογία χωρίς πίστη, γίνεται;» Μά κ᾿ ἐγώ σᾶς ρωτῶ, μέ τήν ἴδια ἀπορία, «γίνεται θεολογία χωρίς πίστη;»
Ὡστόσο, στίς Δυτικές χῶρες καί στήν Ἀμερική, πολύς κόσμος ἔχει στραφεῖ πρός τήν Ὀρθοδοξία, ἀπό τή δίψα τῆς ἀληθείας. Στήν Ἑλλάδα, μοναχά λιγοστοί ἄνθρωποι καί κάποιοι παλιοημερολογίτες διαβάζουνε τά βιβλία τῶν Πατέρων, ἐκτός τοῦ Βασιλείου καί τοῦ Χρυσοστόμου, πού τούς παίρνουνε οἱ θεολόγοι γιά ρήτορας καί γιά φιλολόγους τῆς....
ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας…
Τὰ βιβλία τῶν μυστικῶν Πατέρων δὲν ξανατυπώνουνται πιὰ καὶ καταντήσανε σπάνια. Ἡ ἐπίσημη Ἐκκλησία τυπώνει προχειρολογήματα διάφορων νεωτεριστῶν θεολόγων, χωρὶς καμμιὰ οὐσία, ποὺ φανερώνουνε μοναχὰ τὴν ἀπίστευτη γύμνια ἐκείνων ποὺ τὰ γράφουνε. Μοναχὰ τώρα τελευταῖα ἄρχισε νὰ τυπώνει ἡ Ἀποστολικὴ Διακονία τὴν Πατρολογία τοῦ Μigne. Μὰ κι᾿ αὐτὴ ἡ ἔκδοση εἶναι γιὰ τοὺς θεολόγους, κι᾿ ὄχι γιὰ τοὺς πιστούς, ἀφοῦ εἶναι τυπωμένη στὴν ἀρχαία γλώσσα. Ἐκτὸς ἀπ᾿αὐτό, ἡ ἔκδοση τῆς Πατρολογίας δὲν ἔχει καμμιὰ βαθύτερη δικαίωση, μὲ τὸ δυτικὸ χαρακτήρα ποὺ ἔχει ἡ γενικὴ μόρφωση τῶν θεολόγων μας, ποὺ δὲν ἔχουνε καμμιὰ βαθύτερη γνώση τῆς οὐσίας τῆς Ὀρθοδοξίας, οὔτε καὶ τῆς παράδοσής μας. Ἔτσι κι᾿ αὐτὴ ἡ ἔκδοση καταντᾶ ἕνα γεγονὸς χωρὶς βαθύτερη σημασία, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει τὸ κατάλληλο ὀρθόδοξο χῶμα γιὰ νὰ ριζοβολήσει. Στὸ νὰ στραφοῦνε οἱ Δυτικοὶ κι᾿ οἱ Προτεστάντες στοὺς Πατέρες τῆς Ὀρθοδοξίας, συντελέσανε πολὺ οἱ Λευκορῶσοι θεολόγοι, ποὺ σκορπίσανε στὶς διάφορες χῶρες καὶφωτίσανε τὶς ψυχὲς μὲ τὰ σοφὰ κηρύγματά τους, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ζωῆς τους, καὶ μὲ τὴν τυπικὴ εὐσέβειά τους. Ἐνῶ οἱ κληρικοὶ ποὺ στέλνουμε ἐμεῖς στὶς διάφορες παροικίες, εἶναι οἱ πιὸ ἀνίδεοι στὸ τί θὰ πεῖ Ὀρθοδοξία, κι᾿ οἱ ἐκκλησίες μας στὸ ἐξωτερικὸ δὲν ἔχουνε κανέναν θρησκευτικὸ προορισμό, ἀλλὰ ἔχουνε καταντήσει κέντρα κοινωνικῆς συγκεντρώσεως τῶν ὁμογενῶν κάθε Κυριακή. Ἔτσι, ἡ Ὀρθοδοξία, δηλαδὴ ἡ πρώτη κι᾿ ἀπαραμόρφωτη μορφὴ τῆς Ἐκκλησίας, ἔγινε πάλι τὸ στήριγμα ὅλων τῶν ἀνθρώπων ποὺ ζητᾶνε λιμάνι σωτηρίας κι᾿ ὁ κανόνας τῆς χριστιανικῆς πίστης. Στὴν Εὐρώπη καὶ στὴν Ἀμερικὴ ἔχουνε μεταφρασθεῖ, ἕως τώρα, σὲ διάφορες γλῶσσες ἡ Φιλοκαλία, τὸ μέγα καὶ θαυμαστὸ αὐτὸ βιβλίο, ποὺ στὴν Ἀθήνα τὸ βρίσκει κανένας μοναχὰ στὶς συλλογὲς τῶν βιβλιοφίλων νὰ κάθεται στὸ ράφι ἄχρηστο, σὰν κανένα ἀρχαιολογικὸ ἀντικείμενο, ὁ Εὐεργετινός, οἱ ἐπιστολὲς τοῦ ἁγίου Βασιλείου καὶ κάποιων ἄλλων Πατέρων, οἱ λόγοι Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου, μερικὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ μαθητοῦ του Νικήτα Στηθάτου, καὶ κάποια ἄλλα. Ἐμεῖς, ἀλλοίμονο, τυρβάζομεν περὶ τοῦ πὼς θὰ φανοῦμε ἐπιστημονικοὶ καὶ εὐρωπαϊκότεροι ἀπὸ τοὺς Εὐρωπαίους. Μοναχὰ κανένας «θρησκόληπτος», καθυστερημένος κατὰ τοὺς νεωτεριστὰς αὐτοὺς παπαγάλους, διαβάζει τέτοια βιβλία. Οἱ λόγοι τοῦ ἁγίου Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου εἶναι μεταφρασμένοι στὰ Γαλλικά, στὰ Γερμανικά, στὰ Ἐγγλέζικα, ἐκτὸς ἀπὸ τὰ Ρωσικά, ποὺ ἔχουνε μεταφρασθεῖ ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ πρωτοτυπωθήκανε στὰ Ἑλληνικὰ ἀπὸ τ᾿ ἀρχαῖα χειρόγραφα. Στὴν ἁπλὴ ἑλληνικὴ γλώσσα ὑπάρχει μία θαυμάσια μετάφραση καμωμένη μὲ εὐλάβεια «παρὰ τοῦ πανοσιολογιωτάτου Διονυσίου Ζαγοραίου, τοῦ ἐνασκήσαντος ἐν τῇ ἐρημονήσῳ τῇ καλουμένῃ Πιπέρι, ἀπέναντι τοῦ ἁγίου Ὄρους», τυπωμένη στὴ Σύρα στὰ 1886. Ποῦ νὰ καταδεχτοῦμε, ἐμεῖς, νὰ διαβάσουμε τέτοια πράγματα, μεταφρασμένα μάλιστα ἀπὸ ἕναν ἀγράμματο καλόγερο, ποὺ καθότανε κ᾿ ἔγραφε ἀπάνω σὲ κάποιον βράχο, στὸ ρημονήσι Πιπέρι, μαζὶ μὲ τοὺς γλάρους; Ἐμεῖς διαβάζουμε τοὺς σοφοὺς καὶ ἀξιοπρεπεῖς καθηγητάδες ποὺ γράφουνε καθισμένοι στὶς πολυθρόνες, στὰ Παρίσια καὶ στὰ Βερολίνα! Δὲν ἀκοῦμε τί λέγει ὁ Θεὸς μὲ τὸ στόμα τοῦ Προφήτη «Ἐπὶ τίνα ἐπιβλέψω, ἀλλ᾿ ἐπὶ τὸν ταπεινὸν καὶ ἡσύχιον καὶ τρέμοντά μου τοὺς λόγους;» Ποῦ νὰ ὑποπτευθοῦμε τὸ μυστικὸ πλοῦτο ποὺ κρύβεται μέσα σὲ τέτοιες ἁγίες ψυχές. Λοιπόν, αὐτὴ ἡ μετάφραση δὲν ξανατυπώθηκε ἀπὸ τότε στὴν Ἑλλάδα, ποὺ τυπώνεται κάθε λογῆς ἀνοησία, πρᾶγμα ποὺ φανερώνει σὲ τί πνευματικὸ σκοτάδι βρισκόμαστε, κληρικοὶ καὶ λαϊκοί. Ἀπὸ τὴν προκοπὴ ποὺ ἔχουμε, βάλαμε «τὸν λύχνον ὑπὸ τὸν μόδιον», κι᾿ ἀπάνω στὸ λυχνοστάτη βάζουμε τὶς τυπωμένες βαθυστόχαστες ἀνοησίες ποὺἀνάφερα, καὶ περιμένουμε νὰ μᾶς φωτίσουνε. Τοὺς βαθύτερους μυσταγωγούς, ποὺ φανήκανε στὸν κόσμο, τοὺς ἔχουμε ἄξιους νὰ τοὺς διαβάζει μοναχὰ κανένας ἀγράμματος παλιοημερολογίτης. Ἡμεῖς, οἱ ἔξυπνοι κι᾿ οἱ συγχρονισμένοι, βάλαμε τὴν ἐξυπνάδα μας καὶ μέσα στὰ μυστήρια τῆς θρησκείας, κι᾿ ἀγαπᾶμε τὰ μεγάλα λόγια καὶ τὰ ἐπιστημονικά, τί λέγει ὁ τάδε ἄθεος γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ γιὰ τὴ θρησκεία του, ἢ κανένας καμουφλαρισμένος θεομπαίχτης, ἐπειδὴ αὐτὰ δίνουνε τροφὴ στὸν ἐγωισμό μας. Καὶ βουλώνουμε τ᾿ αὐτιά μας γιὰ νὰ μὴν ἀκούσουμε τὸν ἀπόστολο Παῦλο ποὺ φωνάζει «Οὐχὶ ἐμώρανεν ὁ Θεὸς τὴν σοφίαν τοῦ κόσμου τούτου;». Ἀλλά, κοντὰ στοὺς χαλασμένους αὐτοὺς ποὺ λέγω, ὑπάρχουνε καὶ πλῆθος ἄνθρωποι ποὺ νοιώθουνε βαθειὰ τὴν οὐσία τῆς θρησκείας μας, τὴ μεγάλη σημασία τῆς λατρείας καὶ τῆς ἱερῆς παράδοσής μας.
Γιά ὅσους ἀπ᾿ αὐτούς δέν ἔχουνε πατερικά βιβλία, σάν αὐτά πού εἴπαμε παραπάνω, κ᾿ εἶναι σχεδόν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, γιατί ἡ ἀδιαφορία ἐκείνων πού εἶναι βαλμένοι γι᾿ αὐτή τή δουλειά, στέρησε τόν κόσμο ἀπό τέτοια ἄφθαρτη κι᾿ ἅγια θροφή, θά προσπαθήσω μέ τίς μικρές δυνάμεις μου νά τούς μεταδώσω ὅ,τι μπορέσω ἀπό τούς περιφρονημένους αὐτούς προγονικούς μας θησαυρούς.
Ἀφοῦ οἱ θεολόγοι γινήκανε φιλόσοφοι κ᾿ ἐπιστήμονες, ἂς γίνουμε θεολόγοι ἡμεῖς, δίχως ἄλλο ἐφόδιο, παρά μοναχά τήν πίστη μας, κατά τά βαθυστόχαστα λόγια τοῦ ἁγίου Νείλου, πού λέγει: «Εἰ ἀληθῶς προσεύχῃ, θεολόγος εἶ».
Ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ Φώτη Κόντογλου: »Γίγαντες Ταπεινοὶ» ἐκδόσεις Ἀκρίτας, 1995.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου