Παρασκευή 11 Δεκεμβρίου 2020

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ (63)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 

Συνέχεια από Παρασκευή, 4 Δεκεμβρίου  2020

                                              Jacob Burckhard

                                                        ΤΟΜΟΣ 2ος

                             

IΙ.ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΘΕΟΙ ΤΟΥΣ - 7 

      Μπορεί οι θεοί να απέκτησαν σχέσεις με τους ανθρώπους, αλλά η αρχαία σχέση τους με τη φύση εξακολουθεί ασφαλώς να είναι παρούσα· ο ίδιος ο Απόλλων, που στο άγαλμά του στη Δήλο κρατά στο δεξί του χέρι το τόξο και στα αριστερά του έχει τις Χάριτες με λύρα, αυλό και σύριγγα, είχε θυγατέρες του την Οινώ, τη Σπερμώ και την Ελαιώ – τον οίνο, τον σίτο και το έλαιον. Πρόκειται για ένα εμφανές παράδειγμα που δείχνει το πώς σημαντικές και αρχαίες ερμηνείες τής φύσης μπορεί και να εξαφανιστούν εντελώς μπροστά στην επικράτηση των μη πρωτόγονων στοιχείων τής θεϊκής μορφής.

     Κανείς δεν αμφισβητεί πλέον ότι ο Απόλλων και η Άρτεμις ήταν αρχικά ο ήλιος και η σελήνη· αντικαταστάθηκαν όμως από έναν θεό Ήλιο και μια θεά Σελήνη· ο πατέρας εξ άλλου αυτού τού Ήλιου, ο Υπερίων, όπως και ο γιός του ο Φαέθων είναι ουσιαστικά ηλιακοί θεοί, οι δε ίπποι τού Ηλίου (ο ένας ονομάζεται επίσης Φαέθων, και ο άλλος Λάμπων) είναι αντίγραφα του ίδιου του θεού. Σύμφωνα όμως με άλλες αντιλήψεις, αυτή η δεύτερη προσωποποίηση εξαλείφεται, ο δε Ήλιος περιορίζεται στον εαυτό του, στο χρυσό αγγείο επί τού οποίου επιβιβάζονται οι άλλοτε ηλιακοί θεοί για να ολοκληρώσουν την τροχιά τους, παραδίδοντάς το κατόπιν στους επόμενους. Ο Απόλλων το δάνεισε μια φορά στον Ηρακλή, ο οποίος και του το επέστρεψε. Αυτά όμως όλα παραμένουν ως δυσνόητα αρχαιολογικά ευρήματα απέναντι στην ισχυρή επίδραση του Απόλλωνα στον βίο τών ανθρώπων, στον οποίον θα μπορούσε να έχει ακόμη και την αποκλειστική κυριαρχία. Ήταν άλλωστε ήδη κυρίαρχος όσον αφορά στη μουσική, τη μαντική και τη θεραπεία τού σώματος και της ψυχής, έχοντας λάβει με την πρώτη του ιδιότητα υπό την προστασία του και τις Μοίρες, που ανήκαν προηγουμένως στον πατέρα του τον Δία· πάντως οι ραψωδοί ύμνησαν με πολλούς τρόπους τη μορφή του, ίσως επειδή τον θεώρησαν σαν έναν απ’ αυτούς. Η ισχύς του επεκτάθηκε και σε τόσους άλλους τομείς, που είναι δύσκολο να τους συμπεριλάβουμε. Αλλά η θεραπευτική τουλάχιστον δύναμή του παραδόθηκε αργότερα πλήρως στον Ασκληπιό, που ονομάστηκε γιός του, και ο οποίος μαζί με τη συνοδεία του (την Υγεία, την Πανάκεια, την Ιασώ, τον Τελεσφόρο ή Ευαμερίονα) κατέκτησε αργότερα μιαν από τις σημαντικότερες θέσεις στη λατρεία τών Ελλήνων έτσι, ώστε κατά τούς ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους, τα Ασκληπιεία να καταστούν τα δημοφιλέστερα ιερά.

     Το ίδιο συνέβη και με την Αθηνά, η οποία κατέστη από μια εξαιρετικά προικισμένη θεά τής φύσης, κυρίαρχος στα ανθρώπινα πράγματα. Η Αθηνά ήταν μια θεότητα του διάφανου αιθέρα, της θύελλας και της αστραπής· ήταν η σελήνη και η θεά τής σποράς, των φυτών και ιδιαίτερα της ελιάς. Ακόμα και μόνο μέσα από τις αφιερωμένες σ’ αυτήν γιορτές μπορεί κανείς να διακρίνει τη σημασία της ως θεάς τής σποράς, όπως, για παράδειγμα, το πλύσιμο του μεγάλου πέπλου της κατά τα Πλυντήρια σχετιζόταν με τη γονιμότητα των σπόρων. Η μετάβαση στη μεταγενέστερη σημασία της συντελείται ασφαλώς μέσα από τον μυθικό κόσμο· αντιλήψεις κάθε είδους συνδυάζονται μεταξύ τους, δημιουργώντας πολυσήμαντες μορφές. Η θεά τής αστραπής που κραδαίνει το δόρυ, γίνεται προστάτης τού πολέμου και της νίκης, το σύννεφο της καταιγίδας γίνεται Αιγίς (ασπίδα, προστασία), η θεά τής σελήνης γίνεται – σύμφωνα με έναν τρέχοντα συμβολισμό – θεά τού τοκετού, και επομένως προστάτις τής ανατροφής τών παιδιών· στη βάση αυτής τής ιδιότητας, αλλά και της προστασίας τής σποράς, πραγματοποιεί το μεγάλο βήμα προς την προστασία τής Πόλεως - Κράτους και ονομάζεται Πολιούχος· η ιδιότητα της προστασίας τής άμυνας και των όπλων τής προσδίδει τώρα την προστασία πολυπληθών δραστηριοτήτων και επινοήσεων, ξεκινώντας από την υφαντική και το κέντημα, και φτάνοντας στη ναυπηγική και το πρώτο σκάφος που ταξίδεψε στη θάλασσα, την Αργώ. Ως οδηγός και προστάτις τού αρχέτυπου του πολυμήχανου Έλληνα, του Οδυσσέα, η Αθηνά έγινε η καθολικότερη θεϊκή μορφή τής αρχαιότητας. Η ύψιστη τιμή που της αποδόθηκε τέλος, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους θεούς, ήταν η προστασία τών καλών τεχνών.

     Κατά τον ίδιον ή ανάλογο τρόπο η κηδεμονία ενός και μοναδικού θεού επεκτείνεται σε νέους τομείς τής καθημερινής ζωής, είτε στη βάση μιας λογικής συνέπειας, είτε μέσα από έναν ευφυή συνδυασμό εικόνων. Και οι συνδυασμοί αυτοί, που μοιάζουν ενίοτε τυχαίοι και υποκειμενικοί, απέκτησαν μια τόσο ευρεία και συχνά υπερβολικά εκτετεταμένη διάδοση, ώστε να εκλαμβάνονται ως απολύτως φυσικοί.

      Ο Ερμής συγκεντρώνει, για παράδειγμα, φαινομενικά ετερόκλητες σημασίες, κάτι το οποίο προκάλεσε και την ειρωνεία τού Αριστοφάνη· ο θεός προσφέρει τις υπηρεσίες του σε πολλές, διαφορετικές περιπτώσεις, προκαλώντας τον Καρίωνα να σχολιάσει πως: «Είναι καλό να έχει κανείς πολλά βέλη στη φαρέτρα του». Σε μεταγενέστερη εποχή επιδιώχθηκε συχνά να συναχθεί από όλες αυτές τις ιδιότητες ένας κεντρικός χαρακτήρας, με τον οποίον θα μπορούσε να συνδεθεί ένας ιδιαίτερος τομέας δραστηριότητας του θεού· και όταν επρόκειτο για ασχολίες ή δεξιότητες πίστευαν ότι η συγκεκριμένη θεότητα τις έχει κληρονομήσει στούς ανθρώπους. Στο μεταξύ όμως κάθε θεός συνεχίζει να επεμβαίνει σε τομείς τής ειδικότητας κάποιου άλλου θεού, έως ότου να εξαντληθεί, στα χρόνια τής αποσύνθεσης του Παγανισμού, η υπομονή τού θεού τού Ψόγου, του Μώμου. «Κάθε θεός», αναφέρει στο σχέδιο διατάγματος που υπέβαλε στους θεούς, «θα πρέπει να περιοριστεί  στην ειδικότητά του, η Αθηνά δεν πρέπει να θεραπεύει πλέον, ούτε ο Ασκληπιός να προφητεύει, και ο Απόλλων θα πρέπει τελικά να αποφασίσει αν επιθυμεί να είναι μάντις, κιθαρωδός ή ιατρός». Υπήρξαν όμως και μερικές περίεργες εξαιρέσεις σχετικά με φαινομενικά ιδιαίτερα αποκλειστικές ιδιότητες: η Ήρα, που προστάτευε κατ’ εξοχήν τον γάμο,  λούεται μια φορά τον χρόνο και καθίσταται επομένως παρθένος, ενώ η παρθένος Αθηνά λατρεύεται στην Ηλεία ως Αθηνά Μητέρα.

    Θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ως προς αυτήν την πολύπλευρη συμβολική τών θεών, ότι επρόκειτο για ένα φαινόμενο ταυτόχρονα θρησκευτικής και πολιτικής φύσεως. Η αρχέγονη μορφή τών θεών και οι μύθοι τους αντιπροσώπευαν ήδη για τον λαό την κατάληξη αυτής τής διπλής διαδικασίας, η οποία τελειοποιήθηκε από τούς ραψωδούς, για να αποκτήσει τελικά απαράμιλλη πληρότητα και κάλλος. Η ποιητική φαντασία τείνει μερικές φορές να οικειοποιηθεί απολύτως τη θεία μορφή. Η Αφροδίτη, που η αρχαία λατρεία τη συνοδεύει, με πολυάριθμες επιμέρους σημασίες και μια σημαντική θέση στην αρχαϊκή θεογονία, από την Πάφο μέχρι τον σικελικό Έρυκα, καθίσταται αργότερα μια εύθυμη, φανταστική μορφή, κυρίως όταν αναπτύσσεται η σχέση της με τον Έρωτα, ο οποίος θεωρείται αρκετά συχνά, αλλά όχι πάντοτε, γιός της. Ο Έρως εμφανίζεται ήδη στον Ησίοδο με διπλή όψη, κατ’ αρχάς μεταξύ τών πρώτων αρχεγόνων δυνάμεων, ως γιός τού Χάους, ως «το ζων πνεύμα και η αρχή κάθε αναπαραγωγής και κάθε εξέλιξης», όπως αρέσκονται να τον εμφανίζουν ορισμένοι σύγχρονοι ερμηνευτές, και ως απλός ακόλουθος κατόπιν, μαζί με τον Ίμερο (την Επιθυμία), της Αφροδίτης. Παρουσιάζεται ως μια ιδανική, νεανική πάντοτε αλλά και φοβερή μορφή στη γνήσια ανακρεόντεια ποίηση ή στον Σοφοκλή· στο πρόσωπο του Ιππόλυτου επιχειρείται ένας συμβιβασμός από τον Ευριπίδη, ανάμεσα στον Έρωτα και την Αφροδίτη, όπου ο  Έρως επιτρέπει όμως στη Μητέρα του να διατηρήσει την πρωτοκαθεδρία· σ’ εκείνην ανήκει το βέλος, που αυτός απλώς εξαπολύει, κι αφού ο χορός αναδείξει την ισχύ τού Έρωτα στη φύση και τη ζωή τών ανθρώπων, καταλήγει απευθυνόμενος στην Αφροδίτη: «Εσύ μόνο τα εξουσιάζεις όλα αυτά». Βαθμιαία ωστόσο θα κάνει την εμφάνισή της και η διακωμώδηση, ξεκινώντας από μερικά πλατωνικά επιγράμματα, όπου η Αφροδίτη εμφανίζεται να απειλεί τις Μούσες, ότι θα στρέψει εναντίον τους τον προφανώς ανανεωμένο τώρα νεανία, ενώ ο Αριστοφάνης θα αποκαλύψει αργότερα, ότι οι θεοί απέκοψαν τα φτερά τού ταραξία και τον πέταξαν στη Γη. Διαμορφώνεται έτσι μια ολόκληρη σειρά κωμικών σκηνών ανάμεσα σε ένα ξεροκέφαλο αγόρι και μιαν υποχωρητική και συχνά αδύναμη μητέρα, που τις συναντάμε στους βουκολικούς ποιητές (Βίων και Μόσχος), καθώς και στο αλεξανδρινό έπος. Οι πλαστικές τέχνες πρόσθεσαν πιθανότατα μιαν ολόκληρη ακολουθία από μικρούς Έρωτες, ενώ υπάρχει και μια μεγάλη ποικιλία από Αφροδίτες, όπως οι αιγυπτιακές Χάθορ και οι ρωμαϊκές Venus. Στον ψευδο-Ανακρέοντα εξελίσσεται ο τύπος τού μικρού, ανυπότακτου Έρωτα, ενώ ο αρχαίος Έρως, με τον οποίον αναγκάστηκε να αναμετρηθεί ο γνήσιος Ανακρέων, είχε από καιρό λησμονηθεί.

     Παράλληλα με την πλούσια λατρεία που απολάμβαναν οι μεγάλες θεότητες, διάφορα δαιμονικά στοιχεία τής φύσης απέκτησαν πολλές επίσης ιδιότητες. Για τον Γλαύκο π.χ. η αρχαιότητα μάς παρέδωσε έναν ολόκληρο κατάλογο παραλλαγών. Κατοικία του ήταν η παραθαλάσσια βοιωτική πόλη Ανθηδώνα, όπου ήταν γνωστός σαν επιδέξιος ψαράς και δύτης, ως τη στιγμή που δοκίμασε το βότανο των θεών (που είχε σπείρει κάποτε εκεί ο Κρόνος)· ακολουθώντας την επιθυμία τού Δία, βυθίστηκε στη θάλασσα και απέκτησε την ιδιότητα του προφητικού, υδάτινου δαίμονα. Εκτός όμως από τις ακτές τής Βοιωτίας, το όνομα του Γλαύκου ήταν γνωστό και σε όλες τις υπόλοιπες ακτές μέχρι τη Σικελία, ενώ πολλές απ’ αυτές διεκδικούσαν την καταγωγή του· ανάλογα με την παράδοση, ο Γλαύκος ταυτιζόταν άλλοτε με τον θεό τής θάλασσας Μελικέρτη, ή με τον ευνοούμενό του, ενώ θεωρήθηκε επίσης ως ο στενώτερος φίλος τού γέροντα προφήτη τής θάλασσας, του Νηρέα, αποτελώντας ενδεχομένως τη νεανική εκδοχή του, όπως και του Πρωτέα. Απέκτησε ασφαλώς μια θέση και στους μεγάλους μύθους: εξ αιτίας τού έρωτά του για την Αριάδνη τής Νάξου, ο Διόνυσος τον τιμώρησε, «αλυσοδένοντάς» τον με κληματόβεργες· στις ακτές τής Αίτνας εμφανίζεται στη σπηλιά τής Σκύλλας, την οποία προσπαθεί να κατακτήσει με δώρα· συνοδεύει τούς Αργοναύτες, είτε ως πλοηγός, οπότε βυθίζεται στη θάλασσα, είτε ως προφητικός δαίμων, ορατός όμως μόνον από τον Ιάσωνα· στη Δήλο φιλοξενείται από τις Νηρηίδες, και όποτε τού ζητηθεί προβλέπει το μέλλον· λέγεται μάλιστα ότι απ’ αυτόν διδάχθηκε ο Απόλλων τη μαντική. Οι ναυτικοί πίστευαν όμως, ακόμα και σε μεταγενέστερες εποχές, ότι τον άκουγαν και τον έβλεπαν, και διηγούνταν τους έρωτές του, στους οποίους συγκαταλέγεται και η όμορφη κόρη ενός δύτη από τη Σκιώνη.

     Εκτός όμως από αυτόν τον ελάσσονα ασφαλώς θαλάσσιο δαίμονα, υπάρχει και ο μεγάλος θεός ολόκληρου του υδάτινου κόσμου, του οποίου η πολυσημία είναι ακόμη περισσότερο ασαφής. Είναι εντελώς αδύνατον να αρκεστούμε στις εικόνες τών κυμάτων και των ίππων, που αμφότερα «καλπάζουν και συγχρόνως βαστάζουν», για να περιγράψουμε τον κραταιόν άρχοντα των κυμάτων, που συγκρατούσαν, όπως πίστευαν, τη Γη, τον καβαλάρη Ποσειδώνα, και θα πρέπει μάλλον να αποδεχτούμε την ασάφεια αυτής τής πολυσημίας. Αρχικά ο Ποσειδώνας δεν υπήρξε μια καθαυτό ελληνική θεότητα, και όπως η θάλασσα ξεχύνεται, εκτός από τις ελληνικές και σε άλλες ακτές, όπως π.χ. της Λιβύης, έτσι και η σκοτεινή του μορφή μπορεί να έχει χαρακτηριστικά που για την ερμηνεία τους δεν επαρκούν οι αντιλήψεις και η σκέψη τού ελληνικού κόσμου. Μπορεί η Ρέα να εξαπάτησε τον σύζυγο της Κρόνο, που έτρωγε τα παιδιά του, προσφέροντάς του ένα πουλάρι στη θέση τού γιού της, αλλά στη συνέχεια ο Ποσειδώνας γίνεται ο ίδιος άλογο, και μ’ αυτή του τη μορφή επιβαίνει μια φοράδα, τη Δήμητρα, η οποία γεννά το μαγικό άλογο, τον Αρείωνα, χωρίς να αναφέρουμε τους υπόλοιπους ίππους που γέννησε ή ανέθρεψε ως θεός, οι οποίοι αναδύθηκαν από τη γη ή μέσα από βράχους. Έτσι αναγνωρίστηκε ως προστάτης όσων εκτρέφουν ίππους, κυρίως τών ευγενών και των ιπποδρομιών· τιμούσαν όμως ταυτόχρονα τον θεό πνίγοντας άλογα μέσα στη θάλασσα, «στολισμένα με τα χαλινάρια τους», μεγαλειώδεις θυσίες που απέβλεπαν να εξορκίσουν την αγωνία και τον φόβο, χωρίς να συνοδεύονται ωστόσο από συμπόσια, αφ’ ενός επειδή κανείς δεν έτρωγε άλογα και αφ’ ετέρου επειδή δεν προσφέρονταν για συμπόσια οι εκατόμβες που αφιέρωνε στους θεούς ο λαός. Είναι απολύτως κατανοητό, ότι σε όλες τις ακτές, και ιδιαίτερα στα ακρωτήρια, αναγέρθηκαν ναοί αφιερωμένοι στον μεγάλο θεό τής θάλασσας, και ότι ο Ποσειδών κατέστη προστάτης ολόκληρων παράκτιων πληθυσμών, αλλά και των συμμαχιών, ακόμα και ότι οι πειρατές, που επιτίθονταν από τη μεριά τής θάλασσας, αποκαλούνταν γιοί τού Ποσειδώνα. Είναι όμως λιγότερο κατανοητό το πώς ο Ποσειδώνας κατέστη θεός τών ποταμών και των πηγών, διότι υπήρχαν πάντοτε σαφώς προκαθορισμένες θεότητες γι’ αυτά τα φαινόμενα, καθώς επίσης δεν γνωρίζουμε το πώς εμφανίζεται ως ο θεός που προστατεύει μιαν ολόκληρη περιοχή, την Πελοπόννησο, που θεωρήθηκε ως κατοικία του, ενώ και η λατρεία του μέχρι τα βάθη τής Αρκαδίας υπερέβη τη λατρεία οποιασδήποτε άλλης θεότητας. Την κατάταξή του στη γενιά τού Κρόνου, την εξουσία του επί τού ενός τρίτου τού κόσμου, και τη μεγαλειώδη περιγραφή τής υποθαλάσσιας κατοικίας του, του άρματος και της ακολουθίας του, τα οφείλουμε όλα στο έπος. Αυτός ο άσπονδος εχθρός τού Οδυσσέα παραμένει, συνοψίζοντας, ένας γιγαντιαίος δαίμονας· δεν διακρίνεται για κανένα έργο προσφοράς (εκτός από την αλιεία), και θα έπρεπε να είναι κανείς ουσιαστικά ευτυχής αν διέφευγε της προσοχής τού θεού, στον οποίον αποδίδονταν όλες οι τρικυμίες και τα ναυάγια, καθώς και οι σεισμοί που έπληξαν συχνά, και με δραματικό τρόπο, την Ελλάδα, διότι ο θεός που συγκρατούσε τη γη ήταν επίσης αυτός που τη συγκλόνιζε, και οι άνθρωποι έβλεπαν μάλιστα παντού όπου υπήρχαν απόκρημνοι βράχοι, όπως στις πλαγιές τής κοιλάδας τού Πηνειού,  έργα τού Ποσειδώνα.

(συνεχίζεται)

OΠΩΣ ΒΛΕΠΟΥΜΕ Ή ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΔΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΝΑ ΣΥΜΜΕΤΑΣΧΕΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΤΟ ΣΥΓΚΡΗΤΙΣΤΙΚΟ ΒΑΡΕΛΙ.

ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ΕΞΙΣΟΥ ΑΔΥΝΑΤΟΝ ΚΑι ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ. 

ΜΟΝΟΝ ΤΑ ΑΦΡΟΨΑΡΑ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΣΥΜΦΩΝΗΣΟΥΝ ΣΕ ΜΙΑ ΤΕΤΟΙΑ ΣΑΡΔΕΛΟΠΟΙΗΣΗ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: