Τρίτη 29 Νοεμβρίου 2022

ΧΑΝΣ ΓΙΩΝΑΣ - ΤΕΧΝΙΚΗ, ΙΑΤΡΙΚΗ ΚΑΙ ΗΘΙΚΗ - Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΣΤΗΝ ΠΡΑΞΗ (40)

Συνέχεια από Δευτέρα, 21 Νοεμβρίου  2022

HANS JONAS - TECHNIK, MEDIZIN UND ETHIK - ZUR PRAXIS DES PRINZIPS VERANTWORTUNG

8. ΑΣ ΚΛΩΝΟΠΟΙΗΣΟΥΜΕ ΛΟΙΠΟΝ ΕΝΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟ: Απ’ την ευγονική στη γονιδιακή τεχνολογία.

Οι βιολογικές επιστήμες εισέρχονται (έχουν εισέλθει), με την εμφάνιση της μοριακής βιολογίας, στο στάδιο εδώ και κάποιον καιρό, όπου το τεχνολογικό ή μηχανικό δυναμικό όλων τών συγχρόνων φυσικών επιστημών ξεκινά να είναι και γι’ αυτές (απολύτως) επίκαιρο. Μια καινούργια γνώση χτυπά την πύλη τού βασιλείου τής ζωής, περιλαμβάνοντας τη φυσική σύσταση του ανθρώπου. Οι πρακτικές δυνατότητες που προσφέρονται μπορεί να αποδεικνύονται τόσο ακαταμάχητες, όπως και εκείνες που υπήρχαν στους παλαιότερους κλάδους τής τεχνικής, αλλά θα ήταν καλό να αναλογιστούμε εξαρχής αυτή τη φορά τις διάφορες προοπτικές και απόψεις, και να μην επιτρέψουμε να αιφνιδιαστούμε, όπως πάντοτε μέχρι τώρα, απ’ την ίδια μας την ισχύ. Ο βιολογικός έλεγχος του ανθρώπου, και ιδίως ο γενετικός, εγείρουν ηθικά ερωτήματα εντελώς καινούργιου είδους, για τα οποία δεν μας έχει προετοιμάσει ούτε η προηγούμενη πράξη ούτε η προηγούμενη σκέψη. Καθώς υπεισέρχεται η ίδια πλέον η φύση τού ανθρώπου στο πεδίο ισχύος ανθρωπίνων παρεμβάσεων, καθίσταται η προσοχή στην πρώτη ηθική εντολή και μια υποθετική (έστω) επεξεργασία και μελέτη, η πρώτη μας αποστολή. Το να αναλογιζόμαστε τις συνέπειες πριν απ’ την πράξη δεν αποτελεί παρά μια συνηθισμένη (ανθρώπινη) ευφυία. Η δε σοφία μάς καλεί να προχωρήσουμε περαιτέρω σ’ αυτήν τη συγκεκριμένη περίπτωση, και να εξετάσουμε την ενδεχόμενη χρήση κάποιων «δυνατοτήτων» («ικανοτήτων») μας, πριν αυτές να είναι εντελώς έτοιμες προς χρήσιν. Ένα πιθανό συμπέρασμα μιας τέτοιας εξέτασης θα μπορούσε λοιπόν να είναι η συμβουλή, να μην επιτρέψουμε καν να τελειοποιηθούν κατ’ αρχάς ορισμένα είδη δυνατότητας, να μην ακολουθήσουμε δηλ. περαιτέρω ορισμένες κατευθύνσεις τής έρευνας – λαμβάνοντας υπ’ όψιν την ακραία παραπλάνηση του ανθρώπου από κάθε δυνατότητα, την οποίαν οποτεδήποτε κατέχει. Κάτι που θα μπορούσε να αποβή περισσότερο (μάλιστα) από μιαν απλή συμβουλή, όταν η προπαρασκευή για την απόκτηση μιας συγκεκριμένης «δυνατότητας» απαιτή, στη διάρκεια ήδη τής έρευνας και σύμφωνα με την ίδια τη φύση τού πράγματος, τις ίδιες εκείνες πράξεις (με τη μορφή «πειραμάτων»), για τις οποίες η εξέταση και ο έλεγχος αποδεικνύουν, πως δεν μπορούν να επιτραπούν κατά την τελική χρήση αυτής τής «δυνατότητας»: αν η «δυνατότητα» δεν μπορή να αποκτηθή παρά μέσα από μιαν πραγματική, με άλλα λόγια, εξάσκησή της σε γνήσιο «υλικό». Για να προστεθή εδώ το ότι αυτή η «εξάσκηση» πραγματοποιείται υποχρεωτικά με τη μορφή «δοκιμής και λάθους», που σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εξοικοδομήσουμε παρά μέσα από επισφαλείς χειρισμούς και τα διδάγματά τους μια θεωρία, που να οδηγή σε κάποιον «αλάνθαστο», ως επί το πλείστον, χειρισμό – το οποίο θα ήταν και από μόνο του αρκετό, για να απαγορευθή το κέρδος μιας «τέχνης», ακόμα κι αν οι αναμενόμενοι καρποί επιβεβαιώνονταν απ’ αυτούς που αποκτήθηκαν (( Δηλ.: «Ο σκοπός δεν μπορεί να αγιάζη τα μέσα»… )) .

Η ανάμειξη στην ελευθερία τής έρευνας έχει τους δικούς της, βέβαια, ηθικούς περιορισμούς. Οι οποίοι είναι ωστόσο μηδαμινοί απέναντι στη βαρύτητα των ηθικών ερωτημάτων, τα οποία θέτει η συγκεκριμένη έρευνα που παρουσιάσαμε. Το ότι εμφανίζεται δηλ. ευθύς εξαρχής ένα ερώτημα για μιαν ενδεχόμενη εκούσια αναστολή, αυτό μπορεί να χρησιμεύση και ως μέτρο για την απόλυτη ιδιαιτερότητα των κινδύνων τούς οποίους επιφυλάσσει μια ολοκληρωμένη και κοινωνικά εξουσιοδοτημένη βιολογική «τέχνη» στο κοινωνικό σύνολο. Ας βρισκόμαστε, το λιγότερο, σε επιφυλακή. Χρειαζόμαστε πράγματι τις απώτατες πηγές βοήθειας της ηθικής μας λογικής, για να μπορέσουμε να αντεπεξέλθουμε σ’ αυτό το πιο δύσκολο απ’ όλα τα αντικείμενα – σε μιαν εποχή όπου η ηθική θεωρία βρίσκεται στη μεγαλύτερη μάλιστα δυνατή αβεβαιότητα ως προς τον εαυτό της από οποτεδήποτε, δυστυχώς, προηγουμένως. Οι «ηθικές» παρατηρήσεις που ακολουθούν δεν θα μπορούσαν να είναι, στη συγκεκριμένη κατάσταση, κι απέναντι στο πρωτοφανές, επιπλέον, του πράγματος και την υποθετική ως επί το πλείστον υπόστασή του, παρά ακροθιγείς και εισαγωγικές.

1. Η νεωτερικότητα της βιολογικής τεχνικής.


Ας αναρωτηθούμε κατ’ αρχάς, με ποιαν έννοια μπορούμε να μιλάμε για βιολογική τεχνική, σε αναλογία και διάκριση προς την εν γένει τεχνική ή «μηχανική τέχνη». Το συγκριτικό πρότυπο είναι εδώ ο μηχανικός κατασκευαστής, που κατασκευάζει πολύπλευρες ενόργανες κατασκευές για καλώς προσδιορισμένους σκοπούς ανθρώπινης χρήσης. Η βασική εδώ, συνθετική δημιουργία ενός μόνιμου και συστηματικού συνόλου εκφράζεται καλώς με τη λέξη «οικοδομώ, κατασκευάζω»: κατασκευάζω μηχανές, γέφυρες, πλοία. Ο δε ρόλος τού σχεδιασμού συμπεριλαμβάνει εδώ την τροποποίηση ήδη υφισταμένων σχεδιαστικών προτύπων, τη μετεξέλιξη άρα ή και την ειδική, σκόπιμη προσαρμογή σχεδίων από προηγούμενα έργα μιας συγκεκριμένης τέχνης – ώστε να μπορούμε π.χ. να μιλάμε για συνεχόμενες, μεταφορικά, «γενιές» ηλεκτρικών υπολογιστών, επιβατηγών αεροσκαφών ή ατομικών όπλων (με την έννοια μιας βελτίωσης ή μιας οποιασδήποτε άλλης, διαδοχικής προόδου). Ο δε τελικός σκοπός είναι πάντοτε η χρήση από έναν χρήστη, ένα θεωρούμενο άρα ανθρώπινο «αγαθό», έστω κι αν αυτό αφορά στον φόνο ανθρώπων από άλλους ανθρώπους (( ! )) .

Η τεχνική είχε μέχρι τώρα να κάνη με άψυχες ύλες (βασικά με μέταλλα), απ’ τις οποίες και κατασκεύαζε μη ανθρώπινα βοηθητικά μέσα για ανθρώπινη χρήση. Η διάκριση ήταν εδώ ξεκάθαρη: Ο άνθρωπος ήταν το υποκείμενο και η «φύση» το αντικείμενο της τεχνικής δεξιοτεχνίας (κάτι που δεν απέκλειε βέβαια το να γίνη και ο άνθρωπος, εμμέσως, το αντικείμενο της χρησιμοποίησής της). Η «άφιξη» της βιολογικής όμως τεχνικής, που επεκτείνεται τροποποιητικά στα «σχέδια» (και τους σκοπούς!) των εμψύχων ειδών, μεταξύ τών οποίων και στο «σχέδιο» του ανθρώπινου, κατ’ αρχήν, είδους, σηματοδοτεί μια ριζική απόκλιση απ’ αυτήν τη σαφή διάκριση, ένα ρήγμα μάλιστα, δυναμικά μεταφυσικής σημασίας: ο άνθρωπος μπορεί να γίνη άμεσο αντικείμενο της ίδιας του της «κατασκευαστικής» τέχνης, ως προς την ίδια του μάλιστα την κληρονομικά φυσική σύσταση! Η οργανική όμως τεχνολογία διακρίνεται, ακόμα και χωρίς να χρησιμοποιηθή στον άνθρωπο, και χωρίς τα προκύπτοντα μετα-τεχνικά ερωτήματα, από σημαντικές «τυπικές» απόψεις απ’ τη μηχανική τεχνολογία.

1. Ως πρώτη διαφορά παρατηρούμε την «έκταση» της «παραγωγής» και στις δυό πλευρές. Στη μηχανική κατασκευή από αδρανές υλικό, η παραγωγή διανύει ολόκληρη τη διαδρομή απ’ την πρώτην ύλη στο τελικό προϊόν, το οποίο και συνθέτει πλήρως από ανεξάρτητα μεταξύ τους μέρη. Η δε συνολική δομή, καθώς και η δομή τού κάθε μέρους, έχει σχεδιασθή κατά βούλησιν· δεδομένο είναι το ασχημάτιστο μόνον υλικό. Ο σχεδιασμός και η παραγωγή είναι άρα «απόλυτες» εδώ. Η βιολογική αντίθετα τεχνική προσπαθεί να μετατρέψη υπάρχουσες ήδη «δομές», με την ανεξάρτητη πραγματικότητα και την ολοκληρωμένη μορφολογία τους – των ανάλογων δηλ. οργανισμών – ήδη παρούσες· το «σχέδιο» (= η μορφή και η οργάνωση) πρέπει δηλ. εδώ (εξαρχής) να «βρεθή», όχι να ανακαλυφθή, για να καταστή κατόπιν αντικείμενο, σε οιεσδήποτε ατομικές του ενσαρκώσεις, εφευρημένων ή επινοημένων «βελτιώσεων». Οι οποίες «βελτιώσεις» υπόκεινται βέβαια, μέσα στο πλαίσιο ενός ήδη υψηλά προκαθορισμένου συστήματος εσωτερικών αλληλεπιδράσεων, στον όρο, να μπορή να συνεχίση να υφίσταται η ζωή! Έχουμε λοιπόν εδώ μιαν επιμέρους (και εντελώς οριακή) αντί για μιαν απόλυτη «παραγωγή», μιαν αλλαγή σχεδίου αντί για έναν εκ νέου σχεδιασμό, και το συνολικό αποτέλεσμα συνιστά μόνον κατά ένα ελάχιστο μέρος του ένα τεχνικό δεδομένο, παραμένοντας ως επί το πλείστον η αρχική ακόμα δημιουργία τής φύσης.

2. Από εδώ προκύπτει ωστόσο και μια σημαντική, ποιοτική διαφορά στη σχέση τού «ποιείν» προς την υποκείμενή του ύλη, το υπόστρωμά του. Ο παραγωγός είναι στην περίπτωση της αδρανούς ύλης ο μόνος που ενεργεί απέναντι στο παθητικό υλικό. Στους (ζωντανούς) οργανισμούς υφίσταται όμως «δράση πάνω σε (μιαν άλλη) δράση»: η βιολογική τεχνική «συνεργάζεται» με ένα αυτο-δραστηριοποιούμενο, ενεργό «υλικό», ένα βιολογικό δηλ. και εκ φύσεως λειτουργικό σύστημα, στο οποίο και πρέπει να ενσωματωθή ένας καινούργιος προσδιορισμός. Ο οποίος και του επιβάλλεται, αλλά και του χορηγείται. Η δε αφομοίωσή του στο όλο σύστημα του αρχικού προσδιορισμού εξαρτάται απ’ το ίδιο ακριβώς το σύστημα, το οποίο έχει τη δυνατότητα να προσλάβη ή και να απορρίψη την προσθήκη, τη δε πρόσληψη θα την επιτελέση με τον δικό του πάλι τρόπο. H αυτονομία του λειτουργεί δηλ. ως ενεργητικός «συνεταίρος» στην επιτυχία τής επιθυμητής τροποποίησης. Η τεχνική πράξη είναι (πάντα) παρεμβατική, και όχι κατασκευαστική.

"H αυτονομία του λειτουργεί δηλ. ως ενεργητικός «συνεταίρος» στην επιτυχία τής επιθυμητής τροποποίησης."

ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΛΕΟΝ ΕΠΙΤΥΧΗΜΕΝΟΥΣ ΟΡΙΣΜΟΥΣ ΤΟΥ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΟΠΩΣ ΕΠΙΝΟΗΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟ.Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Ο ΠΑΤΕΡΑΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΤΕΡΑΤΩΔΟΥΣ ΕΞΕΛΙΞΕΩΣ. ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΟ  ΕΠΕΒΑΛΛΕ ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΣΑΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ, ΠΑΡΑΓΩΓΟ, ΜΕ ΤΗΝ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ, ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ ΣΗΜΕΡΑ.

( συνεχίζεται )

Δεν υπάρχουν σχόλια: