ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Jacob Burckhard
ΔΕΥΤΕΡΟ
ΜΕΡΟΣ
ΚΡΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΕΘΝΟΣ
– ΙΙ
–
Η ΠΟΛΗ
ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΤΗΣ ΕΞΈΛΙΞΗ
5.
Η
ΤΥΡΑΝΝΙΑ
Ο
Αριστοτέλης, για τον οποίον η τυραννία
είναι μια κακή παρέκκλιση της μοναρχίας,
αναφέρεται μόνο στα εντελώς απαραίτητα
στοιχεία της, διότι θεωρεί περιττό να
επεκταθεί και σε άλλες λεπτομέρειες.
Αλλά τη φειδώ τού Αριστοτέλη υποκαθιστά
το γεγονός ότι η
τυραννία είναι μια
από τις
απολύτως αναπόφευκτες μορφές τής ιδέας
τών Ελλήνων περί
τού Κράτους,
διότι μέσα σε κάθε προικισμένο και
φιλόδοξο Έλληνα
κατοικούσε
ένας τύραννος και ένας δημαγωγός.
Κατ’
αρχήν δεν θα πρέπει να θεωρήσουμε ότι
οι τυραννίες απορρέουν από τις βασιλείες,
και ούτε ο Αριστοτέλης είναι αυτής τής
άποψης· οι σπάνιες περιπτώσεις που
συνηγορούν υπέρ αυτής τής άποψης, όπως
τού Φείδωνα του Άργους και του Αρκεσιλάου
τής Κυρήνης, δεν μπορούν, όπως θα δούμε,
να αποτελέσουν παραδείγματα. Η τυραννία
είναι μάλλον μια
θανατηφόρα ασθένεια της
αριστοκρατίας,
η οποία είναι δυνατόν αρχικά να απειληθεί
από εσωτερικές ταραχές· αν στο μεταξύ
καταφέρει να εγκαθιδρύσει προσωρινά
έναν «διαιτητή» (αισυμνήτη), όπως έκανε
για παράδειγμα ο λαός (τών ευγενών) τής
Μυτιλήνης στο πρόσωπο του Πιττακού και
ο ρωμαϊκός λαός με τους δικτάτορές του,
η κατάσταση μπορεί να διασωθεί. Περισσότερο
επικίνδυνη είναι η τυραννία που
αναδεικνύεται
στο όνομα
των καταπιεσμένων μαζών.
Ως προς την αρχή της αποτελεί πραγματικά
μια πρώιμη δημοκρατία, που αντιπροσωπεύεται
από ένα άτομο· επειδή όμως η πόλη έχει
απόλυτη εξουσία επί τών πολιτών, ο
τύραννος αποκτά επίσης αυτό το προνόμιο·
ο τύραννος ασκεί εξ αρχής την εξουσία
που ανατέθηκε στην πόλη, και οι υπήκοοί
του δεν είναι απαραίτητα περισσότερο
δυστυχείς. Η ενσάρκωση της πόλης σε έναν
μοναδικό τέτοιο άνδρα και η ευρεία
διάδοση αυτού τού φαινομένου στον
ελληνικό κόσμο κατά τον 7ο
και 6ο
αιώνα, αποδεικνύουν ότι οφειλόταν σε
μια κάποια αναγκαιότητα. Είναι φανερό
ότι μετά από κάποιο διάστημα προέκυπτε
παντού κάποια ασυμφωνία ανάμεσα σε μια
κυριαρχία τής όλο και περισσότερο
προσωποποιημένης εξουσίας τού τυράννου,
και τις ευχές και επιθυμίες τών διαφόρων
τάξεων του πληθυσμού· εξ άλλου η επιτυχής
έκβαση της διακυβέρνησης είχε άμεση
εξάρτηση από τις προσωπικές ικανότητες
του κυβερνώντος· δεν θα πρέπει όμως να
λάβουμε σοβαρά υπόψη τα εγκώμια
μεταγενεστέρων εποχών, διότι, παρότι
σε πολλές περιπτώσεις επεκράτησε η
πραγματική δημοκρατία, ακριβώς δίπλα
σ’ αυτήν είδαμε να αναδύεται αργότερα
η πλέον αποτρόπαιη μορφή τυραννίας,
όπως του Αλεξάνδρου τών Φεραίων, του
Κλεάρχου τής Ηρακλείας και των δύο
Διονυσίων.
Στους
αρχαίους χρόνους εμπνευστής της τυραννίας
υπήρξε συνήθως ένας αριστοκράτης, ένας
έκπτωτος νόθος, όπως ο Κύψελος, είτε
ένας ολυμπιονίκης με συναίσθηση της
αξίας του, όπως ο Κύλων· την τυραννία
θα μπορούσε επίσης να υπηρετήσει ένας
εξέχων κληρικός, όπως υπήρξαν στην
οικογένεια του Γέλωνα, ή ο διοικητής
ενός νικηφόρου πολέμου, καθώς και κάποια
άλλα αξιώματα που η εξουσία τους εμπνέει
μεγαλείο. Απαραίτητο ήταν πάντως να
αναγνωριστεί
κανείς κατά κάποιον τρόπο από τις μάζες
ως ο μελλοντικός σωτήρας
τους και να
γίνει έτσι αγαπητός, επειδή «η τυραννία
επιτυγχάνεται είτε
χάρη στις
λαϊκές μάζες είτε ως αποτέλεσμα της
διαφθοράς».
Αυτή η τελευταία κυριαρχούσε «με το
γάντι». Ο Πεισίστρατος, που έγινε
δημοφιλής εξ αιτίας τής διοίκησης του
κατά τον πόλεμο των Μεγάρων, επέδειξε
γενναιοδωρία και πρόσφερε τα αγαθά του
και τη χρήση τών αγρών του σε όλους, με
αποτέλεσμα να τεθεί επικεφαλής τών
Διακρίων κατά των Πεδιαίων. Σημαντική
είναι επίσης η συνεισφορά τής θρησκείας,
είτε με την επίκληση είτε με την επινόηση
κάποιου χρησμού τών Δελφών· όπως έχουμε
αναφέρει, ο Πεισίστρατος σφετερίστηκε
για δεύτερη φορά την εξουσία εισβάλοντας
στην πόλη με τη συνοδεία τής θεάς
προστάτιδας πάνω στο άρμα της.
Το
καθαυτό πραξικόπημα που οδηγούσε στην
κατάκτηση της εξουσίας ακολουθούσε
τελείως διαφορετική διαδρομή, επειδή
έπρεπε να παρουσιαστεί η κατάλληλη
ευκαιρία. Την λεπτομερέστερη περιγραφή
μιας παρόμοιας διαδικασίας και της
σκληρής τυραννίας που ακολούθησε θα
μπορούσε να αποτελέσει η ιστορία τής
ιταλικής Κύμης, περί το 500 π. Χ., αν στη
διήγηση του Διονυσίου τής Αλικαρνασσού
ο απεχθής τύραννος Αριστόδημος δεν
είχε εκ των υστέρων «κεντήσει» γύρω από
μιαν αυστηρή παράδοση ένα ολόκληρο
μυθιστόρημα, που αλλοίωσε την αρχική
περιγραφή, περιλαμβάνοντας και κάποια
χαρακτηριστικά τής τυραννίας που
ακολούθησε. Αργότερα οι Έλληνες έδειξαν
ιδιαίτερη προτίμηση στις περιγραφές
πραξικοπημάτων, συνομωσιών κ.τ.λ. και
αφέθηκαν κυριολεκτικά στη φαντασία
τους. Τούτο μπορεί να οφείλεται και στο
ότι τα γεγονότα καταγράφηκαν πολύ
αργότερα, αφού είχαν υποστεί τις συνέπειες
της προφορικής παράδοσης. Η διαδικασία
ήταν πάντως συνήθως αιματηρή, διότι δεν
επρόκειτο απλώς για αλλαγή τού καθεστώτος,
αλλά και για εκδικητικές συμπεριφορές,
ενώ ήταν αναγκαίο να εξαλειφθεί κάθε
δυνατότητα αντίδρασης.. Ο Κύψελος της
Κορίνθου (655 π. Χ.) δολοφόνησε τον δικαστή
τής πόλης και άλλα μέλη τής κάστας (των
Βακχιαδών)· είναι πιθανό ο μύθος να
διαστρέβλωσε τα γεγονότα διηγούμενος,
ότι πρώτα απέστειλε ως εκπροσώπους
στους Δελφούς μέλη τής ίδιας κάστας να
πληροφορηθούν από τον θεό «περί τής
σωτηρίας τής Κορίνθου», εμποδίζοντάς
τους έτσι να επιστρέψουν στην πόλη. Ο
Φάλαρις κυριάρχησε στον Ακράγαντα, που
είχε ιδρυθεί μόλις πριν είκοσι χρόνια,
με τον ακόλουθο τρόπο: ως συντηρητής
τού ναού τού Δία, ενίσχυσε το τείχος
γύρω από την ακρόπολη, και με αφορμή τον
εορτασμό τών θεσμοφορίων επιτέθηκε στο
πλήθος μαζί με τους συνεργάτες του και
έσπειρε τον θάνατο· ο Φάλαρις αντιπροσώπευε
αργότερα για τους Έλληνες ένα τέτοιο
φόβητρο, ώστε δεν μπορούμε να βασιστούμε
σε κανένα από τα επιμέρους στοιχεία που
μας παραδόθηκαν. Δύο γενιές αργότερα ο
Θέρων υπέταξε αυτή την ίδια πόλη με τη
βοήθεια μισθοφόρων που πλήρωσε από τα
χρήματα που του εμπιστεύτηκαν για την
κατασκευή του ναού τής Αθηνάς. Ο Πολυκράτης
κατέλαβε τη Σάμο (536 π. Χ.) κατά τη διάρκεια
των εορτασμών προς τιμήν τής Ήρας,
προστάτιδας της πόλης: κατά τη διάρκεια
της πομπής, ένα μέρος από τούς συνεργούς
του επιτέθηκε στο πλήθος και ένα άλλο
κατέλαβε τις τοποθεσίες στρατηγικής
σημασίας τής πόλης. Η πλευρά τών ηττημένων,
αν κατόρθωνε να επιβιώσει είχε την
επιλογή είτε να διαφύγει στο εξωτερικό,
είτε να δηλώσει ρητή παραίτηση. Έτσι
συχνά κάποιοι πρόσφυγες επανέρχονταν
στον τόπο τους, ενώ αποκαθίσταντο άτομα
που είχαν διωχθεί. Όταν ακολούθως
απαιτείται ο αφοπλισμός όλων τών
κατοίκων, δεν περιλαμβάνονται όσοι
είχαν στερηθεί ήδη τα πολιτικά τους
δικαιώματα, διότι συνήθως αφορούσε και
τη στέρηση οπλοφορίας· όσο για τον
Φάλαρι, ο μύθος επιβεβαιώνει για μιαν
ακόμη φορά τα στοιχεία μας: αφού κάλεσε
όλους τούς κατοίκους σε δημόσιους αγώνες
στην είσοδο της πόλης, έκλεισε τις πύλες
και έστειλε τους σωματοφύλακές του να
αφαιρέσουν τα όπλα από τις κατοικίες
τους. Το πρώτο πράγμα που θα έπρεπε να
κάνει ο τύραννος για τον λαό ήταν να τον
απαλλάξει από τα χρέη, διότι ήταν πλέον
αδύνατον να στηριχθεί στους αριστοκράτες,
από τούς οποίους ένα μέρος είχε εξοντώσει
και ένα άλλο εκδιώξει. Το πρόβλημα της
ανακατανομής τών γαιών είναι πιο
πολύπλοκο· αναπόφευκτη ήταν ασφαλώς η
δήμευση της περιουσίας τών ευγενών και,
όπως αναφέρεται, είναι πιθανό κάποιος
μετριοπαθής τύραννος να τις διατήρησε
και να τις μεταπούλησε αργότερα σε
αυτούς που διώχθηκαν. Η διαδικασία αυτή
ήταν απλούστερη στην περίπτωση που ο
σφετεριστής ανήκε σε μια καταπιεσμένη
φυλή, όπως για παράδειγμα οι τύραννοι
της Σικυώνας, που βοήθησαν τους Ίωνες
της πόλης να επιβληθούν στους Δωριείς
και τους εξασφάλισαν το αποκλειστικό
δικαίωμα της διαβούλευσης, της απονομής
τής δικαιοσύνης και των προνομίων που
ανήκαν σε έναν «κυρίαρχο λαό»· μπορούμε
να συμπεράνουμε ότι αυτός που απολάμβανε
όλων αυτών των δικαιωμάτων θα είχε και
την καλύτερη μεταχείριση σε ό,τι αφορά
στην ιδιοκτησία γης, παρότι δεν αναφέρεται
και δεν θεωρείται πιθανό οι Δωριείς να
στερήθηκαν ολοκληρωτικά την ιδιοκτησία
τους. Αλλά ο Θεαγένης, που όφειλε (625 π.
Χ.) την κυριαρχία του στα Μέγαρα, όχι
τόσο σε δυσαρεστημένους πολίτες αλλά
σε πτωχευμένους Ίωνες χωρικούς, δεν
αρνήθηκε ασφαλώς να τους παραχωρήσει
τη γή που αφαίρεσε από τη δωρική
αριστοκρατία.
Οποιαδήποτε
και αν ήταν τα προνόμια που ο τύραννος
παραχωρούσε στις καταπιεσμένες ομάδες
τού πληθυσμού που τον είχαν υποστηρίξει,
η αποστολή του είχε εκπληρωθεί στον
βαθμό που τα προνόμια αυτά ήταν
εξασφαλισμένα· οι ελεύθεροι πολίτες
μπορούσαν πλέον να ζήσουν και χωρίς
αυτόν. Τώρα είχε έρθει η στιγμή να
αναλογιστεί πόσο ευκολότερο είναι να
καταλάβει κανείς την εξουσία από το να
τη διατηρήσει. Οι μάζες τών ελεύθερων,
πρώην καταπιεσμένων πληθυσμών, που είτε
στήριξαν τη δράση του είτε την κατέστησαν
δυνατή χωρίς να αντιδράσουν, αναμένουν
ή απαιτούν ασφαλώς έναν ευδαίμονα βίο
για όλους, τέτοιον που δεν υφίσταται
ποτέ και πουθενά, ενώ ο
τύραννος
δεν είναι σε θέση να ικανοποιήσει ούτε
τις πλέον στοιχειώδεις προσδοκίες τους.
Δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία
παρά ασκώντας βία· απόδειξη είναι η
σωματοφυλακή τών «δορυφόρων», η οποία
δημιουργήθηκε για να προστατέψει αρχικά
τον τύραννο από αυτούς που ανέτρεψε,
αλλά διατηρήθηκε στη συνέχεια ως
προστασία από το λαό. Ο Κύψελος βασίλευε
ακόμη στην Κόρινθο χωρίς σωματοφύλακες,
αλλά ήδη ο γιός του Περίανδρος επιστράτεψε
300 δορυφόρους· ο Θεαγένης επίσης δεν
διέθετε φρουρά, αλλά ο Πεισίστρατος ο
οποίος είχε εξασφαλίσει από την αρχή
χάρη σε ένα διάταγμα της συνέλευσης του
λαού τούς «ροπαλοφόρους» του, μετά την
τρίτη απόπειρα ανάκτησης της εξουσίας
επανήλθε με μιαν ισχυρή φρουρά. Σχετικά
μ’ αυτήν την πρακτική υπάρχει μια
ολόκληρη αφήγηση σχετικά με τον Αριστόδημο
της Κύμης, που περιλαμβάνει όλα όσα
αφορούν στις επιμέρους τυραννίες, ακόμη
και αυτές που ανήκουν σε διαφορετικές
εποχές. Ανεξάρτητα όμως από τις όποιες
επιφυλάξεις, ο θρύλος για τον Αριστόδημο
διατηρεί την αξία του: λέγεται ότι από
την πρώτη νύχτα εγκατέστησε μια φρουρά
σωματοφυλάκων απαρτιζόμενη από όλους
τούς κακαδιασμένους σε θάνατο που
απελευθέρωσε από τα κελιά τής φυλακής,
καθώς και από υποστηρικτές και αιχμαλώτους
που μετέφερε από την εκστρατεία του
(αυτοί ήταν Ετρούσκοι)· μετά από τον
γενικό αφοπλισμό τών κατοίκων, σχηματίστηκε
μια τριπλή φρουρά, αποτελούμενη από
τούς πλέον άθλιους και φθονερούς πολίτες,
από δούλους που είχαν δολοφονήσει τούς
αφέντες τους, και 2000 από τούς πιο άγριους
Βαρβάρους, οι οποίοι λέγεται ότι ήταν
και οι πιο σκληραγωγημένοι, πράγμα
απολύτως πιστευτό.
Αλλά
στην Ελλάδα υπήρξαν επίσης επίστρατοι
ελληνικής καταγωγής· ίσως είναι η πρώτη
φορά στην ιστορία αυτού τού τόπου που
εμφανίζεται μια δύναμη πολεμιστών,
ανεξάρτητη από κάθε πόλη, για κάθε δυνατή
χρήση· αυτοί οι «δορυφόροι»
είναι οι πρόδρομοι των μεγάλων μισθοφορικών
στρατευμάτων τού 4ου
αιώνα. Η επιστράτευση όμως ήταν στους
αρχαίους χρόνους εξαιρετικά δαπανηρή,
και επομένως οι μικρότερες και φτωχότερες
τυραννίες ήταν αναγκασμένες να αυξάνουν
τούς φόρους, γεγονός που τις οδηγούσε
στον εξής φαύλο κύκλο: όσο
περισσότερο ο τύραννος ανησυχεί για
την προσωπική του
ασφάλεια,
τόσο ανασφαλέστερη καθίσταται η εξουσία
του.
Όσοι
προσεταιρίστηκαν μια φυλή βοηθώντας
την να επιβληθεί σε κάποιαν άλλη και
κερδίζοντας έτσι την υποστήριξή της,
δεν θα χρειαστούν μισθοφόρους· ο στρατός
που χρησιμοποίησε ο Κλεισθένης τής
Σικυώνας για τους πολέμους και τις
εισβολές σε ξένα εδάφη ήταν πιθανότατα
ένας τοπικός στρατός. Η αποδοχή από το
καθεστώς τής Σπάρτης τυράννων αυτής
τής κατηγορίας, τους επέτρεψε να
διατηρηθούν στην εξουσία ώσπου να
υποχωρήσει η έριδα ανάμεσα στις διάφορες
παρατάξεις. Κάποιοι άλλοι εξουσιαστές
κατόρθωσαν να διατηρήσουν το καθεστώς
σε ισορροπία, έως ότου μια νέα γενιά
αναδύθηκε, εξοικειωμένη με τις πρακτικές
τους· γεγονός παραμένει ότι αυτοί οι
τύραννοι επεδίωξαν να κερδίσουν τις
μάζες, διότι διαφορετικά θα ήταν
εξαιρετικά δύσκολο να εξασφαλίσουν τον
απαιτούμενο για την προστασία τους
μισθοφορικό στρατό. Βλέπουμε επίσης να
αναδεικνύονται ορισμένοι προικισμένοι
και τολμηροί τύραννοι, οι οποίοι
προσδοκούν να δημιουργήσουν μια τομή,
όχι μόνο στις συνήθειες της αριστοκρατίας,
αλλά και σ’ αυτές ολόκληρης της Ελλάδας,
τομή η οποία εγκαινιάζει, σε αντίθεση
με την αριστοκρατική αυλή τού Κλεισθένη,
τη βασιλεία τού οφέλους και της κερδοφόρας
δραστηριότητας, κάτι που μέχρι τότε
αντιπροσώπευε για τους Έλληνες την
κατάρα.
(συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου