Συνέχεια απο : Δευτέρα, 25 Ιουλίου 2011
Βιβλία Γ, Δ, Ε - ΙV, V, VI
Συνεχίζεται
Βιβλία Γ, Δ, Ε - ΙV, V, VI
Η αληθινή συνέχεια του βιβλίου Γάμμα είναι το βιβλίο Έψιλον, δηλ. Το έκτο βιβλίο. Και βλέπουμε ακριβώς το έκτο βιβλίο να ξεκινά ακριβώς όπως το Γάμμα. Εάν ανατρέξουμε σε μία μετάφραση της Μεταφυσικής, θα δούμε στην αρχή του Έψιλον, να γράφει ο Αριστοτέλης! «Θέμα της έρευνας μας είναι οι αρχές και τα αίτια των όντων, θεωρουμένων ώς όντα»(1025 b1). Όπως είχε ήδη πεί στο Γάμμα 1, ερευνούμε τις αρχές και τις αιτίες, τις πρωτες αιτίες, και ενώ πρίν είχε πεί του όντος σαν όν, εδώ τώρα χρησιμοποιεί τον πληθυντικό αλλα είναι το ίδιο, λέει λοιπόν των όντων σαν όντα, δηλ. των όντων θεωρουμένων καθ’εαυτά. Κατόπιν συνεχίζει : « Γιατί υπάρχει ένα αίτιο της υγείας και της ευεξίας και υπάρχουν αρχές και στοιχεία και αίτια των μαθηματικών και γενικά πάλι κάθε επιστήμη που είναι διανοητική ή μετέχει κάπως στη διανοητική μέθοδο έχει θέμα της κάποιες αρχές που έχουν μία μεγαλύτερη ακρίβεια ή απλότητα, αλλά όλες αυτές οι επιστήμες έχουν θέμα τους ένα είδος του όντος και αφού περιορίσουν ένα γένος στα σταθερά του όρια πέρνουν αυτό το γένος ώς αντικείμενο της πραγματείας τους, και δέν ασχολούνται με το όν αποκλειστικά ώστε το θεωρούν ώς όν.» (1025 b 2-10). Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα στην πρώτη φιλοσοφία και τις ιδιαίτερες επιστήμες, την οποία συναντήσαμε ήδη στο βιβλίο Γάμμα.
Στο πρώτο κεφάλαιο του Έψιλον πάντοτε, το οποίο είναι πολύ ενδιαφέρον, ο Αριστοτέλης επιχειρεί και κάποια άλλη διάκριση, και θέτει και κάποια άλλη διαφορά ανάμεσα στην πρώτη φιλοσοφία και τις ιδιαίτερες επιστήμες, διότι λέει, για παράδειγμα, πώς οι ιδιαίτερες επιστήμες δέν ασχολούνται, δέν συζητούν, ούτε για την ύπαρξη ούτε για την ουσία του θέματος τους (του αντικειμένου τους, λέει η σύγχρονη γλώσσα, εσφαλμένως). Για παράδειγμα ο μαθηματικός δέν συζητά το θέμα εάν υπάρχουν τα νούμερα, οι αριθμοί, και παρ’όλα αυτά δίνει έναν ορισμό των αριθμών—η ακόμη η γεωμετρία δίνει έναν ορισμό ας πούμε της γραμμής, του σημείου του τριγώνου και του κύκλου—χωρίς αυτοί οι ορισμοί, όμως να είναι το αποτέλεσμα μίας έρευνας, απλώς τοποθετούνται σαν αρχές. Ο αριστοτέλης μας λέει πώς μερικές επιστήμες ακολουθούν αυτή την μέθοδο. Ξεκινώντας απο την εμπειρία, δια της επαγωγής, και πολύ πιθανόν να αναφέρεται στην φυσική ενώ άλλες επιστήμες προχωρούν λαμβάνοντας τις αρχές σαν υποθέσεις και δέν ξεχνά οπωσδήποτε να αναφερθεί στα μαθηματικά. Αυτές όμως οι ιδιαίτερες επιστήμες δέν πραγματοποιούν μία έρευνα, ένα ψάξιμο γύρω απο τις αρχές τους. Η ύπαρξη και η ουσία των θεμάτων τους είναι αρχές των ιδιαιτέρων επιστημών, οι οποίες δέν μπαίνουν ποτέ σε συζήτηση, οι οποίες δέν αποτελούν ποτέ αντικείμενο μίας έρευνας. Αντιθέτως η πρώτη φιλοσοφία, καθότι επιστήμη του όντος σαν όντος δέν λαμβάνει αρχές, δηλ. δέν λαμβάνει σαν αρχές ούτε την ύπαρξη, ούτε την ουσία των όντων, αλλά τα ερευνά, τα κάνει αντικείμενο μίας έρευνας, τα συζητά. Είδαμε πώς συζητιέται στην μεταφυσική ακόμη και η αρχή της μή-αντιφάσεως, ενώ στις άλλες επιστήμες απλώς χρησιμοποιείται, χωρίς συζήτηση. Η εν λόγω επιστήμη λοιπόν, η πρώτη φιλοσοφία, ακριβώς επειδή είναι έρευνα των πρώτων αρχών, δέν είναι ποτέ μία μερική έρευνα, δέν είναι ποτέ περιορισμένη, αλλά ωθείται στο μέγιστο δυνατόν, και τοιουτοτρόπως δέν λαμβάνει υπόψη της προϋποθέσεις, δέν στηρίζεται σε υποθέσεις.
Αυτό αναγνωρίστηκε κατα κάποιο τρόπο και απο άλλους φιλοσόφους, για παράδειγμα απο τον Hegel, όπως μπορούμε να διαβάσουμε στο ξεκίνημα της εγκυκλοπαίδειας των φιλοσοφικών επιστημών του Hegel όταν λέει : « η φιλοσοφία δέν διαθέτει την ευκολία που έχουν οι άλλες επιστήμες, να μπορεί να προϋποθέτει το αντικείμενο της και την μέθοδο της» (ε 1). Έτσι λοιπόν η φιλοσοφία δέν προϋποθέτει τίποτα, συζητά τα πάντα, διότι είναι έρευνα των πρώτων αρχών. Δηλ. δέν ικανοποιείται με αποσπασματικές εξηγήσεις, απαιτεί μία ολοκληρωτική απάντηση, και για να την έχει είναι αναγκαίο να υποβάλλει μία ολοκληρωμένη ερώτηση, μία τέλεια ερώτηση, μία ερώτηση η οποία βάζει σε συζήτηση τα πάντα, επομένως και τα αντικείμενα με τα οποία ασχολείται, δηλ, τα όντα, αλλά πάνω απ’όλα θέτει σε διάλογο την ύπαρξη.
Σε μερικές περιπτώσεις, όταν πρόκειται για αισθητά όντα, αυτή η ύπαρξη είναι φανερή, διότι την αντιλαμβανόμαστε με τα αισθητήρια. Αλλα όμως όταν πρόκειται για άλλα όντα, τα οποία δέν είναι αισθητά, η ύπαρξη τους πρέπει να γίνει αντικείμενο έρευνας, πρέπει να αποδειχθεί, δέν μπορεί απλώς να βεβαιωθεί, διότι δέν είναι μία αρχή.
Έτσι ακριβώς και το ουσιώδες, ο ορισμός του όντος, και του αισθητού και του μή-αισθητού, πρέπει να αναζητηθεί. Είναι κάτι που πρέπει να το ανακαλύψει η φιλοσοφία, πρέπει αν τό φωτίσει και να το ξεκαθαρίσει. Αυτή είναι η βασική διαφορά ανάμεσα στην φιλοσοφία και στις άλλες επιστήμες. Σ’αυτό το πρώτο κεφάλαιο πάντα του βιβλίου Έψιλον, ο Αριστοτέλης λέει πώς αυτή η φιλοσοφία διακρίνεται επιπλέον απο την φυσική και τα μαθηματικά, απο εκείνες τις επιστήμες δηλ. Που ο αριστοτέλης ονομάζει «θεωρητικές» δηλ, απο εκείνες τις επιστήμες που καλλιεργούμε απο καθαρή αγάπη για την γνώση, έχοντας σαν σκοπό μας ακριβώς την καθαρή γνώση, ούτε για σκοπούς πρακτικούς, όπως οι πρακτικές επιστήμες, δηλ, η ηθική, η πολιτική, ούτε για να δημιουργήσουμε αντικείμενα, όπως οι ποιητικές επιστήμες ή οι δημιουργηκές, αλλά αποκλειστικώς για να γνωρίσουμε, θεωρείν, να γνωρίσουμε την αλήθεια.
Η διαφορά λοιπόν ανάμεσα στην πρώτη φιλοσοφία και την φυσική και τα μαθηματικά ξεκαθαρίζει εδώ στο βιβλίο Έψιλον και είναι πολύ σημαντική, διότι όπως λέει ο Αριστοτέλης ‘‘η φυσική ασχολείεται με πραγματικότητες που είναι χωριστές’’ (1026 α 13-14)—χωριστές εδώ σημαίνει πώς δέν υπάρχουν αλλού, σε κάτι άλλο, αλλά υπάρχουν είς εαυτόν και είναι επομένως ουσίες, τα σώματα— ‘‘χωριστές και κινητές’’. Δηλ, υποκείμενες σε κίνηση, έτσι ώστε το αντικείμενο της φυσικής να είναι τα σώματα που βρίσκονται σε κίνηση, δηλ, οι αισθητές πραγματικότητες.
Τα μαθηματικά ασχολούνται με πραγματικότητες που δέν είναι ξεχωριστές, αλλά είναι ακίνητες. Τί σημαίνει ; τα νούμερα και οι γεωμετρικές φιγούρες κατα τον Αριστοτέλη, δέν είναι ξεχωριστές πραγματικότητες, δηλ, δέν υπάρχουν εις εαυτόν, υπάρχουν σε άλλο. Είναι για την ακρίβεια τα όρια ή τα μέτρα των φυσικών σωμάτων ή των αισθητών σωμάτων δηλ, δέν είναι ουσίες. Παρ’όλα αυτά είναι ακίνητες—όπως το είχαμε τονίσει και πρίν—διότι δέν αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου. Οι ιδιότητες ενός τριγώνου παραμένουν αναλλοίωτες σε κάθε στιγμή. Το τρίγωνο δέν είναι μία ουσία, δέν υπάρχει καθ’εαυτό, όπως σκεπτόταν ο Πλάτων, είναι η φόρμα ενός τριγωνικού σώματος, ενός φυσικού σώματος, όμως εκείνη ακριβώς η φόρμα περιέχει ιδιότητες οι οποίες δέν αλλάζουν και έτσι μπορούμε να πούμε πώς τα μαθηματικά είναι η επιστήμη αξεχώριστων πραγματικότητων, αλλά ακινήτων.
Σ’αυτό το σημείο όμως μας έρχεται αυθόρμητα να σκεφτούμε : και αν υπήρχαν πραγματικότητες οι οποίες θα ήταν ταυτόχρονα χωριστές και ακίνητες ; ας σημειώσουμε ότι αυτή η σκέψη γεννιέται μέσω της αντιπαραθέσεως ανάμεσα στα αντικείμενα της φυσικής και στα αντικείμενα των μαθηματικών. Ο Αριστοτέλης λέει: ‘‘τα αντικείμενα της φυσικής είναι χωριστά αλλά δέν είναι ακίνητα, ενώ των μαθηματικών δέν είναι χωριστά αλλά είναι ακίνητα’’ (1026 α 14-15). Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να ανταλλάξουμε μεταξύ τους τα δύο χαρακτηρηστικά, χωριστά και ακίνητα : σε ποιά επιτήμη θα ανήκει η σπουδή αυτού του είδους αντικειμένων, αυτού του γένους πραγματικότητος, δηλ, ουσιών οι οποίες υπάρχουν εις εαυτόν αλλά ταυτόχρονα είναι ακίνητες;
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου