Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2011

ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΨΥΧΗ (7)


Η ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗ ΦΑΝΤΑΣΙΑ όπως αναπτύχθηκε από τον C.G.Jung
της
Barbara HANNAH
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 (συνέχεια)
ΕΝΑ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΗΣ ΦΑΝΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΕΝΑΝ ΑΝΔΡΑ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ
EDWARD

Η μάγισσα έχει πράγματι την κατοικία της σε ένα καλά προφυλαγμένο μέρος. Κατ’ αρχήν στο νησί είναι πολύ δύσκολο να αποβιβασθή κανείς, και απαιτείται τεράστια υπομονή για να κοπούν τα αγριόχορτα και να βγη η βάρκα τους από το τέλμα. Αφού αποβιβάζονται, αντιμετωπίζουν το ένα σαρκοφάγο θηρίο μετά το άλλο, όπως δηλητηριώδεις βατράχους μεγάλους σαν μοσχάρια, ερπετά κάθε είδους και, το χειρότερο απ’ όλα, μιαν ακρίδα στο μέγεθος ανθρώπου. Αυτή ιδιαίτερα φοβίζει τον Edward εξ αιτίας ενός ονείρου που είχε δη πολλά χρόνια πριν σχετικά με ένα τέτοιο πλάσμα. Συνήθως πυροβολεί αμέσως τα ζώα και με τέλειο σημάδι (όπως όλοι οι συμπατριώτες του, ο Edward ήταν εξαιρετικός σκοπευτής), αλλά η τετραόμματη χρειάζεται να τον επιπλήξη για να σημαδέψη την ακρίδα. Συγκεντρώνει το θάρρος του έγκαιρα πάντως, και το σώμα της ακρίδας πέφτει στριφογυρίζοντας στην άβυσσο.

Κατά τη διάρκεια αυτών και πολλών άλλων περιπετειών ανακαλύπτουν ένα περιστέρι που είναι δεμένο από το πόδι, και που η τετραόμματη λέει ότι το έχει φυλακίσει η μάγισσα, και ότι θα πρέπη να το ελευθερώσουν. Ο Edward, που έχει χάσει το μαχαίρι του στο νησί με το ηφαίστειο, λέει ότι αυτό είναι αδύνατον, αλλά η τετραόμματη τού λέει να ψάξη στις τσέπες των καινούργιων του ρούχων. Εκεί βρίσκει ένα μαχαίρι, που είναι ακόμη καλύτερο από το δικό του. Περιέχει και ένα πριόνι, που μπορεί να κόψη το μέταλλο. Το κόψιμο της αλυσίδας του πουλιού είναι, πάντως,  μια μακριά και κουραστική δουλειά∙ ο Edward θα ήταν πρόθυμος να την εγκαταλείψη στη μέση, αλλά η τετραόμματη δεν θέλει να ακούση τέτοιες λιποψυχίες. Στο τέλος ελευθερώνει το πουλί. Αφού κάνει χαρούμενο κύκλους επάνω από το κεφάλι τους, το περιστέρι κάθεται στον ώμο τού Edward και τρίβει με ευγνωμοσύνη το κεφάλι του στο πρόσωπό του. Η τετραόμματη παρατηρεί ότι, πριν τελειώσουν την αποστολή τους, θα έχουν κάθε λόγο να χρωστούν ευγνωμοσύνη στο περιστέρι. Αυτό αποδεικνύεται αμέσως πως είναι αλήθεια, επειδή το επόμενο εμπόδιο που αντιμετωπίζουν είναι μια ψηλή, σιδερένια πύλη. Στην αρχή αυτό το εμπόδιο φαίνεται μοιραίο∙ όπως συνήθως, ο Edward νομίζει πως έχουν νικηθή, και, αυτήν τη φορά, η τετραόμματη τα έχει χαμένα. Αλλά, με μια χαρούμενη κραυγή, το πουλί πετάει επάνω από την πύλη. Έπειτα από λίγη ώρα επιστρέφει με το κλειδί, αν και είναι πάρα πολύ βαρύ γι’ αυτό. Για καλή τους τύχη, και μετά από πολύ δυσκολία, επειδή η κλειδαριά είναι πολύ σκουριασμένη και προφανώς δεν έχει χρησιμοποιηθή για χρόνια, ανοίγουν την πύλη και περνούν από την άλλη πλευρά.

Όπως φαίνεται, δεν έχουν κερδίσει όμως τίποτε. Το στενό μονοπάτι όπου περπατούν φθάνει στο τέλος του, και ο μόνος δρόμος για να συνεχίσουν βρίσκεται στην άλλη πλευρά του γκρεμού. Ακόμη και η τετραόμματη αποθαρρύνεται στην αρχή, αλλά το περιστέρι έρχεται να τους σώση για μιαν ακόμη φορά. Με τρομερή προσπάθεια κατορθώνει να φέρη επάνω την άκρη ενός σχοινιού. Κρεμασμένος επάνω στην πύλη ο Edward τραβάει μια στενή σανίδα, που συνδέεται με έναν σιδερένιο κρίκο με το σχοινί∙ μόλις που φθάνει για να γεφυρώση την άβυσσο, και η τετραόμματη το διασχίζει αμέσως, φωτίζοντας το σκοτάδι με τον δαυλό της. Ο Edward, όμως, είναι περισσότερο φοβισμένος από κάθε άλλη φορά. Η σανίδα όχι μόνον είναι στενή, αλλά επίσης ταλαντεύεται επικίνδυνα∙ επιπλέον, δεν μπορεί να υποφέρη τα ύψη. Σπρωγμένος από τις παρατηρήσεις της τετραόμματης ξεκινάει, αλλά ο ίλιγγος σχεδόν τον καταβάλλει στη μέση της αβέβαιης γέφυρας. Διηγείται έπειτα ότι σίγουρα θα είχε πέσει μέσα στον γκρεμό, αλλ’ ότι οι ακτίνες που έβγαιναν από τα τέσσερα μάτια της φαίνεται πως τον τράβηξαν προς τα εμπρός, και με ευγνωμοσύνη ρίχνεται στο δάπεδο μιας σπηλιάς στην άλλη πλευρά της γέφυρας.

Παρ’ όλα αυτά η τετραόμματη δεν τον αφήνει να ξεκουρασθή. Πρέπει να συνεχίσουν περνώντας μέσα από μια στενή σχισμή μέσα στον βράχο. Ο Edward με δυσκολία συνθλίβεται για να περάση, και μόλις ακριβώς η κατάσταση γίνεται λίγο καλύτερη, ακούνε ένα σιγανό βογγητό. «Ένας ακόμη αιχμάλωτος της μάγισσας», φωνάζει η τετραόματη, και τότε βλέπουν ένα πρόσωπο κολλημένο σε ένα παράθυρο στον βράχο: ένα τρομερό πρόσωπο, που μοιάζει σαν να είχε χωρισθή το κεφάλι σε διάφορα κομμάτια και να είχε μεγαλώσει πάλι ασύμμετρα. Είναι τόσο χλωμό, ώστε ο Edward δεν είναι σίγουρος αν κοιτάζη ένα πτώμα ή έναν πολύ άρρωστο άνθρωπο. Ένα άλλο σιγανό βογγητό τον πείθει για το τελευταίο. Οι συνδυασμένες τους προσπάθειες αποτυγχάνουν να μετακινήσουν την πόρτα, αλλά τελικά ο Edward σπάζει την κλειδαριά με τη χοντρή άκρη του όπλου του. Το κελί είναι τόσο μικρό, ώστε ο φυλακισμένος μπορούσε να είναι μόνο γονατιστός ή καθιστός. Ο Edward τον τραβάει έξω. Είναι πολύ ελαφρύς, και βλέπουν ότι είναι ένας καμπούρης νάνος, που έχει πλατυποδία. Έχει μουδιάσει απελπιστικά, και τα ρούχα του είναι κουρέλια. Η τετραόμματη προσπαθεί να του ρίξη το ελιξήριό της στο στόμα, αλλά ο Edward τη σταματάει, επειδή ο νάνος είναι εντελώς αναίσθητος. Αμέσως μόλις συνέρχεται, πίνει αχόρταγα το ελιξήριο, που έχει τη συνηθισμένη του αναζωογονητική επίδραση.

Ο καμπούρης νάνος δεν μπορεί να πιστέψη πως είναι τελικά ελεύθερος, και χαιρετάει το περιστέρι σαν παλιό του φίλο που τον επισκεπτόταν καθημερινά – η μόνη του παρηγοριά πριν φυλακισθή και το ίδιο. Όταν ακούη ότι οι απελευθερωτές του πηγαίνουν να σκοτώσουν τη μάγισσα, ενθουσιάζεται, και τους λέει ότι γνωρίζει κάθε πόντο από τον δρόμο και ότι θα τους οδηγήση με ασφάλεια σ’ αυτήν. Όταν επιστρέφουν πίσω στο πέρασμα, αυτός τρέχει μπροστά, ενώ το περιστέρι πετάει από πάνω του. Ο Edward λέει ότι είναι το πιο περίεργο ζευγάρι που μπορεί να φαντασθή κανείς: το όμορφο, άσπρο, λεπτό πουλί και ο φρικτός, μικρόσωμος καμπούρης, που κουτσαίνει οδυνηρά ακολουθώντας το.

Ο καμπούρης τούς σταματάει, λέγοντας ότι εάν συνεχίσουν αυτόν τον δρόμο, η μάγισσα θα τους δη να έρχωνται, θα τους πιάση με τα χέρια της που είναι σαν πλοκάμια χταποδιού, και θα τους φάη. Έπειτα δημιουργεί ένα άνοιγμα μετακινώντας έναν βράχο και φανερώνοντας ένα χαμηλό τούνελ. Ο Edward πρέπει πρώτα να προχωρήση με τα τέσσερα, έπειτα να συρθή ξαπλωμένος. Η τετραόμματη παίρνει την καραμπίνα και το πιστόλι του, αλλά ακόμη και έτσι ο Edward γρήγορα φρακάρει απελπιστικά, όπως νομίζει, και φοβάται το σκοτάδι και τον κίνδυνο ασφυξίας. Η τετραόμματη και ο νάνος μπροστά του φωνάζουν ότι το πέρασμα γίνεται καλύτερο, αλλά ο Edward δεν μπορεί να κινηθή. Ο καμπούρης έρχεται πίσω όμως και παίρνει τον δαυλό τού Edward από την τσέπη του. Μπορώντας τώρα να δη μπροστά του και έχοντας τη βοήθεια του καμπούρη, ο Edward τελικά βγαίνει σε μια σπηλιά, όπου επιτέλους μπορεί να σταθή όρθιος.

Η τετραόμματη είναι, όπως συνήθως, πολύ ανυπόμονη μαζί του, και τον κατηγορεί ότι ποτέ δεν θέλει τίποτε άλλο από την ξεκούραση. Τελικά, του δίνει το ελιξήριό της, το οποίο φέρνει το παλιό, μαγικό αποτέλεσμα. Ο καμπούρης τούς λέει ότι τώρα βρίσκονται κοντά στον στόχο τους και ότι θα πρέπη να σέρνονται αθόρυβα, επειδή η μάγισσα δεν θα τους περιμένη από αυτήν την πλευρά. Δίνοντας το πιστόλι στον νάνο και κρατώντας ο ίδιος την καραμπίνα, ο Edward προχωρεί έρποντας πίσω από τον καμπούρη, με την τετραόμματη πίσω απ’ αυτόν. Ο διάβολος κάνει μια τελευταία προσπάθεια και του επιτίθεται χρησιμοποιώντας τον φόβο του, αλλά αυτήν τη φορά ο Edward ξέρει ότι είναι πολύ αργά για να γυρίση πίσω, και καταφέρνει να τον απωθήση. Παρ’ όλα αυτά ο Edward φοβάται πολύ∙ αν και ο καμπούρης και η τετραόμματη επιτίθενται σε κάθε χταποδίσιο πλοκάμι, ο Edward πετρώνει από το βλέμμα της μάγισσας που μοιάζει με της Μέδουσας, και δεν καταφέρνει να την πυροβολήση στο κεφάλι, όπως έπρεπε. Αλλά το περιστέρι τής επιτίθεται στα μάτια και, ελευθερωμένος από τη ματιά που πετρώνει, ο Edward την πυροβολεί στο κεφάλι, και αυτή σωριάζεται κάτω, νεκρή επιτέλους, στον βυθό μιας λίμνης. Ο φοβερός θόρυβος της μάχης ακολουθείται από μιαν τέλεια, τρομακτική ησυχία.

Μετά από ένα διάλειμμα ηρεμίας, κάτι άσπρο εμφανίζεται στην άλλη όχθη της λίμνης. Ο Edward είναι έτοιμος να πυροβολήση, όταν αντιλαμβάνεται ότι είναι μια πολύ όμορφη γυναίκα, γυμνή, με τέσσερις μαστούς: η μάγισσα μεταμορφώθηκε σε μια θετική μητέρα-θεά! Αυτή ευχαριστεί τον Edward που τη λύτρωσε, και, σαν κυρίαρχος σε αυτήν τη χώρα, τους παραθέτει ένα πλούσιο γεύμα, στο οποίο υπηρετούν πολλές όμορφες, γυμνές κοπέλλες. Η Οδηγός και ο βαρκάρης, που έχει βγάλει τελικά το κάλυμμα από το πρόσωπό του, βγαίνουν από τη βάρκα, και όλα τα πρόσωπα που πήραν μέρος στις περιπέτειες του Edward συμμετέχουν στη γιορτή.

Αυτή η τελευταία σκηνή είναι η μόνη σε ολόκληρη τη φαντασία που δεν βγαίνει τόσο αυθεντικά και αναμφισβήτητα από το ασυνείδητο. Αναρωτιέται κανείς εάν ο Edward, αισθανόμενος ότι ένας χρόνος σχεδόν ήταν αρκετά μακρύ διάστημα για να διαρκέση μια φαντασία, μάλλον επινόησε αυτό το ευτυχισμένο τέλος, και εάν, επομένως – όπως πραγματικά φάνηκε πως ήταν τα πράγματα – ο Edward είχε ακόμη πολλή δουλειά μπροστά του προτού μπορέση να φθάση τον βαθμό της εξατομίκευσης που ήταν το ιδιαίτερο πνευματικό του πεπρωμένο, το οποίο προεικονιζόταν στο τελικό γεύμα.

Παρ’ όλα αυτά, το ασυνείδητο μπαίνει στη φαντασία πολύ αυθεντικά σε μερικά μέρη. Αυτό γίνεται κυρίως στη μορφή του βαρκάρη, ο οποίος ήταν πάντα καλυμμένος πριν από το γεύμα, και ο οποίος αποδεικνύεται πως είναι μια μορφή σκιάς, που ο Edward την είχε ονειρευθή πολλές φορές, και που πάντοτε την αντιπαθούσε έντονα. Ακριβές αντίθετο του Edward, ο οποίος είναι πάντοτε πολύ καλός και ευγενικός στους τρόπους, ο βαρκάρης είναι ένας πολύ πρωτόγονος άνθρωπος, με πολλές ζωώδεις ιδιότητες. Ακόμη και στο γεύμα τρώει πιο πολύ σαν ζώο παρά σαν άνθρωπος, πράγμα που εξεγείρει τον Edward τρομερά. Το βρίσκει περισσότερο δύσκολο να πιή με τον βαρκάρη από ό,τι με οποιαδήποτε από τις άλλες μορφές, και δεν είναι κανείς πολύ σίγουρος για την τελική αποδοχή του βαρκάρη από τον Edward.

Δεν πρέπει, πάντως, να παραβλέπουμε το γεγονός ότι η Οδηγός, όταν φέρνη τον βαρκάρη με ακάλυπτο το πρόσωπο στον Edward, λέει ότι είναι το αντίθετο του καμπούρη. Ποιος είναι, λοιπόν, ο καμπούρης νάνος; Εάν φέρουμε στον νου μας τους Καβείρους, αυτούς τους μικροσκοπικούς, δημιουργικούς θεούς, ο καμπούρης αντιπροσωπεύει καθαρά τη δημιουργικότητα του Edward. Όπως ανέφερα πριν, ο Edward δεν είχε ποτέ μπορέσει να βάλη αυτήν τη δημιουργικότητα μέσα στο έργο του. Συνεπώς, το αποτέλεσμα ήταν μόνον πολύ άχρωμες προσπάθειες όταν δούλευε μόνος του. Μαθαίνουμε τώρα γιατί γινόταν αυτό: η μάγισσα είχε φυλακίσει τη δημιουργικότητά του σε ένα τόσο σκοτεινό κελί, στο οποίο μπορούσε μόνο να είναι γονατιστός ή καθιστός. Μέσω αυτής της μεγάλης προσπάθειας, ο Edward είχε απελευθερώσει τη δημιουργικότητά του∙ πραγματικά, η δουλειά του άλλαξε εντελώς έπειτα από αυτό το χρονικό σημείο. Γέμισε από χρώμα και ζωή, και ο Edward την απολάμβανε βαθειά, αντί να τη θεωρή απλώς σαν ένα καθήκον που πρέπει να εκτελεσθή.

Η Marie-Louise von Franz, στο καινούργιο της βιβλίο σχετικά με την προβολή, έχει ένα κεφάλαιο που αναφέρεται στους δαίμονες, με τίτλο: «Εξορκισμός των δαιμόνων ή αφομοίωση των συμπλεγμάτων», στο οποίο παρατηρεί ότι η αφομοίωση είναι πάντα το πιο αποφασιστικό σημείο (Marie Louise von Franz: «Προβολή και απόσυρσή της στην Γιουγκιανή ψυχολογία: μια αντανάκλαση της ψυχής». Μετάφραση του William Kennedy (La Salle: Open Court Publishing Co., 1980, σ. 95 κ.ε). Θα έπρεπε σίγουρα να εξετάσουμε τη φαντασία του Edward από αυτήν την άποψη. Η μόνη μορφή που μπορεί να αφομοιωθή εντελώς είναι προφανώς αυτή του βαρκάρη, η οποία είναι σαφώς η προσωπική σκιά του Edward. Είναι ακριβώς το αντίθετο της συνειδητής προσωπικότητάς του, και αυτό που ο Edward προφανώς θα έχη δυσκολία στο να το αφομοιώση.. Αλλά εάν μπορέση και αποδεχθή την ζωώδη φύση του, αυτό θα τον έκανε πολύ πιο ολοκληρωμένο και δημιουργικό χαρακτήρα. Είναι αξιοσημείωτο, παραδείγματος χάριν, ότι ενώ ο Edward ο ίδιος ήταν συνεχώς φοβισμένος – φθάνοντας ακόμη και στον πανικό και την απόγνωση –, ο βαρκάρης αποδεχόταν με θάρρος κάθε κίνδυνο που αντιμετώπιζαν, και πάντοτε κατάφερνε να οδηγή τη βάρκα τους, ήρεμα και με σιγουριά, μέσα από κάθε κίνδυνο, ακόμη και με κατεύθυνση το κέντρο της θύελλας, και κατ’ ευθείαν επάνω στο παραπέτασμα από φωτιά. Δεχόταν πρόθυμα κάθε εντολή της Οδηγού και την εκτελούσε αποτελεσματικά, ενώ ο ίδιος ο Edward διαμαρτυρόταν συνεχώς και, στην πραγματικότητα, πέτυχε μόνο στο τέλος, μέσα από την ικανότητα των άλλων μορφών. Έτσι, το πρώτο και το πιο άμεσο καθήκον του Edward μετά τη φαντασία, θα ήταν σαφώς να αφομοιώση όλες τις ιδιότητες της προσωπικής σκιάς του.

Δεν μπορεί κανείς ποτέ να αφομοιώση εντελώς την ιδιαίτερη δημιουργικότητά του· μάλλον θα πρέπη να δουλέψη με αυτήν, και να της δώση κάθε ευκαιρία να αναπτυχθή. Ο Edward το κάνει αυτό στη φαντασία, όταν αφήνη τον καμπούρη να τον οδηγήση και να τον βοηθήση τη στιγμή που είναι σφηνωμένος στη σχισμάδα του βράχου· κάνει ήδη στην πραγματικότητα εσωτερικά αυτό που θα πρέπη να γίνη στην εξωτερική δημιουργική εργασία κάποιου. Είναι επίσης άξιο παρατήρησης ότι από τη στιγμή που συνηθίζει στην ιδιαίτερα απωθητική εμφάνισή του, ο Edward συμπαθεί και εμπιστεύεται τον καμπούρη και εκτιμάει πολύ τη βοήθειά του. Δεν υπάρχει εδώ τίποτε από την απέχθεια που δείχνει απέναντι στον βαρκάρη. Είναι αλήθεια πως προσέχει την μεγάλη ικανότητά του και το κουράγιο του στο να κυβερνάη τη βάρκα τους, αλλά αυτό μόνο όσο είναι καλυμμένος, και ο Edward αγνοεί την ταυτότητά του. Όπως παρατήρησα στο πρώτο κεφάλαιο, ο Edward ήταν μια μάλλον ασυνήθιστη περίπτωση, στο ότι συνάντησε το πρόβλημα της anima του πριν αφομοιώση την προσωπική του σκιά.

Σε αντιπαράθεση με την προσωπική σκιά και τον δημιουργικό δαίμονα, έχουμε επίσης, στην αρσενική πλευρά, τις μορφές του διαβόλου και του Πνεύματος της Φωτιάς. Ο διάβολος είναι προφανώς ο μεγάλος Πειραστής, ο Σατανάς ο ίδιος, μια καθαρά αρχετυπική μορφή, και ο Edward έχει πολύ δίκαιο να τον απωθή. Δεν θα μπορούσε να αφομοιώση αυτήν τη μορφή χωρίς την πιο τρομερή, αρνητική φλόγωση. Είναι πολύ σημαντικό ότι ο διάβολος είναι η μόνη μορφή που έχουμε συναντήσει συχνά στη φαντασία, η οποία δεν παίρνει μέρος στο γεύμα.

Το Πνεύμα της Φωτιάς είναι επίσης μια πολύ αρχετυπική μορφή, η οποία επίσης απουσιάζει από το γεύμα. Είναι πολύ εποικοδομητική, όμως, και μαθαίνουμε από την Οδηγό ότι βοηθούσε τον Edward σε όλην τη διαδρομή, διαφορετικά δεν θα είχε επιτύχει ποτέ. (Το Πνεύμα της Φωτιάς είναι, πραγματικά, το αντίθετο του διαβόλου, ο οποίος θα μπορούσε επίσης να ονομασθή η σκιά του). Φυσικά, σε αυτό το στάδιο της ανάπτυξής του, ο Edward θα ήταν εντελώς ανίκανος να αντιμετωπίση το κακό στην καθαρή μορφή του. Ο Edward, όπως είδαμε, φοβόταν επίσης τρομερά το Πνεύμα της Φωτιάς, το οποίο κάνει μια μόνον εμφάνιση. Στη συνέχεια, ακούμε σχετικά με αυτό μόνο δύο φορές: η Οδηγός κερδίζει περισσότερη κατανόηση για χάρη του Edward από την ανυπόμονη τετραόμματη, όταν της λέη ότι το Πνεύμα της Φωτιάς ενδιαφέρεται για την αποστολή τους· η δεύτερη φορά είναι όταν η Οδηγός λέει, ότι μόνο με τη δική του βοήθεια πέτυχε ο Edward.

Βρίσκουμε τον ίδιο διαχωρισμό σε θετικές και αρνητικές μορφές στην Οδύσσεια, στους πιο υψηλούς αντιπροσώπους όλων των όντων, που ο Όμηρος τους ονομάζει αθάνατους, ή θεούς. Ο Ποσειδώνας παίζει έναν αρνητικό ρόλο σε όλο το έπος, παράλληλο με τον ρόλο που έπαιζε ο διάβολος στη φαντασία του Edward. Ακριβώς όπως η Οδηγός λέει στον Edward, ότι δεν θα τα είχε καταφέρει ποτέ χωρίς τη βοήθεια του Πνεύματος της Φωτιάς, έτσι και ο Τηλέμαχος, ή και ο Οδυσσέας ο ίδιος, δεν θα μπορούσαν ποτέ να τα καταφέρουν χωρίς τη βοήθεια των θετικών θεών. Ο ίδιος ο Δίας μάς λέει στην αρχή, ότι ο Ποσειδώνας, που καταδιώκει τον Οδυσσέα με ασίγαστη μανία, δεν είναι δυνατόν να επιμείνη στην οργή του «αντίθετα στην ενωμένη θέληση των αθάνατων θεών». Θα μπορούσε όμως, να κρατήση ίσως παντοτινά την οργή του, εάν ο Οδυσσέας δεν είχε δεχθή βοήθεια από τους αθάνατους. Ο Δίας επεμβαίνει με πολύ ορατό τρόπο, μέσω του Ερμή και της Παλλάδας, ενώ η θετική πλευρά του Ταυτού εργάζεται εντελώς παρασκηνιακά, εκτός από τη μοναδική εμφάνισή του στον Edward κατά τη διάρκεια της θύελλας, και μαθαίνουμε τις ενέργειές του μόνον από την Οδηγό στο τελικό γεύμα.

Αυτή είναι μια διαφορά που κάνει πολύ πιο δύσκολο για τον σημερινό άνθρωπο να σχετισθή με το Ταυτό, από ό,τι ήταν για τους αρχαίους Έλληνες να σχετισθούν με τους θεούς τους. Στην πραγματικότητα, βλέπουμε συχνά μόνον από το περιεχόμενο των παλιών μύθων πόσο πολύ μας βοηθάει το ασυνείδητο, επειδή σίγουρα φαίνεται να ενεργή με αόρατο τρόπο σήμερα, πολύ περισσότερο από ό,τι στην αρχαιότητα. Αυτό συμβαίνει επειδή ο σύγχρονος άνθρωπος δεν έχει πια σαν βάση της ζωής του την τάξη του ασυνειδήτου του, όπως οι αρχαίοι Έλληνες και Αιγύπτιοι είχαν την τάξη των θεών τους – για να αναφέρουμε μόνο δύο παραδείγματα ανάμεσα σε πλήθος από άλλα όμοια. Πιστεύουμε ότι μπορούμε συνειδητά να επινοήσουμε μια δική μας τάξη, αν και η σημερινή κατάσταση του κόσμου θα έπρεπε να μας πείση ότι αυτή είναι η πιο ανόητη αυταπάτη. Επομένως, μια μορφή σαν το Πνεύμα της Φωτιάς του Edward, είναι υποχρεωμένη να εργάζεται με αόρατο τρόπο, επειδή, όπως είδαμε, ο Edward νοιώθει μόνον πανικό εάν μια τέτοια μορφή δείξη τον εαυτό της φανερά.

Το Ταυτό είναι μια τόσο πιο άπειρα ανώτερη μορφή από το Εγώ, ώστε δεν υπάρχει, φυσικά, θέμα αφομοίωσής της. Ο Jung έλεγε συχνά, ότι το Ταυτό είναι και ατομικό, ακόμη και μοναδικό για τον καθένα, και καθολικό, το κεντρικό και κυρίαρχο αρχέτυπο του συλλογικού ασυνειδήτου. Πρέπει να αποκτήσουμε σχέσεις με το Ταυτό, να κάνουμε ό,τι μπορούμε για να του επιτρέψουμε να ξεδιπλώση το ατομικό και μοναδικό σχέδιό που είναι πεπρωμένο μας να ζήσουμε, αλλά πρέπει επίσης να γνωρίζουμε ότι δεν θα μπορέσουμε ποτέ να το κατανοήσουμε, επειδή εκτείνεται στο άπειρο.

Ο αναγνώστης μπορεί να αντιτείνη, ότι καμμιά από τις μορφές που εμφανίζονται στη φαντασία του Edward, εκτός ίσως από τον διάβολο, δεν αντιστοιχεί στη λαϊκή αντίληψη για το τί είναι οι δαίμονες, αλλά εγώ χρησιμοποίησα τη λέξη με την αρχαία έννοια του «δαίμονος». Κατά την αρχαία άποψη, επομένως, κάθε μορφή ή εικόνα που βρίσκονται ανάμεσα στον θεό και τον άνθρωπο ονομάζεται «δαίμων». Με αυτήν την έννοια η anima είναι ένας δαίμων, και θα πρέπη να δούμε τις τρεις πλευρές της, που εμφανίζονται σε αυτήν τη φαντασία, κάτω από αυτό το φως. Από αυτές τις τρεις, χωρίς αμφιβολία η πιο ατομική και πλησιέστερη προς τον Edward είναι η Οδηγός. Μπορούμε ακόμη να πούμε ότι είναι η anima στη σωστή της θέση: η λειτουργία της δηλαδή είναι να γεφυρώνη το συνειδητό και το ασυνείδητο. Τον φροντίζει κατά τη διάρκεια της φαντασίας και, αν και είναι συχνά πολύ αυστηρή μαζί του και επικρίνη τον τρόπο που έζησε την ζωή του μέχρι τότε, φαίνεται να κατανοή  ότι όλα εξαρτώνται από την επιβίωσή του, και τον προσέχει, βοηθώντας τον να επιζήση.

Η τετραόμματη είναι επίσης μια μορφή anima και θα πρέπη να έχη κάποια σχέση με τον Edward, αλλοιώς αυτός δεν θα αναλάμβανε να την ελευθερώση, και αυτή δεν θα παραπονιόταν στην Οδηγό ότι είχε φυλακισθή επειδή αυτός υπέκυψε με δειλία στη μάγισσα. Αλλά είναι πολύ πιο αρχετυπικού χαρακτήρα από την Οδηγό, και προέρχεται από ένα τόσο βαθύ επίπεδο, ώστε έχει χαρακτηριστικά που στην πραγματικότητα ανήκουν στο Ταυτό: τα  τ έ σ σ ε ρ α  μάτια της, που αντανακλούν  τ έ σ σ ε ρ α  χρώματα, είναι ένα χαρακτηριστικό της ολότητας. Είναι μια άλλη πλευρά της anima, που βρίσκεται πιο κοντά προς την Οδηγό, παρά προς τον ίδιο τον Edward. Η Οδηγός ξέρει πού είναι φυλακισμένη και στέλνει τον Edward να την ελευθερώση, και μόνον η μεσολάβηση της Οδηγού και η αναφορά της στο ενδιαφέρον, που δείχνει για τον Edward το Πνεύμα της Φωτιάς, το οποίο είναι μια εικόνα του Ταυτού, κάνουν να μην τον καταστρέψη η ανυπομονησία της, στον δρόμο με κατεύθυνση την κατοικία της μάγισσας.

Η μάγισσα που μεταμορφώνεται είναι επίσης μια μορφή της anima του Edward, με ακόμη πιο αρχετυπικό χαρακτήρα, με  τ έ σ σ ε ρ ι ς μαστούς, έχοντας έτσι χαρακτηριστικά του Ταυτού. Παρουσιάζεται σαν η Μητέρα που προσφέρει τα πάντα, το ακριβές αντίθετο της μάγισσας, που στέρησε από τον Edward ο,τιδήποτε κάνει την ζωή άξια να την ζήση κανείς. Πιθανόν, καθώς γνωρίζεται περισσότερο με το ασυνείδητο, όλες αυτές οι πλευρές της anima να φανούν στο τέλος πως είναι μια και η αυτή. 

Η τέταρτη μορφή της anima αντιπροσωπεύεται από το περιστέρι. Πέρα από τη φανερή σχέση του πουλιού με το πνεύμα, το Άγιο Πνεύμα συχνά ονομάζεται  vinculum amoris, o σύνδεσμος της αγάπης, ανάμεσα στον Πατέρα και τον Γιο. Εξ άλλου σε μιαν αλχημιστική αλληγορία του Φιλαλήθρα, που αναφέρεται κάπως εκτεταμένα από τον Jung στο «Mysterium Coniunctionis»,(C.G.Jung: «Mysterium Coniunctionis», τόμος 14, 2η έκδοση, Άπαντα. Princeton, Princeton University Press, 1970, παρ. 189 κ.ε.), είναι το περιστέρι της Άρτεμης που «μετριάζει την οργή του ανέμου». Είναι άξιο παρατήρησης ότι ο διάβολος κάνει μόνο μια, μάλλον ασθενική προσπάθεια να αποθαρρύνη τον Edward μετά την απελευθέρωση του περιστεριού, και ότι εκτός από το ότι έφερε το κλειδί και την άκρη του σχοινιού, το περιστέρι έκανε δυνατό για τον Edward να πυροβολήση τη μάγισσα, εξουδετερώνοντας το απολιθωτικό, σαν της Μέδουσας, βλέμμα της. Το περιστέρι έχει τόσο στενή σχέση με τον Εdward και την τετραόμματη – κάθεται στον ώμο του Edward ή του καμπούρη όποτε δεν είναι απασχολημένο με ένα ανεκτίμητο έργο – ώστε θα μπορούσαμε να πούμε ότι αντιπροσωπεύει τον Έρωτα, τη θηλυκή αρχή. Ακόμη, όταν είχε την ελευθερία του, το περιστέρι σχετιζόταν πολύ στενά με τον καμπούρη, και τον επισκεπτόταν καθημερινά.

Δεδομένου ότι ο Edward είχε στερηθή κάθε είδους σχέση με την ψυχρή μητέρα του, δεν είναι εκπληκτικό που η αρχή του Έρωτα ήταν το πιο ασυνείδητο μέρος της θηλυκής πλευρά του. Ο Jung συνήθιζε να λέη ότι όταν ονειρευόμαστε ένα προσωποποιημένο μέρος της ψυχής μας σαν ένα ζώο, αυτό σημαίνει πως αυτό βρίσκεται ακόμη πολύ μακριά από τη συνειδητότητά μας. Πραγματικά, η αρχή του Έρωτα ήταν ακόμη πολύ μακριά από τον Edward. Αυτό φαίνεται στην ιδέα του, μέσα στο όνειρο από το οποίο ξεκίνησε η φαντασία, ότι θα μπορούσε να ανακαλύψη τη σχέση με τους άλλους μέσα σε ένα πορνείο. Αυτό είναι ένα τυπικό αρσενικό σφάλμα· ένας άνδρας συγχέει συχνά τη σεξουαλικότητα με τη σχέση. Ο Jung λέει ακόμη στο έργο του «Η γυναίκα στην Ευρώπη»: «Ο άνδρας νομίζει ότι κατέχει μια γυναίκα εάν την έχη δική του σεξουαλικά. Ποτέ δεν την κατέχει λιγότερο, επειδή η αρχή του έρωτα και της σχέσης είναι για τη γυναίκα η μόνη πραγματική και αποφασιστική» (C.G.Jung: «Ο πολιτισμός σε στάδιο μετάβασης». Τόμος 10, 2η έκδοση, Άπαντα: Princeton, Princeton University Press, παρ. 255).

Παρά το ότι η στάση του Edward απέναντι στην ζωή, στην τροφή και στο ποτό και σε κάθε χαρά αλλάζει εντελώς στη σκηνή του γεύματος, ο Edward βλέπει τον βαρκάρη να χαϊδεύη ανεμπόδιστος τις γυμνές σερβιτόρες. Αυτός εγκαταλείπει την τροφή του και προσπαθεί να κάνη το ίδιο. Αμέσως η Οδηγός τον μαλλώνει, και του λέει να αφήση τα κορίτσια ήσυχα και να περιορισθή στις γυναίκες της γης. Προφανώς, ο βαρκάρης δεν είναι ακόμη αρκετά ένα μέρος της συνείδησης του Edward, έτσι ώστε να βρίσκεται κάτω από τους νόμους των θνητών ανθρώπων .Και η Οδηγός και η τετραόμματη είχαν παραπονεθή νωρίτερα, ότι ήταν οι σεξουαλικές φαντασιώσεις του Edward που τις είχαν φυλακίσει. Έτσι καταλαβαίνει κανείς τη φρίκη της Οδηγού όταν αντιλαμβάνεται ότι ο Edward έχει παραμείνει ίδιος σε αυτό το σημείο. Ρίχνει τα ίδια βλέμματα στις σερβιτόρες όπως έκανε και με τις πόρνες στην αρχή της φαντασίας. Φαίνεται πως έχει πληγωθή βαθειά σε αυτήν την περιοχή, και πως έχει ακόμη πολλή δουλειά μπροστά του πριν μπορέση να αλλάξη αυτό το κομμάτι του εαυτού του. Είναι πάντως πολύ αξιοπαρατήρητο, ότι ολόκληρη η περιοχή έχει αλλάξει μετά τη μεταμόρφωση της μάγισσας.

Η χώρα, που ο Edward την περιέγραφε σαν έναν βραχώδη, έρημο τόπο, γεμάτο από δηλητηριώδη θηρία, γίνεται πράσινη και εύφορη και γεμάτη από τροφές και κρασί κάθε είδους. Αυτό είναι σαφής αναφορά στο περιβάλλον του Edward, καθώς και στον εαυτό του, που άλλαξαν πολύ μετά από αυτήν τη φαντασία.

Στην Ανατολή πάντα οι άνθρωποι πίστευαν ότι οι εσωτερικές προσπάθειες του ανθρώπου επιδρούν σε ολόκληρο το περιβάλλον του, αλλά αυτή η ιδέα φαίνεται πολύ δύσκολη στη Δύση για να κατανοηθή. Θυμίζω στον αναγνώστη την ιστορία του Wilhelm για τον βροχοποιό, που ανέφερα στο πρώτο κεφάλαιο αυτού του βιβλίου .Θυμίζω επίσης στον αναγνώστη αυτό που είπε ο Jung όταν ρωτήθηκε, εάν είχε τη γνώμη πως θα γινόταν ένας πυρηνικός πόλεμος. Η γνώμη του ήταν πως αυτό εξαρτάται από το πόσα άτομα θα μπορούσαν να αντέξουν την ένταση των αντιθέτων μέσα τους. Τίποτε δεν μπορεί να μας βοηθήση περισσότερο να αντέξουμε αυτήν την ένταση από την ενεργητική φαντασία και είμαι σίγουρη ότι μια καθολική προσπάθεια, σαν αυτή που έκανε ο Edward, θα  είχε ευεργετικό αποτέλεσμα σε πολύ ευρύτερη ακτίνα από τον ίδιο.                                                                                            

(τέλος 2ου κεφαλαίου)


Aμέθυστος 

Δεν υπάρχουν σχόλια: