ΣΤΟΝ ΑΙΡΕΣΙΩΤΗ ΤΗΣ ΚΑΚΟΔΟΞΙΑΣ ΤΟΥ ΒΑΡΛΑΑΜ ΠΟΥ ΣΥΝΕΓΡΑΨΕ ΥΠΕΡ ΑΥΤΗΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΦΥΓΗ ΚΑΙ ΣΥΝΟΔΙΚΗ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΕΚΕΙΝΟΥ
Συνέχεια από: Πέμπτη, 8 Νοεμβρίου 2018
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 9
Επανάληψις και επί μέρους έλεγχος των λεγομένων από τον Ακίνδυνο περί θεότητος και απόδειξις ότι οι περί αυτής λόγοι του Παλαμά είναι ασφαλείς
27. Ενώ εμείς λέγαμε τούτα προς εκείνον τον Βαρλαάμ, που κακώς τα σύναπτε και τα διαιρούσε, και αποφεύγαμε και τα δύο ως ενάντια κακά και ως ομογενή κατά την δυσσέβεια, ο έπειτα από εκείνον διώκτης της ευσεβείας γίνεται και δικός μας διώκτης. Και αναμιγνύει τα άμικτα, και κινεί τα ακίνητα, και φωνάζει δυνατά και σαλπίζει με καταπληκτική ισχύ και ομιλεί μεγαλόφωνα και αλλοιωμένα από τον ζήλο όχι κατ’ επίγνωση αλλά μάλλον καθ’ υπόκριση και διαρρηγνύει τα ιμάτια του κατά τον Καϊάφα εκείνον, διότι λέγει· «δύο θεότητες άκτιστες και διάφορες ή από δύο τέτοιες θεότητες μία, πράγματα πού ακούμε τώρα, ποιός άκουσε ποτέ;». Και στο μεταξύ συμπλέκει και ταξινομεί τις διαστολές και τις αντιθέσεις, ώστε να ξεσηκώσει τους ακροατές σε αγώνα, λέγοντας «από υπερκειμένη και υφειμένη θεότητα, ενεργούσα και ενεργουμένη, αόρατη και ορατή με σωματικούς οφθαλμούς δια του πνεύματος».
28. Αλλά σταμάτα τον αναίσχυντο ζήλο και το θόρυβο, για να ιδούμε ό,τι λέγεις, και με ποιούς λογισμούς συνθέτεις τέτοια κείμενα εναντίον μας και τα στέλλεις παντού και ξεσηκώνεις όλους εναντίον μας, όσο εξαρτάται από σένα, και ταράσσεις το σύμπαν, μάλλον δε πράττεις τα πάντα, έστω και αν επιτυγχάνεις λιγότερα, ώστε να θορυβείς για το θόρυβο. Συγκρότησε λοιπόν για λίγο τον εαυτό σου από την αλόγιστη λογοδιάρροια και μάθε και δώσε λόγο, για να μπορέσουμε να δούμε τί τέλος πάντων λέγεις, όχι δε μόνο εμείς, αλλά και συ ο ίδιος μαζί μας. Διότι και σύ φαίνεσαι να ευρίσκεσαι σε απορία, αφού λέγεις, «δυο θεότητες, ή μία από τις δυο και μάλιστα αντίθετες, πού ακούμε τώρα, ποιός άκουσε προηγουμένως;».
Ποιο από τα δυο λοιπόν άκουσες κι’ εθεώρησες αφόρητη την ακοή; Εάν δεν γνωρίζεις, διότι τα λόγια σου εκφράζουν δισταγμό, έλθε στον εαυτό σου (στα λογικά σου) και πρόσεξε τα λεγόμενα από σε, μήπως το ανήκουστο πράγμα είναι πλάσμα της διανοίας σου, ή μήπως, επειδή δεν προσέφερες με νου την ακοή σου, δεν κατενόησες το νόημα του λέγοντος και γι’ αυτό ματαίως, μάλλον δε κατά της ψυχής σου, ταράττεσαι και ταράττεις τους Χριστιανούς. Διότι ισχυρίζεσαι ότι άκουσες ότι λέγουμε ή δυο ή μία θεότητα. Αν λοιπόν λέγουμε δύο, δεν λέγουμε μία -πώς θα ήταν αλλιώς δυνατό;- αν δε λέγουμε μία από αυτές, πώς είναι δύο; Είναι βέβαια δυνατό να νομίζεις ότι λέγομε σύνθετη, αλλά όχι δύο. Αν όμως εμείς δεχόμαστε μία και απλή θεότητα, όπως πολλές φορές και σε πολλά σημεία κηρύττομε με γλώσσα και παρρησία και διαρκώς γράφομε με το χέρι, είναι αδύνατο να λατρεύουμε δύο θεότητες, όπως εσύ μάς διαβάλλεις και μας συκοφαντείς, ή μία σύνθετη από δύο. Διότι δεν λέγομε επίσης ούτε ότι ο ένας Θεός σύγκειται από τρία πρόσωπα, επειδή λατρεύομε ένα και απλόν Θεό εν Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι. Έτσι τον σε τρία πρόσωπα ένα Θεό τον λατρεύομε σε ουσία και ενέργεια, αλλά δεν λέγομε ότι είναι σύνθετος από ουσία και ενέργεια.
30. Αν δε εθεώρησες ότι δεχόμαστε δύο θεότητες, από το γεγονός ότι και η ουσία έχει την ονομασία θεότητα, και όπως την έχει και η θεατική ενέργεια του Πνεύματος και η καθαρτική και η θεοποιός, γιατί δεν εσκέφθηκες ότι δεχόμαστε και δυο πατέρες στο πεδίο της ανωτάτης Τριάδος; Διότι εμείς δεν λέγομε μόνο τον Πατέρα του Κυρίου Πατέρα, αλλά και τον ίδιο τον Κύριο, επειδή κι’ εκείνος λέγει, «τέκνα, σας δίδω νέα εντολή», και πάλι, «δεν θα σας αφήσω ορφανούς». Αλλά ο καθένας από τους δυο καλείται Πατήρ με διάφορο τρόπο; Και εκεί επίσης κάθε μία από τις δύο, ή γενικώς κάθε μία, ονομάζεται θεότης κατά διαφορετικό τρόπο. Επομένως, όπως προσκυνούμε ένα Πατέρα, μολονότι και ο Υιός είναι Πατέρας μας, και διότι μας έπλασε στην αρχή και διότι μας ανέλαβε ύστερα, έτσι προσκυνούμε και μία θεότητα, εκείνη την υπερώνυμον υπερουσιότητα, μολονότι και η θεοποιός δύναμις ονομάζεται φερωνύμως θεότης, εφ’ όσον θεοποιεί τα δεκτικά θεώσεως. Όπως δε ακριβώς με τον Πατέρα συμπροσκυνούνται ο Υιός και το άγιο Πνεύμα (διότι δεν είναι χωριστά, αν και το καθένα υπάρχει σε ιδιαίτερη υπόσταση), έτσι και με την τρισυπόστατη φύσιν συμπροσκυνείται κάθε θεία δύναμις και ενέργεια, τα οποία άλλωστε ούτε χωριστά είναι ούτε σε ιδιαίτερη υπόσταση. Πράγματι ο μέγας Βασίλειος, αφού απαρίθμησε όλες τις ενέργειες που μπορούσε να αναφέρει, λέγει «ότι αυτές τις έχει αϊδίως το Πνεύμα που μόνο αυτό είναι ενυπόστατο».
31. Αλλά τί χρειάζεται να συνθέτω τα παραπλήσια; Διότι και o Πατήρ είναι Πνεύμα, και μάλιστα Πνεύμα το άγιον, κατά την φωνήν του Κυρίου που είπε προς τη Σαμαρείτιδα, «Πνεύμα ο Θεός κι’ αυτοί πού τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν εν Πνεύματι και αληθεία». Αλλά τίποτε δεν εμπόδισε τούτο τον μέγα Βασίλειο να πεί, «ένας Πατήρ, ένας Υιός, ένα Πνεύμα άγιον». Τί χρειάζεται λοιπόν να αναφέρουμε τέτοια πράγματα τώρα; Αλλά επειδή εμείς, σύμφωνα με την πατερική διδασκαλία, ανυμνούμε με την επωνυμία της θεότητος και την θεοποιό και την καθαρτική και την θεατική δύναμιν και ενέργεια, εκτός δε από αυτές και το θείον φως, κι’ από αυτές χρησιμοποιούμε την ονομασία και για την ουσία που τις πηγάζει (διότι κατά τον θειο Μάξιμο «η ουσία είναι πηγή ενεργειών)· επειδή λοιπόν εμείς κατά την πατερική παράδοση λέγομε ότι τα πράγματα που σημαίνουν θεότητα είναι περισσότερα και από δύο, πώς εσύ ισχυρίζεσαι ότι λέγομε δύο και όχι περισσότερες θεότητες; Ή το πράττεις διότι φιλοτιμείσαι να γίνεις και κατά τούτο συκοφάντης, και διότι ψεύδεσαι με υποκρισία ψευδολόγων όχι μόνο σε βάρος της διανοίας σου, αφού κατά τα λεγόμενα του Παύλου έχεις πωρωμένη συνείδηση, αλλά και των αυτιών σου. Εμείς όμως τόσο καταφρονούμε αυτά τα κηρύγματα σου εναντίον μας, ώστε, όπως βλέπεις, σ’ επικρίνομε και για το λόγο ότι δεν ανέφερες ότι δεχόμαστε περισσότερες θεότητες, κατά τη σκέψη σου βέβαια. Δεν είναι όμως δυνατό να σιωπήσουμε όταν πολεμείται η κατ’ ευσέβεια αλήθεια.
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Επανάληψις και επί μέρους έλεγχος των λεγομένων από τον Ακίνδυνο περί θεότητος και απόδειξις ότι οι περί αυτής λόγοι του Παλαμά είναι ασφαλείς
27. Ενώ εμείς λέγαμε τούτα προς εκείνον τον Βαρλαάμ, που κακώς τα σύναπτε και τα διαιρούσε, και αποφεύγαμε και τα δύο ως ενάντια κακά και ως ομογενή κατά την δυσσέβεια, ο έπειτα από εκείνον διώκτης της ευσεβείας γίνεται και δικός μας διώκτης. Και αναμιγνύει τα άμικτα, και κινεί τα ακίνητα, και φωνάζει δυνατά και σαλπίζει με καταπληκτική ισχύ και ομιλεί μεγαλόφωνα και αλλοιωμένα από τον ζήλο όχι κατ’ επίγνωση αλλά μάλλον καθ’ υπόκριση και διαρρηγνύει τα ιμάτια του κατά τον Καϊάφα εκείνον, διότι λέγει· «δύο θεότητες άκτιστες και διάφορες ή από δύο τέτοιες θεότητες μία, πράγματα πού ακούμε τώρα, ποιός άκουσε ποτέ;». Και στο μεταξύ συμπλέκει και ταξινομεί τις διαστολές και τις αντιθέσεις, ώστε να ξεσηκώσει τους ακροατές σε αγώνα, λέγοντας «από υπερκειμένη και υφειμένη θεότητα, ενεργούσα και ενεργουμένη, αόρατη και ορατή με σωματικούς οφθαλμούς δια του πνεύματος».
28. Αλλά σταμάτα τον αναίσχυντο ζήλο και το θόρυβο, για να ιδούμε ό,τι λέγεις, και με ποιούς λογισμούς συνθέτεις τέτοια κείμενα εναντίον μας και τα στέλλεις παντού και ξεσηκώνεις όλους εναντίον μας, όσο εξαρτάται από σένα, και ταράσσεις το σύμπαν, μάλλον δε πράττεις τα πάντα, έστω και αν επιτυγχάνεις λιγότερα, ώστε να θορυβείς για το θόρυβο. Συγκρότησε λοιπόν για λίγο τον εαυτό σου από την αλόγιστη λογοδιάρροια και μάθε και δώσε λόγο, για να μπορέσουμε να δούμε τί τέλος πάντων λέγεις, όχι δε μόνο εμείς, αλλά και συ ο ίδιος μαζί μας. Διότι και σύ φαίνεσαι να ευρίσκεσαι σε απορία, αφού λέγεις, «δυο θεότητες, ή μία από τις δυο και μάλιστα αντίθετες, πού ακούμε τώρα, ποιός άκουσε προηγουμένως;».
Ποιο από τα δυο λοιπόν άκουσες κι’ εθεώρησες αφόρητη την ακοή; Εάν δεν γνωρίζεις, διότι τα λόγια σου εκφράζουν δισταγμό, έλθε στον εαυτό σου (στα λογικά σου) και πρόσεξε τα λεγόμενα από σε, μήπως το ανήκουστο πράγμα είναι πλάσμα της διανοίας σου, ή μήπως, επειδή δεν προσέφερες με νου την ακοή σου, δεν κατενόησες το νόημα του λέγοντος και γι’ αυτό ματαίως, μάλλον δε κατά της ψυχής σου, ταράττεσαι και ταράττεις τους Χριστιανούς. Διότι ισχυρίζεσαι ότι άκουσες ότι λέγουμε ή δυο ή μία θεότητα. Αν λοιπόν λέγουμε δύο, δεν λέγουμε μία -πώς θα ήταν αλλιώς δυνατό;- αν δε λέγουμε μία από αυτές, πώς είναι δύο; Είναι βέβαια δυνατό να νομίζεις ότι λέγομε σύνθετη, αλλά όχι δύο. Αν όμως εμείς δεχόμαστε μία και απλή θεότητα, όπως πολλές φορές και σε πολλά σημεία κηρύττομε με γλώσσα και παρρησία και διαρκώς γράφομε με το χέρι, είναι αδύνατο να λατρεύουμε δύο θεότητες, όπως εσύ μάς διαβάλλεις και μας συκοφαντείς, ή μία σύνθετη από δύο. Διότι δεν λέγομε επίσης ούτε ότι ο ένας Θεός σύγκειται από τρία πρόσωπα, επειδή λατρεύομε ένα και απλόν Θεό εν Πατρί και Υιώ και αγίω Πνεύματι. Έτσι τον σε τρία πρόσωπα ένα Θεό τον λατρεύομε σε ουσία και ενέργεια, αλλά δεν λέγομε ότι είναι σύνθετος από ουσία και ενέργεια.
30. Αν δε εθεώρησες ότι δεχόμαστε δύο θεότητες, από το γεγονός ότι και η ουσία έχει την ονομασία θεότητα, και όπως την έχει και η θεατική ενέργεια του Πνεύματος και η καθαρτική και η θεοποιός, γιατί δεν εσκέφθηκες ότι δεχόμαστε και δυο πατέρες στο πεδίο της ανωτάτης Τριάδος; Διότι εμείς δεν λέγομε μόνο τον Πατέρα του Κυρίου Πατέρα, αλλά και τον ίδιο τον Κύριο, επειδή κι’ εκείνος λέγει, «τέκνα, σας δίδω νέα εντολή», και πάλι, «δεν θα σας αφήσω ορφανούς». Αλλά ο καθένας από τους δυο καλείται Πατήρ με διάφορο τρόπο; Και εκεί επίσης κάθε μία από τις δύο, ή γενικώς κάθε μία, ονομάζεται θεότης κατά διαφορετικό τρόπο. Επομένως, όπως προσκυνούμε ένα Πατέρα, μολονότι και ο Υιός είναι Πατέρας μας, και διότι μας έπλασε στην αρχή και διότι μας ανέλαβε ύστερα, έτσι προσκυνούμε και μία θεότητα, εκείνη την υπερώνυμον υπερουσιότητα, μολονότι και η θεοποιός δύναμις ονομάζεται φερωνύμως θεότης, εφ’ όσον θεοποιεί τα δεκτικά θεώσεως. Όπως δε ακριβώς με τον Πατέρα συμπροσκυνούνται ο Υιός και το άγιο Πνεύμα (διότι δεν είναι χωριστά, αν και το καθένα υπάρχει σε ιδιαίτερη υπόσταση), έτσι και με την τρισυπόστατη φύσιν συμπροσκυνείται κάθε θεία δύναμις και ενέργεια, τα οποία άλλωστε ούτε χωριστά είναι ούτε σε ιδιαίτερη υπόσταση. Πράγματι ο μέγας Βασίλειος, αφού απαρίθμησε όλες τις ενέργειες που μπορούσε να αναφέρει, λέγει «ότι αυτές τις έχει αϊδίως το Πνεύμα που μόνο αυτό είναι ενυπόστατο».
31. Αλλά τί χρειάζεται να συνθέτω τα παραπλήσια; Διότι και o Πατήρ είναι Πνεύμα, και μάλιστα Πνεύμα το άγιον, κατά την φωνήν του Κυρίου που είπε προς τη Σαμαρείτιδα, «Πνεύμα ο Θεός κι’ αυτοί πού τον προσκυνούν πρέπει να τον προσκυνούν εν Πνεύματι και αληθεία». Αλλά τίποτε δεν εμπόδισε τούτο τον μέγα Βασίλειο να πεί, «ένας Πατήρ, ένας Υιός, ένα Πνεύμα άγιον». Τί χρειάζεται λοιπόν να αναφέρουμε τέτοια πράγματα τώρα; Αλλά επειδή εμείς, σύμφωνα με την πατερική διδασκαλία, ανυμνούμε με την επωνυμία της θεότητος και την θεοποιό και την καθαρτική και την θεατική δύναμιν και ενέργεια, εκτός δε από αυτές και το θείον φως, κι’ από αυτές χρησιμοποιούμε την ονομασία και για την ουσία που τις πηγάζει (διότι κατά τον θειο Μάξιμο «η ουσία είναι πηγή ενεργειών)· επειδή λοιπόν εμείς κατά την πατερική παράδοση λέγομε ότι τα πράγματα που σημαίνουν θεότητα είναι περισσότερα και από δύο, πώς εσύ ισχυρίζεσαι ότι λέγομε δύο και όχι περισσότερες θεότητες; Ή το πράττεις διότι φιλοτιμείσαι να γίνεις και κατά τούτο συκοφάντης, και διότι ψεύδεσαι με υποκρισία ψευδολόγων όχι μόνο σε βάρος της διανοίας σου, αφού κατά τα λεγόμενα του Παύλου έχεις πωρωμένη συνείδηση, αλλά και των αυτιών σου. Εμείς όμως τόσο καταφρονούμε αυτά τα κηρύγματα σου εναντίον μας, ώστε, όπως βλέπεις, σ’ επικρίνομε και για το λόγο ότι δεν ανέφερες ότι δεχόμαστε περισσότερες θεότητες, κατά τη σκέψη σου βέβαια. Δεν είναι όμως δυνατό να σιωπήσουμε όταν πολεμείται η κατ’ ευσέβεια αλήθεια.
(Συνεχίζεται)
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου