Συνέχεια από: Σάββατο 7 Αυγούστου 2021
Διαλογική (Βιο)τεχνολογία;
Τὸ πρόβλημα τῆς (Βιο)τεχνολογίας ὡς ὁριστικῆς καὶ ἀμετάπτωτης οὐτοπίας: ἀπὸ τὸν Marx καὶ τὸν Heidegger στὸν Bostrom, τὸν Stuart Russell καὶ τὸ σκοτεινὸ ἄστρο τῆς ἐπιθυμίας
ΘΕΟΛΟΓΙΑ 92,1 (2021), σελ. 23 - 50
8
Ὅλα αὐτὰ ὅμως σημαίνουν πὼς τὸ πραγματικὸ καὶ ὀξὺ ἐρώτημα ποὺ ἡ Τεχνολογία θέτει σήμερα εἶναι ἀνθρωπολογικὸ καί, ἐν συνεχείᾳ, θεολογικό. Ποῦ καὶ πῶς ὑπάρχει αὐτὴ ἡ ἀγάπη; Κατ’ ἀρχάς, νὰ ποῦμε ὅτι δὲν ἔχει νόημα οὔτε ἡ δαιμονοποίηση οὔτε ὁ ἐξορκισμὸς τῆς Τεχνολογίας ἡ Τεχνολογία ἁπλῶς συμβαίνει - πρόκειται γιὰ τὴν σύγχρονη μορφὴ τοῦ ἐν-τῷ-κόσμῳ-Εἶναι (του in-der Welt-Sein κατὰ τὸν Heidegger) καὶ μάλιστα μία μορφὴ ἡ ὁποία προορίζεται νὰ ὑπάρξει, κατὰ τὰ φαινόμενα, πιθανῶς, ἡ ὕστατη μορφὴ τοῦ ἐν-τῷ-κόσμῳ-Εἶναι. Δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ σκεφθοῦμε μία μή-τεχνολογικὴ ἐποχὴ γιὰ τὸ μέλλοv - ἐκτὸς ἐὰν θὰ πρόκειται γιὰ μία μετα-τεχνολογικὴ ἐποχὴ λόγῳ οἰκολογικῆς ἢ πολεμικῆς καταστροφῆς, κάτι στὸ ὁποῖο ἡ Τεχνολογία θὰ ἔχει ἀποφασιστικὰ συμβάλει (καὶ ποὺ θὰ χαρακτηρίζεται η ἐποχὴ αὐτὴ καὶ πάλι ἀπὸ τὴ νοσταλγία τῆς Τεχνολογίας). Γι' αὐτὸ καὶ τὸ πρῶτο σημαντικὸ ζήτημα εἶναι ἀκριβῶς η ἀνθρωπολογικὴ ἀλλαγὴ ποὺ ἐγγράφεται στὸν ἴδιο τὸν πυρῆνα τῆς Τεχνολογίας, ὅπως ήδη τὴν ἀναλύσαμε. Πρόκειται στὴν πραγματικότητα γιὰ τὸν διαρκῆ καὶ ἀπόλυτο κίνδυνο, ή συχνὰ τὴν πραγματικότητα ἤδη μιᾶς ἁμαλγαματοποίησης τῆς θέλησης γιὰ δύναμη, τῆς (παρανοϊκῆς) ἐπιθυμίας καὶ τῆς Τεχνολογίας ποὺ καθιστᾶ πανίσχυρες τις πρῶτες καὶ ταυτόχρονα ἐκθέτει καὶ ἀποκαθηλώνει στὴν πραγματικότητα ὁλόκληρη τὴν κλασικὴ φιλοσοφικὴ ἀνθρωπολογία, ἀπὸ τὸν Ιδεαλισμὸ ως τὸν Ὑπαρξισμό, μαζὶ μὲ τὸν γνωστὸ θεολογικὸ περσοναλισμό, ὁ ὁποῖος στὴν πραγματικότητα ἀκολουθεῖ τοὺς πρώτους στὴν γνωστὴ ὑπερέξαρση τοῦ προσώπου, ὡς ἐλευθερίας σὲ σχέση πρὸς την φύση - ή τῆς «κατοχῆς» τῆς φύσης ἀπὸ τὸ πρόσωπο, ὅπως ἐπιδιώκει νὰ μετασχηματισθεῖ τελευταῖα. Ἐδῶ λοιπὸν πρόκειται ἀκριβῶς γι' αὐτὴν τήν «προσωπική» ἐλευθερία ἀπὸ τὴ φύση, χωρὶς κανεὶς πιὰ νὰ ἀκούει τὴν κρυμμένη (στοὺς ἄκτιστους λόγους) σοφία της. Ἡ μοντέρνα Τεχνολογία εἶναι, μιλώντας θεολογικά, στὸ ἀνθρωπολογικό της σκέλος, καθαρὸς ἐκστατικὸς περσοναλισμὸς ποὺ κατέχει, κατεξουσιάζει καὶ μεταβάλλει «ἐλεύθερα» τὴ φύση τῶν ὄντων (καὶ ποὺ φοβόμαστε πὼς αὐτὸ σὲ λίγο θὰ τὸ κάνει καὶ μόνη της, παραμερίζοντας τὸν ἄνθρωπο καὶ ἐναντίον του), χωρὶς ὅμως καθόλου νὰ μπορεῖ νὰ ἀκροασθεῖ τὸν κρυμμένο ἐντὸς τῆς φύσης θεῖο λόγο, ὁ ὁποῖος ζητεῖ τὴν ὁμοούσια ἑνοποίησή της μὲ μίαν ἀγάπη θυσιαστικὴ καὶ σταυρικὴ κατὰ τὸ ὑπόδειγμα τοῦ Χριστού - και χωρὶς νὰ βρίσκει κάτι τέτοιο ἀπαραίτητο. Καὶ ἐδῶ ἀκριβῶς βρίσκεται ὁ μεγάλος κίνδυνος, πέρα ἀπό, καὶ ταυτόχρονα μὲ τὶς πολλαπλὲς καὶ πολλαπλῶς ἐκθειαζόμενες ὠφέλειες. Μία μὴ ἐκστατικὴ Τεχνολογία, η ὁποία θὰ ξεκινοῦσε ἀκριβῶς ἀντίστροφα, ἀκροώμενη τοὺς ἀκτίστους λόγους τοῦ Θεοῦ μέσα στὰ ὄντα, ὡς ἄκτιστες κλήσεις καὶ προσωπικὲς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ, ὅπως πράγματι εἶναι, πρὸς συν-εργητικὸ διάλογο μαζί Του, θὰ ἦταν ὄντως μιὰ διαφορετικὴ Τεχνολογία, μιὰ Τεχνολογία ἡ ὁποία ἀκροᾶται καὶ θεωρεῖ καὶ διαλέγεται μὲ τὴ θεία σοφία ποὺ κρύβεται στὰ βάθη τῶν ὄντων, ὡς δημιουργός, συντηροῦσα καὶ προνοητική. Φυσικὰ κάτι τέτοιο ἀφορᾶ τοὺς ἀνθρώπινους φορεῖς τῆς Τεχνολογίας. Διότι, οὕτως ή άλλως, μία αὐτονομούμενη Γενικὴ Τεχνητὴ Νοημοσύνη δὲν ὑπολείπεται μόνον σὲ ζητήματα ἀπουσίας ἑνὸς γενικοῦ «σημασιολογικοῦ μοντέλου». Δὲν μπορεῖ νὰ διαθέτει ἐπίσης καὶ κάποιες (κατ’ ἐξοχὴν θεολογικές) ἀρετὲς ὅπως εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ διάκριση, η ἀναφορικότητα/σχεσιακότητα, ἡ εὐγνωμοσύνη, ἡ εὐσπλαχνία, κοινωνία ὑπαρξιακὴ καὶ ἐν τέλει ἐλευθερία, καθὼς ἐπίσης, ἀκόμη θεολογικώτερα, προσευχή, αἴσθηση δηλαδὴ τῆς Χάριτος. Τὸ ζήτημα εἶναι πὼς οἱ παραπάνω ἰδιότητες, πρὶν ὁ λόγος δοθεῖ στὶς μηχανές, ἐκλείπουν κατ’ ἀρχὰς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπινους κατασκευαστές τους.
Αὐτὸ λοιπὸν ποὺ θὰ ἀποτελέσει τὴν πιὸ δυσάρεστη ἔκπληξη γιὰ τοὺς μετα-μετανεωτερικοὺς στὶς ἐρχόμενες δεκαετίες θὰ εἶναι, πιστεύουμε, ἡ κατάρρευση ὅλων τῶν (δῆθεν) ὀρθολογικῶν μεθόδων ἐλέγχου τῆς τεχνολογίας τῆς λεγόμενης Ἰσχυρῆς Τεχνητῆς Νοημοσύνης, ἀκριβῶς ἐπειδὴ οἱ δυνάμεις ποὺ τὴν προωθοῦν -θέληση γιὰ δύναμη καὶ παρανοϊκὴ ἐπιθυμία- εἶναι κατὰ πολὺ ἰσχυρότερες. Στὴν πραγματικότητα θὰ ἀπομείνει μόνον ἡ μεταφυσική, ή πιὸ ξεκάθαρα, η θεολογία, ποὺ θὰ μπορεῖ νὰ ἀντιπαραθέσει ἕναν βαθὺ προορισμὸ γιὰ τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη (ἐννοοῦμε τὴν θεανθρωπία, ὡς μίμηση τῆς σταυρικῆς, θυσιαστικῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ) στὴν ἐπικίνδυνη μετατροπὴ τοῦ κόσμου σέ «ὑφιστάμενο ἀπόθεμα» (standing reserve) καὶ τῆς ἀνθρώπινης φύσης (μὲ τὸ ἴδιο σκεπτικό, διότι περὶ αὐτοῦ πρόκειται) σὲ cyborg, ή τὴν τελική της ὑποταγὴ στὴν ὑπερευφυῆ ἀλογία τῶν ὑπολογιστῶν ἀλλὰ τὴν ὑποταγὴ τῆς ὑπόλοιπης δημιουργίας, ἡ ὁποία «συστενάζει καὶ συνωδίνει» μὲ τὸν ἄνθρωπο, κατὰ τὸν γνωστὸ λόγο τοῦ Παύλου, στὴν τυραννία τῆς ἴδιας ἄλογης καὶ ἄσοφης ὑπερευφυΐας. Αὐτὸ οἱ πολιτικοὶ ἀλλὰ καὶ οἱ τεχνοκράτες ἀρνοῦνται λυσσαλέα νὰ τὸ δοῦν ἢ νὰ τὸ φαντασθοῦν καὶ οἱ φιλόσοφοι ἀδυνατοῦν νὰ τὸ προσδιορίσουν. Ἔτσι, παρὰ τὸ ὅτι ὁ Heidegger, γιὰ παράδειγμα, ὁμιλεῖ γιὰ τὴν ἀνάγκη ἀκρόασης τοῦ εἶναι ἀπὸ τὸν ἄνθρωπο, οὐδέποτε μπόρεσε νὰ περιγράψει τὸ περιεχόμενο αὐτῆς τῆς ἀκρόασης –καὶ συνεπῶς, καθετὶ δηλαδὴ ποὺ ὁ στοχαστὴς ἢ ὁ ποιητὴς εὑρίσκει ή φαντάζεται μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ λοιπὸν ὡς τέτοιο περιεχόμενο, κάτι ἐξαιρετικὰ ἐπικίνδυνο! Καὶ σ’ αὐτὸ ἀκριβῶς ἔγκειται, νομίζουμε, καὶ ὁ ὑπόγειος Ἐγελιανισμὸς τοῦ Γερμανοῦ φιλοσόφου πού, ὅπως ὁ Hegel, θεωρεῖ πὼς τὸ Ἀπόλυτο ἐμφανίζεται μόνον ὡς ἀνθρώπινος λόγος καὶ συνείδηση. Στὴν πραγματικότητα λοιπόν, η μοναδικὴ πιθανότητα νὰ διασωθεῖ η αὐθεντικὴ παρουσία τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸ δύσκολο καὶ ἀμφίσημο αὐτὸ μέλλον εἶναι ἡ προοπτικὴ ποὺ ἡ θεολογία ταυτίζει μὲ τὴν θεοείδειά του. Ἤ, μὲ τὰ ἐξαίσια λόγια τοῦ ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου στὴν πρώτη Πνευματικὴ Ὁμιλία του:
...ὥσπερ πῦρ αὐτὸ τὸ φῶς τοῦ πυρός, ὅλον ὅμοιον αὐτῷ ἐστι, καὶ οὐκ ἔχει ἐν ἑαυτῷ πρῶτον, ἢ ἔσχατον, ἢ μεῖζον καὶ ἔλαττον· οὕτω καὶ ψυχὴ ἡ καταλαμφθεῖσα τελείως ὑπὸ τοῦ ἀῤῥήτου κάλλους τῆς δόξης τοῦ φωτὸς τοῦ προσώπου τοῦ Χριστοῦ, καὶ κοινωνήσασα Πνεύματι ἁγίῳ τελείως, καὶ κατοικητήριον καὶ θρόνος Θεοῦ καταξιωθεῖσα γενέσθαι, ὅλη ὀφθαλμὸς καὶ ὅλη φῶς καὶ ὅλη πρόσωπον καὶ ὅλη δόξα καὶ ὅλη πνεῦμα γίνεται, οὕτως αὐτὴν κατασκευάζοντος Χριστοῦ, τοῦ φέροντος καὶ ἄγοντος καὶ βαστάζοντος καὶ φοροῦντος αὐτήν, καὶ οὕτως εὐτρεπίζοντος καὶ κατακοσμοῦντος κάλλει.
Μόνον ἡ θεοείδεια αὐτὴ δὲν φοβᾶται, καὶ κυρίως δὲν χρειάζεται, τὴν Ἰσχυρὴ Τεχνητὴ Νοημοσύνη, γιατὶ εἶναι ἤδη σοφὴ κατὰ Θεόν, «ὅλη ὀφθαλμὸς καὶ ὅλη φῶς καὶ ὅλη πρόσωπον καὶ ὅλη δόξα καὶ ὅλη πνεῦμα». Πρόκειται γιὰ καταστάσεις ἀσύλληπτες γιὰ τὸ σημερινὸ lifestyle, τὸ ὁποῖο, ἐν μέσῳ τοῦ καθημερινοῦ σαδομαζοχισμοῦ καὶ ἀνθρωποφαγίας, ἐπιμένει βλακωδῶς, ἐνάντια στὸν Ηράκλειτο51 ἐνάντια στὸν Πλάτωνα ή τον Πλωτῖνο καὶ κυρίως ἐνάντια στὴν παρουσία καὶ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Ἐνσαρκωθέντος Λόγου καὶ τῆς δυνατότητας κατὰ χάριν μετοχῆς στὴν ἄκτιστη ζωή Του διὰ τῶν Μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας, πὼς ἡ ἀλήθεια καὶ οἱ λύσεις ὅλων αὐτῶν τῶν συντριπτικῶν προβλημάτων εὑρίσκονται ἀποκλειστικὰ ἐντὸς τοῦ ἀνθρώπου. Στὸ μεταξύ, ἡ ἱστορία βουλιάζει μέσα σὲ ἑκατόμβες ἑκατομμυρίων θυμάτων, στὴν οἰκολογικὴ καταστροφή, στὴν ἀλγοριθμικὴ δουλεία καὶ στὴ λοιμικὰ ἐξαπλούμενη κατάθλιψη. Ἀπὸ τὴν άλλη, ἡ θρεμμένη μὲ τὴν ἔννοια τῆς κτιστῆς χάρης Δύση τοῦ Θωμισμοῦ δὲν ἀντιλαμβάνεται πλέον καθαρὰ τὴ δυνατότητα μετοχῆς τοῦ ἀκτίστου καὶ πραγματικοῦ συνεργητικοῦ διαλόγου με αυτό, τοποθετώντας στὴ θέση του τὸ ὑπερφυσικό, ὅπου η μετοχή στὸ ἅκτιστο, «μεταφράζεται» στὶς κτιστὲς διαστάσεις, ἰδιότητες και ανάγκες της, δημιουργήματος. Εχει κάποιος τὸν πειρασμό νὰ σκεφθεῖ πως εἶναι, ἀκριβῶς αὐτὴ ἡ θεολογικὴ ἔννοια τοῦ ὑπερφυσικοῦ ποὺ δὲν εἶναι, ἄκτιστο, ποὺ ἐκκοσμικεύθηκε μεταμφιεζόμενη στη Μετα-δυμφωτιστική ἀνάγκη καὶ ἔννοια τοῦ transhumanism, μαζί με την ανάγκη για Γενετική καὶ ψηφιακὴ ἀναβάθμιση, μὲ μόνο κριτήριο τις ανάγκες γιὰ περισσότερη ἰσχὺ καὶ εὐδοκίμηση. Ὅταν τὸ ἄκτιστο δὲν μετέχεται, μᾶς ἀπομένει, μόνον ἡ ὑπερ-ανθρώπινη «ὑπερφυσική» αναβάθμιση τοῦ κτιστοῦ...
Θὰ θέλαμε μόνον νὰ ὀνομάσουμε μιὰν προοπτική για (βιο)Τεχνολογία, θεολογικῆς ἐμπνεύσεως, γιὰ τὴ θεωρητική ανάπτυξη της ὁποίας θὰ πρέπει ἴσως νὰ γραφεῖ μία ὁλόκληρη πραγματεία θα την ἀποκαλούσαμε Διαλογική (βιο)Τεχνολογία, θεωρώντας ὡς θεμελιώδη χαρακτηριστικά της, ἐσωτερικῶς ἀλληλένδετα, τὸν προσανατολισμό, κατ' ἀρχὰς πρὸς αὐτὸ ποὺ ἔχουμε ὀνομάσει, με ἔναυσμα τη θεολογία του Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητή «διαλογικὴ σύσταση τῆς κτιστῆς φύσης»52, τὴν ἀποτροπή, ἐν συνεχείᾳ, τῆς καταναγκαστικῆς ὁμογενοποίησης τῶν ἀνθρώπων, στὴν ὁποία ὁδηγεῖ η συρρίκνωσή τους στο ψυχο-βιολογικό53, διὰ τῆς προαγωγῆς μιᾶς γνήσιας διαλογικῆς κοινωνίας πραγματικῶν προσώπων, ὅπου κανεὶς δὲν ὑπαγορεύει στον ἄλλο την ὕπαρξή καὶ τὴ δημιουργία ἐν τέλει ἐκείνης ἀκριβῶς τῆς ἀναλογικῆς ταυτότητας ποὺ ἐκφράζεται ὡς μίμηση τῆς ἑνοποιοῦ ἀγαπητικῆς ἑνέργειας τοῦ Θεού - της θέλησης γιὰ τὸ ὁμοούσιο, ἐνάντια στη θέληση για δύναμη54. Οἱ τρεῖς αὐτὲς ἀρχές, στον αντίποδα σχεδὸν τῶν τριῶν ἀρχῶν τοῦ Stuart Russell, θὰ εἶχαν τὴν δύναμη νὰ καταστήσουν τη βιο(Τεχνολογία) γενικά καὶ τὴν Τεχνητὴ Νοημοσύνη εἰδικὰ διαλογικές, σὲ συνεχῆ θεωρία τῶν λόγων καὶ τῶν ἐνεργειῶν καὶ ἐν τέλει τῶν σκοπῶν τοῦ Θεοῦ μέσα στὰ κτίσματα, σοφές, μετριάζουσες καὶ ἐπωφελεῖς, μὲ τὴν αἴσθηση τῶν ὁρίων συνεχῶς παροῦσα. Πρόκειται γιὰ τὴν ἐπίγνωση πὼς ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου τῶν ὄντων εἶναι κοινὸ ἔργο συνεργίας ἀνθρώπου καὶ Θεοῦ.
Σημειώσεις
51. Βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, «Τί εἶναι ὁ Ἡρακλείτειος Λόγος;», Φιλοσοφεῖν (Ἰούνιος 2020) passim.
52. Βλ. γι' αὐτὸ π. Ν. Λουδοβίκου, Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητού. Τα 400 κεφάλαια περί Ἀγάπης, Εἰσαγωγὴ στὴν θεολογία τοῦ Ἁγ. Μαξίμου, κεφ. II, Ι. M. Mονή Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος (ὑπὸ ἔκδοση). Πρόκειται γιὰ τὴ θέση πὼς τὸ λογικὸ κτίσμα μετέχει διαλογικά, σὲ διάλογο δηλαδὴ τῶν ἀνθρώπων μεταξύ τους καὶ μετὰ τοῦ Θεοῦ, μὲ τα Μυστήρια καὶ τὴν ἄσκηση, στὴν ἀνάδειξη τοῦ κατὰ φύσιν τρόπου ὑπάρξεως τῶν ὄντων.
53. Βλ. π. Ν. Λουδοβίκου, Οἱ Τρόμοι τοῦ Προσώπου καὶ τὰ Βάσανα τοῦ Ἔρωτα: Κριτικοὶ στοχασμοὶ γιὰ μιὰ μετανεωτερικὴ θεολογικὴ ὀντολογία, ἐκδ. Ἁρμός, Αθήνα 2009, 2018, σσ. 47-58.
54. Βλ. τὴν ἀνάπτυξη τῆς ἔννοιας στό: π. Ν. Λουδοβίκου, Ἀναλογικὲς Ταυτότητες Πατερικὲς Πηγὲς Ἐπανερμηνείας τοῦ Ἑλληνο-δυτικοῦ Ἑαυτοῦ, ἐκδ. Ἐν Πλῷ, Ἀθήνα 2020, σσ. 69-78.
ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΛΥΠΤΕΤΑΙ ΑΥΤΗ Η ΘΕΟΕΙΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΠΑΡΑΝΟΙΚΟ ΟΜΟΟΥΣΙΟ ΣΤΟ ΟΠΟΙΟ ΟΔΗΓΟΥΝ ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ, ΜΕ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΤΩΝ ΟΝΤΩΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ, ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΚΤΙΣΤΕΣ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΠΑΛΑΜΑ , Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΤΗΣ ΕΝΑΝΘΡΩΠΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΜΦΑΝΗΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου