Συνέχεια από: Δευτέρα 22 Ιουλίου 2019
Η φύση τής Τραγωδίας
Τής Susan Taubes,
στό The Review of Metaphysics, Vol. 7 No. 2 (Dec., 1953)
Τόσο η τραγωδία όσο και θρησκεία ασχολούνται με τον άνθρωπο ως παράγοντα τού κακού και δίνουν την ερμηνεία τής υπέρβασης από πλευράς τού ανθρώπου τής θεϊκής τάξης. Αλλά εκεί που η θρησκεία ερμηνεύει τήν υπέρβαση (των ορίων)-παράβαση υπό το φως τής αμαρτίας, και διακρίνει αυστηρά τούς αγίους της και τους αμαρτωλούς, η τραγωδία παρουσιάζει την υπέρβαση στο φως του ηρωικού μεγαλείου. Είτε στο ελληνικό είτε στο θέατρο τής ελισαβέτειας εποχής, οι μεγάλοι τραγικοί ήρωες είναι οι μεγάλοι ένοχοι. Η παράβαση τού ήρωα αντικατοπτρίζει πολλές φορές τήν αντίφαση στην κοσμική τάξη. Ο ήρωας μπορεί να οδηγηθεί στο να υπερβεί τον νόμο σε μια σφαίρα, με σκοπό να τον εκπληρώσει σε μια άλλη. Έτσι ο Προμηθέας επαναστατεί κατά του Δία εν ονόματι μιας νέας εποχής. Ο Ορέστης προσβάλλει τα ιερά δεσμά του αίματος υπακούοντας στον νόμο του Απόλλωνα. Αίας, Οιδίπους, Mackbeth, οδηγούνται από θείους ή δαιμονικούς χρησμούς. Η Αντιγόνη αντιπαρατίθεται στον νόμο της πόλεως, έχοντας ως θεμέλιο ένα ανώτερο θεϊκό νόμο. Ή, όπως συμβαίνει συχνά στις τραγωδίες του Shakespeare, περηφάνεια, πάθος ή παράνοια τυφλώνουν τον ήρωα ως προς την αληθινή κατάσταση τών πραγμάτων και τον καθιστά καταστροφικό (Lear, Hamlet, Othello).
Η τραγική ερμηνεία τής παράβασης υπό το φως τού ηρωικού μεγαλείου, παρουσιάζει το πρόβλημα στην θρησκευτική ή την ορθολογική συνείδηση ως τόσο περίπλοκο, όσο και το πολυσυζητημένο ερώτημα, πως το βάσανο και η πτώση τού ήρωα μπορούν να αποτελέσουν πηγή αισθητικής και ηθικής απόλαυσης. Τα δυο προβλήματα είναι αδιαχώριστα. Αναδύονται όταν αποτυγχάνουμε να θεωρήσουμε την τραγική δράση ως ένα όλο. Η παράβαση και ο εξαγνισμός δια τού βασάνου και της τελικής διαπίστωσης, ακόμα και αν η τιμή είναι ο θάνατος, σχηματίζουν το ηρωικό μεγαλείο της πράξης.
Η τραγωδία προϋποθέτει ένα σύμπαν, όπου το κακό είναι μια θετική πραγματικότητα και αντιπροσωπεύει μια, υπερβατική τής ηθικής, ουσιαστική σφαίρα, έστω και αν το άτομο είναι ελεύθερο και υπεύθυνο για τις πράξεις του. Τόσο η θρησκεία όσο και η φιλοσοφία θεμελιώνονται πάνω στην πίστη της γενικής ισχύος μιας και μόνης αρχής, είτε είναι ο άκρος ορθολογισμός είτε ο παντοδύναμος θεός. Και τα δυο τείνουν να καταπιέσουν οποιαδήποτε σφαίρα ανεξαρτησίας τού όντος το οποίο αντιστέκεται είτε στην λογική είτε στην θεία φύση, και τείνουν να εξηγήσουν το κακό ως ένα αρνητικό χαρακτηριστικό, μια έλλειψη στην λογική ή στο θέλημα τού ανθρώπου.
Η τραγωδία δείχνει πως αυτός που ξεπερνά την γραμμή που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τους θεούς κερδίζει μια πιο βαθιά αντίληψη των σχέσεων μεταξύ των θεών. Αν επιμείνουμε, όπως επιβάλλεται από θρησκευτικής άποψης, πως ο Macbeth θα πρέπει να γνώριζε τι επιτρέπεται και τι όχι στον άνθρωπο, και αγνόησε την προφητεία της μάγισσας και πορεύτηκε τον δίκαιο δρόμο, θα πρέπει να πούμε πως ο Macbeth είναι μόνο ένα παράδειγμα ηθικής κατάπτωσης, αχρείαστο και περιττό, αλλά άκρως τραγικό. Μας σκλαβώνει ο οίκτος και ο τρόμος ενώπιον του θεάματος τής ανθρώπινης υπέρβασης, που δεν είναι ούτε τυχαία ούτε οφείλεται στην ανθρώπινη διαφθορά. Η αιτία της όμως βρίσκεται βαθιά στην ανθρώπινη φύση και σε ότι είναι ευγενές μέσα σε αυτήν, και είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένο με την κατάστασή του και τις προθέσεις του, ώστε δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να κατασταλεί ή να κατακτηθεί. Δεν βρίσκουμε ευχαρίστηση στο βάσανο τού ανθρώπου, αλλά στην αλυσίδα συμβάντων που προκάλεσε η υπέρβαση τού ήρωα, και η κατάληξη στην πτώση του, πράγμα που μας διαβεβαιώνει πως υπάρχει ένα τελικό όριο στην καταστροφή.
Στον Οιδίποδα, τον Αίαντα, τον Macbeth, Othello, Lear σκλαβωνόμαστε από το τραγικό θέαμα, από την αρχή μέχρι το τέλος. Πρώτον, γιατί πιστεύουμε πως δυνάμεις πολύ πιο αρχαίες και ισχυρές από τον άνθρωπο θα προκαλέσουν την υπέρβαση που θα αποτολμήσει, και τέλος, επειδή η αντίληψη από πλευράς τού ήρωα, των δυνάμεων οι οποίες θα τον καταστρέψουν, αν και τραγικά αργοπορημένη, τον υψώνει (η αντίληψη) πάνω από αυτές. Στην ήττα του ο άνθρωπος αναδεικνύεται πιο ευγενής από τις δυνάμεις που τον οδηγούν στην καταστροφή. Η τραγωδία αφήνει την έκβαση τού αγώνα σε μια ένταση, καθώς η νίκη δεν ανήκει σε κανένα αλλά και ανήκει και στους δυο, στον καθένα μέσα στην περιοχή του. Η παραδοξότητα και για τον λόγο αυτό συναρπαστικότητα τής τραγωδίας συνίσταται στην διατήρηση των εναλλακτικών σε μια επικίνδυνη ισορροπία, που αφήνει την πόρτα ανοικτή στον μηδενισμό αλλά και στην πίστη.
Η τραγωδία παρουσιάζει τον άνθρωπο ξαφνικά κάτω από την εξουσία δαιμονικών δυνάμεων και εν διαμαρτυρία εναντίον τους. Διαβεβαιώνει πως το κακό και το χάος πρέπει να ξεσπάσουν και οι θεοί πρέπει να έχουν το θύμα τους, αν όχι αυτόν τον άνθρωπο, τότε κάποιον άλλο. Άνδρες όπως ο Οιδίποδας, Macbeth και Lear είναι εκλεγμένοι, αποδέχονται και γίνονται ήρωες δια της αποδοχής τους. Ο ήρωας αναλαμβάνει την αστραπή, όχι ως αθώος αποδιοπομπαίος τράγος, αλλά ως όργανο των καταστροφικών δυνάμεων. Ο τραγικός ήρωας, συνήθως βασιλιάς, και ως τέτοιος αντιπροσωπεύοντας την τάξη και την ενότητα τού βασιλείου τών ανθρώπων, καθίσταται όργανο μέσω τού οποίου οι διαθέσεις και η τρέλα τών θεών χτυπά στην καρδιά τής ανθρώπινης κοινωνίας. Ο ήρωας στέκει μόνος και αντιμετωπίζει τις δυνάμεις που τον αποπλανούν, χωρίς την υποστήριξη ενός παντοδύναμου και δικαίου Θεού ή ενός απόλυτου ηθικού κώδικα. Στο υπόβαθρο του τραγικού αγώνα ακούγεται μόνο το μουρμουρητό τής ανθρώπινης κοινωνίας, ο χορός τής σώφρονος και ηθικής κοινής γνώμης. Αυτή αντιπροσωπεύει την μικρή προστατευμένη ζωή του ανθρώπου και συνεχίζει να ζει και μετά τον θάνατο του ήρωα.
Το τραγικό πεδίο της δράσης είναι υπέρ-ηθικό. Η ηθική σφαίρα θεωρείται ως ο κόσμος δεμένος από όλες τις πλευρές με το χάος και που απειλείται διαρκώς από την διείσδυση των θεμελιωδών δυνάμεων. Ο ήρωας μεσολαβεί μεταξύ των δυο τάξεων, μεταξύ της ανθρώπινης σφαίρας, οι κανόνες και οι περιορισμοί της οποίας καθιστούν δυνατή την πολιτισμένη ύπαρξη, και της πιο αρχαίας πραγματικότητας των άνομων επιθυμιών, που εν τέλει τρέφουν τον μικρό καλά οργανωμένο κόσμο του ανθρώπου. Αν όμως αυτή η αρχαία πραγματικότητα δεν αντιμετωπιστεί σωστά μπορεί και να καταστρέψει τον καλά οργανωμένο αυτόν κόσμο. Ο ήρωας είναι άνθρωπος, ο οποίος υπερβαίνοντας την γραμμή που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τους θεούς, φέρνει χάος και καταστροφή στην ανθρώπινη κοινωνία, και ο οποίος πρέπει να πεθάνει για να αποκατασταθεί η αρμονία. Η λειτουργία τής τραγικής πράξης, όπως το τόνισε ο Αριστοτέλης, είναι η κάθαρση και όχι ο παραδειγματισμός. Η τραγωδία δεν είναι θεατρικό έργο ηθικής. Η δουλειά μας δεν είναι να ακολουθήσουμε ή να αποφύγουμε την πορεία του ήρωα. Το καλύτερο είναι να προσλάβουμε την στάση του χορού: απόδοση τιμής και θρήνος για τον ήρωα, και προσευχή, η τραγωδία του να μην γίνει δική μας. Η τραγωδία παρουσιάζει την πράξη του ανθρώπου με μια μυστηριακή μάλλον, παρά διδακτική πρόθεση. Με τον τρόπο αυτό διατηρεί κατά κάποιο τρόπο την λειτουργία τού τελετουργικού, με διαφορετικές όμως προϋποθέσεις και ένα διαφορετικό μήνυμα. Στο τελετουργικό, η μια τάξη των θεών κατακτά μια άλλη. Στην τραγωδία, είναι η κατανόηση του ανθρώπου που ηττάται και θριαμβεύει.
Από την οπτική γωνία τής θρησκείας, η τραγική άποψη μοιάζει απελπιστική, καθώς υποθέτει ένα ανήθικο σύμπαν και δεν αναγνωρίζει κάποιο θεό, στον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να απευθυνθεί για δικαιοσύνη και έλεος, και ο οποίος θα μπορούσε να τον ελευθερώσει από την ενοχή του δια της μετάνοιας. Η μετάνοια είναι άνευ σημασίας ενώπιον ενός αδιάφορου και αφιλόξενου σύμπαντος. Οι ήρωες του Shakespeare δεν μετανοούν για την υπέρβασή τους, αλλά απλώς την υποφέρουν ως ασθένεια. Και όμως στην τραγωδία υπάρχει μια ενδόμυχη ελπίδα, αλλά αρκετά διαφορετική από την θρησκευτική πίστη περί σωτηρίας δια του Θεού. Οι μεγάλοι τραγικοί ήρωες είναι βίαιοι άνδρες, και πέφτουν λόγω της βίας τους. Γιατί όμως ένας ήρωας που δίνει σημασία σε ένα δαιμονικό χρησμό πρέπει να καταλήξει στην καταστροφή; Το ότι αναπόφευκτα γίνεται αυτό, μας υποδεικνύει την πίστη στην αέναη επανόρθωση τής ανθρώπινης τάξης. Ο ήρωας είναι νεκρός και η χώρα έχει λεηλατηθεί λόγω ανομίας, αλλά η κοινωνία παραμένει, η τάξη και η δικαιοσύνη δεν έχουν καταστραφεί. Όπου οι άνθρωποι χάνουν την πίστη στην τάξη τής κοινωνίας, η τραγωδία καταλήγει στον μηδενισμό, και η δράση τού ήρωα και τα βάσανά του καθίστανται άνευ νοήματος (οι γυναίκες τής Τροίας, Troilus και Cressida του Shakespeare, οι τραγωδίες του Webster). Η τραγική πράξη έχει νόημα και αξία μόνο σε αναφορά προς μια δίκαιη και έννομη κοινωνία, την τάξη τής οποίας η τραγική πράξη απειλεί, αλλά δεν την αρνείται. Από την στιγμή που κάθε τάξη έχει απορριφθεί, η πράξη του ήρωα βυθίζεται στο χάος που η ίδια προκάλεσε.
Η τραγωδία τελειώνει με την γεύση τής ήρεμης και νηφάλιας θλίψης που ακολουθεί τις μεγάλες φυσικές καταστροφές. Το ελπιδοφόρο μήνυμα τής τραγωδίας, είναι το εξής: αν και το κακό δεν μπορεί να κατασταλεί, δεν είναι όμως ατέλειωτο. Η ανθρώπινη ζωή έχει νόημα και αξιοπρέπεια, έστω και αν τα δεδομένα είναι εναντίον τού ανθρώπου.
Η φύση τής Τραγωδίας
Τής Susan Taubes,
στό The Review of Metaphysics, Vol. 7 No. 2 (Dec., 1953)
Τόσο η τραγωδία όσο και θρησκεία ασχολούνται με τον άνθρωπο ως παράγοντα τού κακού και δίνουν την ερμηνεία τής υπέρβασης από πλευράς τού ανθρώπου τής θεϊκής τάξης. Αλλά εκεί που η θρησκεία ερμηνεύει τήν υπέρβαση (των ορίων)-παράβαση υπό το φως τής αμαρτίας, και διακρίνει αυστηρά τούς αγίους της και τους αμαρτωλούς, η τραγωδία παρουσιάζει την υπέρβαση στο φως του ηρωικού μεγαλείου. Είτε στο ελληνικό είτε στο θέατρο τής ελισαβέτειας εποχής, οι μεγάλοι τραγικοί ήρωες είναι οι μεγάλοι ένοχοι. Η παράβαση τού ήρωα αντικατοπτρίζει πολλές φορές τήν αντίφαση στην κοσμική τάξη. Ο ήρωας μπορεί να οδηγηθεί στο να υπερβεί τον νόμο σε μια σφαίρα, με σκοπό να τον εκπληρώσει σε μια άλλη. Έτσι ο Προμηθέας επαναστατεί κατά του Δία εν ονόματι μιας νέας εποχής. Ο Ορέστης προσβάλλει τα ιερά δεσμά του αίματος υπακούοντας στον νόμο του Απόλλωνα. Αίας, Οιδίπους, Mackbeth, οδηγούνται από θείους ή δαιμονικούς χρησμούς. Η Αντιγόνη αντιπαρατίθεται στον νόμο της πόλεως, έχοντας ως θεμέλιο ένα ανώτερο θεϊκό νόμο. Ή, όπως συμβαίνει συχνά στις τραγωδίες του Shakespeare, περηφάνεια, πάθος ή παράνοια τυφλώνουν τον ήρωα ως προς την αληθινή κατάσταση τών πραγμάτων και τον καθιστά καταστροφικό (Lear, Hamlet, Othello).
Η τραγική ερμηνεία τής παράβασης υπό το φως τού ηρωικού μεγαλείου, παρουσιάζει το πρόβλημα στην θρησκευτική ή την ορθολογική συνείδηση ως τόσο περίπλοκο, όσο και το πολυσυζητημένο ερώτημα, πως το βάσανο και η πτώση τού ήρωα μπορούν να αποτελέσουν πηγή αισθητικής και ηθικής απόλαυσης. Τα δυο προβλήματα είναι αδιαχώριστα. Αναδύονται όταν αποτυγχάνουμε να θεωρήσουμε την τραγική δράση ως ένα όλο. Η παράβαση και ο εξαγνισμός δια τού βασάνου και της τελικής διαπίστωσης, ακόμα και αν η τιμή είναι ο θάνατος, σχηματίζουν το ηρωικό μεγαλείο της πράξης.
Η τραγωδία προϋποθέτει ένα σύμπαν, όπου το κακό είναι μια θετική πραγματικότητα και αντιπροσωπεύει μια, υπερβατική τής ηθικής, ουσιαστική σφαίρα, έστω και αν το άτομο είναι ελεύθερο και υπεύθυνο για τις πράξεις του. Τόσο η θρησκεία όσο και η φιλοσοφία θεμελιώνονται πάνω στην πίστη της γενικής ισχύος μιας και μόνης αρχής, είτε είναι ο άκρος ορθολογισμός είτε ο παντοδύναμος θεός. Και τα δυο τείνουν να καταπιέσουν οποιαδήποτε σφαίρα ανεξαρτησίας τού όντος το οποίο αντιστέκεται είτε στην λογική είτε στην θεία φύση, και τείνουν να εξηγήσουν το κακό ως ένα αρνητικό χαρακτηριστικό, μια έλλειψη στην λογική ή στο θέλημα τού ανθρώπου.
Η τραγωδία δείχνει πως αυτός που ξεπερνά την γραμμή που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τους θεούς κερδίζει μια πιο βαθιά αντίληψη των σχέσεων μεταξύ των θεών. Αν επιμείνουμε, όπως επιβάλλεται από θρησκευτικής άποψης, πως ο Macbeth θα πρέπει να γνώριζε τι επιτρέπεται και τι όχι στον άνθρωπο, και αγνόησε την προφητεία της μάγισσας και πορεύτηκε τον δίκαιο δρόμο, θα πρέπει να πούμε πως ο Macbeth είναι μόνο ένα παράδειγμα ηθικής κατάπτωσης, αχρείαστο και περιττό, αλλά άκρως τραγικό. Μας σκλαβώνει ο οίκτος και ο τρόμος ενώπιον του θεάματος τής ανθρώπινης υπέρβασης, που δεν είναι ούτε τυχαία ούτε οφείλεται στην ανθρώπινη διαφθορά. Η αιτία της όμως βρίσκεται βαθιά στην ανθρώπινη φύση και σε ότι είναι ευγενές μέσα σε αυτήν, και είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένο με την κατάστασή του και τις προθέσεις του, ώστε δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να κατασταλεί ή να κατακτηθεί. Δεν βρίσκουμε ευχαρίστηση στο βάσανο τού ανθρώπου, αλλά στην αλυσίδα συμβάντων που προκάλεσε η υπέρβαση τού ήρωα, και η κατάληξη στην πτώση του, πράγμα που μας διαβεβαιώνει πως υπάρχει ένα τελικό όριο στην καταστροφή.
Στον Οιδίποδα, τον Αίαντα, τον Macbeth, Othello, Lear σκλαβωνόμαστε από το τραγικό θέαμα, από την αρχή μέχρι το τέλος. Πρώτον, γιατί πιστεύουμε πως δυνάμεις πολύ πιο αρχαίες και ισχυρές από τον άνθρωπο θα προκαλέσουν την υπέρβαση που θα αποτολμήσει, και τέλος, επειδή η αντίληψη από πλευράς τού ήρωα, των δυνάμεων οι οποίες θα τον καταστρέψουν, αν και τραγικά αργοπορημένη, τον υψώνει (η αντίληψη) πάνω από αυτές. Στην ήττα του ο άνθρωπος αναδεικνύεται πιο ευγενής από τις δυνάμεις που τον οδηγούν στην καταστροφή. Η τραγωδία αφήνει την έκβαση τού αγώνα σε μια ένταση, καθώς η νίκη δεν ανήκει σε κανένα αλλά και ανήκει και στους δυο, στον καθένα μέσα στην περιοχή του. Η παραδοξότητα και για τον λόγο αυτό συναρπαστικότητα τής τραγωδίας συνίσταται στην διατήρηση των εναλλακτικών σε μια επικίνδυνη ισορροπία, που αφήνει την πόρτα ανοικτή στον μηδενισμό αλλά και στην πίστη.
Η τραγωδία παρουσιάζει τον άνθρωπο ξαφνικά κάτω από την εξουσία δαιμονικών δυνάμεων και εν διαμαρτυρία εναντίον τους. Διαβεβαιώνει πως το κακό και το χάος πρέπει να ξεσπάσουν και οι θεοί πρέπει να έχουν το θύμα τους, αν όχι αυτόν τον άνθρωπο, τότε κάποιον άλλο. Άνδρες όπως ο Οιδίποδας, Macbeth και Lear είναι εκλεγμένοι, αποδέχονται και γίνονται ήρωες δια της αποδοχής τους. Ο ήρωας αναλαμβάνει την αστραπή, όχι ως αθώος αποδιοπομπαίος τράγος, αλλά ως όργανο των καταστροφικών δυνάμεων. Ο τραγικός ήρωας, συνήθως βασιλιάς, και ως τέτοιος αντιπροσωπεύοντας την τάξη και την ενότητα τού βασιλείου τών ανθρώπων, καθίσταται όργανο μέσω τού οποίου οι διαθέσεις και η τρέλα τών θεών χτυπά στην καρδιά τής ανθρώπινης κοινωνίας. Ο ήρωας στέκει μόνος και αντιμετωπίζει τις δυνάμεις που τον αποπλανούν, χωρίς την υποστήριξη ενός παντοδύναμου και δικαίου Θεού ή ενός απόλυτου ηθικού κώδικα. Στο υπόβαθρο του τραγικού αγώνα ακούγεται μόνο το μουρμουρητό τής ανθρώπινης κοινωνίας, ο χορός τής σώφρονος και ηθικής κοινής γνώμης. Αυτή αντιπροσωπεύει την μικρή προστατευμένη ζωή του ανθρώπου και συνεχίζει να ζει και μετά τον θάνατο του ήρωα.
Το τραγικό πεδίο της δράσης είναι υπέρ-ηθικό. Η ηθική σφαίρα θεωρείται ως ο κόσμος δεμένος από όλες τις πλευρές με το χάος και που απειλείται διαρκώς από την διείσδυση των θεμελιωδών δυνάμεων. Ο ήρωας μεσολαβεί μεταξύ των δυο τάξεων, μεταξύ της ανθρώπινης σφαίρας, οι κανόνες και οι περιορισμοί της οποίας καθιστούν δυνατή την πολιτισμένη ύπαρξη, και της πιο αρχαίας πραγματικότητας των άνομων επιθυμιών, που εν τέλει τρέφουν τον μικρό καλά οργανωμένο κόσμο του ανθρώπου. Αν όμως αυτή η αρχαία πραγματικότητα δεν αντιμετωπιστεί σωστά μπορεί και να καταστρέψει τον καλά οργανωμένο αυτόν κόσμο. Ο ήρωας είναι άνθρωπος, ο οποίος υπερβαίνοντας την γραμμή που διαχωρίζει τον άνθρωπο από τους θεούς, φέρνει χάος και καταστροφή στην ανθρώπινη κοινωνία, και ο οποίος πρέπει να πεθάνει για να αποκατασταθεί η αρμονία. Η λειτουργία τής τραγικής πράξης, όπως το τόνισε ο Αριστοτέλης, είναι η κάθαρση και όχι ο παραδειγματισμός. Η τραγωδία δεν είναι θεατρικό έργο ηθικής. Η δουλειά μας δεν είναι να ακολουθήσουμε ή να αποφύγουμε την πορεία του ήρωα. Το καλύτερο είναι να προσλάβουμε την στάση του χορού: απόδοση τιμής και θρήνος για τον ήρωα, και προσευχή, η τραγωδία του να μην γίνει δική μας. Η τραγωδία παρουσιάζει την πράξη του ανθρώπου με μια μυστηριακή μάλλον, παρά διδακτική πρόθεση. Με τον τρόπο αυτό διατηρεί κατά κάποιο τρόπο την λειτουργία τού τελετουργικού, με διαφορετικές όμως προϋποθέσεις και ένα διαφορετικό μήνυμα. Στο τελετουργικό, η μια τάξη των θεών κατακτά μια άλλη. Στην τραγωδία, είναι η κατανόηση του ανθρώπου που ηττάται και θριαμβεύει.
Από την οπτική γωνία τής θρησκείας, η τραγική άποψη μοιάζει απελπιστική, καθώς υποθέτει ένα ανήθικο σύμπαν και δεν αναγνωρίζει κάποιο θεό, στον οποίο ο άνθρωπος μπορεί να απευθυνθεί για δικαιοσύνη και έλεος, και ο οποίος θα μπορούσε να τον ελευθερώσει από την ενοχή του δια της μετάνοιας. Η μετάνοια είναι άνευ σημασίας ενώπιον ενός αδιάφορου και αφιλόξενου σύμπαντος. Οι ήρωες του Shakespeare δεν μετανοούν για την υπέρβασή τους, αλλά απλώς την υποφέρουν ως ασθένεια. Και όμως στην τραγωδία υπάρχει μια ενδόμυχη ελπίδα, αλλά αρκετά διαφορετική από την θρησκευτική πίστη περί σωτηρίας δια του Θεού. Οι μεγάλοι τραγικοί ήρωες είναι βίαιοι άνδρες, και πέφτουν λόγω της βίας τους. Γιατί όμως ένας ήρωας που δίνει σημασία σε ένα δαιμονικό χρησμό πρέπει να καταλήξει στην καταστροφή; Το ότι αναπόφευκτα γίνεται αυτό, μας υποδεικνύει την πίστη στην αέναη επανόρθωση τής ανθρώπινης τάξης. Ο ήρωας είναι νεκρός και η χώρα έχει λεηλατηθεί λόγω ανομίας, αλλά η κοινωνία παραμένει, η τάξη και η δικαιοσύνη δεν έχουν καταστραφεί. Όπου οι άνθρωποι χάνουν την πίστη στην τάξη τής κοινωνίας, η τραγωδία καταλήγει στον μηδενισμό, και η δράση τού ήρωα και τα βάσανά του καθίστανται άνευ νοήματος (οι γυναίκες τής Τροίας, Troilus και Cressida του Shakespeare, οι τραγωδίες του Webster). Η τραγική πράξη έχει νόημα και αξία μόνο σε αναφορά προς μια δίκαιη και έννομη κοινωνία, την τάξη τής οποίας η τραγική πράξη απειλεί, αλλά δεν την αρνείται. Από την στιγμή που κάθε τάξη έχει απορριφθεί, η πράξη του ήρωα βυθίζεται στο χάος που η ίδια προκάλεσε.
Η τραγωδία τελειώνει με την γεύση τής ήρεμης και νηφάλιας θλίψης που ακολουθεί τις μεγάλες φυσικές καταστροφές. Το ελπιδοφόρο μήνυμα τής τραγωδίας, είναι το εξής: αν και το κακό δεν μπορεί να κατασταλεί, δεν είναι όμως ατέλειωτο. Η ανθρώπινη ζωή έχει νόημα και αξιοπρέπεια, έστω και αν τα δεδομένα είναι εναντίον τού ανθρώπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου