Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ – Ignace de la Potterie (22)

Συνέχεια από Δευτέρα, 1η Ιουνίου  2015

             IGNACE DE LA POTTERIE, S.J
           Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ

                               ΤΟΜΟΣ  1ος  
                        Ο Χριστός και η αλήθεια
                        Το Πνεύμα και η αλήθεια
                             ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
                     Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

 3ο    Κ Ε Φ Α Λ Α Ι Ο :   Χ Ρ Ι Σ Τ Ο Σ  -  Α Λ Η Θ Ε Ι Α
Ι. Ο σαρκωθείς Λόγος πλήρης χάριτος και αληθείας.
Γ. Ερμηνεία του Ιωάν. 1, 14.17.18
      3. Η χάρις της αληθείας: ο μονογενής Υιός εις τον κόλπον του Πατρός (1,18)
Βρισκόμαστε τώρα σε ένα από τα κορυφαία σημεία της σκέψεως του Ιωάννη. Αυτό το απόσπασμα, μαζί με την προς Κολ. Επ. του Παύλου («ὅς ἐστιν Εἰκών τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀοράτου»), βρίσκεται στην κορυφή της πατερικής σκέψεως περί του μυστηρίου του Θεού. Λέγεται ότι από όλη την πατερική παράδοση, αυτά τα δύο κείμενα αποτελούν «το άλφα και το ωμέγα του χριστιανικού αποφατισμού». Θα πρέπει όμως να αναρωτηθούμε αν αυτός είναι και ο στόχος  του τέλους του ευαγγελικού προλόγου.
Ο στ. 1,18 είναι επίσης σημαντικός για την μελέτη του θέματος της αλήθειας. Ο όρος δεν αναφέρεται στ’ αυτόν τον στίχο, όμως θα δούμε ότι υπάρχει αντιστοιχία με τους στ. 14 και 17 στους οποίους προσθέτει ένα νέο στοιχείο. Πρώτα θα πρέπει όμως να εδραιώσουμε την ύπαρξη αυτής της αντιστοιχίας· στην συνέχεια θα μπορέσουμε να επωφεληθούμε για να εμβαθύνουμε στην ερμηνεία της διατύπωσης «η χάρις της αληθείας» στο 1,14.17.
       α. Ο παραλληλισμός των στ. 14.17 και 18
Ο παραλληλισμός του 1,14 με τον 1,18 είναι προφανής από την άποψη της μορφής του λόγου:             
                        στ.  14                                                     στ.  18
(α) δόξαν ως μονογενούς                  (α΄)              μονογενὴς υἱὸς
(β)      παρὰ πατρός                             (β΄) ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρὸς
(γ) πλήρης χ ά ρ ι τ ο ς   κ α ί             (γ΄)  ἐκεῖνος  ἐ ξ η γ ή σ α τ ο.
        ἀ λ η θ ε ί α ς    
Εάν αφ’ ενός το (α) και το (α΄) και αφ’ ετέρου  το (β) και το (β΄) βρίσκονται σε αντιστοιχία, θα πρέπει να συμπεράνουμε ότι το αυτό συμβαίνει και με το (γ) και το (γ΄). Η διαπίστωση αυτή μας οδηγεί στο ακόλουθο συμπέρασμα: η παραδοχή ότι ο Σαρκωθείς Λόγος είναι «πλήρης της χάριτος της αληθείας» (γ) αντιστοιχεί στην παραδοχή ότι «αυτός μας εγνώρισε (τον Πατέρα)» (γ΄).
Η αντιστοιχία των στίχων 14 και 18 ενισχύεται από την ανάλυση της δομής του προλόγου. Παρουσιάζουμε εδώ την κατανομή που προτείνουν οι  M.F. Lacan και S.A. Panimolle:
Ι     (στ 1-5) :       Α (στ. 1-2)       Β  (στ. 3)           Γ  ( 4-5)
ΙΙ    (στ.6-14)       Α (στ. 6-8)       Β  (στ. 9-11)     Γ  (στ. 12-14)
ΙΙΙ   (στ. 15-18)    Α (στ. 15)        Β  (στ.16-17)    Γ  (στ. 18)
Οι στ. 14 και 18 βρίσκονται στην κατάληξη της δεύτερης και τη τρίτης κατανομής (ΙΙ, Γ και ΙΙΙ, Γ). Αλλά επειδή η ανάπτυξη του προλόγου είναι σπειροειδής, ο στ. 18 δεν αποτελεί απλή επανάληψη του στ. 14, αλλά μια σε αντιστοιχία εξέλιξη η οποία προσφέρει βαθύτερη ερμηνεία του κειμένου· δηλαδή «η χάρις της αληθείας» (στ. 14) προσδιορίζεται στην αντίστοιχη διατύπωση του τέλους του προλόγου (στ. 18): «αυτός μας τον εγνώρισε» (Χρησιμοποιούμε προσωρινά αυτή την τρέχουσα μετάφραση· στη συνέχεια θα μελετήσουμε διεξοδικά το νόημα του εξηγήσατο).
Η εγκυρότητα αυτής της ερμηνείας αποδεικνύεται ακόμη καλύτερα εάν συγκρίνουμε τώρα τους στ. 17 και 18. Και εφ’ όσον η έκφραση «η χάρις της αληθείας» του στ.1,14 επανέρχεται στον στ. 1,17, είναι φυσικό και ο στ. 1,17, όπως ο 1,14, να είναι παράλληλος προς τον 1,18. Αυτό αναδεικνύεται από την κατωτέρω παράθεση χιαστεί των δύο στίχων:
στ. 17β    (α)   Η ΧΑΡΙΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΊΑΣ
                 (β)   διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐγένετο
στ. 18       (γ)   Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακεν πώποτε·
                 (β΄)  ὁ μονογενὴς υἱὸς, ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρὸς,
           (α΄)   ἐκεῖνος ΕΞΗΓΗΣΑΤΟ.
Ο παραλληλισμός αυτός μας όδηγεί ακριβώς στο ίδιο συμπέρασμα με τον προηγούμενο (ανάμεσα στον 1,14 και 1,18): «η χάρις της αληθείας» (α) που εγένετο δια Ιησού Χριστού συνίσταται σε αυτό που ο μονογενής Υιός ὁ ὢν εἰς τὸν κόλπον τοῦ πατρὸς, «εξηγήσατο» (α΄). Που αποδεικνύει, για μια ακόμη φορά, ότι η «αλήθεια» προσδιορίζει την «αποκάλυψη» που εγένετο δια Ιησού Χριστού. Παρατηρούμε επίσης ότι και στις δύο δομές που εξετάσαμε η ίδια λέξη αλήθεια (στ. 14 και 17) ερμηνεύεται από το ρήμα εξηγήσατο (στ.18). Θα πρέπει λοιπόν να προσδιορίσουμε όσο καλύτερα μπορούμε το νόημα της έννοιας αυτής που φαίνεται να έχει ιδιαίτερη σημασία για τον Ιωάννη, καθιστώντας την τήν κατακλείδα ολόκληρου του προλόγου.
     β. εξηγήσατο
Ο ακριβής προσδιορισμός του είναι δυστυχώς δυσχερής διότι το ρήμα εξηγείσθαι λαμβάνει διαφορετικές ερμηνείες προκαλώντας ποικίλες αμφιβολίες στους ερμηνευτές.
1)  Τρέχουσα ερμηνεία δια του ρήματος («διηγούμαι» περιγράφω);
Ορισμένοι συγγραφείς όπως οι Lagrange, Braun, Calvin και Boismard υιοθετούν την τρέχουσα ερμηνεία της λέξης: εκθέτω εκτενώς, περιγράφω λεπτομερώς ακολουθώντας την λατινική μετάφραση. Με αυτό το νόημα συναντάται εξ άλλου συνήθως στην Κ. Δ. (Λουκ. 24,35/ Πρ. 10,8/ 15,12.14/ 21,19) Η αποδοχή όμως αυτής της τρέχουσας ερμηνείας δεν επαρκεί για την πλήρη κατανόηση του νοήματος του στ.18 που έχει καθαρά θεολογικό περιεχόμενο ενώ σύμφωνα με το νόημα των συμφραζομένων περιέχει την ιδέα της αποκάλυψης (αντίθεση ανάμεσα στον Νόμο και την αλήθεια στ.17).
Μία άλλη ερμηνεία του ρήματος του αποδίδει το νόημα του «οδηγείν», που εκτός του ότι ανατρέπει την  σύνταξη του στίχου δεν μπορεί να αποδοθεί στο πνεύμα του Ιωάννη ούτε στοιχειοθετείται θεολογικά: πουθενά στο 4ο Ευαγγέλιο δεν αναφέρεται ότι ο Ιησούς οδηγεί τους πιστούς στον Πατέρα. Όπου ο Ευαγγελιστής περιγράφει κάτι ανάλογο, αναφέρει πάντοτε την μεσολάβηση του Ιησού: «οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι' ἐμοῦ» (14,6). Ο πιστός έλκεται προς τον Πατέρα, αλλά για να έλθει προς τον Ιησού (6,44). Μόνο ο Ιησούς, ο μονογενής Υιός, «υπάγει» προς τον Πατέρα (16,17.28). Αυτός ο «κόλπος» ανήκει αποκλειστικά στον Πατέρα. Επομένως «εις τον κόλπον του Πατρός» δεν οδηγούνται οι πιστοί· η διατύπωση αφορά αποκλειστικά στον μονογενή Υιό και το νόημά της θα πρέπει να διευκρινισθεί περεταίρω.
2) Τεχνικός όρος της ελληνικής θρησκείας ;
Τρείς ακόμη πιθανές ερμηνείες αποδίδουν στο ρήμα το νόημα του «γνωστοποιώ», «αποκαλύπτω», «φανερώνω», τονίζοντας τον αποκαλυπτικό του χαρακτήρα. Οι περισσότεροι συγγραφείς συνέλαβαν διαισθητικά ότι αυτό θα πρέπει να είναι το βαθύτερο νόημα του ρήματος. Πώς όμως αποδεικνύεται κάτι τέτοιο και κυρίως τι σημαίνει ακριβώς σ’ αυτήν την περίπτωση η αποκάλυψη.
1.     Σύμφωνα με του υποστηρικτές αυτής της εκδοχής όπως ο Wettstein, η ερμηνεία του ρήματος θα πρέπει να αναζητηθεί στην ελληνική και ελληνιστική θρησκεία. Αλλά οι συγγραφείς που αποδέχονται την ελληνιστική προέλευση του ρήματος που χρησιμοποιεί ο Ιωάννης, παραθέτουν κάποια κείμενα χωρίς να τα αναλύουν. Θα πρέπει να εξετάσουμε την συγκεκριμένη χρήση του κάθε φορά και να αναρωτηθούμε το κατά πόσο θα μπορούσε να εμπνεύσει τον Ευαγγελιστή. Επιλέγουμε δύο εξαιρετικές μονογραφίες που διέφυγαν της προσοχής  των σχολιαστών.
Στην ελληνική θρησκεία το ουσιαστικό εξηγητής ήταν τεχνικός όρος και αναφαίρετο στους «εξηγητές» των χρησμών που αποτελούσαν ένα σημαντικό θεσμό της κοινωνικής και θρησκευτικής ζωής της ελληνικής πόλης. Ο έλληνας φιλόσοφος Ιούλιος Πολυδεύκης στο έργο του Ονομαστικόν δίνει τον ορισμό: εξηγηταί δ’ εκαλούντο οι περί των διοσημείων και τα των ιερών διδάσκοντες (VIII,124). Οι εξηγητές εκκαλούντο δηλαδή να ερμηνεύσουν τους χρησμούς,, τα όνειρα και τις προφητείες, η ακόμη τα έθιμα και τις παραδόσεις των αρχαίων.
 Εν όψει όμως της επιδιωκόμενης σύγκρισης με τον στ. 1,18 του Ιωάννη θα πρέπει να αναζητήσουμε την συγκεκριμένη χρήση του       ρήματος εξηγείσθαι. Μερικές φορές έχει ως υποκείμενο τον ίδιο τον θεό όπως στην Πολιτεία (IV 427 c) όταν ο Πλάτων αναφέρεται στον Απόλλωνα, τον θεό των Δελφών: « Ο θεός αυτός, πάτριος εξηγητής, βρίσκεται στο κέντρο και στον ομφαλό της γης για να καθοδηγήσει το ανθρώπινο είδος». Από αυτόν αναμένουμε νομοθεσία: αυτός θα μας υποδείξει «τα σημαντικότερα, τα ωραιότερα, τα ανώτερα των νομοθετημάτων, αυτά που αφορούν στην ίδρυση των ναών, τις θυσίες και γενικότερα την λατρεία των θεών, των δαιμόνων και την ηρώων, καθώς επίσης τους τάφους των νεκρών και τις τιμές που τους οφείλονται για να μας είναι ευοίωνοι· διότι αυτά τα αγνοούμε» (427β). Και καταλήγει: «… ο θεός περί τα τοιαύτα … εξηγείται (427γ). Μόνο καθ’ υπερβολή θα μπορούσαμε να μιλήσουμε εδώ για «αποκάλυψη των θεών». Εξηγείσθαι σημαίνει εκδίδω νόμους, διατάσσω, συντάσσω.
Πιο συχνά όμως το ρήμα περιγράφει τις αρμοδιότητες των    εξηγητών ή των μάντεων οι οποίοι συνήθως απαντούν στο ερώτημα τι χρή ποιείν· διακρίνονται σε δύο κατηγορίες: τους πυθόχρηστους που ορίζονται από τον πύθειο Απόλλωνα των Δελφών και ερμηνεύουν τους χρησμούς, καθοδηγούν τους εξαγνισμούς και απαντούν σε κρίσιμα ερωτήματα, και στους υπό του δήμου καθισταμένους, τους εξηγητές των πατρίων. Σε γενικές γραμμές ερμηνεύουν τα θεία.
2.     Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι ο Ιωάννης εμπνεύστηκε από αυτήν την παράδοση για την χρήση του ρήματος εξηγήσατο στον 1,18 για τους ακόλουθους λόγους. Κατ’ αρχάς, τα ουσιαστικά που το συνοδεύουν είναι στις δύο περιπτώσεις εντελώς διαφορετικά. Ο όρος εξηγείσθαι στα αρχαιοελληνικά θρησκευτικά κείμενα ακολουθείται συνήθως από τα ουσιαστικά μάντις, χρησμός, τέρας, τα πάτρια, τα ιερά, τα θεία, τα οποία απουσιάζουν παντελώς από τα κείμενα του Ιωάννη (εκτός από το τέρας που συναντάται μία μόνη φορά στον 4,48). Αντίθετα οι λέξεις που χρησιμοποιεί ο Ιωάννης στους 1, 17β-18 δεν υπάρχουν στα ανωτέρω κείμενα, καθώς και ο παραλληλισμός ανάμεσα στην αλήθεια και το εξηγήσατο. Και είναι φυσικό αφού ο όρος αλήθεια δεν συνδέεται με την αποκάλυψη στους αρχαίους Έλληνες, αλλά έχει μια εντελώς διαφορετική προοπτική.
Τα κείμενα αυτά δεν μιλούν για αποκάλυψη του εσωτερικού βίου των θεών, των εσχάτων ή του νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης,. Οι χρησμοί αφορούν αποκλειστικά στους ανθρώπους και το ρήμα συνδέεται συνήθως με τους μάντεις. Ο προσανατολισμός των ερμηνειών του έχει πρακτικό νόημα και οι υποδείξεις τους έχουν συνήθως ηθικό νόημα και ενίοτε νομικό περιεχόμενο.
Αντίθετα ο Ιωάννης (1,18) αναφέρεται στον βίο του μονογενούς Υιού και στον Πατέρα. Το εξηγείσθαι του Ιησού απευθύνεται στον Θεό. Και εκτός από μια τεχνική αναλογία, οι λέξεις ο μονογενής Υιός … εξηγήσατο δεν έχουν τίποτε κοινό με την διατύπωση ο μάντις εξηγήσατο. Στον     Ιωάννη δεν υπάρχουν ηθικές ή νομικές υποδείξεις, ούτε συμβουλές πρακτικής φύσεως ή η ερμηνεία μιας άνωθεν αποκαλύψεως· πρόκειται για την καθεαυτήν αποκάλυψη, την «αποκάλυψη» από τον μονογενή Υιό, του βίου του Θεού, στους ανθρώπους.
3). Παλαιοδιαθηκική και αποκαλυπτική παράδοση
Ορισμένοι ερμηνευτές του στ. 1,18 του Ιωάννη (όπως οι Bernard, Barret, Baltmann, Schnackenburg) εκτός από την αναφορά στα αρχαιοελληνικά κείμενα για τα οποία μιλήσαμε, παραθέτουν αποσπάσματα από την Παλαιά Διαθήκη, κυρίως του Ιώβ(28,27) και του Ιερεμία, χωρίς όμως να αντιλαμβάνονται ότι το νόημα του ρήματος εξηγήσατο είναι εντελώς διαφορετικό σ’ αυτήν την παράδοση από ότι στην Ελληνική. Η αναζήτησή μας σ’ αυτήν την κατεύθυνση, που έχει ελάχιστα ερευνηθεί, αποδεικνύει ότι σε πολλά κείμενα της Π. Δ. (ελληνική μετάφραση των Ο΄) το ρήμα εξηγείσθαι έχει συχνά το νόημα του «αποκαλύπτω» ή «φανερώνω».
1.     Σε πολλές περιπτώσεις το ρήμα χρησιμοποιείται με το νόημα του «αφηγούμαι» (Κρ. 7,13· Βασ. Δ 8,5· Μακκ. Α 3,26· Μακκ. Β 2,13). Σε άλλα σημεία όμως το νόημα της φανερώσεως διακρίνεται καθαρά: στους Κρ. 7,15 πρόκειται για την ερμηνεία ενός ονείρου· στις Προφ. Σολ. 28,13 για την ομολογία κρυφών παραπτωμάτων: ὁ ἐπικαλύπτων ἀσέβειαν…ὁ δὲ ἐξηγούμενος ἐλέγχους. Στο κείμενο αυτό είναι εμφανής ο συσχετισμός του αποκαλύπτειν με το εξηγείσθαι. Στα κείμενα αυτά το ρήμα έχει συχνά ως αντικείμενο μια ιδιότητα του Θεού ή το μεγαλείο των έργων του. Εξηγείσθαι αποκτά ένα διπλό νόημα: α) διηγούμαι, αναγγέλλω (διακηρύττω)· β) αποκαλύπτω, φανερώνω. Ανάλογα με το περιεχόμενο τονίζεται περισσότερο ένα από τα δύο. Και όταν το ρήμα σημαίνει «φανερώνω» υποκείμενό του είναι είτε ο Θεός είτε ο άνθρωπος.
Στα ακόλουθα δύο κείμενα κυριαρχεί το νόημα της διακήρυξης του μεγαλείου του Θεού από τους ανθρώπους ή άλλα δημιουργήματα: «ἐξηγεῖσθε ἐν τοῖς ἔθνεσι τὴν δόξαν αὐτοῦ, ἐν πᾶσι τοῖς λαοῖς τὰ θαυμάσια αὐτοῦ» (Παραλ. Α 16,24) και « ἐξηγήσονταί σοι οἱ ἰχθύες τῆς θαλάσσης» (Ιώβ. 12,8). Αντίθετα στον Ιώβ 28,27 η εκδήλωση και η φανέρωση βρίσκεται στο πρώτο πλάνο, και το ρήμα αφορά στον Θεό.. Πρόκειται για την θεϊκή Σοφία, απροσπέλαστη για τον άνθρωπο: «ἡ δὲ σοφία πόθεν εὑρέθη; ποῖος δὲ τόπος ἐστὶ τῆς συνέσεως; λέληθε πάντα ἄνθρωπον καὶ ἀπὸ πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ ἐκρύβη» (στ.20.21). Αλλά « ὁ Θεὸς εὖ συνέστησεν αὐτῆς τὴν ὁδόν, αὐτὸς δὲ οἶδε τὸν τόπον αὐτῆς» (23). Αυτός είναι που αποκαλύπτει την σοφία του σε ολόκληρη την κτήση για να την γνωρίσουν οι άνθρωποι: «εἶδεν αὐτὴν καὶ ἐξηγήσατο αὐτήν», ἑτοιμάσας ἐξιχνίασεν». Και είπε κατόπιν στους ανθρώπους: «ἰδοὺ ἡ θεοσέβειά ἐστι σοφία, τὸ δὲ ἀπέχεσθαι ἀπὸ κακῶν ἐστιν ἐπιστήμη» (27.28). Το νόημα του εξηγήσατο διευκρινίζεται και από την συμβολή των ρημάτων λέληθεν και εκρύβη, καθώς και από τον συσχετισμό με το ρήμα εξιχνίασεν. Αυτό το τελευταίο συναντάται μόνο σε κείμενα της Π. Δ. και κυρίως στον Ιώβ (5,27/ 8,8/ 10,6/ 13,9/ 28,27/ 29,16) και σημαίνει αναζητώ, ανακαλύπτω να ίχνη. Εξηγήσατο αυτήν σημαίνει τα εξής: Ο Θεός, αναγνωρίζοντας στην κτήση τα ίχνη της σοφίας του, την αποκάλυψε στους ανθρώπους, καλώντας τους να την ακολουθήσουν και να ζήσουν εν φόβω Κυρίου. Το ρήμα εξηγείσθαι έχει εδώ ως υποκείμενο του τον Θεό και συνδέεται με τον ρήμα οράν, όπως στον στ,1,18 του Ιωάννη. Δεν έχει το νόημα του διηγείσθαι ή αναγγέλλειν, όπως στα δύο πρώτα κείμενα· σε σχέση με τον Θεό εξηγείσθαι σημαίνει την «φανέρωση», την «αποκάλυψη».
2.     Εδώ θα χρειασθεί να παραθέσουμε μια σύντομη ερμηνεία του ρήματος εκδιηγείσθαι του οποίου η χρήση στην ελληνική Βίβλο παρουσιάζει ομοιότητες με το ρήμα εξηγείσθαι. Συνήθως σημαίνει διηγούμαι, εκθέτω λεπτομερώς, όπως για παράδειγμα στους Ψαλμούς και στην Σοφία Σειράχ 36,7 «σπεῦσον καιρὸν καὶ μνήσθητι ὁρκισμοῦ, καὶ ἐκδιηγησάσθωσαν τὰ μεγαλεῖά σου» και 42, 15 «Μνησθήσομαι δὴ τὰ ἔργα Κυρίου, καὶ ἃ ἑώρακα ἐκδιηγήσομαι».
Αλλά σε δύο άλλα αποσπάσματα του αυτού βιβλίου (Σοφ. Σειρ.) εμφανίζεται το θέμα του μεγαλείου του Θεού και της αδυναμίας του ανθρώπου να τον γνωρίσει και να τον δοξάσει: «κράτος μεγαλωσύνης αὐτοῦ τίς ἐξαριθμήσεται; καὶ τίς προσθήσει ἐκδιηγήσασθαι τὰ ἐλέη αὐτοῦ;» (Σοφ. Σερ. 18,5). Ο στίχος αποτελεί μέρος ενός συνόλου στο οποίο γίνεται λόγος για τα έργα του Θεού. Παρατηρούμε στους στίχους 4,5,6 μία πληθώρα ρημάτων με την πρόθεση εκ (εξ) (εξεποίησεν,εξαγγείλαι, εξιχνεύεσει, εξαριθμήσεται, εκδιηγήσασθαι, εξιχνιάσαι) από τα οποία πηγάζει μια τάση εξόδου, μια προσπάθεια του ανθρώπου να εγκαταλείψει την απομόνωσή του και να αναδυθεί στο φως για να αναγγείλει τον Κύριο. Της εξαγγελίας του Κυρίου όμως απαραίτητη προϋπόθεση είναι η εξιχνίαση και η εξαρίθμηση. Το ρήμα εκδιηγείσθαι έχει επομένως το νόημα του «διηγούμαι», «εξαγγέλω»· αντικείμενο του όπως είναι μια μυστηριακή και απροσπέλαστη πραγματικότητα που ο άνθρωπος δεν μπορεί να «ανακαλύψει» εξ ιδίων.
Το δεύτερο απόσπασμα (Σοφ. Σειρ. 43,31) έχει αντίστοιχο περιεχόμενο: «τίς ἑώρακεν αὐτὸν καὶ ἐκδιηγήσεται; καὶ τίς μεγαλυνεῖ αὐτὸν καθώς ἐστι;». Η προσέγγιση των δύο ρημάτων εκδιηγείσθαι και μεγαλύνειν δείχνει ότι το πρώτο έχει εδώ το ίδιο νόημα με τα προηγούμενα κείμενα: να περιγράψει τον Κύριο, να τον αναγνωρίσει (καθώς εστίν), να διακηρύξει το μεγαλείον του (μεγαλύνειν αυτόν). Αυτή όμως η δοξολογία του Κυρίου καθίσταται δυνατή για τον άνθρωπο που (εόρακεν αυτόν). Ας προσθέσουμε εδώ την εξής παρατήρηση: είδαμε προηγουμένως ότι το ρήμα εξηγείσθαι ή εκδιηγείσθαι σχετίζεται με το οράν· η προσέγγιση αυτή είναι σημαντική για την ερμηνεία του Ιωάν. 1,18 όπου συναντάμε τον συσχετισμό των δύο ρημάτων: Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακεν.. ἐκεῖνος ἐξηγήσατο. Σύμφωνα με αυτή την παράδοση η περιγραφή του μεγαλείου των έργων του Θεού, προϋποθέτει ότι «εθεάθησαν»· ουδείς όμως δύναται να περιγράψει το μεγαλείου του ίδιου του Θεού: διότι «τις εώρακεν Αυτόν;». Σε αυτό το επαναλαμβανόμενο αίτημα των σοφών του Ισραήλ ο Ιωάννης δίνει την απάντηση στο τέλος του προλόγου του.
3.     Μια τελευταία επισήμανση είναι σ’ αυτό το σημείο απαραίτητη. Στον Ιωαν. 1,17-18 οι λέξεις αλήθεια και εξηγήσατο συνατώνται συνήθως σε αλληλουχία. Υπάρχει άραγε ο ίδιος παραλληλισμός στην βιβλική παράδοση;
Το ίδιο το ρήμα εξηγείσθαι δεν εμφανίζεται φυσικά ποτέ στο αυτό πλαίσιο με το ουσιαστικό. Αλλά η λέξη αλήθεια χρησιμοποιείται συχνά ως προσδιορισμός σε διάφορα συνώνυμα του ρήματος. Αναφέρουμε παραδειγματικά μερικά αποσπάσματα από τους Ψαλμούς στα οποία η «αλήθεια του Θεού» ως θεία ιδιότητα διακηρύσσεται και τιμάται από τον ψαλμωδό.
   μὴ  δ ι η γ ή σ ε τ α ί  τις ἐν τῷ τάφῳ τὸ ἔλεός σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου ἐν τῇ ἀπωλείᾳ; (Ψαλ. 87.12)
       – ἀ π α γ γ ε λ ῶ  τὴν ἀλήθειάν σου … (Ψαλ. 88,2)
  μὴ  ἐ ξ ο μ ο λ ο γ ή σ ε τ α ί σοι χοῦς ἢ ἀναγγελεῖ τὴν ἀλήθειάν σου; (Ψαλ. 29,10).
Παρατηρούμε επομένως ότι η προσέγγιση των όρων αλήθεια και εξηγήσατο όπως εμφανίζεται στον Ιωάννη, παρότι  δεν υφίσταται σε ακριβή αντιστοιχία  στην  Π. Δ. (και κατά συνέπεια ούτε στην ελληνική παράδοση) υπάρχει όμως ως προετοιμασία: «η αλήθεια (του Θεού) αποτελεί συνήθως αντικείμενο αρκετών συγγενών του εξηγείσθαι ρημάτων, που εκφράζουν άλλοτε την αναγγελία (διηγείσθαι, απαγγέλλειν), άλλοτε την αποκάλυψη (υποδεικνύειν) και άλλοτε και τα δύο ταυτόχρονα (αναγγέλλειν).
Εκτός από αυτές τις παρατηρήσεις υπάρχουν δύο ακόμη στοιχεία που μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η προέλευση του εξηγήσατο στον Ιωάννη, ενδέχεται να ανήκει στην βιβλική παράδοση: α) το εξηγείσθαι του Μονογενούς Υιού αποτελεί απάντηση σε αυτή την παρατήρηση: «Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε», διατύπωση που παραπέμπει στην Π.Δ. και β) η φιλολογική σχέση ανάμεσα στο οράν και το εξηγείσθαι έλκει την καταγωγή της από τα βιβλικά κείμενα. Με βάση αυτές τις διευκρινίσεις θα αναζητήσουμε τώρα το ακριβές νόημα του ρήματος.
4) Το νόημα του εξηγήσατο στον 1,18
 Η ερμηνεία του εξηγήσατο στον 1,18 κατά τα πρότυπα της βιβλικής και αποκαλυπτικής παράδοσης μας οδηγεί στις ακόλουθες διαπιστώσεις.
1.     Εκ πρώτης όψεως η ρήση « Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε» αποδεικνύει πλημμελή την ερμηνεία του εξηγήσατο δια των όρων «περιγράφω» και «αναγγέλλω» όπως στο απόσπασμα Σοφ.Σειρ. 18,5: το ρήμα εκδιηγήσασθαι εκφράζει το μεγαλείο του Θεού, όπως θα επιθυμούσε να το αναγγείλλει ο σοφός εάν ήτο σε θέση να το ανακαλύψει και να το ατενίσει· στην Π.Δ. οι όροι βλέπω και αναγγέλλω είναι διαδοχικοί και διίστανται. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο στον αγ. Ιωάννη, όπου το «βλέπω» δεν προηγείται του εξηγήσατο. Μία άλλη σημαντική διαφορά είναι ότι στο 1,18 η δήλωση «Θεόν ουδείς εώρακεν πώποτε» δεν έχει αρνητικό περιεχόμενο διότι υπονοεί ότι ο μονογενής Υιός, αυτός τον είδε ή μάλλον τον βλέπει. Σε δύο άλλα κείμενα εξ άλλου ο Ιωάννης εκφράζει το νόημα αυτό ξεκάθαρα: «ὃ ἑωράκαμεν μαρτυροῦμεν» (3,11) και «ὃ ἑώρακεν καὶ ἤκουσεν, τοῦτο μαρτυρεῖ» (3,32). Εδώ το νόημα των ρημάτων «βλέπω» και «μαρτυρώ» είναι ταυτόσημο: ο Ιησούς είναι αυτόπτης μάρτυς αυτού που βλέπει στον Θεό. Παρομοίως στον 1,18, οράν και εξηγείσθαι βρίσκονται σε στενή σχέση, πολύ πιο άμεση από τα κείμενα του Σοφία Σειράχ. Ο Ιησούς, ο μονογενής Υιός είναι ο μόνος που «ορά» τον Θεόν διότι είναι εκ των άνω (8,23). Επομένως το εξηγήσατο δεν μπορεί να αναφέρεται απλώς στο κηρυγματικό έργο του Ιησού. Όπως και το μαρτυρείν στον 3,11. 32 το εξηγείσθαι στο 1,18 έχει αποκαλυπτικό χαρακτήρα. Το απόσπασμα της Π.Δ. από τον Ιώβ (28,27) « εἶδεν αὐτὴν καὶ ἐξηγήσατο αὐτήν» πλησιάζει περισσότερο το νόημα του 1,18 στον Ιωάννη. Εδώ πρόκειται για τον ίδιο τον Θεό που αποκαλύπτει την σοφία του στους ανθρώπους. Παρόμοια είναι και τα αποσπάσματα Ματ. 11,27 και Λουκ.10,22 «οὐδεὶς ἐπιγινώσκει τὸν υἱὸν εἰ μὴ ὁ πατήρ, οὐδὲ τὸν πατέρα τις ἐπιγινώσκει εἰ μὴ ὁ υἱὸς καὶ ᾧ ἐὰν βούληται ὁ υἱὸς ἀποκαλύψαι».
       Οι παρατηρήσεις αυτές μας οδηγούν στο ίδιο συμπέρασμα που είχαμε καταλήξει κατά την ανάλυση της δομής του 1,17-18. Ότι εξηγήσατο αναφέρεται στην αλήθεια που αντιπαρατίθεται στον νόμο και εκφράζει την πληρότητα της αποκάλυψης. Το ρήμα επομένως που κλείνει τον πρόλογο αναφέρεται επίσης στην αποστολή της αποκάλυψης που έφερε σε πέρας ο Ιησούς Χριστός.
2.     Μένει το πρόβλημα της μετάφρασης. Καμία απ όσες παραθέσαμε δεν αποδίδει το νόημα διότι σε αντίθεση με την ελληνική αποδίδουν στο εξηγήσθαι του Ιησού ένα άμεσο αντικείμενο και περιορίζουν την εμβέλειά του. Η αποκάλυψη του Ιησού είναι ευρύτερη και η μετάφραση θα πρέπει να σεβαστεί την εμβέλεια και το εύρος της. Η χρήση του ρήματος χωρίς αντικείμενο μας βοηθά να ξεπεράσουμε την αντίθεση υποκείμενο αντικείμενο. Είναι αξιοσημείωτη η έμφαση που ο Ιωάννης αποδίδει στο πρόσωπο του Ιησού: αυτός που «αποκαλύπτει» είναι «ο μονογενής Υιός ο ών είς τον κόλπον του Πατρός»· ο παραλληλισμός ανάμεσα στο εκείνος εξηγήσατο και πλήρης χάριτος και αληθείας αναδεικνύει επίσης την αποκαλυπτική ιδιότητα του σαρκωθέντος Λόγου. Αυτή η επιμονή στο πρόσωπο του Ιησού δηλώνει απερίφραστα ότι δ’ αυτού παρεδόθη η αποκάλυψη στους ανθρώπους.
Θα μπορούσαμε λοιπόν στη συνέχεια αυτών των παρατηρήσεων να προτείνουμε την ακόλουθη ερμηνεία για τον στ. 1,17-18: «ότι ο Νόμος εδόθη δια του Μωυσέως, η χάρις και η αλήθεια ήλθε διά του Ιησού Χριστού. Τον Θεό ουδείς ποτέ εώρακεν· ο μονογενής Υιός ο ών είς τον κόλπον του Πατρός, αυτός παρέδωσε την αποκάλυψη».
      Η μετάφραση αυτή αναδεικνύει την αντιστοιχία ανάμεσα στην αλήθεια και το ρήμα εξηγήσατο, ανάμεσα στην αλήθεια του Ιησού Χριστού και την αποκάλυψη που αυτός παρέδωσε, αφήνοντας ελεύθερο πεδίο στο αντικείμενο του ρήματος. Αλλά   έχει το μειονέκτημα ότι αποσυνδέει την αποκάλυψη από το πρόσωπο του Ιησού· σε αντίθεση με τον στ. 14· μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι η αποκάλυψη δεν είναι παρά ένα μήνυμα του Θεού που παρέδωσε ο Ιησούς, όντας ξένος προς αυτό. Για να αναδείξουμε την σύνδεση ανάμεσα στους τρεις στίχους (1, 14.17.18) και επομένως την βαθειά ενότητα ανάμεσα στην αποκάλυψη του Ιησού και τον ίδιο τον Ιησού θα μπορούσαμε να συμπληρώσουμε την προηγούμενη μετάφραση ως εξής: «Ο μονογενής Υιός ο ών εις το κόλπον του Πατρός, αυτός ο ίδιος, παρέδωσε την αποκάλυψη».
       Αλλά, ακόμη και εδώ, η αποκάλυψη (το αντικείμενο) διακρίνεται σημαντικά από αυτόν που αποκαλύπτει (το υποκείμενο). Θα ήταν ίσως προτιμότερο, προκειμένου να μείνουμε πιστοί στις συνέπειες του στενού συσχετισμού των στ. 1,14 και 1, 18 και του καθαρού νοήματος του εξηγήσατο (χωρίς αντικείμενο) να πούμε: «ο μονογενής Υιός ο ών είς τον κόλπον του Πατρός, αυτός, υπήρξε, η αποκάλυψη».
       Διότι, επειδή ο μονογενής Υιός, σε αντίθεση με τον Μωυσή (στ.17), υπήρξε αυτός ο ίδιος η αποκάλυψη, ο Ιωάννης μπορεί να αναφέρει στον στ.14 ότι ο σαρκωθείς Λόγος είναι «πλήρης της δωρεάς της αλήθειας», και ο Ιησούς θα μπορέσει στην συνέχεια να δηλώσει με την σειρά του ότι είναι η αλήθεια (14,6).
       Τώρα θα προσεγγίσουμε ακόμη περισσότερο το περιεχόμενο αυτής της αποκάλυψης για να αντιληφθούμε καλύτερα το περιεχόμενο της «αλήθειας» του Ιησού Χριστού.

(συνεχίζεται)

ΣΧΟΛΙΟ: Γιά όσους πιστεύουν ότι μέ τά αποσπάσματα από τίς Γραφές καί τούς Πατέρες πείθουν καί αποδεικνύουν. Σ' αυτή τήν μέθοδο οι Καθολικοί είναι οι δάσκαλοι. Μ' αυτή κρύβουν τήν απουσία κάθε περιεχομένου.
 Αμέθυστος

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Σωστά μιλάς φίλε. Απολύτως κανείς δεν πείθεται με αποσπάσματα
από τους άγιους πατέρες, ούτε και με επιχειρήματα πολιτικής φύσης.
Μόνο από την αγάπη (αν και όπου υφίσταται ένα ψήγμα της)πείθονται οι άνθρωποι. Γι αυτοί οι άνθρωποι πείθονται από τους γονείς τους κυρίως
και από τους καλούς συγγενείς και από τους πρώτους φίλους και εμπνευσμένους δασκάλους,
της νεανικής ηλικίας.Με την πάροδο του χρόνου, φθειρόμαστε από τις όποιες αρνητικές μας εμπειρίες, γινόμαστε καχύποπτοι, δεν αγαπάμε νέα πρόσωπα, επομένως χωρίς την αγάπη του Θεού, δεν είμαστε δεκτικοί στις όποιες επιρροές τους.Πίστις, Ελπίς, Αγάπη, τα τρία ταύτα, μείζων δε τούτων, η Αγάπη...